Συνέβη 31 Οκτωβρίου στην Ελλάδα και τον κόσμο

31 Οκτωβρίου 2023

Είναι η 304η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 61 ημέρες για τη λήξη του
🌅  Ανατολή ήλιου: 06:49 – Δύση ήλιου: 17:28
– Διάρκεια ημέρας: 10 ώρες 39 λεπτά
🌖  Σελήνη 17.5 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Απελλή, Αμπλίο, Αμπλία, Νάρκισο, Αριστόβουλο, Αριστοβούλη, Στρατονίκη, Στρατή και Νίκη

 

Γεγονότα

 

1517 – Ο γερμανός θεολόγος Μαρτίνος Λούθηρος τοιχοκολλεί τις 95 θέσεις του στην εκκλησία του Βίτενμπεργκ και ακολουθεί το σχίσμα στην καθολική εκκλησία. Στις 31 Οκτωβρίου 1517, και ενώ είχε ήδη εκφράσει την αντίθεσή του σε κάθε σχέση με τις πρακτικές της Καθολικής Εκκλησίας στους φοιτητές του, θυροκόλλησε στην εξώπορτα του Μητροπολιτικού Ναού της Βιτεμβέργης τις 95 Θέσεις του στα λατινικά, που αποτέλεσαν μια ανοιχτή πλέον επίθεση εναντίον του Παπισμού. Οι 95 Θέσεις μεταφράστηκαν στα γερμανικά και διαδόθηκαν από τους φίλους του, όπως ο νεαρός συνάδελφός του καθηγητής ελληνικών Φίλιππος Μελάγχθων. Σύντομα ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία στην Αυγούστα, ενώπιον του επιτετραμμένου του Πάπα στη Γερμανία. Εκεί αρνήθηκε να ανακαλέσει και φυγαδεύτηκε νύχτα από φίλους του. Οι αντι-Θέσεις που κυκλοφόρησε ο Γιόχαν Τέτσελ δεν είχαν καμιά απήχηση, και μάλιστα οι φοιτητές τις έκαιγαν δημόσια. Με τα επόμενα έργα του ο Λούθηρος μεγάλωσε το χάσμα που τον χώριζε από την Καθολική Εκκλησία, ενώ βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες της βόρειας, κυρίως, Ευρώπης.
Το 1520, ο πάπας Λέων Ι΄ εξέδωσε τη βούλα Exsurge Domine, καταδικάζοντας ως αιρετικές 41 από τις 95 Θέσεις του Λούθηρου, τον οποίο κάλεσε να αποκηρύξει δημόσια τις Θέσεις του μέσα σε 60 μέρες, ενώ οι απανταχού πιστοί διατάχθηκαν να κάψουν όλα τα βιβλία του, ώστε να μην αφοριστούν, συλληφθούν, και τιμωρηθούν ως αμετανόητοι αιρετικοί. Αντιδρώντας στην είδηση, πως στα πανεπιστήμια του Παρισίου και της Κολωνίας κάηκαν τα βιβλία του, στις 10 Δεκεμβρίου ο Λούθηρος έκαψε δημόσια την παπική βούλα και απάντησε γράφοντας το βιβλίο Ενάντια στη Βλάσφημη Βούλα του Αντίχριστου. Στις 3 Ιανουαρίου 1521, ο Λέων Ι’ εκδίδει δεύτερη Βούλα, με την οποία ο Λούθηρος αφορίζεται.
Τελικά, ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία ενώπιον του δικαστηρίου Δίαιτα της Βορμς, τον Απρίλιο του 1521. Εκεί, αρνήθηκε να ανακαλέσει τις θέσεις του. Η απολογία του τελείωσε με τα εξής λόγια:
Εάν δε με πείσουν, με επιχειρήματα από την Αγία Γραφή ή με αδιάσειστη λογική, δεν μπορώ να αναιρέσω τις θέσεις μου, γιατί δεν πιστεύω στο αλάθητο του πάπα, ούτε στο αλάθητο των συνόδων, γιατί όλοι γνωρίζουν ότι πολλές φορές και οι πάπες και οι σύνοδοι έχουν σφάλει και έχουν πέσει σε αντιφάσεις. Εγώ έχω πειστεί από τα βιβλικά επιχειρήματα που έχω ήδη αναφέρει, και είμαι απόλυτα ενωμένος με το λόγο του Θεού. Δεν μπορώ και δε θέλω να ανακαλέσω τίποτα, γιατί δεν είναι ορθό, και αντίθετα είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα με τη φωνή της συνείδησής του. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν.
Τελικά, ο Λούθηρος φυγαδεύτηκε με την βοήθεια του Φρειδερίκου Γ΄, Εκλέκτορα της Σαξονίας, και μεταφέρθηκε στον Πύργο του Βάρτμπουργκ κοντά στο Άιζεναχ, όπου παρέμεινε ως Πρίγκιπας Γεώργιος. Εκεί έγραψε αρκετά κείμενα και μετέφρασε στα γερμανικά την Αγία Γραφή.
Πλέον, η διδασκαλία του Λούθηρου κηρύττεται από αρκετές Γερμανικές εκκλησίες. Πολλοί μοναχοί εγκαταλείπουν τις μονές τους προκειμένου να κηρύξουν τις αρχές της Μεταρρύθμισης, ενώ οι φοιτητές, αλλά και μεγάλος αριθμός Πανεπιστημιακών της Γερμανίας τάσσεται, σχεδόν στο σύνολό του, υπέρ της Μεταρρύθμισης. Όμως, κάποιοι από τους μεταρρυθμιστές με ηγέτη τον Αντρέα Κάρλσταντ, ριζοσπαστικοποίησαν τις ιδέες του Λούθηρου, με αποτέλεσμα να σημειωθούν επεισόδια σε εκκλησίες. Ο Λούθηρος πληροφορήθηκε για τις εξελίξεις, και στις 6 Μαρτίου 1522 επέστρεψε στην Βιττεμβέργη όπου συντέλεσε στην εξομάλυνση της κατάστασης.
Τον Ιούνιο του 1524, ξέσπασε ο λεγόμενος Πόλεμος των Χωρικών, ο οποίος εξαπλώθηκε ταχύτατα από την νότια Γερμανία μέχρι την Θουριγγία και είχε ως βασικά αιτήματα την κατάργηση της δουλοπαροικίας, την ελάφρυνση των φορολογικών μέτρων και γενικά την αποτίναξη της άρχουσας τάξης και της Παπικής εκκλησίας. Ο Λούθηρος στις 6 Μαΐου 1525 γράφει την Προτροπή προς Ειρήνευση, στην οποία υποστηρίζει την ειρηνική διευθέτηση, ενώ κατηγορεί την άρχουσα τάξη ως υπεύθυνη για την καταπίεση που ασκούσε στους χωρικούς, και συμβουλεύει τους τελευταίους να αποφύγουν τις εκδικητικές πράξεις. Όμως η βιαιότητα των εξεγερμένων, κάνει τον Λούθηρο να γράψει το τετρασέλιδο φυλλάδιο Κατά των ληστρικών και δολοφονικών ορδών των χωρικών, με την οποία ζητά από τους ευγενείς να καταστείλουν το κίνημα των χωρικών. Οι βιαιοπραγίες τελειώνουν το Μάιο του 1525, με την καταστολή και την εκτέλεση των ηγετών του κινήματος.
Στις 13 Ιουνίου 1525, ο Λούθηρος παντρεύεται την πρώην μοναχή Καταρίνα φον Μπόρα, με την οποία αποκτά έξι παιδιά.
Στις 20 Ιουνίου 1530, ο Κάρολος Ε’ συγκαλεί νέα Δίαιτα στην Αυγούστα, ζητώντας να κατατεθούν Ομολογίες Πίστεως από τους Καθολικούς και τους εκπροσώπους της Μεταρρύθμισης. Ο Λούθηρος δεν συμμετέχει λόγω της ισχύος της Εδίκτου της Βορμς, αλλά στην Δίαιτα παραδίδεται η Ομολογία της Αυγούστας που είχε γραφτεί από αυτόν. Η Μεταρρύθμιση καταδικάζεται για ακόμα μία φορά, με αποτέλεσμα οι πρίγκιπες και οι εκπρόσωποι των ελεύθερων πόλεων που ανήκαν στις γραμμές της Μεταρρύθμισης, να συγκροτήσουν την Ένωση του Σμαλκάλντεν.
Ο Λούθηρος πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου του 1546 στην πατρίδα του, το Άισλεμπεν. Εννιά χρόνια αργότερα δόθηκε σχετική ελευθερία για την άσκηση της Αναμορφωμένης πίστης.

 

 

1908 – Τελετή λήξης των 4ων Ολυμπιακών Αγώνων στο Λονδίνο, που άρχισαν στις 27 Απριλίου. Η Ελλάδα κατέκτησε τρία αργυρά μετάλλια, δύο με τον Κωνσταντίνο Τσικλητήρα στο ύψος και μήκος άνευ φοράς και ένα με τον Δώριζα στον ακοντισμό.  Οι 4οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν ανατεθεί αρχικά στη Ρώμη, αλλά λόγω της μεγάλης έκρηξης του ηφαιστείου του Βεζούβιου το 1906, που προκάλεσε μεγάλες οικονομικές πληγές στην Ιταλία, η ΔΟΕ αποφάσισε να αναθέσει τη διοργάνωση στο Λονδίνο, που είχε την εμπειρία από άλλες αθλητικές διοργανώσεις, όπως το τουρνουά τένις του Γουίμπλεντον.
Οι Άγγλοι επανέφεραν τους Ολυμπιακούς Αγώνες στη σωστή τους ρότα κι έθεσαν τις βάσεις για τη μετέπειτα άρτια διοργάνωσή τους. Αν και εντάχθηκαν σε εμπορική έκθεση και διήρκεσαν έξι μήνες (27 Απριλίου – 31 Οκτωβρίου), ο αθλητισμός νίκησε κατά κράτος το εμπόριο.
Η πολιτική έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Στους Φινλανδούς, που η χώρα τους τελούσε υπό ρωσική κατοχή, δεν επετράπη να φέρουν τη σημαία τους και αυτοί αντί της ρωσικής προτίμησαν να παρελάσουν χωρίς σημαία. Ο σημαιοφόρος της αμερικανικής ομάδας Ραλφ Ρόουζ αρνήθηκε να γείρει τη σημαία για να τιμήσει το βασιλικό ζεύγος της Μεγάλης Βρετανίας. «Αυτή η σημαία δεν υποκλίνεται σε κανένα βασιλιά» δικαιολογήθηκε και από τότε η «αστερόεσσα» δεν υποκλίνεται σε κανένα αρχηγό κράτους.
Από τότε χρονολογείται και η ρήση που συνοδεύει τους Ολυμπιακούς Αγώνες: «Το σπουδαιότερο στους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν είναι η νίκη, αλλά η συμμετοχή, όπως ακριβώς το σπουδαιότερο στη ζωή δεν είναι ο θρίαμβος, αλλά ο αγώνας». Το είπε ο Αρχιεπίσκοπος της Πενσυλβάνιας και το επανέλαβε ο Πιερ Ντε Κουμπερτέν.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου συμμετείχαν 2008 αθλητές (1.971 άνδρες και 37 γυναίκες) από 22 χώρες. Τα περισσότερα μετάλλια κατέκτησε η Μεγάλη Βρετανία, συνολικά 146 (56-51-39), έναντι 47 (23-12-12) των ΗΠΑ και 25 της Σουηδίας (8-6-11).
Ο ιταλός μαραθωνοδρόμος Ντοράντο Πιέτρι, φούρναρης στο επάγγελμα, πέρασε στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων ως μία από τις δραματικότερες μορφές τους. Λίγα μέτρα πριν από τον τερματισμό κι ενώ προηγείτο, άρχισε να παραπαίει από την κούραση κι ένας κριτής τον βοήθησε να τερματίσει. Ο δεύτερος, αμερικανός Τζον Χέιζ, υπέβαλε ένσταση και δικαιώθηκε, επειδή ο Πιέτρι δεν τερμάτισε με ίδιες δυνάμεις. Ο Χέιζ ήταν ο χρυσός ολυμπιονίκης, αλλά ο Πιέτρι ο μεγάλος πρωταγωνιστής.
Στα αξιοσημείωτα της σκοποβολής, η ανεπανάληπτη επιτυχία ενός γηραιού αθλητή και η αφηρημάδα ή άγνοια των ρώσων ιθυνόντων. Ο σουηδός αθλητής της σκοποβολής Όσκαρ Σβαν έγραψε ιστορία, δημιουργώντας ένα ακατάρριπτο έως σήμερα ρεκόρ: στα 60 του χρόνια κατέκτησε 2 χρυσά μετάλλια κι ένα χάλκινο, ενώ αξίζει να υπογραμμιστεί ότι στα 64 του, το 1912, πήρε 2 μετάλλια και στα 72 του, το 1920, πρόσθεσε στη συλλογή του ένα ακόμη. Η ρωσική ομάδα της σκοποβολής έφτασε στο Λονδίνο, όταν οι αγώνες είχαν τελειώσει. Αιτία; Οι 12 μέρες διαφοράς μεταξύ Ιουλιανού και Γρηγοριανού ημερολογίου, που ξέχασαν να υπολογίσουν οι Ρώσοι.
Η χώρα μας συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου με 20 αθλητές. Στην τελετή έναρξης φορούσαν για πρώτη φορά ομοιόμορφες στολές: Λευκή φανέλα με κεντημένη στο στήθος την ελληνική σημαία και λευκό παντελονάκι με κατακόρυφες μπλε γραμμές στα πλάγια. Αρχηγός της αποστολής ήταν ο γυμναστής Ιωάννης Χρυσάφης και σημαιοφόρος ο ολυμπιονίκης δισκοβολίας Νικόλαος Γεωργαντάς.
Ο Κωνσταντίνος Τσικλητήρας ήταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής από ελληνικής πλευράς με δύο ασημένια μετάλλια, στο μήκος και το ύψος άνευ φοράς. Ασημένιο ήταν και το τρίτο ελληνικό μετάλλιο με τον Μιχάλη Δώριζα στον ακοντισμό. Χάλκινο μετάλλιο έπρεπε να έχει απονεμηθεί και στον σκοπευτή Αναστάσιο Μεταξά, που ισοβάθμησε στην τρίτη θέση του τραπ με τον Βρετανό Αλεξάντερ Μόντερ (μπαράζ δεν υπήρχαν τότε). Όμως, στη βάση δεδομένων της ΔΟΕ ο έλληνας σκοπευτής αναφέρεται ως 4ος.

 

1922 – Αρχίζει η Δίκη των «6» (Γούναρης, Στράτος, Πρωτοπαπαδάκης, Θεοτόκης, Μπαλτατζής, Χατζηανέστης), που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τη μικρασιατική καταστροφή. Με τον όρο Δίκη των έξι έχει καταγραφεί στην ελληνική ιστορία η δίκη ενώπιον έκτακτου στρατοδικείου στο οποίο παραπέμφθηκαν από την Επαναστατική Επιτροπή που είχε αναλάβει την εξουσία με την επανάσταση του 1922 για να τιμωρηθούν οι θεωρούμενοι ως υπεύθυνοι για τις συνέπειες της Μικρασιατικής εκστρατείας, κοινώς για τη Μικρασιατική Καταστροφή: Γεώργιος Χατζανέστης, διοικητής της στρατιάς της Μικράς Ασίας, Δημήτριος Γούναρης, πρώην πρωθυπουργός, Μιχαήλ Γούδας, υποναύαρχος και πρώην υπουργός, Ξενοφών Στρατηγός, υποστράτηγος και πρώην υπουργός, Νικόλαος Στράτος, πρώην πρωθυπουργός, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, πρώην πρωθυπουργός, Νικόλαος Θεοτόκης και Γεώργιος Μπαλτατζής, υπουργοί επί των στρατιωτικών και εξωτερικών στην κυβέρνηση Γούναρη αντίστοιχα.
Αν και οι κατηγορούμενοι ήταν οκτώ, η ονομασία δίκη των έξι δόθηκε λόγω των έξι εκτελέσεων που τελικώς αποφασίστηκαν και πραγματοποιήθηκαν την ίδια ημέρα στην περιοχή του Γουδή. Το περιστατικό αυτό αποτελεί την κορύφωση αλλά και τον επίλογο του Εθνικού Διχασμού.
Το κατηγορητήριο είχε τον χαρακτήρα επαναστατικού εγγράφου και σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη συντάχθηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου, πολιτικό σύμβουλο της Επανάστασης και ανερχόμενο αστέρι της βενιζελικής παράταξης. Μέσα στο κατηγορητήριο υπήρχε ξεχωριστό κεφάλαιο που απέρριπτε την ένσταση των κατηγορουμένων για δίκη από το ειδικό δικαστήριο της Βουλής με τα εξής λόγια: «Ἀλλ’ ὄχι! Τὸ Ἔθνος ὀρθούμενον αἱμοσταγές, κρεουργημένον, ἀλλὰ ἀδυσώπητον ἐνώπιον του, ζητεῖ παρ’αυτοῦ καὶ τῶν συνεργατῶν του δικαιοσύνην διὰ τὴν προδοσίαν καὶ τιμωρίαν διὰ τὸ ἔγκλημα. Καὶ ἐν ὀνόματι τοῦ Ἔθνους τὴν δικαιοσύνην ταύτην ἡ Ἐπανάστασις θὰ τὴν ἀποδώσῃ!».

 

1940 – Ο φυλακισμένος Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης, με επιστολή του καλεί τον ελληνικό λαό να δώσει όλες του τις δυνάμεις στον πόλεμο κατά των Ιταλών, που διευθύνει η κυβέρνηση του δικτάτορα Μεταξά. Θα αμφισβητηθεί η γνησιότητά της.
«Ανοιχτό γράμμα
του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ
Προς το λαό της Ελλάδας
Ο φασισμός του Μουσολίνι χτύπησε την Ελλάδα πισώπλατα, δολοφονικά και ξετσίπωτα με σκοπό να την υποδουλώσει και εξανδραποδίσει. Σήμερα όλοι οι Έλληνες παλεύουμε για τη λευτεριά, την τιμή, την εθνική μας ανεξαρτησία. Η πάλη θα είναι πολύ δύσκολη και πολύ σκληρή. Μα ένα έθνος που θέλει να ζήσει πρέπει να παλεύει, αψηφώντας τους κινδύνους και τις θυσίες. 0 λαός τής Ελλάδας διεξάγει σήμερα έναν πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μουσολίνι. Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ. Κάθε πράκτορας του φασισμού πρέπει να εξοντωθεί αλύπητα. Στον πόλεμο αυτό πού τον διευθύνει ή κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη. Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια ‘Ελλάδα τής δουλειάς, τής λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ’εναν πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό. Όλοι στον αγώνα, ο καθένας στη θέση του και ή νίκη θα ‘ναι νίκη τής Ελλάδας και τού λαού της. Οι εργαζόμενοι όλου του κόσμου στέκουν στο πλευρό μας.
Αθήνα, 31 τού Οχτώβρη 1940.
ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ
Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής τού ΚΚΕ».

 

1958 – Ο πρώτος βηματοδότης καρδιάς εμφυτεύεται στον σουηδό Άρνε Λάρσον από τον πρωτοπόρο σουηδό καρδιοχειρουργό Άκε Σένινγκ στο ιατρικό ινστιτούτο «Καρολίνσκα» της Στοκχόλμης. Είναι μάρκας Siemens και κατασκευάστηκε από τον εφευρέτη – γιατρό Ρούνε Έλμκβιστ. το αυτοκίνητο η επινόησή του μας καθιστά ασφαλέστερους. Οι ζώνες ασφαλείας που επινόησε συμπλήρωσαν πλέον μισό αιώνα. Ο όρος «pacemaker» (βηματοδότης) επινοήθηκε το 1932 από τον Αμερικανό φυσιολόγο Άλμπερτ Χάιμαν για να περιγράψει την εφεύρεσή του: μια μηχανή η οποία διοχέτευε ηλεκτρισμό στην καρδιά μέσω μιας βελόνας που περνούσε μέσα στον θώρακα και τροφοδοτούνταν από έναν κινητήρα με μανιβέλα και ελατήρια. Την ιδέα καταδίκασε τότε η ιατρική κοινότητα ως επέμβαση σε «φυσικά γεγονότα». Ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο τοποθετήθηκε εσωτερικός βηματοδότης, το 1958, ήταν ο Άρνε Λάρσον, στη Σουηδία. Χάλασε έπειτα από τρεις ώρες. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, τοποθετήθηκαν στον Λάρσον 26 βηματοδότες. Πέθανε το 2001, σε ηλικία 86 ετών, από ασθένεια που δεν είχε σχέση με την καρδιά του.

 

 

1985 – Έκρηξη βόμβας, με 39 τραυματίες, σημειώνεται σε αστικό λεωφορείο, που εκτελεί το δρομολόγιο Αθήνα – Αργυρούπολη και κινείται επί της Λεωφόρου Βουλιαγμένης στο ύψος της Δάφνης. Στις 31 Οκτωβρίου 1985 μία έκρηξη βόμβας σε αστικό λεωφορείο της Αθήνας προκάλεσε τον τραυματισμό 39 επιβαινόντων. Οι αρχές έκαναν λόγο για τρομοκρατική ενέργεια, ενώ τις προβλημάτισε το γεγονός ότι επρόκειτο για την πρώτη μαζική τρομοκρατική επίθεση στα αστυνομικά χρονικά της χώρας. Ο πρωθυπουργός, Ανδρέας Παπανδρέου, σε δηλώσεις του μίλησε για «άνανδρη και εγκληματική πράξη, που μπορεί να προκαλέσει αποσταθεροποίηση των δημοκρατικών θεσμών». Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι η διαδρομή που ακολούθησε η βόμβα μέχρι να φθάσει στο λεωφορείο και το άσχημο παιγνίδι της μοίρας στους επιβάτες του.
Το λεωφορείο, τύπου «Ίκαρους», ανήκε στην ΕΑΣ – τον φορέα των αστικών συγκοινωνιών της πρωτεύουσας εκείνη την περίοδο – και εκτελούσε το δρομολόγιο Ακαδημία – Αργυρούπολη. Ξεκίνησε από την αφετηρία στις 10:40 το βράδυ της Πέμπτης 31 Οκτωβρίου 1985 και ήταν γεμάτο από μαθητόκοσμο που επέστρεφε από τα φροντιστήρια του κέντρου.
Η έκρηξη σημειώθηκε λίγα λεπτά αργότερα κι ενώ το λεωφορείο εκινείτο στην οδό Βουλιαγμένης, στο ύψος της Δάφνης. Το όχημα άνοιξε σαν «κονσερβοκούτι» και πολλοί από τους επιβάτες του εκσφενδονίστηκαν στο οδόστρωμα. Η περιοχή γύρω από το κουφάρι του λεωφορείου απέκτησε την όψη βομβαρδισμένου τοπίου. Από την έκρηξη τραυματίστηκαν συνολικά 39 επιβαίνοντες, οι 10 σοβαρά, ενώ ένας εξ αυτών υπέστη ακρωτηριασμό.
Ώρες αργότερα, ένας άγνωστος τηλεφώνησε στην εφημερίδα «Απογευματινή» και ανέφερε ότι είχε τοποθετηθεί βόμβα έξω από το σπίτι του μεγαλοβιομήχανου Τσάτσου (ιδιοκτήτη, μεταξύ άλλων, της ΑΓΕΤ Ηρακλής) στην οδό Κανάρη στο Κολωνάκι. Τέτοια, όμως, βόμβα ούτε βρέθηκε, ούτε είχε εκραγεί. Η μόνη βόμβα που εξερράγη ήταν αυτή στην οδό Βουλιαγμένης. Την επομένη ημέρα βρέθηκε προκήρυξη της πρωτοεμφανιζόμενης οργάνωσης «Επαναστατική Μαχητική Αριστερά» (ΕΜΑ), η οποία αναλάμβανε την ευθύνη της έκρηξης «στο σπίτι των Τσάτσων» που δεν έγινε ποτέ.
Οι αρχές μετά από μεδοθική έρευνα ετών και σε συνδυασμό με ευρήματα σε γιάφκα της «17 Νοέμβρη» το 2002 κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η οργάνωση πράγματι είχε τοποθετήσει τη βόμβα στην οδό Κανάρη και την είχε αμπαλάρει με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην κινεί υποψίες. Κάποιος διερχόμενος την αφαίρεσε από το δρόμο, ξεγελασμένος από το πολυτελές περιτύλιγμά της και νομίζοντας ότι περιέχει κάτι χρήσιμο. Στη συνέχεια, επιβιβάστηκε στο μοιραίο λεωφορείο, όπου αυτή εξερράγη. Οι αρχές υποπτεύθηκαν έναν ιρακινό φοιτητή, που ήταν μεταξύ των τραυματιών, αλλά η υπόθεση δεν προχώρησε, καθώς αυτός επέστρεψε στην πατρίδα του λίγους μήνες αργότερα.
Η οργάνωση «Επαναστατική Μαχητική Αριστερά» (ΕΜΑ) δεν επιχείρησε άλλη τρομοκρατική ενέργεια. Οι αρχές, όμως, πιστεύουν ότι τα μέλη της ίδρυσαν την οργάνωση «1η Μάη», που ευθύνεται για την απόπειρα δολοφονίας του προέδρου της ΓΣΕΕ Γιώργου Ραυτόπουλου (1987) και τη δολοφονία του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Βερνάρδου (1989). Στη συνέχεια, η «1η Μάη» απορροφήθηκε από τον «Επαναστατικό Λαϊκό Αγώνα» (ΕΛΑ).

 

Γεννήσεις

 

1888 – Ναπολέων Λαπαθιώτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα, τη νύχτα προς τα ξημερώματα της 31ης Οκτωβρίου 1888 σε ένα σπίτι της πλατείας Αγίων Θεοδώρων. Ο πατέρας του, Λεωνίδας Λαπαθιώτης (1854-1942), κυπριακής καταγωγής, ήταν μαθηματικός και ανώτατος στρατιωτικός, που διετέλεσε βουλευτής το 1903-1905 και έγινε υπουργός στρατιωτικών το 1909. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του Χαρίλαου Τρικούπη. Άρχισε να γράφει ποιήματα από παιδί. Ένα πρωτόλειο έμμετρο δράμα του εκδόθηκε με φροντίδα του πατέρα του. Στα γράμματα εμφανίστηκε επίσημα το 1905, στο περιοδικό Νουμάς. Το 1907 μαζί με άλλους εννιά νεαρούς λογοτέχνες ίδρυσαν το περιοδικό Ηγησώ.
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου το 1909 πήρε δίπλωμα Νομικής, αλλά ποτέ δεν άσκησε το επάγγελμα. Το φθινόπωρο του 1916, μαζί με τον πατέρα του, εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη και προσχώρησαν στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Το πρώτο εξάμηνο του 1917, ο Λαπαθιώτης συνόδευσε τον πατέρα του στην Αίγυπτο για την στρατολόγηση εθελοντών για τον στρατό του κράτους της Θεσσαλονίκης. Στην Αίγυπτο γνώρισε τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Κατατάχτηκε στον στρατό ως ανθυπολοχαγός-διερμηνέας, θέση που διατήρησε ως το 1921.
Στην αρχή ο Λαπαθιώτης ήταν υποστηρικτής του Ελευθέριου Βενιζέλου. Μάλιστα, είχε συμμετάσχει στο κίνημα της εθνικής άμυνας, όπως και ο πατέρας του. Από την δεκαετία του 1920 και μετά ήρθε σε επαφή με το κομμουνιστικό κίνημα και στη συνέχεια ενστερνίστηκε τον κομμουνισμό.
Το 1932 και μετά αρθρογραφούσε στο αριστερό περιοδικό Πρωτοπόροι το πεζό τραγούδι «Τραγούδι για το ξύπνημα του προλεταριάτου». Το 1943 συνδέθηκε στενά με τους αντάρτες του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, σύμφωνα με καταθέσεις του Τάσου Βουρνά.
Έζησε για περισσότερα από 40 χρόνια στο διώροφο νεοκλασικό της οικογένειάς του κάτω από τον λόφο του Στρέφη, στην Αθήνα. Εκεί έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού έργου του αλλά και εκεί αυτοκτόνησε τη νύχτα της 7ης προς 8η Ιανουαρίου 1944, φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά. Η κηδεία του έγινε με έρανο των φίλων του.
Εκτός από ποιήματα, έγραψε επίσης πάνω από 100 πεζογραφήματα, πολλές δεκάδες διηγήματα, καθώς και επιφυλλίδες και κριτικά και αισθητικά κείμενα. Το έργο του βρίσκεται διασκορπισμένο σε περιοδικά και εφημερίδες. Η μοναδική του ποιητική συλλογή δημοσιεύτηκε το 1939, ενώ μετά τον θάνατό του, ο Άρης Δικταίος εξέδωσε, το 1964, τα ποιήματά του.
Το κινηματογραφικό έργο Μετέωρο και σκιά (1985) βασίζεται στην ζωή του.

 

1955 – Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. (Νησί Ημαθίας, 31 Οκτωβρίου 1955), είναι Έλληνας δικηγόρος και πολιτικός. Έχει διατελέσει Υπουργός Προστασίας του Πολίτη (1999-2003, 2009-2010, 2012, 2019-2021), Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (2010-2011), Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (2011-2012), Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (2013-2015), Υφυπουργός σε διάφορα Υπουργεία και βουλευτής του Ελληνικού Κοινοβουλίου (1989-2015), Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, καθώς και Νομάρχης Καρδίτσας.
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης γεννήθηκε το 1955 στο Νησί, ένα πεδινό χωριό του Δήμου Αλεξάνδρειας στο Νομό Ημαθίας.
Ο πατέρας του Βασίλης είναι αγρότης και κατάγεται από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, ενώ η μητέρα του κατάγεται από την Μπάφρα του Πόντου[2]. Έχει κάνει τέσσερεις γάμους (Ελένη Πέτκου, Καμέλια Γκαβαρδίνα, Αγγελική Χονδροματίδου και Μαρία Ματσούκα) και έχει αποκτήσει πέντε παιδιά, δύο κορίτσια και τρία αγόρια.
Σπούδασε Νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εργάστηκε ως δικηγόρος στη Βέροια και τα Γιαννιτσά.
Το 1982 εξελέγη Γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής ΠΑΣΟΚ Ημαθίας. Η κομματική οργάνωση της Ημαθίας ήταν από τις μαζικότερες και πιο πετυχημένες του ΠΑΣΟΚ στη Βόρεια Ελλάδα. [εκκρεμεί παραπομπή]
Την περίοδο 1987-1989 διετέλεσε Νομάρχης Καρδίτσας και στη συνέχεια εξελέγη βουλευτής Ημαθίας (1989). Από εκείνη τη στιγμή μέχρι το 2007 συμμετείχε και εκλεγόταν πρώτος βουλευτής του Ν. Ημαθίας σε έξι συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις. Το 2007 και το 2009 εξελέγη βουλευτής Β’ Αθήνας.
Έχει διατελέσει υφυπουργός Εμπορίου στην κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου το διάστημα 1994-1996 με υπουργό τον Κώστα Σημίτη, υφυπουργός Ανάπτυξης (1996-1999) και υπουργός Δημόσιας Τάξης (1999-2003) στις κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Σημίτη. Ήταν μέλος του προεδρείου του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος το 1994-1996. Το 2009 τοποθετήθηκε υπουργός Προστασίας του Πολίτη, όπως μετονομάστηκε το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, στην Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου 2009, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2010 ανέλαβε υπουργός Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας. Από τις 7 Μαρτίου ως τις 17 Μαΐου 2012 διατέλεσε υπουργός Προστασίας του Πολίτη.
Ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έχει συνδέσει το όνομά του με τρεις περιπτώσεις που αφορούσαν τρομοκρατικές οργανώσεις, καθώς επί υπουργίας του στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης (2002), μετέπειτα Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (2010), εξαρθρώθηκαν τρεις από τις μεγαλύτερες τρομοκρατικές οργανώσεις που έδρασαν στην Ελλάδα, η 17 Νοέμβρη, ο ΕΛΑ και ο Επαναστατικός Αγώνας.
Την 8η Ιουλίου 2019, μετά την ανακοίνωση του ως εξωκοινοβουλευτικού υπουργού Προστασίας του Πολίτη στην Κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη, το ΚΙΝΑΛ ανακοίνωσε τη διαγραφή του, μαζί με αυτήν της Λίνας Μενδώνη, η οποία επίσης ανέλαβε υπουργικό χαρτοφυλάκιο (υπουργός Πολιτισμού) στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Στις 31 Αυγούστου 2021 αντικαταστάθηκε από τον Παναγιώτη Θεοδωρικάκο ως Υπουργός Προστασίας του Πολίτη.
Στις 15 Οκτωβρίου 2021, ανακοινώθηκε ότι αναλαμβάνει θέση Ειδικού Συμβούλου, επικεφαλής του προγράμματος Εσωτερικής Ασφάλειας του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Στις 3 Μαρτίου 2022 μετά απο συνάντησή του με τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη, ανακοινώθηκε η προσχώρησή του στο κόμμα.
Στις 24 Ιουνίου 2010 σώθηκε από βομβιστική επίθεση με ταχυδρομικό δέμα παγιδευμένο με εκρηκτικό μηχανισμό.
Η βόμβα ήταν τοποθετημένη σε ταχυδρομικό δέμα, το οποίο στάλθηκε μέσω των Ελληνικών Ταχυδρομείων με αποδέκτη τον Χρυσοχοΐδη[10] και σκότωσε τον υπασπιστή του υπουργού, Γιώργο Βασιλάκη, όταν αυτός επιχείρησε να ανοίξει το παγιδευμένο με βόμβα δέμα στον υπουργικό όροφο του μεγάρου της Λ. Κατεχάκη. Ο υπουργός την ώρα της έκρηξης βρισκόταν 10-15 μέτρα μακριά, σε διπλανό γραφείο.
Στον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη είχε ασκηθεί κριτική από κόμματα της αντιπολίτευσης για την παραδοχή του ότι ψήφισε τη δανειακή σύμβαση της Ελλάδας του 2010 χωρίς να την έχει διαβάσει. Τότε ήταν υπουργός Προστασίας του Πολίτη στην κυβέρνηση Παπανδρέου.
Έχει επικριθεί ακόμη για νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή το 2020, ως υπουργός Προστασίας του Πολίτη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, η Διεθνής Αμνηστία, συνδικάτα εργαζομένων και άλλοι φορείς απέρριψαν το νομοσχέδιο. Το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας, του Κινήματος Αλλαγής και της Ελληνικής Λύσης.

 

1964 – Μάρκο Βαν Μπάστεν (Marcel “Marco” van Basten, γεννήθηκε 31 Οκτωβρίου 1964) είναι Ολλανδός πρώην διεθνής ποδοσφαιριστής και προπονητής. Σταμάτησε πρόωρα την ποδοσφαιρική του καριέρα (29 ετών) εξαιτίας τραυματισμού, αλλά πρόλαβε να καθιερωθεί ως ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών. Ψηφίστηκε 12ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα σε ψηφοφορία της Διεθνούς Υπηρεσίας Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου (IFFHS).[4] Επίσης κατετάγη 8ος σε αντίστοιχη ψηφοφορία του γαλλικού περιοδικού France Football, ανάμεσα στους νικητές της Χρυσής Μπάλας.
Αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός και κέρδισε όλους τους τίτλους που διεκδίκησε με τον Άγιαξ, τη Μίλαν και την Εθνική Ολλανδίας. Έχει ανακηρυχθεί καλύτερος Ευρωπαίος παίκτης της χρονιάς τρεις φορές (1988, 1989 και 1992) και μία φορά καλύτερος παίκτης της χρονιάς παγκόσμια (1992).

 

Θάνατοι

 

1860 – Τόμας Κόχραν. Γεννήθηκε στο Annsfield της Μεγάλης Βρετανίας, κοντά στο Χάμιλτον, South Lanarkshire, της Σκωτίας το 1775 και απεβίωσε σε ηλικία 85 ετών το 1860. Ήταν 1ος Μαρκήσιος του Maranhão, Σκωτσέζος ναύτης, αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού και ριζοσπάστης πολιτικός. Καθώς ήταν στρατιωτικός και ναύαρχος, τέθηκε επικεφαλής των ναυτικών δυνάμεων της Ελλάδας κατά την Επανάσταση του 1821.
Ήταν ένας τολμηρός και επιτυχημένος καπετάνιος στους Ναπολεόντειους Πολέμους, οδηγώντας τους Γάλλους με το παρατσούκλι του Le Loup des Mers («Το Sea Wolf»). Απολύθηκε από το Βασιλικό Ναυτικό το 1814, μετά από την καταδίκη για απάτη στο χρηματιστήριο. Οργάνωσε και οδήγησε τις επαναστάσεις του πολεμικού ναυτικού της Χιλής, της Βραζιλίας και της Ελλάδας κατά τη διάρκεια των αντίστοιχων πολέμων της ανεξαρτησίας τους. Στο τέλος του πολέμου της Χιλής, ο Κόχραν συνέβαλε στην περουβιανή ανεξαρτησία. Το 1832, του δόθηκε ξανά η θέση, όπου ο Βασιλιάς τον επανέφερε στο Βασιλικό Ναυτικό με το βαθμό του μπλε υποναυάρχου. Πέθανε το 1860 με το βαθμό του ναυάρχου του Κόκκινου, και τον τιμητικό τίτλο του υποναυάρχου του Ηνωμένου Βασιλείου. Η ζωή του και τα κατορθώματά του ενέπνευσαν τη ναυτική φαντασία μυθιστοριογράφων του 19ου και του 20ου αιώνα. Ο Κόχραν πέρασε τα νιάτα του στην Culross Fife, όπου η οικογένειά του είχε ένα κτήμα. Μέσα από την επιρροή του θείου του, Αλέξανδρου Κόχραν, ο ίδιος είχε εγγραφεί ως μέλος του πληρώματος στα βιβλία των τεσσάρων πλοίων του Βασιλικού Ναυτικού, η εγγραφή του σε αυτά άρχισε από όταν ήταν πέντε χρόνων. Αυτή η γνωστή και παράνομη τακτική, ήταν ένα μέσο για την αύξηση των ετών υπηρεσίας που απαιτείται για την προώθηση ένταξης στο Πολεμικό Ναυτικό. Ο πατέρας του, τον εξασφάλισε σε μια επιτροπή στο βρετανικό στρατό σε νεαρή ηλικία, αλλά ο Κόχραν προτίμησε το Πολεμικό Ναυτικό. Το 1793 κατατάχτηκε στο βρετανικό ναυτικό, αναδείχτηκε κυβερνήτης καταδρομικών πλοίων και έδρασε με επιτυχία στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Το 1806 εκλέχτηκε αντιπρόσωπος στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά λόγω της ανάμειξής του σε χρηματιστηριακή απάτη διαγράφτηκε από το ναυτικό και έχασε τη βουλευτική του ιδιότητα. Το 1807 εκλέχτηκε μέλος της Βουλής των Κοινοτήτων, ως ριζοσπάστης. Το 1818 ανέλαβε την αρχηγία του χιλιανού στόλου στους αγώνες του εναντίον των Ισπανών αποικιοκρατών. Το 1820 πέρασε στην υπηρεσία του Περού και το 1823 τέθηκε επικεφαλής του στόλου στη Βραζιλία. Η συμβολή του στους απελευθερωτικούς αγώνες των χωρών αυτών εδραίωσε τη φήμη του ως ικανού ναυάρχου. Το 1823 αναδιοργάνωσε το βραζιλιάνικο στόλο και πέτυχε το συμβιβασμό μεταξύ Βραζιλίας – Πορτογαλίας. Το 1825 υπέγραψε συμφωνητικό με την ελληνική επιτροπή που τότε διαπραγματευόταν στο Λονδίνο τη σύναψη δανείου για να αναλάβει την αρχηγία του ελληνικού στόλου

 

1984 – Ίντιρα Γκάντι. Ήταν μέλος της πολιτικά ισχυρής δυναστείας Νεχρού και μεγάλωσε σε εξαιρετικά πολιτικοποιημένη ατμόσφαιρα. Το επίθετο Γκάντι είναι το συζύγου της που ήταν ανιψιός του Μαχάτμα Γκάντι. Ο παππούς της, Μοτιλαλ Νεχρού, ήταν εξέχων Ινδός εθνικόφρων ηγέτης. Ο πατέρας της, Τζαβαχαρλάλ Νεχρού, ήταν καθοριστική φυσιογνωμία για το κίνημα ανεξαρτησίας της Ινδίας και ο πρώτος πρωθυπουργός της αυτόνομης Ινδίας. Η Ίντιρα Γκάντι γνώρισε από κοντά τον αγώνα της ανεξαρτησίας και τους ηγέτες του, αναμίχθηκε στην πολιτική όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια, προσχώρησε στα 21 της στο Κόμμα του Κογκρέσου. Επιστρέφοντας από την Οξφόρδη το 1941, προσχώρησε στο κίνημα ανεξαρτησίας της Ινδίας. Φυλακίστηκε από τους Άγγλους για 13 μήνες.
Τη δεκαετία του 1950, ήταν η σκιά του πατέρα της, υπηρετώντας τον ανεπίσημα ως ιδιαιτέρα γραμματέας του κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρώτου πρωθυπουργού της Ινδίας. Μετά το θάνατο του πατέρα της το 1964, διορίστηκε από τον πρόεδρο της Ινδίας ως μέλος του Ράτζα Σάμπα, ανώτερου νομοθετικού συμβουλίου της Ινδικής Βουλής, και έγινε μέλος της κυβερνητικής ομάδας του πρωθυπουργού Λαλ Μπαλαντούρ Σάστρι ως υπουργός πληροφοριών και Τύπου.
Στις 19 Ιανουαρίου του 1966, η 48χρονη τότε Ίντιρα Γκάντι κέρδισε εύκολα τη μάχη για τη διαδοχή του Λαλ Μπαλαντούρ Σάστρι, ο οποίος πέθανε από καρδιακή προσβολή στην Τασκένδη, στις 11 Ιανουαρίου, λίγο μετά την υπογραφή της ινδοπακιστανικής διακήρυξης. “Θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία του κόμματος και του έθνους. Τα προβλήματα είναι τεράστια, η μεγάλη αυτή χώρα κρύβει, όμως, ανεξάντλητες δυνάμεις. Έχω εμπιστοσύνη στον ινδικό λαό, που έμεινε ενωμένος παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις”, είπε η Ίντιρα Γκάντι μετά την ορκωμοσία της. Η νέα πρωθυπουργός, που ως “κεντρώα” κλήθηκε να συγκεράσει τις διαφορετικές τάσεις ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερή πτέρυγα του Κόμματος του Κογκρέσου, ανέλαβε καθήκοντα σε περίοδο οξύτατης κρίσης. Η ξηρασία της προηγούμενης χρονιάς είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική έλλειψη σιτηρών. Με το λιμό προ των πυλών η Ίντιρα Γκάντι άρχισε τον Μάρτιο του 1966 περιοδεία στο εξωτερικό, οργώνοντας Ανατολή και Δύση, συναντώντας τους ηγέτες όλων των μεγάλων δυνάμεων.
Καθ’ οδόν προς την Ουάσινγκτον έκανε μία στάση στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τον στρατηγό Σαρλ ντε Γκωλ στις 25 Μαρτίου. Στην αμερικανική πρωτεύουσα είχε επαφές με οικονομικούς κύκλους και απέσπασε την υπόσχεση του Αμερικανού προέδρου για αύξηση των εξαγωγών αμερικανικών σιτηρών προς την Ινδία με ευνοϊκούς όρους, καθώς και τη μεσολάβησή του για διεθνή βοήθεια. Η Ίντιρα Γκάντι συνέχισε το παιχνίδι ισορροπιών του πατέρα της ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση.
Στις 8 Ιουλίου του 1966 συναντήθηκε με τον πρόεδρο Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ στο Κάιρο και στις 12 Ιουλίου έφτασε στη Μόσχα, όπου της επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή. Στην κοινή διακήρυξη υπογραμμίστηκε η σημασία που απέδιδαν οι δύο χώρες στην πολιτική των Αδεσμεύτων, ο επιζήμιος ρόλος των ξένων βάσεων, η προσήλωση των δύο χωρών στον αφοπλισμό και η υποστήριξή τους προς όλους όσοι μάχονταν κατά της αποικιοκρατίας και, πρωτίστως, οι άριστες οικονομικές τους σχέσεις. Τα πρώτα βήματα της νέας πρωθυπουργού ήταν μάλλον σταθερά, μολονότι οι προτάσεις της για διευθέτηση του βιετναμικού παρέμειναν κενό γράμμα.
Η Γκάντι σύντομα επέδειξε ικανότητα να κερδίζει τις εκλογές και να χειρίζεται επιτυχώς τους αντιπάλους της με τη βοήθεια του λαϊκισμού. Εισήγαγε πιο αριστερές οικονομικές πολιτικές και προώθησε την αγροτική παραγωγικότητα. Το 1969 προκλήθηκε κρίση στο εσωτερικό του Κόμματος του Κογκρέσου. Η κρίση, την οποία πυροδότησε η πριμοδότηση του Βαραχατζίρι Τζίρι από την Ίντιρα Γκάντι και τη συμμαχία της αριστερής πτέρυγας του Κόμματος του Κογκρέσου με κομμουνιστές και σοσιαλιστές στις προεδρικές εκλογές εις βάρος του κομματικού υποψηφίου Σαντζίβα Ρένι, οδήγησε το Νοέμβριο του 1969 στη διάσπαση. Στις 12 του μήνα ο πρόεδρος του κόμματος Νιτζαλινγκάπα διέγραψε την Ίντιρα Γκάντι, εκείνη όμως κατόρθωσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη της κοινοβουλευτικής ομάδας και της κεντρικής επιτροπής. Όταν στις 22 Νοεμβρίου ο Νιτζαλινγκάλπα καθαιρέθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα, η αποτελούμενη από 96 αντιφρονούντες βουλευτές ομάδα της αντιπολίτευσης του Κογκρέσου αποχώρησε και ίδρυσε δικό της κόμμα.
Μετά από μια αποφασιστική νίκη στον πόλεμο με το Πακιστάν το 1971 ακολούθησε περίοδος αστάθειας που οδήγησε την Ίντιρα Γκάντι να κηρύξει κατάσταση επείγουσας ανάγκης το 1975. Εξαιτίας των υπερβάσεων εξουσίας της περιόδου εκείνης παρέμεινε τρία χρόνια στην αντιπολίτευση. Η Ιντίρα Γκάντι επέστρεψε στην εξουσία το 1980 και η αυξανόμενη εμπλοκή της στην κλιμακούμενη διαμάχη με αυτονομιστές του Παντζάμπ οδήγησε τελικά στη δολοφονία της από σωματοφύλακές της το 1984.

 

2002 – Μιχαήλ Στασινόπουλος. Γεννήθηκε στη Μεσσήνη στις 27 Ιουλίου 1903. Αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1924. Το 1929 έγινε εισηγητής στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Το 1934 αναγορεύτηκε διδάκτορας της Νομικής Σχολής Αθηνών, ενώ το 1943 έγινε σύμβουλος Επικρατείας. Από το 1951 έως και το 1958 διετέλεσε υφηγητής και τακτικός καθηγητής Διοικητικού Δικαίου στην Πάντειο Σχολή, της οποίας μεταξύ 1951 και 1957 διετέλεσε πρύτανης. Το 1959 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας των πανεπιστημίων του Μπορντό και του Παρισιού. Το 1968 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην τάξη των ηθικών και πολιτικών επιστημών. Υπήρξε μέλος της Ομάδας των Δώδεκα, καθώς και εκδότης του επιστημονικού περιοδικού Επιθεώρησις Δημοσίου Δικαίου και Διοικητικού Δικαίου.[5] Το 1978 εξελέγη πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1993 εξελέγη πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Το 1947 τοποθετήθηκε πολιτικός σύμβουλος της Στρατιωτικής Διοικήσεως Δωδεκανήσου στο μεταβατικό στάδιο που μεσολάβησε έως την ενσωμάτωση των νησιών στην Ελλάδα. Το διάστημα 1948-1951 υπήρξε πρόεδρος της επιτροπής που συνέταξε τον υπαλληλικό κώδικα. Από το 1966 έως το 1969[9] ήταν πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, όμως απομακρύνθηκε το 1969 όταν εξέδωσε απορριπτική απόφαση για τη νομιμότητα του δικτατορικού καθεστώτος. Το 1975 αποκαταστάθηκε στο δικαστικό σώμα ως επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. και το διάστημα 1976-1978 υπήρξε δικαστής ad hoc στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Επίσης το 1969 και το 1970 προτάθηκε από τον πρόεδρο του γαλλικού συμβουλίου της επικρατείας Ρενέ Κασέν για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης ως επικεφαλής των Ελλήνων δικαστών για τον τρόπο που είχαν αντιμετωπίσει τη χούντα. Τα τελευταία χρόνια διέθεσε περιουσιακά του στοιχεία και συνέστησε το Ίδρυμα Διοικητικού Δικαίου Μ. Στασινοπούλου με έδρα το Ψυχικό, με σκοπό τη χορήγηση υποτροφιών στο Δημόσιο Δίκαιο.
Το 1952 ανέλαβε για πρώτη φορά κυβερνητικό αξίωμα, ως υπουργός Προεδρίας στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Δημητρίου Κιουσόπουλου. Διετέλεσε επίσης υπηρεσιακός υπουργός προεδρίας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου το 1958. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος του Ιδρύματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας από το 1951 έως το 1953 και της Λυρικής Σκηνής από το 1953 έως το 1954. Το 1974, στις πρώτες μεταδικτατορικές ή μεταπολιτευτικές εκλογές του Νοεμβρίου, εξελέγη πρώτος βουλευτής Επικρατείας, με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας. Παραιτήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου, δέκα μέρες μετά το Δημοψήφισμα του 1974 με το οποίο καταργήθηκε η βασιλεία, όταν η νέα Βουλή τον εξέλεξε προσωρινό Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας με 206 ψήφους. Η προεδρική του θητεία διήρκεσε έως τις 20 Ιουνίου 1975, οπότε το αξίωμα ανέλαβε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος διαμορφώνοντας το νέο πολίτευμα. Η προεδρική θητεία του Στασινόπουλου χαρακτηρίζεται από τη διακριτική του παρουσία στην πολιτική σκηνή, την ταύτισή του με την κυβερνητική πολιτική, αφού δεν χρειάστηκε να λάβει καμία απόφαση καίριας σημασίας, ενώ οι όποιες δημόσιες παρεμβάσεις του ήταν κυβερνητικής έμπνευσης. Προχώρησε στην εκκαθάριση της Προεδρίας της Δημοκρατίας από τα πρόσωπα εκείνα που είχαν εκτεθεί υπερβολικά λόγω των φιλοδικτατορικών επιλογών τους.
Το 1920, εμφανίστηκε στη λογοτεχνική σκηνή με ποιήματα και μεταφράσεις Γάλλων ποιητών στο περιοδικό «Μούσα» χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά το όνομα του, μιας και νωρίτερα δημοσίευε ποιήματα με το ψευδώνυμο Μεσσηνιακή Ακτή στο περιοδικό «Η Διάπλασις των Παίδων».
Απεβίωσε στην Αθήνα στις 31 Οκτωβρίου 2002.

 

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia

AgrinioStories