Προυσός: ένα χωριό φυτεμένο στη ράχη των βουνών

Προυσός: ένα πλούσιο και σπάνιο
φυσικό και ιστορικό περιβάλλον,
με σημαντικό πολιτισμικό πλούτο
που διατηρεί ακόμα την παραδοσιακή του αρχιτεκτονική

Φωτογραφίες: Γιάννης Γιαννακόπουλος
Κείμενο: Λευτέρης Τηλιγάδας

 

Οι περισσότεροι γνωρίζουμε τον Προυσό από το μοναστήρι, και το δίχως άλλο η ύπαρξή του αποτελεί ένα σημαντικό θρησκευτικό τοπόσημο, που φέρνει στην περιοχή επισκέπτες όλο το χρόνο. Ο Προυσός όμως δεν είναι μόνο το μοναστήρι. Είναι ένα πλούσιο και σπάνιο φυσικό και ιστορικό περιβάλλον, με σημαντικό πολιτισμικό πλούτο που διατηρεί ακόμα την παραδοσιακή του αρχιτεκτονική. Βρίσκεται στον νοτιοδυτικό τμήμα της Ευρυτανίας ανάμεσα στο βουνό Παναιτωλικό και τους ποταμούς Κρικελοπόταμο και Τρικεριώτη και η περιοχή που ξεκινά βορειοανατολικά του χωριού με το φαράγγι του Προυσού έχει χαρακτηριστεί ως βιότοπος CORINE. Πρόκειται για φαράγγι μεσαίου υψόμετρου, στο μέσο της ορεινής περιοχής, το οποίο θεωρείται ένας από τους λίγους προστατευόμενους γκρεμούς στην περιοχή, σημαντικός για τα αρπακτικά που φωλιάζουν εκεί και τη χλωρίδα του. Σε αυτό διαβιούν ο Αγριόγατος του Μωριά (Felis silvestris morea) και ο Χρυσαετός (Aquila chrysaetos chrysaetos).

 

 

 

 

 

 

Το μοναστήρι του Προυσού ιδρύθηκε το 829 – 842 μ.Χ.. Βρίσκεται χτισμένο σε μία απότομη πλαγιά του φαραγγιού και στο πέρασμα των χρόνων δέχτηκε πολλές επιθέσεις και καταστροφές με τελευταία την καταστροφή του 1944 από τους Γερμανούς. Η εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται στο καθολικό του, θεωρείται θαυματουργή και συγκεντρώνει πλήθος πιστών για προσκύνημα. Τα αστέρια που βρίσκονται πάνω στην εικόνα, λέγεται ότι, τα αφιέρωσε στην Παναγία ο Καραϊσκάκης, όταν βρέθηκε στο μοναστήρι. Σημαντικό είναι το ενδιαφέρον που εμφανίζει και το μουσείο που λειτουργεί στο μοναστήρι στις προθήκες του οποίου βρίκσονται πάρα πολλά εκθέματα, ανάμεσα στα οποία βρίσκονται χειρόγραφοι κώδικες, τοπογραφημένα βιβλία, τα άρματα του Καραϊσκάκη, καθώς και πολλά παλιά άμφια.

 

 

Ακριβώς απέναντι από το μοναστήρι πάνω σε ένα έξαρμα της απότομης πλαγιάς βρίσκεται χτισμένο το ρολόι της μονής. Το σημείο στο οποίο βρίσκεται το καθιστά ακόμα πιο επιβλητικό, αφού βρίσκεται χτισμένο στην κορυφή ενός πανέμορφου πετρόκτιστου πύργου.

 

 

Εντυπωσιακοί είναι και οι δύο πύργοι, ο ανατολικός και ο δυτικός, τα οποία είναι οχυρωματικά έργα του 17ου αιώνα και χτίστηκαν για την προστασία της μονής, η οποία κατά τους τελευταίους χρόνους της τουρκοκρατίας διετέλεσε κέντρο Γραμμάτων και καταφύγιο πολλών αγωνιστών. Συνδέθηκαν περισσότερο βέβαια με τον Καραϊσκάκη, γιατί σ’ αυτούς τους πύργους ανάρρωσε από την ασθένεια του.

 

 

 

 

Ο Προυσός υπήρξε γενέτειρα του Γιώργου Κονδύλη, ο οποίος σε ηλικία 17 ετών κατατάχθηκε εθελοντής στο στρατό (πυροβολικό) και συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση του 1896. Το 1900 ήταν υποψήφιος για τη Σχολή Υπαξιωματικών, όμως τον απέρριψαν λόγω του ατίθασου χαρακτήρα του. Αργότερα, έχοντας το βαθμό του λοχία στο στράτευμα, υπήρξε οπλαρχηγός με δική του αντάρτικη ομάδα στο Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908) στην περιοχή Καστοριάς και Μοριχόβου. Το 1909, επιλοχίας πλέον, συμμετείχε στο Κίνημα στο Γουδί. Το 1910 στάλθηκε σε ειδική αποστολή ως δάσκαλος στο χωριό Οργάς της Ανατολικής Θράκης, οπότε και προήχθη σε ανθυπολοχαγό. Κατόπιν, ως υπολοχαγός στους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913), υπηρέτησε στο 5ο Σύνταγμα. Επειδή διακρίθηκε στους πολέμους αυτούς προήχθη σε λοχαγό. Το 1915 λόγω των σημαντικών ικανοτήτων του αλλά και της φιλοβενιζελικής του τότε στάσης τοποθετήθηκε αξιωματικός του Επιτελείου της 6ης Μεραρχίας, παρότι δεν προερχόταν από τη Σχολή Ευελπίδων.

Αμέσως μετά την αποστράτευσή του το Νοέμβριο του 1923, ασχολήθηκε με την πολιτική και εκλέχτηκε βουλευτής Ροδόπης στη Δ΄ Εθνοσυνέλευση. Μέχρι το 1936 που απεβίωσε διατέλεσε δύο φορές Πρωθυπουργός και αντιβασιλιάς, προετοιμάζοντας την επιστροφή του Γεωργίου Β΄ στην Ελλάδα.

 

 

Από τον Προυσό κατάγεται επίσης και ο δάσκαλος Αναστάσιος Καπέρδας, οποίος αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα της επίδρασης του νεοελληνικού διαφωτισμού. Πρόκειται για μία ξεχωριστή περίπτωση ευεργέτη, καθώς δεν ανήκει στον επιχειρηματικό κόσμο αλλά στον εκπαιδευτικό. Ο Καπέρδας μετονομάστηκε σε Αγαθίδης από τους δασκάλους του λόγω της αγαθής του φύσης. Έζησε για 40 χρόνια στο Λονδίνο όπου δίδαξε το Χαριλάου Τρικούπη, την αδερφή του Σοφία Τρικούπη αλλά και άλλα μέλη της Ελληνικής κοινότητας της βρετανικής πρωτεύουσας. Αν και προτίμησε να ταφεί στην βρετανική πρωτεύουσα κληροδότησε στο χωριό του ένα μεγάλο χρηματικό ποσό σε χρυσές λίρες Αγγλίας, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την ανέγερση και τη φροντίδα του Αγαθίδειου Σχολείου του Προυσού, καθώς και όλα του τα βιβλία τα οποία έφτασαν στον Προυσό με καραβάνια από τη Βουλγαρία.

Σήμερα, από τους 1.000 τόμους αυτής της πολιτιστικής κληρονομιάς, που για πολλές δεκαετίες αποτέλεσε μια πλούσια πηγή γνώσης για τον Προυσό και τις γύρω περιοχές, σώζονται μόνο 300.

 

 

 

 

Ο Χριστόφορος Κατσάμπας γεννήθηκε το 1893, όχι στον Προυσό αλλά στη Νερομάνα Αιτωλοακαρνανίας. Φοίτησε όμως στο «Αγαθίδειο» σχολείο του Προυσού κι όταν μετά από χρόνια πέρασε και το είδε ερειπωμένο και εγκαταλειμμένο αποφάσισε να χτίσει το Κατσάμπειο Γυμνάσιο και το Κατσάμπειο Οικοτροφείο για δωρεάν διαμονή και διατροφή των παιδιών της Ευρυτανίας και της ορεινής Τριχωνίδας.

Το σχολείο και το οικοτροφείο έκλεισαν λόγω έλλειψης μαθητών γύρω στο 1998. Τα κτίρια παραχωρήθηκαν, στη ΔΕΗ για να αξιοποιηθούν καταλλήλως. Αλλά η αξιοποίησή τους ήταν το ρήμαγμα… Έμεινε μόνο η προτομή στην κεντρική πλατεία.

 

 

Μία εξαιρετική περίπτωση ανθρώπου, που συνέδεσε τη ζωή του με τον Προυσό, είναι ο καθηγητής του πανεπιστημίου της Μπολόνια, πρέσβης της Ελλάδας στην Ιταλία και φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου, Χρήστος Στρεμμένος, ο οποίος σε ένα πραγµατικά µαγευτικό περιβάλλον ίδρυσε το 1992 στις όχθες του ποταµού Προυσιώτη, μια µικρή µονάδα παραγωγής Χειροποίητου Αλλαντικού που «παντρεύει» την εξαιρετική πρώτη ύλη (φρέσκο χοιρινό κρέας) µε την φυσική ωρίµανση, τηρώντας εµµονικά την δέσµευσή της στην εξαιρετική ποιότητα.

 

 

Ένα από τα ωραιότερα μέρη του νομού
το φαράγγι της Μαύρης Σπηλιάς,
συγκαταλέγεται ανάμεσα
στα πιο όμορφα και εντυπωσιακά φαράγγια της χώρας.

 

 

Το φαράγγι συναντάται σε απόσταση μόλις δύο χιλιομέτρων από το χωριό και προσεγγίζεται μέσω σηματοδοτημένου μονοπατιού, ενώ οφείλει την ονομασία του στην ομώνυμη Μαύρη Σπηλιά που βρίσκεται σε αυτό, η οποία αποτέλεσε καταφύγιο για τους κατοίκους της περιοχής, τόσο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όσο και επί γερμανικής κατοχής.

Αφετηρία της διαδρομής αποτελεί μια γραφική πέτρινη βρύση στη γέφυρα Προυσού- Τόρνου και συνεχίζει σε ένα υπέροχο και σηματοδοτημένο, αρκετά βατό και ανηφορικό σε κάποια σημεία, μονοπάτι μέσα σε δάσος από έλατα, τα οποία όσο η διαδρομή πλησιάζει τα νερά του φαραγγιού δίνουν τη σκυτάλη σε πλατάνια και ιτιές.

Το τοπίο ολόγυρα, μέχρι τη Μαύρη Σπηλιά, με τα γραφικά ξύλινα γεφυράκια και τους καταρράκτες που σχηματίζουν μικρές λιμνούλες για δροσιστικά έως και κρύα μακροβούτια, μαγνητίζει σίγουρα τα βλέμματα.

Η επιβλητική Μαύρη Σπηλιά και τα ερείπια του λίθινου καταφυγίου στο τέλος της διαδρομής κλέβουν την παράσταση, επιβεβαιώνοντας και με το παραπάνω την φήμη της. Για τους πιο τολμηρούς και τους λάτρεις της αδρεναλίνης, από την σπηλιά ξεκινάει και μια συναρπαστική via ferrata διαδρομή, μονοπάτι δηλαδή που αποτελείται από σιδερένια πακτωμένα σκαλιά και συρματόσχοινα στο τοίχωμα του βράχου του φαραγγιού.

 

 


AgrinioStories