Για μπάνιο στα Ρεμπάκια

Για μπάνιο στα Ρεμπάκια
μ’ ένα Ζούνταπ του ’70

  • του Λευτέρη Τηλιγάδα

Δεν ξέρω, αν όντως συνέβη ή είναι μυθολογία. Μύθος ή πραγματικότητα όμως, εκείνο που έχει σημασία είναι το πόσο γειωμένη στην καλοκαιρινή καθημερινότητα της πόλης είναι αυτή η ιστορία, που και να μην είναι αλήθεια, όποιος Αγρινιώτης τη διηγείται, ξέρει τι λέει.

Αύγουστος μεσημέρι, κάπου εκεί προς το τέλος της δεκαετίας του ‘70, και μια παρέα νεαρών απόφοιτων του Γυμνασίου, την ώρα που η αντηλιά της κεντρικής πλατείας αντανακλά τόση θερμοκρασία που είναι θέμα χρόνου να ψήσει ακόμα και τον ήλιο, απολαμβάνει την καθημερινή της συνήθεια: φραπόγαλο και χαζοκουβέντα μπροστά στην καφετέρια του Ματραλή, κάτω από το χαλαρό και ζεστό ίσκιο της πολυκατοικίας στην οποία βρίσκεται το μαγαζί-προορισμός για πολλά χρόνια της πόλης.

Το μάζεμα και το αρμάθιασμα του καπνού έχει τελειώσει και οι αρμάθες με αυτό το προϊόν της αγρινιώτικης γης, που ήταν ευλογία και κατάρα ταυτόχρονα, κρέμονται στις λιάστρες της περιοχής. Αρκετές απ’ αυτές βρίσκονται  σε απόσταση αναπνοής από την κεντρική πλατεία και είναι οι μόνες που φαίνεται να θεωρούν αυτή την ώρα συνεργάτη τους τον καυτό ήλιο του Αυγούστου, αφού με την ύπαρξή του καταφέρνουν να μετατρέψουν τα καταπράσινα φύλλα τους σε πολύτιμο χρυσάφι.

Και κει που όλα πήζουν μέσα σε μια βαριά και γεμάτη υγρασία «ζέστα» – ειρήσθω εν παρόδω, δεν είναι που το λέμε μόνο, ισχύει κιόλας: σε όλη την Ελλάδα το καλοκαίρι κάνει ζέστη, στο Αγρίνιο «βάνει ζέστα» – με τη μεσημεριάτικη κουβεντούλα τους οι νεαροί βρίσκονται κάπου αλλού… Εκεί που τα νερά είναι κρύα και βαθυγάλαζα, εκεί που τα σπίτια δεν καίγονται στο φως, αλλά λούζονται απ’ αυτό, εκεί που τα κορίτσια ξαπλώνουν πρόθυμα, δίπλα στο διεγερτικό σιγοψιθύρισμα του φλοίσβου, εκεί που οι ποιητές του κόσμου όλου δεν γράφουν ποιήματα, αλλά κάνουν βουτιές στο γαλάζιο,  μια χαζοκουβέντα τόσο δροσερή και ευχάριστη, έσκασε σαν μπουγέλο στα μούτρα μας την αγανάκτηση του διπλανού μου:  «Γαμώ τη τύχη μου, μέσα. Εμείς οι Αγρινιώτες είμαστε τόσο καντέμηδες, που ακόμα κι αν είχε το Αγρίνιο θάλασσα, εμείς θα ήμασταν απ’  ν’  Άρτα»!

Κι όμως το Αγρίνιο είχε θάλασσα. Βέβαια όπως μάθαμε μεγαλώνοντας, θάλασσα δεν την λες… Λιμνοθάλασσα ήταν: η Σταμνά και τα Ρεμπάκια.

Στην παραλία της Σταμνάς πηγαίναμε (για όσους το προλάβανε) με το τρένο και στα Ρεμπάκια με εκείνο το εκατοπενηντάρι «Ζούνταπ», το οποίο ήταν το μοναδικό τροχοφόρο που διέθετε για όλες τις μετακινήσεις και τις μεταφορές της η οικογένεια. Εκείνο το Ζούνταπ δεν ήταν μηχανάκι… Πολυεργαλείο ήταν.

Θυμάμαι τις Κυριακές του καλοκαιριού, όταν τα πράγματα «πήγαιναν δεξιά» και ο καπνός στο χωράφι δεν κινδύνευε να «αρπάξει», που ο πατέρας έβαζε στον κοτσαδόρο, τον οποίο είχε αυτοσχέδια κολλήσει στο τελείωμα τις σχάρας, μια πλατφόρμα με ρόδες, κάτι σαν τρέιλερ της φτώχειας, δηλαδή, κι ύστερα το γέμιζε με όλα όσα ήταν απαραίτητα για τη θάλασσα: σαμπρέλες, καρεκλάκια, ομπρέλες, τσάντες γεμάτες με λαδόκολλες και ταπεράκια φαγητού, καρπούζι, παγωμένο νερό… και το «κόβαμε», τετρακάβαλο ,για μπάνιο. Πίσω η μάνα μου καθισμένη με το γυναικείο τρόπο (με τα δύο πόδια κρεμασμένα δεξιά), στη μέση ο πατέρας, και στο ντεπόζιτο της βενζίνας (σ’ αυτό το μηχανάκι ήταν άλλες δύο θέσεις) εμείς: εγώ και ο αδερφός μου  και πηγαίναμε… στα Ρεμπάκια για μπάνιο.

Από τότε μέχρι σήμερα έχουν περάσει πολλά χρόνια. Αλλά όπου κι αν πήγα, τίποτα δεν μπόρεσε να αντικαταστήσει ή να με κάνει να μην θυμάμαι, με έντονα συναισθήματα τρυφερότητας, εκείνη την κυριακάτικη βόλτα στη θάλασσα. Στη δική μας θάλασσα. Στη λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού…

Καλό υπόλοιπο καλοκαιριού.

 


AgrinioStories

 

One thought on “Για μπάνιο στα Ρεμπάκια

  1. Δυνατές οι παιδικές αναμνήσεις!
    Και στη Ζάκυνθο να ξέρεις, “ζέστα βάνει” επίσης.

Comments are closed.