1 Μαρτίου 2024
Είναι η 61η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο
Υπολείπονται 305 ημέρες για τη λήξη του.
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:56 – Δύση ήλιου: 18:18
Διάρκεια ημέρας: 11 ώρες 23 λεπτά
🌖 Σελήνη 20 ημερώ
Χρόνια πολλά στους: Ευδοκία, Ευδοκούλα, Ευδοκίτσα, Ευδοκή,
Εύη, Παράσχο, Πάρη, Πάρι, Χαρίσιο, Χάρισο, Χαρίση και Χαρίσα
Γεγονότα
1862 – Ο κυβερνητικός στρατός καταστέλλει με αιματηρό τρόπο την εξέγερση που εκδηλώθηκε στο Ναύπλιο και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου κατά του Όθωνα. Η Ναυπλιακή Επανάσταση ή Ναυπλιακά ήταν στρατιωτικό κίνημα το οποίο έλαβε χώρα την 1η Φεβρουαρίου 1862 με στόχο την ανατροπή του βασιλιά Όθωνα. Ο Όθωνας είχε νωρίτερα διαλύσει την εκλεγμένη κυβέρνηση, ενώ παράλληλα είχε εξορίσει πολλούς αντιφρονούντες στο Ναύπλιο. Σε αυτές τις συνθήκες εκδηλώθηκε επανάσταση στο Ναύπλιο την 1η Φεβρουαρίου, με επικεφαλής τον Δημήτριο Γρίβα, τον Πέτρο Α. Μαυρομιχάλη και τον Δημήτριο Μπότσαρη, η οποία αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση και τον βασιλιά με οργάνωση στρατοπέδου στην Κόρινθο, υπό την αρχηγία του υποστράτηγου Χαν. Την 1η Μαρτίου οι κυβερνητικές δυνάμεις με οργανωμένη επίθεση κατάφεραν να καταλάβουν τις θέσεις των επαναστατών και τελικά στις 24 Μαρτίου έγινε συνθηκολόγηση με χορήγηση γενικής αμνηστίας από την οποία , όμως, εξαιρούνταν 19 άτομα, τα οποία έπειτα από αίτηση στην κυβέρνηση έφυγαν από την Ελλάδα με δύο ξένα πλοία. Δυναμικά αντιμετωπίστηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις και η επανάσταση που ξέσπασε την ίδια περίοδο στη Σύρο, όπου, επίσης, είχαν οξυνθεί τα αντιδυναστικά αισθήματα, καθώς και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Τελικά, στις 30 Απριλίου, ο βασιλιάς έδωσε γενική αμνηστία στους επαναστάτες με εξαίρεση τρεις. Ο αντιδυναστικός αγώνας όμως συνεχίστηκε και τελικά, στις 12 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, ο Όθωνας εξαναγκάστηκε σε έξωση.
1923 – Τίθεται σε ισχύ στην Ελλάδα το Γρηγοριανό Ημερολόγιο. Η 16η Φεβρουαρίου 1923 ονομάζεται 1η Μαρτίου. Το Γρηγοριανό ημερολόγιο είναι το ημερολόγιο που χρησιμοποιείται σήμερα στον Δυτικό Κόσμο και έχει επικρατήσει ευρύτερα παγκοσμίως. Είναι μία παραλλαγή του Ιουλιανού ημερολογίου, το οποίο βρισκόταν σε χρήση από τον 1ο αιώνα π.Χ., η οποία προτάθηκε από τον Ναπολιτάνο γιατρό Αλοΐσιους Λίλιους και θεσπίστηκε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄, από τον οποίο πήρε το όνομά του, στις 24 Φεβρουαρίου1582. (Σημείωση: Η παπική βούλα (διάταγμα) Inter gravissimas υπογράφηκε το 1581 για άγνωστους λόγους, αλλά τυπώθηκε την 1 Μαρτίου του 1582). Όμως, άλλα παπικά διατάγματα της εποχής εμπεριέχουν έτη που δεν συμφωνούν με τα έτη του Μαρτίου, άλλα παπικά έτη ή άλλους τύπους ετών. Επινοήθηκε γιατί σύμφωνα με το Ιουλιανό, η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν κατά μία μέρα κάθε 128 χρόνια, γεγονός μη επιθυμητό. Έτσι, αντικαταστάθηκε από το Γρηγοριανό, σύμφωνα με το οποίο η εαρινή ισημερία μετατοπίζεται μόλις μία ημέρα κάθε 3.300 χρόνια, και η αλλαγή στη μέση διάρκεια του ημερολογιακού έτους έγινε από 365,25 ημέρες (365 ημέρες και 6 ώρες) του Ιουλιανού, 365,2425 ημέρες (365 ημέρες 5 ώρες 49 λεπτά 12 δευτερόλεπτα), μια μείωση 10 λεπτών και 48 δευτερολέπτων ανά έτος.[1] Οι περισσότερες καθολικές χώρες υιοθέτησαν το ημερολόγιο κατά τον 16ο, 17ο και 18ο αιώνα, ενώ από τις μη καθολικές η Ελλάδα ήταν η τελευταία Ευρωπαϊκή χώρα που υιοθέτησε το νέο ημερολόγιο το 1923.
1938 – Ιδρύεται από τον κορεάτη επιχειρηματία Λι Μπιούνγκ-τσουλ η Samsung (τρία αστέρια στα κορεάτικα). Η Samsung (Κορεατικά: 삼성, προφέρεται Σάμσονγκ, αναγράφεται ως SΛMSUNG) είναι πολυεθνικός όμιλος επιχειρήσεων με έδρα κοντά στη Σεούλ της Νότιας Κορέας. Αποτελείται από πολυάριθμες θυγατρικές εταιρίες και είναι ο μεγαλύτερος όμιλος επιχειρήσεων, τζέμπολ (재벌, jaebeol), της Νότιας Κορέας. Απασχολεί 370.000 άτομα και πληρώνει φόρους ύψους περίπου 8% των εισοδημάτων της χώρας. Ο όμιλος καλύπτει εξαιρετικά ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων. Η γνωστότερη θυγατρική του ομίλου είναι η Samsung Electronics. Άλλη πολύ σημαντική θυγατρική του ομίλου είναι η Samsung Heavy Industries, η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη ναυπηγική βιομηχανία στον πλανήτη. Η έδρα του ομίλου βρίσκεται στην πόλη Σούουον, μόλις 48 χλμ από την πρωτεύουσα.
Γεννήσεις
1445 – Σάντρο Μποτιτσέλ, γνωστός περισσότερο ως Σάντρο Μποττιτσέλλι, (Sandro Botticelli) ήταν διακεκριμένος Ιταλός ζωγράφος της αναγέννησης. Αποτέλεσε έναν από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους καλλιτέχνες της εποχής του, του οποίου η φήμη άρχισε να εξανεμίζεται κατά τις αρχές του 16ου αιώνα, όταν οι φιλοσοφικές ιδέες που διαπερνούσαν τους πίνακές του άρχισαν να εκτοπίζονται. Το ενδιαφέρον για το έργο του αναθερμάνθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα, οπότε απέκτησε αυτή τη θέση και την αναγνώριση που κατέχει μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με τον Βαζάρι, ο Μποττιτσέλλι ανταποκρίθηκε στην έξαρση του θρησκευτικού συναισθήματος που σημειώθηκε στη Φλωρεντία στα τέλη του 1480 με υπαίτιο τον μοναχό Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα. Στην προτροπή του τελευταίου, προς τους πολίτες της Φλωρεντίας, να ρίξουν στην «πυρά της ματαιοδοξίας» (falò delle vanità) όλα τα πολύτιμα αντικείμενά τους, ανταποκρίθηκαν αρκετοί ζωγράφοι της εποχής, καταστρέφοντας μέρος των έργων τους, ωστόσο δεν είναι βέβαιο αν ο Μποττιτσέλλι ανήκε σε αυτούς. Η επίδραση του Σαβοναρόλα αποτυπώθηκε στο έργο του, ειδικότερα μέσα από την εμφανή μείωση των πινάκων με κοσμικά θέματα. Ο τελευταίος μη θρησκευτικός πίνακας που φιλοτέχνησε ήταν Η Συκοφαντία του Απελλή (περ. 1495), έργο που βασίστηκε σε ένα χαμένο έργο του ζωγράφου της αρχαιότητας Απελλή, γνωστό μόνο μέσα από τους Νεκρικούς Διαλόγους του Λουκιανού. Ένα από τα σημαντικότερα έργα του Μποτιτσέλι σε αυτή την περίοδο, ενδεικτικό της επιρροής του Σαβοναρόλα αλλά και της θρησκευτικής έξαρσης της εποχής, υπήρξε επίσης η Μυστική Γέννηση (1500), που αποτελεί μία εκδοχή του θέματος της προσκύνησης των ποιμένων και φιλοτεχνήθηκε μετά τον απαγχονισμό του Σαβοναρόλα. Είναι ο μοναδικός πίνακας που φέρει την υπογραφή του Μποττιτσέλλι καθώς και την ημερομηνία ολοκλήρωσής του, χάρη στην αρχαία ελληνική επιγραφή που φιλοτέχνησε ο ίδιος, η οποία έγραφε:
«Εγώ, ο Αλέξανδρος, ζωγράφισα το έργο αυτό, στο τέλος του έτους 1500, σε καιρούς ταραγμένους για την Ιταλία, στο μισό του χρόνου, κατά την εκπλήρωση της προφητείας του 11ου κεφαλαίου [της Αποκάλυψης] του Ιωάννη, στην εποχή της δεύτερης πληγής της Αποκάλυψης, όταν ο διάβολος αφήνεται ελεύθερος για τρεισήμισι χρόνια. Μετά θα αλυσοδεθεί σύμφωνα με το 12ο κεφάλαιο και θα τον δούμε να συντρίβεται, όπως σε αυτό τον πίνακα.»
1810 – Φρεντερίκ Σοπέν ήταν Πολωνός συνθέτης, ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του ρομαντισμού στη μουσική και από τους μεγαλύτερους πιανίστες της εποχής του. Αρκετές συνθέσεις του συγκαταλέγονται στα σημαντικότερα έργα του πιανιστικού ρεπερτορίου.
Το έργο του Σοπέν προορίζεται αποκλειστικά για πιάνο, με εξαίρεση μερικά έργα μουσικής κοντσερτάντε για πιάνο και ορχήστρα, ένα τρίο για πιάνο, βιολί και βιολοντσέλο, μερικά έργα για πιάνο και βιολοντσέλο και ορισμένα τραγούδια για φωνή και πιάνο. Αρκετά από τα έργα του είναι πολύ απαιτητικά δεξιοτεχνικά, όπως οι Μπαλάντες και τα Σκέρτσι, αλλά αυτό που προέχει δεν είναι η δεξιοτεχνία αλλά ο μελωδικός χαρακτήρας. Μάλιστα έχει επισημανθεί ότι η δομή των μουσικών φράσεων είναι τέτοια, σαν να επρόκειτο να ερμηνευθούν από τραγουδιστή. Παράλληλα όμως με την ανεξάντλητη μελωδική του ευρηματικότητα, ο Σοπέν είχε μια πολύ αναπτυγμένη αρμονική φαντασία, ένα στοιχείο της τέχνης του που συχνά διαφεύγει της προσοχής των μουσικόφιλων.
Ο Σοπέν αξιοποίησε τους παραδοσιακούς χορούς της πατρίδας του, τις Πολωνέζες και τις Μαζούρκες, αλλά τα δικά του έργα δεν προορίζονται για χορό, αφού είναι πολύ γρήγορα και δεξιοτεχνικά. Το ίδιο ισχύει και για τα Βαλς του: είναι ευχάριστα κομμάτια σαλονιού, που προορίζονται για διασκέδαση.
Μερικά από τα 24 Πρελούδια τα συνέθεσε κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Μαγιόρκα. Το πιο διάσημο από αυτά είναι το 15ο, το πρελούδιο “της σταγόνας της βροχής”. Λέγεται ότι το συνέθεσε ένα βράδυ με έντονη κακοκαιρία, που περίμενε με αγωνία τη Σάνδη και τον γιό της, οι οποίοι είχαν καθυστερήσει να φτάσουν λόγω των καιρικών συνθηκών. Ωστόσο αυτού του είδους οι ιστορίες σχετικά με τα έργα του Σοπέν μάλλον πρέπει να τοποθετηθούν στον χώρο της μυθοπλασίας.
Ξεχωριστές είναι και οι 24 σπουδές για πιάνο: εκτός από τις τεχνικές απαιτήσεις τους, είναι και αξιόλογα μουσικά κομμάτια που μπορούν να ερμηνευθούν σε συναυλίες. Αυτό δεν ήταν συνηθισμένο προηγουμένως, για παράδειγμα στις σπουδές του Καρλ Τσέρνυ και του Κράμερ το ενδιαφέρον είναι καθαρά παιδαγωγικό. Από την εποχή του Σοπέν όμως και μετά πολλοί συνθέτες παρουσίασαν αντίστοιχα έργα αξιώσεων, όπως οι Φραντς Λιστ, Κλωντ Ντεμπυσσύ και Αλεξάντρ Σκριάμπιν.
1842 – Νικόλαος Γύζης, ήταν ένα από τα έξι παιδιά του ξυλουργού Ονούφριου Γύζη και της Μαργαρίτας Γύζη, το γένος Ψάλτη, που ζούσαν στο Σκλαβοχώρι της Τήνου. Το 1850, η οικογένειά του μετοίκησε στην Αθήνα και ο μικρός Νικόλαος άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών), αρχικά ως ακροατής και, από το 1854 έως το 1864, ως κανονικός σπουδαστής.
Με το τέλος των σπουδών του, γνωρίστηκε με τον πλούσιο φιλότεχνο Νικόλαο Νάζο, με τη μεσολάβηση του οποίου έλαβε υποτροφία από το ευαγές ίδρυμα του Ναού της Ευαγγελιστρίας της Τήνου, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου.
Τον Ιούνιο του 1865 ο Γύζης έφθασε στο Μόναχο, όπου συνάντησε τον συνάδελφο και φίλο του Νικηφόρο Λύτρα. Ο τελευταίος τον βοήθησε στο να εγκλιματιστεί γρήγορα στο γερμανικό περιβάλλον. Πρώτοι του δάσκαλοί του στο Μόναχο ήταν ο Χέρμαν Άνσυτς (Hermann Anschütz) και ο Αλεξάντερ Βάγκνερ (Alexander Wagner). Τον Ιούνιο του 1868 έγινε δεκτός στο εργαστήριο του Καρλ φον Πιλότυ (Karl von Piloty). Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Μόναχο το 1871 και τον Απρίλιο του 1872 επέστρεψε στην Αθήνα, για να μετατρέψει το πατρικό του σπίτι επί της οδού Θεμιστοκλέους σε ατελιέ. Μαζί με τον Νικηφόρο Λύτρα, ταξίδεψε το 1873 στη Μικρά Ασία.
Απογοητευμένος από τις συνθήκες της Ελλάδας, τον Μάιο του 1874 εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψε στο Μόναχο, όπου έμελλε να ζήσει για το υπόλοιπο της ζωής του. Το 1876, ταξίδεψε παρέα με τον Νικηφόρο Λύτρα στο Παρίσι. Έναν χρόνο αργότερα νυμφεύθηκε την Άρτεμη Νάζου, με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες· την Πηνελόπη (γεν. 1878, πέθανε μόλις δώδεκα ημερών), τη Μαργαρίτα-Πηνελόπη (γεν. 1879), τη Μαργαρίτα (γεν. 1881) και την Ιφιγένεια (γεν. 1890), και έναν γιο, τον Ονούφριο-Τηλέμαχο (γεν. 1884).
Το 1880, ανακηρύχθηκε σε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου και το 1888 εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στο ίδιο ίδρυμα. Το 1881, πέθανε η μητέρα του και έναν χρόνο μετά πέθανε και ο πατέρας του. Το 1895, επισκέφθηκε για τελευταία φορά την Ελλάδα, την οποία ποτέ δεν ξέχασε και πάντα νοσταλγούσε. Προσβεβλημένος από λευχαιμία, πέθανε στο Μόναχο στις αρχές του 1901. Λέγεται ότι τα τελευταία του λόγια ήταν: «Λοιπόν ας ελπίζωμεν και ας ζητούμεν να είμεθα εύθυμοι!». Η σορός του ενταφιάστηκε στο Βόρειο Κοιμητήριο (Νόρντφριεντοφ, Nordfriedhof) του Μονάχου στη Βαυαρία.
Θάνατοι
1983 – Άρθουρ Κέσλερ. Μέχρι το 1940 έζησε στην Βουδαπέστη, Βιέννη -στο Πανεπιστήμιο της οποίας φοίτησε- Παλαιστίνη, Παρίσι και Βερολίνο. Ασχολήθηκε μετά με την δημοσιογραφία και πήγε στην Ισπανία ως ανταποκριτής της News Chronicle, όπου και φυλακίστηκε από τις δυνάμεις του Φράνκο. Την εμπειρία του αυτή περιγράφει στο βιβλίο του Ισπανική Διαθήκη.
Μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας από το 1931, αποποιήθηκε την ιδιότητα αυτή στα τέλη του 1938, μετά τις εμπειρίες που είχε και ειδικά μετά τις Δίκες της Μόσχας.
Το 1940, ύστερα από πολλές περιπέτειες εγκαταστάθηκε στην Αγγλία και το 1941 εκδόθηκε το γνωστότερο βιβλίο του Darkness at Noon (ελληνικός τίτλος Το Μηδέν και το Άπειρο), όπου εξιστορεί τον απηνή διωγμό και την διάλυση των αυταπατών ενός παλιού μπολσεβίκου, που ομολογεί τελικά εγκλήματα που δεν διέπραξε. Με το ίδιο πνεύμα είναι γραμμένη και η συλλογή δοκιμίων του Ο Κομισσάριος και ο Γιόγκι (1945) και η συνεισφορά του στο βιβλίο πρώην κομμουνιστών Ο Θεός που απέτυχε.
Έγραψε επίσης (στα Αγγλικά μετά το 1940) αυτοβιογραφικά έργα, την Πράξη της Δημιουργίας, μιαν εξέταση των παραγόντων της επιστημονικής και καλλιτεχνικής παραγωγής, τον Λωτό και το ρομπότ, μιαν ανάλυση του μυστικισμού της Ανατολής, και την Δέκατη Τρίτη Φυλή, μια μελέτη για την καταγωγή των Εβραίων, όπου υποστήριξε ότι οι Εβραίοι της Ανατολικής Ευρώπης (Ασκενάζι) δεν προέρχονταν από τον βιβλικό λαό αλλά από τους Χαζάρους, μια τουρκική φυλή του Καυκάσου.
Τον Μάρτιο του 1983 ο Κέσλερ -που υπέφερε από λευχαιμία και τη νόσο του Πάρκινσον και ήταν κηρυγμένος οπαδός της ευθανασίας- και η γυναίκα του Σύνθια αυτοκτόνησαν.
2004 – Κώστας Μόντης. Γεννήθηκε το 1914 στην κατεχόμενη σήμερα Αμμόχωστο, παιδί του Θεόδουλου Μόντη και της Καλομοίρας Μπατίστα. Στα 18 του έφυγε για την Αθήνα για να σπουδάσει νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επέστρεψε στην Κύπρο το 1937. Συνέβαλε στον Κυπριακό Απελευθερωτικό Αγώνα (1955-59) συμμετέχοντας ως πολιτικός καθοδηγητής των μελών της ΕΟΚΑ.
Ο Κώστας Μόντης ήταν αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ποιητής, μυθιστοριογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συγγραφείς του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα της μεταπολεμικής περιόδου. Πολλά από τα έργα του έχουν μεταφρασθεί στα Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Ολλανδικά, Σουηδικά, Ρωσικά και σε άλλες γλώσσες. Το 1980 τιμήθηκε με τον τίτλο του «δαφνοστεφούς ποιητή» (Poet Laureate) από την Παγκόσμια Ακαδημία Τεχνών και Πολιτισμού. Το 1984 προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ. Το 1997 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου. Ανάλογη τιμή δέχτηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 2001.
Συγγραφέας πολυγραφότατος, βαθιά προβληματιζόμενος για το παρόν και το μέλλον της ιδιαίτερής του πατρίδας, της Κύπρου. Πολλά από τα έργα του αναφέρονται στον αγώνα των Κυπρίων για απελευθέρωση από την Αγγλία και ένωση με την Ελλάδα, την πορεία της νήσου μετά την Ανεξαρτησία, με σημαντικό σταθμό την Τουρκική Εισβολή και την έκτοτε κατοχή του 1/3 της Κύπρου.
Μερικά από τα γνωστότερά του έργα είναι το Γράμμα στη Μητέρα, Στιγμές, μία νουβέλα για τον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. (1955-59), ο Αφέντης Μπατίστας, ένα ιστορικοαυτοβιογραφικό μυθιστόρημα το οποίο κέρδισε το πρώτο βραβείο μυθιστορήματος στην Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων της Κύπρου κ.ά.
Ο μουσικοσυνθέτης Μάριος Τόκας, προσωπικός φίλος του ποιητή και επίσης καταγόμενος από την Κύπρο, μελοποίησε μερικά από τα έργα του Κώστα Μόντη αναφερόμενα στην τουρκική εισβολή του 1974.
Το έτος 2014 ανακηρύχθηκε στην Κύπρο έτος Μόντη, σύμφωνα με την αλληλογραφία που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Φιλελεύθερος από το Μιχάλη Πασιαρδή και τον Υπουργό Παιδείας Και Πολιτισμού της Κύπρου Κυριάκο Κενεβέζο. Η δεύτερη επιστολή του Πασιαρδή δημοσιεύτηκε στις 17 Ιανουαρίου 2014
2012 – Λούτσιο Ντάλα. Ιταλός τραγουδοποιός, από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες της ιταλικής έντεχνης λαϊκής μουσικής. Συνέθεσε, επίσης, μουσική για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ενώ διακρίθηκε και ως ηθοποιός.
Ο Λούτσιο Ντάλα (Lucio Dalla) γεννήθηκε στην Μπολόνια στις 4 Μαρτίου 1943. Έμεινε ορφανός σε ηλικία επτά ετών από τον πατέρα του, που ήταν διευθυντής του σκοπευτικού ομίλου της πόλης. Την ανατροφή του ανέλαβε η μητέρα του Ιόλη, που ήταν μοδίστρα, με τη συνδρομή του θείου του Αριοντάντε Ντάλα, γνωστού τραγουδιστή τις δεκαετίες ‘40 και ‘50.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο νεαρός Λούτσιο μετακόμισε με τη μητέρα του στο Τρεβίζο, όπου άρχισε να μαθαίνει ακορντεόν. Το 1956 η οικογένεια Ντάλα επέστρεψε στην Μπολόνια και στα 13α γενέθλιά του η μητέρα του τού χάρισε ένα κλαρινέτο. Ρίχτηκε με μεγάλο ζήλο στην εκμάθηση του οργάνου και προτού αποφοιτήσει από το Λύκειο έπαιζε τζαζ σε κλαμπ της πόλης με το σχήμα Rheno Dixieland Band, μαζί με τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη Πούπι Αβάτι. Μάλιστα, το 1960 το συγκρότημα εμφανίστηκε στο περίφημο φεστιβάλ τζαζ της Αντίμπ στη Γαλλία.
Ο Ντάλα συνήθιζε να τραγουδά επί σκηνής στο στυλ του Τζέιμς Μπράουν. Ο ιταλός τραγουδοποιός Τζίνο Πάολι ήταν αυτός που διέκρινε τις φωνητικές του ικανότητες και τον προέτρεψε να ακολουθήσει σόλο καριέρα στον χώρο της σόουλ. Το 1964, σε ηλικία 21 ετών, ηχογράφησε το πρώτο 45άρι του που περιείχε τα τραγούδια Lei και Ma Questa Sera (διασκευή του τραγουδιού του Κέρτις Μέιφιλντ Hey Little Girl).
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο