Δύο Αγρινιώτες και μια Βραχωρίτισα στη Μ. Ασία

Δύο Αγρινιώτες και μια Βραχωρίτισα
στο μέτωπο της Μικράς Ασίας

  • του Χριστόδουλου Εμμ. Θεοδωροπούλου

Αφορμή για την εργασία μου αυτή έγινε μια παλιά φωτογραφία, που βρέθηκε στο συρτάρι μου, στην οποία εμφανίζονται δύο παλιοί Αγρινιώτες: οι Γεώργιος Ν. Παπαϊωάννου και Εμμανουήλ Χρ. Θεοδωρόπουλος, όταν υπηρετούσαν και οι δύο στο μέτωπο της Μικράς Ασίας 1921-1922. Η φωτογραφία αυτή έχει μια μικρή ιστορία.

Ήταν τα χρόνια της Κατοχής και συγκεκριμένα την εποχή που ο Γ. Παπαϊωάννου βγήκε στο βουνό, επικεφαλής ομάδος ανταρτών και έγινε ο σχετικός θόρυβος, από το περιστατικό αυτό. Ο μακαρίτης ο πατέρας μου (Ε.Χ.Θ. στη συνέχεια), άνθρωπος προνοητικός και με μεγάλη αίσθηση του κινδύνου, ως πολυφαμελίτης, με πέντε ανήλικα παιδιά, με κάλεσε και μου είπε: «Χρήστο κοίταξε στο συρτάρι με τις φωτογραφίες, εκεί πρέπει να υπάρχει μια φωτογραφία που έβγαλα με το Γιώργο Παπαϊωάννου, όταν υπηρετούσαμε στη Μικρά Ασία. Παραμέρισέ την, γιατί αν την βρουν μπορεί να έχουμε μπλεξίματα».

Έτσι διεσώθη η φωτογραφία την οποία σήμερα εμφανίζουμε εδώ. Το πού και πότε βγήκε η φωτογραφία δεν γνωρίζω ακριβώς. Το πιθανότερο είναι να βγήκε στη Σμύρνη, την άνοιξη του 1921 και πριν μετακινηθεί ο Ε.Χ.Θ. με τη μονάδα του προς το μέτωπο, αρχικά προς Φιλαδέλφεια και στη συνέχεια προς το Ουζάκ (USAK) σε απόσταση 170 χιλιομέτρων περίπου από τη Σμύρνη, όση η απόσταση Αγρίνιο-Γιάννινα. Εκεί στο Ουζάκ (USAK) συνέβη ένα περιστατικό, εκπληκτικό και πέρα ως πέρα αληθινό.

Ο Ε.Χ.Θ. σπάνια μιλούσε για τη δράση του στους πολέμους. Αν τον πίεζε κάποιος «υπερπατριώτης» γι΄ αυτή του τη δράση, συνήθιζε να λέει: «Έφυγα με το Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο (1913) στρατιώτης, (τελειόφοιτος τότε της Φυσικομαθηματικής Σχολής Αθηνών) και γύρισα στο σπίτι μου, λοχαγός, μετά δέκα χρόνια» (1922).

Ο Ε.Χ.Θ. υπηρετούσε τότε ως Διοικητής Λόχου Πολυβόλων, στο 56ο Σύνταγμα Πεζικού, με το βαθμό του εφέδρου υπολοχαγού. Το καλοκαίρι του 1921 το Σύνταγμά του μετακινήθηκε από τη Φιλαδέλφεια (ALASE-HIR) προς το Ουζάκ (USAK), με τη σιδηροδρομική γραμμή, που ξεκινούσε από τη Σμύρνη προς Φιλαδέλφεια – Ουζάκ – Αφιόν Καραχισάρ. Όταν το 4ο Τάγμα του Λόχου του Ε.Χ.Θ. έφθασε στο Ουζάκ, ήταν νύκτα και βγήκε συνοδεία στρατιωτική για επιτάξεις σπιτιών, που θα χρησίμευαν για κατάλυμα των αξιωματικών.

Στο σπίτι που θα έμενε ο Ε.Χ.Θ. η πόρτα δεν άνοιγε, παρά τα δυνατά κτυπήματα των στρατιωτών. Πιθανόν οι ένοικοι να αντελήφθησαν την παρουσία των στρατιωτών και να έκαναν ότι δεν άκουγαν. Σε κάποια στιγμή άνοιξε η πόρτα και στο κεφαλόσκαλο εμφανίσθηκε μια γυναίκα με επιβλητικό παράστημα, καλοντυμένη και σε άπταιστα ελληνικά, κυριολεκτικά «κατάβρεξε» τη συνοδεία: «Δεν είναι συμπεριφορά αυτή στρατού σε ξένη χώρα, να κτυπάτε τις πόρτες των σπιτιών αυτή την ώρα». Γυρίζοντας δε προς τον πατέρα μου, σε έντονο ύφος του είπε: «Ειδικά εσείς ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού θα έπρεπε να είσθε πιο προσεκτικός».

Η συνοδεία κυριολεκτικά τα έχασε, αλλά ο Ε.Χ.Θ. βρήκε τη ψυχραιμία του και έκαμε επιτυχή «ελιγμόν», χωρίς να δικαιλογήσει τη συμπεριφορά των στρατιωτών: «Εκπλήσσομαι με τα ελληνικά σας. Πού μάθατε τόσο καλά ελληνικά;».

Αυτό ήτο και ο πάγος έσπασε. Η Τουρκάλα είπε ότι γεννήθηκε στην Ελλάδα, και σε ερώτηση του Ε.Χ.Θ. από ποιο μέρος της Ελλάδος κατάγεται, τότε κυριολεκτικά έσκασε η βόμβα: «Κατάγομαι από το Βραχώρι». Και σε παρατήρηση του εμβρόντητου πατέρα μου, ότι: «Γεννήθηκα και μένω στο Βραχώρι, αλλά Τούρκοι σήμερα δεν υπάρχουν στην πατρίδα μου», η Τουρκάλα συνέχισε, «Σας είπα ότι κατάγομαι από το Βραχώρι και δεν γεννήθηκα εκεί. Εγώ γεννήθηκα στα Γιάννινα. Η οικογένειά μου έχει τη ρίζα της από το Βραχώρι, όπου έμενε μέχρι το 1821 και είχε σπίτι στην Κούλια».

Η «Κούλια», δηλαδή πύργος – αμυντήριο, ευρίσκετο στην περιοχή της σημερινής δημοτικής οδού Δημοτσελίου, μεταξύ Παιδικού Σταθμού και οδού Παπαστράτου και είναι γνωστόν ότι εκεί έμειναν οι Τούρκοι άρχοντες του Βραχωριού.

Και συνέχισε η Τουρκάλα: «Όμως με την Επανάσταση, οι δικοί μας, όταν οι οπλαρχηγοί εκύκλωσαν το Βραχώρι, έφυγαν για την Ήπειρο με ειδική συνθήκη και πήραν μαζί τους όσα πράγματα μπορούσαν να πάρουν. Όμως, όσα πράγματα (τιμαλφή) δεν μπόρεσαν να τα πάρουν, τα έθαψαν. Η οικογένεια των προγόνων μου, εγκαταστάθη στα Γιάννινα και έτσι σώζεται σε μας η παράδοση του τόπου της καταγωγής μας».

Η Τουρκάλα ήτο σύζυγος συνταγματάρχου του κεμαλικού στρατού, τον οποίο παντρεύτηκε, όταν αυτός υπηρετούσε στα Γιάννινα, και όταν τα Γιάννινα έπεσαν στους Έλληνες το 1913, έφυγε με τον άνδρα της για την Τουρκία. Η γυναίκα αυτή εξ όσων αντελήφθη ο Ε.Χ.Θ., είχε επικοινωνία μέσω της «τουρκικής αντίστασης» με τον άνδρα της, αφού και η οικονομική της κατάσταση ήτο πολύ καλή. Δυστυχώς δεν συνεκράτησα το όνομα της Τουρκάλας και του Τούρκου αξιωματικού συζύγου της, ο οποίος πρέπει να έπαιξε σπουδαίο ρόλο στο κεμαλικό καθεστώς.

Λίγα χρόνια πριν πεθάνει ο πατέρας μου, πιάσαμε συζήτηση για το Γεώργιο Παπαϊωάννου και τον ρώτησα τη γνώμη του γι’ αυτόν. «Ο Γιώργος ήτο σωστό παλληκάρι, αλλά θεοπάλαβος». Και συνέχισε: «Να φανταστείς ενώ ήταν αξιωματικός – ιατρός και θα μπορούσε να μένει στο χειρουργείο της μονάδος του, αυτός πήγαινε στην πρώτη γραμμή, κυριολεκτικά μέσα στη φωτιά, παίρνοντας στους ώμους του τους τραυματίες, χωρίς τη βοήθεια των τραυματιοφορέων, για να μην δίνουν στόχο και τους μετέφερε στα μετόπισθεν».

Βλέπετε εκείνη την εποχή υπήρχαν και μερικοί «παλαβοί», πρόθυμοι να θυσιασθούν για τους άλλους, ενώ στη σημερινή εποχή, της καταναλωτικής κοινωνίας, παραδείγματα ανθρώπων πρόθυμων να θυσιασθούν για τους άλλους, σπανίζουν.

 

Τίτλος στην πηγή: Δύο Αγρινιώτες στο μέτωπο της Μικράς Ασίας

AgrinioStories