Στην Παραβόλα, τη μέρα που σκοτώθηκε ο Βλάχος

«Το βράδυ της 8ης Σεπτέμβρη,
ο πατέρας μου μας ενημέρωσε,
ότι είχε σκοτωθεί, στην Σφήνα Βάλτου, ο Μήτσος Βλάχος»

  • γράφει ο Γιώργος Β. Σολτάτος

Ήταν Σεπτέμβρης του 1962. Συγκεκριμένα βράδυ της 7ης Σεπτέμβρη όταν, ο μακαρίτης πατέρας μου, την ώρα του φτωχικού δείπνου, μας είπε πως την επόμενη, θα γίνονταν συλλαλητήρια σε όλο το Νομό από τους καπνοπαραγωγούς κατοίκους του!

Σε αυτό το συλλαλητήριο θα συμμετείχαν για συμπαράσταση και όλοι οι υπόλοιποι κάτοικοι του νομού! Μου είπε λοιπόν, πως θα έπρεπε να σηκωθώ πρωί και να πάω στην λαγγαδιά του Χριστογιάννη ,που θα συγκεντρώνονταν όλα τα μικρά παιδιά της Παραβόλας με την εντολή, κάθε φορά που θα βλέπαμε αυτοκίνητο να περνά , να φωνάζουμε: “Πεινάμε- πεινάμε, δώστε μας να φάμε “!

Έτσι και έκανα!

Εκεί είχαν συγκεντρωθεί αρκετά παιδιά και συμμαθητές μου.

Οι γονείς μας είχαν βάλει φωτιά, σε μερικά δέματα καπνού και ο καπνός ήταν πολύς και μύριζε όλη η περιοχή! Οι ίδιοι είχαν φύγει και συγκεντρωθηκαν στο κέντρο του Χωριού. Ακούγαμε την καμπάνα του Αγίου Δημητρίου να χτυπά πένθιμα και πολύ δυνατά. Κάποια στιγμή, κόντευε μεσημέρι, έφθασε ένα λεωφορείο της γραμμής και αφού σταμάτησε, κατέβηκε ο Χωροφύλακας Γιάννης, (φόβος και τρόμος των περισσότερων κατοίκων), που υπηρετούσε στο Σταθμό Χωροφυλακής της Ντέμης, (έτσι λέγαμε τότε το Καινούργιο) και άρχισε να μας κυνηγά!

Σκορπίσαμε στην γύρω περιοχή και οι περισσότεροι προς τον κάμπο! Εκεί έφαγα και την πρώτη κλωτσιά, από την εξουσία! Δεν το άφησα έτσι όμως. Σχεδόν μόνιμα στην τσέπη μου, είχα την σφεντόνα μου και μερικές στρογγυλές πέτρες , που μάζευα με προσοχή στο Κουβαλόρεμα!

Γύρισα κρυφά και περίμενα τον Χωροφύλακα να τελειώσει την προσπάθεια του, να σβήσει την φωτιά και να περάσει από το σημείο που του έστησα καρτέρι. (Στο σημείο που είναι σήμερα το μαγαζί των αδελφών Μαμασούλα που υπήρχε μία μεγάλη πατλιά)! Πράγματι κινήθηκε προς τα εκεί και τρέμοντας από τα νεύρα μου και τον φόβο μου, του έριξα, αλλά από την ταραχή μου, πέτυχα το καπέλο του, που του έπεσε κάτω. Έφυγα τρέχοντας προς το ρέμα και από εκεί προς το κάστρο .

Μετά από λίγη ώρα, σταμάτησε να κτυπάει η καμπάνα και θεώρησα πως τελείωσε το συλλαλητήριο! Προχώρησα με προσοχή και έφτασα στο κέντρο του Χωριού και εκεί είδα τους “μεγάλους ” χωριανούς να συζητούν σε παρέες στο δρόμο, όρθιοι και μερικές φορές με ένταση. Είδα τον Θεμιστοκλή Μανιά ,ανάπηρο πολέμου, που είχε και ένα από τα περίπτερα του Χωριού, μαζί με τον Αχιλλέα Τασούλη , να κουβαλάνε το γλωσίδι της καμπάνας και να το πηγαίνουν στο σιδεράδικο του Τασούλη γιατί είχε σπάσει το άγκιστρο που το κράταγε στην καμπάνα!

Το απόγευμα η καμπάνα άρχισε πάλι να κτυπάει, ποιο πένθιμα! Το βράδυ της 8ης Σεπτέμβρη , ο πατέρας μου μας ενημέρωσε , ότι είχε σκοτωθεί, στην Σφήνα Βάλτου (Κυψέλη σήμερα), ο Μήτσος Βλάχος και ότι στα επεισόδια που έγιναν, συνελήφθησαν πολλοί καπνοπαραγωγοί!

Μετά το συλλαλητήριο και τα γεγονότα, δόθηκε μια αύξηση, περίπου δέκα δραχμές στο κιλό του καπνού!

Θυμίζω! Τον Μάη της ίδιας χρονιάς, παντρεύτηκε η πριγκίπισσα Σοφία, μετέπειτα βασίλισσα της Ισπανίας και το Ελληνικό Κράτος έδωσε προίκα πάνω από 9 εκατομμύρια δραχμές! Τον δε Φλεβάρη έδωσε για πρώτη φορά χορηγία στον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο, ύψους ετησίως 85 χιλιάδων δολαρίων!

Τα γεγονότα αυτά μου δίδαξαν, ότι τίποτα δεν κερδίζεται χωρίς αγώνες!

Καληνύχτα!

 


AgrinioStories