Όλοι κάποια στιγμή έχουν μία βαλίτσα στο χέρι
έτοιμη να φύγουν, να αποδράσουν,
να αποχωρήσουν, να απομακρυνθούν, να ταξιδέψουν…Λίγες σκέψεις πάνω στα γλυπτά, «Ταξιδιώτες», του Bruno Catalano
- του Ηλία Γιαννακόπουλου
Αυτές τις μέρες – τέλη Αυγούστου οι περισσότεροι αδειάζουν τις βαλίτσες τους και τις τοποθετούν σε κατάλληλο μέρος του σπιτιού για να τις βλέπουν και να ονειρεύονται το επόμενο ταξίδι. Κάποιοι άλλοι, όμως, έχουν μια βαλίτσα έτοιμη για το επόμενο ταξίδι γιατί μελαγχολούν με την ιδέα ότι το επόμενο ταξίδι θα είναι στις διακοπές του επόμενου χρόνου. Διαφορετικοί άνθρωποι, διαφορετικές νοοτροπίες…
“Και όσοι φεύγουν, να μείνουν κατά βάθος ήθελαν και όσοι μένουν το φευγιό έχουν στην καρδιά τους”(N. Καζαντζάκης).
Όλοι κάποια στιγμή έχουν μία βαλίτσα στο χέρι έτοιμη να φύγουν, να αποδράσουν, να αποχωρήσουν, να απομακρυνθούν, να ταξιδέψουν…
Να διακινδυνεύσουν, να αναζητήσουν το νέο, να δοκιμάσουν το απίθανο, να συγκρουστούν με το άγνωστο και να δαμάσουν τις φοβίεςτους.
Και τι είναι αυτό που με σπρώχνει να αλλάξω Τόπο, Πόλη ή Χώρα;Είναι κάποια ανάγκη (οικονομική, βιοτική, πολιτική, κοινωνική…) ή μια απροσδιόριστη εσωτερική ανάγκη για αλλαγή, ανανέωση και απελευθέρωση από τα συμβατικά και δοκιμασμένα; Είναι αυτή η φυγή ή η δοκιμασία κάτι το αναπότρεπτο και νομοτελειακό ή μία συνειδητή και ορθολογικά σχεδιασμένη επιλογή;
Η φυγή και η απόδραση από έναν τόπο μήπως υποδηλώνει και έναν πανικό ή μία δειλία ή αδυναμία προσαρμογής στα αρνητικά δεδομένα του οικείου χώρου σου; Μήπως στη φυγή πλεονάζουν η οργή, η απελπισία και η απογοήτευση με αποτέλεσμα να θολώνουν το νου και να θέτουν σε δοκιμασία τις αντοχές και τις άμυνές μας;
Στη φυγή και στις αποδράσεις μας, τελικά, είμαστε θύματα των ακραίων αρνητικών συναισθημάτων μας ή μιας εκλογίκευσης που αποκρύπτει την πραγματική αιτία;
“Έρχεται κάποια ώρα που πρέπει να φύγεις, ακόμα κι αν δεν έχεις σίγουρο που θα πας” (Τενεσί Ουίλιαμς).
Και άντε να αποδεχτούμε πως όλα γίνονται με όλες τις προϋποθέσεις μιας ψύχραιμης απόφασης. Τι παίρνεις μαζί σου στην μικρή βαλίτσα που δεν χωρά και πολλά; Τι αφήνεις πίσω ως περιττό ή μη αναγκαίο; Πρόκειται για φαινόμενο εγκατάλειψης ή μιας σωστής διαχείρισης των αναγκαίων πραγμάτων στη νέα κατάσταση;
Αυτά που αφήνουμε φεύγοντας και αλλάζοντας τόπους είναι μόνον τα υλικά πράγματα ή και άλλα, όπως: Συναισθήματα, Σκέψεις, Συνήθειες, Αντιλήψεις, Νοοτροπία…;
Πρόκειται για μία βίαιη αποκοπή από τον διαμορφωμένο κόσμο μας ή μία επιλεκτική αποδέσμευση,αφού τα αναγκαία «τιμαλφή» της ζωής μας τα κουβαλάμε μαζί μας στην μικρή βαλίτσα κι ας μάς βαραίνουν πολύ στη διαδρομή;
Κι αν μεν αυτή η φυγή και η απόδραση είναι μία ελεύθερη επιλογή για μία άλλη ζωή με «βάρκα την ελπίδα», τότε και η βαλίτσα πολλά μπορεί να χωρέσει και δεν μοιράζεσαι στα δύο. Τι θα αφήσεις, τι θα πάρεις. Δεν υπάρχει κενό σε αυτό που αφήνεις και σε αυτό που αναζητάς. Δεν αδειάζεις από τίποτα, μόνον να γεμίσεις θέλεις.
Αν, όμως, κάποια ανάγκη σε υποχρεώνει να φύγεις από το σπίτι σου, τη ζωή σου, τη γη σου, τις ρίζες σου; Αν αυτή η φυγή ή αυτό το ταξίδι είναι βεβιασμένο και διακονεί την ανάγκη για υλική επιβίωση, τότε πόσο εύθραυστος και ανασφαλής μπορεί να νιώθει ο καθένας μπροστά στο άγνωστο, το αβέβαιο και το απέραντο; Η σωτηρία και η καταστροφή εναλλάσσονται ως ενδεχόμενα.
Οι Μετανάστες ή οι Πρόσφυγες πόσες επιλογές έχουν για το μέγεθος της βαλίτσας τους; Πόσες επιλογές έχουν για τον νέο Τόπο τους, τη νέα Πατρίδα τους; Πόσα κομμάτια του Εαυτού τους άφησαν πίσω και βαδίζουν με ένα κενό μέσα τους. Πόσο αυτό το κενό που μπορεί να είναι η Πατρίδα τους θα μπορέσει ποτέ να γεμίσει;
Πώς μπορεί ο Μετανάστης και ο Πρόσφυγας να ξεχάσει εκείνο το κομμάτι του εαυτού του που άφησε πίσω στη χώρα του και το οποίο εμμονικά θα τού υπενθυμίζει πως θα είναι πάντα συνδεδεμένο μαζί του και θα τον συνοδεύει ως γλυκιά ανάμνηση με απαιτήσεις για επιστροφή;
“Η έλλειψη είναι στη φύση των πραγμάτων. Για όποιον υπάρχει, η έλλειψη είναι δεδομένη- κατασκευαστική παράμετρος, δομική προδιαγραφή, ανθρώπινο πεπρωμένο, λογική αναγκαιότητα, υπαρξιακός καταναγκασμός, τίμημα της ύπαρξης. Κάθε άνθρωπος στην κατασκευή του και στη λειτουργία του είναι ατελής, σημαδεμένος από την έλλειψη. Το να θέλει ή να πιστεύει κάποιος ότι μπορεί να υπάρχει χωρίς έλλειψη οδηγεί σε λογικά αδιέξοδα, ίσως και σε ψυχική τραγωδία”(Ν. Σιδέρης, «Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο… Γονείς θέλουν).
Τελικά, όπως, φαίνεται και στα εμβληματικά γλυπτά του BrunoGatalano, “Οι Ταξιδιώτες”o άνθρωπος που φεύγει (με οποιαδήποτε ιδιότητα) είναι μία ελλειπτική ύπαρξη που προσπαθεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του να βαδίζει με το κενό και την έλλειψή του. Να προσπαθεί να ξεχάσει το κομμάτι που λείπει (Πατρίδα, παλιός εαυτός…), αλλά ταυτόχρονα και να αντέχει στην πίεση που ασκεί πάνω του για επιστροφή ή επανάκτησή του.
Είμαστε όλοι «Ταξιδιώτες»γεμάτοι αλλά και ταυτόχρονα άδειοι και ελλειπτικοί και συνεχώς αναζητούμε τα κομμάτια που μας λείπουν ή να τα ξεχάσουμε και να ξεφορτωθούμε ως περιττό βάρος; Tα κομμάτια που μάς λείπουν μάς δένουν με τα μυστήρια και την ιερότητα-μοναδικότητα της ζωής μας ή μάς εμποδίζουν να κάνουμε το μεγάλο άλμα και την υπέρβαση;
“Οι άνθρωποι περισσότερο ονειρεύονται ότι επιστρέφουν παρά ότι φεύγουν” (Πάουλο Κοέλο).