.
| Ηλία Γιαννακόπουλου |
«Μα πάντα θα ‘ρχονται τα φύλλα / Τα φύλλα τα φθινοπωρινά»
Το λίκνισμα των κίτρινων φύλλων
«Και ο ήλιος έκανε ένα βήμα πίσω, τα φύλλα έπεσαν να κοιμηθούν
και το φθινόπωρο ξύπνησε» (Raquel Franco,ποιητής)
Τελευταία εβδομάδα του Φθινοπώρου και τα φύλλα δίνουν τον απέλπιδα αγώνα να κρατηθούν στα κλωνάρια των δέντρων. Κάποια άλλα, όμως, λικνίζονται με χάρη στον αέρα απολαμβάνοντας την ελευθερία τους από την δεσμά του δέντρου. Υπάρχουν κι εκείνα τα φύλλα, όμως, που πεσμένα στο χώμα και στους δρόμους φιλοτεχνούν τον πιο όμορφο φυλλο-τάπητα της εποχής. Κάθε φορά που πατώ αυτόν τον φυλλο-τάπητα νιώθω περίεργα γιατί συνιστά μία προσβολή στην αισθητική της φύσης. Την ομορφιά του τοπίου την συμπληρώνει και μία άλλη εικόνα όπου τα πεσμένα φύλλα ενός δέντρου κοιτάζουν με μελαγχολία και παράπονο τους καρπούς ενός οπωροφώρου δέντρου που κρέμονται μονάχοι στα κλωνάρια του (Λωτός) {Πιάλεια Τρικάλων 2024}. Εν τω μεταξύ όλοι μας βλέποντας αυτόν τον περικαλλή φυλλο-τάπητα σιωπηλά σιγομουρμουρίζουμε τον χιλιοειπωμένο στίχο του Ομήρου: ” Οίη περ φύλλων γενεή…”
Αλήθεια τι θα μπορούσαν να λένε για ώρες, μέρα-νύχτα, η Δάφνη και η Μουριά, δύο από τα αγαπημένα δέντρα του κήπου μου; Κάπου αισθάνομαι, κι ας μην γνωρίζω τον γλωσσικό κώδικα των φυτών, πως η Δάφνη θα περιπαίζει και θα πικραίνει τη Μουριά βλέποντάς την να κιτρινίζει κάθε μέρα ολοένα και περισσότερο μέχρι που θα χάσει και το τελευταίο της ένδυμα-φύλλο. Γυμνή από τα φύλλα της η Μουριά ίσως να νιώθει μειονεκτικά μπροστά στο πλούσιο ένδυμα της φυλλωσιάς της Δάφνης.
Χρόνια, αιώνες τώρα, κρατά αυτή η αντιπαλότητα ανάμεσα στα αειθαλή και τα φυλλοβόλα δέντρα. Μαθητής δημοτικού ακόμη και στο σχετικό μάθημα της “φυτολογίας” προσπαθούσα να εννοήσω, να ερμηνεύσω, και να αιτιολογήσω αυτήν την σκανδαλώδη εύνοια της Φύσης προς τα αειθαλή και την αδικία έναντι των φυλλοβόλων.
“Οι εποχές διαχέονται / με άλικες πνοές / κι ένα φθινόπωρο χρυσό κατασταλάζει” (Ηλίας Κεφάλας, «Σκοτεινός μαγνήτης»)
Πώς μπορεί η Φύση να προκάλεσε και να ανέχεται τέτοια αδικία; Γιατί κάποια δέντρα να χάνουν τη “φoρεσιά”- φύλλα τους το Φθινόπωρο και τον Χειμώνα, ενώ κάποια άλλα να καμαρώνουν την όμορφη και θαλερή “αρματωσιά”- φύλλα τους και στις τέσσερις εποχές; Φαίνεται πως ούτε στη Φύση επικρατεί η ισότητα, αφού οι διακρίσεις και οι ανισότητες είναι συνήθη φαινόμενα και σε αυτήν.
Κάπως έτσι αιτιολογούνται και οι κοινωνικές ανισότητες στο ανθρώπινο είδος, αφού εκατομμύρια χρόνια τώρα κανένα κοινωνικοπολιτικό σύστημα, καμία φιλοσοφική θεωρία και καμία θρησκεία δεν μπόρεσε να επιβάλει την πλήρη ισότητα μεταξύ των ανθρώπων. Κάπου εδώ λάθεψαν και οι “Φυσιοκράτες” (οικονομική σχολή) που υπερθεμάτιζαν υπέρ της μεταφοράς και εφαρμογής του “δικαίου” της Φύσης στην ανθρώπινη κοινωνία.
Εκτός, βέβαια, εάν εμείς δεν μπορέσαμε ακόμη ως νοητά όντα να αντιληφθούμε τους εσωτερικούς μηχανισμούς λειτουργίας της Φύσης και το “Φυσικό Δίκαιo”. Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Φύση τίποτα δεν πράττει εις “μάτην” και το κυριότερο πως «Η Φύσις κρύπτεσθαι φιλεί».
“Το φθινόπωρο μας γοητεύει με τη βουβή του επίκληση να συμπονέσουμε την αποσύνθεσή του” (Robert Browning, Βρετανός ποιητής) Κι ενώ όλα αυτά βασάνιζαν το παιδικό μου μυαλό πριν πολλές δεκαετίες, χωρίς ποτέ να βρω μία πειστική ερμηνεία ή απάντηση, τα κιτρινισμένα φύλλα αρχίζουν να πέφτουν ακολουθώντας τον συμπαντικό νόμο της γέννησης και της φθοράς. Ίσως αυτή η εικόνα της πτώσης των κιτρινισμένων φύλλων του Φθινοπώρου να είναι το ερέθισμα που ενέπνευσε πολλούς ζωγράφους, λογοτέχνες ή και μουσικούς.
Δεν λείπουν, βέβαια, κι εκείνοι που απέναντι στην εικόνα των κιτρινισμένων φύλλων και στην αιώρησή τους κατακλύζονται από μελαγχολικά αισθήματα είτε γιατί ακολουθεί ο Χειμώνας είτε γιατί φιλοσοφώντας βρίσκουν αναλογίες με τη δική τους τη ζωή. Γέννηση-Φθορά-Θάνατος, η περατότητα της ανθρώπινης ζωής, το εφήμερον και η ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Μήπως τελικά ο Σοπενχάουερ είχε δίκιο για τη ματαιότητα της ζωής μας;
“Οίη περ φύλλων γενεή, τοίη δε και ανδρών. Φύλλα τα μεν τ’ άνεμος χαμάδις χέει, άλλα δε θ’ ύλη τηλεθόωσα φύει, έαρος δ’ επιγίγνετα ώρη. Ως ανδρών γενεή η μεν φύει η δ’ απολήγει” (και των θνητών η γενεά των φύλλων ομοιάζει. Των φύλλων άλλα ο άνεμος σκορπά στη χώμα και άλλα φυτρώνουν, όπως η άνοιξη τα δέντρα αναχλωραίνει. Και των θνητών μια γενεά φυτρώνει και άλλη τελειώνει. Ομήρου Ιλιάδα, Ζ,145-149). Η παρομοίωση του Ομήρου (διά στόματος Γλαύκου) είναι τόσο εύστοχη, διαχρονική και επίκαιρη στο βαθμό που καταδεικνύει το πεπερασμένο και εφήμερο της ανθρώπινης ζωής.
Κι ενώ βλέπω το χώμα να έχει γεμίσει από πολύχρωμα φύλλα (η χαρά των ζωγράφων) και ταυτόχρονα κάποια φύλλα να αποχαιρετούν με λύπη το δέντρο και να ταξιδεύουν στην ατμόσφαιρα σύμφωνα με τη φορά του ανέμου, συλλογιέμαι πόσες και πόσες λέξεις (απλές ή σύνθετες) ή φράσεις δεν έχουν δημιουργηθεί με άμεση αναφορά στη λέξη Φύλλο (κυριολεκτικά ή μεταφορικά), όπως: Φυλλοκάρδι, φυλλομέτρηση, φύλλο πορείας, φύλλο και φτερό, φύλλο συκής, δεν κουνιέται φύλλο, μέσα από τα φύλλα της καρδιάς μου, θρόϊσμα φύλλων και φυσικά το “φυλλορροώ” με τη μεταφορική του σημασία. “Φύσηξε έρωτας βοριάς μέσα στα φύλλα της καρδιάς” (τραγούδι)
Με αυτά και αυτά οι πρεσβευτές του Φθινοπώρου και οι προπομποί του Χειμώνα, δηλαδή τα κιτρινισμένα φύλλα, άλλους γεμίζουν με μελαγχολία κι άλλους με χαρά γιατί θέλουν να ζήσουν κι αυτές τις εποχές μετά το θερμό καλοκαίρι και γιατί μόνον έτσι η Άνοιξη θα έχει κάποιο νόημα ως η ελπίδα και η προσδοκία για κάτι καλύτερο.
Οι ρομαντικοί, οι απαισιόδοξοι και οι λάτρεις του Φθινοπώρου εύκολα ανακαλούν στη μνήμη τους το στίχο του Αχιλλέα Παράσχου «Την θέλω ασθενή εγώ την φίλην μου / Ωχράν την θέλω / Με είκοσι Φθινόπωρα, με Άνοιξιν καμία» ή το «Θέλω καρδίαν ζήσασαν ταχύτερον, πεσούσα. / Καρδίαν φθινοπωρινήν, ζωήν φυλλορρούσαν / Τοιούτος είμαι. Προτιμώ την νύκτα της Ημέρας. / Το πίπτον φύλλον και ουχί ναρκίσσους μυροβόλους». Επειδή, όμως, η δύναμη της ζωής είναι μεγάλη ας μην αφήσουμε τη σκέψη μας να ταυτίζει το Φθινόπωρο και τα κίτρινα φύλλα με κάθε τι απαισιόδοξο και πρόξενο μελαγχολίας κι ας στοχαστούμε πως ο κύκλος της ζωής έχει χαραχθεί σωστά από τη Φύση. H Φύση πάντα μάς διδάσκει, έστω και μέσα από τις εικόνες των κιτρινισμένων φύλλων του φθινοπώρου.
“Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας / ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής / σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς” (Γ. Σεφέρης, «Επιφάνια»,1037)
Ας ανιχνεύσουμε από την πτώση των φύλλων και κάτι αισιόδοξο γιατί στη ζωή και στη Φύση η αρχή και το τέλος, η γέννηση και η φθορά-απώλεια-Θάνατος είναι “Εν σοφία” φτιαγμένα. Ο καθένας ας ερμηνεύσει όπως αισθάνεται τους στίχους ενός παλιού τραγουδιού που τυχαία ακούγεται στο ραδιοφωνάκι επενδύοντας μουσικά την πτώση ενός κιτρινισμένου φύλλου της Μουριάς της αυλής μου.
“Μα πάντα θα ‘ρχονται τα φύλλα / Τα φύλλα τα φθινοπωρινά”
*Για πολλούς ο όρος η “πτώση” των φύλλων δεν συνιστά μόνον μία γλωσσική βαρβαρότητα αλλά και μία αισθητική απρέπεια. Τα φύλλα λικνίζονται στον αέρα στους ήχους των μουσών χωρίς θόρυβο και όταν φθάνουν στη γη δεν κάνουν θόρυβο-πάταγο, όπως η πτώση κάποιου άλλου αντικειμένου.
ΠΗΓΗ : Blog “ΙΔΕΟπολις” Ηλία Γιαννακόπουλου
————————————————————
Τα άρθρα που δημοσιεύουμε στη στήλη αυτή εκφράζουν τους συντάκτες τους,
χωρίς να συμπίπτουν απαραίτητα με τις απόψεις μας