Συνέβη 1 Σεπτεμβρίου στην Ελλάδα και τον κόσμο

1 Σεπτεμβρίου 2023

Είναι η 244η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 121 ημέρες για τη λήξη του
🌅  Ανατολή ήλιου: 06:55 – Δύση ήλιου: 19:55 – Διάρκεια ημέρας: 13 ώρες 0 λεπτά
🌒  Σελήνη 4.9 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Αδαμάντιο, Διαμαντή, Αδαμαντία, Αμάντα, Άντα, Διαμαντούλα, Ρουμπίνη, Μαντώ, Αθηνά, Ακριβή, Αντιγόνη, Ασπασία, Αφροδίτη, Φρέγια, Διώνη, Διόνη, Δωδώνη, Ελπινίκη, Ερασμία, Ερατώ, Τέτη, Ευτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεονύμφη, Καλλιρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κλειώ, Πάτρα, Πατρούλα, Πατρίτσα, Κοραλία, Ράλλης, Ραλλία,  Ραλλού, Ραλού, Μαργαρίτης, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μέλπω, Μόσχω, Μοσχούλα, Ουρανία, Ράνια, Πανδώρα, Πηνελόπη, Μπηλιώ, Μπιλιώ, Πίτσα, Πολύμνια, Πολυνίκη, Πολύνα, Πόλυ, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Χαϊδευτός, Χάιδω, Χαρίκλεια, Χαρά, Χαρούλα, Ιησού, Μελέτιος, Μελέτη, Μελετία, Μελετούλα, Μελετίνα, Συμεών, Συμεώνη, Σύμος, Συμεωνή, Συμεωνία, Συμεώνα, Σύμη, Ισμήνη και Πολυτίμη.

 

 

Γεγονότα

 

 

272 π.Χ. – Ο Βασιλιάς της Ηπείρου, Πύρρος, στην προσπάθειά του να κυριεύσει το Άργος από τους Μακεδόνες, βρίσκει άδοξο θάνατο από κεραμίδι που ρίχνει στο κεφάλι του μία γυναίκα. Ο Πύρρος, βλέποντας την απελπιστική κατάσταση, αφαίρεσε τα διακριτικά του από το κράνος του και βασιζόμενος στο άλογό του όρμησε ανάμεσα στους εχθρούς που τον καταδίωκαν. Τότε δέχτηκε χτύπημα από ένα ακόντιο που τρύπησε την πανοπλία του στο θώρακα. Το τραύμα αποδείχτηκε αμελητέο και τότε στράφηκε ενάντια στο στρατιώτη που του είχε επιτεθεί, κάποιου άνδρα από το Άργος, που ήταν γιος κάποιας φτωχής ηλικιωμένης γυναίκας. Εκείνη είχε καταφύγει στη στέγη κάποιου οικήματος από όπου είχε θέα της μάχης. Όταν είδε τον κίνδυνο που διέτρεχε ο γιος της, σήκωσε έντρομη ένα κεραμίδι και το εκσφενδόνισε κατά του βασιλιά με τα δύο της χέρια. Ο Πύρρος δέχτηκε το χτύπημα κάτω από το κράνος, με αποτέλεσμα να σπάσουν οι σπόνδυλοι στη βάση του τραχήλου του. Ως αποτέλεσμα έχασε τις αισθήσεις του και τα χαλινάρια του τού έφυγαν από τα χέρια. Έτσι έπεσε ανάμεσα στους μαχόμενους που δεν αντιλήφθηκαν τι είχε συμβεί.
Εντούτοις ένας άνδρας με το όνομα Ζώπυρος, ο οποίος υπηρετούσε υπό τις διαταγές του Αντίγονου, μαζί με δύο τρεις άλλους, κατάλαβαν ποιος ήταν και τον έσυραν στο κατώφλι ενός σπιτιού, πάνω στη στιγμή που άρχιζε να ανακτά τις αισθήσεις του. Τα χέρια του Ζώπυρου δίστασαν ελάχιστα μπροστά στο βλέμμα του βασιλιά, παρόλα αυτά κατέβηκαν χτυπώντας τον άτεχνα στο σαγόνι. Έτσι τον αποκεφάλισε αργά και με δυσκολία.
Τότε ο γιος και διάδοχος του βασιλιά Αντίγονου, ο Αλκιονεύς, αφού βεβαιώθηκε για την ταυτότητα του νεκρού, άρπαξε ο ίδιος το κεφάλι και θριαμβευτικά το εναπόθεσε μπροστά στα πόδια του πατέρα του. Ωστόσο ο Αντίγονος, βλέποντας το αποτρόπαιο θέαμα, άρπαξε το ραβδί του κι άρχισε να χτυπά και να διώχνει το γιο του, αποκαλώντας τον άξεστο και βάρβαρο. Κατόπιν ξέσπασε σε λυγμούς ενθυμούμενος τις κακοτυχίες του πατέρα του, Δημητρίου, και του παππού του, Αντίγονου.
Κατόπιν διέταξε να προετοιμαστούν τα λείψανα του εχθρού του για την τελετή της ταφής και για την καύση. Όταν αργότερα ο Αλκιονεύς εντόπισε τον πρίγκιπα Έλενο κάπου σε κακή κατάσταση και ντυμένο με κουρέλια, δεν τον πείραξε. Του μίλησε με την αρμόζουσα ευγένεια και τον οδήγησε μπροστά στον πατέρα του. Ευχαριστημένος ο Αντίγονος αυτή τη φορά επαίνεσε το γιο του, επισημαίνοντας δε πως έπρεπε να του είχε δώσει καλύτερα ρούχα. Ύστερα, φρόντισε τον Έλενο και τιμώντας την κοινωνική του θέση, του έδωσε τα λείψανα του Πύρρου για να τις μεταφέρει με ασφάλεια στην πατρίδα τους.[36][80]. Το έτος 1885 σε τυχαία ανασκαφή στό Προδρόμι Θεσπρωτίας, βρέθηκε ασύλητος αρχαίος τάφος, με απίστευτα ανεκτίμητα κτερίσματα. Μεταξύ αυτών ήταν ολόκληρος ο οπλισμός ενός πολύ ψηλού ιστάμενου. Περιλάμβανε ένα μοναδικό ασημένιο κράνος, ένα ορειχάλκινο θώρακα, με χρυσές πόρπες, ακόντιο, σπαθιά, κλπ. τα οποία εκτέθηκαν αρχικά στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κέρκυρας και από το 2009 εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηγουμενίτσας. Με βάση την παράγραφο περιγραφής του Πλούταρχου, περί της ταφής του Βασιλιά Πύρρου, μελετητής από την περιοχή θεωρεί ότι ο τάφος ανήκει στον Βασιλιά Πύρρο Ι, του οποίο “τα λείψανα μεταφέρθηκαν στήν πατρίδα γιά ταφή”

 

1902 – Κάνει πρεμιέρα στους γαλλικούς κινηματογράφους η ταινία του Ζορζ Μελιές «Ταξίδι στη Σελήνη» (πρωτότυπος τίτλος: Le Voyage dans la Lune, διεθνής τίτλος: A Trip to the Moon) είναι μία γαλλική βωβή ταινία του 1902, σε σκηνοθεσία, παραγωγή και σενάριο Ζωρζ Μελιές. Το σενάριο είναι εμπνευσμένο σε δύο έργα του Ιούλιου Βερν: το Από τη Γη στη Σελήνη και το Γύρω από τη Σελήνη. Η ταινία αφηγείται την ιστορία μίας ομάδας αστροναυτών, οι οποίοι πάνε στο φεγγάρι, με τη βοήθεια μίας κάψουλας-ρουκέτας, η οποία ανατινάζει την επιφάνεια του. Εκεί θα βρουν τους κατοίκους του φεγγαριού (Selenites), και κατά την επιστροφή τους στη γη θα φέρουν κι έναν αιχμάλωτο. Στην ταινία πρωταγωνιστούν εξέχοντες ηθοποιοί του θεάτρου εκείνης της εποχής, ενώ πρωταγωνιστής είναι και ο ίδιος ο Μελιές.
Κατά την εποχή της πρώτης κυκλοφορίας του το έργο έγινε δημοφιλές, ενώ πολλά στούντιο, ειδικότερα στις ΗΠΑ, το χρησιμοποίησαν παραβιάζοντας πνευματικά δικαιώματα. Η ασυνήθιστη διάρκειά του, τα ειδικά εφέ του, η καλή παραγωγή, αλλά και η έμφασή στην εξιστόρηση, ενέπνευσε πολλούς δημιουργούς της εποχής, αλλά και γενικότερη την όλη εξέλιξη μίας ταινίας. Ακαδημαϊκοί έχουν σχολιάσει για την ταινία ότι έχει και ύφος ‘Παταφυσικής και αντι-ιμπεριαλιστικής σάτιρας, εκτός, φυσικά, ότι ενέπνευσε τον κατοπινό γαλλικό κινηματογράφο. Το φιλμ θεωρούταν χαμένο έως το 1930, και μετά την αποχώρηση του Μελιές από τον χώρο. Όμως, το 1930, επανήρθε στο φως, όταν άρχισε να πιστώνεται στον Μελιές η σπουδαιότητα του έργου του προς στην ιστορία του κινηματογράφου. Μια αυθεντική χειροποίητη επιχρωμάτωση ανακαλύφθηκε το 1993, και επεξεργάστηκε το 2011.
Το The Village Voice τη συμπεριέλαβε ανάμεσα στις 100 Σπουδαιότερες Ταινίες του 20ου αιώνα, κατατάσσοντας την στην 84η θέση.[2] Η ταινία είναι το πιο γνωστό δημιούργημα του Μελιές, ενώ η σκηνή στην οποία η κάψουλα που μεταφέρει τους αστροναύτες καρφώνεται στο μάτι της σελήνης, είναι μία από τις πιο γνωστές στιγμές στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Θεωρείται ευρέως ως η πρώτη ταινία επιστημονική – φαντασίας που φτιάχτηκε, αλλά και μία από τις ταινίες με τη μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία του κινηματογράφου.

 

1911 – Με ενθουσιασμό και συγκίνηση υποδέχεται ο ελληνικός λαός το θωρηκτό Αβέρωφ, που καταπλέει στα φαληρικά νερά. Το θωρακισμένο καταδρομικό «Γεώργιος Αβέρωφ» (Θ/Κ «Γ. Αβέρωφ»), επίσης κοινώς γνωστό ως «Θωρηκτό Αβέρωφ», είναι ιστορικό πλοίο της νεότερης Ελλάδας. Παρά το γεγονός ότι αναφέρεται ως θωρηκτό, είναι θωρακισμένο καταδρομικό, κλάσης ΠΙΖΑ (ήταν ακριβές αντίγραφο του ιταλικού θωρακισμένου καταδρομικού «Pisa» που είχε ναυπηγηθεί το 1907 με βάση σχέδιο του ναυπηγού Ιωσήφ Ορλάντο), το οποίο ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία του Oρλάντο στο Λιβόρνο της Ιταλίας την περίοδο 1908 – 1911, και εντάχθηκε στο τότε Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό.
Η τότε κυβέρνηση του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη δαπάνησε 23.650.000 χρυσές δρχ. για την απόκτησή του. Τα 8.000.000 χρυσές δρχ. προέρχονταν από το 20% της συνολικής κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ, που παραχώρησε με τη διαθήκη του στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899 (χρονολογία δημοσίευσης της διαθήκης), στην οποία όριζε ότι το ποσό αυτό διατίθεται για την ναυπήγηση πολεμικού πλοίου που θα φέρει το όνομά του και θα χρησιμοποιείται ως Εκπαιδευτικό πλοίο και «Σχολή Ναυτικών Δοκίμων». Το υπόλοιπο ποσό (15.650.000 χρυσές δραχμές) καλύφθηκε από το Ταμείο Εθνικού Στόλου.
Πρόκειται για το μοναδικό δείγμα του τύπου (θωρακισμένο καταδρομικό) που διατηρείται στον κόσμο ως σήμερα.

 

1939 – Η Γερμανία εισβάλλει στην Πολωνία. Αρχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αφορμή για εισβολή δεν υπάρχει και οι Ναζί αποφασίζουν να την δημιουργήσουν, σύμφωνα με το σχέδιό τους (Operation Himmler). Τη νύκτα της 31 Αυγούστου του 1939, άνδρες της SS παίρνουν 150 κρατούμενους από το Στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ, τους μεταφέρουν στον συνοριακό σταθμό διαβιβάσεων του Γκλάιβιτς και τους ντύνουν με πολωνικές στολές. Αμέσως μετά τους υποχρεώνουν να καταπιούν δηλητήριο, πυροβολούν τα πτώματα, προξενούν μικρές καταστροφές στον σταθμό, ώστε να φαίνεται ότι δέχτηκε επίθεση. Το πρώτο θύμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που μόλις θα ξεκινούσε, ήταν ο Γερμανός Franciszek Honiok, ένας 43χρονος αγρότης της Σιλεσίας, τον οποίο πράκτορες των SS συνέλαβαν στις 30 Αυγούστου. Στον ασύρματο του σταθμού ένας άνδρας των SS ουρλιάζει στα Πολωνικά ότι τα στρατεύματα της Πολωνίας πρόκειται να εισβάλουν στην Γερμανία. Ο διοικητής του σταθμού συνταγματάρχης Στάινμετς αρχικά δοκιμάζει να αντισταθεί στην απάτη, αλλά οι SS του απαντούν με ένα “Fuhrerbefehl!” (διαταγή του Φύρερ). Μετά τη λήψη και σχετικών φωτογραφιών, οι SS αποχωρούν.
Με αυτό τον τρόπο ο Χίτλερ μπορεί πλέον να αναγγείλει επίσημα, την 1η Σεπτεμβρίου 1939, στο Ράιχσταγκ ότι οι Πολωνοί προσπάθησαν την προηγούμενη να εισβάλουν στο Γερμανικό έδαφος και ότι η Βέρμαχτ ανταποδίδει τα πυρά που δέχτηκε στις 4:45 το πρωί. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι διαφορετική. Ο Χίτλερ έχει διατάξει την επίθεση κατά της Πολωνίας από τις 31 Αυγούστου. Η Βέρμαχτ, με βάση λεπτομερές σχέδιο που κατάρτισαν ο Βάλτερ φον Μπράουχιτς και το Επιτελείο του, με το κωδικό όνομα Fall Weiss (λευκό σχέδιο), επιτίθεται από ξηράς, θαλάσσης και αέρος στην Πολωνία. Είναι 1 Σεπτεμβρίου 1939 και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος αρχίζει στην Ευρώπη.

 

 

Γεννήσεις

 

 

1815 – Σπυρίδων Ζαμπέλιος. Γεννήθηκε στη Λευκάδα, από εύπορη και αριστοκρατική οικογένεια, απώτερης ιταλικής καταγωγής. Ο πατέρας του, Ιωάννης Ζαμπέλιος, ήταν δικαστικός, λόγιος, δραματικός ποιητής και δραματουργός και οι προγονικές του οικογένειες είχαν διακριθεί στην πολιτική και πνευματική ζωή της Επτανήσου, ως διδάσκαλοι και ιερείς. Παππούς του ήταν ο Ζαχαρίας Ζαμπέλιος, που τιμήθηκε με ανώτατα αξιώματα της Ιονίου Πολιτείας, θείος του ο Φήλιξ, πρόεδρος της Επτανησιακής Γερουσίας, ενώ ένας από τους προγόνους του, ο Νεκτάριος Ζαμπέλιος είχε διακριθεί στα γράμματα..Ο παππούς του από τη μητέρα του, ο Δημήτριος Πετριτσόπουλος, είχε διατελέσει πρόεδρος της Επτανησιακής Βουλής το 1803 και εξάσκησε ανώτερα κρατικά πόστα στην Κεφαλονιά το 1804, στη Λευκάδα το 1806 και το 1810, όπου είχε γίνει σύμβουλος του Άγγλου κυβερνήτη, του περίφημου Love. Ο Σπυρίδων παρακολούθησε τη στοιχειώδη εκπαίδευση στη Λευκάδα με δασκάλους τον Αθανάσιο Ψαλίδα, διευθυντή του Σχολείου της πόλεως και τον Vincenzo Nannoucci, υπομνηματιστή του Dante και συνθέτη τραγουδιών σε λαϊκή γλώσσα. Στη συνέχεια το 1883 φοίτησε στο Νομικό Τμήμα της Ιονίου Ακαδημίας της Κέρκυρας όπου και γνωρίστηκε με τον Διονύσιο Σολωμό αλλά και με τον Ανδρέα Κάλβο. Όταν αποφοίτησε από την Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας μετέβη στην Ιταλία, όπου συνέχισε τις σπουδές του στη Νομικά στα Πανεπιστήμια της Μπολόνια και της Πίζας στο οποίο και αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ. Η γνωριμία του με τον μεσαιωνολόγο Ανδρέα Μουστοξύδη τον ώθησε στη μελέτη μεσαιωνικών και γλωσσολογικών χειρογράφων στις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες της Ευρώπης αλλά και στην Τουρκία. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του ταξίδεψε σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και στη Γερμανία, όπου στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης παρακολούθησε παραδόσεις μαθημάτων του Hegel, από τον οποίο επηρεάστηκε, καθώς και στη Μεγάλη Βρετανία.Τελικά εγκαταστάθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1845 και έμεινε στην Κέρκυρα. όπου κατέλαβε διάφορες θέσεις και δημοσίευσε ανώνυμα το ποίημα Η ύστερη νυχτιά του καταδίκου (1845), διάφορα ερωτικά ποιήματα και τη μελέτη Άσματα δημοτικά της Ελλάδος (1852). Στη συνέχεια έφυγε ξανά για την Ευρώπη για νέες μελέτες και επέστρεψε το 1856, λόγω του θανάτου του πατέρα του. Εντάχθηκε στην πολιτική παράταξη των Μεταρρυθμιστών που υποστήριζαν τις απόψεις των Άγγλων, συνεργάστηκε με τα έντυπά τους την εφημερίδα του Μουστοξύδη Το Μέλλον και την Κερκυραϊκή πολιτική εφημερίδα Πατρίς του Βραΐλα και στις εκλογές του 1850 υπέβαλε υποψηφιότητα με την παράταξη και εξελέγη βουλευτής Λευκάδας στην πρώτη Βουλή [Θ Βουλή] των Επτανήσων θέση στην οποία παρέμεινε έως το 1852. Μετά τη διάλυση της Ιονίου Βουλής το 1851, ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, στην Ιταλία, Λιβόρνο, Πίζα, Ρώμη, αλλά και στην Αθήνα, ενώ στη συνέχεια έφυγε ξανά για την Ευρώπη για νέες μελέτες και επέστρεψε το 1856, λόγω του θανάτου του πατέρα του. Αποσύρθηκε από την πολιτική ταξίδεψε στην Αθήνα στην Ιταλία και εγκαταστάθηκε σε μια επαρχιακή έπαυλη στο Λιβόρνο για δέκα χρόνια.
Το 1857 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με τη σύζυγό του Λουκία και δημοσίευσε την ιστορική μελέτη Αι βυζαντιναί μελέται. Περί πηγών της ελληνικής εθνότητος, στην οποία υποστήριξε την ενότητα του αρχαίου και σύγχρονου ελληνισμού με συνδετικό κρίκο το Βυζάντιο. Τα χρόνια εκείνα άρχισε και το συγγραφικό του έργο που κάλυπτε κυρίως ιστορικά θέματα, με υλικό που είχε συγκεντρώσει από τα ταξίδια του στην Ευρώπη αλλά και στην Τουρκία. Το 1852 δημοσίευσε έκδοση ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, Άσματα Δημοτικά της Ελλάδος. Εκδοθέντα μετά μελέτης ιστορικής περί Μεσαιωνικού Ελληνισμού. Στην εκτενή εισαγωγή διατύπωσε την άποψη για την ενότητα του ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή και εισηγήθηκε την τριμερή διαίρεση της ελληνικής ιστορίας σε αρχαία, μεσαιωνική και νέα. Αποτέλεσμα του ενδιαφέροντός του για τη μεσαιωνική ιστορία ήταν και το επόμενο μεγάλο έργο του, Βυζαντιναί Μελέται. Περί πηγών Νεοελληνικής Εθνότητος από Η΄ άχρι Ι΄ εκατονταετηρίδος μ.Χ. (1857). Το 1859 δημοσίευσε το φυλλάδιο Καθίδρυσις Πατριαρχείου εν Ρωσία. Στην περίοδο 1859-1860 τοποθετείται επίσης η σημαντική για την ιστορία της νεοελληνικής κριτικής διαμάχη Ζαμπελίου – Πολυλά. Ο Ζαμπέλιος δημοσίευσε το φυλλάδιο Πόθεν η κοινή λέξις τραγουδώ, με αφορμή την έκδοση των Ευρισκομένων του Σολωμού από τον Πολυλά, υποστηρίζοντας τον ελεγειακό χαρακτήρα των έργων της ώριμης περιόδου του Σολωμού. Η άποψή του ανασκευάστηκε από τον Πολυλά στο φυλλάδιο Πόθεν η μυστικοφοβία του κ.Σ. Ζαμπελίου (Κέρκυρα 1860) [Για τα κείμενα της διαμάχης). Τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία, σε επίπεδο κριτικής, με το κείμενο Πόθεν η κοινή λέξις τραγουδώ; Σκέψεις περί ελληνικής ποιήσεως, που αναφερόταν στην ποιητική του σολωμικού έργου υποστηρίζοντας τον ελεγειακό χαρακτήρα των έργων της ώριμης περιόδου του Σολωμού, αλλά και ως λογοτέχνης, με τα ιστορικά μυθιστορηματικά έργα Ιστορικά Σκηνογραφήματα (1860) και τους Κρητικούς Γάμους (1871) με αφορμή της ιστορικές περιπέτειες της Κρήτης. με υποθέσεις από την ιστορία της Ενετοκρατίας στο νησί. Το 1864 δημοσίευσε στην Αθήνα τη γλωσσολογική μελέτη Ιταλοελληνικά. Δημοσίευσε επίσης το ιταλόφωνο μυθιστόρημα Αναμνήσεις μοναχής. Προς το τέλος της ζωής του ξεκίνησε να γράφει ένα ετυμολογικό ελληνικό λεξικό, του οποίου το πρώτο μέρος εκδόθηκε στο Παρίσι το 1879 με τίτλο Parlers Grecs Et Romains[Μιλώντας Ελληνικά και Ρωμαϊκά].
Προς το τέλος της ζωής του (1870) ταξίδεψε στην Ιταλία και εγκαταστάθηκε σε μια επαρχιακή έπαυλη στο ιδιόκτητο κτήμα του στο Antignano κοντά στο Λιβόρνο της Ιταλίας για 10 ολόκληρα χρόνια, απ’ όπου κάνει συχνά ταξίδια ανάμεσα Λιβόρνο και Ταυρίνο, ανάμεσα στην Ιταλία και την Ελβετία. Πέθανε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στο Ζουνκ της Ελβετίας το 1881. Άφησε την περιουσία του σε Κρητικά ιδρύματα και στην κοινότητα του Λιβόρνο.

 

 1824 – Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Γεννήθηκε στην Αγία Μαύρα Λευκάδας τον Ιούνιο του 1824 και βαπτίστηκε (Μόσχος – Αριστοτέλης) στις 2 Σεπτεμβρίου στον Ιερό Ναό του Παντοκράτορος. Γιος του ηπειρωτικής καταγωγής Ιωάννη Βαλαωρίτη από τη Βαλαώρα Ευρυτανίας – πολιτευτή των Επτανήσων – και της καταγόμενης από ευγενή οικογένεια της Κεφαλλονιάς Αναστασίας Τυπάλδου-Φορέστη του Γρηγορίου. Δείγμα της λατρείας προς την αρχαία Ελλάδα και τον κλασσικό πολιτισμό τους οποίους έτρεφε το οικογενειακό του περιβάλλον ήταν η ονοματοδοσία του ποιητή με το όνομα Αριστοτέλης. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη Λευκάδα και στην Κέρκυρα. Φοίτησε (1838-1841) στην Ιόνιο Ακαδημία και ακολούθως ταξίδεψε στο ελεύθερο Ελληνικό κράτος και στην Ιταλία. Ύστερα πήγε στο Ελβετικό κολλέγιο στη Γενεύη(1842-1844), με κηδεμόνα τον Εϋνάρδο. Το 1844 έλαβε το Baccalauréat ès letters et ès sciences. Στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι, όπου γράφτηκε στη νομική σχολή (1844-1846), αλλά για λόγους υγείας μετέβη στην Πίζα στην Ιταλία και σπούδασε νομικά. Το 1848, στις 16 και 22 Μαΐου αναγορεύθηκε διδάκτωρ του Δικαίου. Το επάγγελμα του δικηγόρου όμως δεν το εξάσκησε ποτέ. Αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στην ποίηση.

 

1915 – Κεν Άστον. Διακεκριμένος άγγλος διαιτητής ποδοσφαίρου, που εισηγήθηκε σημαντικές καινοτομίες στο τρόπο διεύθυνσης ενός αγώνα, με αποκορύφωμα την κίτρινη και την κόκκινη κάρτα.
Ο Κεν Άστον (Ken Aston) γεννήθηκε στο Κόλτσεστερ την 1η Σεπτεμβρίου 1915 και από μικρός ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο. Σπούδασε οικονομικά και διορίστηκε δάσκαλος σε Δημοτικό Σχολείο της γενέτειράς του. Υπηρέτησε τη Στοιχειώδη Εκπαίδευση για 44 χρόνια, φθάνοντας στο βαθμό του διευθυντή. Το 1936 ξεκίνησε τη διαιτητική του καριέρα από τα τοπικά πρωταθλήματα. Την ολοκλήρωσε το 1963, εκπληρώνοντας το όνειρο κάθε άγγλου διαιτητή. Διηύθυνε τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας μεταξύ Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ – Λέστερ 3-1 και στο τέλος ανέβηκε τα περίφημα 39 σκαλιά για να παραλάβει το μετάλλιό του από τη Βασίλισσα Ελισάβετ.
Η σημαντικότερη στιγμή της διεθνούς διαιτητικής του καριέρας ήλθε στις 2 Ιουνίου 1962, όταν διηύθυνε τον αγώνα Χιλής – Ιταλίας για την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Χιλής. Ο αγώνας ήταν σκληρός και χρειάστηκε τη συνδρομή των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας για να τον φέρει σε πέρας. Δικαίως έμεινε στην ιστορία ως η «Μάχη του Σαντιάγο».
Η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι ώρες πριν από τη διεξαγωγή του, εξαιτίας των προσβλητικών σχολίων κάποιων ιταλών δημοσιογράφων, που αμφισβήτησαν την ηθική των γυναικών της Χιλής. Ο Άστον απέβαλε δύο ποδοσφαιριστές της «Σκουάντρα Ατζούρα», αλλά έκλεισε τα μάτια σε κάποιες δυναμικές ενέργειες των χιλιανών ποδοσφαιριστών, που σήκωναν αποβολή. Ο ίδιος αργότερα επικαλέσθηκε την απειρία των εποπτών του για την εύνοιά του υπέρ των διοργανωτών, που επιβλήθηκαν με 2-0.
Ο Κεν Άστον κατά τη διάρκεια της γηπεδικής του ζωής ανέπτυξε ορισμένες δημιουργικές ιδέες για τη διαιτησία. Εισηγήθηκε τη δεκαετία του ’40 και έγινε αποδεκτή από την Αγγλική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου η μαύρη στολή με την άσπρη μπορντούρα για τους διαιτητές και η υιοθέτηση του κίτρινου και κόκκινου χρώματος στα σημαιάκια των εποπτών για να διακρίνονται καλύτερα. Μέχρι τότε, οι διαιτητές φορούσαν σακάκι και το σημαιάκι του επόπτη είχε το χρώμα της γηπεδούχου ομάδας.
Μετά το κρέμασμα της σφυρίχτρας του το 1963 αξιοποιήθηκε στη FIFA ως μέλος της επιτροπής διαιτησίας. Η μεγαλύτερη συνεισφορά του Κεν Άστον ήταν η εισήγησή του για την καθιέρωση της κίτρινης και της κόκκινης κάρτας στον πειθαρχικό έλεγχο των ποδοσφαιριστών. Έγινε δεκτή από την FIFA και εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού το 1970.
Η αφορμή δόθηκε από το ντέρμπι Αγγλίας – Αργεντινής για την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966. Ο γερμανός διαιτητής Ρούντολφ Κράτλιν δεν μπορούσε να συνεννοηθεί με κανέναν από τους 22 ποδοσφαιριστές, καθώς μιλούσε μόνο τη μητρική του γλώσσα κι έτσι κανένας δεν κατάλαβε ότι οι αδερφοί Τσάρλτον είχαν παρατηρηθεί, ενώ ο Αργεντινός Αντόνιο Ρατίν που αποβλήθηκε δεν δεχόταν να φύγει από τον αγωνιστικό χώρο. Τότε ο Κεν Άστον, που εκτελούσε χρέη παρατηρητή, κατάλαβε ότι κάτι έπρεπε να αλλάξει στο ποδόσφαιρο.
Επιστρέφοντας με το αυτοκίνητό του στο σπίτι του σταμάτησε σε ένα φανάρι. Σαν αστραπή του πέρασε από το μυαλό η ιδέα ότι το πορτοκαλί και το κόκκινο φως κυκλοφορίας θα μπορούσαν να τύχουν εφαρμογής στο ποδόσφαιρο και να ξεπεραστούν τα προβλήματα της γλώσσας. Η κίτρινη κάρτα θα σήμανε προειδοποίηση και η κόκκινη αποβολή. Έτσι θα γινόταν απολύτως ξεκάθαρη η απόφαση του διαιτητή και δεν θα χρειάζονταν κάθε φορά να επικαλούνται τις μαντικές τους ικανότητες, παίκτες και θεατές. Άλλες καινοτομίες που εισηγήθηκε ο Άστον ήταν η χρησιμοποίηση αναπληρωματικού διαιτητή, που οδήγησε αργότερα στην υιοθέτηση του τέταρτου διαιτητή, η πινακίδα των αλλαγών και η ειδική αναφορά στους κανονισμούς παιδιάς της πίεσης που πρέπει να έχει η σφαίρα (μπάλα).
Ο Κεν Άστον πέρασε πολλά χρόνια στις ΗΠΑ, μαθαίνοντας στα αμερικανόπουλα τα μυστικά του ποδοσφαίρου. Το 1997 αναγορεύτηκε σε «σερ» από τη Βασίλισσα Ελισάβετ. Πέθανε στις 23 Οκτωβρίου του 2001.
Η φιλοσοφία του για το ποδόσφαιρο και τη διαιτησία συνοψίζεται στη ρήση του: «Το ποδόσφαιρο ήταν και είναι η ζωή μου και το θεωρώ πολύ απλό. Είναι σαν ένα θεατρικό έργο με 22 πρωταγωνιστές. Ο διαιτητής είναι κάτι σαν τον σκηνοθέτη. Με τη μοναδική διαφορά ότι δεν ξέρει το σενάριο, δεν γνωρίζει ποτέ το τέλος και το όλο έργο έχει μόνο έναν στόχο: να διασκεδάζει τον θεατή».

 

 

Θάνατοι

 

 

1715 – Λουδοβίκος 14ος. Ο Λουδοβίκος Θεόδοτος γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου του 1638 στο Κάστρο του Σαιν Ζερμέν αν Λαι. Η γέννηση έγινε δεκτή ως χαρμόσυνο γεγονός από του συγχρόνους του, επειδή ο γάμος των γονέων του, Λουδοβίκου ΙΓ΄ και Άννας της Αυστρίας, κόρης του Φιλίππου Γ΄ της Ισπανίας, παρέμενε άτεκνος επί 23 χρόνια. Μετά από μερικές αποβολές το ζευγάρι είχε αποξενωθεί και η θρησκευόμενη Άννα απέδωσε τη γέννηση του επί μακρόν επιθυμητού διαδόχου στην επέμβαση του Αγίου Φιακρίου, οπότε το νεογέννητο πήρε το δεύτερο όνομα Dieudonné (Θεόδοτος). Το 1640 ακολούθησε η γέννηση του δεύτερου γιου, του Φιλίππου. Η καθυστερημένη γέννηση δύο γιων εξασφάλισε τη δυναστική συνέχεια των Βουρβόνων και κατέστησε τη διαδοχή από τον Γκαστόν, Δούκα της Ορλεάνης, ισχνό ενδεχόμενο. Πάντως ο γάμος του Λουδοβίκου και της Άννας παρέμεινε δυστυχής, επειδή ο Βασιλιάς αμφισβητούσε την προέλευση των παιδιών του και κατηγορούσε τη σύζυγό του ότι κέρδιζε τη συμπάθεια του Διαδόχου.
Ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ πέθανε στις 14 Μαΐου του 1643 και ο μόλις τετράχρονος Δελφίνος ανακηρύχθηκε επίσημα νέος βασιλιάς ως Λουδοβίκος ΙΔ΄. Ένα συμβούλιο αντιβασιλείας υπό την Άννα την Αυστριακή ανέλαβε την εξουσία για τον ανήλικο διάδοχο, ενώ η πραγματική λήψη αποφάσεων ανήκε στον Καρδινάλιο Μαζαρέν. Αυτός είχε ήδη αρχίσει να διαχειρίζεται ως Πρώτος Υπουργός τις κρατικές υποθέσεις και ήταν ανάδοχος του νεαρού Βασιλιά.

 

1984 – Ασημάκης Πανσέληνος. Γεννήθηκε στην Μυτιλήνη, όπου και έζησε όλα τα παιδικά του χρόνια και έβγαλε εκεί το γυμνάσιο. Ήταν γιος του Ιωακείμ Πανσέληνου και της Μυρτώς Βελισσαρίου. Σπούδασε νομικά (και συμπληρωματικά κοινωνιολογία, ψυχολογία και λογοτεχνία) στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως δικηγόρος. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου φυλακίστηκε από το καθεστώς λόγω της δράσης του ενώ κατά την περίοδο της Κατοχής ανέπτυξε αντιστασιακή δράση, για την οποία και φυλακίστηκε από τους Ιταλούς στις φυλακές Αβέρωφ. Στα Δεκεμβριανά συνελήφθη από τους Άγγλους, δραπέτευσε όμως από το Χασάνι, όπου κρατείτο, το 1945. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο εξελέγη το 1950 βουλευτής Λέσβου με το Σοσιαλιστικό Κόμμα-Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας.
Ήταν παντρεμένος με την ποιήτρια – νομικό Έφη Πανσελήνου και είχαν αποκτήσει έναν γιο, τον συγγραφέα Αλέξη Πανσέληνο.
Η πρώτη του εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα πραγματοποιήθηκε το 1921, όταν και βραβεύθηκε για ένα πεζό σε διαγωνισμό του περιοδικού “Μυτιληνιός”. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με αρκετά αθηναϊκά περιοδικά (Ταχυδρόμος, Νεοελληνικά Γράμματα, Ελεύθερα Γράμματα κ.α. ) δημοσιεύοντας ποιήματα, κριτικά δοκίμια και άρθρα. Το 1946 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή “Μέρες Οργής” ενώ το 1974 εξέδωσε το αυτοβιογραφικό πεζογράφημα “Τότε που ζούσαμε”, το οποίο και τον καταξίωσε στο ευρύτερο κοινό. Ο Πανσέληνος υπήρξε πνεύμα κριτικό και προοδευτικό με σατιρική φλέβα που καταπιάστηκε με αρκετά είδη λόγου (αυτοβιογραφικά, δοκίμια, ταξιδιωτικά, πεζογραφία, ποίηση, πρόζα,κριτική,).
Παράλληλα με την συγγραφική του δραστηριότητα υπήρξε αρθρογράφος στις εφημερίδες Μάχη (Σβώλος – Τσιριμώκος) και Πολιτική (Τσιριμώκος).

 

2006 – Γουόρεν Μιτόφσκι. Αμερικανός εκλογολόγος, που θεωρείται ο δημιουργός των δημοσκοπήσεων εξόδου από την κάλπη (exit poll).
O Γουόρεν Μιτόφσκι (Warren Mitofsky) γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1934 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης και σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Βόρειας Καρολίνας και της Μινεσότας.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία από τo Γραφείο Απογραφών των ΗΠΑ (Census Bureau) και από το 1967 έως το 1990 ήταν επικεφαλής του τμήματος δημοσκοπήσεων του τηλεοπτικού δικτύου CBS.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο CBS ανέπτυξε ένα αξιόπιστο σύστημα τηλεφωνικών δημοσκοπήσεων και δημιούργησε τις ιδιαίτερα δημοφιλείς στην εποχή μας δημοσκοπήσεις εξόδου από την κάλπη (exit poll), που προλέγουν το αποτέλεσμα της κάλπης.
Το 1993 ίδρυσε τη Mitofsky International, μία εταιρεία με διεθνή παρουσία, που ειδικεύεται σε δημοσκοπήσεις (κυρίως exit poll) για τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα. Ο Γουόρεν Μιτόφσκι πέθανε την 1η Σεπτεμβρίου 2006, σε ηλικία 71 ετών.

 

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia


AgrinioStories