21 Σεπτεμβρίου 2024
Είναι η 265η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 101 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:12 – Δύση ήλιου: 19:23
Διάρκεια ημέρας: 12 ώρες 11 λεπτά
🌖 Σελήνη 18.5 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Ιωνά και Ιωνία
Γεγονότα
1943 – Αρχίζουν οι σφαγές των ανδρών της ιταλικής Μεραρχίας Άκουι, που παραδόθηκαν στις Γερμανικές Αρχές της Κεφαλλονιάς μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας.
Συνολικά, θα χάσουν τη ζωή τους 5.000 στρατιωτικοί. Η Σφαγή της Μεραρχίας Άκουι, επίσης γνωστή και ως η Σφαγή της Κεφαλονιάς, ήταν η μαζική εκτέλεση των ανδρών της ιταλικής 33ης Μεραρχίας πεζικού Άκουι από τις γερμανικές δυνάμεις, στο νησί της Κεφαλονιάς, τον Σεπτέμβριο του 1943, μετά την ιταλική παράδοση κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Περίπου 5.000 στρατιώτες σφαγιάστηκαν και πολλοί άλλοι πνίγηκαν.
Μετά την απόφαση της ιταλικής κυβέρνησης να διαπραγματευτεί την συνθηκολόγηση της στους Συμμάχους το 1943, ο Γερμανικός Στρατός προσπάθησε να αφοπλίσει τους Ιταλούς κατά τη διάρκεια της «Επιχείρησης Άξονας». Στις 13 Σεπτεμβρίου οι Ιταλοί της 33ης Μεραρχίας πεζικού Άκουι αντιστάθηκαν στον αφοπλισμό και πολέμησαν τους Γερμανούς στη Κεφαλονιά.
Μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου και η τελευταία ιταλική ομάδα αντίστασης παραδόθηκε αφού τα πυρομαχικά της εξαντλήθηκαν. Συνολικά 1.315 Ιταλοί σκοτώθηκαν στη μάχη, 5.155 εκτελέστηκαν έως τις 26 Σεπτεμβρίου και 3.000 πνίγηκαν όταν τα γερμανικά πλοία που μετέφεραν τους επιζώντες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης βυθίστηκαν από τους Συμμάχους. Οι άνδρες που σφαγιάστηκαν αποτέλεσαν μία από τις μεγαλύτερες ομάδες αιχμαλώτων πολέμου μαζί με αυτών της σφαγής στο Κατύν. Η εξολόθρευση τους ήταν μία από τις πολλές φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν από την 1η Ορεινή Μεραρχία.
1944 – Η 3η Ορεινή Ταξιαρχία καταλαμβάνει το Ρίμινι, εκδιώκοντας τους Γερμανούς που το υπερασπίζονται, και υψώνει την Ελληνική Σημαία. Η 3η Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία (ΙΙΙ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία, ΙΙΙ Ε.Ο.Τ. «Ρίμινι») ήταν μια μονάδα πεζικού που συγκροτήθηκε από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου.
Προήλθε από πολιτικά δεξιά πτέρυγα του Ελληνικού Στρατού από έμπιστους στους Βρετανούς και στο Βασιλιά στρατιωτικούς, μετά την καταστολή του κινήματος της Μέσης Ανατολής της 6ης Απριλίου 1944 στην Αίγυπτο. Συστάθηκε στις 31 Μαΐου 1944 (η διαταγή για τη σύστασή της εκδόθηκε, τυπικά, στις 9 Ιουνίου) στο στρατόπεδο “Ινσαρίγιε” του Λιβάνου ενώ στις 19 Ιουνίου μεταφέρθηκε στην Τρίπολη του Λιβάνου και στο Κέντρο Εκπαίδευσης Ορεινού Αγώνα του ΣΣΜΑ. Στις 28 Ιουλίου η σύνθεσή της έχει συμπληρωθεί και ολοκληρωθεί, αποτελούμενη από 3.337 άνδρες, εκ των οποίων 205 αξιωματικοί και 89 ανθυπασπιστές. Διοικήθηκε από τον συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσακαλώτο και πολέμησε στην Μάχη του Ρίμινι στην Ιταλία (υπό τη Διοίκηση του 1ου Καναδικού Σώματος), όπου με προσωπική εντολή του Τσώρτσιλ ενεπλάκη για να αποκτήσει πολεμική εμπειρία τον τιμητικό τίτλο «Ταξιαρχία Ρίμινι» και κατά την πρώτη φάση του κατά κάποιους ιστορικούς Ελληνικού εμφυλίου εναντίον του ΕΑΜ στα Δεκεμβριανά εμφύλια σύγκρουση όπου ήρθαν Βρετανοί στρατιώτες στην Αθήνα.
Στη διατήρηση ή διάλυση της, όπως και του ΕΛΑΣ, επικεντρώθηκε η κρίση που οδήγησε στα Δεκεμβριανά. Κεντρώοι πολιτικοί επέκριναν την ταξιαρχία ως πραιτοριανή ενώ η κυβέρνηση Παπανδρέου τους στήριζε. Κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών η ταξιαρχία δέχθηκε επίθεση στο Γουδή από άνδρες του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ (κυρίως της 2ης μεραρχία της Στερεάς Ελλάδας-περίπου 4.000 άνδρες, ενώ το σύνολο των κυβερνητικών δυνάμεων ήταν 3.157) που αποχώρησαν με εξαιρετικά σημαντικές απώλειες αφού οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ απέτυχαν να αιφνιδιάσουν τους άνδρες της ταξιαρχίας οι οποίοι και αντιστάθηκαν σθεναρά ενώ παράλληλα η ταξιαρχία διέθετε και κάλυψη αρμάτων μάχης. Ο ίδιος ο Τσακαλώτος ζήτησε σκληρό χτύπημα στην Καισαριανή από την RAF με αιτιολογία ότι οι προασπιστές της είναι Γερμανοί, Βούλγαροι και τίποτε άλλο.
1951 – Η Ελληνική Αεροπορία αποκτά τα πρώτα της αεριωθούμενα, δύο Lockheed T-33. Το Lockheed T-33 Shooting Star είναι ένα εκπαιδευτικό αεροσκάφος, Αμερικανικής κατασκευής. Κατασκευάστηκε από την Lockheed και έκανε την πρώτη του πτήση το 1948 με πιλότο τον Tony LeVier. Το Τ-33 βασίζεται στο Lockheed P-80/F-80. Κατά το στάδιο της κατασκευής ονομαζόταν TP-80C/TF-80C ενώ αργότερα πήρε τον κωδικό Τ-33Α. Τα αεροσκάφη που υπηρετήσαν στο Αμερικανικό Ναυτικό έφεραν ονομαζόταν αρχικά TO-2, στη συνέχεια TV-2 και μετά το 1962 T-33B. Παρά την παλαιότητά του, το Τ-33 παραμένει ακόμα σε υπηρεσία παγκοσμίως.
Το T-33 αναπτύχθηκε από το Lockheed P-80/F-80 επιμηκύνοντας την άτρακτό του κατά ένα περίπου μέτρο και προσθέτοντας ένα δεύτερο κάθισμα, όργανα και χειριστήρια ελέγχου. Αρχικά αναφερόταν ως έκδοση του P-80/F-80 με την ονομασία TP-80C/TF-80C. Η σχεδίαση του Lockheed P-80 άρχισε το 1943, με την πρώτη του πτήση στις 8 Ιανουαρίου του 1944. Το P-80 έγινε το πρώτο αεριωθούμενο μαχητικό που εισήλθε σε πλήρη επιχειρησιακή υπηρεσία με την Αμερικανική Αεροπορία. Καθώς όμως όλο και περισσότερα αεριωθούμενα έμπαιναν σε υπηρεσία, το F-80 ανέλαβε το ρόλο της εκπαίδευσης των πιλότων στα αεροσκάφη αυτά. Συνεπώς το διθέσιο T-33 σχεδιάστηκε για να εκπαιδεύσει πιλότους οι οποίοι ήταν ήδη εκπαιδευμένοι να πετούν ελικοφόρα αεροσκάφη. Το T-33 έκανε την πρώτη του πτήση στις 22 Μαρτίου 1948 και η παραγωγή στις ΗΠΑ διήρκεσε από το 1948 έως το 1959. Το Αμερικανικό Ναυτικό το χρησιμοποίησε ως εκπαιδευτικό το 1949, επιχειρώντας από βάσεις ξηράς. Η Lockheed ανέπτυξε μία έκδοση ικανή να επιχειρεί από αεροπλανοφόρα, το T2V-1/T-1A SeaStar, το οποίο έμεινε σε υπηρεσία μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Συνολικά κατασκευάστηκαν 6557 αεροσκάφη, τα 5691 από την Lockheed.
1964 – Ο εισαγγελέας Στυλιανός Μπούτης ζητεί την προφυλάκιση ανώτατων στελεχών της Χωροφυλακής, με τις κατηγορίες της παράβασης καθήκοντος, της κατάχρησης εξουσίας, της άμεσης συνέργειας και της ηθικής αυτουργίας στη δολοφονία του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη. Δέχθηκε τότε ο Στυλιανός Μπούτης πιέσεις, και πάλι πιέσεις και εκ νέου πιέσεις, πανταχόθεν, από κάθε μεριά, ευτελείς προσωπικές επιθέσεις, ευθείες απειλές, ακόμη και κατά της ζωής του, πολλές από τις οποίες με άγριο τρόπο διατυπωμένες (Δεν περίμενε δα κανείς κομψότητα και ηπιότητα εκφράσεων από παρακρατικούς και τραμπούκους του υποκόσμου, όπως ήσαν πολλοί από τους ενεχόμενους στην υπόθεση!). Και όλες αυτές οι πιέσεις και απειλές γίνονταν, για να αποκλίνει ο Εισαγγελέας από την κατά νόμον επιτέλεση του καθήκοντός του: Για να «κουκουλωθεί» δηλαδή η υπόθεση, για να περάσει η χυδαία άποψη ότι επρόκειτο «μάλλον για ένα απλούν τροχαίον ατύχημα», ότι «δεν εσκοπείτο ο θάνατος του βουλευτού, αλλά απλώς το ‘στραπατσάρισμά του’», ότι «δεν είναι δυνατόν να υποπτεύεται τις ανωτάτους αξιωματικούς της Χωροφυλακής, οίτινες έχουν αναλώσει την ζωήν των εις την υπηρεσίαν της Πατρίδος» και άλλα τέτοια βδελυρά και αποκρουστικά.
1971 – Κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους η ταινία του Αλέξη Δαμιανού «Ευδοκία». Η Ευδοκία είναι ελληνική ταινία του 1971. Κέρδισε βραβείο Α΄ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και έγινε διάσημη για το μουσικό θέμα της, ένα ζεϊμπέκικο που έγραψε ο Μάνος Λοΐζος, που πλέον θεωρείται κλασικό.
Το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι του Αλέξη Δαμιανού. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Γιώργος Κουτούζης, Μαρία Βασιλείου, Χρήστος Ζορμπάς και Κούλα Αγαγιώτου.
Σε μία μικρή επαρχιακή πόλη της Βόρειας Ελλάδας, ο λοχίας πεζικού Γιώργος Μπάσκος (Γιώργος Κουτούζης) θα γνωρίσει την Ευδοκία (Μαρία Βασιλείου), μία πόρνη. Οι δυο τους ερωτεύονται κεραυνοβόλα και παντρεύονται. Αλλά ο συντηρητισμός της επαρχίας, οι κατεστημένες αξίες, το κοινωνικό σύστημα και οι προκαταλήψεις δυσκολεύουν τη ζωή τους. Η απόπειρά τους να αντιμετωπίσουν την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων αποτυγχάνει και συντρίβεται, όπως στις αρχαίες τραγωδίες.
Σχεδόν μυθικές διαστάσεις έχει πάρει το μουσικό θέμα της ταινίας, ένα ζεϊμπέκικο που έγραψε ο Μάνος Λοΐζος. Το ζεϊμπέκικο αυτό χορεύει ο λοχίας Μπάσκος στα πρώτα λεπτά της ταινίας, στο μαγαζί που συναντά για πρώτη φορά την Ευδοκία, η οποία του χτυπά παλαμάκια, προκαλώντας την οργή του νταβατζή της, ενός διεφθαρμένου πρώην χωροφύλακα.
Όταν τελείωσε με τη μουσική του ζεϊμπέκικου, ο Λοΐζος το έδωσε στον Λευτέρη Παπαδόπουλο για να του γράψει στίχους, αλλά ο Παπαδόπουλος αρνήθηκε λέγοντάς του ότι «αυτό το πράγμα δεν παίρνει λόγια, δεν υπάρχουν στίχοι να το υποστηρίξουν».
Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, το συγκεκριμένο κομμάτι αναδείχθηκε στο πιο διάσημο ίσως ζεϊμπέκικο στην Ελλάδα, και ανάμεσα σ´ αυτούς που το χόρευαν ήταν και ο Έλληνας πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου.
Παρόλο που σύμφωνα με το σενάριο η ταινία διαδραματίζεται σε «μια μικρή επαρχιακή πόλη της Βόρειας Ελλάδας», στην πραγματικότητα τα γυρίσματα έγιναν εξ ολοκλήρου στην Αττική (μεταξύ άλλων σε Χαϊδάρι, Αιγάλεω, Αγία Παρασκευή και Κηφισιά). Η διάσημη σκηνή του ζεϊμπέκικου γυρίστηκε σε ένα ταβερνάκι στην Κάτω Κηφισιά.
Γεννήσεις
1934 – Λέοναρντ Κοέν. Γεννήθηκε στο Μόντρεαλ του Καναδά. Ο πατέρας του ήταν ευκατάστατος εβραίος έμπορος υφασμάτων. Σε ηλικία έξι ετών, ο Κόεν έχασε τον πατέρα του και αυτό τον σημάδεψε για όλη του την ζωή. Έφηβος έμαθε κιθάρα και έγινε μέλος του μουσικού γκρουπ Buckskin Boys, το οποίο έπαιζε μουσική κάντρι. Αργότερα, τον καιρό που ήταν σπουδαστής στο Πανεπιστήμιο McGill εξέδωσε τα πρώτα του ποιήματα που τον έκαναν γνωστό στους καναδικούς λογοτεχνικούς κύκλους. Το 1960 αγοράζει ένα σπίτι στην Ύδρα], στην οποία θα διαμείνει για αρκετά χρόνια, όπου συνέχισε να γράφει. Με το μυθιστόρημα Beautiful Losers (Θαυμάσιοι αποτυχημένοι, 1966), γνώρισε παγκόσμια επιτυχία ως συγγραφέας. Ωστόσο, το 1967 αποφάσισε να εγκατασταθεί στις ΗΠΑ για να αφοσιωθεί στην μουσική.
Σε συναυλίες φολκ στις ΗΠΑ το 1967, η τραγουδίστρια Τζούντυ Κόλινς (Judy Collins) έκανε γνωστό το τραγούδι του Κόεν Suzanne. Έτσι την ίδια χρονιά, ο Κόεν μπόρεσε να κυκλοφορήσει τον πρώτο του δίσκο με τίτλο Songs of Leonard Cohen. Ακολούθησαν πολλοί άλλοι δίσκοι, μεταξύ των οποίων και ο δίσκος Songs of Love and Hate που περιέχει το τραγούδι – ύμνο στην αγάπη και τη μοναξιά Famous Blue Raincoat (1971) με την φωνή της Τζένιφερ Γουορνς (Jennifer Warnes).
Το 1992 κυκλοφόρησε τον πιο πολιτικοποιημένο δίσκο του με τίτλο The Future, και δύο χρόνια κατόπιν αποφάσισε να γίνει βουδιστής, μέχρι που χειροτονήθηκε μοναχός. Αλλά το 1999 εγκατέλειψε τον μοναστικό βίο, για να εκδώσει δύο ακόμα δίσκους. Το 2005, το όνομα του Κόεν βρέθηκε ξανά στις στήλες των εφημερίδων, επειδή ο επί χρόνια μάνατζέρ του τον εξαπάτησε, κλέβοντας το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του καλλιτέχνη.
Ο Κόεν δεν παντρεύτηκε ποτέ, αλλά ήταν πατέρας δύο παιδιών, του Άνταμ (1972) και της Λόρκα (1974), που απέκτησε με τη Σούζαν Έλροντ (Suzanne Elrod).
Το 2010 τιμήθηκε με Τιμητικό Γκράμι για το σύνολο της προσφοράς του.Πέθανε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας, στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, στις 7 Νοεμβρίου του 2016.
1936 – Νίκος Πουλαντζάς. Ο Νίκος Πουλαντζάς γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1936 στην Αθήνα, και κατοικούσε με τους γονείς του στην οδό Βερανζέρου στην Πλατεία Βάθης. Ο πατέρας του, Αριστείδης, ο οποίος καταγόταν από την Μάνη, ήταν δικηγόρος. Η μητέρα του λεγόταν Αγγελική, το γένος Καρυοφύλλη. Μετά την αποφοίτησή του από το Δημοτικό σχολείο ο Νίκος Πουλαντζάς φοίτησε στο Πειραματικό Σχολείο Πανεπιστημίου Αθηνών και παράλληλα στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Το 1953 απέκτησε το Γαλλικό δίπλωμα μέσης εκπαίδευσης, γνωστό ως “baccalauréat” και στις εξετάσεις φιλοσοφίας απέκτησε το σχετικό βραβείο. Από τα χρόνια σπουδών του στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών αρχίζει να γνωρίζει τον Μαρξισμό.
Το 1955 έλαβε και το απολυτήριό του από το Πειραματικό Σχολείο αλλά ήταν ήδη φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αυτό οφείλεται σε μια μορφωτική συμφωνία ανάμεσα στο Γαλλικό κράτος και στην Ελλάδα κατά την οποία αναγνωριζόταν ως ισότιμο το γαλλικό ΄΄baccalauréat΄΄ με το απολυτήριο του γυμνασίου. Το πτυχίο της Νομικής το έλαβε το 1957 με το βαθμό “Άριστα”. Θα υπηρετήσει τη θητεία του στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Το 1960 θα αποκτήσει την άδεια ασκήσεως του δικηγορικού επαγγέλματος χωρίς όμως να το ασκήσει ποτέ. Την ίδια χρονιά θα φύγει για την Δυτική Γερμανία όπου θα παρακολουθήσει δύο εξάμηνα σεμινάρια φιλοσοφίας και φιλοσοφίας του δικαίου στα πανεπιστήμια του Μονάχου και της Χαϊδελβέργης. Αποτέλεσμα αυτής της σπουδής θα είναι η μεταπτυχιακή του εργασία με θέμα την “Αναγέννηση του φυσικού δικαίου στη Γερμανία”. Από το 1961 μέχρι το 1964 προετοιμάζει τη διδακτορική του διατριβή στη Σχολή Δικαίου και Οικονομικών Επιστημών του Παρισιού με θέμα, “Φύση πραγμάτων και δίκαιο”. Από το 1962 ως το 1965 εργάστηκε ως βοηθός στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης. Το 1966 παντρεύτηκε την Γαλλίδα φεμινίστρια Αννί Λεκλέρ. Το 1971 απέκτησαν μαζί μία κόρη, την Αριάδνη. Από τον Δεκέμβριο του 1968 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν κοινωνιολογία.
Στη μεταπολίτευση συμμετείχε σε σχέδιο νόμου για τα πανεπιστήμια, έχοντας δεχτεί ανάλογη πρόσκληση από την κυβέρνηση Καραμανλή.
Την δεκαετία του 1970 ο Πουλαντζάς ήταν γνωστός μαζί με τον Λουί Αλτουσέρ ως ηγετική μορφή του δομικού μαρξισμού. Υπερασπίστηκε τις θεωρητικές θέσεις του λενινισμού, αλλά υποστήριξε την στρατηγική του ευρωκομμουνισμού, χωρίς να εγκαταλείψει την αριστερή κριτική στην πολιτική των δυτικών ΚΚ. Είναι περισσότερο γνωστός για το θεωρητικό έργο περί το κράτος. Προσέφερε επίσης μαρξιστικές συνεισφορές στην ανάλυση του φασισμού, των κοινωνικών τάξεων στον σύγχρονο κόσμο και την κατάρρευση των δικτατοριών στην νότια Ευρώπη (Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα) κατά την δεκαετία του 1970. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο VIII του Παρισιού, όπου και αυτοκτόνησε στις 3 Οκτωβρίου του 1979.
1950 – Μπιλ Μάρεϊ (αγγλικά: William James “Bill” Murray), γεννημένος στο Έβανστον του Ιλινόι, στις 21 Σεπτεμβρίου 1950, είναι Αμερικανός ηθοποιός και κωμικός. Η πρώτη του εμφάνιση ήταν στο Saturday Night Live, όπου πήρε και ένα βραβείο Έμμυ, από το οποίο του ανοίχτηκαν δρόμοι για την καριέρα που ακολούθησε σε διάφορες κωμικές γνωστές ταινίες, όπως: Μεζεδάκια (1979), Το κλαμπ με τις λωλές (1980), Οι δύο τρελοί… τρελοί κομάντος! (1981), Τούτσι (1982), Γκόστμπάστερς (1984), Πάρτυ φαντασμάτων (1988), Επιτέλους, τι θα γίνει με τον Μπομπ; (1991) και το Η μέρα της μαρμότας (1993). Ο Μάρεϊ γνώρισε επιτυχία και προς την κατοπινή καριέρα του, αρχής γενομένης από την ταινία Χαμένοι στη μετάφραση (2003), όπου παρέλαβε Χρυσή Σφαίρα και BAFTA, ενώ υπήρξε και προτεινόμενος για Όσκαρ. Ωστόσο, προτεινόμενος για Χρυσή Σφαίρα έχει υπάρξει και για τις ταινίες: Γκόστμπαστερς, Ο αρχάριος (1998), Σαββατοκύριακο στο Χάιντ Παρκ (2012) και το St. Vincent: Ο αγαπημένος μου άγιος (2014). Επίσης υπήρξε προτεινόμενος και για τα Primetime Emmy Awards, για την τηλεοπτική μίνι σειρά του HBO Olive Kitteridge.
Θάνατοι
19 π.Χ. – Βιργίλιος. Ο Πόπλιος Βεργίλιος Μάρων (Publius Vergilius Maro, 15 Οκτωβρίου 70 π.Χ. – 21 Σεπτεμβρίου 19 π.Χ.), ο οποίος αποκαλείται συνήθως Βιργίλιος, ήταν αρχαίος Ρωμαίος ποιητής της περιόδου του Οκταβιανού Αύγουστου. Το σημαντικότερο ίσως έργο του, η Αινειάδα, θεωρείται το σπουδαιότερο έπος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Ο Βεργίλιος γεννήθηκε στο χωριό Andes (σημερινό Βιρτζίλιο (Virgilio)), κοντά στην πόλη Μάντοβα της βόρειας Ιταλίας. Οι γονείς του ήταν ταπεινής καταγωγής, χωρικοί, ωστόσο φρόντισαν να λάβει την καλύτερη δυνατή μόρφωση. Μέχρι την ηλικία των δεκαέξι ετών εκπαιδεύεται στην Κρεμόνα και αργότερα στέλνεται στο Μιλάνο για ευρύτερες σπουδές. Την εποχή αυτή δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ελληνική και λατινική φιλολογία.
Σε ηλικία 18 ετών βρίσκεται στη Ρώμη όπου σκόπευε αρχικά να σπουδάσει ρητορική, ιατρική και αστρονομία. Σύντομα το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται στη φιλοσοφία και για τον λόγο αυτό επισκέπτεται τη Νάπολη όπου γίνεται μαθητής του επικούρειου φιλοσόφου Σείρωνα. Παράλληλα διδάσκεται και ελληνικά. Την ίδια εποχή ο Βιργίλιος ξεκινά να γράφει τα πρώτα του ποιήματα και σταδιακά αφοσιώνεται ολοένα και περισσότερο στην ποίηση.
1847 – Αντόνιο Αλμέιντα. Γεννήθηκε το 1784 στην πορτογαλική πόλη Έλβας. Υπηρέτησε ως αξιωματικός στον πορτογαλικό στρατό και πολέμησε κατά του γαλλικού στρατού που στάλθηκε στην Ισπανία για να στηρίξει τη δυναστεία των Βουρβόνων. Μετά την έναρξη της Επανάστασης ήρθε στην Ελλάδα. Τον Αύγουστο του 1826, έχοντας το βαθμό του συνταγματάρχη του ιππικού, διακρίθηκε ως αρχηγός σώματος στην Τρίπολη και τον Μάρτιο του επόμενου χρόνου πολέμησε υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη στην Αττική. Με την έλευση του Καποδίστρια στην Ελλάδα, ο ντ’ Αλμέιντα έγινε επιθεωρητής του τακτικού ιππικού και του ανατέθηκε η αναδιοργάνωση του σώματος. Στις 22 Ιανουαρίου του 1830 διορίστηκε φρούραρχος Ναυπλίου. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια συνέλαβε των έναν από τους δράστες, τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη. Για την νομιμόφρονη στάση του ονομάστηκε επίτιμος πολίτης του Ναυπλίου από την Ε’ Εθνοσυνέλευση και τον Μάρτιο του 1832 προβιβάστηκε σε στρατηγό.
Μετά την άφιξη όμως του Όθωνα στην Ελλάδα, η Αντιβασιλεία δεν του αναγνώρισε το βαθμό του στρατηγού και τελικά στις 10 Μαΐου 1833 το διόρισε φρούραρχο της Αίγινας. Προβιβάστηκε σε υποστράτηγο μετά την καταστολή της ανταρσίας του συνταγματάρχη Ν.Ζέρβα στο Μεσολόγγι όπου ο ντ’ Αλμέιντα είχε διοριστεί στρατιωτικός διοικητής το 1836. Το 1839 τοποθετήθηκε στρατιωτικός διοικητής στο Ναύπλιο. Πέθανε το 1847 στη Μπατάλια, στη Βενετία.
Ήταν παντρεμένος με τη Ζωή Μαυροκορδάτου. Εγγονός του ήταν ο, με το ίδιο όνομα εξελληνισμένο, Αντώνιος Αλμέιδας που σκοτώθηκε πολεμώντας στους Βαλκανικούς πολέμους.
1860 – Αρτούρ Σοπενχάουερ ή Αρθούρος Σοπενάουερ (Arthur Schopenhauer, Γκντανσκ, Πρωσία , 22 Φεβρουαρίου 1788 − Φρανκφούρτη, Γερμανία, 21 Σεπτεμβρίου 1860) ήταν Γερμανός φιλόσοφος, ιδεαλιστής, συνεχιστής, κατά τα λεγόμενα του, του Καντ και λάτρης του ‘θείου’, όπως τον αποκαλούσε, Πλάτωνα. Γνωστός κυρίως από το βιβλίο του “ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση”, ο Σοπενχάουερ ίδρυσε μία νέα φιλοσοφία, επίκεντρο της οποίας είναι η βούληση, ως μεταφυσική αρχή κατανόησης του κόσμου αλλά και του ίδιου του ατόμου. Ήταν ο πρώτος σημαντικός Ευρωπαίος φιλόσοφος που εισήγαγε την ινδική φιλοσοφία στον δυτικό τρόπο σκέψης.
Ο Σοπενχάουερ ήταν γνωστός για τον αθεϊστικό πεσιμισμό του και την φιλοσοφική του διαύγεια. Στην ηλικία των 25 δημοσίευσε τη διδακτορική διατριβή του με τίτλο «Επί της τετραπλής ρίζας του αποχρώντος λόγου», η οποία εξέταζε αν η αιτιότητα καθαυτή μπορεί να προσκομίσει απαντήσεις για τον κόσμο μας. Το σημαντικότερο έργο του Σοπενxάουερ, Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση, τόνιζε τον ρόλο του κύριου κινήτρου δράσης των ανθρώπων, το οποίο ο Σοπενxάουερ ονόμαζε Βούληση. Η ανάλυση της Βούλησης οδήγησε τον Σοπενxάουερ στο συμπέρασμα ότι οι συναισθηματικές, σωματικές και σεξουαλικές επιθυμίες δεν μπορούν ποτέ να εκπληρωθούν ολοκληρωτικά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Σοπενxάουερ να κατατείνει προς ένα τρόπο ζωής που απέρριπτε τις ανθρώπινες επιθυμίες, παρόμοιο με αυτόν που διδάσκουν ο Βουδισμός και οι Βέδες.
Η μεταφυσική ανάλυση της Βούλησης από μέρους του Σοπενxάουερ, η άποψή του πάνω στο κίνητρο και την επιθυμία, και ο αφοριστικός τρόπος γραφής του επηρέασαν πολλούς γνωστούς ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Φρειδερίκος Νίτσε, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και άλλοι.