Μνήμη χρονολογίου της 19ης Ιουνίου


...

Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν» |

19 Ιουνίου 2024 |

Είναι η 170η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 195 ημέρες για τη λήξη του.
🌅  Ανατολή ήλιου: 06:02 – Δύση ήλιου: 20:50 – Διάρκεια ημέρας: 14 ώρες 48 λεπτά
🌗  Σελήνη 22.8 ημερών |

Χρόνια πολλά στους: Παΐσιο, Παΐση, Παϊσία, Ιούδα, Ζώσιμο,
Ζώση, Ζήσιμο, Ζήση, Ζωσιμαίο, Ζώσα, Ζωσιμαία |


Γεγονότα

 

1863 – Ένοπλη ρήξη «Ορεινών» και «Πεδινών» στην Αθήνα (Κανάρης, Βούλγαρης), η κορύφωση των γνωστών και ως «Ιουνιανών». Οι δύο παρατάξεις, «Ορεινών» και «Πεδινών», δημιουργήθηκαν μετά την εκδίωξη του Όθωνα. Οι Πεδινοί αποτελούνταν από οπαδούς του Αγγλικού κόμματος με επικεφαλής τον Δημήτριο Βούλγαρη, ενώ οι Ορεινοί από οπαδούς του Γαλλικού και του Ρωσικού με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κανάρη. Και οι δύο παρατάξεις προσπάθησαν να ασκήσουν απόλυτη εξουσία, με αποτέλεσμα σύντομα να συγκρουστούν. Οι αναταραχές αρχικά αποφεύχθησαν χάρις τον διορισμό του δικαστικού Ζηνοβίου Βάλβη στην πρωθυπουργία (Κυβέρνηση Ζηνοβίου Βάλβη 1863).

Στις 29 Απριλίου σχηματίστηκε κυβέρνηση υπό τον Μπενιζέλο Ρούφο, οπαδό των Ορεινών, η Κυβέρνηση Μπενιζέλου Ρούφου 1863. Τον Ιούνιο ο Μπενιζέλος Ρούφος αντικατέστησε δύο επιφανή στελέχη των πεδινών, τον υπουργό στρατιωτικών Μπότσαρη και τον υπουργό ναυτικών Μπουντούρη, με τους ορεινούς Κορωναίο και Μιλτιάδη Κανάρη αντίστοιχα. Η πράξη αυτή εξόργισε την ηγεσία των πεδινών και στις 16 Ιουνίου με τη συνεργασία του λήσταρχου Κυριάκου και του 6ου τάγματος πεζικού επιτέθηκαν σε ομάδα χωροφυλακής, η οποία κυνηγούσε τον Κυριάκο, και τελούσε υπό την αρχηγία του υπουργού στρατιωτικών και αρχηγού της εθνοφρουράς Κορωναίου.

Ο Κορωναίος κατάφερε και συνέλαβε τον αρχηγό του 6ου τάγματος Λεοτσάκο, αλλά γρήγορα αναγκάστηκε να τον ανταλλάξει με τους υπουργούς Αλέξανδρο Κουμουνδούρο και Δημήτριο Καλλιφρονά, οι οποίοι είχαν συλληφθεί από τους πεδινούς. Την επομένη των γεγονότων, δηλαδή στις 19 Ιουνίου, η κυβέρνηση Μπενιζέλου Ρούφου υπέβαλλε την παραίτησή της.

Εν τω μεταξύ ο αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Παπαδιαμαντόπουλος, διοικητής του πυροβολικού, στασίασε και προσχώρησε στις δυνάμεις των πεδινών, ενώ παράλληλα οι βόρειοι κατέλαβαν καίρια σημεία στην πόλη όπως τα ανάκτορα, τους στρατώνες κ.ά. Η απόπειρα του Παπαδιαμαντόπουλου να καταλάβει τα ανάκτορα στέφθηκε από αποτυχία, αλλά είχε ως αποτέλεσμα εκτός από τον θάνατο 80 ατόμων, την δολοφονία του Αριστείδη Κανάρη, γιου του Κωνσταντίνου Κανάρη. Την ίδια μέρα, ο Διομήδης Κυριακός, νέος πρωθυπουργός, προσπάθησε να συνάψει ανακωχή μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών χωρίς όμως αποτέλεσμα. Την επόμενη μέρα συγκρούσεις ξέσπασαν και στην Εθνική Τράπεζα, η οποία ήταν υπό την κατοχή των πεδινών, στην Πλάκα και γενικά σε όλη την πόλη. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων σημειώθηκαν κλοπές καθώς και αναίτιες δολοφονίες.

Τελικά οι συγκρούσεις σταμάτησαν με την παρέμβαση των πρεσβευτών των τριών μεγάλων δυνάμεων, οι οποίοι με τελεσίγραφό τους απαίτησαν 48ωρη εκεχειρία. Λίγο αργότερα ο Μίχος και ο Παπαδιαμαντόπουλος από τους Πεδινούς και ο Κορωναίος και ο Βαλτινός από τους Ορεινούς υπέγραψαν συμφωνία τερματισμού των εχθροπραξιών. Την ίδια μέρα η εθνοσυνέλευση αποφάσισε την απομάκρυνση του στρατού στη Λακωνία, την κατάργηση της χωροφυλακής, της ενοφυλακής και της αστυνομίας και τον διορισμό νέας κυβέρνησης υπό τον Μπενιζέλο Ρούφο, η οποία έμεινε στην ιστορία ως κυβέρνηση του Οροπεδίου.

 

 

1953 – Οι Έθελ και Τζούλιους Ρόζενμπεργκ εκτελούνται στις φυλακές Σινγκ-Σινγκ των ΗΠΑ, καταδικασμένοι σε θάνατο με την κατηγορία της κατασκοπείας υπέρ των Σοβιετικών.
Τη 19η Ιουνίου του 1953, οι Έθελ και Τζούλιους Ρόζενμπεργκ εκτελούνται στις ΗΠΑ κατηγορούμενοι για κατασκοπεία ατομικής τεχνολογίας υπέρ της Σοβιετικής Ένωσης. Πρόκειται για τους πρώτους Αμερικανούς πολίτες που οδηγήθηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα για κατασκοπεία, παρά το γεγονός ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης, δεν παρουσιάστηκαν ισχυρά στοιχεία που να αποδεικνύουν την ενοχή τους.

O Τζούλιους Ρόζενμπεργκ γνώρισε τη μέλλουσα σύζυγό του Έθελ Γκρίνγκλας σε εκδήλωση της Παγκόσμιας Ένωσης Ναυτικών, την Πρωτοχρονιά του 1936. Ο Τζούλιους σπούδαζε τότε ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Σίτι Κόλετζ της Νέας Υόρκης. Μετά την αποφοίτησή του, το ζευγάρι παντρεύτηκε και μετακόμισε στο Μπρούκλιν και ο Τζούλιους άρχισε να εργάζεται στον αμερικανικό στρατό, στη μονάδα των ραντάρ. Για ένα σύντομο διάστημα, το ζευγάρι συμμετείχε ενεργά στο Κομουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ και λίγο καιρό αργότερα, τους ακολούθησαν ο αδερφός της Έθελ, Ντέιβιντ και η σύζυγός του Ρουθ. Ωστόσο, η γέννηση του παιδιού των Ρόζενμπεργκ το 1943 είχε ως αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν το κόμμα.

Ο Ντέιβιντ Γκρίνγκλας εργαζόταν ως χειριστής μηχανής στο Λος Άλαμος, του Νιου Μέξικο, όπου δοκιμάστηκε η πρώτη ατομική βόμβα, στη διάρκεια του Σχεδίου Μανχάταν. Στις 15 Ιουνίου 1950, ο Γκρίνγκλας ομολόγησε στο FBI πως είχε δώσει πληροφορίες για το σχέδιο στον Χάρι Γκολντ, έναν Σουηδό μετανάστη. Ο Γκολντ είχε ήδη ομολογήσει πως κατασκόπευε μαζί με τον ατομικό επιστήμονα Καρλ Φους, με σκοπό μα μεταφέρει πληροφορίες στους Σοβιετικούς. Ο Γκρίνγκλας υποστήριξε ακόμη πως είχε δώσει κάποια έγγραφα στην 26χρονη αδερφή του και το σύζυγό της. Την επομένη, το FBI εμφανίστηκε στο σπίτι των Ρόζενμπεργκ.

Ο Τζούλιους Ρόζενμπεργκ αρνήθηκε τα λεγόμενα του Γκρίνγκλας, κατηγορώντας τον ως ψεύτη. Η άρνησή του να συνεργαστεί με το FBI ερμηνεύτηκε ως απόπειρα απόκρυψης και πως επρόκειτο για έναν κατάσκοπο εξαιρετικής σημασίας. Στο πλαίσιο της έρευνας που ακολούθησε, το FBI εντόπισε τον Μαξ Έλιτσερ, ο οποίος είπε στους πράκτορες ότι το ζευγάρι τον είχε προσεγγίσει στα μέσα του 1940, προσπαθώντας να αποσπάσει εμπιστευτικές πληροφορίες στις οποίες ο ίδιος είχε πρόσβαση λόγω της δουλειάς του, που περιλάμβανε συμβάσεις με την αεροπορία και το ναυτικό των ΗΠΑ.

Στις 17 Αυγούστου 1950, ασκείται δίωξη κατά των Ρόζενμπεργκ για κατασκοπεία. Η δίκη ξεκίνησε στις 6 Μαρτίου. Τρίτος κατηγορούμενος ήταν ο Μόρτον Σόμπελ, τον οποίο είχε υποδείξει ο Έλιτσερ ως συνεργό των Ρόζενμπεργκ. Ο Γκρίνγκλας, η σύζυγός του, ο Γκολντ και ο Έλιτσερ κατέθεσαν στη δίκη πως οι Ρόζενμπεργκ εμπλέκονται σε ένα κύκλο κατασκοπείας, παρότι ο Έλιτσερ παραδέχτηκε πως ουδέποτε έδωσε κάποιο έγγραφο στον Τζούλιους. Ο Σόμπελ ουδέποτε κατέθεσε, ενώ οι Ρόζενμπεργκ αρνήθηκαν οποιαδήποτε εμπλοκή στην υπόθεση. Όταν ο εισαγγελέας του ρώτησε για τη συμμετοχή τους στο Κομουνιστικό Κόμμα, αρνήθηκαν να απαντήσουν. Η υπόθεση εναντίον τους στηρίχτηκε σε σημαντικό βαθμό σε ένα ταξίδι του Σόμπελ στο Μεξικό και την προσπάθεια του Τζούλιους να βρει ένα διαβατήριο μετά την ομολογία του Φους. Οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι.

Πλέον, ήταν η σειρά του δικαστή Ίρβινγκ Κάουφμαν να ορίσει την ποινή. Παρότι οι κατηγορούμενοι δεν είχαν καταδικαστεί για προδοσία, ο δικαστής ανακοινώνοντας την ποινή τους σημείωσε πως τα εγκλήματά τους ήταν «χειρότερα από δολοφονία», εξηγώντας πως «το να βάζεις στα χέρια των Ρώσων μια ατομική βόμβα έχει ήδη προκαλέσει, κατά την άποψή μου, την κομουνιστική επίθεση στην Κορέα, με αποτέλεσμα οι νεκροί να υπερβαίνουν τους 50.000 και ποιος ξέρει τι μπορεί εκατομμύρια ακόμη αθώοι άνθρωποι να πληρώσουν για την προδοσία σας». Στις Στις 5 Απριλίου του 1950, ο Κάουφμαν καταδίκασε τους Ρόζενμπεργκ σε θάνατο στην ηλεκτρική καρέκλα και τον Σόμπελ σε 30ετή φυλάκιση.

Οι Ρόζενμπεργκ άσκησαν έφεση κατά της απόφασης, πηγαίνοντας την υπόθεσή τους στο Ανώτατο Δικαστήριο, χωρίς ωστόσο κανένα αποτέλεσμα. Την ίδια στιγμή, οι αντιδράσεις για την υπόθεσή τους ξεπέρασαν τα σύνορα των ΗΠΑ. Οργανώθηκαν ογκώδεις διαδηλώσεις, με αίτημα την άρση της θανατικής ποινής. Στις 18 Ιουνίου 1953, έλαβαν χώρα πορείες συμπαράστασης προς το ζευγάρι σε Παρίσι και Νέα Υόρκη. Αλλά και ο πνευματικός κόσμος είχε κινητοποιηθεί, χαρακτηρίζοντας παράλογη, παράνομη και ένδειξη αντισημιτισμού την απόφαση εκτέλεσης των Ρόζενμπεργκ. Ο Σαν Πολ Σάρτρ κατηγόρησε τους Αμερικανούς για κυνήγι μαγισσών και εγκλήματα.

Αρκετοί επιστήμονες, όπως ο Αϊνστάιν στάθηκαν αντίθετοι στην απόφαση αυτή, ο Πάμπλο Πικάσο έγραψε στην Ουμανιτέ «Οι ώρες μετράνε. Τα λεπτά μετράνε. Μην αφήσετε αυτό το έγκλημα κατά της ανθρωπότητας να πραγματοποιηθεί», ενώ οι Λανγκ και Μπρεχτ προέβησαν και αυτοί στις σχετικές διαμαρτυρίες. Ο Πάπας Πίος ΧΙΙ απευθύνθηκε στον Αϊζενχάουερ τον Φεβρουάριο του 1953 για την απαλλαγή του ζεύγους από τις κατηγορίες, πράγμα που ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έκανε δεκτό.

Τελικά, το βράδυ της 19ης Ιουνίου 1953, οι Ρόζενμπεργκ οδηγήθηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα στις φυλακές Σινγκ Σινγκ της Νέας Υόρκης.

 

Γεννήσεις

 

1930 – Τζίνα Ρόουλαντς (αγγλ. Gena Rowlands), γεννημένη στις 19 Ιουνίου 1930 είναι Αμερικανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου, του θεάτρου και της τηλεόρασης. Η βραβευμένη με 2 Χρυσές Σφαίρες και με 4 Βραβεία Έμμυ ηθοποιός είναι γνωστή για τη συμμετοχή της σε ταινίες του συζύγου της, ηθοποιού και σκηνοθέτη Τζον Κασσαβέτη. Η ηθοποιός πρωταγωνίστησε σε 10 ταινίες του συζύγου της και προτάθηκε για Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της σε 2 από εκείνες [Μια Γυναίκα Εξομολογείται (A Woman Under the Influence, 1974) και Γκλόρια (Gloria, 1980)].

Η Τζίνα Ρόουλαντς γεννήθηκε στο Μάντισον του Γουισκόνσιν το 1930. Γονείς της ήταν η Μαίρη Έλεν Νιλ κι ο Έντγουιν Μάργουιν Ρόουλαντς, τραπεζίτης, μέλος του νομοθετικού γραφείου του Γουινσκόνσιν και μέλος του προοδευτικού κόμματος του Γουισκόνσιν.. Είχε επίσης έναν αδελφό τον Ντέιβιντ.

Η οικογένειά της μετακόμισε στην Ουάσινγκτον το 1939, όταν ο πατέρας της Ρόουλαντς έλαβε θέση στο Υπουργείο Γεωργίας. Στη συνέχεια το 1942, η οικογένεια μεταφέρθηκε στο Μιλγουόκι του Γουισκόνσιν όπου ο πατέρας της έλαβε θέση στο Γραφείο Διαχείρησης Οικονομικών κι έπειτα στη Μινεάπολις.

Η ηθοποιός φοίτησε στο πανεπιστήμιο του Γουινσκόνσιν από το 1947 εώς και το 1950, όπου ήταν δημοφιλής για την ομορφιά της. Μετά την αποφοίτησή της η Ρόουλαντς πήγε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει υποκριτική στην Αμερικανική Ακαδημία των Δραματικών Τεχνών.

 

Θάνατοι

1876 – Μιχαήλ Μπακούνιν  (ρωσικά: Михаил Александрович Бакунин, ΔΦΑ: [mʲɪxɐˈiɫ ɐlʲɪˈ ksandrəvʲɪʨ bɐˈkunʲin], 30 Μαΐου 1814 (Π.Η.: 14 Μαΐου 1814) – 1 Ιουλίου 1876) υπήρξε Ρώσος θεωρητικός του αναρχισμού που με τα γραπτά του και το βίο του, λειτούργησε ως σημείο αναφοράς στην ιστορία του αναρχικού κινήματος, αποτελώντας μία από τις πλέον διάσημες επαναστατικές μορφές του 19ου αιώνα.

Ο Μπακούνιν χαρακτήριζε τις ιδέες του Μαρξ ως συγκεντρωτικές και πρόβλεψε πως αν ένα μαρξιστικό κόμμα έρθει στην εξουσία, οι ηγέτες του απλά θα αντικαταστούσσαν την άρχουσα τάξη που ανέτρεψαν. Έγραψε χαρακτηριστικά ο Μπακούνιν: «το δήθεν λαϊκό κράτος δεν είναι τίποτα άλλο απο τον δεσποτικό έλεγχο του λαού από μια πολύ μικρή αριθμητικά αριστοκρατία πραγματικών ή ψευδομορφωμένων. Οι αμόρφωτοι, απελευθερωμένοι πλήρως από την διακυβέρνηση, θα μετατραπούν σε ένα πειθήνιο κοπάδι. Τι θαυμάσια απελευθέρωση πραγματικά!…[Οι Μαρξιστές] ισχυρίζονται ότι μόνο η δικτατορία, η δική τους φυσικά μπορεί να εκφράσει την λαϊκή θέληση. Απαντούμε: καμιά δικτατορία δεν έχει άλλο σκοπό παρά την αυτοσυντήρηση της.»

Ο Μπακούνιν είχε εκφραστεί υπέρ μιας δικτατορίας -γνωστής ως «αόρατη δικτατορία». Έγραψε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να υλοποιήσουμε την αναρχία, και εν μέσω της λαϊκής καταιγίδας, πρέπει να είμαστε οι αόρατοι καπετάνιοι που θα καθοδηγούν την Επανάσταση, όχι με κάποιου είδους φανερή εξουσία, αλλά με την συλλογική δικτατορία όλων των συμμάχων μας .»  Σύμφωνα με τον Μάρσαλ, ο Μπακούνιν απέτυχε να καταλάβει ότι οι κίνδυνοι της δικτατορίας του Μαρξ ήταν εφαρμοστέοι και στη δική του δικτατορία. Σύμφωνα με τον Σαμ Ντόλγκοφ, η προτίμηση του Μπακούνιν για μυστικές οργανώσεις υπήρχε λόγω των διώξεων που υφίστατο τότε το επαναστατικό κίνημα και επιπλέον, οι οργανώσεις αυτές δεν ήταν τίποτα άλλο παρά χαλαρά οργανωμένες αδελφότητες.

 

Στο link που ακολουθεί μπορείτε να διαβάσετε
ακόμα περισσότερα γεγονότα που συνέβησαν αυτή την ημερομηνία
Γέγονε την 19η Ιουνίου

 

————————————————————————
Πηγές: sansimera.gr, el.wikipedia
.