.
Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν»
– 14 Ιανουαρίου 2025 –
Είναι η 14η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 351 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:40 – Δύση ήλιου: 17:28 – Διάρκεια ημέρας: 9 ώρες 49 λεπτά
🌕 Σελήνη 15.3 ημερών.
Χρόνια πολλά στον Νίνα και την Νίνα
| Γεγονότα:
1953 – Ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο ορκίζεται ως ο πρώτος πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας. Γνωστός με το κομματικό του ψευδώνυμο ως Τίτο, ήταν Γιουγκοσλάβος κομμουνιστής επαναστάτης και πολιτικός ηγέτης, που υπηρέτησε σε διάφορους ρόλους από το 1943 μέχρι τον θάνατό του το 1980. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ο ηγέτης των Παρτιζάνων, συχνά θεωρούμενων ως το πιο αποτελεσματικό αντιστασιακό κίνημα στην κατεχόμενη Ευρώπη. Ήταν δημοφιλές δημόσιο πρόσωπο τόσο στη Γιουγκοσλαβία όσο και στο εξωτερικό. Θεωρούμενος ως ενοποιητικό σύμβολο, οι εσωτερικές του πολιτικές διατήρησαν την ειρηνική συνύπαρξη των εθνών της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Απέκτησε περαιτέρω σημασία διεθνώς ως αρχηγός του Κινήματος των Αδεσμεύτων, μαζί με τον Τζαβαχαρλάλ Νεχρού της Ινδίας, τον Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ της Αιγύπτου, τον Σουκάρνο της Ινδονησίας και τον Κβάμε Νκρούμαχ της Γκάνας.
Το 1948, με την επιθυμία του να δημιουργήσει μια ισχυρή ανεξάρτητη οικονομία, ο Τίτο διαμόρφωσε το δικό του σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης ανεξάρτητα από τη Μόσχα, με αποτέλεσμα μια διπλωματική κλιμάκωση ακολουθούμενη από μια οξεία ανταλλαγή επιστολών στην οποία ο Τίτο έγραψε ότι «Μελετάμε και λαμβάνουμε ως παράδειγμα το σοβιετικό σύστημα αλλά το ανέπτυξε με διαφορετική μορφή». Η σοβιετική απάντηση στις 4 Μαΐου προειδοποίησε τον Τίτο και το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ) ότι δεν κατάφεραν να παραδεχτούν και να διορθώσουν τα λάθη τους και συνέχισε να τους κατηγορεί ότι ήταν πολύ υπερήφανοι για τις επιτυχίες τους εναντίον των Γερμανών, υποστηρίζοντας ότι ο Κόκκινος Στρατός τους είχε σώσει από την καταστροφή. Στην απάντησή του Τίτο στις 17 Μαΐου πρότεινε να διευθετηθεί το ζήτημα κατά τη συνάντηση της Κομινφόρμ που θα πραγματοποιείτο τον Ιούνιο.
Ωστόσο ο Τίτο δεν παρακολούθησε τη δεύτερη αυτή συνάντηση της Κομινφόρμ, φοβούμενος ότι η Γιουγκοσλαβία θα δεχόταν ανοιχτή επίθεση. Το 1949 η κρίση κλιμακώθηκε στα όρια της ένοπλης σύγκρουσης, καθώς οι Ουγγρικές και Σοβιετικές δυνάμεις συγκεντρώνονταν στα σύνορα της βόρειας Γιουγκοσλαβίας. Η ΕΣΣΔ δεν προχώρησε σε στρατιωτική επέμβαση για δύο λόγους: πρώτον ο Τίτο βασιζόμενος σχεδόν μόνο στους δικούς του αντάρτες απελευθέρωσε τη Γιουγκοσλαβία ενώ η συμμέτοχη του Κόκκινου Στρατού ήταν μικρότερη από ότι στην περίπτωση π.χ. της Πολωνίας ή της Τσεχοσλοβακίας και δεύτερο είχε αρχίσει ο πόλεμος στην Ασία και συγκεκριμένα στην Κορέα.
Στις 28 Ιουνίου οι άλλες χώρες-μέλη απέβαλαν τη Γιουγκοσλαβία, κάνοντας λόγο για «εθνικιστικά στοιχεία» που «κατάφεραν στο διάστημα των τελευταίων πέντε ή έξι μηνών να αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση στην ηγεσία» του ΚΚΓ. Η εκτίμηση στη Μόσχα ήταν ότι, από τη στιγμή που ήταν γνωστό ότι είχε χάσει τη Σοβιετική έγκριση, ο Τίτο θα κατέρρεε. «Θα κουνήσω το μικρό μου δάκτυλο και δεν θα υπάρχει πλέον Τίτο», παρατήρησε ο Στάλιν.[135] Η αποβολή απέκλεισε τελικά τη Γιουγκοσλαβία από τη διεθνή κοινότητα των σοσιαλιστικών κρατών, ενώ άλλα σοσιαλιστικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης προέβησαν στη συνέχεια σε εκκαθαρίσεις υποτιθέμενων «Τιτοϊκών». Ο Στάλιν πήρε το θέμα προσωπικά και οργάνωσε αρκετές απόπειρες δολοφονίας του Τίτο, χωρίς επιτυχία.
Σημαντικό είναι ότι μετά τον θάνατο του Στάλιν, ο Τίτο απέρριψε την πρόσκληση της ΕΣΣΔ για επίσκεψη για τη συζήτηση για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών. Ο Νικίτα Χρουστσόφ και ο Νικολάι Μπουλγκάνιν επισκέφθηκαν τον Τίτο στο Βελιγράδι το 1955 και ζήτησαν συγνώμη για τις παραβιάσεις από τη διοίκηση του Στάλιν. Ο Τίτο επισκέφθηκε την ΕΣΣΔ το 1956, γεγονός που ήταν ένα μήνυμα παγκοσμίως ότι η εχθρότητα μεταξύ Γιουγκοσλαβίας και ΕΣΣΔ εξομαλυνόταν. Ωστόσο η σχέση θα φτάσει σε νέο χαμηλό στα τέλη της δεκαετίας του 1960.
Το σχίσμα Τίτο-Στάλιν είχε μεγάλες επιπτώσεις για χώρες εκτός της ΕΣΣΔ και της Γιουγκοσλαβίας. Παρουσιάστηκε, για παράδειγμα, ως ένας από τους λόγους της δίκης Σλάνσκυ στην Τσεχοσλοβακία, όπου εκκαθαρίστηκαν 14 ανώτατοι Κομμουνιστές αξιωματούχοι, εκ των οποίων 11 εκτελέστηκαν. Ο Στάλιν άσκησε πίεση στην Τσεχοσλοβακία να διεξάγει εκκαθαρίσεις για να αποθαρρύνει την εξάπλωση της ιδέας ενός «εθνικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», που είχε υιοθετήσει ο Τίτο.
1955 – Η Ρόζμαρι Κλούνεϊ (θεία του Τζορτζ Κλούνεϊ) ανεβαίνει στο Νο1 του αγγλικού πίνακα επιτυχιών με το τραγούδι «Mambo Italiano». Μεγάλη επιτυχία της δεκαετίας του ‘50, που πρωτοτραγούδησε στα τέλη του 1954 η Ρόζμαρι Κλούνεϊ (1928 – 2002), θεία του ηθοποιού Τζορτζ Κλούνεϊ.
Ήταν μία έμπνευση της στιγμής για τον τραγουδοποιό Μπομπ Μέριλ (1921-1998), που έτρεχε να προλάβει κάποιες προθεσμίες της δισκογραφικής του εταιρείας. Μέσα σ’ ένα ιταλικό εστιατόριο στη Νέα Υόρκη έγραψε τους στίχους σε μια χαρτοπετσέτα και τους υπαγόρευσε μαζί με τη μελωδία από το τηλέφωνο του μαγαζιού στον μαέστρο Μιτς Μίλερ, που βρισκόταν στο στούντιο. Τόσο πιεστικές ήταν οι προθεσμίες που του είχαν επιβληθεί!
Το τραγούδι κυκλοφόρησε στα τέλη του 1954 με ερμηνεύτρια τη Ρόζμαρι Κλούνεϊ, που μεσουρανούσε εκείνη την περίοδο στο καλλιτεχνικό στερέωμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Έφθασε ως το Νο10 του αμερικάνικου πίνακα επιτυχιών και ως στο Νο1 του αντίστοιχου βρετανικού στις 14 Ιανουαρίου 1955, όπου παρέμεινε στην κορυφή συνολικά τρεις εβδομάδες.
Το «Mambo Italiano» αναφέρεται σε μια ιταλο-αμερικανιδούλα που επιστρέφει στη πατρώα γη (Νάπολι) και αιφνιδιάζεται όταν βλέπει τους ντόπιους να διασκεδάζουν με το κουβανέζικο μάμπο και το αμερικάνικο ροκ εντ ρολ (Shake…) αντί για τους δικούς τους ρυθμούς (ταραντέλα κλπ). Το τραγούδι είναι γεμάτο από ιταλικές λέξεις, που δίνουν μία αίσθηση αυθεντικότητας και χρησιμοποιούνται χάριν της ομοιοκαταληξίας.
Τις δικές τους ερμηνείες στο τραγούδι έχουν δώσει καλλιτέχνες, όπως ο Ντιν Μάρτιν, η Μπέτι Μίντλερ και Ρενάτο Καροζόνε. Το 2011, η Λέιντι Γκάγκα συμπεριέλαβε την εναρκτήρια μελωδία του κομματιού στο τραγούδι της «Americano».
| Γεννήσεις:
1919 – Τζούλιο Αντρεότι | Ιταλός πολιτικός. Διετέλεσε Πρωθυπουργός της Ιταλίας τρεις φορές (1972-73, 1976-79, 1989-92), κατηγορήθηκε ότι συνεργάστηκε με τη Μαφία, καταδικάστηκε σε φυλάκιση για το λόγο αυτό, όμως κατόπιν αθωώθηκε. Στην Ιταλία αποκαλείται συχνά Divo Giulio (από το λατινικό Divus Iulius, θεϊκός Ιούλιος, επίθετο που αποδιδόταν στον Ιούλιο Καίσαρα), λόγω της σπουδαιότητας της παρουσίας του στα μεταπολεμικά πολιτικά πράγματα της Ιταλίας.
Ο Τζούλιο Αντρεότι γεννήθηκε στη Ρώμη στις 14 Ιανουαρίου του 1919 και πέθανε στις 6 Μαΐου του 2013. Σπούδασε νομικά στη Ρώμη και εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής στην Συντακτική Συνέλευση του 1946. Έκτοτε εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής, μέχρι το 1991, οπότε ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας Φραντσέσκο Κοσίγκα τον διόρισε ισόβιο γερουσιαστή.
Στις 14 Απριλίου 1986, ο Τζούλιο Αντρεότι, ως Υπουργός Εξωτερικών, ειδοποίησε τη Λιβύη για την επίθεση που θα δεχόταν την επόμενη μέρα από τις ΗΠΑ λόγω τρομοκρατικού χτυπήματος σε ντίσκο του Βερολίνου. Θεωρείται ότι η «προειδοποίηση» αυτή βοήθησε τη Λιβύη να μη δεχθεί την επίθεση αυτή εντελώς απροετοίμαστη.
Στην τρίτη θητεία του (1989-92) υπήρξε ο τελευταίος Χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός της χώρας. Κατά τη διάρκεια της θητείας αυτής αποκαλύφθηκε το μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς της ιταλικής πολιτικής σκηνής, το οποίο οδήγησε στη διάλυση του κόμματός του. Στις 24 Οκτωβρίου 1990, ο Αντρεότι παραδέχτηκε ενώπιον του Κοινοβουλίου την ύπαρξη της Operazione Gladio, μιας μυστικής αντικομμουνιστικής «επιχείρησης». Στο πρώτο στάδιο της επιχείρησης «καθαρά χέρια» δεν αναμείχθηκε το όνομά του, τον Απρίλιο του 1993 όμως ανακρίθηκε με την κατηγορία των σχέσεων με τη Μαφία. Το 1994, το παραδοσιακό κόμμα της Χριστιανοδημοκρατίας, του οποίου ήταν εξέχουσα προσωπικότητα, εξαφανίστηκε από τον πολιτικό χάρτη της Ιταλίας.
| Θάνατοι:
2001 – Κώστας Ρηγόπουλος | Έλληνας ηθοποιός. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Νοεμβρίου του 1930 και αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1953). Εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στη θεατρική σκηνή στο Θέατρο Κυβέλη στο έργο «Μια γυναίκα χωρίς σημασία» του Όσκαρ Ουάιλντ όπου εκεί γνώρισε την 18χρονη τότε Κάκια Αναλυτή την οποία πολύ σύντομα παντρεύτηκε. Απέκτησαν μία κόρη, τη Ζωή Ρηγοπούλου, η οποία είναι κι αυτή ηθοποιός.
Στη συνέχεια συνεργάσθηκε με πολλούς θιάσους όπως της Έλλης Λαμπέτη, της Κατερίνας, του Μάνου Κατράκη, του Δημήτρη Χορν κ.ά. Από το 1962 δημιούργησε δικό του θίασο με τη σύζυγό του, στο Θέατρο Διάνα ενώ ένα χρόνο αργότερα δημιουργούν το δικό τους Θέατρο Αναλυτή.
Τα έργα που ανέβασε κατά σειρά ήταν: «Μια πόρτα δρχ. …500» (των Β. Σκουφά και Β. Ανδρεόπουλου), «Η βίλα των οργίων» (Γερασ. Σταύρου), «Είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι» (Πάβελ Κόχοουτ), «Αν ο κόσμος μας έβλεπε μαζί» (Κλωντ Μπαλ), «Η Κυρία του Μαξίμ» (Ζωρζ Φεϋντώ), «Η ζωντοχήρα» (του Ιμπροχώρη- Γ. Παπά), «Αγάπη μου Ουάουα» (του Φρανουά Καμπώ που υπήρξε και η μεγαλύτερη και μακροβιότερη θεατρική επιτυχία της εποχής, 1967-1972), «Το αυτί του Αλέξανδρου» (Κώστα Μουρσελά), «Δάφνες πικροδάφνες», «Σούκι Γιάκι» (των Στόουν – Κούνεϋ, επίσης μεγάλη επιτυχία), «Παραμύθι χωρίς όνομα» (Ιάκωβου Καμπανέλλη), «Βασιλικός» (Κ. Μάτεσι) κ.ά.
Αλλά και στην κινηματογραφική σκηνή η παρουσία του Κώστα Ρηγόπουλου δεν είναι μικρή. Με το έργο Το προξενιό της Άννας (Παντελή Βούλγαρη) κερδίζει το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Επίσης συνεργάσθηκε και με την τηλεόραση σημειώνοντας επιτυχία στα σήριαλ Αξιωματικός υπηρεσίας, Βίβα Κατερίνα, Χαμογελάστε παρακαλώ, ενώ το 1988 παρουσίαζε και το τηλεπαιχνίδι Εσείς τι λέτε;.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν μόνιμος κάτοικος Παλαιού Φαλήρου (Αττική). Πέθανε στις 14 Ιανουαρίου 2001 από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη μήνες πριν. Μετά τον θάνατό του, το 2013, η κόρη του Ζωή Ρηγοπούλου εξέδωσε την αυτοβιογραφία του Το παραμύθι της ζωής μου, απομαγνητοφωνώντας τις κασέτες που έγραφε ο Κώστας Ρηγόπουλος το 1985, μετά τα πρώτα προβλήματα με την υγεία του.
Στο link που ακολουθεί μπορείτε να διαβάσετε
ακόμα περισσότερα γεγονότα που συνέβησαν αυτή την ημερομηνία
Γέγονε την 14η Ιανουαρίου