Μνήμη χρονολογίου της 12ης Μαΐου

 


...

Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν» |

12 Μαΐου 2025

| Είναι η 132η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 233 ημέρες για τη λήξη του.
🌅  Ανατολή ήλιου: 06:17 – Δύση ήλιου: 20:25 – Διάρκεια ημέρας: 14 ώρες 9 λεπτά
🌕  Σελήνη 14.5 ημερών |

Χρόνια πολλά στους Επιφάνιο, Επιφανία Θεόδωρο, Θοδωρή, Τεό, Θεοδώρα και Δώρα |


Γεγονότα

1854 – Οι Αγγλογάλλοι προχωρούν σε αποκλεισμό του Πειραιά και αργότερα σε κατοχή της Αθήνας και του Πειραιά έως τις 15 Φεβρουαρίου 1857, λόγω της επιμονής του βασιλιά Όθωνα να αναλάβει εκστρατεία για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας.

Τον Μάιο του 1854 Αγγλογάλλοι απέκλεισαν ναυτικά τον Πειραιά. Αργότερα έθεσαν υπό κατοχή την Αθήνα και τον Πειραιά, λόγω της επιμονής του βασιλιά Όθωνα να αναλάβει εκστρατεία για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους. Έτσι ο Όθων αναγκάστηκε να διακηρύξει την ουδετερότητα της Ελλάδας, να διατάξει την καταστολή των εξεγέρσεων και να πάψει την (δική του) κυβέρνηση Κριεζή. Κατ’ απαίτηση των Αγγλογάλλων διόρισε νέο πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.

Ο Μαυροκορδάτος, πρόσωπο εμπιστοσύνης της αγγλικής διπλωματίας, επελέχθη από τις «Προστάτιδες Δυνάμεις» του Ελληνικού Βασιλείου, να αντικαταστήσει την σφόδρα Οθωνική «κυβέρνηση Κριεζή», προκειμένου να εξασφαλίσει την υπακοή της κυβέρνησης στις θελήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων.

Η Κυβέρνηση Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου (Μάιος 1854 – Σεπτέμβριος 1855) – γνωστή και ως Υπουργείον Κατοχής κυβέρνησε την Ελλάδα, την περίοδο του ναυτικού αποκλεισμού του Πειραιά από τα πολεμικά πλοία των Γάλλων και την κατοχή της πρωτεύουσας από Γάλλους στρατιώτες που επέβαλαν την ουδετερότητα της χώρας. Αυτή τη περίοδο εξομαλύνθηκαν και οι σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και υπογράφηκε μάλιστα και η πρώτη συνθήκη μεταξύ των δύο κρατών. Οι Άγγλοι και οι Γάλλοι εμπόδιζαν έτσι την κυβέρνηση του Όθωνα που ήθελε να εκμεταλλευτεί τον ΡωσοΤουρκικό πόλεμο και να επιτεθεί στην Τουρκία. Αυτή η κατοχή έληξε στις 15 Φεβρουαρίου 1857.

 

1902 – Ιδρύεται στον Πειραιά από τον Νικόλαο και τον Ανδρέα Χατζηκυριάκο το πρώτο ελληνικό τσιμεντοποιείο, που ονομάζεται TITAN.

Η πρώτη μονάδα παραγωγής εγκαθίσταται στην Ελευσίνα. Το 1902 ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος, ο Νικόλαος Κανελλόπουλος, ο Λεόντιος Οικονομίδης και ο Αλέξανδρος Ζαχαρίου ένωσαν τις δυνάμεις τους και τα κεφάλαιά τους προκειμένου να ιδρύσουν την εταιρεία «Χατζηκυριάκος, Ζαχαρίου και Σία», ενώ ως εμπορικό σήμα του πρώτου ελληνικού τσιμεντοποιείου προκρίθηκε η λέξη «Τιτάν». Και αυτό γιατί γράφεται και στην ελληνική και στη λατινική γλώσσα με τα ίδια γράμματα – κάτι που έδειχνε εξαρχής τη φιλοδοξία να καταστεί η εταιρεία μια εξαγωγική δύναμη.

Η έδρα της εταιρείας ήταν στον Πειραιά, αλλά το εργοστάσιο εγκαταστάθηκε στην Ελευσίνα, αφού οι πρώτες ύλες (νερό, άμμος, χαλίκια) για την παραγωγή τσιμέντου υπήρχαν εκεί διαθέσιμες σε αφθονία. Το υλικό ήταν σχεδόν άγνωστο στην Ελλάδα εκείνη την εποχή και όλες οι κατασκευές βασίζονταν στην πέτρα, το ξύλο και τους πλίνθους.

Οι ιδρυτές του Τιτάνα πίστευαν ότι υπήρχαν μεγάλα περιθώρια κέρδους από την εισαγωγή αυτού του νέου υλικού με τα πολλά πλεονεκτήματα. Αλίμονο, όμως. Η αρχή δεν ήταν καθόλου εύκολη. Παρά τις προσπάθειες του Χατζηκυριάκου και των άλλων τεχνικών της εποχής, το κοινό δεν εμπιστευόταν ακόμα τη νέα οικοδομική ύλη. Και τότε αποφασίστηκε η εξαγωγή τσιμέντου στο εξωτερικό. Για να γίνει αυτό, το κράτος βοήθησε απαλλάσσοντας την εταιρεία από την πληρωμή λιμενικού φόρου του εξαγόμενου τσιμέντου.

Η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή. Η πρόοδος του Τιτάνα υπήρξε ταχύτατη. Το εργοστάσιο είχε ιδρυθεί με δυνατότητα παραγωγή 20.000 τόνων ετησίως, γρήγορα ωστόσο η ζήτηση ξεπέρασε κατά πολύ την προσφορά και κατέστη απαραίτητη η επέκταση των εγκαταστάσεων. Μέσα σε μία δεκαετία η εταιρεία είχε εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αθηνών και η παραγωγή είχε διπλασιαστεί για να καλύψει τις ανάγκες τόσο της εγχώριας αγοράς όσο και των πελατών από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Αλεξάνδρεια.

 

Γεννήσεις

 

1820 – Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ. Η Φλόρενς γεννήθηκε σε μια πλούσια βρετανική οικογένεια σε μια βίλα στην Φλωρεντία στην ιταλική επαρχία της Τοσκάνης, από την οποία έλαβε το όνομά της. Ήταν γόνος εύπορης αγγλικής οικογένειας που είχε εγκατασταθεί στην Φλωρεντία.

Όταν γύρισε με τον πατέρα της στην Αγγλία, έκανε αξιόλογες σπουδές και έμαθε λατινικά και ελληνικά. Στα είκοσί της δήλωσε στους γονείς ότι επιθυμούσε να γίνει νοσηλεύτρια, αλλά εκείνοι της το αρνήθηκαν τονίζοντας ότι ένα τέτοιο επάγγελμα δεν άρμοζε στη δική τους κοινωνική τάξη.

Όταν όμως έγινε τριάντα χρονών, η Φλόρενς αποφάσισε να μείνει ανύπαντρη και να σπουδάσει νοσηλευτική στο Κάιζερσβερτ, κοντά στον Ρήνο, αλλά και σε διάφορα νοσοκομεία της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στην διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου (1854-1855) ανέλαβε τη θέση προϊσταμένης στο νοσοκομείο Κινγκς Κόλλετζ. Σε λίγο καιρό όμως αναχώρησε για το μέτωπο επικεφαλής 28 νοσηλευτριών, και μάλιστα, παρ’ όλες τις δυσκολίες, κατόρθωσε να αυξήσει τον αριθμό τους σε 100. Εργαζόταν σε ένα νοσοκομείο στο Σκούταρι, κοντά στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο στέγαζε 1.500 ασθενείς κάτω από πραγματικά απαίσιες συνθήκες. Το ποσοστό θνησιμότητας του νοσοκομείου είχε φτάσει το 42%, γιατί νοσηλεύονταν εκεί ασθενείς με βαριά περιστατικά από επιδημίες (τύφο, χολέρα, δυσεντερία κλπ.). Παρ’ όλα αυτά η Φλόρενς κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες για να σώσει τους ασθενείς και έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να τους απαλύνει τον πόνο.

Η εικόνα της Νάιτινγκεϊλ να κυκλοφορεί ανάμεσα στα κρεβάτια των ασθενών τη νύχτα κρατώντας ένα φανάρι ήταν τόσο αντιπροσωπευτική της ευσυνειδησίας της και της ακούραστης προσπάθειάς της να ανακουφίσει τον πόνο των ασθενών που της χάρισε το προσωνύμιο «Η Κυρία με το Φανάρι». Όμως την εποχή που εργάζονταν στον Κριμαϊκό Πόλεμο είχε μείνει γνωστή με το προσωνύμιο «Η Κυρία με το Σφυρί» γιατί κάποτε που της είχαν αρνηθεί πρόσβαση σε μία κλειδωμένη φαρμακαποθήκη εκείνη, αντίθετα από ότι θα περίμενε κανείς από μία τρυφερή νοσηλεύτρια ευγενικής καταγωγής, πήρε ένα σφυρί και έσπασε την κλειδαριά. Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψε στην Αγγλία και αποσύρθηκε στην προσωπική της ζωή. Πέθανε στις 13 Αυγούστου 1910. Σήμερα στο Γουότερλου Πλέις στο Λονδίνο υπάρχει άγαλμά της που την δείχνει να κρατά το φανάρι με το οποίο έμεινε γνωστή.

 

Θάνατοι

1992 – Νίκος Γκάτσος. Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε στην Ασέα Αρκαδίας από τους αγρότες Γεώργιο Γκάτσο και Βασιλική Βασιλοπούλου.

Σε ηλικία πέντε ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, ο οποίος, από τους πρώτους μετανάστες στην Αμερική, πέθανε στο πλοίο και τον πέταξαν στην θάλασσα του Ατλαντικού Ωκεανού.

Τέλειωσε το Δημοτικό στην Ασέα και το Γυμνάσιο στην κοντινή Τρίπολη, όπου γνώρισε τα λογοτεχνικά βιβλία, τις μεθόδους αυτοδιδασκαλίας ξένων γλωσσών, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Έτσι, όταν το 1930 μετέβη στην Αθήνα για να εγγραφεί στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (διέκοψε μετά το δεύτερο έτος), ήξερε αρκετά καλά Αγγλικά και Γαλλικά, είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό και το δημοτικό τραγούδι και παρακολουθούσε τις νεωτεριστικές τάσεις στην ποίηση της Ευρώπης.

Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του και την αδερφή του και άρχισε να έρχεται σε επαφή με τους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής. Πρωτοδημοσίευσε ποιήματά του, μικρά σε έκταση και με κλασικό ύφος, στα περιοδικά «Νέα Εστία» (1931-32) και «Ρυθμός» (1933). Την ίδια περίοδο δημοσίευσε κριτικά σημειώματα στα περιοδικά «Μακεδονικές Ημέρες», «Ρυθμός» και «Τα Νέα Γράμματα» (για τον Κωστή Μπαστιά, την Μυρτιώτισσα και τον Θράσο Καστανάκη αντίστοιχα), ενώ αργότερα συνεργάστηκε με τα «Καλλιτεχνικά Νέα» και τα «Φιλολογικά Χρονικά». Καθοριστική υπήρξε η γνωριμία του με τον Οδυσσέα Ελύτη το 1936. Συνδέθηκε με το ρεύμα του ελληνικού υπερρεαλισμού.

Το μοναδικό βιβλίο που εξέδωσε όσο ζούσε είναι η ποιητική σύνθεση «Αμοργός» (Αετός, 1943), η οποία θεωρείται κορυφαία δημιουργία του ελληνικού υπερρεαλισμού με επίδραση στους νεότερους ποιητές, σημαδεύοντας την σύγχρονη ελληνική ποίηση. Έκτοτε δημοσίευσε τρία ακόμη ποιήματα: το «Ελεγείο» (1946, περ. Φιλολογικά Χρονικά) και το «Ο ιππότης κι ο θάνατος» (1947, περ. Μικρό Τετράδιο), που από το 1969 και μετά περιέχονται στο βιβλίο «Αμοργός», και το «Τραγούδι του παλιού καιρού» (1963, περ. Ο Ταχυδρόμος), αφιερωμένο στον Γιώργο Σεφέρη.

Ο Γκάτσος ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη μετάφραση θεατρικών έργων, κυρίως για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου. Παράλληλα και για βιοποριστικούς λόγους συνεργάστηκε με την «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση» ως μεταφραστής και με την Ελληνική Ραδιοφωνία ως μεταφραστής, διασκευαστής και ραδιοσκηνοθέτης.,

 

Στο link που ακολουθεί μπορείτε να διαβάσετε
ακόμα περισσότερα γεγονότα που συνέβησαν αυτή την ημερομηνία
Γέγονε την 12η Μαΐου

 

——————————————————————————————————————————————————————–
Πηγές
  • sansimera.gr, el.wikipedia.org
————————————————————————————–