Μνήμη χρονολογίου της 10ης Απριλίου

Τετάρτη 10 Απριλίου 2024

Είναι η 101η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 265 ημέρες για τη λήξη του.
🌅  Ανατολή ήλιου: 06:56 – Δύση ήλιου: 19:56
Διάρκεια ημέρας: 13 ώρες 1 λεπτά
🌑  Σελήνη 1.8 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Μάξιμο, Μάξιμη, Μάξιμα, Αναξιμένη, Δημοσθένη,
Δήμο, Διονύση, Νύση, Ντένη, Διονυσία, Διονυσούλα, Νύσα,
Σίσσυ, Ντενίζ, Επαμεινώνδα, Νώντα, Ετεοκλή, Ζήνωνα, Ηρακλή,
Ηρακλεία, Ηφαιστίωνα, Θεμιστοκλή, Θεμιστοκλεία, Θεόφραστο, Θησέα,
Ισοκράτης, Μιλτιάδης, Μίλτος, Ξενοφώντα, Φόντα, Φόνη, Ξενοφωντία,
Ξενοφωντίνα, Ξενοφώντη, Ξένια, Όμηρο, Παρμενίωνα, Πελοπίδα, Περικλή,
Πίνδαρο, Πολύβιο, Προμηθέα, Σοφοκλή, Σωκράτη, Σωκρατίνα,
Σωκρατία, Τιμόθεο, Τιμά, Τίμη, Θέο, Φιλοποίμηνα, Φίλη και Φωκίωνα.

Γεγονότα

 

1821 – Οι Τούρκοι απαγχονίζουν στην Κωνσταντινούπολη τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, σε αντίποινα για την Ελληνική Επανάσταση.  Γεννήθηκε το 1745 ή 1746 στη Δημητσάνα από φτωχή οικογένεια και το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Αγγελόπουλος. Γονείς του ήταν ο βοσκός Ιωάννης και η Ασημίνα Αγγελοπούλου. Μετά τις βασικές σπουδές στο χωριό του, το 1765 πήγε στην Αθήνα για δύο χρόνια, όπου μαθήτευσε παρά τον Δημήτριο Βόδα, ιεροκήρυκα από τα Ιωάννινα. Το 1767 μετέβη στη Σμύρνη, όπου ένας θείος του που υπηρετούσε νεωκόρος στο ναό του Αγίου Γεωργίου τον βοήθησε να σπουδάσει στο περιώνυμο Γυμνάσιο της πόλης για πέντε χρόνια. Από την παιδική του ηλικία ο Γεώργιος Αγγελόπουλος είχε σχέση με τη Μονή Φιλοσόφου της Αρκαδίας, μέσω της οποίας ενισχύθηκε ο έμφυτος ασκητισμός του. Έτσι, αποσύρθηκε στις Στροφάδες και στην εκεί Μονή του Αγίου Διονυσίου εκάρη μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Γρηγόριος.

1826 – Οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» του Μεσολογγίου πραγματοποιούν την ηρωική έξοδο. Το 1825 ο Κιουταχής συγκέντρωσε μεγάλο στρατό στη Λάρισα και κατευθύνθηκε στο Μεσολόγγι. Στα τέλη Απριλίου 1825 στρατοπέδευσε στην περιοχή και ξεκίνησε την πολιορκία του Μεσολογγίου. Όλες οι επιθέσεις που επιχείρησε ο Κιουταχής εναντίον της πόλης απέτυχαν, όπως και η προσπάθεια του να αποκλείσει τον ανεφοδιασμό της πόλης από στεριά και θάλασσα. Οι πολιορκημένοι ήρθαν σε συνεννόηση με τον Καραϊσκάκη, ο οποίος διεξήγαγε πόλεμο φθοράς στα νώτα του στρατεύματος του Κιουταχή, αναγκάζοντάς τον να περάσει σε θέση άμυνας, τον Οκτώβριο του 1825.
Εν τω μεταξύ, ο Σουλτάνος προβλέποντας ορθά ότι η πολιορκία θα ήταν χρονοβόρα και βάσει του ότι οι Ευρωπαϊκές Αυλές, πιεζόμενες από το φιλελληνικό κίνημα των λαών τους, είχαν αρχίσει να αναγνωρίζουν την ύπαρξη ελληνικού ζητήματος, θέλησε να ενισχύσει τον αποκλεισμό της πόλης με επιπλέον δυνάμεις και του Ιμπραήμ, παρά το ότι κάτι τέτοιο δεν προβλεπόταν στην αρχική του συμφωνία με τον Αιγύπτιο στρατάρχη. Στις αρχές του Οκτώβριου 1825 κατέπλευσαν στην Αλεξάνδρεια ναυτικές μοίρες όλων των Οθωμανών συμμάχων, συνολικής δύναμης 145 πλοίων, που αποτελούνταν από τούρκικα, αιγυπτιακά, αλγερινά, τριπολίτικα μεταγωγικά και πολεμικά σκάφη, ενώ υπήρχαν και αρκετά υπό διάφορες ευρωπαϊκές σημαίες. Παράλληλα, στην πόλη αυτή συγκεντρώθηκαν 8.000 Άραβες πεζοί, 1.200 ιππείς καθώς και περίπου 800 άτακτοι τούρκοι που εκγυμνάζονταν υπό την επίβλεψη Γάλλων στρατηγών, ενώ μεγάλες ποσότητες τροφίμων και πολεμοφοδίων είχαν επίσης φτάσει από τους Γαλλικούς λιμένες. Με όλες αυτές τις δυνάμεις, ο Ιμπραήμ σκόπευε τόσο στην καθυπόταξη ολόκληρης της Πελοποννήσου όσο και στην άλωση του Μεσολογγίου.
Με την άφιξη του νέου ισχυρού στρατεύματος η πολιορκία ξανάρχισε σφοδρότερη. Παρόλα αυτά μέχρι τον Φεβρουάριο του 1826 οι Τούρκοι δεν είχαν σημειώσει καμία επιτυχία. Ο Ανδρέας Μιαούλης με τον στόλο του κατάφερνε να ανεφοδιάζει το Μεσολόγγι και η άμυνα των πολιορκημένων παρέμενε ισχυρή.
Από τον Μάρτιο όμως η κατάσταση άρχισε να αλλάζει με κατάληψη από τους Τούρκους στρατηγικών νησίδων της λιμνοθάλασσας, όπως το Βασιλάδι και ο Ντολμάς. Οι Έλληνες κατάφεραν να διατηρήσουν τον έλεγχο της νησίδας Κλείσοβα μετά από μία σφοδρή μάχη, στην οποία τα στρατεύματα του Ιμπραήμ είχαν πολύ βαριές απώλειες. Όμως η δυνατότητα του ελληνικού στόλου να ανεφοδιάσει την πόλη είχε καταστεί αδύνατη, με αποτέλεσμα οι αμυνόμενοι να βρεθούν σε δυσχερέστατη θέση. Η κατάσταση στην πόλη έγινε δραματική και η πείνα άρχισε να θερίζει τους κατοίκους. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το συμβούλιο των οπλαρχηγών και προκρίτων της πόλης πήρε την απόφαση για την έξοδο των κατοίκων από το Μεσολόγγι. Η έξοδος ορίστηκε για την νύχτα του Σαββάτου του Λαζάρου με ξημερώματα Κυριακής των Βαΐων, μεταξύ 10ης και 11ης Απριλίου 1826. Το σχέδιο της εξόδου πιθανότατα προδόθηκε, μάλλον από αυτόμολο ξένο, με αποτέλεσμα οι τουρκοαιγύπτιοι να απαντήσουν με σφοδρή επίθεση που συνοδεύτηκε από σφαγή. Χιλιάδες Έλληνες σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν και μόνο 1.500 κατάφεραν να διασωθούν. Περισσότερη αξιόπιστη για την καταγραφή των απωλειών της εξόδου είναι η άποψη του Τζορτζ Φίνλεϊ, ο οποίος υπολογίζει σε περίπου 4.000 τους πεσόντες, σε 3.000 τους αιχμαλωτισθέντες, ενώ αναφέρεται σε 2.000 διασωθέντες. Μεταξύ εκείνων που σώθηκαν ήταν ο Ιταλός φιλέλληνας Ιακομούτσι, που προηγούμενα είχε καταφέρει να αποκρούσει την οθωμανική επίθεση εναντίον της νήσου Βασιλάδι, μία από τις πολλές της λιμνοθάλασσας.
Χάρις στον Κασομούλη γνωρίζουμε την εσωτερική ιστορία της πολιορκίας.

1970 – Η αρχή της διάλυσης των Beatles. Ο τίτλος του τελευταίου άλμπουμ των Beatles, Let It Be, έμοιαζε να είναι προφητικός. Μετά την ταινία-ντοκουμέντο που γυρίστηκε, αποτυπώνοντας όλη τη διαδικασία εγγραφής του δίσκου στο στούντιο, έκαναν ακριβώς αυτό: τα άφησαν όλα όπως είναι. Αν εξαιρέσει κανείς μερικές ευχάριστες στιγμές, η ταινία παρακολουθεί ένα γκρουπ υπό διάλυση μάλλον, παρά ένα ζωντανό και θαλερό συγκρότημα. Στο όλο εγχείρημα εξάλλου παραγωγής και εγγραφής αυτού του τελευταίου άλμπουμ, είναι εμφανή τα σημάδια της προβληματικής συνεργασίας[12]. Η αξία του ντοκιμαντέρ είναι ότι καταγράφει βήμα-βήμα το αναπόφευκτο τέλος μιας θρυλικής συνεργασίας, που άλλαξε τον ρου της μουσικής ποπ ιστορίας. Οι εσωτερικές διαμάχες και διαφωνίες, οι προσωπικές διαφορετικές επιλογές, ζωής κυρίως, είχαν αρχίσει αρκετό καιρό πριν. Απλώς, το 1970 οριστικοποιήθηκε ο χωρισμός. Οι τελευταίες μάλιστα ώρες παραλίγο να μείνουν για πάντα στο ράφι. Τριάντα ώρες μαγνητοταινία και, παράλληλα, φιλμ, το αποτέλεσμα μιας κοπιώδους συνύπαρξης, δεν ικανοποίησε τους Beatles. Αποκήρυξαν τη δουλειά τους. Τότε εμφανίστηκε ως από μηχανής θεός ο Φιλ Σπέκτορ, από τα μεγαλύτερα ονόματα στο χώρο της παραγωγής, ο οποίος ανέλαβε να συνθέσει και να διαμορφώσει το ουσιαστικά φινάλε αυτής της θρυλικής διαδρομής. Στο άλμπουμ, όπως και στην ταινία, διατηρήθηκε η φυσικότητα, η αυθεντικότητα ήχων και εικόνων, χωρίς τις επεμβάσεις εκείνες που τελειοποιούν το αποτέλεσμα. Η καλύτερη στιγμή είναι η ζωντανή ηχογράφηση του τελευταίου κομματιού Get Back στην ταράτσα του Apple στούντιο, ένα παγωμένο απόγευμα του Ιανουαρίου. Ο Λένον, ο Χάρισον, ο ΜακΚάρτνεϊ και ο Ρίνγκο Σταρ. Συμμετείχε και ο πιανίστας Μπίλι Πρέστον. Την αυλαία έκλεισε ο Λένον εκφράζοντας την ελπίδα ότι το συγκρότημα και αυτός προσωπικά “έχουν περάσει την οντισιόν”.
Οι “Υπέροχοι Τέσσερις” ακολούθησαν προσωπικές καριέρες με αρκετές αξιόλογες στιγμές, που όμως ποτέ δεν πλησίασαν την ακεραιότητα του Beatle-ικού καλλιτεχνικού οράματος. Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 ο Λένον δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι του στη Nέα Yόρκη από τον Μαρκ Τσάπμαν. Ο θάνατός του σήμανε και το οριστικό τέλος μίας μεγαλειώδους και μοναδικής στη μουσική σκηνή πορείας. Ο Λένον ήταν η ιδιοφυία του συγκροτήματος. Κορυφαίος συνθέτης, οραματιστής, ουμανιστής. Ο ΜακΚάρτνεϊ ένας σημαντικός μουσικός, με μελωδικό παίξιμο, συνθετική και στιχουργική προσφορά. Ο Χάρισον, σπουδαίος κιθαρίστας με στυλ κοντά σε αυτό του φίλου του, Έρικ Κλάπτον, και ο Ρίνγκο Σταρ που διεκδικεί τα λιγότερα κοσμητικά, αλλά ήταν σίγουρα ένας πολύ καλός ντράμερ. Και οι τέσσερις είναι αναπόσπαστα κομμάτια ενός ανεπανάληπτου μύθου. Στις 29 Νοεμβρίου του 2001 ο Χάρισον πέθανε από καρκίνο στο Λος Άντζελες.
Ο Πολ Μακάρτνεϊ ανακοινώνει ότι αποχωρεί από το συγκρότημα. «Δεν πρόκειται να ηχογραφήσω ή να εμφανισθώ ξανά με τους Beatles ή να γράψω μουσική με τον Τζον» αναφέρει στη γραπτή του δήλωση. Γεμάτος οργή, ο Τζον Λένον ανταπαντά: «Ο Πολ δεν έφυγε από το συγκρότημα, εγώ τον απέλυσα».

 

Γεννήσεις

 

1847 – Τζόζεφ Πούλιτζερ (10 Απριλίου 1847 – 29 Οκτωβρίου 1911) ήταν Ουγγρικής καταγωγής Αμερικανός δημοσιογράφος και εκδότης εφημερίδων. Η πιο γνωστή εφημερίδα που εξέδωσε ήταν η New York World. Τα Βραβεία Πούλιτζερ ήταν πρόνοια της διαθήκης του Πούλιτζερ.
Ο Πούλιτζερ (προφερόμενος σωστά ως ‘πουλ-ιτ-σερ’) μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1864, όπου υπηρέτησε στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο με την πλευρά των Βορείων. Έπειτα εγκαταστάθηκε στο Σαιντ Λούις στο Μισούρι, όπου το 1868 άρχισε να δουλεύει για μια γερμανόφωνη καθημερινή εφημερίδα, την “Westliche Post”. Έγινε μέλος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και εκλέχτηκε στο Πολιτειακό Νομοθετικό Σώμα του Μισσούρι το 1869. Το 1878 ο Πούλιτζερ αγόρασε δυο καθημερινές εφημερίδες του Σαιν Λούις, την “St. Louis Post” και την “St. Louis Dispatch” και τις συγχώνευσε δημιουργώντας την “St. Louis Post-Dispatch”, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα η καθημερινή εφημερίδα του Σαιντ Λούις.
Όντας πλούσιος μέχρι το 1883, ο Πούλιτζερ αγόρασε για 346.000 δολάρια την Νεο-υορκέζικη εφημερίδα “New York World”,μια εφημερίδα που έχανε ετησίως 40.000 δολάρια. Ο Πούλιτζερ άλλαξε την θεματολογία της εφημερίδας προσφέροντας καθημερινές ή περίεργες ιστορίες που ενδιέφεραν τους ανθρώπους, σκάνδαλα και κιτρινισμό. Το 1885, την ίδια χρονιά που εξελέγη στο Αμερικανικό Σώμα Αντιπροσώπων, προσέλαβε τον Ρίτσαρντ Φ. Άουτκολτ για να σχεδιάσει καρτούν βασισμένα στις φτωχογειτονιές, και η κυκλοφορία άγγιξε τις 600.000 (από κυκλοφορία 15.000 φύλλων όταν αγόρασε την εφημερίδα) καθιστώντας την την μεγαλύτερη εφημερίδα στη χώρα. Το 1887 προσέλαβε την διάσημη μετέπειτα, δημοσιογράφο έρευνας Νέλι Μπλάι (Nellie Bly).
Ο εκδότης της αντιπάλου “New York Sun” επιτέθηκε στον Πούλιτζερ εντύπως, αποκαλώντας τον το 1890 ΄Ο Εβραίος που εγκατέλειψε τη θρησκεία του’ (Ο πατέρας του Πούλιτζερ ήταν Εβραίος, ενώ η μητέρα του Ρωμαιοκαθολική). Η κίνηση, που αποσκοπούσε να αποσπάσει το Εβραϊκό αναγνωστικό κοινό του Πούλιτζερ, προκάλεσε την άμεση επιδείνωση της ήδη εξασθενημένης υγείας του Πούλιτζερ και παραιτήθηκε από την έκδοση, αν και διατήρησε τον οικονομικό έλεγχο επί των εφημερίδων του.
Το 1895 ο Γουίλλιαμ Ράντολφ Χερστ αγόρασε τη New York Journal, πράγμα που οδήγησε σε έναν δημοσιογραφικό πόλεμο μεταξύ της World του Πούλιτζερ και της Journal του Χερστ. Ο ανταγωνισμός αυτός με τον Χερστ, ιδιαίτερα η κάλυψη πριν και κατα τη διάρκεια του Ισπανο-Αμερικανικού Πολέμου, συνέδεσε το όνομα του Πούλιτζερ με την κίτρινη δημοσιογραφία. Το 1896, η World εισήγαγε ένα έγχρωμο παράρτημα, καινοτομία για την εποχή.
Το 1909 η World αποκάλυψε μια οικονομική απάτη στην οποία ήταν αναμεμειγμένη η Αμερικανική κυβέρνηση. Ο Πούλιτζερ κατηγορήθηκε για δυσφήμηση εναντίον του Θίοντορ Ρούζβελτ και του Τζ. Π. Μόργκαν. Τα δικαστήρια απέρριψαν τις κατηγορίες, γεγονός που κατεγράφη ως νίκη για την ελευθερία του τύπου.
Το 1892 ο Πούλιτζερ προσέφερε στον πρόεδρο του Πανεπιστημίου Κολούμπια, Σεθ Λόου, χρήματα για τη δημιουργία της πρώτης παγκοσμίως σχολής δημοσιογραφίας. Το πανεπιστήμιο αρχικά απέρριψε τα χρήματα, προφανώς ανεπηρέαστοι από τον ανενδοίαστο χαρακτήρα του Πούλιτζερ. Το 1902 ο νέος πρόεδρος του Κολούμπια, ο Νίκολας Μάρρεϋ Μπάτλερ, ήταν περισσότερο δεκτικός στο σχέδιο για μια σχολή και βραβεία, αλλά μόνο μετά το θάνατο του Πούλιτζερ το όνειρο αυτό πραγματοποιήθηκε. Ο Πούλιτζερ άφησε στο πανεπιστήμιο 2 εκατομμύρια δολάρια στη διαθήκη του, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία το 1912 της Μεταπτυχιακής Σχολής Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια, αλλά μέχρι τότε η πρώτη σχολή δημοσιογραφίας είχε ήδη δημιουργηθεί στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι. Η Μεταπτυχιακή Σχολή Δημοσιογραφίας του Κολούμπια παραμένει μία από τις πιο περίβλεπτες σχολές παγκοσμίως.

1870 – Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ (Влади́мир Ильи́ч Улья́нов, 22 Απριλίου 1870 – 21 Ιανουαρίου 1924), γνωστός με το ψευδώνυμο Λένιν (Ле́нин), ήταν Ρώσος κομμουνιστής επαναστάτης, πολιτικός και πολιτικός θεωρητικός. Ήταν ηγέτης της Ρωσικής Επανάστασης και επικεφαλής της Ε.Σ.Σ.Δ. (1922-1924), ηγέτης της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του μπολσεβικικού κόμματος.
«Λένιν» ήταν ένα από τα επαναστατικά ψευδώνυμα του Βλαντίμιρ Ουλιάνοφ. Λέγεται ότι επέλεξε αυτό το όνομα για να παρουσιάσει την αντίθεσή του με το Γκεόργκι Πλεχάνοφ που χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο Βόλγκιν, παρμένο από τον ποταμό Βόλγα. Έτσι, ο Ουλιάνοφ επέλεξε τον ποταμό Λένα, ο οποίος είναι μακρύτερος και ρέει στην αντίθετη κατεύθυνση, μιας και διαφωνούσαν σε ορισμένα θέματα οικονομικής κυρίως φύσης.

1899 – Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ. Γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1899 στο σπίτι της αριστοκρατικής οικογένειας των Ναμπόκοφ στην Πετρούπολη. Η οικογένεια Ναμπόκοφ, που οι ρίζες της πάνε πίσω μέχρι τον 14ο αιώνα, με πρώτο πρόγονο έναν Τάταρο πρίγκηπα, τον Ναμπόκ Μούρζα, υπήρξαν, ισχυροί γαιοκτήμονες, και μέλη της Αυλής των Τσάρων.
Ο πατέρας του, Βλαντιμίρ Ντμίτριεβιτς Ναμπόκοφ, γαιοκτήμονας, υπήρξε δικηγόρος, φιλελεύθερος πολιτικός την ταραγμένη εποχή που προηγήθηκε της Οκτωβριανής Επανάστασης, εκδότης και δημοσιογράφος. Η μητέρα του Ελένα Ιβάνοβνα (Ρουκαβισνίκοβα) ήταν και αυτή μέλος παλιάς και πλουσιότατης οικογένειας γαιοκτημόνων, και ιδιοκτητών ορυχείων στα Ουράλια. Ο Βλαντιμίρ ήταν το πρώτο παιδί του ζευγαριού. Ακολούθησαν ο αδερφός του Σεργκέι (1900–1945), οι αδερφές του Όλγα (1903–1978) και Ελένα (1906–2000) και τέλος, ο μικρότερος αδερφός Κίριλ (1912–1964).
Ο Ναμπόκοφ πέρασε όμορφα παιδικά και νεανικά χρόνια, τα οποία εξιστορεί στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Μίλησε, Μνήμη. Τα περισσότερα καλοκαίρια τα πέρασε στο αχανές κτήμα της οικογένειας στην Βύρα, 50 μίλια νότια της Πετρούπολης. Το φθινόπωρο συνήθως η οικογένεια ταξίδευε στο εξωτερικό, όπου παραθέριζε σε γνωστά ευρωπαϊκά θέρετρα, όπως το Μπίαριτς, τη Νίκαια, το Νταβός και άλλα. Η οικογένεια μιλούσε με ευχέρεια τα γαλλικά -όπως όλοι οι Ρώσοι αριστοκράτες εκείνη την εποχή-, γλώσσα που ο συγγραφέας έμαθε πριν από τη ρωσική. Εκπαιδεύτηκε από Ρώσους παιδαγωγούς και απασχολούνταν εκτός των μαθημάτων του, με την συλλογή πεταλούδων, ένα χόμπυ που αργότερα θα γινόταν επάγγελμα. Επίσης του άρεσε η ποδηλασία, το τένις, και το σκάκι. Στην εφηβεία εντάχθηκε στο εγκύκλιο πρόγραμμα σπουδών, πηγαίνοντας Γυμνάσιο στην Αγία Πετρούπολη. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας επίσης ασχολήθηκε με την ποίηση, γράφοντας στίχους τους οποίους εξέδωσε το 1916 στο βιβλίο με τίτλο Ποιήματα (Stikhi).
Με την επικράτηση των μπολσεβίκων το 1917 η οικογένεια ακολούθησε την μοίρα πολλών Ρώσων αριστοκρατών εκείνης της περιόδου. Στην αρχή (Νοέμβριος 1917) αποσύρθηκε στην Κριμαία, μέχρι το 1919 και μετά την ήττα του Λευκού Στρατού έναντι των Κόκκινων, έχοντας χάσει κάθε ελπίδα επιστροφής στην παλαιά τάξη πραγμάτων, έφυγε για το εξωτερικό.

 

Θάνατοι

 

1585 – Γρηγόριος 13ος, Πάπας της Ρώμης (Papa Gregorio XIII, 7 Ιανουαρίου 1502 – 10 Απριλίου 1585), κοσμικό όνομα Ούγος Μπονκομπάνι (Ugo Boncompagni), ήταν πάπας από το 1572 έως το 1585. Ήταν ο πάπας που στις 5 Οκτωβρίου του 1582 αποφάσισε να διορθώσει το ημερολόγιο, διατάζοντας η συγκεκριμένη ημερομηνία να ονομαστεί 15 Οκτωβρίου 1582. Το νέο αυτό Ημερολόγιο, το οποίο προς τιμήν του ονομάστηκε Γρηγοριανό, το υιοθέτησαν αμέσως οι Ρωμαιοκαθολικές χώρες, αλλά οι Ορθόδοξες και κάποιες Διαμαρτυρόμενες, για λόγους καθαρά θρησκευτικούς, αντέδρασαν. Στην Ελλάδα το νέο αυτό ημερολόγιο καθιερώθηκε με νόμο στις 16 Φεβρουαρίου του 1923 και η συγκεκριμένη ημερομηνία ονομάστηκε 1 Μαρτίου 1923, αλλά η Εκκλησία αντέδρασε, με αποτέλεσμα, όταν έφτασε η 25η Μαρτίου, να επέλθει σύγχυση και να χρειαστεί να χωριστεί η Εορτή της Εθνεγερσίας απ’ αυτή του Ευαγγελισμού. Μετά από πιέσεις της Πολιτείας όμως αναγκάστηκε κι αυτή να συμμορφωθεί και στις 10 Μαρτίου του 1924, που ονομάστηκε 23 Μαρτίου 1924, το εκκλησιαστικό Ημερολόγιο συνταυτίστηκε με το πολιτικό, χωρίς όμως τη μετακίνηση του Πασχαλίου Κύκλου, ο οποίος εξακολουθεί να εξαρτάται από το Ιουλιανό Ημερολόγιο.

1826 – Πήλιος Γούσης. Ο Αλή Πασάς κατά την 3η εκστρατεία του κατά των Σουλιωτών (1803) όταν διαπίστωσε ότι με τα όπλα δεν πετύχαινε τίποτα προσπάθησε τότε με δωροδοκίες και διαφθορές να εκπορθήσει το Σούλι. Στη προσπάθειά του αυτή ήρθε συνεργός στον γιο του Αλή, τον Βελή Πασά, ο Πήλιος Γούσης, που υπηρετούσε ως έμπιστος του Τουρκαλβανού στρατηγού Ζελιχτάρ Μπόττα, ο οποίος και υπέδειξε στους Τουρκαλβανούς που επιχειρούσαν τον αποκλεισμό των Σουλιωτών ένα ιδιαίτερο αφύλακτο μονοπάτι που οδηγούσε στο Κούγκι. Όταν ένα τμήμα των Τουρκαλβανών ανέβηκε αυτό το μονοπάτι οι μαχόμενοι Σουλιώτες βρέθηκαν ανάμεσα στα πυρά τους όπου αναγκάστηκαν πλέον να υποχωρήσουν, να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και τελικά, λόγω και έλλειψης τροφών και πολεμοφοδίων να συνθηκολογήσουν και να εκπατριστούν στη συνέχεια στη ρωσοκρατούμενη τότε Πάργα και από εκεί στη Κέρκυρα. Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ποίημά του «Ο Καλόγερος» που αναφέρεται στον μοναχό Σαμουήλ που ανατίναξε την μπαρουταποθήκη στο Κούγκι, εμφανίζει τον Πήλιο Γούση να καλεί τον καλόγερο να παραδοθεί στο Βελή πασά. Την προδοσία αυτή του Πήλιου Γούση που συνέβαλε και ο συμπέθερός του Κουτσονίκας, έχει καταγράψει ο Χ. Περραιβός, που χρεώνει και ένα μέρος της προδοσίας στον Κίτσο Μπότσαρη.

1979 – Νίνο Ρότα (Giovanni “Nino” Rota Rinaldi, 3 Δεκεμβρίου 1912 – 10 Απριλίου 1979) ήταν Ιταλός συνθέτης. Έχει γίνει γνωστός για την μουσική που έγραψε για την ταινία Ο Νονός, αλλά και για την μακροχρόνια συνεργασία του με τον Φεντερίκο Φελίνι.
Γεννημένος στο Μιλάνο από γονείς μουσικούς, άρχισε από μικρή ηλικία τις σπουδές του στο ωδείο της πόλης. Μετά από λίγα χρόνια ο δάσκαλος του τον έπεισε να πάει για σπουδές στην Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών, κάτι που ο ίδιος έπραξε. Εκεί έμεινε για τρία χρόνια όπότε επέστρεψε στην Ιταλία.
Την πρώτη μουσική για ταινία έγραψε το 1933 για το Treno Popolare του Ραφαέλο Ματεράτσο. Μετά από περίπου 20 χρόνια γνώρισε τον Φεντερίκο Φελίνι και από εκεί ξεκινάει μια συνεργασία που κράτησε για περίπου 30 χρόνια. Έγραψε μουσική για ταινίες όπως το “Λα Στράντα”, το Γλυκιά ζωή” , το “8 1/2”, το “Βατερλώ” , το “Ρωμαίος και Ιουλιέτα” και για τον “Νονό”.
Τιμήθηκε με Όσκαρ για τη μουσική του στον Νονό ΙΙ το 1975.
Έχει γράψει μουσική για πάνω από εκατό ταινίες αλλά και για δέκα όπερες, πέντε μπαλέτα και αρκετές συμφωνικές συνθέσεις.

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο