Καλαρρύτες | Το πετράδι των βλάχων


.

– Οι πατρίδες των ανθρώπων –

Οι Καλαρρύτες απέχουν 181 χλμ. από το Αγρίνιο μέσω Ιόνιας Οδού

– Επιμέλεια: Λ. Τηλιγάδας

 

Klik ΕΔΩ για παραπομπή

 


Οι Καλαρρύτες είναι ορεινός οικισμός
στις άνω δυτικές πλαγιές της οροσειράς της Πίνδου

Καλαρρύτες | Το πετράδι των βλάχων

Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νομού Ιωαννίνων
και απέχει 56 χλμ. από τα Γιάννενα

Οι δυτικές απόκρημνες πλαγιές της Πίνδου και οι χαράδρες των παραποτάμων, από τους αρχαιότατους χρόνους αποτελούν διόδους επικοινωνίας μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου. Πάνω από τη ζώνη των δασών, σε μεγάλο υψόμετρο, υπήρχαν και υπάρχουν εκτεταμένοι ορεινοί βοσκότοποι και κατάλληλες εκτάσεις για νομαδική κτηνοτροφία. Οι δύο αυτοί λόγοι ορίζουν και τη μοίρα των κατοίκων της περιοχής, κυρίως την ενασχόλησή τους με την νομαδική κτηνοτροφία. Οι εποχικές μετακινήσεις προσδιορίζουν την οικονομική και κοινωνική τους ζωή. Η νομαδική ζωή από τους αρχαιότατους χρόνους ωθεί τους κατοίκους να επιλέγουν καλές θέσεις μη-μόνιμης εγκατάστασης, αφού είναι υποχρεωμένοι να καλύπτουν εκατοντάδες χιλιόμετρα και να μετακινούνται από τους ορεινούς βοσκότοπους σε παράκτια κυρίως χειμαδιά και αντίστροφα.

Δύο λοιπόν είναι οι λόγοι μόνιμης εγκατάστασης των Βλάχων στα ορεινά της Πίνδου. Πρώτον, τα περάσματα, δηλαδή οι δίοδοι επικοινωνίας μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου (Άρτας, Ιωαννίνων) αλλά και Ακαρνανίας και δεύτερον, τα εκτεταμένα βοσκοτόπια για την ενασχόλησή τους με την κτηνοτροφία.

Μετά την πρώτη ημιμόνιμη εγκατάσταση κατοίκων στους Καλαρρύτες, ο πληθυσμός αυξάνεται με βλαχόφωνους που καταφεύγουν εκεί για να διασωθούν από την τουρκική καταδίωξη από πολλές περιοχές της Ηπείρου και από τη Θεσσαλία. Υπάρχουν ενδείξεις ότι Βλάχοι υπήρχαν εγκατεστημένοι σε σταθερούς οικισμούς, συνδεδεμένοι με την αγροτοκτηνοτροφική ζωή και ενταγμένοι στη Βυζαντινή οικονομική διάρθρωση από τον 12ο και 13ο αιώνα.

 

 

Αρχιτεκτονική

Η δομή του οικισμού ακολουθεί το γενικό πρότυπο των ορεινών χωριών που κυριαρχεί στην Ήπειρο, με απλές γεωμετρικές γραμμές, προσαρμοσμένη στον ηπειρωτικό χώρο και κλίμα. Το έδαφος διαμορφώνει και αυτό τη μορφή του. Στους Καλαρρύτες η απότομη πλαγιά και η μεγάλη κλίση της έχει ως αποτέλεσμα τα πρώτα σπίτια στην κορυφή να απέχουν από τα τελευταία που βρίσκονται στο χείλος της χαράδρας, πάνω από 500 μέτρα. Ο οικισμός συγκροτείται γύρω από την κεντρική πλατεία, που συγκεντρώνει όλη τη δραστηριότητα του χωριού, κοινωνική, οικονομική, πολιτισμική και θρησκευτική. Η διαφοροποίηση των Καλαρρυτών, ως προς το τυπικό ηπειρωτικό ορεινό χωριό, είναι ότι εδώ η ενοριακή εκκλησία βρίσκεται λίγο απομακρυσμένη από το κέντρο τους.

 

 

 

 

Πολιτιστικά

Η μουσική παράδοση υπόκειται στους κανόνες της Ηπειρώτικης μουσικής. Τα τέσσερα βασικά μουσικά όργανα είναι το κλαρίνο, το βιολί, το λαούτο και το ντέφι. Η μουσική, το τραγούδι και ο χορός προσαρμόστηκαν και είναι άρρηκτα δεμένα με τον ορεινό χώρο και την επαγγελματική ιδιότητα.

Οι χαρακτηριστικότεροι χοροί των Καλαρρυτινών είναι του Γιανκώστα ή , αργός χορός, και ο Μπαλατσός, αργός στα τρία, ο οποίος χορεύεται κυρίως από άντρες που τραγουδούν όλοι στα βλάχικα ή στα ελληνικά. Κύριο χαρακτηριστικό των τραγουδιών και των χορών είναι οι αργοί και μακρόσυρτοι ήχοι, καθώς και οι αργοί και ποικίλοι βηματισμοί. Στα τραγούδια αρχίζουν οι γυναίκες και απαντούν οι άντρες.

 

 

 

Πανηγύρια

Το τριήμερο των Απόκρεω, ετοιμάζεται γεύμα και χορός στην πλατεία και για τη Σαρακοστή φασολάδα. Το πρωί της Καθαρής Δευτέρας καίγεται ο Τέγος, ο καρνάβαλος του χωριού.

Το καλοκαίρι, γίνονται ξεχωριστά πανηγύρια με αφορμή τις θρησκευτικές γιορτές:

  • Της Ζωοδόχου Πηγής στην Κηπίνα. Το μοναστήρι γιορτάζει και μετά τη λειτουργία ακολουθεί πανηγύρι με παραδοσιακή μουσική. Συγκεντρώνονται πολλοί κάτοικοι από τα χωριά των Τζουμέρκων.
  • Της Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου). Ο ναΐσκος βρίσκεται 6 χιλιόμετρα έξω από το χωριό, σε μια σπηλιά σε υψόμετρο 1750 μέτρων. Μετά τη λειτουργία ακολουθεί γλέντι στην περιοχή Λιβάδι. Το βράδυ της ίδιας μέρας το πανηγύρι μεταφέρεται στην πλατεία του χωριού, όπου συνεχίζεται και την επόμενη μέρα με τη γιορτή του Αγίου Παντελεήμονα.
  • Κοίμηση της Θεοτόκου (15 Αυγούστου). Η λειτουργία γίνεται στο ναό του Αγίου Νικολάου. Το βράδυ στην κεντρική πλατεία γίνεται μεγάλο πανηγύρι, όπου συγκεντρώνονται κάτοικοι όμορων κοινοτήτων από όλα τα χωριά των Τζουμέρκων, αλλά και από τα Ιωάννινα, τη Θεσσαλία και την Αθήνα. Την επομένη, στις 16 Αυγούστου γίνεται λειτουργία και αρτοκλασία στο εξωκκλήσι της Παναγίας και ακολουθεί για δεύτερη μέρα το πανηγύρι στην κεντρική πλατεία.
  • Του Αγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου). Στη γιορτή του Αγίου Νικολάου γίνεται λειτουργία στο ναό (εσπερινός, αρτοκλασία, λειτουργία).

Το ταξίδι του Γάλλου πρόξενου Pouqueville

Στις 29 Αυγούστου του 18147 ο Pouqueville ταξίδεψε στα βλαχοχώρια της Πίνδου γράφει λοιπόν στο πολύτομο περιηγητικό του έργο. Η βιοτεχνία της κάπας, είδος περιζήτητο ανάμεσα στους τσοπαναραίους της Αρβανητιάς και τους ναυτικούς της Αδριατικής, βρισκόνταν σε μεγάλη ακμή. Μέσα σε μισό αιώνα, από το 1760, κατόρθωσαν οι μαγαλοβλαχίτες από τους Καλαρρύτες, το Συρράκο, το Μέτσοβο, τον Ασπροπόταμο και το Ζαγόρι να δημιουργήσουν αγορές στο εξωτερικό. Για την μεταφορά των προιόντων τους ναύλωναν γαλαξιδιώτικα καράβια. Έτσι στέριωσαν εμπορικούς οίκους στη Νεάπολη, στο Λίβανο, στη Γένοβα, στη Σαρδηνία, στο Κάδιξ, στη Σικελία, στη Μάλτα. ’λλοι εγκαταστάθηκαν στη Βενετία, στο Τριέστι, στη Αγκόνα, στη Ραγούζα. Μερικοί εγκαινίασαν συναλλαγές με τη Βιέννη, την Πόλη και τη Μόσχα, και διάφορες εταιρίες που δημιουργήθηκαν αποτόλμησαν ανάμιξη σε τραπεζικές επιχειρήσεις.

Στα τελευταία χρόνια κάμποσοι έμποροι ασχολήθηκαν με το εμπόριο των αποικιακών. Αλλά επειδή βρέθηκαν σε ξένο χώρο χρεοκόπησαν χωρίς όμως να καταστραφούν οικονομικά. « Έτσι στην Πίνδο, όπως και αλλού, λένε πως ο τάδε πλούτισε από μια ή περισσότερες χρεωκοπίες». Αυτή όμως ήταν η τυχοδιωκτική πλευρά. Στο φυσικό τους εμπόριο αλληλοϋποστηρίζονταν με εντιμότητα.

Στους Καλαρρύτες μπορούσε κανείς να πληροφορηθεί για τις τιμές των χρηματιστηρίων των μεγαλύτερων πόλεων της Ευρώπης. Οι έμποροι παρακολουθούσαν τη διεθνή αγορά και κυρίως την κίνηση των ειδών που τους απασχολούσαν. Ο μεγαλύτερος τζίρος γινόταν στα μπαμπάκια της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας, που εξάγονταν κυρίως στην Αυστρία, στα μετάξια της Αγιάς και του Βόλου, στα λαγοτόμαρα και αρκουδοτόμαρα, που εξάγονταν στη Νεάπολη όπου ανταλλάσσονταν με γαϊτάνια και χρυσοσύρματα, και τέλος στο εμπόριο ρωσικών γουναρικών.

Η λαϊκή τάξη που δεν έχει κεφάλαια ασχολείται με έναν κλάδο της βιοτεχνίας πολύ προσοδοφόρο στην Αλβανία. Είναι η κατασκευή χρυσών κοσμημάτων και αντικειμένων από χρυσό και ασήμι. Όσοι από τους Βλάχους δεν είναι υπάλληλοι στις υφαντουργίες και τα διάφορα άλλα βιοτεχνικά εργοστάσια, γίνονται χρυσοχόοι και αργυροχόοι. Κι αν δεν είναι εφοδιασμένοι με καλά μοντέλα εργάζονται ωστόσο, αρκετά καλά το χρυσό και το ασήμι.

 

 

Στα έργα τους δεν βάζουν τίτλους και φίρμες των κατασκευαστών κι ακόμα επωφελούνται και από το ότι χρησιμοποιούν άγνωστα μέχρι τώρα μέταλλα, για να νοθεύσουν τα υλικά τόσο, όσο τους επιτρέπει η πλεονεξία τους.

Οι ταξιδεμένοι Βλάχοι μιλούν αρκετές ξένες γλώσσες, έχουν καλές βιβλιοθήκες με πολλά βιβλία στα γαλλικά και ιταλικά, έχουν περιποιημένες και καλαίσθητες εκδόσεις των Ελλήνων κλασικών. Ένας ξένος βρίσκει σ΄ αυτές τις βιβλιοθήκες τέτοια φιλολογική βοήθεια, που είναι δύσκολο να τη φέρει μαζί του στα ταξίδια. Το πιο καταπληκτικό είναι να παρατηρήσει κανείς και να δεί το πνεύμα της τάξης και της νοικοκυροσύνης, που βασιλεύει στις οικογένειες και στις βλάχικες πόλεις.

Οι Καλαρρύτες είναι μια πόλη με σύγχρονη κατασκευή και δεν προσφέρει τίποτα το αξιόλογο στην περιέργεια και το ενδιαφέρον των αρχαιολόγων. Μερικά από τα σπίτια τους είναι μεγάλα και όλα είναι χτισμένα με τέτοιο τρόπο που να αντέχουν στις κακοκαιρίες και τις θύελλες. Η θέση στην οποία είναι χτισμένη αυτή η πόλη δεν επιτρέπει να βαδίζει κανείς στους δρόμους παρά με μεγάλη προφύλαξη και με σιδερένιο μπαστούνι για να μη γλιστρήσει. Το χειμώνα φορούν παπούτσια από κετσέ, για είναι τα πόδια τους πιο ζεστά , και στις σόλες τους έχουν καρφιά για να τους προφυλάνε να μη γλιστρούν στον πάγο. Αυτά όμως τα μέτρα δεν εμποδίζουν πάντα το να κατρακυλούν και να πέφτουν ακόμα στο βάθος της αβύσσου άνθρωποι και προ παντός παιδιά, όπου και χάνονται.

Στην Πίνδο τα πρώτα χιόνια πέφτουν ύστερα από τις καταιγίδες, που ξεσπούν κατά τέλος Σεπτεμβρίου. Προς τα μέσα Οκτωβρίου αρχίζουν να ασπρίζουν από τα χιόνια οι κορυφές της Κακαρδίτσας και των Τζουμέρκων. Σε κάθε αλλαγή της Σελήνης και στην αλλαγή των ατμοσφαιρικών συνθηκών έρχονται καινούρια χιόνια που φτάνουν μέχρι τον Πολυανό.

Προνοητικοί, καθώς είναι οι κάτοικοι, κάνουν έγκαιρα προμήθειες και μερικά καταστήματα, που κάνουν αυτές τις προμήθειες, για να εξασφαλίσουν τους φτωχούς Βλάχους που δεν μπόρεσαν να κάνουν έγκαιρα τις προμήθειες τους, τα βλέπουμε να αψηφούν τις άσχημες καιρικές συνθήκες και οι βιοτεχνία τους να ανθίζει και με τους πάγους. Περισσότερο συγκεντρωμένοι το χειμώνα γνέθουν το μαλλί και υφαίνουν τα χοντρά υφάσματα, που είναι η πηγή του πλούτου τους. Το χρυσάφι και το ασήμι παίρνουν διάφορα σχήματα με το σφυρί του χρυσοχόου και ο χρόνος αξιοποιείται σωστά και οικονομικά.

Η οικονομική άνθιση των Καλαρρυτών αντιμετώπιζε σκληρές δοκιμασίες εξαιτίας των ληστρικών αξιώσεων του Αλή. Πριν ενταχθούν στο πασαλίκι του οι Καλαρυτιώτες πλήρωναν 1.400 πιάστρα το χρόνο στη βαλιδέ σουλτάνα, τη βασιλομήτορα. Το 1814 έπρεπε να καταβάλουν 50.000 πιάστρα στο βεζίρη. Η κοινότητα ήταν βυθισμένη σε βαριά χρέη (300.000 φράγκα με τόκο 10%). Ωστόσο το γεγονός ότι ήταν αυτόνομοι, κι ότι η παρουσία του δυνάστη ήταν σκιώδης (ένας σούμπασης χωρίς μεγάλες δικαιοδοσίες) τους έδινε ελπίδες πως με την εργατικότητα τους θα ξεπερνούσαν τις δυσκολίες.

Από πατριωτική ευαισθησία ελάχιστα αντικείμενα αγόραζαν από το εξωτερικό. Οι σοφάδες και τα χαλιά τους ήταν εγχώριας κατασκευής. Οι γυναίκες, ακολουθώντας παλιούς νόμους εναντίον της πολυτέλειας, συνήθιζαν να φορούν ρούχα του αργαλιού. Και τα μοναδικά τους καλλωπίσματα ήταν δυο μεταξωτά μαντήλια που φορούσαν για στολίδι στις επίσημες μέρες. Απαγορευόταν να φορέσουν κεντητά φορέματα, γαϊτάνια ή μπρισίμια, σάλια και γούνες όπως συνήθιζαν όλες οι γυναίκες της Ανατολής. Η παράβαση αυτού του κανόνα ισοδυναμούσε με ατίμωση του συζύγου. Αλλά και οι άντρες απέφευγαν την επίδειξη πλούτου. Αν κάποιος τολμούσε να φορέσει χρυσοκέντητη και ακριβή αρβανίτικη φορεσιά έχανε την εκτίμηση των συμπατριωτών του. Είχαν επίσης επιβληθεί περιορισμοί στις προίκες.

 

 

Οι Βλάχοι της Πίνδου ήταν χειροδύναμοι, καλοδεμένοι και μεγάλης αντοχής πραγματικά θεριά στη δουλειά. Οι άλλοι Έλληνες τους ονόμαζαν γι αυτό βουβάλια. Οι γυναίκες συναγωνίζονταν στην εργατικότητα τους άντρες. Όταν έφταναν σε κάποια ηλικία ασκούσαν το επάγγελμα του χαμάλη σ’ όλες τις Πολιτείες της Ηπείρου. Έτρεχαν στις πιο βαριές δουλειές, κουβαλούσαν μεγάλα φορτία, δούλευαν χτίστες, δέχονταν και την πιο κουραστική απασχόληση αρκεί να κερδίσουν χρήματα. Δεν έμοιαζαν διόλου με τις άλλες Ελληνίδες. Είχαν φαρδιές πλάτες, μεγάλο στήθος, μεγάλη ρωμαλέα προορισμένα για το μόχθο, χαρακτηριστικά όχι όμορφα. Κι όπως έλεγαν, ο σουλτάνος δε διάλεξε ποτέ οδαλίσκες για το χαρέμι του από τα βλαχοχώρια της Πίνδου.

Αξιοθέατα

Ολόκληρος ο οικισμός έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος, καθώς υπάρχουν πολλές παλιές παραδοσιακές κατοικίες, δείγματα της ηπειρωτικής αρχιτεκτονικής. Στην πλατεία υπάρχει μια μαρμάρινη στήλη με ονόματα, όλων των επώνυμων κατοίκων του χωριού που διέπρεψαν στα γράμματα και στο εμπόριο (18ος και 19ος αιώνας). Ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρίας και πρωτεργάτες στην επανάσταση των Καλαρρυτών τον Ιούλιο του 1821. Το παλιό δημοτικό σχολείο βρίσκεται πίσω από την πλατεία. Το διδακτήριο είναι των αρχών του 20ου αιώνα και αφού έπαψε να λειτουργεί ως σχολείο το 1981, ανακηρύχθηκε διατηρητέο οικοδόμημα και θα μετατραπεί σε μουσείο ιστορίας και λαογραφίας των Καλαρρυτών.

 

 

Τα μνημεία της Ελληνικής Ορθοδοξίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι της Εθνικής κληρονομιάς και αποτελούν αξιόλογο πόλο έλξης επισκεπτών. Οι Βυζαντινές και οι μεταβυζαντινές εκκλησίες με την εικονογράφηση τους, τα ψηφιδωτά, τις τοιχογραφίες και τις σπάνιες εικόνες, τα ξωκλήσια, τα προσκυνήματα της υπαίθρου, τα μοναστήρια, μαρτυρούν την επίμονη προσήλωση στις παραδόσεις και τη διασύνδεση της τέχνης με τη θρησκευτική λατρεία. Οι Καλαρρύτες είναι ένας μικρός παράδεισος με ατελείωτα στοιχεία ιστορίας βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία εξαιρετικής τέχνης, πολιτισμού και ξεχωριστής ομορφιάς.

Περισσότεροι Καλαρρύτες στα link που ακολουθούν
και αποτελούν πηγές της συγκεκριμένης ανάρτησης:
https://el.wikipedia.org/wiki/  |  https://vlahoi.net/vlahoxoria
Χριστίνα Πολέζε,  Οι Καλαρρύτες στα 1805 & 1814 από τους περιηγητές
Leake και Pouqueville (πηγή: http://www.imlarisis.gr)
  |  https://vlaxoxoria.gr/
———————————————————————————————
Ψηφιακές Καταγραφές Πατριδογνωσίας