Περικλής Κοροβέσης | Χόρεψε τα μπλουζ της ζωής του μόνος του


.

Περικλής Κοροβέσης

Χόρεψε όλα τα μπλουζ… μόνος του


Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1941 στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας. Σπούδασε Θέατρο με τον Δημήτρη Ροντήρη, σημειολογία με τον Ρολάν Μπαρτ και παρακολούθησε μαθήματα των Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Μαρσέλ Ντετιέν, Κορνήλιου Καστοριάδη και άλλων στο Παρίσι. Από μικρή ηλικία μετείχε στο μαχητικό δημοκρατικό κίνημα της αριστεράς. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε επί Χούντας.

Ο Κοροβέσης κατέγραψε στο βιβλίο του «Ανθρωποφύλακες» τα βασανιστήρια και τις φυλακίσεις επί Χούντας στο ΕΑΤ-ΕΣΑ. Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρώτα το 1969 σε λίγα αντίτυπα στη Γενεύη κι έπειτα, μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες, φανέρωσε σε ολόκληρο τον κόσμο το πραγματικό πρόσωπο της δικτατορίας των συνταγματαρχών.

Βαρύνουσας σημασίας ήταν η κατάθεση του Κοροβέση στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Η Χούντα, βέβαιη για την καταδίκη της, έσπευσε να αποχωρήσει από το Συμβούλιο, παραδεχόμενη εμμέσως τις καταθέσεις του Κοροβέση και των άλλων θυμάτων της που κατόρθωσαν και έφθασαν στο βήμα του Στρασβούργου. Ουσιαστικά επρόκειτο για αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης.

Μετά τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη από την οργάνωση 17Ν, το 1989, η εφημερίδα Έθνος δημοσίευσε συκοφαντικό άρθρο με υπογραφή της Αγγελικής Νικολούλη, το οποίο προσπαθούσε να εμπλέξει τον Περικλή Κοροβέση. Η κατηγορία αποδείχθηκε ανυπόστατη και η εφημερίδα αναγκάστηκε να απολογηθεί.

Πέθανε στην Αθήνα, μια μέρα που το ημερολόγιο έγραφε 11 Απριλίου (όπως σήμερα) 2020.

 

Ο Περικλής αγαπούσε ό,τι μισούν οι Ανθρωποφύλακες

«Όταν γνώρισα τον Περικλή, δεν ήξερα ότι ήταν ήρωας», έγραψε ο Νίκος Σερβετάς, στο Kamini.gr στις 11 Απριλίου του 2024 και συνέχισε:  «Μετά κατάλαβα ότι αυτά που έχει γράψει, και κυρίως έχει πει, για τον έρωτα, τις γυναίκες, το τραγούδι, τον χορό, το κρασί, δηλαδή για τη ζωή και τις χαρές της του έδωσε τη δύναμη, τα όπλα, να πολεμήσει και συνέχισε να πολεμάει. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε ανανεώσει πολλές φορές το αντιστασιακό διαβατήριο του.

»Μια ειδική παρέα στη Στοκχόλμη, κάποιοι παράξενοι που έγραφαν, παίζανε θέατρο, έπιναν, κάνανε συντροφιά. Η παροικία τους απέφευγε, αυτοί δεν χωρούσαν μέσα της. Όταν έμεινα για μία περίοδο στο σπίτι του, για να αποφεύγω το καθημερινό ταξίδι Ουψάλα – Στοκχόλμη, βρήκα στα ράφια της βιβλιοθήκης, πάνω από το πιάνο, και πρωτοδιάβασα το Metoden. Με αυτόν τον τίτλο κυκλοφόρησαν οι Ανθρωποφύλακες στα σουηδικά.

»Εκείνο το “γιατί ρε πούστη δεν υποχωρείς, τι παραπάνω έχεις εσύ από μένα που υποχώρησα, πώς αντέχεις;” που του είχε πει ο Γκραβαρίτης και ο Περικλής του απάντησε “Δεν χτυπάς εμένα, σε βασανίζω κι εγώ γιατί σε αναγκάζω να με βασανίζεις” την ώρα που από το πρήξιμο των ποδιών σπάζανε τα παπούτσια του, δεν θα φύγει ποτέ απ’ το μυαλό μου.

»Απέναντι από το πιάνο και τη βιβλιοθήκη ήταν το κρεβάτι, κρεμασμένο από το ταβάνι. Τον χώρο από κάτω από το κρεβάτι τον είχε φτιάξει μικρή θεατρική σκηνή. Έμπαινε μέσα, κατέβαζε μια κουρτίνα και έπαιζε καραγκιόζη και μαριονέτες στον γιό του, τον Χριστόφορο.

»Στην κουζίνα, επάνω στον απορροφητήρα, είχε απίστευτα πολλά μπαχαρικά. Σε κάθε βαζάκι είχε κι ένα αυτοκόλλητο για τη χρησιμότητα του: Ρίγανη, για μπριζόλες και στομαχόπονο. Δενδρολίβανο, για ψητά στο φούρνο και κρυολόγημα.

»Ένα βράδυ ήμασταν μαζεμένοι, μεγάλη παρέα. Κουραστήκαμε από το φαΐ και τα τραγούδια, στον χορό έδωσε το ρεσιτάλ να χορεύει μπλουζ μόνος του, πλάτη στην παρέα, με το ένα χέρι στον ώμο και το άλλο στη μέση του. Νόμιζες ότι έβλεπες να χορεύει ερωτευμένο ζευγάρι. Όταν αρχίσαμε πιά να αραιώνουμε, πιάσαμε την κουβέντα με το μεγάλο θέμα, τότε, την κρίση της Αριστεράς, λόγω συγκυβέρνησης. Δεν μίλαγε, άκουγε. Αφού ήπιαμε και τις τελευταίες κολώνιες, αποφάσισε να μιλήσει:

-Είσαστε μαλάκες!
-Γιατί ρε Περικλή;
-Ρε ‘σεις το πρόβλημα της αριστεράς είναι ότι δεν έχει πιά ωραίες γυναίκες. Έχουμε μείνει πέντε μπακούρια εδώ, εσείς λέτε μαλακίες κι εγώ δεν μιλάω. Γιατί να μιλήσω; Για να πείσω εσάς; Τι με νοιάζει; Δεν μιλάω γιατί δεν υπάρχει έπαθλο!

»Ο Περικλής λάτρευε τη ζωή, αυτό που μισούν οι Ανθρωποφύλακες.

»Μια μέρα, το τηλέφωνο άρχισε να χτυπάει από τις 5 το πρωί. Όσους φίλους και γνωστούς συναδέλφους είχα, τηλεφωνούσαν για να μάθουν ποιος είναι ο άνθρωπος πίσω από τον τίτλο της εφημερίδας, “Ιδού ο δολοφόνος”, που “ζει στη Σουηδία και ασχολείται με το θέατρο”, όπως έγραφε το ρεπορτάζ της Νικολούλη. Κοιμόμουν, δεν είχα καταλάβει για τι πρόκειται. Μου εξήγησε η Ελένη, φίλη τότε σήμερα απλώς δεν βρισκόμαστε. Όταν κατάλαβα, πάγωσα.

»Με πήρε και ο Μπάμπης Κολώνιας, διευθυντής του παλιού Ταχυδρόμου, πριν γίνει ένθετο, περιοδικό με το οποίο συνεργαζόμουν. Αν και διευθυντής μου, δεν ήξερα για τι ακριβώς άνθρωπο πρόκειται, του τα μάσησα, δεν ήθελα να πω.

»Άρχισα να κάνω εγώ τηλεφωνήματα. Κινητοποιήθηκε κόσμος.

 

 

»Λίγο καιρό μετά, ήρθα για διακοπές στην Ελλάδα. Βρέθηκα με τον Κολώνια, φάγαμε, είπαμε κάποια πράγματα παραπάνω, μεταξύ αυτών και για το θέμα του Περικλή. “Ήμασταν δεμένοι στην ίδια χειροπέδα, μαζί μας πιάσανε”, μου είπε και με συγκλόνισε. “Τον είχαν για να τον φάνε και να ξεμπερδεύουν με τη 17 Νοέμβρη. Ξέρεις ποιος του έσωσε τη ζωή; Ο Χαρδαβέλας. Πήγε και έστησε κάμερα έξω από το σπίτι του και οι αστυνόμοι δεν μπορούσαν να μπουν και να τον τελειώσουν, όπως είχαν κάνει με τον Πρέκα”.

»Δεν ξέρω ούτε ρώτησα ποτέ να μάθω αν ο Κώστας Χαρδαβέλας έστησε την κάμερα συνειδητά ή μόνο για επαγγελματικούς λόγους. Το είχα πει στον Περικλή, δεν είχε αντιδράσει. Μόνο με κοίταξε με εκείνη τη σπιρτάδα που είχε στα μάτια και δεν μίλησε. Το γράφω πρώτη φορά δημόσια, ακριβώς τρια χρόνια μετά την αποχώρηση του απ’ αυτό που αγαπούσε περισσότερο, τη ζωή.»

Αν σας τύχει ποτέ, δείτε αυτά τα δύο θεατρικά του. Έως τότε μπορείτε να τα διαβάσετε στα link που ακολουθούν τα:

Tango bar Περικλής Κοροβέσης

Επιχείρησις Ιουδίθ Περικλής Κοροβέσης

 

 

Σε πρώτο πρόσωπο

Αποσπάσματα συνέντευξης στον Διονύση Μαρίνο

Υπάρχει μια αρχή: μεγάλωσα στην επαρχία, γεννήθηκα στην Κατοχή, επομένως μεγαλώσαμε μόνο για να τρώμε ό,τι υπήρχε και να φοράμε κανένα ρούχο. Ήμασταν ανεξέλεγκτα σαν παιδιά. Επομένως, η πρώτη υπέρβαση ήταν όταν κλέβαμε πορτοκάλια και κορόμηλα από ξένους κήπους. Βέβαια, δεν μιλάμε για κάποια παράβαση. Κάποια σκατόπαιδα ήμασταν. Ωστόσο, αυτή η παράβαση νομιμοποιήθηκε και αργότερα. Πρέπει να βρήκα κάποια πατέντα και έγινε οδηγός: να ακολουθώ αυτό που μου αρέσει κι όχι αυτό που πρέπει.

Χρειάστηκε να κάνω διάφορες δουλειές για να ζήσω. Οι ανάγκες ήταν συγκεκριμένες: το νοίκι, το φαγητό. Ακόμη και στο εξωτερικό που ήμουν περιθώριο, όταν μια δουλειά με καταπίεζε ή το αφεντικό έκανε αυθαιρεσίες, έφευγα. Είχα πάντοτε μια μικρή καβάντζα μέχρι να βρω την επόμενη δουλειά. Έχω ζήσει μέσα στη φτώχεια, μιλάμε για πείνα. Να μην μπορείς να μπεις στο σπίτι σου γιατί είναι απέξω η ιδιοκτήτης και περιμένει. Εντούτοις, αν κάνω τώρα τον απολογισμό, περίπου 80 χρόνια, η ζωή μου είναι πολύ πλούσια.

Έκανα τη ζωή ενός ανθρώπου που αποζητούσε το μεροκάματο. Τα βιβλία και τα γραψίματα ήταν για τη νύχτα. Θα έλεγα με ένα ακραίο παράδειγμα πως ζούσα μια διπλή ζωή σαν να ήμουν κρυπτο-ομοφυλόφιλος. Οι συνθήκες με έσπρωχναν να κάνω κάποια πράγματα συν η πολιτική ένταξη που σε όσες χώρες βρέθηκα (Αγγλία, Γαλλία, Σουηδία) ήμουν ενεργό μέλος της κοινωνίας, ήμουν πάντα σε κάποια οργάνωση και ενδιαφερόμουν για την κοινωνία σαν να ήταν δικιά μου. Κάποιες γωνιές στο Λονδίνο ή το Παρίσι είναι ισοβαρείς με το Παγκράτι ή την Κηφισιά. Αν κάνω στο μυαλό μου έναν φανταστικό χάρτη με τις πόλεις που έζησα, θα υπάρχει το Νότιγχιλ Γκέιτ, το Παγκράτι, η Νίκαια.

[…]

Τα έχω ζήσει όλα και από πρώτο χέρι. Με την έννοια πάντα να δηλώνω συμμετοχή γιατί ήταν μέρος της προσωπικότητάς μου. Δεν θα μπορούσα να είμαι αδιάφορος. Ένα μέρος του εαυτού μου είναι μέρος της κοινωνίας, είναι σαν να μην το ορίζω. Καμιά φορά, ένα νεύρο του σώματός σου σε οδηγεί να κάνεις μια κίνηση που δεν θέλεις. Κάπως έτσι και η κοινωνία. Ήμασταν σαν τους χριστιανούς που πηγαίνουν κάθε Κυριακή στη Λειτουργία. Εμείς κάθε Δευτέρα-Τρίτη πηγαίναμε στα συλλαλητήρια.

Έκανα ένα εγκεφαλογράφημα για άλλους λόγους και οι γιατροί βρήκαν στο κεφάλι μου κάποιες μικρές βούλες. Με ρώτησαν τι είναι και τους είπα ότι είναι γκλοπιές. Αν φας μια σου αφήνει μέσα ένα σημάδι. Για να είμαστε κυνικοί σε στιλ Τσαρούχη,  είχα κάνει φροντιστήριο για να περάσω καλά στην Ασφάλεια.

Θα πρέπει να ξέρουμε πως δεν υπήρχε χουντική αστυνομία, ήταν η ίδια με τα προηγούμενα χρόνια. Δεν άλλαξε κάτι. Ο Λάμπρου ήταν αρχηγός της αστυνομίας και πριν και μετά. Ήμουν εξοικειωμένος και ήξερα βέβαια τι γινόταν, δεν με ξάφνιασε. Είπα: να δούμε πού θα βγει με τη Χούντα.

Ο πόνος δεν αντέχεται. Παρηγοριά με την πόνο υπάρχει επειδή κάποτε θα σταματήσει. Οπότε, ως πεπερασμένο συμβάν ξέρεις πως κάποτε θα τελειώσει. Από κάποιο σημείο και μετά δεν θυμάσαι. Δεν καταλαβαίνεις. Οι άλλοι νομίζουν πως έχεις πάθει κάτι. Αυτό που σου σβήνει το φως στο τούνελ είναι ο φόβος. Έτσι και μπεις στον φόβο, τότε μπαίνεις πολύ κοντά στην παράνοια.

Μοιάζουν κυνικά αυτά που λέω. Με τράβαγαν, με χτυπούσαν, με έδεσαν στον πάγκο, τους άκουγα πώς μιλούσαν μεταξύ τους. Όμως αισθανόμουν ότι ανήκω σε έναν κόσμο που δεν έχει σχέση μ’ αυτούς. Αισθανόμουν ότι υπερασπίζω κάτι πολύ υψηλό, τους φίλους μου, όχι ιδέες, όχι κάποιον «ισμό», κάτι αφηρημένο, αλλά συγκεκριμένους ανθρώπους που είμαστε φίλοι και που τόλμησαν από την πρώτη μέρα της Δικτατορίας και βγήκαν στους δρόμους. Έλεγα μέσα μου ότι αυτά τα σκουλήκια δεν θα μου φάνε αυτόν τον κόσμο.

Δεν τους συγχωρώ

Δεν τους συγχωρώ. Αν το κάνω σημαίνει ότι τους δίνω το ελεύθερο να το ξανακάνουν. Δεν θέλω να τους εκδικηθώ, θέλω να τους αναλάβει η Δικαιοσύνη. Πρέπει να πληρώσουν και δεν πλήρωσαν. Τα εγκλήματα πολέμου δεν παραγράφονται. Μπορεί να έχει καταργηθεί η θανατική ποινή, αλλά όχι για τους εγκληματίες πολέμου. Το θεωρώ σωστό όχι για να τιμωρηθούν, αλλά για να υπάρχει η αίσθηση ότι αργά ή γρήγορα θα το πληρώσουν. Να υπάρχει η έννοια της Δικαιοσύνης. Να ξέρει ο άλλος ότι όταν χτυπάει ένα μικρό αγόρι ή βάζει ξύλο στα γεννητικά όργανα μιας κοπέλας, αυτό που κάνει είναι παράνομο. Θα το πληρώσει, δεν είναι κυρίαρχος να κάνει ό,τι θέλει.

[…]

Έχω μια διαμορφωμένη επαναστατική θεωρία και οι πάντες διαφωνούν μαζί μου. Η ζωή είναι ενιαία. Από τον τρόπο που περπατάμε ως τον τρόπο που δουλεύουμε, που παλεύουμε και διεκδικούμε πράγματα στην κοινωνία. Δεν ξεχωρίζω την πολιτική στράτευση από την καλλιτεχνική. Είναι το ίδιο πράγμα. Το ότι εμείς δουλεύουμε σε κάποιο Μέσο είναι σύμπτωση. Υπάρχουν άλλα παιδιά που κάνουν εναλλακτικά πράγματα με ίδια μέσα. Αυτό είναι η θεωρία της ζωής μου. Να παίξεις σαν τον Τσάρλι Πάρκερ που έκανε το bebop έχει την ίδια βαρύτητα με έναν λόγο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Όταν το περιορίσεις σε ένα οικονομικό επίπεδο γίνεται δογματισμός και περιορίζει τα άλλα δικαιώματα. Το σύνολο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι το σύνολο της επανάστασης. Η τέχνη είναι πολύ σημαντικό μέρος γιατί μας κάνει και επικοινωνούμε με το υποσυνείδητό μας και διαμορφώνει μια άλλη κοινότητα. Έχουμε σκεφτεί ποτέ ότι ένα πανηγύρι διαμορφώνει την κοινότητα ενός χωριού… Κι αυτό το κάνει ένας κλαρινιτζής. Ένα κλαρίνο το κάνει, είναι η ψυχή του χωριού. Ακόμη και τώρα. Στις ντισκοτέκ όλοι χτυπιούνται με τα ξένα τραγούδια, αλλά στο τέλος παίζουν δημοτικά ή ρεμπέτικα.

Δεν υπάρχει αριστερή κυβέρνηση
Όλες οι κυβερνήσεις είναι δεξιές

Οι εθνικές κυβερνήσεις στις μέρες μας είναι αντιπροσωπίες της κεντρικής εξουσίας που είναι αόρατη. Υπάρχει η ΕΕ, πίσω απ’ αυτήν υπάρχουν οι τράπεζες και πιο πίσω η αγορά. Υπάρχει μια αναρχία. Υπάρχουν οι θεσμοί του κέρδους, εντελώς υπερεθνικοί. Είναι σαν το ποδόσφαιρο που παίζεται με κανόνες. Δεν μπορείς να ξεφύγεις. Είναι δεδομένο πως δεν μπορείς να αλλάξεις τίποτα». Τα κεκτημένα του εργατικού κινήματος θεωρούνται αρχαϊκές μορφές, το εγγυημένο μεροκάματο θεωρείται τροχοπέδη στην ανάπτυξη, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις εμποδίζουν να συνεννοηθείς με τον εργοδότη σου προσωπικά. Γι’ αυτό βάζω τα ανθρώπινα δικαιώματα ως επαναστατική θεωρία. Ό,τι έχει κερδηθεί ως τώρα είναι κεκτημένα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτή τη στιγμή βλέπουμε μπροστά μας το κίνδυνο της καταστροφής του περιβάλλοντος. Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας διαμορφώνεται ένα κίνημα που στηρίζεται σε επιστήμονες που μας λένε ότι σε 50 χρόνια θα πρέπει να πούμε χαιρετίσματα, δεν θα υπάρχουμε.

Δεν υπάρχει αριστερή κυβέρνηση. Όλες οι κυβερνήσεις είναι δεξιές. Αυτό που υπάρχει είναι κίνημα. Η πραγματική πολιτική μιας Αριστεράς είναι στο δρόμο. Αυτό πιέζει κι αυτό κάνει τις μεταρρυθμίσεις. Το πρώτο κράτος Πρόνοιας έγινε από τον Μπίσμαρκ, ένας ακροδεξιό μιλιταριστή επειδή υπήρξε αίτημα. Το εργατικό κίνημα πίεσε τον Μεταξά στα δικά μας. Ακόμη και στη Γερμανία των ναζί υπήρξε το κίνημα των Γερμανίδων που είχαν παντρευτεί Εβραίους που λογικά θα πήγαιναν σε στρατόπεδα. Εκείνες οι γυναίκες έκαναν συλλαλητήρια μέσα στο ναζιστικό καθεστώς και το κατάφεραν αυτό που ήθελαν. Το κοινοβούλιο στην ουσία είναι μια ευνουχισμένη Δημοκρατία.

Φοβάμαι την ακροδεξιά της Λεπέν. Όταν θα αποκτήσει το κύρος και τη σοβαρότητα μιας εναλλακτικής λύσης και θα δεις έναν παλιό κομμουνιστή να σου πει «η Λεπέν τα λέει ωραία». Αυτό το φοβάμαι. Ο καπιταλισμός και ο φασισμός είναι απολύτως συμβατά. Ο καπιταλισμός μπορεί να δεχθεί ένα προχωρημένο Κεϋνσιανό μοντέλο, αλλά μπορεί να δεχθεί και τον Χίτλερ ή τον Μουσολίνι. Τη δουλειά του την κάνει.

Η Ελλάδα είναι δεξιά χώρα. Συντηρητική νοοτροπία. Το βλέπω και στην καθημερινότητά μου. Ο πραγματικός επαναστάτης είναι αυτός που θα μπορέσει να κάνει μια κοινότητα στην πολυκατοικία (γελάει). – Πολύ δύσκολο… Όλοι είναι στα μαχαίρια, γι’ αυτό.

[…]

Η ζωή είναι ένα δώρο γιατί μπορεί να σου δώσει το συναίσθημα της υπέρβασης του θανάτου. Αν αρχίσω να μελετώ τους αρχαίους πολιτισμούς αποκτώ μια ζωή εκατοντάδων ετών. Έχουμε τη δυνατότητα να ζήσουμε το παγκόσμιο γίγνεσθαι. Σαν να είσαι θεός. Από εμάς εξαρτάται. Το θέμα είναι να μην χάσεις την τέλεια δύναμη που είναι η ζωή και αντί να σε απασχολούν οι διαμάχες των Φαραώ να σε απασχολεί τι λέει ο Τσίπρας και ο Μητσοτάκης. Είναι πνευματικός υποσιτισμός.

Ταυτίζομαι με τον Βαμβακάρη: «Τέτοια ζωή που έκανα κι αυτή θα ξανακάνω». Είμαι ευχαριστημένος. Αν αφαιρέσουμε την πολιτική δράση, τα άρθρα και οτιδήποτε άλλο είναι εξωτερικό και χειροπιαστό, υπάρχει μια πάλη εσωτερική που όσο μπόρεσα να ψάξω τον εαυτό μου, το έκανα. Όσο μπόρεσα. Μπορεί να υπάρχουν και πράγματα που θα ανακαλύψω στη συνέχεια, δεν ξέρω.

Αδημοσίευτο χειρόγραφο από ανάρτηση της Μαρίας Κατεργάρη

 

————————————————————————————————————————-

Πηγές κειμένου: Νίκος Σερβετάς, Ο Περικλής αγαπούσε ό,τι μισούν οι Ανθρωποφύλακες ανακτήθηκε από https://www.kamini.gr/periklis-korovesis/ | Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο, Περικλής Κοροβέσης: «Δεν μετανιώνω για τίποτα. Τέτοια ζωή που έκανα κι αυτή θα ξανακάνω», ανακτήθηκε από https://www.andro.gr/zoi/periklis-korovesis-the-meaning-of-life/ | Συνέντευξη στον Θοδωρή Αντωνόπουλο και το περιοδικό Esquire (όπως αναδημοσιεύτηκε από το Kamini.gr) Ναι, την ευχαριστήθηκα τη ζωή μου, ανακτήθηκε από https://www.kamini.gr/periklis-korovesis/
——–————————————————
Επιμέλεια Λ.Τ.