...
Λευτέρης Τηλιγάδας
Η 10η Σεπτέμβρη 1944 στο Αγρίνιο
Η αποχώρηση των Γερμανών – Οι ανατινάξεις του Ρουπακιά
Τάγμα Ασφαλείας και ΕΛΑΣ στα πρόθυρα της σύγκρουσης
Το πρωινό της 10ης Σεπτεμβρίου 1944 το Αγρίνιο έμοιαζε να κρατάει την ανάσα του. Οι γερμανικές δυνάμεις που ήταν εγκαταστημένες στο Αγρίνιο είχαν ήδη αποχωρήσει από την περιοχή, αφήνοντας πίσω τους μόνο μια μικρή οπισθοφυλακή με διαταγή να καταστρέψει ό,τι πολεμικό υλικό δεν μπορούσε να μεταφερθεί. Όλο αυτό το υλικό βρισκόταν στις αποθήκες και τα λιοστάσια του Ρουπακιά, τις οποίες οι Γερμανοί ανατίναξαν. Οι εκρήξεις ήταν τρομερές, ολόκληρες σειρές σπιτιών στην συνοικία της Ντούτσαγας χτυπήθηκαν από βλήματα που εκτοξεύτηκαν μέτρα μακριά, ενώ κομμάτια από οικοδομικά υλικά έπεφταν στις στέγες και στους δρόμους. Η εικόνα ήταν χαοτική.
Αφού η οπισθοφυλακή υπό τον Ίλαρχο Μύλερ, ολοκλήρωσε την αποστολή εγκατέλειψε κι αυτή την πόλη κατευθυνόμενη προς τη γέφυρα του Αχελώου, την οποία και ανατίναξε ακολουθώντας νυχτερινή πορεία προς την Αμφιλοχία.
Κυρίαρχο στην πόλη το Τάγμα Ασφαλείας Αγρινίου

Στην πόλη την εξουσία είχε πλέον αναλάβει το Τάγμα Ασφαλείας Αγρινίου. Σύμφωνα με τον διοικητή του, Γιώργο Τολιόπουλο, η δύναμή του ανερχόταν εκείνη την περίοδο σε περίπου 800 άνδρες, οργανωμένους σε πέντε λόχους τυφεκιοφόρων και έναν λόχο πολυβόλων με βαρύ όλμο. Το Τάγμα ξεκίνησε να οχυρώνει το Αγρίνιο, στήνοντας μια περιφερειακή γραμμή άμυνας γύρω από την πόλη, με ιδιαίτερη έμφαση στη βορειοδυτική πλευρά, όπου το έδαφος προσέφερε φυσική προστασία.
Στα βορειοανατολικά τοποθετήθηκε ο 1ος Λόχος, υπό τον έφεδρο υπολοχαγό Μηλιάδη, ελέγχοντας τη γραμμή από το υδραγωγείο έως την οικία Λαναρά και δημιουργώντας δύο νησίδες αντίστασης που κάλυπταν ολόκληρη την ανατολική πλευρά. Στο Δοκίμι στάθμευσε ο 2ος Λόχος, με διοικητή τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Παπούτση, ως γενική πρωτοφυλακή που προστάτευε την αγρινιώτικη πεδιάδα από επιθέσεις μέσω Καλυβίων ή Ζαπαντίου. Ανατολικά της πόλης, ο 3ος Λόχος με επικεφαλής τον λοχαγό Τσάπινα, φρόντιζε για τον έλεγχο των δρόμων προς Αβόρανη και Μεσολόγγι.
Βορειότερα, έξω από τον συνοικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου, ανέλαβε δράση ο 5ος Λόχος με τον έφεδρο λοχαγό Χασουράκη, με αποστολή να επιτηρεί τις οδούς προς Ζαπάντι και Αμφιλοχία. Ο 6ος Λόχος, υπό τον έφεδρο ταγματάρχη Σκεύη, εγκαταστάθηκε στο νεκροταφείο, ελέγχοντας την κατεύθυνση προς Καλύβια και Ζαπάντι. Τα πολυβόλα, υπό τον ταγματάρχη Σούρτο, μοιράστηκαν οργανικά σε όλα τα τμήματα, ώστε να εξασφαλίζεται πλήρης κάλυψη και σταθερό σχέδιο πυρός. Ο βαρύς όλμος τοποθετήθηκε σε υψώματα βορειοανατολικά, σε θέση κατάλληλη για να αποτρέπει κάθε εχθρική συγκέντρωση στις παρυφές της πόλης. Συμπληρωματικά, ένα μηχανοκίνητο τμήμα 45 ανδρών και απόσπασμα χωροφυλάκων κάλυπταν κενά και φρόντιζαν για την εσωτερική ασφάλεια.
Η βόρεια γραμμή, στηριγμένη σε λοφίσκους, ήταν η πιο ισχυρή. Στους υπόλοιπους τομείς, όμως, το έδαφος δυσκόλευε σοβαρά την άμυνα. Οι εντολές ήταν ξεκάθαρες: η άμυνα να κρατήσει μέχρι τέλους, χωρίς πρωτοβουλίες επιθετικών κινήσεων. Οι αξιωματικοί διατηρούσαν υψηλό ηθικό, αλλά οι οπλίτες –ιδίως όσοι προέρχονταν από το Αγρίνιο– έδειχναν απροθυμία και έλλειψη μαχητικότητας. Οι φόβοι για πιθανή λιποταξία σε περίπτωση σκληρής μάχης ήταν έντονοι, και η πειθαρχία επιβαλλόταν με αυστηρά μέτρα.
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην περίμετρο του Αγρινίου

Την ίδια στιγμή και μετά την αποχώρηση των Γερμανών από το Αγρίνιο, η πόλη και η γύρω περιοχή γέμισε από αντάρτικες δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Στο κέντρο της διάταξης βρισκόταν το 1ο Τάγμα του 42ου Συντάγματος, με διοικητή τον ανθυπολοχαγό Μιλτιάδη Γραβάνη και καπετάνιο τον Νάκο Μπελή.
Δίπλα τους, είχε αναπτυχθεί ο Εφεδρικός Λόχος Αγρινίου, δύναμης περίπου 250 ΕφεδροΕΛΑΣιτών, υπό τον έφεδρο ανθυπολοχαγό του Μηχανικού Κώστα Σκρέτα και καπετάνιο τον Ανδρέα Τσιχριτζή. Ο λόχος ήταν καλά οργανωμένος, με ατομικά όπλα και τέσσερα πολυβόλα και είχε εγκαταστήσει το Σταθμό της Διοίκησής του στη Βελάουστα. Με διαταγή που εκδόθηκε εντάχθηκε ως 3ος Λόχος στο 1ο Τάγμα του 42ου Συντάγματος.
Στα βόρεια, το 1ο Τάγμα του 39ου Συντάγματος, με διοικητή τον Βασίλη Σκιαδά – Επαμεινώνδα και καπετάνιο τον Δημήτρη Σούφρα, κάλυπτε τον τομέα από τον συνοικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου μέχρι το Δοκίμι.
Παράλληλα, στο προσκήνιο εμφανίζεται και το μαχητικό παρακλάδι του ΕΑΜ, οι Ομάδες Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών (ΟΠΛΑ), με επικεφαλής τους Γιάννη Μαρτινέλη, Νίκο Ζαχαριάδη και Βασίλη Ιωννά που είχαν στήσει το Σταθμό Διοίκησής τους στο Ελαιόφυτο (Σμόλινα).
Η δύναμη του ΕΛΑΣ όμως δεν περιοριζόταν μόνο στην πόλη. Ο Εφεδρικός ΕΛΑΣ Μακρυνείας είχε αναλάβει να φυλά τον εθνικό δρόμο Αγρινίου – Μεσολογγίου, η ομάδα του Εφεδρικού ΕΛΑΣ Θέρμου (ομάδα Παπαθανασόπουλου) δρούσε στην ορεινή ζώνη, ενώ το Εφεδρικό ΕΛΑΣ Μεσολογγίου κατείχε τη στρατηγικής σημασίας σιδηροδρομική γραμμή.
Το 1ο/42ο Τάγμα είχε αναπτυχθεί από το χωριό Πυργή μέχρι την Άνω Αβόρανη, σχηματίζοντας μέτωπο άμυνας σε κρίσιμο σημείο. Στο τιμόνι όλων των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην περιοχή τοποθετήθηκε ο διοικητής του 42ου Συντάγματος, μόνιμος λοχαγός Φοίβος Γρηγοριάδης – Βερμαίος, ο οποίος ανέλαβε να συντονίσει την παρουσία και τη δράση των ανταρτών σε μια περίοδο ρευστή, όπου το μέλλον παρέμενε αβέβαιο.
Η διοίκηση του Τάγματος δεν ήθελε να οδηγήσει τους άνδρες του σε σύγκρουση με τους ΕΛΑΣίτες. Για τον σκοπό αυτό, συγκροτήθηκε μια επιτροπή η οποία αποτελούνταν από τον ταγματάρχη Σταματίου, τον διοικητή της Χωροφυλακής Τζωρτζάκη και τον δήμαρχο Καρμανίδη, η οποία συναντήθηκε με τον διοικητή του 42ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, Βερμαίο, με αίτημα να αποσυρθούν οι ΕΛΑΣίτες από τα περίχωρα και να στραφούν όλοι μαζί… εναντίον των Γερμανών(!!!) με τους οποίους το Τάγμα συνεργαζόταν από την ίδρυσή του και για οκτώ ολόκληρους μήνες. Την ίδια ώρα, Αμερικανός αντιπρόσωπος της διασυμμαχικής επιτροπής που βρίσκονταν στις διαπραγματεύσεις δήλωσεε ότι θα μετέφερε με ραδιοτηλεγράφημα στην κυβέρνηση του Καΐρου το αίτημα για ρύθμιση της κατάστασης.
Η απάντηση του ΕΛΑΣ, όπως ήταν φυσικό, ήταν αρνητική. Ο Βερμαίος απαίτησε την παράδοση των όπλων του Τάγματος, προειδοποιώντας ότι διαφορετικά θα ξεκινούσε άμεσα επίθεση για την εξουδετέρωσή του. Η επιτροπή προσπάθησε μάταια να μεταπείσει τον ΕΛΑΣίτη διοικητή, προβάλλοντας ως επιχείρημα, σύμφωνα πάντα με τον Τολιόπουλο, την «ιστορική ευκαιρία»(!!!) να συντριβεί τμήμα της γερμανικής Μεραρχίας που υποχωρούσε, αλλά η απάντηση δεν άλλαξε. Ήταν ολοφάνερο άλλωστε, ότι το μόνο που επιδίωκε ο Τολιόπουλος ήταν να αποφύγει προσωρινά τη σύγκρουση με τον ΕΛΑΣ και να κερδίσει χρόνο, ελπίζοντας ότι με την απόβαση των Άγγλων και των Αμερικάνων στην Ευρώπη θα διαμορφώνονταν καλύτερες συνθήκες για την τύχη του Τάγματος.
Η 10η Σεπτεμβρίου ήταν η μέρα που το Αγρίνιο πέρασε οριστικά σε μια νέα φάση: οι Γερμανοί είχαν φύγει, αλλά η πόλη έμπαινε στον κυκλώνα μιας άλλης, σκληρής σύγκρουσης, ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και το Τάγμα Ασφαλείας, που θα καθόριζε την τύχη της απελευθέρωσης.
——————————————————————————————————————————————————————–
Πηγές: Γιώργος Τολιόπουλος, Περί της ιστορίας του Τάγματος Ασφαλείας Αγρινίου από της 21ης Φεβρουαρίου 44, ότε συνεκροτήθη, μέχρι της 14ης Σεπτεμβρίου 44, ότε διελύθη», 15/11/1955 | Θεόδωρος Καλλίνος, Η απελευθέρωση του Αγρινίου, Δήμος Αγρινίου, Σεπτέμβρης 1985.
Φωτογραφία: Αγρίνιο 1944 Η Γερμανική μπάντα προπορεύεται παιανίζοντας νεκρικά εμβατήρια
στην κεντρική πλατεία Μπέλλου συμετέχοντας σε κηδεία Ελλήνων νεκρών ταγματασφαλιστών συνεργατών τους,
που σκοτώθηκαν (σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των ανταρτών του ΕΛΑΣ τον Αύγουστο του 1944)
υποστηρίζοντας το Γερμανικό Γ’ Ράιχ. (Φωτογραφικό αρχείο: Γιάννης Κ Κουτρουμπούσης)
——————————————————————————————————-
Η μνήμη είναι μια δυνατότητα για να διευρύνουμε το μέλλον
και όχι για να το συρρικνώσουμε στο ήδη ξεπερασμένο παρελθόν


