Ο δήμος Αγρινίου είναι δημιούργημα
του νεοσύστατου ελληνικού κράτους
Δημιουργήθηκε, οργανώθηκε και μεγάλωσε
φτάνοντας ήδη στα 188 χρόνια ύπαρξης
- του Λευτέρη Τηλιγάδα
Στις 7 Δεκεμβρίου του 1835 δημοσιεύεται στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδας» το διάταγμα του «Όθωνα, ελέω Θεού βασιλέα της Ελλάδας» με αριθμό 19, «περί σχηματισμού των Δήμων εις τας επαρχίας Ναυπάκτου, Μεσολογγίου και Αγρινίου», μετά από πρόταση του «Γραμματέα επί των Εσωτερικών, Γεωργίου Πραΐδου[1] και υπογραφή του αντιβασιλέα, Κόμη Ιωσήφ Λουδοβίκου Άρμανσπεργκ. Σύμφωνα με αυτό, την επαρχία Αγρινίου αποτελούσαν οι Δήμοι: Αγρινίου (με πρωτεύουσα το Αγρίνιο), Θέρμου, με πρωτεύουσα το σημερινό Βλοχός, Ζακονίνων με πρωτεύουσα τα Ζακόνινα (σήμερα Παλαιοκαρυά), Εφύρας με πρωτεύουσα την Έφυρα (σήμερα Σιτόμενα), Ταξιαρχίδος, με πρωτεύουσα τον Ταξιάρχη, Παμφίας, με πρωτεύουσα την Παμφία, (σήμερα Αβαρίκος) και Αμβρακίας, με πρωτεύουσα την Αμβρακιά.
Το πρώτο σημαντικό στοιχείο του διατάγματος αυτού είναι, ότι ο λάτρης της ελληνικής αρχαιότητας, Όθωνας και ο αντιβασίλεας του, έκαναν αμέσως αποδεκτή, την εισήγηση, όσων υποστήριξαν, παρά την επικρατούσα τότε άποψη, ότι το αρχαίο Αγρίνιο βρίσκονταν στη θέση της οθωμανικής κωμόπολης του Βραχωριού, έχοντας ως στόχο ο καινούργιος δήμος να αποποιηθεί εντελώς την προεπαναστατική «τούρκικη» ιστορία του.[2]
Να σημειώσουμε εδώ, ότι μέχρι το 1923 επικρατούσε η άποψη, ότι το Αρχαίο Αγρίνιο βρίσκονταν νότια του σημερινού χωριού της Σπολάιτας, στην αριστερή όχθη του Αχελώου και ακριβώς απέναντι από την αρχαία Στράτο. Την παραπάνω χρονολογία ξεκίνησαν ανασκαφές στην περιοχή της Μεγάλης Χώρας στην οποία βρέθηκαν πολλά κτίσματα με πέτρες της κλασσικής εποχής, γεγονός που γέννησε τη βάσιμη σκέψη, ότι κάπου εκεί κοντά θα βρίσκεται το αρχαίο Αγρίνιο. Μετά από δύο χρόνια βρέθηκαν κοντά στο δεύτερο χιλιόμετρο της παλιάς εθνικής οδού Αγρινίου – Ιωαννίνων, απέναντι από το χωριό Διαμαντέϊκα και μέσα στο τότε κτήμα των αδελφών Μαρίτσα, υπολλείματα αρχαίου τείχους.
Το καλοκαίρι του 1927 άρχισαν επίσημα οι ανασκαφές από τον τότε έφορο αρχαιοτήτων Ι. Μηλιάδη με 80.000 δρχ. που διέθεσε ο Δήμος Αγρινίου (δήμαρχος Ανδρέας Παναγόπουλος) και συνεχίσθηκαν με 100.000 δρχ, τις οποίες πρόσφεραν οι αδερφοί Παπαστράτου την επόμενη χρονιά.[3]
Όπως συμβαίνει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υδρογείου, σε όλες τις περιόδους της παγκόσμιας ιστορίας και σε όλα τα πολιτικά και κοινωνικά καθεστώτα, κάθε κράτος που «σέβεται» τον αυτό του και ενδιαφέρεται για την ισχύ των συμφερόντων που το απαρτίζουν και το καθορίζουν, οφείλει να οργανωθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι εύκολα αντιληπτό στον καθένα η ύπαρξή του και η κυριαρχία του.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η αντιβασιλεία που κυβερνούσε για λογαριασμό του Όθωνα το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, αποφάσισε και εξέδωσε μια σειρά από διατάγματα με τα οποία καθορίζονταν τα χωρικά και διοικητικά όρια της κάθε περιοχής.
Βέβαια η παραπάνω διοικητική διαίρεση του β.δ. 19 της 7 Δεκεμβρίου του 1935, δεν ήταν η πρώτη. Είχε προηγηθεί η διοικητική διαίρεση του Καποδίστρια, η οποία είχε διατηρήσει το οθωμανικό όνομα της κωμόπολης, αναβαθμίζοντάς την σε πόλη, το β.δ. 3 της 15ης Απριλίου 1833 με το οποίο το Βραχώρι είχε ορισθεί πρωτεύουσα του νομού της Αιτωλίας και της Ακαρνανίας με πρώτο νομάρχη τον ψαριανό Αναγνώστη Μοναρχίδη[4] (τον αντικατέστησε αργότερα ο Ανδρέας Ζαΐμης) και πρώτο δήμαρχο τον Αθανάσιο Καστάνη ή Καστανά[5]. Λίγους μήνες αργότερα, στις 22 Σεπτεμβρίου του 1833, η έδρα του νομού μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι, όπου παραμένει μέχρι σήμερα.
Ο Δήμος Αγρινίου περιελάμβανε τους παρακάτω οικισμούς[5]:
-
-
- α) Αγρίνιο, στο οποίο ζούσαν 473 οικογένειες και είχε συνολικό πληθυσμό 1850 κατοίκους.
- β) Παλαιόπυργο (σημερινό Πυργί), ο οποίος απείχε από το Αγρίνιο μία (1) ώρα, είχε 49 οικογένειες και πληθυσμό 256 κατοίκους.
- γ) Τζέλου (σημερινό Σέλο), το οποίο απείχε από το Αγρίνιο μιάμιση (1:30) ώρα, με 9 οικογένειες και 37 κατοίκους.
- δ) Πλάτανο, ο οποίος απείχε από το Αγρίνιο μιάμιση (1:30) ώρα, με 21 οικογένειες και 92 κατοίκους.
- ε) Δοκίμι, το οποίο απείχε από το Αγρίνιο μία (1) ώρα, με 22 οικογένειες και 102 κατοίκους.
- στ) Ιππολίτα, η οποία απείχε από το Αγρίνιο δυόμιση (2:30) ώρες, με 56 οικογένειες και 200 κατοίκους.
- ζ) Ζαπάντα (σημερινή Μ. Χώρα/Ζαπάντι), το οποίο απείχε από το Αγρίνιο μία (1) ώρα, με 13 οικογένειες και 46 κατοίκους.
- η) Καλύβια, τα οποία απείχαν από το Αγρίνιο τρεις (3) ώρες, με 34 οικογένειες και 123 κατοίκους.
- θ) Μονή Προδρόμου[6], η οποία απείχε από το Αγρίνιο τρεις (3) ώρες.
-
Ξεκινήσαμε με το συγκεκριμένο διάταγμα την καταγραφή της ιστορίας της πόλης του Αγρινίου, όχι μόνο γιατί με αυτό ορίζεται η σημερινή ονομασία της, αλλά και γιατί θεωρούμε, ότι από αυτή την ημερομηνία και μετέπειτα ο κοινωνικός ιστός της πόλης αρχίζει, μέσα ακόμα και από τις ταξικές αντιθέσεις που χαρακτήριζαν τις κοινωνικές ομάδες που τον αποτελούσαν (Σουλιώτες και Βραχωρίτες) να σταθεροποιείται.
Ήδη, όπως φαίνεται στο τοπογραφικό σχεδίασμα του 1836, έχουν διαμορφωθεί οι δύο συνοικίες της πόλης.
Η πρώτη συνοικία ήταν των Βραχωριτών, οι οποίοι έχουν οικοδομήσει το χώρο αριστερά του ρέματος Κατρουλή, με τον κύριο όγκο των κα-τοικιών τους να βρίσκεται απλωμένος στα υψώματα που περιέχονται μεταξύ των σημερινών οδών Βλαχοπούλου, Σκαλτσοδήμου και Ι. Σταίκου. Σ΄ αυτή έμεναν κυρίως, οι προύχοντες, οι μεγαλονοικοκυραίοι και οι μεγαλοκαπεταναίοι, όπως ο Στάικος, ο Σκαλτσοδήμος, ο Βλαχόπουλος και ο Τσέλιος.
Η δεύτερη συνοικία ήταν αυτή των Σουλιωτών αγωνιστών, οι οποίοι ήρθαν στην πόλη αμέσως μετά την απελευθέρωση και είχαν αναπτύξει τις κατοικίες τους στη δεξία πλευρά του Κατρουλή, στο χώρο ανά μεσα στους σημερινούς δρόμους/πεζοδρόμους, Ηλιού, Καζαντζή, Τσικνιά (πρ. Τσαλδάρη) και 39ου Συντάγματος.
Σύμφωνα με τις ονομαστικές καταστάσεις που υπέβαλε στην κυβέρνηση, ο έπαρχος Τριχωνίας Λάμπρος Ζαβός, στις 12 Μαΐου 1834, στο Αγρίνιο ήταν εγκατεστημένες 157 Σουλιώτικες οικογένειες, οι ο ποίες αριθμούσαν συνολικά 498 άτομα. Ανάμεσα τους ήταν οι Δαγκλαίοι, οι Ζερβαίοι, οι Μαλαμαίοι, οι Κουτσονικαίοι κ.α. Επίσης ήταν εγκατεστημένες 39 ακόμα οικογένειες στρατιωτικών, συνολικά 86 ά τομα, από άλλες περιοχές της Ηπείρου και τέλος 8 οικογένειες εμπόρων και ασημουργών, μεταξύ των οποίων και η οικογένεια Δαβαρούκα[7].
Ανάμεσα στις δύο συνοικίες, εκεί που σήμερα βρίσκεται η πλατεία Ειρήνης, διαμορφώθηκε η πρώτη «αγορά» (το παζάρι) της πόλης.
Πρώτος Δήμαρχος του Δήμου Αγρινίου από το 1833, όπως είπαμε και παραπάνω, ήταν ο Αθανάσιος Καστάνης ή Καστανάς, όπως προκύ πτει από επίσημα έγγραφα της εποχής και η καταγωγή του, πιθανολογεί ο Κώστας Μαραγιάννης, μπορεί να ήταν από τα Μεγάλα Βραγγιανά των Αγράφων, αφού εκεί βρίσκεται η γεννεαλογική ρίζα των Καστανά δων[8]. Στο αξίωμα του Δημάρχου παρέμεινε μέχρι το 1840, ενώ το 1850 ο Αθανάσιος Καστανάς εκλέχτηκε βουλευτής της επαρχίας Τριχωνίας[9] και πέθανε το 1853, κατά την πρώτη σύνοδο αυτής της περιόδου.