Μνήμη χρονολογίου της 7ης Φεβρουαρίου

7 Φεβρουαρίου 2024

Είναι η 38η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 328 ημέρες για τη λήξη του.
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:24 - Δύση ήλιου: 17:54
Διάρκεια ημέρας: 10 ώρες 30 λεπτά
🌘 Σελήνη 26.6 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Παρθένιο, Παρθένη, Παρθενία,
Παρθενόπη, Λουκάς, Λουκία, Λουκίτσα.

Γεγονότα

 

1807 – Ναπολεόντειοι Πόλεμοι: Μάχη του Άιλαου. Ο Ναπολέων Α΄ της Γαλλίας βρίσκει τις ρωσικές δυνάμεις του Μπένιγκσεν στο Άιλαου. Μετά από σκληρή μάχη, οι Γάλλοι καταλαμβάνουν την πόλη αλλά οι Ρώσοι επανέρχονται την επόμενη μέρα.
Η Μάχη του Άιλαου (γερμ. Schlacht bei Preußisch Eylau) ή μάχη του Πρόισις Άιλαου, στις 7 και 8 Φεβρουαρίου 1807, ήταν μια αιματηρή, αν και όχι αποφασιστική, μάχη της Μεγάλης Στρατιάς του Ναπολέοντα εναντίον του τσαρικού στρατού υπό την ηγεσία του στρατηγού Μπέννιγκσεν (γερμανικής καταγωγής αξιωματικός στην υπηρεσία του τσαρικού στρατού) κοντά στο χωριό Πρόισις Άιλαου στην Ανατολική Πρωσσία. Το χωριό σήμερα ανήκει στην Περιφέρεια Καλίνινγκραντ της Ρωσσίας και ονομάζεται Μπαγκρατιόναφσκ. Η μάχη έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Δ’ Συνασπισμού, ο οποίος αποτέλεσε τμήμα των Ναπολεόντειων Πολέμων. Προηγουμένως, οι γαλλικές δυνάμεις είχαν συντρίψει το στρατό της Αυστρίας στην εκστρατεία της γερμανικής πόλης Ουλμ, και το συνδυασμένο στρατό Αυστριακών και Ρώσσων στη Μάχη του Άουστερλιτς στις 2 Δεκεμβρίου 1805. Η ήττα στο Άουστερλιτς ανάγκασε τους Αυστριακούς να ζητήσουν ειρήνη και τους Ρώσσους συμμάχους τους να αποσυρθούν από τη σύρραξη. Στις 14 Οκτωβρίου 1806, ο Ναπολέων συνέτριψε το στρατό της Πρωσσίας στη μάχη της Ιένας-Άουερστεντ. Μετά από ταχεία καταδίωξη, τα υπολείμματα της πρωσσικής στρατιάς εγκλωβίστηκαν και καταστράφηκαν στις μάχες του Πρεντσλάου και του Λύμπεκ, και οι Πρώσσοι σύρθηκαν στις Συνθήκες της Ερφούρτης, του Πάζεβαλκ, του Στέττιν, του Μαγδεβούργου και του Χαμελίν.
Στα τέλη Ιανουαρίου 1807, ο ρωσσικός στρατός του Μπέννιγκσεν άρχισε την επίθεση στην Ανατολική Πρωσσία, προελαύνοντας βαθιά στα δυτικά. Ο Ναπολέων αντέδρασε ξεκινώντας αντεπίθεση στα βόρεια, ελπίζοντας να αποτρέψει την υποχώρηση των Ρώσσων στα ανατολικά, προσδοκώντας να τους εγκλωβίσει σε ένα θανάσιμο θύλακα. Μετά την τυχαία κατοχή ενός αντιγράφου των διαταγών του Ναπολέοντα από τους Κοζάκους του, ο Μπέννιγκσεν ταχέως αποσύρθηκε στα βορειοανατολικά για να αποτρέψει την πιθανότητα αποκοπής των δυνάμεών του. Οι Γάλλοι άρχισαν επίμονη καταδίωξη για μέρες και συνάντησαν τους Ρώσσους παρατεταγμένους για μάχη στο Άιλαου.
Σε μια σφοδρή απογευματινή σύρραξη, οι Γάλλοι κατέλαβαν το ομώνυμο χωριό, με βαριές απώλειες και για τις δύο πλευρές. Την επόμενη μέρα ακολούθησε ακόμα πιο σφοδρή εμπλοκή. Νωρίς στη μάχη εκείνης της μέρας, μια μετωπική επίθεση του Ναπολέοντα απέτυχε με καταστροφικές απώλειες. Για να αντιστρέψει την κατάσταση, ο Γάλλος αυτοκράτορας εξαπέλυσε μαζική επέλαση του ιππικού ενάντια στο ρωσσικό μέτωπο. Η επέλαση έδωσε τη δυνατότητα και το χρόνο στο γαλλικό δεξί πλευρό να επιπέσει με όλο του το βάρος στην αναμέτρηση. Σύντομα, το ρωσσικό αριστερό πλευρό υποχώρησε συστρεφόμενο σε οξεία γωνία και ο στρατός του Μπέννιγκσεν βρέθηκε αντιμέτωπος με το φάσμα της κατάρρευσης. Ένα πρωσσικό στρατιωτικό σώμα κατέφτασε καθυστερημένα και έσωσε τη μέρα για τους Ρώσσους αναχαιτίζοντας το επελαύνον δεξιό γαλλικό πλευρό. Καθώς έπεφτε η νύχτα, γαλλικές ενισχύσεις μεγέθους σώματος στρατού εμφανίστηκαν στο αριστερό γαλλικό πλευρό. Την ίδια νύχτα, ο Μπέννιγκσεν αποφάσισε να υποχωρήσει, αφήνοντας τον Ναπολέοντα μοναδικό κύριο ενός χιονισμένου πεδίου μάχης, σκεπασμένου με χιλιάδες πτώματα και πολλοί περισσότερους τραυματίες εκατέρωθεν.

 

1854 – Εγκρίνεται ο νόμος για την ίδρυση του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας. Οι διδασκαλίες ξεκίνησαν στις 16 Οκτωβρίου του 1855. Το ΕΤΗ ιδρύθηκε το 1854 από την Ελβετική Συνομοσπονδία και άνοιξε τις πύλες του το 1855 ως πολυτεχνικό ινστιτούτο (Eidgenössische Polytechnische Schule). Στην αρχή αποτελείτο από έξι τμήματα: Αρχιτεκτονική, Πολιτική μηχανική, Μηχανολογία μηχανική, Χημεία, Δασολογία και ένα γενικό τμήμα για Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες, Λογοτεχνία και Κοινωνικές και Πολιτικές επιστήμες.
Το ΕΤΗ είναι ένα ομοσπονδιακό ινστιτούτο, με άλλα λόγια η Ελβετική κυβέρνηση έχει την άμεση διαχείρισή του. Αντίθετα το Πανεπιστήμιο Ζυρίχης (με έτος ίδρυσης το 1833) είναι ένα “επαρχιακό” ινστιτούτο, τη διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει το Καντόνι της Ζυρίχης. Η απόφαση για την ίδρυση ενός νέου ομοσπονδιακού πανεπιστημίου αμφισβητήθηκε έντονα εκείνη την εποχή. Οι φιλελεύθεροι πίεζαν υπέρ της ίδρυσης ομοσπονδιακού πανεπιστημίου, ενώ οι συντηρητικοί επιδίωκαν τη διατήρηση του ελέγχου όλων των πανεπιστημίων από τα αντίστοιχα Καντόνια με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης φιλελεύθερων ιδεών. Στην αρχή και τα δύο πανεπιστήμια στεγάζονταν στα κτίρια του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης.
Το κεντρικό κτίριο του ΕΤΗ κατασκευάστηκε μεταξύ του 1861 και του 1864 όταν διευθυντής ήταν ο Γκούσταβ Τσόινερ. Ο Γκόντφριντ Σέμπερ, καθηγητής αρχιτεκτονικής στο ΕΤΗ εκείνη την εποχή, ήταν υπεύθυνος για τη σχεδίαση του κτιρίου. Μετά την ολοκλήρωσή του, η νότια πτέρυγα δόθηκε στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης μέχρι την κατασκευή του δικού του κεντρικού κτιρίου (1912 – 1914). Την ίδια περίπου περίοδο το κτίριο του ΕΤΗ επεκτάθηκε και απέκτησε τον εντυπωσιακό του θόλο.
Το 1909, το πρόγραμμα μαθημάτων αναδιαρθρώθηκε και το ΕΤΗ κατοχύρωσε το δικαίωμα να παρέχει διδακτορικούς τίτλους. Το 1911 πήρε το τωρινό του όνομα, Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Τεχνολογίας (Eidgenössische Technische Hochschule). Το 1924 ύστερα από μία ακόμη αναδιάρθρωση, το πανεπιστήμιο διαχωρίστηκε σε 12 τμήματα.
Με ένα νέο νόμο που ψηφίστηκε το 1991 και τέθηκε σε εφαρμογή το 1993, το ΕΤΗ της Ζυρίχης, η EPFL της Λωζάνης και ακόμη τέσσερα ερευνητικά ινστιτούτα, ενώθηκαν διαχειριστικά σε μια οντότητα, γνωστή ως ETH Domain.
Σήμερα, το ΕΤΗ ανήκει στα κορυφαία πανεπιστήμια παγκοσμίως, αποκτώντας τη φήμη του κυρίως λόγω των επιτευγμάτων επιστημόνων του στις περιοχές της φυσικής και της χημείας.

 

1898 – Υπόθεση Ντρέιφους: Ο Εμίλ Ζολά προσάγεται σε δίκη για δυσφήμιση μετά τη δημοσίευση του Κατηγορώ.  Υπήρξε ένα τεράστιο στρατιωτικοπολιτικό σκάνδαλο κατασκοπείας και ταυτόχρονα μία από τις μεγαλύτερες διεθνώς δικαστικές πλάνες που συντάραξε τη Γαλλία επί δώδεκα χρόνια, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Εκ των υστέρων χαρακτηρίστηκε, περισσότερο προπαγανδιστικά, και σαν η πρώτη πολύ σοβαρή ένδειξη του επερχόμενου αντισημιτισμού στην Ευρώπη κατά τον 20ο αιώνα, που ίσως και ν’ αποτελούσε ένα παρακλάδι της γενικότερης ανησυχίας, ενώ οι κύριοι λόγοι ήταν πολύ βαθύτεροι, προερχόμενοι κυρίως από τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε την εποχή εκείνη στη Γαλλία, (της Γ΄ Δημοκρατίας), όπου ένα απλό επεισόδιο του πολέμου μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών αναδείχθηκε σε μέγα δικαστικό κυκεώνα. Το όνομα της υπόθεσης αυτής λήφθηκε από το κεντρικό πρόσωπο αυτής, που ήταν ο Γάλλος λοχαγός Άλφρεντ Ντρέιφους.
Στις 13 Ιανουαρίου 1898 δημοσίευσε στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «L’ Aurore» το περίφημο «Κατηγορώ…!», μια ανοιχτή επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Ζολά κατηγόρησε τον Στρατό ότι συγκάλυψε τη λανθασμένη καταδίκη του Ντρέιφους και αθώωσε τον Εστερχάζι με εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Παράλληλα, δήλωνε την απέχθειά του προς την υποκρισία και τον φανατισμό. Το τεύχος της εφημερίδας τυπώθηκε σε 300.000 αντίτυπα αντί των 30.000 που ήταν ο συνηθισμένος αριθμός και έγινε ανάρπαστο. Το κείμενο αυτό αποτέλεσε την κύρια αιτία για την αναψηλάφιση της δίκης.
Η κυβέρνηση πιέστηκε από τους εθνικιστές να οδηγήσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου τον Ζολά, ενώ αντισημιτικές εξεγέρσεις ξέσπασαν στην επαρχία. Η δίκη Ζολά ξεκίνησε στις 7 Φεβρουαρίου 1898 κι εκεί κατηγορήθηκε σαν ένοχος για συκοφαντία και καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση και πρόστιμο 3.000 φράγκων. Σύντομα όμως μια αίτηση που απαιτούσε την επανάληψη της δίκης Ντρέιφους υπεγράφη από 3.000 άτομα.

 

 

 

1962 – Εμπάργκο των Η.Π.Α. κατά της Κούβας: Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής απαγορεύουν όλες τις κουβανικές εισαγωγές και εξαγωγές. Τον Απρίλιο του 1959 ο Φιντέλ Κάστρο, κατά τη διάρκεια περιοδείας του στις Η.Π.Α., χαρακτήριζε “ουμανιστική δημοκρατία” το καθεστώς του. Όμως η αγροτική μεταρρύθμιση της 17ης Μαΐου του 1959 έθιξε καίρια τα συμφέροντα αμερικανικών εταιριών που κατείχαν το 90% των μεγάλων κτημάτων της Κούβας, ειδικά στον τομέα της ζάχαρης. Στις αρχές του 1960 είχαν αρχίσει να ωριμάζουν στις Η.Π.Α. σχέδια ανατροπής του Κάστρο και στις 4 Μαρτίου του 1960 οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προκάλεσαν έκρηξη με θύματα στο γαλλικό φορτηγό πλοίο Λα Κουμπρ, που βρισκόταν στο λιμάνι της Αβάνας, έχοντας μεταφέρει όπλα. Η έκρηξη αποτέλεσε ταυτόχρονα προειδοποίηση προς την κουβανική ηγεσία, η οποία είχε δεχτεί τον Φεβρουάριο τον αντιπρόεδρο της σοβιετικής κυβέρνησης Αναστάς Μικογιάν και είχε υπογράψει μαζί του τις πρώτες εμπορικές συμφωνίες. Στις 11 Μαΐου οι Ηνωμένες Πολιτείες διέκοψαν την παροχή τεχνικής βοήθειας προς την Κούβα, όμως ο Κάστρο απάντησε με υπογραφή νέας εμπορικής συμφωνίας με την Ε.Σ.Σ.Δ. στις 18 Ιουνίου.
Στις 6 Ιουλίου η Ουάσινγκτον διέκοψε κάθε εισαγωγή κουβανικής ζάχαρης (τα έσοδα από την πώληση της οποίας αποτελούσαν το 80% του κουβανικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος), ενώ ταυτόχρονα τα διυλιστήρια της Τέξακο, της Στάνταρντ Όιλ και της Σελ στην Κούβα αρνήθηκαν να διυλίσουν σοβιετικό πετρέλαιο, που μόλις είχε αφιχθεί στο νησί. Ο Κάστρο αρνήθηκε να υποκύψει. Εθνικοποίησε αμέσως τα διυλιστήρια και χωρίς να χάσει χρόνο προχώρησε στην εθνικοποίηση και όλων των μεγάλων επιχειρήσεων. Από τον Αύγουστο έως τον Οκτώβριο του 1960 εθνικοποιήθηκαν 192 αμερικανικές επιχειρήσεις. Στο μεταξύ μία δεύτερη μετάβαση και παραμονή του Φιντέλ Κάστρο στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο, με αφορμή τις εργασίες της Γενικής Συνέλευσης του Ο.Η.Ε., τον έπεισε ότι οι Η.Π.Α. ετοίμαζαν εισβολή στην Κούβα. Ο εναγκαλισμός του με τον ηγέτη της Ε.Σ.Σ.Δ. Νικίτα Χρουστσόφ έμεινε ιστορικός. Το ίδιο βράδυ της επιστροφής του από τις Η.Π.Α., στις 28 Σεπτεμβρίου του 1960, ο Φιντέλ Κάστρο ανακοίνωσε την ίδρυση των Επιτροπών Υπεράσπισης της Επανάστασης, στις οποίες κατατάχθηκε το σύνολο σχεδόν του κουβανικού πληθυσμού που μπορούσε να φέρει όπλα. Στις 14 Οκτωβρίου ο Κάστρο προχώρησε στην επισημοποίηση των εθνικοποιήσεων, ενώ στις 19 του ίδιου μήνα ο Λευκός Οίκος επέβαλλε ολοκληρωτικό εμπάργκο εξαγωγών προς την Κούβα.
Το εμπάργκο κατά της Κούβας ενισχύθηκε με ειδικούς νόμους, όπως ο νόμος “για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Κούβα” του 1992 και ο νόμος Χελμς-Μπάρτον του 1996. Ο νόμος “για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Κούβα” θεσπίστηκε το 1992 με δηλωμένο σκοπό τη διατήρηση των κυρώσεων κατά της Κούβας εφόσον η κουβανική κυβέρνηση αρνείται να κινηθεί προς “τον εκδημοκρατισμό και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων”. Το 1996, το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών ψήφισε το νόμο Χελμς-Μπάρτον, ο οποίος περιόρισε ακόμα περισσότερο τους πολίτες των Η.Π.Α. από την επιχειρηματική δραστηριότητα στην ή με την Κούβα και έγινε πιο αυστηρός ως προς την παροχή δημόσιας ή ιδιωτικής βοήθειας σε οποιαδήποτε επόμενη κυβέρνηση στην Αβάνα, εκτός εάν και έως ότου ικανοποιηθούν ορισμένες αξιώσεις εναντίον της κουβανικής κυβέρνησης. Το 1999, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον διεύρυνε το εμπάργκο ακόμα περισσότερο, απαγορεύοντας τις ξένες θυγατρικές των αμερικανικών επιχειρήσεων να έχουν συναλλαγές με την Κούβα. Ωστόσο, το 2000, ο Κλίντον ενέκρινε την πώληση αμερικανικών “ανθρωπιστικών” προϊόντων στην Κούβα.

 

 

 

1992 – Υπογράφεται η Συνθήκη του Μάαστριχτ, οδηγώντας στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, επίσημα γνωστή ως Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρείται η σημαντικότερη και ιστορικότερη συνθήκη της Ευρωπαϊκής ηπείρου και η δεύτερη ομοίως σε παγκόσμια κλίμακα μετά εκείνης της ίδρυσης του ΟΗΕ. Ιστορικά δεν υπήρξε ποτέ στην παγκόσμια ιστορία παρόμοια συνθήκη με τόσο πλούσιο οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιεχόμενο, που να διατηρούσε ταυτόχρονα και το “ισότιμον” των συμμετεχόντων κρατών.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, που έλαβε το όνομά της από την πόλη Μάαστριχτ στην οποία υπεγράφη στις 7 Φεβρουαρίου του 1992, αποτελεί την τρίτη κατά σειρά θεμελιώδη συνθήκη με την οποία ολοκληρώθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύγχρονος θεσμός, ύστερα από τη Συνθήκη της Ρώμης και την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1986). Βέβαια στην εξέλιξη αυτή του θεσμού αυτού υπήρξαν και πολλές άλλες επιμέρους συνθήκες, που, αν και μη θεμελιώδεις, συνέβαλαν ουσιαστικά στην πορεία και την εξέλιξη της ΕΕ.
Εκ μέρους της Ελλάδας υπεγράφη από τον Υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά και τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας Ευθύμιο Χριστοδούλου.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ τροποποιήθηκε από μεταγενέστερες συνθήκες.

 

 

 

2008 – Ο μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας Ιερώνυμος εκλέγεται νέος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Γεννημένος το 1937 στα Οινόφυτα Βοιωτίας ως Ιωάννης Λιάπης, ήταν το πρώτο από τα δύο παιδιά του Τάσου και της Δήμητρας Λιάπη έχοντας αρβανίτικη καταγωγή. Οι γονείς του ασχολούνταν με αγροτικές και ποιμενικές εργασίες. Εντάχθηκε από νωρίς στα ακμάζοντα την εποχή εκείνη κατηχητικά σχολεία, όπου γνώρισε τον πνευματικό του καθοδηγητή, τον τότε Αρχιμανδρίτη και μετέπειτα Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας, Νικόδημο Γραικό.
Μετά το πέρας των εγκύκλιων σπουδών του εισήλθε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια στη Θεολογική Σχολή. Διετέλεσε πρώτος σε πανελλαδική κλίμακα υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) στις βυζαντινές σπουδές, τις οποίες πραγματοποίησε στα Πανεπιστήμια του Γκρατς (Αυστρία) και του Μονάχου (Δυτική Γερμανία), ενώ φοίτησε και στο Ostkirchliches Institut, Ινστιτούτο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας που εδρεύει στο Ρέγκενσμπουρκ της Γερμανίας.Εργάσθηκε ως πανεπιστημιακός βοηθός στην Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία δίπλα στον Αναστάσιο Ορλάνδο και ως φιλόλογος στο Λεόντειο Λύκειο της Νέας Σμύρνης, στο 9ο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αθηνών, καθώς και στο Γυμνάσιο της Αυλώνας.
Ως αρχαιολόγος και θεολόγος δημοσίευσε επιστημονικές μελέτες και άρθρα. Έχει υπάρξει συνεργάτης της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας ενώ έχει βραβευθεί για το έργο του «Μεσαιωνικά Μνημεία της Εύβοιας» από την Ακαδημία Αθηνών.
Εγκαταλείποντας την ακαδημαϊκή του καριέρα εντάχθηκε στον ορθόδοξο κλήρο. Τον πρώτο βαθμό της ιεροσύνης έλαβε την 3η Δεκεμβρίου 1967, χειροτονούμενος Διάκονος από τον Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας Νικόδημο στη Θήβα και λαμβάνοντας το όνομα Ιερώνυμος προς τιμήν του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου Α΄. Στις 10 του ίδιου μήνα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στη πόλη της Λιβαδειάς λαμβάνοντας το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη.
Από της χειροτονίας του έως και το 1978 υπηρέτησε ως Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας και διετέλεσε Ηγούμενος των Ιερών Μονών Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά (1971-1977) και Οσίου Λουκά Βοιωτίας (1977-1981). Το διάστημα των ετών 1978 – 1981 υπήρξε Γραμματέας και κατόπιν Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

 

 

 

Γεννήσεις

 

 

 

1812 – Κάρολος Ντίκενς: Charles Dickens, 7 Φεβρουαρίου 1812 – 9 Ιουνίου 1870) ήταν Άγγλος μυθιστοριογράφος. Ο Κάρολος Ντίκενς υπήρξε ένας από τους πιο διάσημους Άγγλους μυθιστοριογράφους και κριτικούς της κοινωνίας. Επινόησε ορισμένους από τους γνωστότερους διεθνώς φανταστικούς χαρακτήρες και θεωρείται από πολλούς ως ο σπουδαιότερος συγγραφέας της Βικτωριανής Εποχής. Τα έργα του έχαιραν άνευ προηγουμένου δημοτικότητας κατά τη διάρκεια της ζωής του, ενώ αυτή η δημοφιλία διατηρείται και σήμερα τόσο για τα μυθιστορήματα όσο και για τα διηγήματά του. Οι κριτικοί της λογοτεχνίας του 20ου αιώνα όπως και οι ακαδημαϊκοί τον έχουν αναγνωρίσει ως μια λογοτεχνική διάνοια. Ο Ντίκενς γεννήθηκε στο Πόρτσμουθ. Αφού ο πατέρας του φυλακίστηκε λόγω χρεών, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο για να εργαστεί σε εργοστάσιο. Παρά την απουσία επίσημης εκπαίδευσης, αναδείχθηκε σε ακούραστο επιστολογράφο, ενώ επιμελούνταν συντακτικά μια εβδομαδιαία έκδοση για 20 χρόνια. Έγραψε 15 μυθιστορήματα, 5 νουβέλες, εκατοντάδες διηγήματα και μη λογοτεχνικά άρθρα. Έδωσε έναν εκτεταμένο αριθμό διαλέξεων και ήταν στρατευμένος υπέρ των δικαιωμάτων των παιδιών, της εκπαίδευσης και άλλων κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Η λογοτεχνική επιτυχία του Ντίκενς ξεκίνησε με το λογοτεχνικό του ντεμπούτο, Τα έγγραφα του Πίκγουικ, μια ιστορία που άρχισε να εκδίδεται το 1836, σε μηνιαίες συνέχειες. Σε λίγα χρόνια είχε μετατραπεί σε διεθνή λογοτεχνική διασημότητα, γνωστής για το χιούμορ, τη σάτιρά της και τη διορατική ματιά της στους χαρακτήρες και την κοινωνία. Τα μυθιστορήματά του, εκδίδονταν σε μηνιαίες ή εβδομαδιαίες συνέχειες, πρωτοπορώντας στο εκδοτικό οικοσύστημα της λογοτεχνίας, που τελικά έγινε ο κανόνας της Βικτωριανής εποχής. Αυτή η συγγραφική πρακτική επέτρεπε στον Ντίκενς να σφυγμομετρεί την απόκριση του κοινού και ακολούθως τροποποιούσε την πλοκή και την ανάπτυξη του χαρακτήρα, για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των αναγνωστών του. Για παράδειγμα, στον Ντέηβιντ Κόπερφιλντ, όταν ο ποδίατρος της συζύγου του εξέφρασε τη δυσφορία του για τον τρόπο που η δεσποινίς Μάουτσερ αντιλαμβάνεται τις αναπηρίες της, ο Ντίκενς της προσέδωσε θετικά χαρακτηριστικά, ανυψώνοντάς την στα μάτια του αναγνώστη. Επεξεργάζονταν προσεκτικά την πλοκή και εισήγαγε στη διήγησή του συχνά στοιχεία που αφορούσαν σε τοπικά ζητήματα. Η πρακτική της συγγραφής σε συνέχειες προσέδωσε στις ιστορίες του ένα συγκεκριμένο ρυθμό, ο οποίος τονιζόταν από δραματικές στιγμές με αποτέλεσμα το κοινό να περιμένει με ανυπομονησία τη συνέχεια του μυθιστορήματος. Πλήθη φτωχών αναλφάβητων, πλήρωναν μισόλιρα σε εγγράμματους για να τους διαβάσουν τις μηνιαίες συνέχειες, καλλιεργώντας μια νέα γενιά επίδοξων αναγνωστών. Η συνεχής δημοτικότητα των μυθιστορημάτων και των μικρών ιστοριών του, ήταν τέτοια που δε σταμάτησαν ποτέ να εκδίδονται.

 

 

 

1934 – Ανέστης Βλάχος: Γεννήθηκε στην Προσοτσάνη Δράμας στις 7 Φεβρουαρίου 1934 από πολύ φτωχούς γονείς, οι οποίοι ήταν γεωργοί στο επάγγελμα. Ο παππούς του, Φίλιππος, ήταν Μακεδονομάχος (σύνδεσμος του Παύλου Μελά) και ο πατέρας του, Ηρακλής, σκοτώθηκε στο Αλβανικό μέτωπο το 1940. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα (Καλλιθέα) το 1946.
Σπούδασε στην Ανωτέρα Σχολή Κινηματογράφου-Θεάτρου Σταυράκου, όπου υπήρξε συμμαθητής με τον Κώστα Καζάκο και με άλλους. Παράλληλα με τις σπουδές του δούλευε σε οικοδομή όπου χτύπησε σε ένα καρφί, με αποτέλεσμα να χάσει το μάτι του. Η Έλλη Λαμπέτη με τον Δημήτρη Χορν πλήρωσαν το νοσοκομείο, που νοσηλεύτηκε, ενώ, μέχρι να αναρρώσει, τον φρόντιζαν στο σπίτι τους.
Το 1956 πρωτοεμφανίστηκε στην ταινία «Το κορίτσι με τα μαύρα», όπου ερμήνευσε έναν χαρακτηριστικό ρόλο. Καθιερώθηκε με την ταινία του Κώστα Μανουσάκη «Ο Φόβος» κι από κει και πέρα ερμήνευσε πάντα δεύτερους ρόλους ενσαρκώνοντας συνήθως τον τύπο του «σκληρού» – «κακού».
Στο θέατρο, πρωτοεμφανίστηκε με το έργο «Θάψτε τους νεκρούς» (Κυκλικό θέατρο του Τριβιζά) και συνέχισε παίζοντας σε όλα τα είδη, ενώ εμφανίστηκε και στην τηλεόραση. Το 1994, μετά από απουσία πολλών χρόνων, πρωταγωνίστησε στην ταινία «Αυτόπτης μάρτυρας».
Ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό Μαρία Γαρίτση, με την οποία απέκτησε μια κόρη, την Έλλη Βλάχου, δημοσιογράφο και φιλόλογο. Από τον πρώτο του γάμο με την τραγουδίστρια Αναστασία Παπανδρώνη, είχε έναν γιο, τον Ηρακλή Βλάχο, από τον οποίον απέκτησε έναν εγγονό, τον Ανέστη Βλάχο Junior, ο οποίος ακολουθεί τα βήματα του παππού του, απολαμβάνοντας καλλιτεχνικές επιτυχίες, ενώ είναι και ανερχόμενος πολιτικός στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ήταν κουμπάροι με τον Νίκο Ξανθόπουλο (τον πάντρεψε ο Ξανθόπουλος και βάπτισε τον γιό του) και αχώριστος φίλος, όπως και με τον αείμνηστο Γιώργο Φούντα. Απεβίωσε σε ηλικία 87 ετών στις 23 Αυγούστου 2021.

 

 

 

1979 – Νίκος Ανδρουλάκης: Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1979, στο Ηράκλειο Κρήτης και η καταγωγή του είναι από το Ψυχρό Λασιθίου και το Χουμέρι Ηρακλείου. Είναι διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός από την Πολυτεχνική Σχολή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος (master) στο πρόγραμμα «Νέα Υλικά και Περιβάλλον» του ΔΠΘ. Επιπλέον, είναι υποψήφιος διδάκτωρ της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει εργαστεί ως πολιτικός μηχανικός και στον τουριστικό τομέα, ενώ έχει διδάξει ως καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης.
Στις 30 Μαρτίου 2014, ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά του για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την Ελιά – Δημοκρατική Παράταξη. Εξελέγη δεύτερος με 113.719 σταυρούς προτίμησης. Έκτοτε, συμμετέχει στην ομάδα της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D) στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Κατά την πρώτη του θητεία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, συμμετείχε στις επιτροπές Εξωτερικών Υποθέσεων και στην Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Παράλληλα, διετέλεσε αναπληρωτής στις επιτροπές Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ασφάλειας και Άμυνας και στην Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση ΕΕ – Λατινικής Αμερικής. Τον Ιανουάριο του 2016, μετά από πρόταση της Σοσιαλιστικής Ομάδας, επιλέχθηκε να συμμετάσχει στην Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά τις μετρήσεις εκπομπών στην αυτοκινητοβιομηχανία ως πλήρες μέλος (Σκάνδαλο Volkswagen). Κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας ήταν εισηγητής για την αναβάθμιση του Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, γνωστού ως rescEU, εκ μέρους των Σοσιαλιστών. Επιπλέον ορίστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εισηγητής για τον φάκελο ενόψει των διαπραγματεύσεων για τη νέα προγραμματική περίοδο.

 

 

 

Θάνατοι

 

 

 

1965 – Λουκής Ακρίτας: Ο Λουκής Ακρίτας (1909 – 7 Φεβρουαρίου 1965) ήταν Ελληνοκύπριος λογοτέχνης (ασχολήθηκε με την πεζογραφία, το θέατρο, και το δοκίμιο), δημοσιογράφος και πολιτικός. Γονείς του ήταν ο Χατζηγιαννακός Ακρίτας και η Ελένη Κατιρτζίγιαννη. Το λογοτεχνικό του έργο διέπεται από την προοδευτική του ιδεολογία και την ανθρωπιστική του κοσμοθεωρία και χαρακτηρίζεται από μια αισιόδοξη προοπτική, που προκύπτει από την πίστη του στην ψυχική αντοχή των κοινωνικά αδικημένων.
Γυναίκα του υπήρξε η Σύλβα Ακρίτα κόρη του Κωνσταντίνου Γιαβάσογλου, Υπουργού Πρόνοιας και Γερουσιαστή με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Η Σύλβα Ακρίτα υπήρξε η πρώτη γυναίκα βουλευτής στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ, μέλος του Συμβουλίου Ευρώπης και Υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Αασφάλισης. Μαζί αποκτήσανε μια κόρη, την δημοσιογράφο και συγγραφέα Έλενα Ακρίτα.
Ο Λουκής Ακρίτας γεννήθηκε το 1909 στην Μόρφου της Κύπρου.[6] Γονείς του ήταν ο Χατζηγιαννακός Ακρίτας και η Ελένη Κατιρτζίγιαννη (;). Αφού αποφοίτησε το 1925, από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, σπούδασε στο Διδασκαλείο Λευκωσίας. Εργάστηκε για δύο χρόνια ως δάσκαλος στην Κύπρο δημοσιεύοντας παράλληλα διάφορα κείμενα του στην εφημερίδα Χρόνος. Το 1930 ήρθε στην Αθήνα, ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και υπήρξε πολιτικός συντάκτης αρχικά στην εφημερίδα Εστία και στη συνέχεια στην Πρωία. Επίσης υπήρξε ανταποκριτής της εφημερίδας της Λευκωσίας Πρωινή και συγχρόνως σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και συνεργάστηκε με τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του Πυρσού.
Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, στον οποίο πήρε μέρος ως απλός στρατιώτης, έστελνε από το μέτωπο ανταποκρίσεις στην εφημερίδα Εστία. Τους τελευταίους μήνες της Κατοχής άρχισε να εκδίδει την αντιστασιακή εφημερίδα Καθημερινά Νέα, η οποία μεταπολεμικά προσανατολίστηκε πολιτικά προς την Ένωση Κέντρου και τις επιλογές του Γεωργίου Παπανδρέου, και η έκδοση της συνεχίστηκε για λίγο διάστημα και μετά την απελευθέρωση. Στη διάρκεια της Κατοχής ο Ακρίτας υπήρξε ιδρυτικό μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης Τριμελής Επιτροπή Αγώνος (μετέπειτα Ανώτατη Επιτροπή Απελευθερώσεως) μαζί με τον Μιλτιάδη Πορφυρογέννη και τον στρατηγό Σπηλιωτόπουλο.
Από το 1952 έως το 1954 εξέδωσε το περιοδικό Ελληνικά Χρονικά (περίπου 100 τεύχη), το οποίο αρχικά ήταν εβδομαδιαίο και αργότερα έβγαινε κάθε δεκαπέντε μέρες και στο υπεύθυνος στα λογοτεχνικά θέματα ήταν ο γνωστός ποιητής και διανοούμενος Νικηφόρος Βρεττάκος. Από τα μέσα του 1959 άρχισε να εκδίδει το εβδομαδιαίο περιοδικό Κόσμος, Επιστήμη και Ζωή το οποίο από τις αρχές του 1962 έγινε επίσης δεκαπενθήμερο. Στο περιοδικό αυτό ο Ακρίτας δημοσίευσε και μερικά διηγήματά του μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει το Φορτίο ανθρώπου.
Στα 1964, αμέσως μετά την εκδήλωση των διακοινοτικών ταραχών έσπευσε στην Κύπρο, για να μεταφέρει μήνυμα συμπαράστασης της Ελλάδας στον Εθνάρχη Μακάριο και στον κυπριακό λαό.
Πέθανε το 1965, σε ηλικία 57 ετών.

 

1986 –  Μπεάτα Κιτσίκη: Η Μπεάτα Κιτσίκη, γεννημένη Μερόπη Πετυχάκη, στο Ηράκλειο της Κρήτης, στις 14 Ιουλίου 1907, απεβίωσε στην Αθήνα στις 7 Φεβρουαρίου 1986, ήταν αγωνίστρια των δικαιωμάτων των γυναικών, αγωνίστρια του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, 1944-1949. Ήταν σύζυγος του Νίκου Κιτσίκη και μητέρα του Δημήτρη Κιτσίκη.
Στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, το 1940-1941, για να βοηθήσει τους φαντάρους, που τραυματισμένοι επέστρεφαν από το μέτωπο, μαζί με πολλές άλλες κυρίες του Κολωνακιού, εργάσθηκε νυχθημερόν ως εθελόντρια νοσοκόμα στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός των Αθηνών, δίπλα στον χειρουργό και κομμουνιστή Πέτρο Κόκκαλη, που την επηρέασε ιδεολογικά, αλλά και λόγω της φοβερής κόπωσης έπαθε έλκος και έκτοτε η υγεία της καταστράφηκε. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μαζί με τον σύζυγό της, τον Νίκο Κιτσίκη, πρύτανη του Ε.Μ. Πολυτεχνείου κατετάγη στις γραμμές του ΕΑΜ και στην Απελευθέρωση έγινε μέλος του ΚΚΕ.
Στις 9 Απριλίου 1948, εν μέσω του εμφυλίου πολέμου, άρχισε ενώπιον του εκτάκτου στρατιωτικού δικαστηρίου των Αθηνών η δίκη της Μπεάτας για κατασκοπία προς όφελος του εκτός νόμου ΚΚΕ, τη στιγμή που ο σύζυγός της, ο Νίκος Κιτσίκης, ήταν ακόμη πρόεδρος του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου. Με τη φήμη που την περιέβαλε, αυτή της Ελληνίδας Πασιονάριας, καταδικάσθηκε σε θάνατο.
Παρά τα βασανιστήρια τα οποία υπέστη, η Μπεάτα ποτέ δε δέχθηκε να υπογράψει δήλωση μετανοίας και ηρωποιήθηκε από τη νεολαία. Σε πολλά κορίτσια που γεννήθηκαν εκείνη την εποχή δόθηκε το όνομα Μπεάτα. Στη διάρκεια της δίκης της κατηγορήθηκε ότι είχε προδώσει την τάξη της, αυτήν του Κολωνακίου. Την 1η Μαΐου 1948, ο υπουργός Δικαιοσύνης Χρήστος Λαδάς, που είχε υπογράψει τη θανατική της καταδίκη, δολοφονήθηκε από μέλος της ΟΠΛΑ. Οι εφημερίδες της εποχής αμέσως κατηγόρησαν την Μπεάτα ότι από τη φυλακή είχε δώσει διαταγή στην ΟΠΛΑ να προβεί στη δολοφονία του υπουργού.
Παρά ταύτα, λόγω της φήμης και του σεβασμού που ο κόσμος συνέχιζε να τρέφει προς το πρόσωπο του Νίκου Κιτσίκη, η Μπεάτα δεν εξετελέσθη και μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου αφέθηκε ελεύθερη, στα τέλη του 1951. Η υγεία της, όμως, είχε πλέον καταστραφεί και τα βασανιστήρια είχαν επηρεάσει τον ψυχικό της κόσμο.

 

2017 – Λουκιανός Κηλαηδόνης (15 Ιουλίου 1943 – 7 Φεβρουαρίου 2017) ήταν Έλληνας συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής. Γεννήθηκε στην Κυψέλη (Αθήνα) στις 15 Ιουλίου 1943. Σπούδασε στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων και κατόπιν Αρχιτεκτονική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, καθώς και στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (Αθήνας), χωρίς ποτέ να ασκήσει το επάγγελμα. Ἠταν παντρεμένος με την ηθοποιό Άννα Βαγενά, με την οποία είχε δύο κόρες. Οι δυο τους το 1999 δημιούργησαν μια μουσική σκηνή, το «Μεταξουργείο», στο οποίο και εμφανίζονταν επί σειρά ετών. Απεβίωσε στις 7 Φεβρουαρίου 2017 από καρδιακή ανεπάρκεια. Η καλλιτεχνική πορεία του Λουκιανού Κηλαηδόνη ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν έγραψε τη μουσική για τη θεατρική παράσταση του έργου της Κωστούλας Μητροπούλου Η Πόλη μας. Τα τραγούδια, στον ομότιτλο δίσκο που κυκλοφόρησε, ερμήνευσαν η Βίκυ Μοσχολιού και ο Μανώλης Μητσιάς. Συνέχισε παραγωγικότατος με πολλά τραγούδια και περισσότερη μουσική (προσωπικοί δίσκοι, συμμετοχές και συνεργασίες, μουσική ή/και στίχους για θεατρικές και κινηματογραφικές παραστάσεις, για τηλεοπτικές εκπομπές, κ.α.). Πολλά τραγούδια του αγαπήθηκαν πολύ («Στη Βουλιαγμένη», «Το Ματς», «Χαμηλή πτήση», «Είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόυ», «Μια μέρα μιας Μαίρης», «Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών», «Ντίσκο», «Που βαδίζουμε κύριοι»). Είχε κάνει πολλές ζωντανές εμφανίσεις και συναυλίες σε όλη την Ελλάδα και στην Κύπρο. Στην πολύχρονη πορεία του συνεργάστηκε με πληθώρα καλλιτεχνών, καταξιωμένων αλλά και νεότερων, από όλο το φάσμα του ελληνικού τραγουδιού.

 

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο