10 Φεβρουαρίου 2024
Είναι η 41η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο και Υπολείπονται 325 ημέρες για τη λήξη του. 🌅 Ανατολή ήλιου: 07:21 - Δύση ήλιου: 17:57 Διάρκεια ημέρας: 10 ώρες 36 λεπτά 🌑 Σελήνη 0.5 ημέρας Χρόνια πολλά στους: Χαράλαμπο, Χαρίλαο, Χαραλάμπη, Χάρη, Χάμπο, Λάμπη, Λάμπο, Λαμπία, Μπάμπη, Μπάμπο, Χαραλαμπία, Χαραλαμπή, Λαμπή, Λάμπω, Μπαμπίνα, Μπήλιω, Μπιλιώ, Μπία, Χάμπη, Χαρίλαο, Χάρης, Χαρίκλεια και Χαρά
Γεγονότα
1306 – Ο Ροβέρτος Μπρους δολοφονεί στο Νταμφρίς τον Ιωάννη Κόμυν πυροδοτώντας την επανάσταση της Σκωτίας για την ανεξαρτησία της. Ο Ροβέρτος Α΄ της Σκωτίας ή Ροβέρτος Μπρους (Μεσαιωνικά Γαελικά : Roibert a Briuis, Σκωτσέζικα Γαελικά : Raibeart Bruis, Νορμανδικά : Robert de Bruys, Σύγχρ. Σκωτικά : Robert Brus, 11 Ιουλίου 1274 – 7 Ιουνίου 1329) βασιλιάς της Σκωτίας (1306 – 1329) ήταν ένας από τους θρυλικότερους οπλαρχηγούς του Μεσαίωνα και διακρίθηκε στους πολέμους της Σκωτσέζικης Ανεξαρτησίας. Πολέμησε σκληρά με μεγάλες επιτυχίες για να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία του βασιλείου της Σκωτίας και θεωρείται από τους σύγχρονους Σκωτσέζους Εθνικός ήρωας. Με καταγωγή από τις υψηλότερες τάξεις της Νορμανδικής και της Γαλατικής αριστοκρατίας ο Ροβέρτος Μπρους διεκδίκησε τον θρόνο σαν τετρασέγγονος του Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας, ο παππούς του Ρόμπερτ ντε Μπρους, 5ος λόρδος του Άναντεϊλ ήταν διεκδικητής του θρόνου την εποχή της Μεγάλης Αιτίας. Ο Ροβέρτος Μπρους σαν κόμης του Κάρικ υποστήριξε τα δικαιώματα της οικογένειας του στον θρόνο της Σκωτίας και πήρε μέρος στην επανάσταση στο πλευρό του Γουίλιαμ Γουάλας εναντίον του Εδουάρδου Α΄ της Αγγλίας. Διορίστηκε Κηδεμόνας της Σκωτίας (1298) στο πλευρό του διεκδικητή του θρόνου Τζων Κόμυν, λόρδου του Μπάντενοχ και του Γουίλλιαμ Λάμπερτον επισκόπου του Αγίου Ανδρέα, αργότερα παραιτήθηκε (1300) λόγω της διαφωνίας του με τον Κόμυν για την αποκατάσταση του Τζων Μπάλλιολ στον θρόνο. Ο Ροβέρτος δήλωσε την υποταγή του στον Εδουάρδο Α΄ (1302) και κληρονόμησε τα δικαιώματα της διαδοχής της οικογένειας του στον θρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του.
Τον Φεβρουάριο του 1306 ο Ροβέρτος Μπρους σκότωσε τον Κόμυν και αφορίστηκε από τον πάπα, στις 25 Μαρτίου 1306 στέφθηκε βασιλιάς της Σκωτίας. Οι δυνάμεις του Εδουάρδου Α΄ νίκησαν τον Ροβέρτο Μπρους, ο ίδιος αναγκάστηκε να δραπετεύσει στις Εβρίδες και στην Ιρλανδία, επέστρεψε (1307) και νίκησε τους Άγγλους στην μάχη του Λούντουν Χιλ ανοίγοντας τον δρόμο για μεγάλη σειρά θριάμβων. Ο Ροβέρτος νίκησε τους Σκωτσέζους εχθρούς του, κατέστρεψε τα οχυρά τους, κυρίευσε τα εδάφη τους και συνέστησε το πρώτο Κοινοβούλιο (1309). Με μια σειρά από νίκες (1310 – 1314) κατέκτησε το μεγαλύτερο τμήμα της Σκωτίας, στην μάχη του Μπάνοκμπερν (1314) συνέτριψε τον σημαντικά υπεράριθμο Αγγλικό στρατό του Εδουάρδου Β΄ της Αγγλίας ολοκληρώνοντας την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Η μάχη ήταν καθοριστικό σημείο για να ξεκινήσει ο Ροβέρτος Μπρους λεηλασίες σε ολόκληρη την βόρεια Αγγλία και να διεκδικήσει την Ιρλανδία, μετέφερε στρατό στο νησί καλώντας τους κατοίκους να εξεγερθούν εναντίον του Εδουάρδου Β΄. Παρά τον θρίαμβο στο Μπάνοκμπερν και την κατάληψη και του τελευταίου Αγγλικού οχυρού στο Μπέργουικ (1318) ο Εδουάρδος Β΄ αρνήθηκε να αποκηρύξει την ψηλή ηγεμονία του στην Σκωτία. Οι Σκωτσέζοι συνέταξαν την Διακήρυξη του Αρμπρόαθ στον πάπα Ιωάννη ΚΒ΄ με την οποία καλούσαν τον πάπα να αναγνωρίσει το ανεξάρτητο βασίλειο της Σκωτίας και τον Ροβέρτο Μπρους νόμιμο βασιλιά (1320). Ο πάπας αναγνώρισε τον Ροβέρτο Μπρους σαν Ροβέρτο Α΄ της Σκωτίας (1324) και η συνθήκη του Κορμπέιγ δημιούργησε την Γάλλο – Σκωτσέζικη συμμαχία (1326). Ο Εδουάρδος Β΄ ανατράπηκε από την σύζυγο του Ισαβέλλα της Γαλλίας (1327), ο νεαρός διάδοχος του Εδουάρδος Γ΄ της Αγγλίας με την Συνθήκη του Εδιμβούργου – Νορθάμπτον έκλεισε ειρήνη και αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Ο Ροβέρτος Μπρους πέθανε τον Ιούνιο του 1329 και τάφηκε στο αβαείο του Ντανφέρμλιν, η καρδιά του μεταφέρθηκε στο αβαείο του Μελρόουζ.
1906 – Το HMS Dreadnought, το πρώτο από μία επαναστατική νέα γενιά πολεμικών πλοίων, βαπτίζεται και καθελκύεται από το βασιλιά Εδουάρδο Ζ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου. Το έκτο HMS «Dreadnought» (Ντρέντνωτ, που στα αγγλικά σημαίνει «Ατρόμητος») του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού ήταν το πρώτο θωρηκτό παγκοσμίως που διέθετε κύριο πυροβολικό ενιαίου και μεγάλου διαμετρήματος, αντί να διαθέτει δευτερεύον πυροβολικό αποτελούμενο από πυροβόλα μικρότερων διαμετρημάτων. Ενώ μέχρι τότε ο συνήθης βαρύς οπλισμός των θωρηκτών ήταν 4 πυροβόλα των 305 χιλ. και 8 ή περισσότερα διαμετρήματος 234 έως 152 χιλ., το Ντρέντνωτ έφερε 10 πυροβόλα (κανόνια) των 305 χιλ. διατεταγμένα σε 5 δίδυμους πύργους (1 προς πλώρη, 2 εκατέρωθεν περί το μέσον και 2 προς πρύμνη) με επικουρία τηλεβόλων των 102 χιλ. Η δε θωράκισή του ήταν η ισχυρότερη των συγχρόνων του. Συνεπώς ήταν το μοναδικό θωρηκτό στην εποχή του που με την καινοτομία του διέθετε διπλάσια δύναμη πυρός, αφού μπορούσε να βάλει με 8 πυροβόλα «κατά πλευρά» όταν όλα τα άλλα αντίστοιχά του μπορούσαν μόνο με 4. Ήταν επίσης το πρώτο μεγάλο πολεμικό πλοίο που κινούνταν από ατμοστροβίλους, κάνοντάς το το ταχύτερο πολεμικό πλοίο του μεγέθους του εκείνη την εποχή.
Ναυπηγήθηκε το 1906 και είχε εκτόπισμα 19.800 τόνους, έφερε 4 έλικες και η ταχύτητά του έφθανε τους 21 κόμβους. Τόσο εξελιγμένο ήταν το Ντρέντνωτ που ο όρος «ντρέντνωτ» έγινε συνώνυμος των πιο σύγχρονων θωρηκτών, ενώ τα σύγχρονά του πλοία, που κατέστησε με την καινοτομία του ως πεπαλαιωμένα, έμειναν γνωστά ως «προ-ντρεντνωτ». Η είσοδός του σε υπηρεσία προξένησε την έναρξη μίας μεγάλης κούρσας εξοπλισμών, με τους πολεμικούς στόλους ανά τον κόσμο να σπεύδουν να προμηθευτούν αντίστοιχα πλοία, ειδικά δε το Γερμανικό Ναυτικό, μέσα στο κλίμα που οδήγησε τελικά στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
1956 – Συστήνεται το Ίδρυμα Ευγενίδου. Το ίδρυμα Ευγενίδου είναι ένα εκπαιδευτικό κοινωφελές ίδρυμα, το οποίο ιδρύθηκε στην Ελλάδα το 1956, σύμφωνα με την επιθυμία του εφοπλιστή Ευγένιου Ευγενίδη, ο οποίος με την διαθήκη του διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του για τη σύσταση και λειτουργία του ιδρύματος:
Συνιστώ εν Αθήναις κατά τούς ορισμούς του Ελληνικου Δικαίου Ίδρυμα υπό το όνομα ΙΔΡΥΜΑ ΕΥΓΕΝΙΔΟΥ, του οποίου σκοπός είναι νά συμβάλη εiς τήν εκπαίδευσιν νέων Ελληνικής ιθαγενείας εν τω επιστημονικώ καί τεχνικώ πεδίω. Ευγένιος Ευγενίδης, 21-8-1952
Στις 10 Φεβρουαρίου 1956 με σχετικό Βασιλικό Διάταγμα συνεστήθη το “Ίδρυμα Ευγενίδου” κατά την επιθυμία του διαθέτη το οποίο και τέθηκε υπό την διοίκηση της αδελφής του Μαριάνθης Σίμου. Από τότε άρχισαν να πραγματοποιούνται οι σκοποί που οραματίσθηκε ο χορηγός καθώς και η πλήρωση μιας από τις βασικότερες τότε ανάγκες της χώρας.
Κατά την κλιμάκωση των σκοπών του, το Ίδρυμα προέταξε την έκδοση τεχνικών βιβλίων τόσο σε θεωρητικό τομέα όσο και σε τεχνικούς – πρακτικούς τομείς. Ήταν το πρώτο ίδρυμα στη Χώρα που εφήρμοσε την Τεχνική και Τεχνολογική Βιβλιοθήκη για κάθε ενδιαφερόμενο και σπουδαστή τεχνικών σχολών ιδιαίτερα εκείνων των Δημοσίων Σχολών του Εμπορικού Ναυτικού, με πολύ χαμηλό κόστος.
Με την υπ΄ αρίθμ. 611288/5031 9 Αυγούστου 1966 Απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας ανατέθηκε στο Ευγενίδειο Ίδρυμα η έκδοση τεχνικών και θεωρητικών βιβλίων και βοηθημάτων όλων των Ακαδημαϊκών Σχολών του Εμπορικού Ναυτικού, δια της οποίας επίσης συγκροτήθηκε και Επιτροπή Εκδόσεων με την στενή συνεργασία της Διεύθυνσης Ναυτικής Εκπαίδευσης του ΥΕΝ.
Τη Μαριάνθη Σίμου διαδέχθηκε, μετά τον θάνατό της στις 17-4-1981, ως Πρόεδρος του Ιδρύματος ο στενός συνεργάτης και διάδοχος του Ευγένιου Ευγενίδη στον επιχειρηματικό χώρο, Νίκος Βερνίκος – Ευγενίδης μέχρι τον θάνατό του στις 7-11-2000. Σήμερα, την ευθύνη για την ανάπτυξη της νέας στρατηγικής του Ιδρύματος έχει ο Λεωνίδας Δημητριάδης – Ευγενίδης, νέος Πρόεδρος από το 2000 και συνεχιστής του έργου του ιδρυτή του τόσο στον επιχειρηματικό όσο και στον κοινωνικό στίβο.
Η έδρα του Ιδρύματος σήμερα βρίσκεται στην αρχή της λεωφόρου Συγγρού, κοντά στο Δέλτα του Φαλήρου οι εγκαταστάσεις του οποίου περιλαμβάνουν το Ευγενίδειο Πλανητάριο, Διαδραστική Έκθεση Φυσικής και Βιοτεχνολογίας (σε τρεις ορόφους), μεγάλη βιβλιοθήκη και συνεδριακούς χώρους. Έργο του ιδρύματος είναι επίσης η ετήσια απονομή υποτροφιών και η έκδοση τεχνικών και ναυτιλιακών βιβλίων σε συνεργασία με το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και παλαιότερα με το Υπουργείο Παιδείας. Για την πολυδιάστατη προσφορά του Ιδρύματος στην ελληνική κοινωνία, το Ίδρυμα Ευγενίδου τιμήθηκε το Δεκέμβριο του 1965 με το Χρυσούν Μετάλλιον της Ακαδημίας Αθηνών. Το Ίδρυμα Ευγενίδου βασίζεται μέχρι σήμερα σε ιδίους πόρους χωρίς να επιβαρύνει στο ελάχιστο την Πολιτεία για την συντήρηση και όλες του τις δραστηριότητες. Όπως έγραψε χαρακτηριστικά το περιοδικό Αργώ μετά τα εγκαίνια του κτιριακού συγκροτήματος του Ιδρύματος στις 7 Ιουνίου του 1965, με την παρουσία της πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας του τόπου:
1996 – Ο υπερυπολογιστής της IBM, Deep blue, νικά για πρώτη φορά τον Γκάρι Κασπάροφ στο σκάκι. Στις 10 Φεβρουαρίου 1996, ο Deep Blue έγινε η πρώτη σκακιστική μηχανή που κατάφερε να νικήσει τον παγκόσμιο πρωταθλητή σκακιού Κασπάροφ υπό κανονικές συνθήκες χρονικού ορίου. Ωστόσο ο Κασπάροφ νίκησε σε 3 από τα πέντε επόμενα παιχνίδια, ενώ τα άλλα δύο παιχνίδια ήρθαν ισόπαλα. Έτσι ο Κασπάροφ νίκησε τον Deep Blue με σκορ 4-2 (1 πόντος για κάθε νίκη και 1/2 πόντος για κάθε ισοπαλία).
Στις 11 Μαΐου 1997, ο Deep Blue νίκησε στον έκτο και γύρο μπαράζ τον Κασπάροφ, καθώς στους πέντε αγώνες ήταν ισόπαλοι με 2½-2½. Έτσι το τελικό σκορ ήταν 3½–2½, με αποτέλεσμα ο Deep Blue να γίνει η πρώτη σκακιστική μηχανή που νίκησε τον παγκόσμιο πρωταθλητή σκακιού σε ένα τουρνουά υπό κανονικές συνθήκες διεξαγωγής αγώνων και κανονικά χρονικά όρια για κάθε παίχτη. Μετά την ήττα του, ο Κασπάροφ είπε ότι διέκρινε βαθιά νοημοσύνη και δημιουργικότητα στις κινήσεις της μηχανής, και μάλιστα ισχυρίστηκε ότι στον δεύτερο αγώνα, πίσω από τις κινήσεις του υπολογιστή κρύβονταν άνθρωποι σκακιστές, κάτι που ήταν ενάντια στους κανόνες του αγώνα. Η IBM ωστόσο αρνήθηκε ότι ο Deep Blue έκλεβε, λέγοντας ότι η μόνη ανθρώπινη παρέμβαση στη μηχανή γινόταν στο μεσοδιάστημα των αγώνων. Οι κανονισμοί επέτρεπαν στους προγραμματιστές να κάνουν τροποποιήσεις στον υπολογιστή στα μεσοδιαστήματα, έτσι ώστε να βελτιώνονται τα αδύνατα σημεία που ενδεχομένως θα εμφάνιζε κατά τη διάρκεια των αγώνων. Ο Κασπάροφ απαίτησε αντίτυπα των αρχείων καταγραφής του Deep Blue, όμως η IBM τότε αρνήθηκε, αν και αργότερα δημοσίευσε στο ίντερνετ αυτά τα αρχεία. Επίσης, ο Κασπάροφ ζήτησε να γίνει και τρίτη σειρά αγώνων, αλλά η IBM αρνήθηκε και πάλι, αποσυναρμολογώντας τον Deep Blue.
Το 2003 γυρίστηκε μια ταινία στην οποία παρουσιάζονται όλα αυτά τα γεγονότα με τίτλο Game Over: Kasparov and the Machine.
Ένα από τα εξαρτήματα του εκτίθεται στο Εθνικό Μουσείο Αμερικανικής Ιστορίας, ενώ το άλλο στο Μουσείο Ιστορίας των Υπολογιστών, στην έκθεση τεχνητής νοημοσύνης και ρομποτικής.
Ο Deep Blue, με την ικανότητα να ελέγχει 200 εκατομμύρια θέσεις το δευτερόλεπτο, ήταν ο πιο γρήγορος υπολογιστής ο οποίος αντιμετώπισε παγκόσμιο πρωταθλητή στο σκάκι. Σήμερα η έρευνα στο σκάκι με υπολογιστές και στους αγώνες των παγκόσμιων καλύτερων σκακιστών εναντίον των υπολογιστών, έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη σκακιστικών προγραμμάτων, παρά στην ανάπτυξη ειδικού υλικού. Τα σύγχρονα προγράμματα, όπως τα Houdini, Rybka, Deep Fritz, Deep Junior, είναι πιο αποτελεσματικά από τα προγράμματα που υπήρχαν κατά την περίοδο του Deep Blue. Σε ένα πρόσφατο αγώνα του Deep Fritz εναντίον του παγκόσμιου πρωταθλητή Βλαντιμίρ Κράμνικ που έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του 2006, το πρόγραμμα εκτελείτο σε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή Intel Core 2 Duo CPUs, ικανό να εξετάζει 8 εκατομμύρια θέσεις το δευτερόλεπτο.
Γεννήσεις
1898 – Μπέρτολτ Μπρεχτ: Γεννήθηκε το 1898 στο Άουγκσμπουργκ της Βαυαρίας και πέθανε το 1956 στο Ανατολικό Βερολίνο. Η μητέρα του ήταν Προτεστάντισσα και ο πατέρας του Ρωμαιοκαθολικός διευθυντής εταιρείας χάρτου. Είχε έναν νεότερο αδερφό, τον επιστήμονα Βάλτερ Μπρεχτ (1900-1986). Σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (1917-1921), χωρίς να είναι επιμελής στις ιατρικές σπουδές του, αφού τον κέρδιζε ήδη η λογοτεχνία. Επιστρατεύτηκε ως νοσοκόμος και υπηρέτησε στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Άρχισε να γράφει ποιήματα και θεατρικά. Η πρώτη συλλογή ποιημάτων του ήταν το Εγκόλπιο ευσέβειας (Hauspostille).
Κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης συνάντησε και εργάστηκε με τον συνθέτη Χανς Άισλερ (Hanns Eisler) και ανέπτυξαν φιλία ζωής. Γνώρισε επίσης τη Χελένε Βάιγκελ (Helene Weigel), τη μετέπειτα δεύτερη γυναίκα του, που τον συνόδεψε αργότερα στην εξορία μέχρι το τέλος της ζωής του.
Τον Ιανουάριο του 1919 η τότε 17χρονη εφηβική του αγάπη Πάουλα Μπάνχολτσερ του ανακοίνωσε πως έμεινε έγκυος, αλλά στην κίνηση του Μπρεχτ να τη ζητήσει σε γάμο, ο πατέρας της αποκρίθηκε αρνητικά και την έστειλε μακριά, σε ένα χωριό του Άλγκοϊ. Εκεί στις 31 Ιουλίου έφερε στον κόσμο ένα αγόρι, το οποίο ονόμασε Φρανκ (Frank Banholzer, 1919-1943), ένα όνομα εμπνευσμένο από τον θεατρικό συγγραφέα Φρανκ Βέντεκιντ (Frank Wedekind, 1864-1918), τον οποίο ο Μπρεχτ είχε ως πρότυπο.
Το Νοέμβριο του 1922 νυμφεύθηκε την τότε σύντροφό του, τραγουδίστρια της όπερας Μαριάννε Τσοφ (Marianne Zoff). Η κόρη τους Χάννε Μαριάννε Μπρεχτ (μετέπειτα ηθοποιός, γνωστή με το επώνυμο του συζύγου της ως Χάννε Χίομπ) γεννήθηκε τέσσερις μήνες αργότερα. Το 1923 προσλήφθηκε βοηθός σκηνοθέτη στο γερμανικό θέατρο του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του Μαξ Ράινχαρτ. Άρχισε να φοιτά στη Μαρξιστική Εργατική Σχολή και μελέτησε τον διαλεκτικό υλισμό. Το 1930 νυμφεύθηκε τη Χελένε Βάιγκελ, με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον συγγραφέα Στέφαν Μπρεχτ (1924-2009) και αργότερα μια κόρη, την θεατρική ηθοποιό Μπάρμπαρα Μπρεχτ-Σαλ (1930-2015), που έγινε και η κύρια κληρονόμος και διαχειρίστρια των δικαιωμάτων του Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Η προσαρμογή της Όπερας των ζητιάνων του Τζον Γκέι με το όνομα Η όπερα της πεντάρας (Die Dreigroschenoper, 1928) σε στίχους του Μπρεχτ και μουσική Κουρτ Βάιλ προκάλεσε αίσθηση στο Βερολίνο και ο αντίκτυπος του επηρέασε την παγκόσμια σκηνή Μιούζικαλ. Στην όπερα αυτή ο Μπρεχτ στηλίτευε την «καθώς πρέπει» βερολινέζικη αστική τάξη που προσήπτε στο προλεταριάτο έλλειψη ηθικής.
Το 1933, με την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία, ο Μπρεχτ αυτοεξορίστηκε μέχρι το έτος 1948. Έζησε πρώτα στη Δανία και τη Φινλανδία και μετά στις ΗΠΑ καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στη Μόσχα εξέδωσε σε συνεργασία με άλλους Γερμανούς συγγραφείς το περιοδικό Η Λέξη (Das Wort). Στις ΗΠΑ δέχθηκε έντονες διώξεις από το Μακαρθικό καθεστώς.
Μετά το τέλος του πολέμου εγκαταστάθηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και μαζί με τη Χελένε Βάιγκελ ίδρυσαν το 1949 το Μπερλίνερ Ανσάμπλ (Berliner Ensemble). Το 1950 εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας Τεχνών. Τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της ΛΓΔ το 1951 και με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη το 1954.
1913 – Σεραφείμ, αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος: Γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1913 στο χωριό Αρτεσιανό του Νομού Καρδίτσας. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του Αρτεσιανού (τέσσερις πρώτες τάξεις) και την πέμπτη και έκτη στο εξατάξιο Α΄ Δημοτικό Καρδίτσας. Στη συνέχεια φοίτησε στο Α΄ Ελληνικό Σχολείο Καρδίτσας και στο τετρατάξιο Γυμνάσιο Καρδίτσας, αλλά μέχρι την πρώτη τάξη. Αφού ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του αρχικά στην Ιερατική Σχολή Άρτης (4 έτη), και ολοκληρώνοντας στην Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου (1 έτος), όπου εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον τότε Μητροπολίτη Κορινθίας και μετέπειτα αρχιεπίσκοπο Αθηνών και αντιβασιλέα Δαμασκηνό, το 1936 γράφτηκε, κατόπιν εξετάσεων, στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε το 1940 με βαθμό «λίαν καλώς». Δευτεροετής φοιτητής της Θεολογικής Σχολής, εκάρη μοναχός στη Ιερά Μονή Πεντέλης το 1938. Την επομένη μέρα της κουράς του, χειροτονήθηκε διάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Κορινθίας Δαμασκηνό όπου τοποθετήθηκε εφημέριος στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος στο Νέο Ηράκλειο. Το 1939 τοποθετήθηκε στον Ι. Ναό Αγίου Λουκά Πατησίων.
Το 1942 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και αρχιμανδρίτης από τον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό Παπανδρέου. Υπηρέτησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας στον Ιερό Ναό του Αγίου Λουκά Πατησίων, αναλαμβάνοντας παράλληλα τη μέριμνα συσσιτίων που είχε πρωτοδημιουργήσει ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Στα εθνικά κηρύγματά του την εποχή εκείνη πολλές φορές καταφερόταν κατά των κατακτητών και των «κακών Ελλήνων» που συνεργάζονταν με τους κατακτητές.
Τον επόμενο χρόνο συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση, εξερχόμενος στα βουνά, στις τάξεις του Εθνικού Δημοκρατικού Ελληνικού Συνδέσμου (ΕΔΕΣ) υπό τον στρατηγό Ναπολέοντα Ζέρβα, εξ ου και η αργότερα προσωνυμία του ως αρχιεπίσκοπος αντάρτης. Συγκεκριμένα τον Σεπτέμβριο του 1943, αφού μυήθηκε στον ΕΔΕΣ από τους Ευθύμιο Μπάρδη-έμπορο και Ιωάννη Ματσούκα-δικηγόρο, που την εποχή εκείνη αποτελούσαν ηγετικά στελέχη της οργάνωσης στην Αθήνα, μέσω Πάτρας πέρασε στο Κρυονέρι Αιτωλοακαρνανίας και από εκεί μεταβαίνοντας στο Αγρίνιο κατέληξε στα Τζουμέρκα όπου και ήταν το στρατηγείο του Ζέρβα. Στο βουνό έκανε λειτουργίες και εμψύχωνε με ομιλίες τους μαχόμενους. Σε μια συνέντευξή του που έδωσε ο ίδιος πολύ αργότερα ως αρχιεπίσκοπος, για την περίοδο εκείνη κατονομάζει άλλους μητροπολίτες της πλευράς του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) όπως τον Μητροπολίτη Ηλείας Αντώνιο, και τον Μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης Ιωακείμ καθώς και τον καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγάθωνος Γερμανό, γνωστό ως «Καπετάν Ανυπόμονο», για τον εαυτό του υποστήριζε ότι μόνο αυτός αντιπροσώπευε την Εκκλησία της Ελλάδος στην Εθνική Αντίσταση.
Τέλος μετά την απελευθέρωση για την όλη δράση του στην εθνική αντίσταση τιμήθηκε από τον Βασιλέα Γεώργιο Β΄ με χρυσό αριστείο ανδρείας, πολεμικό σταυρό Α΄ τάξεως, μετάλλιο εξαίρετων πράξεων, καθώς και με αναμνηστικό μετάλλιο της εθνικής αντίστασης.
1991 – Κόνι Μεταξά: Έκανε το τηλεοπτικό της ντεμπούτο ως ηθοποιός το 2014, συμμετέχοντας στη σειρά του MEGA, «Μοντέρνα Οικογένεια», όπου υποδύθηκε την κόρη των Κώστα Κόκλα και Ζέτας Δούκα. Το 2015, κυκλοφόρησε το πρώτο της τραγούδι «Feel The Music» με τη δισκογραφική εταιρία Heaven Music και παράλληλα, ξεκίνησε live εμφανίσεις στο Gialino Music Theater μαζί με τον πατέρα της, Λευτέρη Πανταζή. Το 2015 επίσης συμμετείχε στο cabaret show «Εδώ και Τώρα». Το 2016, συνεργάστηκε με τους Arva, Issoropistis, Koba & P.L. για το τραγούδι «Risko». Το 2017, συμμετείχε ως διαγωνιζόμενη στο ελληνικό σόου μεταμφιέσεων «Your Face Sounds Familiar» και την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε το τραγούδι «Sha La La» μαζί με την Josephine. Το τραγούδι αυτό αποτελεί επανεκτέλεση του τραγουδιού «Κι όλο χάλαγε τ’ αμάξι» του Νότη Χριστοδούλου. Τη χειμερινή σεζόν 2017-2018 έκανε το θεατρικό της ντεμπούτο, με την παράσταση «Πετάει Πετάει» στο Θέατρο Χυτήριο ενώ έκανε και ζωντανές εμφανίσεις στο νυχτερινό κέντρο BOX Athens με τους Melisses, Τάμτα, DJ Young & Animando.
Το 2018, έπαιξε σε ένα επεισόδιο της σειράς «Έγκλημα και Πάθος»[9] καθώς και στην κινηματογραφική ταινία «Μαζί Τα Φάγαμε». Το 2019 έκανε ζωντανές εμφανίσεις στο νυχτερινό κέντρο Fantasia Live, εμφανίστηκε στα Mad Video Music Awards όπου ερμήνευσε μαζί με τις Ιλένια Ουίλιαμς και Stefania μια διασκευή του ισπανικού τραγουδιού «Con Calma» και κυκλοφόρησε το τραγούδι «Πάω» με την Ήβη Αδάμου από την δισκογραφική εταιρία Panik Records. Τη χειμερινή σεζόν 2019-2020 έκανε ζωντανές εμφανίσεις στο Fantasia Live με τους Κωνσταντίνο Αργυρό, Stan, Ήβη Αδάμου και Animando. Το 2020 κυκλοφόρησε τα τραγούδια «Kamikaze», «Bye Bye» (με τον Gameboy) και «Μόνο Πάγο» (με τον Τάσο Ξιαρχό) ενώ συμμετείχε και ως διαγωνιζόμενη (προπονήτρια του χορογράφου Τάσου Ξιαρχό) στο μουσικό σόου «Just the 2 Of Us». Τη σεζόν 2020-2021 συμμετείχε ως συμπαρουσιάστρια στην εκπομπή «Το Πρωινό» με την Φαίη Σκορδά. Το 2021, ήταν παρουσιάστρια στα backstage των Mad Video Music Awards,συμμετείχε μαζί με τον Τάσο Ξιαρχό στα Madwalk όπου ερμήνευσαν το τραγούδι Roses – Born to Die και κυκλοφόρησε δύο τραγούδια: το “Aye Aye” και το “ΑΜΑΝ”.
Θάνατοι
1755 – Μοντεσκιέ: Γόνος οικογένειας δικαστικών, γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1689 κοντά στην πόλη Μπορντό, στη δυτική Γαλλία. Σπούδασε νομικά και στη συνέχεια εκλέχτηκε σύμβουλος στο τοπικό κοινοβούλιο του Μπορντό το 1714. Το 1716 κληρονομεί την μεγάλη περιουσία των γονιών του, και αρχίζει πρώτα να ασχολείται με τις επιστήμες, κυρίως την βοτανική και την ανατομία. Το ίδιο έτος εκλέγεται στην Ακαδημία Επιστημών του Μπορντό. Κληρονομεί επίσης από τον θείο του το αξίωμα του δικαστικού προέδρου, την περιουσία του και το όνομα Μοντεσκιέ.
Τα επόμενα χρόνια μελετά επιστήμες και συγγράφει διάφορες εργασίες περί της ηχούς, των νεφρικών αδένων, της βαρύτητας των σωμάτων κλπ. Αργότερα στρέφεται προς τις ανθρωπιστικές σπουδές μέσω της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας και το 1721 δημοσιεύει ανώνυμα στην Ολλανδία τις Περσικές Επιστολές, όπου απεικονίζει με σατιρική διάθεση την γαλλική κοινωνία εκείνη την περίοδο μέσα από τα μάτια δύο Περσών. Το βιβλίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Μέχρι το 1725 διαμένει στο Παρίσι όπου κάνει κοσμική ζωή συχνάζοντας σε διάφορα σαλόνια. Το 1726 αναγκάζεται να πουλήσει μεγάλο μέρος της περιουσίας του για να ξεπληρώσει χρέη.
Το 1728 εκλέγεται μέλος της γαλλικής Ακαδημίας, και στην συνέχεια αναχωρεί για ταξίδι στην Ευρώπη. Επισκέπτεται πολλές χώρες, την Ιταλία, την Ουγγαρία και την Αυστρία το 1728, στη συνέχεια την Γερμανία(1729) και μετά την Ολλανδία). Κατά τη διάρκεια αυτών των ταξιδιών μελετά προσεκτικά Γεωγραφία, Οικονομία, Πολιτική καθώς και τα έθιμα των χωρών που επισκέπτεται. Τη διετία 1729-1730 διαμένει στην Αγγλία, μετά από πρόσκληση του λόρδου Τσέστερφιλντ. Επιστρέφει στην Γαλλία το 1731, στον πύργο της Μπρεντ, όπου και αφιερώνεται στην συγγραφή του Πνεύματος των Νόμων.
Το 1745 εν τέλει, δημοσιεύεται το “Πνεύμα των Νόμων”, ανώνυμα σε εκδοτικό οίκο της Γενεύης, και γίνεται δεκτό με μεγάλη επιτυχία. Το 1754 συγγράφει το Essay sur le gout Δοκίμιο περί Γούστου για την Εγκυκλοπαίδεια, κατά παράκλησιν του ντ’ Αλαμπέρ.
1913 – Κωνσταντίνος Τσικλητήρας: Ο Κωστής Τσικλητήρας (Πύλος, 30 Οκτωβρίου 1888 – Αθήνα, 10 Φεβρουαρίου 1913) ήταν Έλληνας αθλητής στίβου και ποδοσφαίρου, 20 φορές πρώτος πανελληνιονίκης πέντε διαφορετικών αγωνισμάτων σε διάστημα 6 χρόνων και κάτοχος πανελλήνιων ρεκόρ σε τρία στυλ άλματος. Κατέκτησε από 2 μετάλλια σε δύο συνεχόμενες διοργανώσεις Ολυμπιακών αγώνων, το δε χρυσό του 1912 στη Στοκχόλμη αποτέλεσε επί σειρά δεκαετιών ορόσημο σε πλήθος επιπέδων της ελληνικής ολυμπιακής ιστορίας, με χαρακτηριστικότερο γεγονός ότι ίδια επιτυχία δεν επαναλήφθηκε στο στίβο παρά 80 χρόνια έπειτα (1992 η Βούλα Πατουλίδου). Τα ένα χρυσό, δύο αργυρά και ένα χάλκινο μετάλλια τον κατατάσσουν πρώτο στους Έλληνες ολυμπιονίκες με τα περισσότερα στο σύνολο, από κοινού με τον Πύρρο Δήμα (3-0-1) και το φίλο-συναθλητή Νίκο Γεωργαντά (επίσης 1-2-1, όπου η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή δεν αναγνωρίζει πλέον τα 3 των Μεσοολυμπιακών το 1906). Σπούδασε λογιστική, αλλά έως το θάνατό του σε ηλικία 24½ ετών είχε αφιερωθεί στον αθλητισμό. Γεννήθηκε στην Πύλο της Μεσσηνίας την 30η Οκτωβρίου 1888 σε αριστοκρατική και ευκατάστατη οικογένεια. Ο πατέρας του γιατρός Ηρακλής (1852–1919), διετέλεσε δήμαρχος από νεότατη ηλικία στην ευρύτερη περιοχή Πύλου επί σειρά ετών (1879 με 1895) και προξενικός πράκτορας της Γαλλίας στην πόλη, η δε μητέρα Μαριγώ ανήκε στο γνωστό τοπικό γένος των Καλογερόπουλων (αδελφή του Δημητρίου, βουλευτή, νομάρχη και Έλληνα πρόξενου στην Τύνιδα). Ο Κωστής ήταν ο μεσαίος αδελφός της μεγαλύτερης Ελένης και του Σταύρου (Λούλη), ο οποίος παραιτούμενος από πρωτοδίκης υπήρξε μεταξύ όσων το 1930 ίδρυσαν το αριστερού προσανατολισμού Αγροτικόν Κόμμα Ελλάδος (αρχικά υπό τον Ι. Σοφιανόπουλο) και βουλευτής μετά τις εκλογές του 1932 και 1933.
1975 – Νίκος Καββαδίας: Ο Νίκος Καββαδίας γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 1910 στο Νίκολσκ Ουσουρίσκι (Nikolsk-Ussuriysky), μια επαρχιακή πόλη της περιοχής του Βλαδιβοστόκ στη Ρωσία, από γονείς Κεφαλονίτες, τον Χαρίλαο Καββαδία και τη Δωροθέα Αγγελάτου της γνωστής οικογένειας εφοπλιστών της Κεφαλονιάς. Στην ίδια πόλη γεννήθηκαν και τα αδέλφια του Τζένια (Ευγενία) και ο Μήτιας (Δημήτρης). Ο πατέρας του Καββαδία διατηρούσε γραφείο γενικού εμπορίου διακινώντας μεγάλες ποσότητες εμπορευμάτων με κύριο πελάτη τον τσαρικό στρατό.
Το 1914, με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικογένεια έρχεται στην Ελλάδα κι εγκαθίσταται στο Αργοστόλι, ενώ ο πατέρας επιστρέφει στις επιχειρήσεις του στη Ρωσία, όπου καταστρέφεται οικονομικά. Το 1917, κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης, φυλακίζεται. Γυρίζει και πάλι στην Ελλάδα το 1921, τσακισμένος και ανίκανος να προσαρμοσθεί στην ελληνική πραγματικότητα.
Μετά το Αργοστόλι, η οικογένεια εγκαθίσταται στον Πειραιά. Ο Καββαδίας πηγαίνει στο Δημοτικό κι είναι συμμαθητής με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Παπά-Γιώργη Πυρουνάκη. Διαβάζει Ιούλιο Βερν και διάφορα βιβλία περιπέτειας. Στο Γυμνάσιο γνωρίζεται με τον συγγραφέα και ιατρό του Πολεμικού Ναυτικού Παύλο Νιρβάνα. Δεκαοκτώ ετών, αρχίζει να δημοσιεύει ποιήματα στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας και εκδίδει ο ίδιος το σατυρικό φυλλάδιο Σχολικός Σάτυρος, γράφοντας ποιήματα για τους συμμαθητές του. Το πρώτο ποίημά του δημοσιεύεται στην εφημερίδα Σημαία με τίτλο “Ο Θάνατος της Παιδούλας”. Κατά τον Δ. Νικορέτζο (στο έργο του “Νίκος Καββαδίας, ο τελευταίος αμαρτωλός”), πρώτο του ποίημα ήταν άλλο (“Ο Πόθος”) στο περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας.
Τελειώνοντας το Γυμνάσιο, δίνει εξετάσεις στην Ιατρική Σχολή. Όμως την ίδια περίοδο πεθαίνει ο πατέρας του (Οκτώβριος 1929) και αναγκάζεται να εργαστεί σε ναυτικό γραφείο. Συνεχίζει όμως να συνεργάζεται με διάφορα φιλολογικά περιοδικά, όπως Ο Διανοούμενος. Τον Νοέμβριο του 1928, ο Καββαδίας βγάζει ναυτικό φυλλάδιο και μπαρκάρει ως “ναυτόπαις” τον επόμενο χρόνο στο φορτηγό “Άγιος Νικόλαος”, μαζί με τον μικρότερο αδελφό του Αργύρη, που είχε γεννηθεί στην Ελλάδα το 1915. Το 1931 το περιοδικό Ναυτική Ελλάς δημοσιεύει το έργο του Ν. Καββαδία, “Τραγούδια”. Την επόμενη χρονιά ο ποιητής ξεκινά να δημοσιεύει τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις στην εφημερίδα Πειραϊκόν Βήμα, μαζί με το μυθιστόρημά του (σε συνέχειες) Η Απίστευτη Περιπέτεια του Λοστρόμου Νακαχαναμόκο, όμως η εφημερίδα διακόπτει την έκδοσή της και το πόνημά του μένει ημιτελές.
Το 1933, η οικογένεια μετακομίζει από τον Πειραιά στην Αθήνα. Το σπίτι της γίνεται τόπος συγκέντρωσης λογοτεχνών, ζωγράφων και ποιητών. Ο Καββαδίας την εποχή εκείνη περιγράφεται ως ένας λιγομίλητος απλός άνθρωπος, ατημέλητος, χαριτωμένος, εγκάρδιος, με ανεξάντλητο χιούμορ, αγαπητός στους πάντες. Τον Ιούνιο του 1933 κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Μαραμπού (από τις εκδόσεις Κύκλος σε 245 αντίτυπα) που του χαρίζει το προσωνύμιο που θα τον συνοδεύει έως το τέλος της ζωής του. Γίνεται δεκτή (η ποιητική του συλλογή) με πολύ ευνοϊκές κριτικές, πιο χαρακτηριστική εκ των οποίων ήταν εκείνη του Φώτου Πολίτη στην εφημερίδα Πρωία. Το 1938 η “Νέα Εστία” δημοσιεύει τα ποιήματά του, ενώ ο ίδιος στρατεύεται και υπηρετεί στην Ξάνθη με την ειδικότητα του ημιονηγού. Το 1939 παίρνει το δίπλωμα του ραδιοτηλεγραφητή κατωτέρας τάξεως. Στον πόλεμο του ’40 φεύγει για την Αλβανία, όπου υπηρετεί αρχικά ως ημιονηγός τραυματιοφορέας και αργότερα, λόγω της ειδικότητάς που είχε ως ασυρματιστής, χρησιμοποιείται στον σταθμό υποκλοπής της ΙΙΙ Μεραρχίας. Στο περιοδικό Λόγχη δημοσιεύει το πεζογράφημά του Στο Άλογό μου. Με τη συνθηκολόγηση του ελληνικού στρατού επιστρέφει πεζός στην Αθήνα.
Στη διάρκεια της Κατοχής, ο Καββαδίας περνάει στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης και γίνεται μέλος του ΕΑΜ. Την ίδια ακριβώς περίοδο γίνεται και μέλος του ΚΚΕ. Εντάσσεται, επιπλέον, στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, παρά το γεγονός ότι είχε τυπώσει τότε μόνο ένα βιβλίο, το Μαραμπού, ενώ το όριο ήταν τα τρία βιβλία. Είναι όμως ενεργός λογοτεχνικά, γράφοντας ποιήματα, ορισμένα εξ αυτών αντιστασιακά, με πιο χαρακτηριστικό το ποίημα Στον τάφο του ΕΠΟΝίτη και Αθήνα 1943, με το ψευδώνυμο Α. Ταπεινός, στο περιοδικό “Πρωτοπόροι”. Το 1944 μεταφράζει μαζί με τον Βασίλη Νικολόπουλο, το έργο του Ευγενίου Ονήλ “Το Ταξίδι του Γυρισμού”. Στις αρχές του 1945 γίνεται επικεφαλής του ΕΑΜ Λογοτεχνών-Ποιητών, θέση την οποία παραχωρεί στις 6 Οκτώβρη του ίδιου έτους στον Νικηφόρο Βρεττάκο, εξαιτίας της αναχώρησής του από την Ελλάδα με το πλοίο “Κορινθία”. Η ασφάλεια τού έδωσε άδεια, καθώς θεωρείτο ανενεργός κομμουνιστής. Το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα δημοσιεύει τα ποιήματά του “Αντίσταση” και “Federico Garcia Lorca”, ενώ κυκλοφορεί και η μετάφραση του έργου του Αμερικανού ποιητή Φορντ Μάντοξ με τίτλο Τα Παλιά Σπίτια της Φλάντρας. Τον Ιανουάριο του 1947 οι εκδόσεις Θ. Καραβία κυκλοφορούν τη δεύτερη ποιητική συλλογή του Ν. Καββαδία, με τίτλο Πούσι, ενώ επανεκδίδεται και το Μαραμπού.
Από το 1954 μέχρι και το 1974, ταξιδεύει διαρκώς με πολύ μικρά διαλείμματα. Μέσα στη χρονική αυτή περίοδο, τα πιο σημαντικά γεγονότα στη ζωή του ποιητή αφορούν τον θάνατο του πιο μικρού του αδερφού, Αργύρη, το 1957, την κυκλοφορία της Βάρδιας στα γαλλικά το 1959, την επανέκδοση του Μαραμπού και του Πούσι το 1961 από τις εκδόσεις Γαλαξίας, τον θάνατο της μητέρας του το 1965 και τη γέννηση του Φιλίππου το 1966, γιου της ανιψιάς του Έλγκας.
Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, και συγκεκριμένα το 1954, συνέβη το εξής περιστατικό: Ενώ ο ποιητής εργαζόταν σε “ποστάλι” (καράβι μικρών αποστάσεων, επιβατηγό), ταξίδεψε με το καράβι του ο Γιώργος Σεφέρης. Τόσο κατά την τυπική υποδοχή των ταξιδιωτών, όσο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ο Σεφέρης δεν μπήκε καν στη διαδικασία να χαιρετίσει τον Καββαδία. Το γεγονός πίκρανε ιδιαίτερα τον Καββαδία, που θεωρούσε ότι η λογοτεχνική γενιά του ’30, στην οποία ανήκε και ο ίδιος, τον υποτιμούσε.
Το 1975, στην Αθήνα, στην κλινική «Άγιοι Απόστολοι», αφήνει την τελευταία του πνοή ύστερα από εγκεφαλικό επεισόδιο. Κηδεύτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, παρουσία πολλών ανθρώπων των γραμμάτων και της τέχνης.
2005 – Άρθουρ Μίλερ (Arthur Asher Miller, 17 Οκτωβρίου 1915 – 10 Φεβρουαρίου 2005) ήταν ένας από τους κορυφαίους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς. Τα έργα του ασκούσαν κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες, την κυβέρνηση και τον τρόπο ζωής των κατοίκων της, ενώ εξέθεταν και τα ψεγάδια του λεγόμενου “Αμερικανικού ονείρου”, κάτι για το οποίο είχε δεχτεί κριτική στις ΗΠΑ. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο βιογράφος του, Μάρτιν Γκότφριντ, “σπάνια ένας καλλιτέχνης έχει δεχτεί τόσες πολλές επιθέσεις και συκοφαντίες στην πατρίδα του και ταυτόχρονα έχαιρε βαθιάς εκτίμησης σε όλον τον κόσμο”.
Η καθιέρωση του ήρθε με το κλασσικό έργο «Ο Θάνατος του Εμποράκου», σημείο αναφοράς του θεάτρου του 20ού αιώνα, ίσως το καλύτερό του έργο κατά τους ειδικούς, μια ιστορία για μια μικροαστική Αμερικανική οικογένεια που συνεθλίβη υπό το βάρος του Αμερικανικού καπιταλισμού. Κατά σύμπτωση, η 10η Φεβρουαρίου, ημερομηνία θανάτου του, ήταν η 56η επέτειος από την πρεμιέρα του έργου αυτού.
Είχε πέσει θύμα του μακαρθισμού, καθώς καταδικάστηκε επειδή αρνήθηκε να καταδώσει συναδέλφους του με κομμουνιστική δράση στην Επιτροπή Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων. Παρ’ όλο που ενστερνίστηκε ιδέες της αριστεράς και σχετιζόταν με άτομα του Κομμουνιστικού Κόμματος, αρνήθηκε ότι ήταν ποτέ μέλος του. Επίσης, αν και δεν υπήρξε θρησκευόμενος, απέκτησε συνείδηση της εβραϊκής του ταυτότητας, αντιμετωπίζοντας τον αντισημιτισμό των προπολεμικών χρόνων και το Ολοκαύτωμα στη συνέχεια.
«Ήταν βράχος και έμοιαζε με βράχο, εννοώ ότι και η φυσική παρουσία του ήταν επιβλητική», είχε δηλώσει για τον Μίλερ ο θεατρικός συγγραφέας Χάρολντ Πίντερ στην είδηση του θανάτου του. «Ήταν ηγέτης… Απόλυτα ανεξάρτητος, με μια αταλάντευτη κριτική ευφυΐα».
Κυρίως μαζί με τον Τένεσι Ουίλιαμς και λιγότερο με τον Ευγένιο Ο’Νιλ, ο Μίλερ θεωρούνταν ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους Αμερικανούς συγγραφείς μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ορισμένα από τα έργα του έγιναν κινηματογραφικές ταινίες, από σκηνοθέτες όπως ο Τζον Χιούστον, ο Σίντνεϊ Λουμέτ και ο Κάρελ Ράιζ.
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο