23 Ιουνίου 2024
Είναι η 175η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 191 ημέρες για τη λήξη του..
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:03 – Δύση ήλιου: 20:51
Διάρκεια ημέρας: 14 ώρες 48 λεπτά
🌕 Σελήνη 16.2 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Αριστοκλή, Αριστοκλέα, Αριστόκλεο,
Αγριππίνα, Λούλη, Λούλου και Λούλα.
Γεγονότα
1894 – Ιδρύεται στο Παρίσι από τον βαρόνο Πιερ Ντε Κουμπερτέν η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή. Πρώτος της πρόεδρος αναλαμβάνει ο έλληνας Δημήτρης Βικέλας. Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ, αγγλικά: International Olympic Committee, IOC, γαλλικά: Comité International Olympique, COI) δημιουργήθηκε από τον Δημήτριο Βικέλα και τον Πιερ ντε Κουμπερτέν το 1894 για να αναβιώσει τους Αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες που πραγματοποιούνταν στην Ελλάδα.
Η ΔΟΕ διοργανώνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αποφασίζει επίσης για την εισαγωγή ή την κατάργηση ενός αθλήματος από το πρόγραμμα των Ολυμπιακών αγώνων. Οι αγώνες της Ολυμπιάδος γιορτάζονται κάθε 4 χρόνια (θερινοί) ενώ οι χειμερινοί το 3ο έτος της Ολυμπιάδας. Οι πρώτοι θερινοί εορτάστηκαν το 1896 στην Αθήνα, ενώ οι πρώτοι χειμερινοί το 1924 στο Σαμονί (Chamonix) της Γαλλίας.
1902 – Το όνομα «Mercedes» υιοθετείται για πρώτη φορά ως εμπορική επωνυμία από τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Daimler. Μερσέντες ονομαζόταν η κόρη του πάμπλουτου αυστριακού επιχειρηματία Εμίλ Γιέλινεκ, ο οποίος ζήτησε από τους υπευθύνους της εταιρείας να του κατασκευάσουν «ένα αυτοκίνητο για μετά το αύριο», στο οποίο έδωσε το όνομα της κόρης του. Σχεδόν ταυτόχρονα θα εισέλθει και στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας.
H Mercedes είναι μια από τις πιο παλιές και πιο γνωστές εταιρείες στον κόσμο και από τις πλέον διάσημα επωνυμίες παγκοσμίως, ενώ όπως λέει και η ίδια η γερμανική εταιρεία η μόνη αυτοκινητοβιομηχανία με γυναικείο όνομα. Πώς, όμως, προέκυψε το όνομα αυτό;
Η ονοματοδοσία έχει ιστορία 120 ετών και νονά ήταν ένα 11χρονο τότε κορίτσι, την Mercedes Jelinek -το Mercedes είναι ισπανικό όνομα και σημαίνει «έλεος»- κόρη του αυστριακού επιχειρηματία Emil Jelinek, ο οποίος ήταν από τους μεγαλύτερους εμπόρους των μοντέλων της εταιρείας, ενώ μετείχε με αυτά και σε αγώνες.
Έτσι το 1900 η Daimler Motoren Gesellschaft -δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει… καριέρα με αυτήν την ονομασία- αποφάσισε να ονομάσει όλα τα αυτοκίνητά της Mercedes. Το πρώτο μάλιστα που είχε το όνομα σε καλλιγραφική γραφή στη μάσκα του ήταν ένα πολύ σημαντικό μοντέλο, η Mercedes 35 PS.
Το εν λόγω μοντέλο ίχε παρουσιαστεί το Μάρτιο του 1901 στην αγωνιστική εβδομάδα της Νίκαιας όπου είχε κλέψει την παράσταση τόσο με την κομψή της εμφάνιση, που είχε αποστασιοποιηθεί πλήρως από την εμφάνιση άμαξας που είχαν μέχρι τότε τα αυτοκίνητα, όσο και με την πρωτοποριακή για την εποχή τεχνολογία της. Είχε έναν κινητήρα 5.913 κυβικών που ζύγιζε μόλις 230 κιλά, επίτευγμα για τότε, απέδιδε 35 ίππους στις 1.000(!) στροφές και είχε τελική 75 χλμ./ ώρα στην κανονική του έκδοση και 90 χλμ./ ώρα στην ελαφριά.
Η Mercedes 35 S δικαίως θεωρείται το πρώτο σπορ μοντέλο στην ιστορία της αυτοκίνησης, ενώ έβαλε τις βάσεις για τα αγωνιστικά που παρουσιάστηκαν μέχρι και το 1924.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1926 η Daimler Motoren Gesellschaft ενώθηκε με την Benz και για την καινούργια τότε εταιρεία που προέκυψε επιλέχθηκε το όνομα Mercedes-Benz που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα, ενώ ο όμιλος στον οποίο ανήκει λέγεται Daimler.
Στην ιστορία πάντως της Mercedes-Benz υπάρχει και μια άλλη ιδιαίτερα σημαντική γυναίκα. Πρόκειται για την Bertha Benz, σύζυγο του εφευρέτη του αυτοκινήτου Carl Benz, η οποία ήταν η πρώτη που οδήγησε αυτοκίνητο (στις 5 Αυγούστου του 1888) καλύπτοντας συνολική απόσταση 105 χιλιομέτρων.
1913 – Η Μάχη της Δοϊράνης. Στο αριστερό άκρο, το 12ο Βρετανικό Σώμα μαζί με την 22η και την 26η μεραρχία, καθώς και με τη Μεραρχία Σερρών ανέλαβαν την επίθεση στην Κορυφογραμμή Πιπ. Οι Βρετανοί συγκέντρωσαν 231 πυροβόλα, συμπεριλαμβανομένου και βαρέων οβιδοβόλων με διαμέτρημα 8 ίντσων. Ο κανονιοβολισμός διήρκησε 2 ημέρες. Οι Σύμμαχοι αντιμετώπισαν την 9η Βουλγαρική Μεραρχία Πλέβεν του Στρατηγού Βλαντίμιρ Βάζοβ που είχε 122 πυρόβολα και είχε ετοιμάσει καλές αμυντικές θέσεις.
Στις 18 Σεπτεμβρίου, το 16ο Βρετανικό Σώμα επιτέθηκε μαζί με την 66η ταξιαρχία και την 67η ταξιαρχία και τη Μεραρχία Σερρών. Η πρώτη γραμμή χαρακωμάτων καταλήφθηκε από τη Μεραρχία Σερρών, η οποία προχώρησε προς τη δεύτερη γραμμή. Οι Βούλγαροι απάντησαν με πυρά βαρέως πυροβολικού και η αντεπίθεση τους έληξε με την ανακατάληψη των θέσεων τους. Εν τω μεταξύ, η 66η Βρετανική Ταξιαρχία του 7ου Τάγματος, καθώς και οι συνοριοφύλακες της Νότιας Ουαλίας είχαν υποστεί βαριές απώλειες και οι επιθέσεις τους έληξαν με αποτυχία. Οι επιθέσεις του 11ου Ουαλικού Συντάγματος και του 9ου Συντάγματος Συνοριοφυλάκων έληξαν και αυτές με αποτυχία. Η 67η Βρετανική Ταξιαρχία του 12ου Συντάγματος Τσέσαϊρ, μαζί με το 9ο Σύνταγμα Σάουθ Λάνκασαϊρ και το 8ο Σύνταγμα Ελαφρού Πεζικού του Κίνγκ Σσχρόπσχαϊρ προωθήθηκαν στις θέσεις του βουλγαρικού πυροβολικού και των βουλγαρικών πολυβόλων. Η 67η ταξιαρχία έχασε το 65% των στρατιωτών της. Στο τέλος της ημέρας, το 12ο Σώμα υποχώρησε στις αρχικές θέσεις. Στις 19 Σεπτεμβρίου, το 12ο Σώμα επιτέθηκε ξανά, αλλά η αποτυχία του 16ου Σώματος κατά τη διάρκεια της επίθεσης στα βόρεια της λίμνης σήμαινε πως το 12ο Σώμα θα προχωρούσε μόνο στην επίθεση. Η Μεραρχία Σερρών προχώρησε σε νέα επίθεση, η οποία έληξε όπως η προηγούμενη. Οι Βρετανοί επιτέθηκαν με την 77η ταξιαρχία, την αποδυναμωμένη 65η ταξιαρχία, καθώς και με την 2η Γαλλική Ταξιαρχία Ζουάβων. Η 66η και η 67η ταξιαρχία πήραν αμυντική στάση και δεν συμμετείχαν στην επίθεση. Η 77η ταξιαρχία κατέλαβε μερικά βουλγαρικά χαρακώματα αλλά δέχτηκε τα πυρά του βουλγαρικού πυροβολικού και υποχώρησε μετά τη βουλγαρική αντεπίθεση. Η ταξιαρχία έχασε το 50% των στρατιωτών της. Η επίθεση της 65ης ταξιαρχίας απέτυχε επίσης, όπως απέτυχε η επίθεση των Ζουάβων.
Εν τω μεταξύ, στις 18 Σεπτεμβρίου, το 16ο Βρετανικό Σώμα επιτέθηκε, ενώ η Κρητική Μεραρχία και η 84η Βρετανική Ταξιαρχία βοηθούσαν. Αντιμετώπισαν την 1η Μακεδονική Ταξιαρχία των Βουλγάρων με 24 πυροβόλα και 64 πολυβόλα.Η ελληνική μεραρχία επιτέθηκε με δύο συντάγματα στο μέτωπο και ένα τρίτο ως εφεδρεία, με υποστήριξη της 84ης Βρετανικής Ταξιαρχίας στο άκρο. Επίσης, στην επίθεση έλαβαν μέρος 6 βρετανικές πυροβολαρχίες, ενώ η 85η Βρετανική Ταξιαρχία βρισκόταν ως εφεδρεία. Στις 05:00, οι Έλληνες επιτέθηκαν και καθάρισαν το βουλγαρικό φυλάκιο που βρισκόταν στη γραμμή. Τότε, οι Έλληνες είχαν να διασχίσουν την πεδιάδα και να επιτεθούν στις βουλγαρικές θέσεις στους λόφους που έβλεπαν στον κάμπο. Οι Έλληνες επιτέθηκαν στις βουλγαρικές θέσεις, αλλά δέχτηκαν πυρά από το βαρύ πυροβολικό, τα τουφέκια και τα πολυβόλα των Βουλγάρων. Το βρετανικό πυροβολικό βρέθηκε πίσω από τους Έλληνες για να τους βοηθήσει. Οι Έλληνες προχώρησαν και σε άλλες επιθέσεις κατά των βουλγαρικών θέσεων, αλλά απέτυχαν εκ νέου. Μέχρι το απόγευμα, οι Έλληνες οπισθοχώρησαν λίγες ώρες μετά το βρετανικό πυροβολικό. Το 16ο Σώμα δεν επιτέθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου λόγω των απώλειων που είχε υποστεί. Η επίθεση απέτυχε εξαιτίας της έλλειψης στήριξης από το πυροβολικό, των προβλημάτων με τα συστήματα επικοινωνίας και την παράτολμη επίθεση των Ελλήνων.
1964 – Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου συναντάται στο Λευκό Οίκο με τον αμερικανό πρόεδρο Λίντον Τζόνσον και ανθίσταται σθεναρά στις πιέσεις του τελευταίου να δεχτεί υποχωρήσεις στο Κυπριακό.
Η κυπριακή κρίση του 1964 αποκαλύπτει ορισμένες περίεργες πτυχές της ελληνικής εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής. Εως τον Ιούνιο του 1964, η εσωτερική αντιπαράθεση στην Κύπρο, οι αλλεπάλληλες τουρκικές απειλές για εισβολή, η μετάβαση της ελληνικής «μεραρχίας», η διατύπωση του δόγματος του «εθνικού κέντρου», είχαν δημιουργήσει μεγάλη ρευστότητα. Ο Γεώργιος Παπανδρέου διείδε την πιθανότητα να χρησιμοποιήσει τις εντάσεις αυτές για να επιτύχει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Πολιτικός έμπειρος, γνώριζε ότι η χώρα δεν είχε τη δυνατότητα να συντρίψει στρατιωτικά την Τουρκία και να επιβάλει την Ενωση. Ηλπιζε, όμως, ότι θα ανάγκαζε τους Αμερικανούς να την επιβάλουν. Για τούτο, άλλωστε, η ελληνική πλευρά τόνιζε στην αμερικανική ότι, χωρίς την Ενωση, η Κύπρος θα μπορούσε να μετατραπεί σε «Κούβα της Μεσογείου». Η επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, στις 23-27 Ιουνίου 1964, τον έφερε πολύ κοντά στην επίτευξη του στόχου του. Κατά τη συνάντηση αυτή συμφωνήθηκε η διενέργεια μεσολάβησης από την αμερικανική πλευρά, μέσω του πρώην υπουργού Εξωτερικών Ντιν Ατσεσον, ο οποίος και υπέβαλε το ομώνυμο σχέδιο τον Αύγουστο.
Κάτι, όμως, δεν πήγε καλά με την επίσκεψη. Κατά τη διάρκειά της, ο φιλοκυβερνητικός Τύπος ισχυρίστηκε ότι ο Γ. Παπανδρέου είχε υπερήφανα αντισταθεί σε «αμερικανική πίεση» για συνάντηση των πρωθυπουργών της Ελλάδας και της Τουρκίας, με οκτάστηλους τίτλους όπως «Ακλόνητος η Ελλάς», «Ουδεμία υποχώρησις», «Διήμερος ανένδοτος αγών εις την Ουάσιγκτων» («Το Βήμα» και «Ελευθερία», 25-27.6.1964). Ο ισχυρισμός αυτός επαναλήφθηκε από τον Γ. Παπανδρέου στην ομιλία του στη Βουλή στις 3 Ιουλίου 1964 και από τον Α. Παπανδρέου στο βιβλίο του «Η δημοκρατία στο απόσπασμα». Η στάση του Γ. Παπανδρέου περιγράφηκε ως το «δεύτερο όχι» της Ελλάδας (το πρώτο ήταν του Μεταξά…) και προβλήθηκε ως έμπρακτη απόδειξη της «εθνικής» πολιτικής του, σε σύγκριση με την «υποτέλεια» της κυβέρνησης Καραμανλή. Από πολλούς θεωρήθηκε ότι η «αγέρωχη» στάση του Γ. Παπανδρέου έστρεψε τους Αμερικανούς εναντίον του και τους ώθησε, τελικά, να «σχεδιάσουν» την πτώση της κυβέρνησης της Ενώσεως Κέντρου. Ηταν ένα δείγμα της κυριαρχίας των θεωριών συνωμοσίας στην ελληνική πολιτική κουλτούρα.
1997 – Ο διάσημος ηθοποιός Μάρλον Μπράντο, που επισκέπτεται την Ελλάδα, καλεσμένος του Ομίλου Λάτση, μιλά σε εκδήλωση στο μέγαρο «Παλλάς Αθηνά» για την προστασία του περιβάλλοντος.
Είναι η χρονιά 1958 και ο Μάρλον Μπράντο είχε έρθει στην Αθήνα για να υποστηρίξει τα ορφανοτροφεία της χώρας.
Ο ηθοποιός ξεναγήθηκε στην Ακρόπολη και καθώς κατέβαινε από τον ιερό βράχο πήρε στην αγκαλιά του ένα κοριτσάκι και φωτογραφήθηκε μαζί του. Οι φωτογραφίες από την επίσκεψή του στην Αθήνα έκαναν τον γύρο του κόσμου….
Ο διάσημος ηθοποιός ήταν ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος με τα παιδιά και είχε υιοθετήσει δυο κατά τη διάρκεια του τρίτου του γάμου. Την περίοδο εκείνη ο Μπράντο ήταν ο μεγαλύτερος αστέρας του Χόλιγουντ.
Είχε ήδη κερδίσει Όσκαρ Α’ αντρικού ρόλου για τον ρόλο του Τέρρυ Μαλλόυ στην ταινία «Το λιμάνι της αγωνίας» του Ηλία Καζάν και εκείνη τη χρονιά είχε κυκλοφορήσει η νέα του ταινία του «Ο χορός των καταραμένων», που υποδυόταν έναν Ναζί στρατιώτη.
Σκοπός της επίσκεψής του στην Ελλάδα ήταν να προβάλει το κοινωνικό πρόβλημα με τα ορφανά της Ελλάδας που μετά τον πόλεμο και την εμφύλια διαμάχη είχαν αυξηθεί δραματικά.
Στο πλευρό του σε όλη τη διάρκεια της επίσκεψής του στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας ήταν ο σκηνοθέτης Ζυλ Ντασέν, τον οποίο εκτιμούσε πάρα πολύ και όπως είχε αποκαλύψει η Μελίνα Μερκούρη «μαζί του υπήρχε κάτι πιο πολύ από μια γνωριμία».
Όταν η Μελίνα Μερκούρη διέμενε στην Αμερική με τον Ντασέν, ο Μπράντο τους είχε κάνει μια απρόσμενη επίσκεψη. Ένα πρωινό τον βρήκαν μεθυσμένο να κοιμάται στην πόρτα του σπιτιού τους. Όταν τον ξύπνησαν ο Μπράντο του είπε ότι αυτός ήταν ο κατάλληλος για να παίξει τον ρόλο του Περικλή στην ταινία που ετοίμαζε τότε ο διάσημος σκηνοθέτης.
Η Μερκούρη τον οδήγησε στο σπίτι και ύστερα γευμάτισαν μαζί του. «Στην κουζίνα ακούγαμε γέλια και κουβέντες ως το τέλος του φαγητού. Και ύστερα ησυχία… Η Μελίνα και ο Ντασέν είχαν αποσυρθεί – ήταν η ώρα του μεσημεριανού ύπνου.
Κοιτάμε να δούμε αν βολεύτηκε και ο Μπράντο, τον βλέπουμε φαρδύ πλατύ στο πάτωμα της τραπεζαρίας», είχε αναφέρει η βοηθός της Μερκούρη, Άννα Θωμαϊδου στο βιβλίο «Μελίνα, μια σταρ στην Αμερική»…
Γεννήσεις
1908 – Μ. Καραγάτσης: Γεννήθηκε στην Αθήνα, σε ένα γωνιακό σπίτι των οδών Ακαδημίας και Θεμιστοκλέους στις 23 Ιουνίου του 1908. Ο πατέρας του, Γεώργιος Ροδόπουλος, ήταν δικηγόρος και πολιτικός, με καταγωγή από την Πάτρα, αλλά εγκατεστημένος στη Λάρισα. Η μητέρα του, Ανθή Μουλούλη καταγόταν από τον Τύρναβο. Ο συγγραφέας ήταν το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας, με μεγάλη διαφορά ηλικίας από τα αδέλφια του Ροδόπη, Νίκο, Τάκη και Φωφώ. Το ψευδώνυμο Καραγάτσης προήλθε από το δέντρο φτελιά ή καραγάτσι στο εξοχικό της οικογένειάς του στη Ραψάνη της Θεσσαλίας, όπου περνούσε τα περισσότερα εφηβικά καλοκαίρια του. Εκεί συνήθιζε να διαβάζει καθισμένος κάτω από ένα καραγάτσι που βρισκόταν στον περίβολο της εκκλησίας του χωριού. Το «Μ.» του ψευδωνύμου του προήλθε πιθανότατα από το ρώσικο όνομα «Μίτια» (ρωσική εκδοχή του Δημήτρης), με το οποίο τον αποκαλούσαν φίλοι και συμφοιτητές του, λόγω της μεγάλης του αγάπης για τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και ιδιαίτερα για το έργο Αδερφοί Καραμάζοφ. Το γεγονός ότι υπέγραφε τα έργα του ως «Μ. Καραγάτσης» προκάλεσε σύγχυση σε αρκετούς φιλολόγους, που συχνά ερμήνευαν το «Μ» ως Μιχάλης, λόγω των ηρώων του, Μιχάλη Καραμάνου (στον Γιούγκερμαν) και Μίχαλο Ρούση (στον Κοτζάμπαση του Καστρόπυργου, Αίμα χαμένο και κερδισμένο, Τα στερνά του Μίχαλου), που θεωρούνται περσόνες του συγγραφέα. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με προφορική μαρτυρία της κόρης του, Μαρίνας Καραγάτση (πληροφορία που, ωστόσο, δεν αναφέρει πουθενά στο βιβλίο που έγραψε για την οικογένειά της), το αρχικό γράμμα «Μ.» μπροστά από το ψευδώνυμο Καραγάτσης παραπέμπει στο όνομα Μιχάλης. Όμως το μυστήριο του γράμματος «Μ» δεν θα μπορέσει ποτέ να εξαλειφθεί, διότι ο Καραγάτσης δεν δήλωσε ρητά δημόσια ποια η σημασία του.
Πέρασε την παιδική του ηλικία σε διάφορες πόλεις εξ αιτίας των μετακινήσεων της οικογένειάς του. Ο πατέρας του ως διευθυντής τράπεζας δούλεψε στα Τρίκαλα, Πύργο, Αίγιο, Λάρισα, Θεσσαλονίκη, Κρήτη. Το Δημοτικό το παρακολούθησε στο Αρσάκειο της Λάρισας, ενώ τα γυμνασιακά του χρόνια — από το 1922 έως το 1924 — τα περνά στη Θεσσαλονίκη, όπου τον έστειλε ο πατέρας του ως τιμωρία, επειδή είχε πλαστογραφήσει την υπογραφή του σε σχολικό έλεγχο. Τα καλοκαίρια της παιδικής του ηλικίας τα περνάει στη Θεσσαλία, ειδικότερα στο χωριό Ραψάνη. Μετά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γκρενόμπλ, στη Γαλλία με σκοπό να σπουδάσει εμπορικά. Για οικονομικούς λόγους επέστρεψε στην Αθήνα, το 1925 και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου αποφοίτησε το 1930 χωρίς όμως να δικηγορήσει ποτέ. Στο Πανεπιστήμιο είχε συμφοιτητές και άλλους λογοτέχνες, όπως τους Οδ. Ελύτη, Αγγ. Τερζάκη, Γ. Θεοτοκά.
Στην εφηβική του ηλικία έγραφε ποιήματα, σύντομα όμως εγκατέλειψε την ενασχόληση με την ποίηση και στράφηκε στην πεζογραφία. Ως πεζογράφος πρωτοεμφανίστηκε το 1927 με το διήγημα «Η κυρία Νίτσα», το οποίο υποβλήθηκε στο διαγωνισμό της Νέας Εστίας και πήρε τον 3ο έπαινο. Ήταν αυτοβιογραφικό διήγημα εμπνευσμένο από τον παιδικό του έρωτα για μια εικοσάχρονη δασκάλα του στο δημοτικό σχολείο στη Λάρισα. Το πρώτο του μυθιστόρημα ήταν Ο Συνταγματάρχης Λιάπκιν, το 1933. Μετά το πτυχίο Πολιτικών και Οικονομικών που παίρνει από το Πανεπιστήμιο, πιάνει δουλειά σαν υπάλληλος στην ασφαλιστική εταιρεία του αδερφού του Νίκου, στον Πειραιά. Το 1935 θα παντρευτεί τη ζωγράφο Νίκη Καρυστινάκη (μετέπειτα γνωστή ως Νίκη Καραγάτση, 1914–1986). Το 1936 δημοσιεύεται το μυθιστόρημα του Η χίμαιρα και στη κόρη που γεννιέται τον Οκτώβριο του 1936 δίνει το όνομα της ηρωίδας του βιβλίου, Μαρίνα.
Το 1937 πεθαίνει η μεγαλύτερη αδερφή του, η Ροδόπη Τζουλιάδου, η οποία υπέφερε απο ψυχασθένεια από τη νεανική της ηλικία, και το 1939 πεθαίνει ο πατέρας του. Την περίοδο της γερμανικής κατοχής την περνάει ήσυχα στο σπίτι του, που γίνεται κέντρο συνάντησης των λογοτεχνών της εποχής του, ενώ παράλληλα δημοσιεύονται αρκετά διηγήματά του και νουβέλες. Από το 1946 ανέλαβε τη θεατρική στήλη της εφημερίδας Βραδυνή ενώ τον ίδιο χρόνο ανεβαίνει και στο θέατρο το θεατρικό του έργο Μπαρ Ελδοράδο που δεν σημείωσε όμως επιτυχία. Ο Καραγάτσης τότε εμφανίζεται και στον κινηματογράφο, υπογράφοντας το σενάριο και τη σκηνοθεσία της ταινίας Καταδρομή. Το 1946 πεθαίνει και η μητέρα του, στην οποία αφιερώνει το μυθιστόρημά του Ο μεγάλος ύπνος που κυκλοφορεί την ίδια χρονιά. Το 1949 στέλνεται ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας Βραδυνή στα βουνά του Γράμμου και του Βίτσι, στα οποία ο εμφύλιος πόλεμος βάδιζε προς το τέλος του. Τον ίδιο χρόνο ταξιδεύει στην Αγγλία, τη Γαλλία, την Τουρκία και την Αίγυπτο.
Το 1952 άρχισε να εργάζεται στη διαφημιστική εταιρεία ΑΔΕΛ, ενώ παράλληλα γράφει εκλαϊκευμένα την Ιστορία των Ελλήνων και το 1953 ταξιδεύει στην Ανατολική Αφρική. Το 1956 και το 1958 ήταν υποψήφιος βουλευτής με το δεξιό κόμμα των Προοδευτικών του Σπ. Μαρκεζίνη. Δεν είχε κάνει καμία προεκλογική προετοιμασία και όπως ήταν φυσικό, απέτυχε και τις δύο φορές. Όταν κάποιος τον ρώτησε γιατί είχε θέσει υποψηφιότητα, απάντησε ότι το έκανε για να πάρει ψήφους από τον αδερφό του Κωνσταντίνο Ροδόπουλο, υποψήφιο με την ΕΡΕ. Το 1958 το μοιραίο έτος της ζωής του συνυπογράφει Το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων μαζί με τους Άγγελο Τερζάκη, Ηλία Βενέζη και Στρατή Μυριβήλη, το οποίο πρωτοδημοσιεύεται στην εφημερίδα Ακρόπολη. Στις 8 Νοεμβρίου του ίδιου έτους παθαίνει καρδιακή προσβολή. Η ασθένεια τον οδήγησε στη σταδιακή αποξένωσή του από τους φιλικούς κύκλους, αλλά όχι και στη διακοπή της δουλειάς του. Στις 13 Δεκέμβρη του 1960 ξεκινάει να γράφει το Δέκα (10) το οποίο δούλευε όλο το έτος μέχρι τα χαράματα της 14ης Σεπτεμβρίου που πεθαίνει ύστερα από πολύωρη κρίση ταχυκαρδίας.
Κηδεύεται στις 15 Σεπτεμβρίου, στο πρώτο νεκροταφείο Αθηνών. Στον τάφο του χαράζεται το επίγραμμα από το έργο του Το μεγάλο συναξάρι: «Οι μοναδικές ομορφιές είναι προνόμιο του θανάτου».
1912 – Άλαν Τιούρινγκ (Alan Matheson Turing, 23 Ιουνίου 1912 – 7 Ιουνίου 1954) ήταν Άγγλος μαθηματικός, καθηγητής της λογικής, κρυπτογράφος και θεωρητικός βιολόγος. Θεωρείται ο «πατέρας της επιστήμης υπολογιστών», χάρη στην πολύ μεγάλη συνεισφορά του στο γνωστικό πεδίο της θεωρίας υπολογισμού κατά τη δεκαετία του 1930, αλλά και της τεχνητής νοημοσύνης, χάρη στο λεγόμενο τεστ Τούρινγκ, την οποία πρότεινε το 1950: έναν τρόπο για να διαπιστωθεί πειραματικά αν μία μηχανή έχει αυθεντικές γνωστικές ικανότητες και μπορεί να σκεφτεί.
Το έργο του από τη δεκαετία του ’30 προσέδωσε στην ως τότε άτυπη έννοια του αλγορίθμου μία επίσημη, αυστηρή μαθηματική διατύπωση μέσω της λεγόμενης Μηχανής Τούρινγκ. Ακόμα, ο Τούρινγκ διατύπωσε από κοινού με τον Αλόνζο Τσερτς την περίφημη εικασία του, ευρέως αποδεκτή, σύμφωνα με την οποία οποιοδήποτε μαθηματικό μοντέλο υπολογισμού είναι είτε ισοδύναμο είτε υποδεέστερο της Καθολικής Μηχανής Τούρινγκ, επομένως αυτή περιγράφει τον ευρύτερο δυνατό υπολογιστή γενικού σκοπού: είναι θεωρητικά ικανή να υπολογίσει ό,τι είναι δυνατό να υπολογιστεί αλγοριθμικά.
Οι επιστημονικές συνεισφορές του Τούρινγκ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ δημόσια κατά τη διάρκεια της ζωής του επειδή η εργασία του ήταν απόρρητη. Στο Μπλέτσλεϊ Παρκ (Bletchley Park), κέντρο της Βρετανικής Υπηρεσίας Αντικατασκοπείας, ήταν το κεντρικό πρόσωπο στην αποκρυπτογράφηση των γερμανικών στρατιωτικών κωδικών, όντας ο προϊστάμενος της Ομάδας 8. Η ομάδα αυτή ήταν που επιφορτίστηκε με την αποκωδικοποίηση της γερμανικής κρυπτογραφικής συσκευής Enigma.
Μετά τον Πόλεμο, σχεδίασε έναν από τους πρώτους ηλεκτρονικούς προγραμματίσιμους ψηφιακούς υπολογιστές στο Εθνικό Φυσικό Εργαστήριο, όπως λεγόταν, και κατασκεύασε μια δεύτερη υπολογιστική μηχανή στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Ο Τούρινγκ πέθανε το 1954, 16 μέρες πριν τα 42α γενέθλιά του από δηλητηρίαση από κυάνιο. Έρευνα προσδιόρισε το θάνατό ως αυτοκτονία, αλλά είναι γνωστό ότι τα στοιχεία επίσης στηρίζουν την πιθανότητα τυχαίας δηλητηρίασης. Το Βραβείο Τούρινγκ, η ύψιστη επιστημονική διάκριση στον χώρο της πληροφορικής από το 1966 κι έπειτα, ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του.
1936 – Κώστας Σημίτης (Πειραιάς, 23 Ιουνίου 1936) είναι Έλληνας καθηγητής πανεπιστημίου και πολιτικός. Διετέλεσε πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (30 Ιουνίου 1996 – 8 Φεβρουαρίου 2004) και επίσης πρωθυπουργός της ελληνικής δημοκρατίας (18 Ιανουαρίου 1996 – 10 Μαρτίου 2004), ο μακροβιότερος πρωθυπουργός συνεχούς πρωθυπουργικής θητείας.
Μετά την πτώση της Χούντας το 1974, υπήρξε από τους ιδρυτές του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.) και ανέλαβε αρκετές υπουργικές θέσεις, όταν το κόμμα του ανέλαβε την εξουσία, υπηρετώντας στα υπουργεία Γεωργίας (1981-85), Εθνικής Οικονομίας (1985-87), Παιδείας και Θρησκευμάτων (1989-90), Βιομηχανίας, Ενέργειας, Έρευνας, Τεχνολογίας και Εμπορίου (1993-95). Στις 18 Ιανουαρίου του 1996 διαδέχτηκε τον Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία μετά από ψηφοφορία της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Στις 30 Ιουνίου 1996, λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Κώστας Σημίτης εξελέγη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στο 4ο Συνέδριο του κόμματος. Επανεξελέγη πρωθυπουργός μετά τη νίκη του στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 1996 και του Απριλίου 2000.
Ως πρωθυπουργός προώθησε μία μετριοπαθή εξωτερική πολιτική ταυτόχρονα με τη σταδιακή ιδιωτικοποίηση του μεγάλου ελληνικού δημόσιου τομέα, στοχεύοντας σε μία οικονομική σταθερότητα σύμφωνα με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δεύτερη θητεία του συνοδεύτηκε από την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, με στόχο τη μείωση του πληθωρισμού και του εθνικού χρέους, καθώς και από προσπάθειες επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών για το Κυπριακό πρόβλημα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Μεταξύ των σημαντικότερων επιτυχιών της θεωρείται η ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση το 2001.
Θάνατοι
1995 – Τζόνας Σολκ: Μέχρι το 1955, όταν παρουσίαστηκε το εμβόλιο Σολκ, η πολιομυελίτιδα θεωρούνταν στις μεταπολεμικές Η.Π.Α. ο τρομακτικότερος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Τα ετήσια κρούσματα αυξάνονταν με καταστροφικό ρυθμό. Η επιδημία του 1952 αποτέλεσε και το χειρότερο ξέσπασμα στην ιστορία του έθνους. Από τα 58.000 περιστατικά που καταγράφηκαν επισήμως το έτος αυτό, 3.145 άτομα απεβίωσαν και 21.269 χτυπήθηκαν από μέτρια μέχρι σοβαρή αναπηρία,[8] ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό ήταν παιδιά. Η «αντίδραση του κόσμου ήταν εφάμιλλη της πανώλης», αναφέρει ο ιστορικός Γουίλιαμ Ο’ Νηλ. «Οι κάτοικοι των αστικών περιοχών τρομοκρατούνταν κάθε καλοκαίρι που επέστρεφε ο τρομακτικός αυτός επισκέπτης». Σύμφωνα με ένα ντοκιμαντέρ του PBS (2009), «Αν εξαιρέσουμε την ατομική βόμβα, ο χειρότερος φόβος των Αμερικανών ήταν η πολιομυελίτιδα».[9] Σαν αποτέλεσμα, οι επιστήμονες πραγματοποιούσαν αγώνα δρόμου προκειμένου να ανακαληφθεί τρόπος πρόληψης ή θεραπείας της νόσου. Ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Φραγκλίνος Ντ. Ρούζβελτ ήταν το πιο αναγνωρίσιμο θύμα της ασθένειας, ο οποίος και ίδρυσε έναν οργανισμό που χρηματοδότησε προγράμματα ανάπτυξης εμβολίων.
Το 1947, ο Σολκ δέχτηκε μία θέση στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ. Το 1948, ανέλαβε ένα πρόγραμμα το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ίδρυμα για την Παιδική Παράλυση (National Foundation for Infantile Paralysis) ώστε να προσδιοριστεί ο αριθμός των διαφορετικών τύπων του ιού της πολιομυελίτιδας. Ο Σολκ βρήκε την ευκαιρία να επεκτείνει το πρόγραμμα προς την κατεύθυνση δημιουργίας εμβολίου κατά της ασθένειας, και, από κοινού με την ομάδα ικανών επιστημόνων που συγκέντρωσε, αφιέρωσε τον εαυτό του στην έρευνα αυτή για επτά ολόκληρα χρόνια. Η επιτόπια δοκιμή πειραματικού ελέγχου του εμβολίου ήταν, σύμφωνα με τον Ο’Νηλ, «το πιο πολύπλοκο πρόγραμμα του είδους του στην ιστορία, περιλαμβάνοντας 20.000 ιατρούς και δημόσιους λειτουργούς υγείας, 64.000 άτομα προσωπικό σχολείων και 220.000 εθελοντές». Πάνω από 1.800.000 παιδιά σχολείου συμμετείχαν στη δοκιμή.[10] Όταν δημοσιοποιήθηκαν τα νέα για την επιτυχία του εμβολίου στις 12 Απριλίου 1955, ο Σολκ αντιμετωπίστηκε ως «θαυματοποιός» και η ημέρα «σχεδόν ανακηρύχθηκε εθνική εορτή». Μοναδική του πρόθεση ήταν η ανάπτυξη ενός ασφαλούς και αποτελεσματικού εμβολίου όσο πιο γρήγορα γινόταν, χωρίς να αποσκοπεί σε προσωπικό όφελος. Όταν ρωτήθηκε σε τηλεοπτική συνέντευξη ποιος είχε την πατέντα του εμβολίου, ο Σολκ απάντησε: «Δεν υπάρχει πατέντα. Μπορείς να πατεντάρεις τον Ήλιο;»
Το 1960, ίδρυσε το «Ινστιτούτο Σολκ για Βιολογικές Μελέτες» (Salk Institute for Biological Studies) στην Λα Χόγια, Καλιφόρνια, που σήμερα αποτελεί κέντρο ιατρικής και επιστημονικής έρευνας. Συνέχισε να ασχολείται με την έρευνα και να εκδίδει βιβλία, ανάμεσα στα οποία τα «Man Unfolding» (1972), «The Survival of the Wisest» (1973), «World Population and Human Values: A New Reality» (1981), και «Anatomy of Reality: Merging of Intuition and Reason» (1983). Ο Δρ. Σολκ πέρασε τα τελευταία χρόνια πραγματοποιώντας έρευνα για τη δημιουργία εμβολίου ενάντια στον ιό HIV.
1996 – Ανδρέας Παπανδρέου (Χίος, 5 Φεβρουαρίου 1919 – Εκάλη Αττικής, 23 Ιουνίου 1996) ήταν Έλληνας πολιτικός, πρόεδρος και ιδρυτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.), του οποίου η ιδρυτική διακήρυξη της 3ης Σεπτεμβρίου συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή Κυριαρχία – Κοινωνική Απελευθέρωση». Διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας (21 Οκτωβρίου 1981 – 2 Ιουλίου 1989 και 13 Οκτωβρίου 1993 – 18 Ιανουαρίου 1996) μετά τη νίκη του στις εκλογές του Οκτωβρίου 1981, του Ιουνίου 1985 και του Οκτωβρίου 1993. Πριν αναμειχθεί στην πολιτική, ήταν καθηγητής Οικονομικών στις ΗΠΑ και συγγραφέας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξε ηγέτης με ευρύτατη λαϊκή αποδοχή: σε έρευνα της εφημερίδας Καθημερινή το 2007, η πρώτη κυβέρνησή του αναδείχθηκε η καλύτερη της Μεταπολίτευσης και ο ίδιος ο σημαντικότερος πρωθυπουργός της περιόδου. Ομοίως, σε δημοσκόπηση για την εφημερίδα Real News το 2010 και σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 2013, ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος πρωθυπουργός μετά το 1974. Από την άλλη δημιούργησε πολλούς φανατικούς εχθρούς στο εσωτερικό, και προκάλεσε συχνά την αγανάκτηση της δυτικής κοινής γνώμης και σωρεία επικριτικών κειμένων στα δυτικά ΜΜΕ.
Ήταν ίσως ο πολιτικός με τη μεγαλύτερη συμβολή στη διαμόρφωση του πολιτικού και κομματικού συστήματος στη σύγχρονη Ελλάδα. Ανέτρεψε τον κυρίαρχο πολιτικό διαχωρισμό «Εθνικόφρονες-Κομμουνιστές» και στη θέση του επέβαλλε το δίπολο «Δεξιά-Αντιδεξιά». Το ΠΑΣΟΚ που δημιούργησε ήταν το πρώτο κόμμα εξουσίας στην ελληνική ιστορία με μαζική οργάνωση (στα πρότυπα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας), αντί του παραδοσιακού κόμματος στελεχών, ένα πρότυπο οργάνωσης που θα υιοθετούσε από τον Παπανδρέου και η Νέα Δημοκρατία. Από το κυβερνητικό του έργο ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική πολιτική ιστορία έχουν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) και η συνταγματική αναθεώρηση του 1985-1986, η οποία παγίωσε το σύστημα κοινοβουλευτικής εξουσίας που ισχύει έως και σήμερα, περιορίζοντας δραστικά τις «βασιλικές» εξουσίες του Προέδρου.
Άλλες σημαντικές τομές των κυβερνήσεών του ήταν η νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, η ψήφος στα 18, η εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος γραφής (1982), η κατάργηση της σχολικής ενδυμασίας (1982), η νομοθετική κατοχύρωση του πανεπιστημιακού ασύλου (1982), η θέσπιση των επιδομάτων (τέκνων, αναπηρίας κτλ.), η αναγνώριση του εργατικού ατυχήματος, οι αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο όπως η καθιέρωση της ισότητας των δύο φύλων και η απαγόρευση του αναχρονιστικού θεσμού της προίκας, η κατάργηση πλείστων μεταξικών και μετεμφυλιακών νόμων, όπως αυτοί του τεντιμποϊσμού και της κατασκοπείας, η άσκηση ακηδεμόνευτης και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και η μεγάλη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, η αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και η παραχώρηση άδειας επιστροφής στην Ελλάδα στους πολιτικούς πρόσφυγες του Δημοκρατικού Στρατού.
Οι αντίπαλοι του Ανδρέα Παπανδρέου από τον συντηρητικό και τον φιλελεύθερο χώρο αναγνώρισαν τις προσπάθειές του να αποκαταστήσει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που είχαν υποστεί διώξεις και ταπεινώσεις από το αυταρχικό μετεμφυλιακό κατεστημένο και να χτίσει κράτος πρόνοιας, αλλά επέκριναν την μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους στην οικονομική του διαχείριση, την προσπάθεια επιβολής στη δημόσια διοίκηση που του καταλόγισαν και την εξωτερική του πολιτική, την οποία θεωρούσαν μαξιμαλιστική και επικίνδυνη στις μεθόδους και τους στόχους της, ενώ από τον χώρο της Αριστεράς υπήρξαν επικρίσεις για την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων καθώς και για το καθεστώς προσωπολατρίας με το οποίο τον περιέβαλλαν τα πλήθη των πολιτικών οπαδών του.
2005 – Μανόλης Αναγνωστάκης. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου σπούδασε ιατρική. Αδελφή του ήταν η θεατρική συγγραφέας Λούλα Αναγνωστάκη. Καταγόταν από το χωριό Ρούστικα Ρεθύμνης, όπου σώζεται το σπίτι του πατέρα του Ανέστη και του θείου του Χρήστου, σπουδαίων Θεσσαλονικέων ιατρών, των οποίων ο πατέρας τους Εμμανουήλ Ανεστ. Αναγνωστάκης ήταν δάσκαλος Ρουστίκων και εισαγγελέας εφετων. Ο έτερος παππούς του Ιωάννης Κασιμάτης ήταν βουλευτής του Ελευθερίου Βενιζέλου.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στην ΕΠΟΝ. Κατά τη διετία 1943-1945 ήταν αρχισυντάκτης του περιοδικού Ξεκίνημα, που ανήκε στον εκπολιτιστικό όμιλο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είχε έντονη πολιτική δράση στο φοιτητικό κίνημα για την οποία φυλακίστηκε το 1948, ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο. Βγήκε από τη φυλακή με την γενική αμνηστία το 1951.
Την περίοδο 1955-1956 ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη και κατόπιν άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου για ένα διάστημα στη Θεσσαλονίκη, ενώ το 1978 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Ήταν ενταγμένος για κάποια χρόνια στο ΚΚΕ και μετά τη διάσπαση του, το 1968, εντάχθηκε στην πτέρυγα του ΚΚΕ εσωτερικού. Κατά την επταετή Χούντα ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση, ενώ το 1984 υπήρξε υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Δημοσίευσε κείμενά του για πρώτη φορά στο περιοδικό Πειραϊκά Γράμματα (1942) και αργότερα στο φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα (1944), του οποίου υπήρξε και αρχισυντάκτης για μία περίοδο. Ποιήματά του, καθώς και κριτικές δημοσιεύτηκαν αργότερα σε αρκετά περιοδικά. Την περίοδο 1959-1961 εξέδιδε το περιοδικό Κριτική, ενώ υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των Δεκαοκτώ κειμένων (1970), των Νέων Κειμένων και του περιοδικού Η Συνέχεια (1973).
Το 1986 του απονεμήθηκε το Α΄ Βραβείο ποίησης για το έργο του «Τα Ποιήματα 1941-1971» και το 2002 το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας από τα Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία, ενώ το 1997 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Συνθέτες όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Δημήτρης Παπαδημητρίου και ο Μιχάλης Γρηγορίου έχουν μελοποιήσει αρκετά ποιήματά του, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ιταλικά.