21 Αυγούστου 2024
Είναι η 234η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 132 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:46 – Δύση ήλιου: 20:10
Διάρκεια ημέρας: 13 ώρες 24 λεπτά
🌕 Σελήνη 16.6 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Ιούδα και Ιουδήθ
Γεγονότα
1866 – Σε γενική συνέλευση των Κρητών στα Σφακιά αποφασίζεται η ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα. Αρχίζει η Κρητική Επανάσταση, που θα διαρκέσει έως το 1869, χωρίς επιτυχία. Η θέση των χριστιανών στην Οθωμανική Κρήτη δεν είχε βελτιωθεί ιδιαίτερα μετά την έκδοση του Χάτι Χουμαγιούν το 1856 που προέβλεπε ισονομία για όλους τους Οθωμανούς πολίτες ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Αντιθέτως η φορολογία των Χριστιανών αυξήθηκε, υπονομεύθηκε η γνήσια αντιπροσώπευση τους στις δημογεροντίες, ενώ σημειώνονταν αυθαιρεσίες, καταδιώξεις, φυλακίσεις και φόνοι με ανύπαρκτες αιτίες. Μια σειρά από επίμονες αναφορές των Χριστιανών στον Σουλτάνο, όχι μόνο δεν έφεραν αποτέλεσμα, αλλά τον εξόργισαν και τον οδήγησαν να αποστείλει 4.500 Αιγύπτιους στρατιώτες. Οι Τουρκοκρητικοί κάτοικοι την νήσου προέβησαν σε επιθέσεις κατά των χριστιανών ενώ ο διοικητής της νήσου Ισμαήλ Πασας απειλούσε τους χριστιανούς με αφανισμό.
Στις 21 Αυγούστου 1866 η Γενική συνέλευσις των Κρητών στο Ασκύφου των Σφακιών αποτελούμενη από τις σημαντικότερες οικογένειες της Νήσου (Κόρακας, Χατζήμιχάλης, Γογόνης, Μάντακας, Νικολούδης, Ξηράκης, Τζελεπής, Βάρδης, Τσουδερός, Μαστραχής, Σίφακας, Δασκαλάκης κτλ) κήρρυξε την ” αδιάσπαστον και παντοτεινήν Ενωσιν της Κρήτης και παντώνεξαρτημάτων αυτής μετά της μητρός Ελλάδος υπό το σκήπτρον της Αυτού Μεγαλειότητος του βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Α΄…”.
Ο ευρύτερος Ελληνισμός όμως δεν έμεινε ασυγκίνητος στον Αγώνα των Κρητών για ΕΝΩΣΗ. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις ήταν πολιτικά αδύναμες και δεν μπορούσαν επισήμως να συνδράμουν τους επαναστάτες. Το κρατικό κενό όμως αναπλήρωσε η ιδιωτική πρωτοβουλία. Στην Αθήνα δημιουργήθηκε 23μελής επιτροπή υπό τον Μάρκο Ρενιέρη, σπουδαίο νομομαθή και οικονομολόγο που αργότερα έγινε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.
1911 – Ένας ιταλός σερβιτόρος αφαιρεί από το μουσείο του Λούβρου τον διάσημο πίνακα «Μόνα Λίζα» του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Θα βρεθεί δύο χρόνια αργότερα. Η Μόνα Λίζα ή Τζοκόντα είναι αναμφισβήτητα το δημοφιλέστερο έργο ζωγραφικής. Το φιλοτέχνησε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι από το 1503 έως το 1507 στη Φλωρεντία, αλλά γρήγορα πέρασε σε γαλλικά χέρια. Αγοράσθηκε από τον γάλλο ηγεμόνα Φραγκίσκο Α’ για τον πύργο του στο Φοντενεμπλό, φιλοξενήθηκε στο ανάκτορο των Βερσαλιών από τον Λουδοβίκο τον 14ο, κόσμησε την κρεβατοκάμαρα του Μεγάλου Ναπολέοντα και από το 1804 εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου.
Το μεσημέρι της 22ας Αυγούστου 1911 οι Γάλλοι πάγωσαν, όταν πληροφορήθηκαν ότι ο μοναδικός αυτός πίνακας είχε κλαπεί. Τις επόμενες μέρες το θέμα ήταν πρωτοσέλιδο στις μεγαλύτερες εφημερίδες του κόσμου. Το περιστατικό αποκαλύφθηκε στις 11 το πρωί της 22ας Αυγούστου, όταν ο ζωγράφος Λουί Μπερού, που συνήθιζε να ζωγραφίζει αντίγραφα της Τζοκόντα και να τα πουλά στους επισκέπτες του Μουσείου, παρατήρησε με έκπληξη ότι ο πίνακας απουσίαζε από τη θέση του. Το ανέφερε στον αρμόδιο φύλακα, ο οποίος εντελώς βαριεστημένα του απάντησε ότι ίσως να βρισκόταν για συντήρηση. Ήταν Τρίτη και την προηγούμενη ημέρα (21 Αυγούστου) το Λούβρο ήταν κλειστό, λόγω της καθιερωμένης αργίας της Δευτέρας.
Όταν διαπιστώθηκε ότι η Μόνα Λίζα δεν βρισκόταν στο συντηρητήριο σήμανε συναγερμός. Οι πόρτες του Μουσείου σφραγίστηκαν, τα σύνορα της Γαλλίας έκλεισαν και την υπόθεση ανέλαβε η αστυνομία, με επικεφαλής τον επιθεωρητή Λουί Λεπέν. Μία από τις πρώτες ενέργειες της γαλλικής κυβέρνησης ήταν να θέσει σε διαθεσιμότητα τον διευθυντή του Λούβρου Τεοφίλ Ομόλ, ο οποίος πριν από λίγους μήνες κόμπαζε ότι κανείς δεν μπορεί να κλέψει τη Μόνα Λίζα από το Μουσείο του.
Σχεδόν αμέσως, ο επιθεωρητής Λεπέν διαπίστωσε την κλοπή, καθώς ανακάλυψε την κορνίζα του πίνακα κάτω από μια σκάλα, πολύ κοντά στο σημείο που εκτίθετο η Τζοκόντα. Τώρα έπρεπε να ανακαλύψει τον δράστη ή τους δράστες του ανοσιουργήματος. Οι έρευνές του στράφηκαν στους κατώτερους υπαλλήλους του Μουσείου με τους γλίσχρους μισθούς, στους εμπόρους τέχνης του Παρισιού και στους νεαρούς καλλιτέχνες της αβάν-γκαρντ, που διάκειτο εχθρικά στην παραδοσιακή τέχνη. Οι παριζιάνοι από την πλευρά τους πίστευαν ότι πίσω από τη θρασύτατη κλοπή μπορεί να βρισκόταν κάποιος αμερικανός μεγιστάνας ή ήταν έργο της Γερμανίας, που ήθελε να δυσφημήσει τη μεγάλη της αντίπαλο. Όταν το Λούβρο άνοιξε και πάλι τις πύλες του στις 29 Αυγούστου, χιλιάδες Γάλλοι περνούσαν μπροστά από την άδεια θέση της Τζοκόντα και έκλαιγαν γοερά, λες και είχαν χάσει ένα προσφιλές τους πρόσωπο.
1926 – Εκδηλώνεται το κίνημα Κονδύλη και ανατρέπεται ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος. Το Κίνημα Γεωργίου Κονδύλη της 22ας Αυγούστου 1926 ήταν η καθοριστική ενέργεια που οδήγησε στην ανατροπή της δικτατορίας του Θεόδωρου Πάγκαλου. Ηγέτης του κινήματος ήταν ο επικεφαλής των “Δημοκρατικών Ταγμάτων” Γεώργιος Κονδύλης ο οποίος αιφνιδίασε το δικτάτορα που παραθέριζε στις Σπέτσες. Αποτέλεσμα του κινήματος υπήρξε η επαναφορά του δημοκρατικού πολιτεύματος και η φυλάκιση του στρατηγού Παγκάλου επί διετία.
Τον Αύγουστο του 1926 ο Κονδύλης, στηριγμένος στη βοήθεια των «Δημοκρατικών Ταγμάτων» πέτυχε την ανατροπή του δικτάτορα Θεόδωρου Πάγκαλου και την κατάλυση του καθεστώτος του. Ωστόσο η πολιτική κατάσταση της χώρας παρέμενε ρευστή, αφού τα κόμματα δεν κατάφεραν να βρουν κοινό πεδίο προσέγγισης, το Πολιτειακό ζήτημα είχε ανακινηθεί, δεν υπήρχε Καταστατικός Χάρτης (το «Σύνταγμα» Παγκάλου είχε καταργηθεί) και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Παύλος Κουντουριώτης, αποσυρθείς ιδιώτευε. Οι δημοκρατικών φρονημάτων αξιωματικοί ήταν ανάστατοι, αφού οι δυνάμεις που είχαν βοηθήσει στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας ήταν αλώβητες και παρέμεναν στο προσκήνιο[2]. Ο Κονδύλης βρισκόταν στην ηγεσία μίας προσωρινής κυβέρνησης μετά την αδυναμία συνεννόησης για τον ορισμό οικουμενικού σχήματος, κάτι που αποτελούσε επιθυμία της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Ο επανακάμψας, μετά την εξουδετέρωση, σύλληψη και φυλάκιση του Πάγκαλου, Κουντουριώτης επανήλθε στη θέση του και ανέθεσε την πρωθυπουργία στον Κονδύλη, ο οποίος ορκίσθηκε στις 26 Αυγούστου. Μετά την ορκωμοσία του, ο Κονδύλης εξήγγειλε εκλογές για τις 24 Οκτωβρίου του 1926, ημερομηνία που άλλαξε, αργότερα, για την 7 Νοεμβρίου 1926.
1970 – Ιδρύεται ο Οργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδας (Ο.Σ.Ε.), καταργουμένων των ΣΕΚ και ΣΠΑΠ. Από το τέλος της δεκαετίας του ’50, παρά την δρομολόγηση των νέων αυτοκινηταμαξών και αργότερα των πρώτων ντηζελαμαξών ALCO, το δίκτυο των Σ.Π.Α.Π. δυσκολεύονταν να ανταγωνιστεί τα λεωφορεία του Κ.Τ.Ε.Λ., ιδιαίτερα όσο παραδίδονταν στην κυκλοφορία νέες εθνικές οδοί οι οποίες επέτρεπαν την μείωση του χρόνου της διαδρομής . Αυτό οφειλοταν κυρίως στην χαμηλή μέση ταχύτητα που ανέπτυσσαν οι συρμοί , λόγω των φτωχών χαρακτηριστικών του δικτύου και του εύρους της γραμμής , αλλά και στις περιορισμένες ανέσεις και υπηρεσίες που προσέφεραν οι αμαξοστοιχίες σε σχέση με τις αντίστοιχες αυτών της κανονικής γραμμής .Για να ανακτήσουν τότε οι Σ.Π.Α.Π. μέρος του απολεσθέντος επιβατικού τους έργου, δρομολόγησαν και αυτοί λεωφορεία, παράλληλα προς την σιδηροδρομική γραμμή , προς την Πάτρα, το Ναύπλιο και το Λουτράκι.
Το 1970 ιδρύεται ο Ο.Σ.Ε. και ενα χρόνο μετά η κυβέρνηση της «21ης Απριλίου», αποφασίζει την κατάργηση ορισμένων γραμμών του δικτύου της Πελοποννήσου όπως αυτές του Ναυπλίου, του Λουτρακίου κ.α. με την δικαιολογία ότι συσσώρευαν ελλείμματα, θα περάσουν δε 20 σχεδόν χρόνια για να δοθούν και πάλι προς εκμετάλλευση (1993) οι δύο αυτές γραμμές. Στο μεταξύ, το 1990, με νόμο της νεοεκλεγείσας τότε κυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη, και με Υπουργό Μεταφορών τον Ν. Γκελεστάθη, αφαιρείται από τον Ο.Σ.Ε. το δικαίωμα δρομολόγησης υπεραστικών λεωφορείων, με αποτέλεσμα την απώλεια σοβαρών εσόδων, ιδιαίτερα από τις γραμμές της Πελοποννήσου.
1991 – Ο σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δηλώνει ότι επανέκτησε τον πλήρη έλεγχο μετά από πραξικόπημα 60 ωρών, που εκδηλώθηκε από σκληροπυρηνικούς κομμουνιστές και το οποίο κατέρρευσε μετά την έντονη λαϊκή αντίδραση. Τη Δευτέρα, 19 Αυγούστου 1991 έκπληκτοι οι κάτοικοι της Μόσχας και άλλων μεγάλων πόλεων της Ρωσίας βλέπουν τεθωρακισμένα του Kόκκινου Στρατού της ΕΣΣΔ στους δρόμους. Τα σοβιετικά μέσα ενημέρωσης μεταδίδουν ανακοίνωση μιας άγνωστης Kρατικής Επιτροπής Εκτακτης Ανάγκης, η οποία πληροφορεί τους πολίτες ότι ο πρόεδρος της Σοβιετικής Ενωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο οποίος βρίσκεται για διακοπές στην Kριμαία, έχει ήδη αντικατασταθεί για «λόγους υγείας» από τον αντιπρόεδρο Γκενάντι Γιανάεφ και ότι η αχανής χώρα έχει κηρυχθεί για έξι μήνες σε «κατάσταση ανάγκης», προκειμένου να αντιμετωπιστούν «η βαθιά κρίση, οι πολιτικές, εθνικιστικές και εμφύλιες διαμάχες και η αναρχία που απειλεί τη ζωή και την ασφάλεια των Σοβιετικών πολιτών».
Εντελώς ανενόχλητος, χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός εναντίον του, χωρίς να γίνει ούτε καν μια επίθεση της ΟΜΟΝ (των σοβιετικών ΜΑΤ), ο Γέλτσιν παριστάνει με θεατρικό τρόπο τον «υπερασπιστή της δημοκρατίας», μαζεύοντας στις 20 Αυγούστου εκατοντάδες χιλιάδες άτομα γύρω από το κτίριο του Ανωτάτου Σοβιέτ της Ρωσίας και αναδεικνυόμενος έτσι στη σημαντικότερη ηγετική φυσιογνωμία μέσα σε αυτό το χάος της κατάρρευσης.
Δεν χρειάζεται και πολύ για να δουν οι καιροσκόποι στρατιωτικοί προς τα πού φυσάει ο άνεμος. Ηδη από τη νύχτα της 20ής Αυγούστου προσχωρούν στο γελτσινικό στρατόπεδο ο αρχηγός της Αεροπορίας, πτέραρχος Γεβγκένι Σαπόσνικοφ, ο διοικητής των αλεξιπτωτιστών Πάβελ Γκρατσόφ, ο σκληρός πυρήνας της KGB, ο στόλος της Βαλτικής κ.λπ., με αποτέλεσμα από το πρωί κιόλας της 21ης Αυγούστου να έχει αποσύρει η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων τα άρματα μάχης από τους δρόμους, να έχει καταργηθεί η «Kρατική Επιτροπή Εκτακτης Ανάγκης» και να έχει λήξει σε δύο 24ωρα ένα πραξικόπημα στο οποίο συμμετείχε σχεδόν σύσσωμη η ηγεσία της ΕΣΣΔ.
Η απόπειρα πραξικοπήματος μπορεί να ήταν φαιδρή, αλλά οι πολιτικές εξελίξεις σε επίπεδο ηγεσίας που επακολουθούν αποδεικνύονται κατακλυσμιαίες.
Ενας Γκορμπατσόφ, πολιτικό λείψανο, επιστρέφει το βράδυ της 21ης Αυγούστου από την Kριμαία στη Μόσχα, όπου την επομένη σχηματίζει εντελώς νέα κυβέρνηση χωρίς τους πραξικοπηματίες.
Γεννήσεις
1938 – Κένι Ρότζερς. Ο Κένι Ρότζερς (Kenneth Ray Rogers, 21 Αυγούστου 1938-20 Μαρτίου 2020 Χιούστον, Τέξας, – Σάντι Σπρίνγκς, Τζόρτζια, ήταν Αμερικανός πολυβραβευμένος τραγουδιστής, συνθέτης, ηθοποιός, παραγωγός και καλλιτέχνης σκηνής. Ασχολήθηκε ειδικά με τη μουσική κάντρι, της οποίας εισήλθε στο Hall of Fame, το 2013. Ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής για περισσότερα από 120 κομμάτια του (hit singles) διαφόρων ειδών μουσικής (περισσότερα κάντρι και ποπ), τα οποία παρέμειναν στην κορυφή της επικαιρότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες, για διάστημα μεγαλύτερο των 200 εβδομάδων. Πούλησε πάνω από 100 εκατομμύρια δίσκους παγκοσμίως, γεγονός που τον κατέστησε έναν από τους πλέον εμπορικούς μουσικούς καλλιτέχνες όλων των εποχών.
Γεννήθηκε στο Χιούστον του Τέξας στις 21 Αυγούστου 1938. Ήταν γιος του ξυλουργού Έντουαρντ Ρότζερς και της νοσηλεύτριας Λουσίλ Λόις.
Το 1956, ενώ φοιτούσε στο γυμνάσιο, σχημάτισε την πρώτη του μπάντα, τους The Scholars. Τον επόμενο χρόνο έπαιξε το τραγούδι «That Crazy Feeling», το πρώτο του σόλο σινγκλ, στην εξαιρετικά δημοφιλή τηλεοπτική μουσική εκπομπή «American Bandstand». Το ταλέντο του αναγνωρίστηκε αμέσως και υπέγραψε συμβόλαιο με μία μικρή τοπική εταιρεία, την Carlton Records, το 1958.
Το 1966 προσχώρησε στους New Christy Minstrels, ένα φολκ συγκρότημα που είχε ιδρυθεί το 1961 από τον Ράντι Σπαρκς. Ύστερα από ένα χρόνο, ο Ρότζερς με άλλα μέλη του συγκροτήματος αποχώρησαν και σχημάτισαν τους First Edition. Ο Ρότζερς ήταν η κινητήρια δύναμη και σύντομα αναφέρονταν ως «Kenny Rogers and the First Edition». Το συγκρότημα – που έπαιζε ένα μείγμα από κάντρι, ποπ και ψυχεδελική μουσική – είχε μερικές επιτυχίες, όπως το «Just Dropped In», «Ruby, Don’t Take Your Love to Town» (γραμμένο από τον Μελ Τίλις), «Reuben James» και «Something’s Burning». Ο Κένι Ρότζερς και οι μουσικοί του ήταν οι οικοδεσπότες του τηλεοπτικού σόου «Rollin’ on the River» (1971–1973), που γυριζόταν πάνω σ’ ένα ποταμόπλοιο του Μισισιπή και παρουσίαζε μουσικούς από διαφορετικούς χώρους, όπως ο Κρις Κριστόφερσον, ο Μπι Μπι Κινγκ και ο Αλ Γκριν.
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 ο Κένι Ρότζερς έκανε το μεγάλο άλμα στην καλλιτεχνική του διαδρομή. Ακολούθησε και πάλι σόλο καριέρα και είχε την πρώτη του μεγάλη επιτυχία με την μπαλάντα «Lucille» (1977), κερδίζοντας Γκράμι για την ερμηνεία του. Το τραγούδι ανέβηκε ψηλά και στους καταλόγους επιτυχιών της ποπ μουσικής, γεγονός που φανέρωνε την απήχησή του και σε ακροατήρια εκτός κάντρι μουσικής.
Το 1978 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «The Gambler» και κέρδισε ένα ακόμη Γκράμι για την ερμηνεία του με το ομώνυμο τραγούδι. Το τραγούδι αφηγήθηκε μια τόσο ζωντανή ιστορία, που έγινε τηλεταινία το 1980 με πρωταγωνιστή τον ίδιο τον Ρότζερς στο ρόλο ενός επαγγελματία χαρτοπαίκτη της Άγριας Δύσης που μαθαίνει τα κόλπα της δουλειάς σ’ ένα νεαρό προστατευόμενό του. Την ταινία ακολούθησαν άλλες τέσσερις, όλες με πρωταγωνιστή τον Ρότζερς. Το 1980 είχε τη δεύτερη μεγάλη του επιτυχία -και μάλιστα παγκόσμια- με την μπαλάντα του Λάιονελ Ρίτσι «Lady».
1945 – Μπέιζιλ Πολιντούρις, Ελληνοαμερικανός συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής. Γεννήθηκε ως Basil Poledouris στις 21 Αυγούστου 1945 στο Κάνσας Σίτι του Μιζούρι, από γονείς καταγόμενους από τη Μεσσηνία. Από ηλικίας 7 ετών άρχισε τα μαθήματα πιάνου και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, με συμμαθητές τους σκηνοθέτες Τζον Μίλιους, Ράνταλ Κλάιζερ και Τζορτζ Λούκας. Έγινε γνωστός το 1982 για τη μουσική του στην ταινία του Τζον Μίλιους Κόναν ο Βάρβαρος, με πρωταγωνιστή τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, υπογράφοντας ένα από τα καλύτερα σάουντρακ της δεκαετίας. Τα δυνατά θέματα που έγραφε του άνοιξαν τον δρόμο για τις μεγάλες παραγωγές του Χόλιγουντ Γαλάζια Λίμνη (1980), Κόκκινη Αυγή (1984), Ρόμποκοπ (1987), Το Κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη (1990) και Ελευθερώστε τον Ουίλι (1993).
Στην τηλεόραση, ο Πολυδούρης έγραψε τη μουσική πολλών σειρών, μεταξύ των οποίων οι δημοφιλείς και στην Ελλάδα Ζώνη του Λυκόφωτος και Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει. Συνολικά, έγραψε μουσική για 88 ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, από το 1969 που ξεκίνησε την καριέρα του. Με τη μουσική του έντυσε την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996. Συνεργάστηκε με σκηνοθέτες, όπως οι Τζον Μίλιους, Ράνταλ Κλάιζερ, Πολ Βερχόφεν, Τζον Γουότερς, Σαμ Ράιμι, Τζον ΜακΤίρναν και Μπιλ Όγκαστ. Ο ίδιος έλεγε ότι δύο ήταν οι λόγοι που τον έστρεψαν στην κινηματογραφική μουσική: ο συνθέτης Μίκλος Ρόζα και οι ορθόδοξες καταβολές του. Ο Βασίλης Πολυδούρης έφυγε από τη ζωή στις 8 Νοεμβρίου 2006, σε ηλικία 61 ετών, καταβεβλημένος από την επάρατο νόσο. Την παράδοση συνεχίζει η κόρη του Ζωή Πολυδούρη, που είναι συνθέτρια κινηματογραφικής μουσικής.
1952 – Τζο Στράμερ. Ο Τζον Γκράχαμ Μέλο (αγγλικά: John Graham Mellor, 21 Αυγούστου 1952 – 22 Δεκεμβρίου 2002), περισσότερο γνωστός ως Joe Strummer, ήταν Βρετανός τραγουδιστής, κιθαρίστας, συνθέτης, στιχουργός και ηθοποιός. Έγινε γνωστός ως ο τραγουδιστής του πανκ-ροκ συγκροτήματος The Clash. Γεννήθηκε το 1952 στην Άγκυρα ως Τζον Γκράχαμ Μέλορ. Ασχολήθηκε από μικρός με τη μουσική και το τραγούδι και όταν ήταν έφηβος έπαιζε στους σταθμούς του μετρό του Λονδίνου με ένα γιουκαλίλι. Ήταν έναν από τους συνιδρυτές των Clash το 1976 και ο frontman τους μέχρι το 1986, όταν και διαλύθηκαν. Ο Στράμερ είχε αποκτήσει πολλά χρήματα λόγω της επιτυχίας του συγκροτήματος, όμως ζούσε σε κοινόβια και μοίραζε το εισόδημά του στους συγκατοίκους και στους φίλους του. Μετά τη διάλυση των Clash, ο Στράμερ στράφηκε στην υποκριτική και έπαιξε σε ταινίες του Μάρτιν Σκορσέζε, του Τζιμ Τζάρμους, του Άκι Καουρισμάκι, του Άλεξ Κοξ κ.α. Απεβίωσε στις 22 Δεκεμβρίου του 2002 από καρδιακή ανακοπή στο Σόμερσετ της Αγγλίας, κοντά στη σύζυγό του και στις κόρες του.
Θάνατοι
1940 – Λέων Μπρονστάιν. Ο Λεφ Νταβίντοβιτς Μπρονστέιν ή Λέων Τρότσκι (Лев Дави́дович Тро́цкий, κομματικά ψευδώνυμα Pero (η πένα), Antid Oto, L. Sedov, ο γέρος) γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου με το παλιό ρωσικό ημερολόγιο που αντιστοιχεί στις 7 Νοεμβρίου 1879 του δυτικού ημερολογίου και πέθανε στις 21 Αυγούστου 1940 δολοφονημένος από τον πράκτορα της NKVD Ραμόν Μερκαντέρ στην επαρχία Κογιοακάν του Μεξικού. Ο Λέων Τρότσκι ήταν Ρώσος επαναστάτης, κομμουνιστής, συγγραφέας, Μενσεβίκος και αργότερα Μπολσεβίκος σοβιετικός πολιτικός, θεωρητικός του Μαρξισμού, ιδρυτής της 4ης Διεθνούς (Παρίσι 1938) και θεμελιωτής του μαρξιστικού ρεύματος που έμεινε γνωστό με το όνομα του, του τροτσκισμού.
Το 1917 διετέλεσε πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης (την περίοδο 20 Σεπτέμβρη 1917 — 26 Δεκέμβρη 1917), Ένας από τους διοργανωτές της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 και ένας από τους ιδρυτές του Κόκκινου Στρατού. Αποτέλεσε ένας από τους ιδρυτές και ιδεολόγους της 3ης Κομμουνιστικής Διεθνούς και μέλος της Εκτελεστικής της Επιτροπής. Διετέλεσε Λαϊκός Επίτροπος των Εξωτερικών Υποθέσεων στην πρώτη σοβιετική κυβέρνηση 9 Νοέμβρη 1917 — 13 Μάρτη 1918 και στη συνέχεια το 1918-1925 Λαϊκός Επίτροπος των Στρατιωτικών και Ναυτικών Υποθέσεων και Πρόεδρος του Επαναστατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου της RSFSR και στη συνέχεια της ΕΣΣΔ. Από το 1923 – αντιτάχθηκε στην γραφειοκρατικοποίηση του Σοβιετικού Κράτους και ηγήθηκε της Αριστερής Αντιπολίτευσης του κόμματος. Μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ την περίοδο 1919-1926. Το 1927 απομακρύνθηκε από όλες τις θέσεις και στάλθηκε στην εξορία. Το 1929 απελάθηκε από την ΕΣΣΔ ενώ το 1932, στερήθηκε τη σοβιετική υπηκοότητα.
Μετά την απέλαση από την ΕΣΣΔ – υπήρξε ο δημιουργός και επικεφαλής θεωρητικός της Τέταρτης Διεθνούς (1938). Συγγραφέας έργων για την ιστορία του επαναστατικού κινήματος στη Ρωσία («Η Επανάστασή μας», «Προδομένη Επανάσταση»), δημιουργός κεφαλαιώδους σημασίας ιστορικών έργων για την επανάσταση του 1917 («Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης»), άρθρα κριτικής για την λογοτεχνία και την τέχνη («Λογοτεχνία και Επανάσταση») και την αυτοβιογραφία “Η ζωή μου” (1930). Στις 20 Αυγούστου 1940, τραυματίστηκε θανάσιμα από τον πράκτορα του NKVD Ραμόν Μερκαντέρ στο Κογιοακάν του Μεξικού όπου και κατέληξε την επόμενη μέρα.
1951 – Γρηγόριος Εμπεδοκλής. Γεννήθηκε στο Λονδίνο, όπου και σπούδασε. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1880 και προσελήφθηκε από την Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστεως, όπου εργάστηκε ως το 1886, οπότε και ίδρυσε δικό του τραπεζιτικό γραφείο. Το 1896 το γραφείο αυτό μετατράπηκε σε «Τράπεζα Γρηγ. Εμπεδοκλέους Ο.Ε.», η οποία το 1907 εξελίχθηκε στην Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε., έναν από τους μεγαλύτερους χρηματοπιστωτικούς ομίλους της χώρας, με σημαντική συμβολή στην ελληνική οικονομία για περισσότερα από εκατό χρόνια.
Το 1922 ο Εμπεδοκλής, με τα κεφάλαια κυρίως της Εμπορικής Τράπεζας, ίδρυσε την «Commercial Bank of the Near East Ltd.» με υποκαταστήματα στην Κωνσταντινούπολη και στην Αλεξάνδρεια. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Ελλάδας, αναγκάσθηκε να καταφύγει στη Νότια Αφρική, χωρίς να παύσει να παρακολουθεί τις εργασίες της τράπεζας που ίδρυσε, της οποίας διετέλεσε επανειλημμένα Γενικός Διευθυντής.
Ο Γρηγόριος Εμπεδοκλής δώρισε στο ελληνικό κράτος τις πολύτιμες συλλογές του από αρχαία αγγεία και νομίσματα. Απεβίωσε σε ηλικία 90 ετών.
2012 – Μιχάλης Μενιδιάτης. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μενίδι και ήταν γιος ενός πολύτεκνου φύλακα στη Λαχαναγορά της Αθήνας. Από νεαρή ηλικία άρχισε να παίζει μπουζούκι παρασυρόμενος από ακούσματα κάποιου νυκτερινού κέντρου της Αθήνας. Πρωτοεμφανίστηκε σε λαϊκό πάλκο το 1953 στο κέντρο «Δροσιά» του Δημήτρη Γκίκα στο Μενίδι, όπου εμφανίζονταν και οι Μιχάλης Δασκαλάκης, Τάκης Μπίνης, Γιώργος Λαύκας και Γεράσιμος Κλουβάτος.
Το 1957 ξεκίνησε τη δισκογραφία του με το «Θα χτίσω μια καλύβα» του Γερ. Κουβάτου. Καθιερώθηκε και αναγνωρίστηκε ιδιαίτερα με συνθέσεις του Απ. Καλδάρα, όπως «Μην περιμένεις πια», «Περιφρόνα με, γλυκιά μου», «Λίγο λίγο θα με συνηθίσεις», «Πετραδάκι-πετραδάκι» κ.ά. Συνεργάστηκε επίσης και με άλλα σημαντικά ονόματα του τραγουδιού, όπως ο Γεράσιμος Κλουβάτος, ο Βασίλης Βασιλειάδης, ο Άκης Πάνου κ.ά.. Παράλληλα το υψηλό παράστημά του, η αρρενωπή όψη του αλλά και η σοβαρότητά του δεν άργησαν να τον καταστήσουν είδωλο της εποχής, γεγονός που τον βοήθησε ιδιαίτερα να αναδειχθεί σ΄ έναν από τους πλέον επιτυχημένους επιχειρηματίες της νυκτερινής διασκέδασης, όταν το 1964 αποφάσισε μαζί με τον αδελφό του Κοσμά Καλογράνη να δημιουργήσουν νυκτερινό κέτρο. Υπήρξε ο δημιουργός και ιδιοκτήτης του Κέντρου “Φαντασία” που κατέστη αφενός σύμβολο της Αθηναϊκής νύκτας, (σ΄ αυτό αναδείχθηκε η λαογραφική συνήθεια του “σπάσιμου των πιάτων”) και αφετέρου κέντρο ανάδειξης νέων καλλιτεχνών, όπως η Δούκισσα, Γ. Πουλόπουλος, Τ. Βοσκόπουλος, Γιάννης Καλατζής κ.ά. αλλά και συμπαράστασης παλαιοτέρων καλλιτεχνών σε δύσκολες στιγμές τους όπως Γ. Ζαμπέτα κ.ά..
Ο Μιχάλης Μενιδιάτης προσηνής και ευγενικός κατάφερε παρά τους έντονους πειρασμούς γενικά του χώρου της νυκτερινής καλλιτεχνικής ζωής να δημιουργήσει και να διατηρήσει μια πολύ καλή οικογένεια χωρίς ποτέ να δώσει αφορμές για δυσμενή σχόλια. Φορώντας, σχεδόν πάντα, μεγάλα σκούρα γυαλιά ηλίου και οδηγώντας ο ίδιος το αυτοκίνητό του επισκεπτόταν τακτικά διάφορα κουτούκια του Πειραιά, του Αιγάλεω, του Φαλήρου κ.λπ. στα οποία και έριχνε μερικές βόλτες σμυρναίικου ζεϊμπέκικου.
Ο Μιχάλης Μενιδιάτης πέθανε σε ηλικία 80 ετών, στις 21 Αυγούστου 2012 από καρκίνο. Γιος του είναι ο επίσης τραγουδιστής, Χρήστος Μενιδιάτης.