.
Ηλίας Γιαννακόπουλος
Χριστούγεννα
H «Αλήθεια» οι «Ψευδαισθήσεις» και οι «Αυταπάτες» μας
Κι ενώ οι πόλεις μας ανταγωνίζονται για το υψηλότερο Χριστουγεννιάτικο δέντρο, κι ενώ τα Χριστουγεννιάτικα τραγούδια και οι ύμνοι γεμίζουν την ατμόσφαιρα, κι ενώ οι άνθρωποι τρέχουν στα καταστήματα για τις Χριστουγεννιάτικες αγορές, κι ενώ το κυρίαρχο μέλημα των ημερών είναι το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι, κι ενώ όλοι μας αρχίζουμε να μοιράζουμε τις συνήθεις-κοινότυπες και χιλιοειπωμένες αλλά και τόσο ατελέσφορες Χριστουγεννιάτικες ευχές, το βλέμμα μου από μία απροσδιόριστη αιτία εστίασε σε μία περικοπή του Νίτσε που καταγράφει τα αφανή ρεύματα της ανθρώπινης προσπάθειας να βρει ένα νόημα ζωής .
“Ο άνθρωπος θέλει να πιστεύει σε μια προσιτή αλήθεια, σε μια κοντινή του ψευδαίσθηση που του εμπνέει απόλυτη εμπιστοσύνη. Μήπως δε ζει τάχα χάρη σε μια διαρκή αυταπάτη!” (Το πάθος για την αλήθεια).
Και πώς να ερμηνεύσει κάποιος πως οι ανταγωνισμοί για το ύψος του χριστουγεννιάτικου δέντρου, τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια-ύμνοι, οι χριστουγεννιάτικες αγορές, η σπουδή για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι και φυσικά οι χριστουγεννιάτικες ευχές εντάσσονται στη σφαίρα της ανθρώπινης ανάγκης να πιστεύει σε μια αλήθεια ή σε μια ψευδαίσθηση;
Ή τελικά όλα αυτά εντάσσονται και συνθέτουν την διαρκή ανθρώπινη αυταπάτη που εξασφαλίζει την επιβίωσή του σε αυτόν τον μάταιο κόσμο;
Αλήθεια ο άνθρωπος μπορεί να ξεχωρίσει την αλήθεια από την ψευδαίσθηση καθώς και την πραγματικότητα από τις αυταπάτες του; Ποιος, αλήθεια μπορεί να ορίσει με σαφήνεια το εννοιολογικό φορτίο των παραπάνω όρων που κανοναρχούν σε απόλυτο βαθμό τη ζωή μας για ένα “νόημα ζωής”; Μία απλή καταγραφή του νοηματικού φορτίου και των τριών αυτών εννοιών κρίνεται απαραίτητη, ανεξάρτητα αν αυτό θα βοηθήσει τον άνθρωπο να αναζητά την απόλυτη αλήθεια (υπάρχει τέτοια;), να απελευθερωθεί από τις ψευδαισθήσεις του και να ζει χωρίς αυταπάτες.
Εξάλλου πρέπει να είμαστε και καλοί μαθητές απέναντι στην θέση – προτροπή του Αντιφώντα «Αρχή Σοφίας η των Ονομάτων Επίσκεψις».
- 1. ΑΛΗΘΕΙΑ: Κάθε τι που συμφωνεί με την πραγματικότητα, αυτό που όντως συνέβη ή συμβαίνει ή είναι απόλυτα βέβαιο ότι θα συμβεί / ή κάθε τι που μπορεί να επαληθευτεί πειραματικά ή να ελεγχθεί με τη λογική και την εμπειρία, με αξιόπιστα δεδομένα.
- 2. ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ: Το φαινόμενο κατά το οποίο, χωρίς να υπάρχει εξωτερικό ερέθισμα, σχηματίζεται στη συνείδησή μας μία μνημονική ή φανταστική παράσταση με τόση σαφήνεια και ζωηρότητα, ώστε να την αντιλαμβανόμαστε ως πραγματική.
- 3. ΑΥΤΑΠΑΤΗ: Η κατάσταση κατά την οποία κάποιος παραπλανά-απατά τον ίδιο του τον εαυτό με το να αποδέχεται ως αληθινό κάτι που δεν είναι, επειδή δεν μπορεί ή δεν θέλει να αντιληφθεί την πραγματικότητα / η πλάνη να πιστεύουμε ως πραγματικό ή δυνατό κάτι που μόνον ως σφοδρή επιθυμία μας υπάρχει (ψευδαίσθηση;) (από το διαδίκτυο)
Δεν ξέρω αν οι επιστήμες μπόρεσαν να ερμηνεύσουν γιατί ο άνθρωπος αρέσκεται και ρέπει μόνον στην “προσιτή αλήθεια”, να αντλεί το αίσθημα της εμπιστοσύνης ή και της αυτοεπιβεβαίωσης από μία κοντινή και διαχειρίσιμη “ψευδαίσθηση”. Επιστημονικά ανερμήνευτη, ίσως, να είναι και η τάση του να επιβιώνει μέσα στις “αυταπάτες” του, που άλλοτε τις γνωρίζει, άλλοτε τις αγνοεί κι άλλοτε ενώ τις γνωρίζει τις αφήνει να ανθοφορούν και να ρυθμίζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Πώς μπορεί, όμως, να ξεφύγει κάποιος από το βασικό του θέμα και να βρεθεί ναυαγός στα αχαρτογράφητα νερά της ανθρώπινης Ψυχής που τρέφεται από την Αλήθεια, τις Ψευδαισθήσεις και τις Αυταπάτες. Παραμονές Χριστουγέννων και ο καθημερινός άνθρωπος ετοιμάζεται για άλλη μία φορά στη ζωή του να γιορτάσει τη γέννηση του Χριστού, του Θεανθρώπου. Δέντρα, φωτάκια, γλυκίσματα, εδέσματα, η φάτνη, τα κάλαντα, ο εκκλησιασμός, το οικογενειακό τραπέζι, τα δώρα, οι ύμνοι είναι μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν την Χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα των ημερών. Φυσικά δεν λείπουν και οι χιλιοειπωμένες ευχές για Υγεία και Ειρήνη, άσχετα αν οι αρρώστιες, οι Iοί και οι Πόλεμοι καλά κρατούν.
Γιατί, λοιπόν, ο άνθρωπος αρέσκεται να επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια εδώ και αιώνες γνωρίζοντας πως τα περισσότερα από αυτά και ιδιαίτερα οι ευχές του είναι ατελέσφορες; Πώς μπορεί η Γέννηση του Χριστού – που για κάποιους σκεπτικιστές αγγίζει τα όρια της ιστορικότητας – να μην χάνει τη λαμπρότητα και τη θεραπευτική της ιδιότητα-ικανότητα όσους αιώνες μετά; Πόση γνώση, αλήθεια, αγάπη, αλληλεγγύη, και πνευματικότητα εμπεριέχονται στην προετοιμασία ή και στη βίωση της Γέννησης του Χριστού; Ποιες σκέψεις θα κάνει ένας μη Χριστιανός βλέποντας όλες αυτές τις προετοιμασίες και τις τελετές; Ποια συναισθήματα θα κατακλύζουν έναν άστεγο ή πεινασμένο ή ακόμη κι ένα παιδί στη Γάζα μπροστά στα χαλάσματα του σπιτιού του όταν βλέπουν τη σπουδή των χριστιανών για το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι;
Βέβαια, θα πει κάποιος, πως όλα αυτά με τις σχετικές παραλλαγές είναι λίγο πολύ κοινά σε όλες τις θρησκείες. Κι αυτό γιατί η φράση-θέση του Δημόκριτου για την αξία και τη σκοπιμότητα των γιορτών είναι διαχρονική:
“Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος” (ζωή χωρίς γιορτή είναι μακρύς δρόμος χωρίς πανδοχείο).
Ίσως εδώ θα πρέπει να ξαναεστιάσουμε στη θέση του Νίτσε για την Αλήθεια, την Ψευδαίσθηση και τις Αυταπάτες. Αυτή η εστίαση θα είναι πιο αποτελεσματική και διαφωτιστική μόνον αν συνδεθεί με το φαινόμενο της Θρησκείας. Κι αυτό γιατί η σχέση των τριών εννοιών με τη Θρησκεία (την κάθε θρησκεία) και τις βαθύτερες ανάγκες-αδυναμίες του ανθρώπου είναι άμεση.
Ας μην ξεχνάμε αρχικά πως ο άνθρωπος, ως Homo Religiosus (θρησκευόμενος) έχει ανάγκη από μία Πίστη σε κάτι υπερβατικό, σε κάτι που ξεπερνά τη λογική του ή και σε κάτι που την καταργεί, σύμφωνα και με το “Credo, quia absurdum“.
Η Πίστη για τον άνθρωπο είναι εγγενές στοιχείο της ύπαρξής του που καλλιεργείται μετά και από τους διάφορους φορείς κοινωνικοποίησής του. Για πολλούς η πίστη είναι ένα πάθος και πάντα σε συνάρτηση με τους κινδύνους που βιώνει ο αδύναμος άνθρωπος. Σχετικά ο Κίρκεγκωρ έγραψε πως: “Το μεγαλύτερο πάθος του ανθρώπου είναι η πίστη” // “Χωρίς κίνδυνο δεν υπάρχει πίστη, και όσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος τόσο μεγαλύτερη η πίστη” . Οι Θρησκείες ενισχύουν αυτό το πάθος της Πίστης με τις δικές τους “Αλήθειες” βοηθώντας τον άνθρωπο – πιστό να ερμηνεύει όχι μόνον την πραγματικότητα αλλά και τη δική του θέση-χρέος απέναντι στην ακατάληπτη πραγματικότητα του άπειρου και του υπερβατού.
Από την άλλη πλευρά οι Θρησκείες παρέχουν στον αδύναμο και ανασφαλή άνθρωπο πληθώρα Ψευδαισθήσεων που τον βοηθούν να αποκτήσει την πολυπόθητη και αναγκαία για την επιβίωσή του, την εμπιστοσύνη στον εαυτό του. Εξάλλου οι ίδιες οι θρησκείες, σύμφωνα και με τη θέση του Φρόιντ, είναι οι ίδιες μία ψευδαίσθηση, προϊόν της επιθυμίας του ανθρώπου να πιστεύει σε μία υπερβατική δύναμη, ανεξάρτητα από το όνομα που της έδωσαν οι διάφοροι ιδρυτές της (Χριστός, Μωάμεθ…//δωδεκάθεον του Ολύμπου).
“Η θρησκεία είναι μία ψευδαίσθηση και αντλεί τη δύναμή της από την ευκολίa της να προσαρμόζεται στις ενστικτώδεις μελαγχολικές παρορμήσεις μας” (Φρόιντ)
Αξίζει να σημειωθεί πως ο άνθρωπος στέκεται φοβισμένος απέναντι στις μεγάλες αλήθειες της ζωής του και είναι ευεπίφορος στην αποδοχή των ψευδαισθήσεών του. Κατεξοχήν, όμως, τις ψευδαισθήσεις τις έχει ανάγκη το πλήθος-μάζα, όπως υποστηρίζει και ο ειδικός στην “Ψυχολογία του Όχλου” Λε Μπόν: “Οι μάζες δεν διψούν για αλήθεια. Όποιος μπορεί να τις προμηθεύσει με ψευδαισθήσεις γίνεται εύκολα ο κυρίαρχός τους. Όποιος προσπαθήσει να διαλύσει τις ψευδαισθήσεις τους γίνεται εύκολα θύμα τους”
Και όταν οι πιστοί-οπαδοί μιας θρησκείας (της κάθε θρησκείας) διαποτίζονται σε όλη τους τη ζωή από τις αλήθειες και τις ψευδαισθήσεις της, τότε δεν είναι εύκολη η απεξάρτησή τους από αυτές. Αυτό έχει ως συνέπεια να ζουν μια ζωή με διαρκείς αυταπάτες, όπως τονίζει και ο Νίτσε. Τις αυταπάτες αυτές τις καλλιεργεί ή και τις ενισχύει η Θρησκεία εκμεταλλευόμενη τη χρόνια αδυναμία της Φιλοσοφίας και κυρίως της Επιστήμης να δώσουν απαντήσεις σε κάποια υπαρξιακά ερωτήματα-προβλήματα του ανθρώπου. Ο Φρόιντ στο έργο του “To Mέλλον μιας Αυταπάτης” θεωρεί πως το πιο σημαντικό κομμάτι του ψυχικού αποθέματος ενός πολιτισμού είναι οι θρησκευτικές του διδαχές, δηλαδή, οι αυταπάτες του. Πιο συγκεκριμένα γράφει: “Οι θρησκευτικές αντιλήψεις, εκτιμώνται ως το πολυτιμότερο κεφάλαιο του πολιτισμού, ως το υψηλότερο αγαθό που μπορεί αυτός να προσφέρει στα μέλη του, πολύ σημαντικότερο κι από τις δεξιότητες που κατέχει ο άνθρωπος για να αποκτά τους θησαυρούς της Γης…Οι άνθρωποι θεωρούν ότι η ζωή τους είναι ανυπόφορη αν δεν αποδίδουν σε αυτές την απαιτούμενη αξία”.
Σε ένα άλλο σημείο ο Φρόιντ είναι πιο αναλυτικός για την υφή των θρησκευτικών αντιλήψεων και τις θεωρεί αυταπάτες αφού σχετίζονται με τις βαθύτερες επιθυμίες του: “Αυτές, ενώ παρουσιάζονται σαν κανονιστικές διδαχές, δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα απόσταγμα πείρας ή ένα τελικό συμπέρασμα της σκέψης, παρά είναι αυταπάτες, εκπληρώσεις των πιο παλιών, δυνατών και επιτακτικών επιθυμιών της ανθρωπότητας: Το μυστικό της δύναμής τους είναι η δύναμη της επιθυμίας”.
Έχοντας αυτό ως δεδομένο ο Φρόιντ αντιτίθεται σε κάθε ιδέα κατάργησης της θρησκείας, ακόμη και στην περίπτωση που μπορούμε να αποδείξουμε πως η αυτή δεν κατέχει την αλήθεια. Οι λόγοι είναι προφανείς αφού οι θρησκευτικές αντιλήψεις-αυταπάτες συνιστούν το απόλυτο αντίδοτο στις δυσκολίες της ανθρώπινης ζωής και η μόνη παρηγοριά του αδύναμου ανθρώπου: “Αμέτρητοι άνθρωποι βρίσκουν τη μόνη παρηγοριά τους μέσα στις θρησκευτικές παραδοχές και δύνανται με τη βοήθειά τους να αντέξουν τη ζωή. Θέλουμε να τους πάρουμε αυτό το στήριγμα, ενώ δεν έχουμε να τους προσφέρουμε τίποτα καλύτερο”
Να, λοιπόν, (και παρά τις υπερβολές που σημειώνονται στην ανθρώπινη συμπεριφορά και το πλεόνασμα υποκρισίας κατά τη διάρκεια των εορτών των Χριστουγέννων) γιατί δεν πρέπει να μιλάμε για το αχρείαστο της Πίστης σε ένα υπερβατικό φαινόμενο, όπως είναι η Γέννηση του Χριστού. Μπορεί οι θρησκευτικές διδαχές να λειτουργούν ως αυταπάτες, εξασφαλίζουν, όμως, και τη λειτουργία-ευστάθεια κάποιων σταθερών του πολιτισμού μας.
Η γνώμη-θέση του Φρόιντ και στο σημείο αυτό είναι χρήσιμη, αφού θεωρεί πως η μη αποδοχή μιας θεϊκής τάξης θα ενεργοποιούσε τις αντικοινωνικές ορμές του ανθρώπου προς βλάβη του πολιτισμού και της ανθρώπινης επιβίωσης: “Δεν πρέπει να εκπλήσσεσθε, λοιπόν, για το ότι είμαι οπαδός της διατήρησης του συστήματος θρησκευτικών διδαχών ως θεμελίου της διαπαιδαγώγησης και της συμβίωσης των ανθρώπων. Είναι ζήτημα πρακτικής και όχι οντολογικής αξιολόγησης”. Ας πορευτούμε, επομένως, με γνώση και ταπείνωση, προς την “φάτνη” και με ό,τι αυτή συμβολίζει, αφού έτσι κι αλλιώς όλα είναι διαποτισμένα από μία ισχυρή δόση ψευδαίσθησης και η αλήθεια δύσκολα κατακτιέται ή και δύσκολα την αποδεχόμαστε.
Ο άνθρωπος ιστορικά βρίσκεται σε μία συνεχή πλάνη-εξαπάτηση και προσπαθεί να απαγκιστρωθεί από αυτήν. Αυτό θα το κατορθώσει μόνον, αν μπορέσει ποτέ, να διακρίνει την αλήθεια από το ψεύδος. Ο Κίρκεγκωρ το είπε καθαρά: “Υπάρχουν δύο τρόποι να εξαπατηθείς. Ο ένας είναι να πιστεύεις αυτό που δεν είναι αληθινό. Ο άλλος είναι να αρνείσαι να πιστέψεις αυτό που είναι αληθινό”. Δεν ξέρω πόση αλήθεια κρύβεται στη θέση-φόβο πως ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να αντέξει το άχθος ζωής και της φρικτής πραγματικότητας, αν στερηθεί την παρηγοριά της θρησκευτικής αυταπάτης. Ο Φρόιντ σε αυτό ήταν απόλυτος: «Όταν κάποιος παίρνει υπνωτικά για δεκαετίες, είναι αδύνατον να κοιμηθεί αν του σταματήσουν τη χορήγησή τους». Οι ομοιότητες-αναλογίες ανάμεσα στην παρηγοριά που προσφέρει η θρησκεία και στη χορήγηση ενός ναρκωτικού είναι εμφανείς σύμφωνα και με την παραπάνω θέση του Φρόιντ και παραπέμπουν σε μία άλλη γνωστή θέση του Μαρξ πως “Η θρησκεία είναι το όπιο των λαών”. Ας εργαστούμε, λοιπόν, όλοι για μία κοινωνία δίκαιη και υποφερτή για όλους και για την εκπλήρωση της ευχής «και επί Γης Ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία»
Έως ότου επιτευχθεί αυτό ας ακούσουμε για μία άλλη φορά τη διδαχή του Φρόιντ («Το Μέλλον μιας Αυταπάτης»): “Ο άνθρωπος θα μπορέσει πιθανόν να καταστήσει τη ζωή περισσότερο υποφερτή για όλους, στο πλαίσιο ενός πολιτισμού που δεν θα καταπιέζει πλέον κανέναν και χωρίς τύψεις θα ψάλλει μαζί με έναν άθεο σύντροφό μας: «Τον ουρανό αφήνουμε / σε αγγέλους και σπουργίτια» (Χάινριχ Χάινε, «Ένα χειμωνιάτικο τραγούδι»)”
*ΠΗΓΗ: Blog “ΙΔΕΟπολις”, Ηλία Γιαννακόπουλου
————————————————————
Τα άρθρα που δημοσιεύουμε στη στήλη αυτή εκφράζουν τους συντάκτες τους,
χωρίς να συμπίπτουν απαραίτητα με τις απόψεις μας