Το Γολέμι, επίσημα Γολέμιον,
είναι ορεινός οικισμός της ορεινής Ναυπακτίας
στο νομό Αιτωλοακαρνανίας και σε υψόμετρο 600 μέτρα.
Με την εφαρμογή του προγράμματος Καλλικράτης, μαζί με το Καταφύγιο αποτελούσαν την Τοπική Κοινότητα Καταφυγίου, ανήκει στη Δημοτική Ενότητα Αποδοτίας του Δήμου Ναυπακτίας και ο πληθυσμός του, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, είναι 46 κάτοικοι.
Το Γολέμι βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Μακρυνόρους, πάνω από το Τρανόρεμα, παραπόταμο του Μόρνου και αγναντεύει τον Κορινθιακό κόλπο προσφέροντας πολύ όμορφη θέα προς αυτόν. Απέχει 27 χλμ. ΒΑ. από την Ναύπακτο και 8 χλμ. ΝΔ. από το Καταφύγιο. Ιστορικά, πάντα συνδεόταν με το Καταφύγιο, παλαιά Αμόρανη, αφού σύμφωνα με την τοπική παράδοση ο οικισμός πρωτοδημιουργήθηκε, γύρω στο 1700, από δύο οικογένειες κτηνοτρόφων της Αμόρανης οι οποίοι μετοίκησαν στη δυτική πλευρά του Μακρυόρους σε τοποθεσία του σημερινού οικισμού. Από το 1836 υπαγόταν διοικητικά στον τέως Δήμο Αποδοτίας.
Κοντά στο Γολέμι υπάρχει το “Κεφαλογέφυρο” ένα λιθόκτιστο μονότοξο γεφύρι διάβασης για το φαράγγι του Μόρνου, όπου οι γύρω πλαγιές του καλύπτονται από τη μεσογειακή μακία βλάστηση και από πυκνό δάσος αιωνόβιων αριών, πουρναριών, φιλλύκια και γιγάντιες χνοώδεις βελανιδιές, ιδανικό βιότοπο για τα αγριογούρουνα.
Στη βορεινή πλαγιά του φαραγγιού υψώνονται τα Αμορανίτικα βράχια. Σαν τείχη κάστρου, τα κάθετα βράχια στην πλαγιά του βουνού οχυρώνουν φυσικά το Γολέμι. Το χωριό ήταν δυσπρόσιτο για τους εχθρούς, αλλά και για τους φίλους.
Το μονοπάτι που χρησιμοποιούσαν παλιά οι αγωγιάτες, για να φέρουν πραμάτεια από την παραθαλάσσια Ναύπακτο στην Ορεινή Ναυπακτία, ήταν παράλληλο με την κοιλάδα του Μόρνου. Στη συμβολή του ποταμού με το Τρανόρεμα, ξεκινούσε μια στριφογυριστή ανηφοριά, στην απότομη πλαγιάτου Μακρυνόρους. Κάποτε, μια γριά ανέβαινε το μονοπάτι φορτωμένη. Γλίστρησε, κατρακύλησε στο ρέμα και σκοτώθηκε. Έτσι, το σημείο αυτό λέγεται «της Γριάς το Ρέμα».
Τα βράχια πάνω από το Τρανόρεμα φιλοξενούν κάργιες και άλλα βραχόπουλα. Πάνω τους ζουν σπάνια είδη φυτών. Μέσα στις κουφάλες των βράχων φτιάχνουν μέλι οι άγριες μέλισσες. Αν οι άνθρωποι ποθήσουν τη γλύκα του μελιού, λέει μια παράδοση, πρέπει να κινδυνέψουν για να τη γευτούν.
Σύμφωνα με ένα παλιό αφήγημα, ο πειρασμός κυρίευσε τον παπά του χωριού, πήρε σκοινιά και ξύλα και κρεμάστηκε μπροστά στον κάθετο βράχο. τρυγόντας άπληστα το μελίσσι. Η απληστία του όμως αυτή τιμωρήθηκε σύμφωνα με το μύθο αφού τα σκοινιά που τον κρατούσαν άρχισαν να σαλεύουν. Γίνανε φίδια που κουλουριάζονταν πάνω στο κορμί του μέχρι που τα έκοψε μονος του. Έπεσε από τα βράχια και σκοτώθηκε. Ένας σταυρός από τότε στην κορυφή του βράχου θυμίζει την ιστορία.
Φωτογραφίες: Πηγή και Πηγή
Κείμενο: Πηγή