Γέγονε την 30η Οκτωβρίου


...

Ο γέγονε… Γέγονε |


Γεγονότα

 

1908 – Τα πρώτα ηλεκτρικά τραμ της Αθήνας έκαναν την εμφάνισή τους στις 30 Οκτωβρίου 1908, αντικαθιστώντας σταδιακά τα ιππήλατα που κυκλοφορούσαν από το 1882. Τα αρχικά οχήματα, ελαφρά και ευέλικτα, έλκονταν από τρία μικρασιάτικα άλογα και συνέδεαν το κέντρο της πόλης με τα τότε προάστια —Πατήσια, Αμπελοκήπους, Κολοκυνθού— καθώς και την Ομόνοια με το Σύνταγμα, το Γκάζι και τον Κεραμικό. Το 1887 λειτούργησε το ατμήλατο τραμ του Φαλήρου, που ένωνε την Ακαδημία με την παραλία, σε μια διαδρομή αναψυχής.

Με τον εξηλεκτρισμό του 1908, η Αθήνα απέκτησε ένα σύγχρονο δίκτυο 257 οχημάτων, βελγικής κατασκευής, με ηλεκτροφωτισμό, αναπαυτικά καθίσματα και χρώμα μπεζ. Οι Αθηναίοι τα υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό· πολλοί επιβιβάζονταν μόνο για τη χαρά της βόλτας, πληρώνοντας μια δεκάρα. Το 1939, τα τραμ βάφτηκαν πράσινα, ενώ το 1940 κυκλοφόρησαν τα περίφημα «κίτρινα» ιταλικά οχήματα, με αεροδυναμικό σχεδιασμό. Την ίδια χρονιά, τα τραμ γέμισαν με επιστράτους που κατευθύνονταν προς το μέτωπο.

Μετά τον πόλεμο άρχισε η παρακμή. Το 1953 ξηλώθηκαν οι γραμμές στα Χαυτεία και σταδιακά καταργήθηκαν όλες οι διαδρομές. Το τελευταίο τραμ ήχησε το καμπανάκι του στις 16 Οκτωβρίου 1960, έπειτα από 52 χρόνια υπηρεσίας και τρία δισεκατομμύρια επιβάτες. Το τραμ του Περάματος συνέχισε έως το 1977, οπότε ο οδηγός Γιάννης Κωστόπουλος έκλεισε συγκινητικά την αυλαία. Ύστερα από 44 χρόνια απουσίας, το τραμ επέστρεψε στην Αθήνα στις 19 Ιουλίου 2004, σύμβολο μιας πόλης που ξανασυνδέεται με το παρελθόν της.

 

1927 – Το πρωί της 30ής Οκτωβρίου 1928 σημειώθηκε αποτυχημένη δολοφονική απόπειρα κατά του προέδρου της Δημοκρατίας Παύλου Κουντουριώτη, ήρωα των Βαλκανικών Πολέμων. Ο Κουντουριώτης, φτάνοντας στο Δημαρχείο Αθηνών για το συνέδριο των Δημάρχων, δέχτηκε πυροβολισμό την ώρα που επιβιβαζόταν στο αυτοκίνητό του. Η σφαίρα διαπέρασε το τζάμι, τον τραυμάτισε ελαφρά στον κρόταφο και έπεσε στα πόδια του. Ο δράστης, που συνελήφθη αμέσως από τη φρουρά του, παραλίγο να λιντσαριστεί από το πλήθος. Παρά το αίμα, ο Κουντουριώτης διατήρησε ψυχραιμία και απευθύνθηκε στους πολίτες, πριν μεταφερθεί στην Πολυκλινική Αθηνών, όπου ο καθηγητής Νικόλαος Αλιβιζάτος διαπίστωσε ότι το τραύμα ήταν επιφανειακό.

Ο δράστης ήταν ο 25χρονος Ζαφείριος Γκούσιος, σερβιτόρος από τα Αμπελάκια Λάρισας. Στο δωμάτιό του βρέθηκαν φύλλα του Ριζοσπάστη και βιβλία του Νίτσε, του Σοπενχάουερ και του ιστορικού Γιάννη Κορδάτου. Από καταθέσεις μαρτύρων προέκυψε ότι είχε εκδηλώσει κομμουνιστικές ιδέες και προανήγγειλε ότι «θα σκοτώσει κάποιον». Φαίνεται ότι είχε ζητήσει ακρόαση από τον Πρόεδρο για να του εκθέσει τα προβλήματά του· όταν απορρίφθηκε, αποφάσισε να τον πυροβολήσει.

Η δίκη του έγινε στις 20 Νοεμβρίου 1928 και ολοκληρώθηκε αυθημερόν. Ο Γκούσιος, παρουσιάζοντας ψυχολογική αστάθεια λόγω παιδικής κώφωσης, απολογήθηκε ζητώντας συγγνώμη. Ο εισαγγελέας τον χαρακτήρισε «θύμα του κομμουνισμού» και το δικαστήριο τον καταδίκασε σε 14 χρόνια κάθειρξη για απόπειρα ανθρωποκτονίας. Την επόμενη ημέρα προσπάθησε να αυτοκτονήσει με κινίνο. Οι γιατροί τον έσωσαν, αλλά από τότε τα ίχνη του χάθηκαν.

 

1961 – Στις 30 Οκτωβρίου 1961, το 22ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης αποφάσισε την απομάκρυνση της σορού του Ιωσήφ Στάλιν από το Μαυσωλείο του Λένιν στην Κόκκινη Πλατεία – μια απόφαση με βαρύ πολιτικό και συμβολικό φορτίο, στο πλαίσιο της «αποσταλινοποίησης». Ο Στάλιν, που είχε πεθάνει τον Μάρτιο του 1953, είχε ταφεί δίπλα στον Λένιν, στο μαυσωλείο που αποτελούσε τόπο προσκυνήματος για εκατομμύρια Σοβιετικούς και σύμβολο της κομμουνιστικής εξουσίας.

Η πρωτοβουλία ανήκε στον Νικήτα Χρουστσόφ, ο οποίος από το 1956 είχε καταγγείλει στο ιστορικό «Μυστικό Λόγο» του τα εγκλήματα του σταλινισμού και είχε ξεκινήσει τη διαδικασία απελευθέρωσης του κόμματος και της κοινωνίας από το αυταρχικό παρελθόν. Η παρουσία του Στάλιν δίπλα στον Λένιν θεωρήθηκε προσβολή για τη σοσιαλιστική ιδεολογία και υπενθύμιση μιας περιόδου τρόμου. Έτσι, τη νύχτα της 31ης Οκτωβρίου προς 1η Νοεμβρίου 1961, χωρίς δημόσια τελετή και με απόλυτη μυστικότητα, το ταριχευμένο σώμα του Στάλιν απομακρύνθηκε από το Μαυσωλείο και ενταφιάστηκε λίγα μέτρα πιο πίσω, στη Νεκρόπολη του Τείχους του Κρεμλίνου, κάτω από ένα απλό μαύρο γρανιτένιο μνημείο με την επιγραφή «Ι. Β. Στάλιν».

Η κίνηση αυτή σφράγισε το τέλος της προσωπολατρίας και σηματοδότησε τη νέα εποχή του σοβιετικού ρεαλισμού, αποκαθιστώντας εν μέρει τα εκατομμύρια θυμάτων του σταλινισμού. Το σχέδιο να μεταφερθεί και η σορός του Λένιν σε Πάνθεο εγκαταλείφθηκε, καθώς η πολιτική ατμόσφαιρα της αποσταλινοποίησης σταδιακά εξασθένησε.

 

Γεννήσεις

 

1960 – Ντιέγκο Μαραντόνα. Γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1960 στο Λανούς της Αργεντινής και θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών. Γνωστός ως El Pibe de Oro («Το Χρυσό Αγόρι»), υπήρξε σύμβολο πάθους, τεχνικής μαγείας και λαϊκής ταύτισης. Ξεκίνησε την καριέρα του στην Αρχεντίνος Τζούνιορς και στη συνέχεια αγωνίστηκε στη Μπόκα Τζούνιορς, τη Μπαρτσελόνα, τη Νάπολι, τη Σεβίλλη και τη Νιούελς Ολντ Μπόις, προτού επιστρέψει στη Μπόκα για να κλείσει την πορεία του το 1997.

Στη Νάπολι έζησε τα πιο ένδοξα χρόνια του, οδηγώντας την ομάδα σε δύο πρωταθλήματα Ιταλίας, ένα Κύπελλο UEFA και καθιερώνοντάς την ως δύναμη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ήταν ο πρώτος παίκτης που κατέρριψε δύο φορές το παγκόσμιο ρεκόρ μεταγραφής, ενώ με την Εθνική Αργεντινής σημείωσε 34 γκολ σε 91 συμμετοχές.

Το αποκορύφωμα της καριέρας του ήρθε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 στο Μεξικό, όταν οδήγησε την Αργεντινή στην κατάκτηση του τροπαίου, πετυχαίνοντας απέναντι στην Αγγλία το περίφημο «Χέρι του Θεού» και το «Γκολ του Αιώνα». Η διορατικότητα, η ταχύτητα και το χαμηλό του κέντρο βάρους (1,65 μ.) τον καθιστούσαν ασταμάτητο.

Παρά την εκρηκτική του ιδιοφυΐα, η ζωή του σημαδεύτηκε από τον εθισμό στα ναρκωτικά και τα σκάνδαλα, που σκίασαν μέρος της καριέρας του. Ωστόσο, η αγάπη των φιλάθλων προς το πρόσωπό του παρέμεινε αμείωτη. Το 2000 η FIFA τον αναγνώρισε, μαζί με τον Πελέ, ως κορυφαίο ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα. Ο Μαραντόνα πέθανε στις 25 Νοεμβρίου 2020, σε ηλικία 60 ετών, αφήνοντας πίσω του έναν μύθο που ξεπερνά το ποδόσφαιρο.

 

1967 – Λεωνίδας Καβάκος. Γεννημένος στις 30 Οκτωβρίου 1967 στην Αθήνα, είναι διεθνώς αναγνωρισμένος βιολονίστας και μαέστρος, από τους κορυφαίους ερμηνευτές της κλασικής μουσικής στον κόσμο. Ο «βιολιστής των βιολιστών», όπως τον αποκάλεσε το περιοδικό The Strad, ξεκίνησε να παίζει βιολί σε ηλικία πέντε ετών, με δάσκαλο τον Στέλιο Καφαντάρη στο Ελληνικό Ωδείο. Με υποτροφία του Ιδρύματος Ωνάση σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα κοντά στον Τζόζεφ Γκίνγκολντ.

Η διεθνής του καριέρα εκτοξεύτηκε μετά τη νίκη του στον διαγωνισμό Γιαν Σιμπέλιους το 1985. Από τότε εμφανίζεται στις σημαντικότερες αίθουσες και φεστιβάλ του κόσμου, όπως στο Σάλτσμπουργκ, στο Βερμπιέ και στη Λουκέρνη, συνεργαζόμενος με τις Φιλαρμονικές του Βερολίνου και της Βιέννης, τη Concertgebouw του Άμστερνταμ και τη Συμφωνική του Σικάγου. Το 1991 του παραχωρήθηκε η μοναδική άδεια να ηχογραφήσει την αρχική εκδοχή του Κοντσέρτου για βιολί του Σιμπέλιους, ένα ιστορικό γεγονός για τη δισκογραφία.

Ο Καβάκος έχει συνεργαστεί με κορυφαίες δισκογραφικές εταιρείες, όπως η Decca Classics και η Sony/BMG, και έχει τιμηθεί με το βραβείο ECHO-Klassik 2009 για την ερμηνεία του στο Κοντσέρτο του Μέντελσον. Ως μαέστρος έχει διευθύνει ορχήστρες διεθνούς κύρους, μεταξύ των οποίων η Συμφωνική του Λονδίνου, της Βοστώνης και της Βιέννης, ενώ διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής της Καμεράτας του Σάλτσμπουργκ και της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης.

Παίζει με το Στραντιβάριους Abergavenny του 1724 και παραμένει αφοσιωμένος τόσο στη μουσική δωματίου όσο και στη διάδοση της τέχνης της οργανοποιίας, την οποία θεωρεί «μυστήριο και θαύμα».

 

Θάνατοι

 

1910 – Ερρίκος Ντυνάν. Γεννήθηκε στις 8 Μαΐου 1828 στη Γενεύη, σε οικογένεια καλβινιστών με έντονη φιλανθρωπική δράση. Μετά από σύντομες σπουδές, εργάστηκε σε ελβετική τράπεζα και το 1853 ταξίδεψε στην Αλγερία για να αναλάβει επιχειρηματική δραστηριότητα. Εκεί, αντιμετώπισε γραφειοκρατικά εμπόδια και αποφάσισε να απευθυνθεί προσωπικά στον Ναπολέοντα Γ΄, ο οποίος βρισκόταν τότε στην Ιταλία. Έτσι, βρέθηκε τυχαία στο πεδίο της αιματηρής μάχης του Σολφερίνο το 1859 — μια εμπειρία που θα άλλαζε τη ζωή του.

Συγκλονισμένος από το θέαμα χιλιάδων εγκαταλελειμμένων τραυματιών, ο Ντυνάν οργάνωσε με τη βοήθεια ντόπιων την περίθαλψή τους, ανεξαρτήτως στρατοπέδου. Επιστρέφοντας στη Γενεύη, έγραψε το βιβλίο Μία ανάμνηση από το Σολφερίνο (1862), όπου πρότεινε τη δημιουργία διεθνούς οργάνωσης για τη φροντίδα των τραυματιών πολέμου. Η πρότασή του οδήγησε στη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης και, το 1863, στην ίδρυση της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού, της οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος και γραμματέας.

Παρά τη φήμη του, η οικονομική του καταστροφή το 1867 τον οδήγησε στην πτώχευση και στην κοινωνική απομόνωση. Περιπλανήθηκε για χρόνια στην Ευρώπη, ζώντας με φιλανθρωπίες, ώσπου το 1887 εγκαταστάθηκε άρρωστος στο χωριό Χέυντεν, όπου ανακαλύφθηκε τυχαία το 1895 από έναν δημοσιογράφο. Η ιστορία του συγκίνησε την Ευρώπη και του χάρισε παγκόσμια αναγνώριση. Το 1901 τιμήθηκε με το πρώτο Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για την ίδρυση του Ερυθρού Σταυρού. Πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1910. Το όνομά του κοσμεί σήμερα νοσοκομεία και ιδρύματα σε όλο τον κόσμ

 

1988 – Τάσος Λειβαδίτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα τη νύχτα της Αναστάσεως του 1922, γιος του Λύσανδρου και της Βασιλικής. Είχε τέσσερα μεγαλύτερα αδέλφια, ανάμεσά τους τον ηθοποιό Αλέκο Λειβαδίτη. Το 1946 παντρεύτηκε τη Μαρία Στούπα, με την οποία απέκτησε μία κόρη – το γνωστό ποίημά του «Ερωτικό» γράφτηκε για εκείνη. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όμως αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία και ιδίως στην ποίηση. Κατά την Κατοχή υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Νέων Ελλήνων Λογοτεχνών και ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση στον χώρο της Αριστεράς, γεγονός που τον καθιέρωσε ως «ποιητή του έρωτα και της επανάστασης».

Στα Δεκεμβριανά συμμετείχε σε ομάδες της ΕΠΟΝ με πολιτιστικό έργο και εξορίστηκε μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Το 1948 συνελήφθη εκ νέου και εξορίστηκε στον Μούδρο, κατόπιν στη Μακρόνησο – όπου ξεκίνησε να γράφει το Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου – και στον Αϊ-Στράτη. Αποφυλακίστηκε το 1951 και το 1955 απαλλάχθηκε οριστικά από κάθε κατηγορία.

Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1946 με το ποίημα «Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη» και το 1952 εξέδωσε την πρώτη του συλλογή Μάχη στην άκρη της νύχτας. Υπήρξε κριτικός ποίησης στην Αυγή (1954–1980) και στην Επιθεώρηση Τέχνης (1962–1966). Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών έγραφε μεταφράσεις σε λαϊκά περιοδικά με το ψευδώνυμο Ρόκκος.

Ο Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1988 από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής. Μετά τον θάνατό του εκδόθηκαν τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου, ολοκληρώνοντας το έργο ενός ποιητή που ύμνησε τον άνθρωπο, τον έρωτα και την ελπίδα.

 

2002 – Αλίκη Διπλαράκου. Γεννήθηκε το 1912 και καταγόταν από την Κρήνη της Μάνης. Ήταν κόρη του Γεωργίου Διπλαράκου και της Ελένης Νικολέση, ενώ η οικογένειά της ζούσε στην Αθήνα. Είχε τρεις αδελφές και έναν αδελφό και προερχόταν από αστική οικογένεια με κοινωνική παρουσία και μόρφωση. Μιλούσε άπταιστα αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά.

Σε ηλικία μόλις 18 ετών, το 1930, αναδείχθηκε «Μις Ελλάς» και αμέσως μετά «Μις Ευρώπη» σε διαγωνισμό στο Παρίσι, κατακτώντας τη διεθνή προσοχή. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στο Ρίο ντε Ζανέιρο, όπου κατέλαβε τη δεύτερη θέση στα καλλιστεία «Μις Κόσμος». Η φήμη της εξαπλώθηκε ταχύτατα, και σύντομα προσκλήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έδωσε διαλέξεις για τον αρχαίο και σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, προβάλλοντας μια εικόνα καλλιεργημένης και δυναμικής Ελληνίδας.

Το 1930 προκάλεσε αίσθηση όταν, μεταμφιεσμένη σε άνδρα, παραβίασε το άβατο του Αγίου Όρους, γεγονός που έγινε πρωτοσέλιδο στον διεθνή Τύπο και την καθιέρωσε ως εμβληματική μορφή ανεξαρτησίας και τόλμης. Το περιοδικό Time αφιέρωσε άρθρο στο πρόσωπό της το 1953, συνδέοντάς τη με τη θέση των γυναικών στην Ιστορία.

Η Διπλαράκου παντρεύτηκε πρώτα τον Πωλ-Λουί Βάιλερ, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, και αργότερα τον Βρετανό διπλωμάτη σερ Τζον Ράσελ, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Η διεθνής της παρουσία, η παιδεία και η κοινωνική της δράση την κατέστησαν μια από τις πιο κοσμοπολίτισσες Ελληνίδες του 20ού αιώνα. Πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 2002, αφήνοντας πίσω της έναν θρύλο γοητείας και ανεξαρτησίας.

Διαβάστε στο link που ακολουθεί:
Αλίκη Διπλαράκου: Ντύθηκε άντρας για να μπει στον Άθω

 

————————————————————————
Πηγές: sansimera.gr, el.wikipedia