...
Ο γέγονε… Γέγονε|
Γεγονότα
1813 – Η Μάχη της Βιτόρια. Ο Δούκας του Ουέλινγκτον, επικεφαλής αγγλικής δύναμης, νικά τον Ιωσήφ Βοναπάρτη και τους Γάλλους στη Μάχη της Βιτόρια και τους εκδιώκει από την Ιβηρική Χερσόνησο. Ο Μπετόβεν χαιρετίζει το γεγονός, γράφοντας τη σύνθεση «Wellington’s Victory, op. 91».
Ο Ουέλλινγκτον χώρισε το στρατό του σε τέσσερεις φάλαγγες επίθεσης, κινούμενος εναντίον της γαλλικής αμυντικής θέσης από τα νότια, δυτικά και βόρεια, ενώ η τελευταία φάλαγγα θα επιτίθετο στα γαλλικά νώτα. Ερχόμενος από το δρόμο του Μπούργος, ο Χιλ έστειλε τη μεραρχία του Ισπανού στρατηγού Μορίγιο (Morillo) στα δεξιά σε μια ανάβαση στα Υψώματα της Λα Πουέμπλα. Η 2η Μεραρχία του Στιούαρτ (Stewart) άρχισε ν΄ αναπτύσσεται στ΄ αριστερά της μεραρχίας του Μορίγιο, στη στενή πεδιάδα μόλις νότια του ποταμού. Βλέποντας αυτές τις κινήσεις, ο στρατηγός Γκαζάν έστειλε τον Μαρανσέν μπροστά να εκδιώξει τις δυνάμεις του Μορίγιο από τα υψώματα. Ο Χιλ έστειλε την ταξιαρχία του Βρεταννού συνταγματάρχη Καντόγκαν (Cadogan) της 2ης Μεραρχίας του Στιούαρτ για να βοηθήσει τον Μορίγιο. Ο Γκαζάν απάντησε εμπλέκοντας την εφεδρική μεραρχία του Βιλλάτ στη μάχη των υψωμάτων.
Περίπου εκείνη την ώρα, ο Γκαζάν εντόπισε πρώτα την κινούμενη βόρεια του Ζαδόρρα φάλαγγα του Ουέλλινγκτον να στρίβει το δεξί της πλευρό, και ζήτησε από τον στρατάρχη Ζουρντάν, που είχε αναρρώσει πια από τον πυρετό, ενισχύσεις. Έχοντας εμμονή με την ασφάλεια του αριστερού του πλευρού, ο στρατάρχης αρνήθηκε να βοηθήσει τον Γκαζάν, διατάσσοντας αντίθετα κάποια από τα στρατεύματα του Ντρουέ ντ΄ Ερλόν να φρουρούν το δρόμο για το Λογρόνιο.
Ο Ουέλλινγκτον ώθησε την ταξιαρχία του Κεμπτ (Kempt) της Ελαφράς Μεραρχίας Πεζικού να διαβεί τον ποταμό Ζαδόρρα στο σημείο της καμπής του. Την ίδια ώρα, ο Στιούαρτ κατέλαβε το χωριό Σουμπιχάνα, οπότε και δέχθηκε αντεπίθεση από δύο μεραρχίες του Γκαζάν. Στα Υψώματα της Λα Πουέμπλα, ο συνταγματάρχης Καντόγκαν σκοτώθηκε, αλλά η βρεταννοϊσπανική δύναμη κατάφερε να κρατηθεί στη θέση της. Ο Ουέλλινγκτον ανέβαλε τις επιθέσεις του για να δώσει χρόνο στην επερχόμενη φάλαγγα του Γκρέιαμ να προσελκύσει την προσοχή με την εμφάνισή της, με αποτέλεσμα να επέλθει προσωρινώς ηρεμία στο πεδίο της μάχης.
Το απόγευμα, η φάλαγγα του Γκρέιαμ εμφανίστηκε στο δρόμο του Μπιλμπάο. Ο Ζουρντάν αμέσως αντιλήφθηκε ότι βρισκόταν σε κίνδυνο περικύκλωσης και διέταξε τον Γκαζάν να οπισθοχωρήσει προς τη Βιτόρια. Ο Γκρέιαμ απώθησε τη μεραρχία του Σαρρύ πίσω στην απέναντι όχθη του ποταμού Ζαδόρρα, αλλά δεν μπορούσε να περάσει και τις δυνάμεις του απέναντι, παρά τη σκληρή μάχη που έδιναν. Ακόμη ανατολικότερα, τα συμμαχικά ισπανικά στρατεύματα του αντιστράτηγου Φρανθίσκο δε Λόνγκα νίκησαν τους Ισπανούς Βασιλικούς Φρουρούς και απέκοψαν το δρόμο προς τη Μπαγιόν.
Με κάποια βοήθεια από την ταξιαρχία του Κεμπτ, η 3η Μεραρχία του Πίκτον (Picton) από τη φάλαγγα του μαρκήσιου Νταλούζι, διέσχισε τον ποταμό από τη μία από τις τρεις γέφυρες, περνώντας στη νότια όχθη του. Σύμφωνα με τον Πίκτον, ο εχθρός απάντησε βομβαρδίζοντας την 3η Μεραρχία με 40-50 κανόνια, και με μια αντεπίθεση στο δεξί της πλευρό, που ήταν ακόμη εκτεθειμένο (καθώς αυτή είχε καταλάβει τη γέφυρα πολύ γρήγορα), προκαλώντας της απώλειες 1.800 ανδρών, πάνω από το 1/3 των συνολικών απωλειών των Συμμάχων στη μάχη της Βιτόρια.
Η 4η Μεραρχία του Κόουλ (Cole) διέσχισε και αυτή τον ποταμό δυτικότερα. Με τον Γκαζάν στ΄ αριστερά και τον Ντρουέ ντ΄ Ερλόν στα δεξιά, οι Γάλλοι επιχείρησαν να προβάλουν αντίσταση στο χωριό Αρίνεθ (Arinez). Σχηματίζοντας όμως μια φοβερή γραμμή μάχης, οι 4η, Ελαφρά, 3η και 7η Μεραρχίες σύντομα κατέλαβαν την τοποθεσία. Οι Γάλλοι οπισθοχώρησαν στην οροσειρά Θουάθο (Zuazo), υπό την κάλυψη του σωστά διευθυνόμενου και πολυάριθμου πεδινού πυροβολικού τους. Η θέση αυτή με τη σειρά της “έπεσε” από την επίθεση του Ουέλλινγκτον, όταν ο Γκαζάν αρνήθηκε να συνεργαστεί με τον συνάδελφό του, Ντρουέ ντ΄ Ερλόν.
Το ηθικό των Γάλλων κατέρρευσε και οι στρατιώτες των Γκαζάν και Ντρουέ ντ΄ Ερλόν τράπηκαν σε φυγή από το πεδίο της μάχης. Οι πυροβολητές άφησαν τα κανόνια τους πίσω καθώς έφευγαν μακριά με τα άλογα που τα έσερναν πρωτύτερα. Σύντομα ο δρόμος μπλόκαρε από μια μάζα κάρων και αμαξών. Οι προσπάθειες των δύο μεραρχιών του Ρέιγ να συγκρατήσουν τις δυνάμεις του Γκρέιαμ, επέτρεψαν σε δεκάδες χιλιάδες γαλλικών στρατευμάτων να διαφύγουν από το δρόμο της Σαλβατιέρρα.
1913 – Η Μάχη του Κιλκίς. Οι Έλληνες συντρίβουν τους Βούλγαρους στη μάχη Κιλκίς – Λαχανά, κατά τη διάρκεια του Β’ Βαλκανικού Πολέμου.
Η μάχη του Κιλικίς θεωρείται ως η πλέον πολύνεκρη εμφύλια σύγκρουση κατά τη διάρκεια της κατοχικής περιόδου, αλλά και ως το τέλος του εμφυλίου πολέμου το 1949.
Μετά τη μάχη έλαβε χώρα μεγάλος αριθμός μαζικών εκτελέσεων αιχμαλώτων, σε διάφορα σημεία μέσα και έξω από την πόλη. Τις εκτελέσεις αυτές διεξήγαγαν, για λόγους εκδίκησης, απλά μέλη του ΕΛΑΣ αλλά και μερικοί καπετάνιοι του.
Ωστόσο υπήρξαν αξιωματικοί του ΕΛΑΣ οι οποίοι απέτρεψαν τις εκτελέσεις συναδέλφων τους.
Ο αριθμός των θυμάτων από τις αντεκδικήσεις αυτές είναι δύσκολο να διαπιστωθεί αν και ο πρώην νομάρχης του Κιλκίς, Δημήτρης Αμπατζόπουλος, αναφέρει 2.200 εκτελέσεις, αριθμός που εκλαμβάνεται ως υπερβολικός. Κατά τον Στάθη Καλύβα, ο αριθμός των εκτελεσθέντων εκτιμάται από 1.000 ως 3.000 άτομα. Περίπου 1.800 αιχμάλωτοι κρατήθηκαν, υπό άθλιες συνθήκες, σε καπναποθήκες της πόλης και κάποιοι μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Θεσσαλονίκη.
Γεννήσεις
1950 Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Έλληνας τραγουδιστής, ο επονομαζόμενος και «Μπρους Σπρίνγκστιν της Ελλάδας». Ένας από τους πιο εμβληματικούς και διαχρονικούς καλλιτέχνες της ελληνικής ροκ σκηνής. Γεννημένος το 1950 στο Βάμβακο Φαρσάλων, μεγάλωσε στην Αθήνα και ξεκίνησε την καριέρα του τη δεκαετία του 1970. Η μουσική του πορεία χαρακτηρίζεται από έντονο κοινωνικό και πολιτικό λόγο, πάθος στη σκηνική του παρουσία και πίστη σε αξίες όπως η ελευθερία και η δικαιοσύνη.
Αρχικά συνεργάστηκε με σημαντικούς δημιουργούς όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, συμμετέχοντας σε συναυλίες του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ενώ αργότερα χάραξε τον δικό του ανεξάρτητο δρόμο στο ελληνικό ροκ. Ιδιαίτερη απήχηση βρήκαν τραγούδια του όπως το “Φοβάμαι”, “Πόσα Πόσα”, “Μπαλάντα του Κυρ-Μέντιου” και “Χαιρετίσματα στην Εξουσία”, που συχνά εξέφραζαν την αγανάκτηση και την αγωνία της νεολαίας.
Ο Παπακωνσταντίνου έχει στο ενεργητικό του δεκάδες δίσκους, συνεργασίες με κορυφαίους στιχουργούς και συνθέτες (όπως ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Οδυσσέας Ιωάννου), και αμέτρητες συναυλίες που άφησαν εποχή. Ξεχωρίζει για την αυθεντικότητά του, καθώς ποτέ δεν εντάχθηκε σε κυρίαρχες τάσεις ή πολιτικά σχήματα, παρά μόνο εξέφρασε τη δική του αλήθεια μέσω της μουσικής.
Περισσότερο από πέντε δεκαετίες μετά την εμφάνισή του στο μουσικό προσκήνιο, ο Βασίλης παραμένει μια ζωντανή φωνή αντίστασης και έμπνευσης, ιδιαίτερα για τους νέους. Η καλλιτεχνική του πορεία αποτελεί κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας.
Θάνατοι
2001 – Τζον Λι Χούκερ. Ήταν ένας από τους δημοφιλέστερους μουσικούς του ηλεκτρικού μπλουζ, αφροαμερικάνικης καταγωγής.
Επηρεασμένος από τα μπλουζ του Δέλτα, ανέπτυξε ένα δικό του στυλ παιξίματος στην κιθάρα. Μέσα από ένα πρωτόγονο τρόπο παιξίματος και προβάλλοντας περισσότερο την εκφραστική φωνή του, ανέπτυξε ένα αυθεντικό ύφος, αμέσως αναγνωρίσιμο από τις πρώτες νότες των τραγουδιών του.
Η μουσική του συχνά ταυτίζεται με το λεγόμενο talkin’ blues, δηλαδή το μπλουζ που χαρακτηρίζεται από ρυθμική ομιλία, ελεύθερη μελωδία και αυστηρό ρυθμό. Ενσωμάτωσε επίσης στοιχεία του μπούγκι.
Εκτιμάται ότι ηχογράφησε περισσότερα από 200 τραγούδια και συγκαταλέγεται στους μπλουζ μουσικούς με τις περισσότερες ηχογραφήσεις. Στα πιο δημοφιλή κομμάτια του ανήκουν τα Boogie Chillen (1948) και Boom Boom (1962). Τα κομμάτια του έχουν διασκευαστεί από σημαντικούς καλλιτέχνες κυρίως της ροκ μουσικής, όπως οι Yardbirds, Cream, Led Zeppelin, The Doors κ.ά.
2019 – Δημήτρης Χριστόφιας. Γεννήθηκε στο Κάτω Δίκωμο της επαρχίας Κερύνειας στις 29 Αυγούστου 1946. Οι γονείς του ονομάζονταν Χριστόφορος (Χριστοφής) και Άννα. Είχε τέσσερις μικρότερες αδερφές. Για αρκετά χρόνια ήταν καταχωρημένος στα ληξιαρχικά βιβλία ως Δημήτρης Δημητρίου. Στη συνέχεια άλλαξε το επώνυμο του σε Χριστόφια, το οποίο ήταν το παρατσούκλι του πατέρα του εξαιτίας του έντονου τρόπου με τον οποίο συζητούσε.
Ο Δημήτρης Χριστόφιας καταγόταν από φτωχή οικογένεια. Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, με στερήσεις. Ο πατέρας του ήταν οικοδόμος ενώ παράλληλα λειτουργούσε και το καφενείο στη συντεχνία της ΠΕΟ. Ο Δημήτρης Χριστόφιας σε ηλικία 10 ετών βοηθούσε τον πατέρα του στο καφενείο. Εκεί γινόταν δέκτης πολιτικών συζητήσεων και κοινωνός των πολιτικών δρώμενων της εποχής.
Σε ηλικία 12 ετών διένειμε την εφημερίδα Χαραυγή στο χωριό του, φροντίζοντας παράλληλα να την διαβάζει. Στη συνέχεια ξεκίνησε την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων, τα οποίο προμηθευόταν από τη βιβλιοθήκη του Αθλητικού Μορφωτικού Συλλόγου Αχιλλέας Δικώμου. Φοίτησε στο Εμπορικό Γυμνάσιο Νεοκλέους στη Λευκωσία από το οποίο αποφοίτησε το 1964.
Σε ηλικία 14 ετών έγινε μέλος της Παγκύπριας Ενιαίας Οργάνωσης Μαθητών (ΠΕΟΜ). Το 1964 έγινε μέλος του ΑΚΕΛ, της Παγκύπριας Εργατικής Ομοσπονδίας (ΠΕΟ) και της Ενιαίας Δημοκρατικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΔΟΝ).Το 1969 εξελέγη μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΔΟΝ.
Σε μια παγκοινοτική συγκέντρωση στο Κάτω Δίκωμο τον γνώρισε ο Εζεκίας Παπαϊωάννου, Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ. Ο Δημήτρης Χριστόφιας προσφώνησε τον Εζεκία Παπαϊωάννου Ο Παπαϊωάννου τον ξεχώρισε και του έδωσε την ευκαιρία να σπουδάσει.
Το 1969 πήγε για σπουδές στο Ινστιτούτο Κοινωνικών Επιστημών της Μόσχας. Αφού ολοκλήρωσε τη διετή φοίτηση, μεταπήδησε στην Ακαδημία Κοινωνικών Επιστημών της Σοβιετικής Ένωσης από την οποία αποφοίτησε ως διδάκτωρ ιστορικών επιστημών. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1974. Επέστρεψε στην Κύπρο, οπόταν και εργοδοτήθηκε στην ΕΔΟΝ, της οποίας εξελέγη κεντρικός οργανωτικός γραμματέας. Το 1977 εξελέγη γενικός γραμματέας της ΕΔΟΝ. Παρέμεινε στη θέση αυτή έως και το 1987.
Στη διάρκεια των σπουδών του στη Μόσχα γνώρισε τη σύζυγο του Έλση Χηράτου. Παντρεύτηκαν στις 20 Αυγούστου 1972 στο Κάτω Δίκωμο. Απέκτησαν τρία παιδιά, τη Μαριάννα Χριστόφια, τη Χριστίνα Χριστόφια και τον Χρίστο Χριστόφια. Κατά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, το ζευγάρι, βρισκόταν στο Κάτω Δίκωμο όπου διέμενε, με το νεογέννητο παιδί τους. Έφυγαν από το Κάτω Δίκωμο για τη Λευκωσία. Ο Δημήτρης Χριστόφιας ήθελε να πάει στη Λευκωσία για να αντισταθεί κατά του πραξικοπήματος.
Μετά την κατάληψη του Κάτω Δικώμου από τα τουρκικά στρατεύματα κατά την τουρκική εισβολή του 1974, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Έγκωμη. Ομιλούσε την αγγλική και τη ρωσική γλώσσα.
————————————————————————
Πηγές: sansimera.gr, el.wikipedia
.