...
Ο γέγονε… Γέγονε|
Γεγονότα
1870 – Ιδρύεται η ζυθοποιία Άμστελ. Η ζυθοποιία ιδρύθηκε στις 11 Ιουνίου του 1870 στο Άμστερνταμ και πήρε την επωνυμία της από τον ποταμό Άμστελ.
Η Beiersche Bierbrouwerij de Amstel συστάθηκε στη Βαυαρία το 1892. Το 1915 η παραγωγή της Amstel είχε αυξηθεί είκοσι φορές και το 1926, η Amstel αποτελούσε το ένα τρίτο των ολλανδικών εξαγωγών μπύρας. Το 1941, η Amstel, μαζί με την Heineken, αγόρασαν στο Άμστερνταμ την ζυθοποιία Van Vollenhoven’s Bierbrouwerij, η οποία έκλεισε το 1961.
Το 1954, η Amstel έχτισε ζυθοποιείο στην Ολλανδική Γουιάνα. Λίγα χρόνια αργότερα, η Amstel ήταν η πρώτη ολλανδική ζυθοποιία με εξαγωγή μπύρας σε μεταλλικά κουτιά.
Το 1958, μια θυγατρική της Amstel παρουσίασε την πρώτη μπύρα της στην Ιορδανία. Το 1960, η τρίτη θυγατρική της Amstel άνοιξε στο Κουρασάο. Το 1963 άνοιξαν δύο νέες ζυθοποιίες, μία στο Πουέρτο Ρίκο και μία στην Ελλάδα. Η Amstel εξαγοράσθηκε από την Heineken International το 1968.
1931 – Η Ελευθέρα Σχολή Πολιτικών Οικονομικών Επιστημών μετονομάζεται σε Πάντειος Σχολή Πολιτικών Επιστημών, προς τιμήν του Αλέξανδρου Πάντου που άφησε κληροδότημα για την ίδρυση της σχολής.
Η ίδρυση της Παντείου Σχολής Πολιτικών Επιστημών συνδέεται στενά με δύο εξέχουσες προσωπικότητες: τον Γεώργιο Φραγκούδη και τον Αλέξανδρο Πάντο. Ο πρώτος, πολιτικός και δημοσιογράφος, ίδρυσε το 1924 την Εταιρεία «Εκπαιδευτική Αναγέννηση» με σκοπό την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και τη μόρφωση της ηγετικής τάξης της χώρας. Οραματιζόταν μία Σχολή που θα αναδημιουργούσε την ελληνική πατρίδα μέσα από την ανώτατη εκπαίδευση στις πολιτικές επιστήμες. Ο δεύτερος, εύπορος νομικός, σπούδασε στο Παρίσι και άφησε σχεδόν όλη του την περιουσία για την ίδρυση μιας Σχολής Πολιτικών Επιστημών, βασισμένης στο πρότυπο της Sciences Po.
Η ίδρυση της Παντείου επισφραγίστηκε με την τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου το 1927 και την έναρξη των μαθημάτων το 1930, παρουσία του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος υπήρξε και πρώτος δωρητής. Το 1931, με πρωτοβουλία του Βενιζέλου και μέσω της διαθήκης του Πάντου, ιδρύεται επίσημα η Πάντειος Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Η Σχολή λειτούργησε αρχικά με δύο τμήματα και αναγνωρίστηκε ως Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα το 1936.
Διακεκριμένοι καθηγητές, όπως ο Μ. Στασινόπουλος και ο Κ. Τσάτσος, υπηρέτησαν στη Σχολή και συνέβαλαν στη φήμη και τη λειτουργία της. Η Σχολή εξελίχθηκε σε Πανεπιστήμιο το 1989, με την ονομασία «Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών», αποτελώντας έκτοτε βασικό πυλώνα της ανώτατης εκπαίδευσης και της δημόσιας ζωής στην Ελλάδα.
1980 – Η Ελλάδα αγωνίζεται για πρώτη φορά σε τελική φάση Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στη Νάπολη της Ιταλίας και χάνει από την Ολλανδία με 1-0.
Το γκολ σημειώνει ο Κιστ με πέναλτι στο 64ο λεπτό. Ήταν η πρώτη μεγάλη διάκριση για το ελληνικό ποδόσφαιρο σε επίπεδο εθνικών ομάδων, με την επιτυχία αυτή να αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις, αν λάβουμε υπόψη ότι στην τελική φάση της διοργάνωσης που διεξήχθη στα γήπεδα της Ιταλίας έλαβαν μέρος μόνο 8 ομάδες.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο βγήκε από την αφάνεια τη δεκαετία του ’70 και ακούστηκε διεθνώς με τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ στα Κύπελλα Ευρώπης.
Να θυμίσουμε τη συμμετοχή των πρασίνων στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971 και την παρουσία της ΑΕΚ στα ημιτελικά του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ την περίοδο 1976 – 1977. Καιρός ήταν να τις ακολουθήσει και η εθνική ομάδα.
2002 – Ο Iταλός Αντόνιο Μέουτσι αναγνωρίζεται από το Κογκρέσο ως ο εφευρέτης του τηλεφώνου, θέτοντας τέλος σε μια διαμάχη ετών με τον Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ. Ο Αντόνιο Σάντι Τζουζέπε Μέουτσι γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1804 στη γαλλοκρατούμενη τότε Φλωρεντία.
Γιος ενός αστυνομικού και μιας νοικοκυράς, έγινε δεκτός μόλις στα 13 του στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας, όπου άρχισε να σπουδάζει σχέδιο και μηχανολογία, αλλά ύστερα από δύο χρόνια εγκατέλειψε τις σπουδές του, λόγω της οικονομικής δυσπραγίας της οικογένειάς του. Βρήκε δουλειά στις τελεωνειακές υπηρεσίες της Φλωρεντίας και παράλληλα άρχισε ν’ αναπτύσσει το ταλέντο του στις εφευρέσεις.
Πραγματοποιώντας διάφορα πειράματα, διαπίστωσε ότι οι ήχοι μπορούσαν να μεταδοθούν με ηλεκτρικούς παλμούς μέσω του χάλκινου σύρματος. Το 1849 παρουσίασε στην Αβάνα μία συσκευή που έμοιαζε με τηλέφωνο και μάλιστα κατόρθωσε να στείλει ηλεκτρικό σήμα.
Διαισθανόμενος ότι μπορούσε να πετύχει περισσότερα πράγματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, εγκαταστάθηκε στο Στάτεν Άιλαντ της Νέας Υόρκης το 1850 και με τις οικονομίες του άνοιξε ένα εργοστάσιο κατασκευής κεριών από ζωικό λίπος (το πρώτο στις ΗΠΑ), όπου απασχολούσε πολλούς συμπατριώτες του εξόριστους, που αγωνίζονταν για την ενοποίηση της Ιταλίας. Ένας από τους διάσημους φίλους του ήταν ο Iταλός επαναστάτης Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, ο οποίος φιλοξενήθηκε για μήνες στο σπίτι του.
Οι δουλειές μετά από λίγο καιρό στο εργοστάσιό του δεν πήγαιναν καλά και αναγκάστηκε να κηρύξει πτώχευση. Συνέχισε τη βελτίωση της ανακάλυψής του, αλλά δεν έβρισκε χρηματοδότες για την εμπορική της εκμετάλλευση. Προσπάθησε να λάβει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για τον «ομιλούντα τηλέγραφό» του, αλλά δεν διέθετε το παράβολο των 250 δολαρίων που απαιτούνταν. Έλαβε προσωρινό δίπλωμα το 1871, αλλά ύστερα από τρία χρόνια δεν είχε ούτε καν 10 δολάρια για την ανανέωσή του.
Στο διάστημα αυτό έστειλε ένα μοντέλο και τεχνικές λεπτομέρειες στην τηλεγραφική εταιρεία Western Union, αλλά δεν κατάφερε να κλείσει μία συνάντηση με στελέχη της. Όταν ζήτησε να του επιστραφεί το υλικό, το 1874, του είπαν ότι είχε χαθεί. Δύο χρόνια αργότερα ο Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ, ο οποίος μοιραζόταν ένα εργαστήριο με τον Μέουτσι, κατέθεσε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το τηλέφωνο, έκανε μία προσοδοφόρα συμφωνία με τη Western Union και αναγνωρίστηκε ως ο εφευρέτης του τηλεφώνου.
Τότε ο Αντόνιο Μέουτσι ξεκίνησε πολύχρονο δικαστικό αγώνα κατά του Μπελ, ο οποίος δεν είχε αποτέλεσμα, λόγω του θανάτου του στις 18 Οκτωβρίου 1889 κι ενώ οι φήμες που κυκλοφορούσαν έκαναν λόγο για δικαίωσή του.
Η δικαίωση για τον Αντόνιο Μέουτσι ήρθε με καθυστέρηση 113 ετών, στις 11 Ιουνίου 2002, όταν με απόφαση της η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ τον αναγνώρισε ως τον εφευρέτη του τηλεφώνου, προς μεγάλη ικανοποίηση των Ιταλών, οι οποίοι είχαν αποδυθεί σε μακροχρόνιους αγώνες για να υποστηρίξουν τα δίκαια του συμπατριώτη τους. Την επομένη, η έγκριτη ιταλική εφημερίδα «La Repubblica» καλωσόρισε την απόφαση της αμερικανικής Βουλής ως «καθυστερημένη τιμωρία του Μπελ». Ο «πονηρός Σκωτσέζος» και «σφετεριστής», όπως τον χαρακτήρισε, «έχτισε με την απιστία του απέναντι στον Μέουτσι μία αυτοκρατορία επικοινωνιών».
Γεννήσεις
1910 – Ζακ Ιβ Κουστό, γάλλος ωκεανογράφος. Γεννήθηκε στην πόλη Σαν Αντρέ Ντε Κουμπζάη, μια μικρή κωμόπολη κοντά στο Μπορντώ.
Το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε είναι βέβαιο ότι δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη μετέπειτα πορεία του, καθώς ο πατέρας του Ντανιέλ Κουστώ εργαζόταν ως νομικός σύμβουλος ενός Αμερικανού επιχειρηματία που είχε πάθος με τα ταξίδια κι ετσι ο Κουστώ έζησε τα παιδικά του χρόνια ταξιδεύοντας διαρκώς. Έμαθε κολύμπι σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών, κάτι όχι σύνηθες για την εποχή.
Το 1930 σε ηλικία 20 ετών εισήχθη στη Ναυτική Ακαδημία της Βρέστης και στο πρώτο του κιόλας εκπαιδευτικό ταξίδι πήρε μαζί του κινηματογραφική μηχανή και κατέγραψε εξωτικές σκηνές, καθώς και αλιείς μαργαριταριών στη Νότια Θάλασσα.
Υπηρέτησε ως πλοίαρχος στο Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου όπου τιμήθηκε με διάφορα παράσημα και αποστρατεύτηκε το 1948 με το βαθμό του αρχιπλοιάρχου.
Κατασκεύασε μόνος του το 1936 την πρώτη μάσκα καταδύσεων που υπήρξε ποτέ, εμπνευσμένος από τα περίεργα γυαλιά που φορούσαν οι αλιείς μαργαριταριών. Με τη μάσκα αυτή ο Κουστό έκανε συνεχείς καταδύσεις και εξερευνήσεις, καθώς όμως ήθελε να παραμείνει όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα στη θάλασσα, καταπιάστηκε με την κατασκευή στολής που θα διατηρούσε ζεστό το σώμα του, καθώς και με την κατασκευή συσκευής παροχής αέρα.
Ταυτόχρονα έφτιαξε και μια αδιάβροχη θήκη για την κάμερα, ώστε να μπορεί να κινηματογραφεί όσα έβλεπε. Με τη βοήθεια του μηχανικού Εμίλ Γκανιάν το 1943 κατάφερε να κατασκευάσει την πρώτη ολοκληρωμένη στολή αυτόνομης κατάδυσης.
Ο Κουστώ έπεισε τις στρατιωτικές και πολιτικές αρχές της Γαλλίας να δημιουργήσουν μια υποβρύχια ερευνητική ομάδα κι έτσι το 1950 ιδρύθηκε η Γαλλική Ωκεανογραφική Υπηρεσία και 2 χρόνια αργότερα το Κέντρο Εξελιγμένων Θαλασσίων Ερευνών. Ο ίδιος υπήρξε ο πρόεδρος αυτών των ιδρυμάτων. Παράλληλα είχε ήδη ξεκινήσει τα γυρίσματα των πρώτων ντοκιμαντέρ, βραβεύτηκε γι’ αυτά μάλιστα στο φεστιβάλ των Καννών.
Την ίδια χρονιά αγόρασε ένα παλιό ναρκαλιευτικό σκάφος το οποίο μετέτρεψε σε εξερευνητικό και το ονόμασε “Καλυψώ”. Μ’ αυτό ξεκίνησε να εξερευνά το βυθό της θάλασσας και το 1955 ξεκίνησε ένα ταξίδι 13.800 μιλίων που τον οδήγησε στα βάθη όλων των ωκεανών του πλανήτη, με σκοπό να καταγράψει με την κάμερα όλα όσα συνάντησε. Κατέγραψε όλη τη θαλάσσια ζωή, εξερεύνησε αμέτρητα ναυάγια, ενώ προσπάθησε να δώσει απαντήσεις σε πολλές ανθρώπινες απορίες.
1959 Χιου Λόρι, άγγλος ηθοποιός, ο «Dr House» της μικρής οθόνης.Ο Τζέιμς Χιου Κάλλουμ Λόρι, (James Hugh Calum Laurie, 11 Ιουνίου 1959), OBE, είναι Βρετανός ηθοποιός, συγγραφέας, μουσικός και σκηνοθέτης. Επαγγελματικά είναι γνωστός ως Χιου Λόρι.
Η πρώτη του επαφή με τη δημοσιότητα ήρθε μέσα από το κωμικό σίριαλ A Bit of Fry & Laurie, στο οποίο συνεργαζόταν με τον αδελφικό του φίλο Στίβεν Φράι. Σήμερα είναι παγκοσμίως γνωστός μέσα από το σίριαλ Ιατρικές υποθέσεις.
Εκτός από τη δουλειά του στην τηλεόραση, ο Χιου Λόρι είναι γνωστός και για τη συμμετοχή του σε αρκετές ταινίες όπως το Λογική και ευαισθησία, την τριλογία O ποντικομικρούλης κ.ά. Ο Λόρι είναι, παράλληλα, ο πιο ακριβοπληρωμένος τηλεοπτικός ηθοποιός με την αμοιβή του να φτάνει τις 700.000 δολάρια ανά επεισόδιο για το Ιατρικές Υποθέσεις. Παράλληλα, στην έκδοση του 2012 του βιβλίου ρεκόρ Γκίνες φιγουράρει ως ο πιο προβεβλημένος τηλεοπτικός χαρακτήρας, με το σίριαλ “Ιατρικές υποθέσεις” να προβάλλεται σε 65 χώρες και το τηλεοπτικό του κοινό να αγγίζει τα 85 εκ. θεατές παγκοσμίως.
Θάνατοι
1835 – Ανδρέας Μιαούλης. Ο Ανδρέας Βώκος, γνωστότερος με το ψευδώνυμο Ανδρέας Μιαούλης (Ύδρα, 20 Μαΐου 1769 – Πειραιάς, 11 Ιουνίου 1835) ήταν Έλληνας καραβοκύρης, πολιτικός και ναύαρχος, που διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, καθώς και στη μετέπειτα πολιτική ζωή του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Ασχολήθηκε με τη ναυτιλία αποκτώντας σημαντική περιουσία, ενώ κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 ανέλαβε την αρχηγία του ελληνικού στόλου, συμμετέχοντας με επιτυχία σε πλήθος ναυμαχιών. Αρχικά ανέλαβε την αρχηγία του στόλου της Ύδρας και εν συνεχεία την αρχηγία του ελληνικού στόλου. Υπό τη διοίκησή του ο ελληνικός στόλος συμμετείχε νικηφόρα στις ναυμαχίες των Πατρών, των Σπετσών, της Σάμου, του Γέροντα, της Μεθώνης και του κάβο Μπαμπά, ενώ ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η συμβολή του στον εφοδιασμό της πόλεως του Μεσολογγίου κατά την πολιορκία της τελευταίας. Το 1827, και με αφορμή την επικείμενη αντικατάστασή του από τον Βρετανό ναύαρχο Κόχραν, υπέβαλε την παραίτησή του από την αρχηγία του στόλου.
Με την έλευση του Ιωάννη Καποδίστρια ανέλαβε, για δεύτερη φορά, την αρχηγία του ελληνικού στόλου, συνεισφέροντας σημαντικά στην πάταξη της πειρατείας στο Αιγαίο. Εν συνεχεία όμως, ήρθε σε ρήξη με τον Καποδίστρια, παραιτήθηκε από τη θέση του γερουσιαστή και προσχώρησε στην αντιπολίτευση, η οποία είχε συγκεντρωθεί στην Ύδρα. Τον Ιούλιο του 1831, επικεφαλής μικρού στρατιωτικού σώματος αποβιβάστηκε στον Πόρο, καταλαμβάνοντας μέρος του μικρού ελληνικού στόλου και ανατινάζοντας, την 1η Αυγούστου 1831, και ύστερα από σύγκρουση με ρωσικές δυνάμεις, τη φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα». Για την αμφιλεγόμενη αυτή πράξη του, έχει επικριθεί από συγχρόνους του, αλλά και από την ιστοριογραφία.
Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια επιλέχθηκε από τη βαυαρική Αυλή ως ένας από τους τρεις Έλληνες που θα παρέδιδαν το στέμμα και το σχετικό ψήφισμα στον νεαρό τότε Όθωνα, μαζί με τους Δημήτριο Πλαπούτα και Κωνσταντίνο Μπότσαρη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ανέλαβε διάφορα αξιώματα στην οθωνική κυβέρνηση (αρχηγός του ναυτικού διευθυντηρίου, γενικός επιθεωρητής του στόλου, Σύμβουλος της Επικρατείας).
Απεβίωσε στον Πειραιά, και ενταφιάστηκε στη σημερινή Ακτή Μιαούλη. Υπήρξε ο γενάρχης των Μιαούληδων, πολυάριθμα μέλη των οποίων διετέλεσαν αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού και πολιτικοί, με σημαντικότερο τον γιο του, Αθανάσιο Μιαούλη, που διετέλεσε πρωθυπουργός του ελληνικού κράτους. Η προσφορά του τιμάται κάθε χρόνο στα Μιαούλεια, φεστιβάλ το οποίο είναι αφιερωμένο στη στρατιωτική δράση του κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων (1821-1827).
2004 – Ξενοφών Ζολώτας. Γεννήθηκε στις 26 Απριλίου 1904 στην Αθήνα. Ο πατέρας του Ευθύμιος ήταν γιός εμπόρου από τη Σπερχειάδα.
Απόφοιτος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής Αθηνών, σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και τη Λειψία και οικονομικά στο Παρίσι. To 1924 πήρε πτυχίο από την Ανωτάτη Εμπορική Σχολή Λειψίας. Το 1925 ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ των Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Λειψίας με τη διδακτορική του διατριβή «Η Ελλάς εις το στάδιον της εκβιομηχανίσεως». Αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στην Αγγλία. Το 1928 έγινε Υφηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το ίδιο έτος εξελέγη, σε ηλικία μόλις 24 ετών, Καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο νεοϊδρυθέν τότε Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου παρέμεινε τρία χρόνια. Το 1931 εξελέγη τακτικός καθηγητής στην έδρα της Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από όπου απομακρύνθηκε από τη Δικτατορία το 1968. Η έναρξη της πανεπιστημιακής του καριέρας συνέπεσε με την τετραετία 1928-1932 του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος του πρότεινε να αναλάβει τη Γενική Γραμματεία του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου. Όμως, ο Ξενοφών Ζολώτας αρνήθηκε την πρόταση, προτιμώντας να συνεχίσει το πανεπιστημιακό του έργο. Έτσι, περιορίσθηκε στη συμμετοχή του στο Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο ως Μέλος.
Ο Ξενοφών Ζολώτας επέδειξε πλούσιο συγγραφικό έργο, κυρίως οικονομικού περιεχομένου, ένα μεγάλο μέρος του οποίου έχει μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες. Το 1952 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Κατέλαβε κορυφαίες θέσεις σε ελληνικούς και διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, τη Νομισματική Επιτροπή και την Οικονομική Επιτροπή της Ευρώπης. Σημαντική ήταν η συνεισφορά του, ως Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, στη Συμφωνία Σύνδεσης Ελλάδας- ΕΟΚ το 1962, σύμφωνα με την οποία η χώρα κατέστη το πρώτο συνδεδεμένο κράτος με την κοινότητα.
Κυβερνητικό αξίωμα ανέλαβε για πρώτη φορά ως υπουργός Συντονισμού στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Δημητρίου Κιουσόπουλου. Υπουργός Συντονισμού διετέλεσε επίσης από τον Ιούλιο του 1974 έως το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αμέσως μετά το 1974, διορίστηκε Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος για τρίτη φορά, από την οποία αποχώρησε το 1981 με τον τίτλο του επίτιμου πρόεδρου της. Οι δύο προηγούμενες περίοδοι του ήταν μεταξύ Οκτωβρίου 1944 και Ιανουαρίου 1945 (διορισμένος από τον Γεώργιο Παπανδρέου) ως συνδιοικητής με τον Κυριάκο Βαρβαρέσο και μεταξύ Φεβρουαρίου 1955 και Αυγούστου 1967 (διορισμένος από τον Αλέξανδρο Παπάγο).
Τέλος, στις 23 Νοεμβρίου του 1989 ανέλαβε την πρωθυπουργία της χώρας έως τις 11 Απριλίου του 1990 ως πρόεδρος της Οικουμενικής κυβέρνησης που στήριζαν από κοινού η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και ο τότε ενιαίος Συνασπισμός της Αριστεράς. Ο Ξενοφών Ζολώτας απεβίωσε στις 11 Ιουνίου 2004 σε ηλικία 100 ετών. Ήταν παντρεμένος από το 1958 με την Καλλιρόη (Λόλα) Ρίτσου (1923-2016).
Στον Ξενοφώντα Ζολώτα αποδίδεται η ανασυγκρότηση της χώρας μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς αυτός κατάφερε με πρωτοποριακά νομισματικά μέτρα να στηρίξει ξανά την μεταπολεμική οικονομία.
————————————————————————
Πηγές: sansimera.gr, el.wikipedia
.