Άλεν Γκίνσμπεργκ | «…ανοιχτά του Περάματος»


.

Άλεν Γκίνσμπεργκ

 | Ένας μπήτνικ στο Πέραμα του 1961

«Seabattle of Salamis took place off Perama»
(Η ναυμαχία της Σαλαμίνας έγινε ανοιχτά του Περάματος
ή αλλιώς: όταν η beat generation συνάντησε Τσιτσάνη και Βαμβακάρη)


 | Οι μπήτνικς, στην δεκαετία του 1950 και στο πρώτο μισό της δεκαετίας 1960, αποτελούσαν την μεταπολεμική και αντισυμβατική γενιά, που αναζητούσε μέσα από το ταξίδι και την Τέχνη, την ουσία της ζωής και την απροσδιόριστη «Αλήθεια».

Ο Jack Kerouac από το 1948 είχε ονομάσει beat generation τους κοινωνικά αποστασιοποιημένους και ανήσυχους νεολαίους. Η λέξη beat, είχε και την έννοια του ρυθμού της τζαζ μουσικής, αλλά κυρίως την έννοια του χτυπήματος, περιγράφοντας έτσι μια «χτυπημένη γενιά» από τις αμαρτίες των προηγούμενων αλλά και από δικές τους αστοχίες και πάθη.

Το «χτύπημα» αυτό βγάζει και ένα Ουρλιαχτό, που απέδωσε το 1956, ο βασικός εκπρόσωπος της μπητ γενιάς, Άλλεν Γκίνσμπεργκ (Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου κατεστραμμένα από την τρέλα…

Ο Ουίλλιαμ Μπάροουζ άκουσε για πρώτη φορά τη λέξη beat από τον Χέρμπερτ Χάνκε, έναν αλήτη -και στη συνέχεια συγγραφέα- της Τάιμς Σκουέαρ, ο οποίος μύησε τον Μπάροουζ στην ηρωίνη. Για τον Χάνκε beat σήμαινε τον χαμένο, άγρυπνο, οξυδερκή, έκπτωτο, μοναχικό αλλά και σοφό αλήτη. Από τον Μπάροουζ, ο χαρακτηρισμός «μπιτ» πέρασε στον τότε πρωτοετή του πανεπιστημίου Κολούμπια, Άλεν Γκίνσμπεργκ και στον συγγραφέα φίλο του Τζακ Κέρουακ, ο οποίος βάφτισε μ’ αυτόν τον κύκλο των καλλιτεχνών που μοιράζονταν το «Νέο Όραμα» και προσδοκούσαν την Αναγέννηση, το ελευθέρωμα του αμερικανικού λόγου, των τεχνών αλλά και της ευρύτερης συνείδησης του αμερικανικού λαού.

Ό Άλεν Γκίνσμπεργκ
σε Αθήνα και Πειραιά το 1961


Ο Γκίνσμπεργκ στην Ακρόπολη 30/8/1961

Ήταν 29 Αυγούστου 1961, όταν ο Άλεν Γκίνσμπεργκ (1926-1997), η πιο επιφανής φιγούρα της beat generation (και της beat poetry), έρχεται στην Ελλάδα (Πειραιάς-Αθήνα) από την Ταγγέρη με το θρυλικό υπερωκεάνιο «S.S. Vulcania». Στην Ελλάδα ο Γκίνσμπεργκ θα μείνει περί τους δύο μήνες, μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου δηλαδή, και θα επισκεφθεί διάφορα μέρη (Δελφοί, Ολυμπία, Ύδρα, Μυκήνες, Κρήτη…), πριν αναχωρήσει για το Ισραήλ και από κει για την Μομπάσα (Κένυα), με τελικό προορισμό την Ινδία.

Στην Αθήνα θα μείνει στο ξενοδοχείο «Παρκ» και σε σπίτια φίλων στην πορεία, ενώ θα γνωριστεί με διάφορους Έλληνες, όπως οι ποιητές Σπύρος Μεϊμάρης και Νάνος Βαλαωρίτης, ο Πάνος Κουτρουμπούσης, ο Μίνως Αργυράκης, ο Γιώργος Κατσίμπαλης κ.ά. (όλοι αυτοί συνευρίσκονταν στο Zonar’s, στο καφενείο του Ζαχαράτου στο Σύνταγμα και αλλαχού), και βεβαίως με την Amy Mims (σύντροφος του Μίνου Αργυράκη), που θα αποδειχθεί η ξεναγός του. Στην Αθήνα ο Γκίνσμπεργκ θα βρεθεί ν’ ακούει τον Τσιτσάνη (7/9/1961) στο Φαληρικόν και συνεπαρμένος από την επαφή με το λαϊκό τραγούδι θα φθάσει να γράψει ακόμη και στίχους με στόχο να περαστούν στο μπουζούκι (!) –«Poem written in Café, intended as Bouzouki lyric»… όπως διαβάζουμε στο Journals: Early Fifties Early Sixties (Grove Press, New York, 1992)–, ενώ η Άμυ Μιμς-Σιλβερίδη, στο βιβλίο της Ο θησαυρός της Χέλεν Σάλλιβαν (Οδός Πανός, Αθήνα 2007), θυμάται σχετικώς: «Ενάμιση χρόνο αργότερα, ο αδελφικός φίλος του Γκρέγκορυ (Κόρσο) –ο Άλεν Γκίνσμπεργκ– ήρθε κι αυτός στην Ελλάδα (όταν ο Κόρσο είχε φύγει πια). Ήταν μόνος του, καθοδόν για την Ινδία».

Ξετρελάθηκε με τους ήχους του ρεμπέτικου, όταν πρωτάκουσε ένα τραγούδι του Βαμβακάρη που παιζόταν στη διαπασών, στο προπολεμικό τζουκμπόξ. Άρπαξε το στυλό του κι άρχισε να γράφει –φουριόζικα– έναν διθύραμβο για το τζουκμπόξ στο Πέραμα. Αν ήξερε τι σήμαιναν οι στίχοι του Βαμβακάρη, το αυτοσχέδιο ποίημά του θα γινόταν ένα σωστό αριστούργημα (…)

Στην Αθήνα, ο Γκίνσμπεργκ έκανε παρέα με την Ντήρντρα (σ.σ. περσόνα της ίδιας της Άμυ Μιμς) μόνο όταν ήθελε να ανακαλύψει μερικές από τις παλιές γειτονιές της πρωτεύουσας και των γύρω περιοχών. Αρχίζοντας την ξενάγηση στα πολύτιμα στέκια της οδού Αθηνάς, ο Γκίνσμπεργκ πρωτοδοκίμασε εκεί πατσά με σκορδοστούμπι, αν και του άρεσαν καλύτερα οι καραβίδες που έβραζαν μέσα στα γιγάντια καζάνια στα παλιά ταβερνάκια της Ψαραγοράς. Μια άλλη φορά πήγαν μαζί στην παραλία της Φρεαττύδας κι εκεί διάλεξαν ένα παμπάλαιο μεζεδοπωλείο για να καθίσουν. Αυτό το μεζεδοπωλείο το φώτιζαν λάμπες πετρελαίου που έριχναν τρεμουλιαστές σκιές πάνω στους ξεφλουδισμένους πράσινους τοίχους, ενώ έξω από αυτό το ταβερνάκι κρεμόταν στον αέρα μια παλιά ταμπέλα ζωγραφισμένη με μια λατέρνα και κάτι μισοσβησμένα γράμματα “Ο Μήτσος – Μεζέδες της ώρας” και στη δεύτερη αράδα, σε αλαμπουρνέζικα αγγλικά: “Ρήσεντ (δηλαδή πρόσφατες) τίτμπιτς”!

Την ίδια εποχή, η Ντήρντρα έκανε εξορμήσεις και σε άλλες παλιές γειτονιές –όπως στον “Ασύρματο” (εκείνη την περίεργη φτωχογειτονιά κοντά στον λόφο του Φιλοπάππου, γνωστή στους Έλληνες από την παλιά ταινία Συνοικία το Όνειρο)– και σε άλλες συνοικίες, όπως στο Δουργούτι, στη Νίκαια και στη Δραπετσώνα. Ήθελε να ξεναγήσει τον Γκίνσμπεργκ και σε αυτά τα σχεδόν άγνωστα λημέρια. Αλλά, τελικά, πρόλαβε να τον πάει μόνο στο Πέραμα, όμως στο αυθεντικό Πέραμα, όπως ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’60…

 


Ασύρματος

Ό Άλεν Γκίνσμπεργκ στο Πέραμα
Ακούει Βαμβακάρη και γράφει το:
«Seabattle of Salamis took place off Perama»

Το Πέραμα πριν από το τσιμεντένιο “λίφτινγκ” που έμελλε να υποστεί αργότερα… το γνήσιο πάλαι ποτέ Πέραμα, με τις παράγκες στην αμμουδιά, λίγα μέτρα από τη θάλασσα… το Πέραμα με τα φτηνά πολύχρωμα φωτάκια κρεμασμένα πάνω από τα πρόχειρα “περιβολάκια” (δηλαδή, κάτι ασβεστωμένα κονσερβοκούτια με κάτι εύρωστα κόκκινα γεράνια)… το Πέραμα με τα όμορφα ναυτάκια, που λες και είχαν βγει από τους πίνακες του Τσαρούχη και που συνόδευαν συχνά τον μεγαλοπρεπή Λόρδο της Αθηναϊκής Κοινωνίας, τον πρώτο δοξασμένο αεροπόρο της Ελλάδας, τον Θάνο Βελλούδιο.

 


Πέραμα

Με μια τέτοια ομήγυρη, η Ντήρντρα χάρηκε μια αξέχαστη βραδιά στο παλιό Πέραμα παρέα με τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ. Εκείνος ξετρελάθηκε με τους ήχους του ρεμπέτικου όταν πρωτάκουσε ένα τραγούδι του Βαμβακάρη, που παιζόταν στη διαπασών στο προπολεμικό τζουκμπόξ. Άρπαξε το στυλό του κι άρχισε να γράφει –φουριόζικα– έναν διθύραμβο για το τζουκμπόξ στο Πέραμα. Αν ήξερε και τι σήμαιναν οι στίχοι του Βαμβακάρη, το αυτοσχέδιο ποίημά του θα γινόταν ένα σωστό αριστούργημα.

«Seabattle of Salamis took place off Perama»
(Η ναυμαχία της Σαλαμίνας έγινε ανοιχτά του Περάματος)

Αν δεν ήταν η αφεντιά σου Κύριε Τζουκμπόξ
με την αλουμινένια κοιλιά σου που μουγκρίζει
και τα τριάντα δόντια σου να καταπίνουν τις βρώμικες δραχμές
και τα μάτια σου σε όλο τον κόσμο,
φωτεινά μάτια, μωβ διαμάντια
και τον λευκό εγκέφαλό σου
που περιστρέφεται με τους μαύρους δίσκους του
σε κάθε μπαρ από τη Γιοκοχάμα μέχρι τον Πειραιά
γνέφοντας με το βλέμμα
και ακτινοβολώντας κάθε Σαββατόβραδο
τι σιωπή θα ‘ταν αυτή, αντί για τ’ αγόρια που φωνάζουν
και χορεύουν όπου κι αν πάω–

Χαίρε Τζουκμπόξ του Περάματος,
με τους συνοδούς τραγουδιστές σου
και τους νέους και τις πόρνες και τις φωτεινές βεράντες,
εκεί που τα παιδιά χοροπηδάνε με τη σαματατζίδικη μουσική σου ζωηρά πάνω από τον μαύρο ωκεανό
είναι οι νέγρικες φωνές που ουρλιάζουν χίλια χρόνια πίσω
σε ριγέ παντελόνια,
ροζ πουκάμισα, λουστρίνια στα λιγνά βρώμικα πόδια τους
πάνινα παπούτσια και πράσινα πουλόβερ,
χαλαρά κρεμασμένα μπράτσα,
μαλλιά, πόδια, γοφοί και μάτια !

Πηδάνε και χαίρονται αυτή την ώρα
πάνω από τα οστά των Περσών–
γέρνοντας προς το φως με ερωτικά βήματα,
νόστιμο χαζογελάκι και δόντια νεανικά,
και λουλούδια στ’ αυτιά

– Απόηχοι του Χάρλεμ στην Αθήνα!
Χαιρετώ σε θλιμμένη Νέα Υόρκη!
Χαίρε σαματατζίδικη μουσική
σε όποιο μέρος το τζουκμπόξ παίζει ΠΟΛΥ ΔΥΝΑΤΑ
γιατί οι Μούσες ξεχύθηκαν στον κόσμο πάλι,
με τις μεγάλες μαύρες φωνές τους και τα μπουζουκομπλούζ
οι μούσες με τα μπόνγκος, τις κιθάρες, τ’ ακορντεόν
και τα ηλεκτρικά μικρόφωνα
Το τσα-τσα-τσα κάνει την Αβάνα ευτυχισμένη,
το μάμπο ξεσηκώνει το καθωσπρέπει Λονδίνο
Η λύρα και το φτηνό κλαρίνο προφητεύουν στους Δελφούς!
Η Κρήτη χαίρεται και πάλι !

Ο Παναγιώτης να χορεύει ζεϊμπέκικο μεθυσμένος,
έχοντας πιει έναν κρατήρα,
ο Γιώργης να χτυπάει τα τακούνια του
και να κλωτσάει το κεφάλι του Κέρβερου!
Το ντούμπι-ντούμπι βασιλεύει για πάντα στις ακτές!
Μια δραχμή για ένα Μπλακ Τζακ,
μια δραχμή φέρνει την «Αχάριστη»
και πάλι, το «Γιατί-δε-με-θες» Αποκαλυπτικό ροκ,
«Άνοιξε την πόρτα, Ρίτσαρντ», «Σου κάνω μάγια»,
Τέλος της Ιστορίας Ραγκ !»

Για τα λαϊκά μαγαζιά του Περάματος και των γύρω περιοχών εκείνης την εποχής έχει μιλήσει και ο Πάνος Κουτρουμπούσης (συνέντευξη στον Νίκο Μητρογιαννόπουλο, στο περιοδικό «Λαϊκό Τραγούδι» #22, 2-3/2008). Ο Κουτρουμπούσης είχε ετοιμάσει, το 1962, μια ταινία μικρού μήκους, ένα ντοκιμαντέρ υπό τον τίτλο Από μπουζούκια σε μπουζούκια» και προσπαθεί να θυμηθεί, χρόνια αργότερα, τις ταβέρνες στις οποίες γύρισε σκηνές – μία απ’ αυτές φαίνεται πως είναι και η ταβέρνα που είχε πάει ο Γκίνσμπεργκ με την Άμυ Μιμς!

«Θυμάμαι ονόματα από κέντρα, αλλά όχι όλα. Εγώ ήμουνα απρόσεκτος τότε και ούτε ονόματα μουσικών έπαιρνα, γι’ αυτό και δεν κάναμε πολλή συζήτηση. Κοιτάγαμε πότε θα στήσει το τρίποδο ο οπερατέρ κι έτσι δεν είχαμε επαφή συνεχή. Ούτε καν το σκέφτηκα ότι πρέπει να γίνει κι αυτό, να παίρνω ονόματα μουσικών, συγκροτημάτων και κέντρων. Ας πούμε, του Αγγελόπουλου ήταν η “Μαντουμπάλα”. Στον Παγιουμτζή και στον Βαμβακάρη ήτανε του “Βρανά”, σχεδόν εκ των υστέρων το κατάλαβα. Ένα, λοιπόν, λεγόταν “Το Κέφι”. Ένα άλλο, αυτό όπου μαζευόντουσαν οι ναύτες, που ήταν τζουκμπόξ μονάχα, λεγόταν “Η Μαρίδα”. Κάτι τέτοια. Του Αγγελόπουλου, βέβαια, δεν ήταν στο Πέραμα, κάπου προς το Φάληρο ήτανε. Ο Καραπατάκης ήταν αλλού πάλι αυτός, δεν ήταν στο Πέραμα. Επίσης, εκεί που ήταν ο Πολίτης κι αυτό ήταν αλλού. Στο Πέραμα ήτανε δυο-τρία απ’ αυτά που είναι στην ταινία, στη σειρά όλα, λαϊκά συγκροτήματα, μάλλον άγνωστα».

 


Η ταβέρνα Μαρίδα στο Πέραμα στην οποία ο Γκίνσπεργκ ίσως έγραψε το ποίημα
«Seabattle of Salamis took palce off Perama»
(Από την ταινία του Πάνου Κουτρουμπούση «Από μπουζούκια σε μπουζούκια»)

Το «Seabattle of Salamis took place off Perama» τυπώθηκε στο πρώτο τεύχος του αγγλόφωνου «Residu», του μοναδικού για την Ελλάδα των sixties underground περιοδικού, που τύπωσε ο Αμερικανός Daniel Richter στην Αθήνα, την άνοιξη του 1965 (γνωστότερος, ο Richter, από την παρουσία του στην ταινία “2001: A Space Odyssey” του Στάνλεϊ Κιούμπρικ).  Στο «Residu» διάβαζες ποιήματα και αφηγήσεις ποιητών και λογοτεχνών του underground που είχαν περάσει, οι περισσότεροι τουλάχιστον, εκείνη την εποχή από την Αθήνα – που ήταν, τότε, ένα ακόμη κέντρο της σχετικής κουλτούρας στην Ευρώπη.

 


Αριστερά: Εξώφυλλο του Residu,
του μοναδικού για την Ελλάδα των sixties underground περιοδικού,
που τύπωσε ο Αμερικανός Daniel Richter στην Αθήνα την Άνοιξη του 1965.
Δεξιά: Κολάζ του Charles Henri ford με τον Άλλεν Γκινσπεργκ ως βασικό θέμα
(Πηγή Resibu 1-1 Spring ’65).

«Έναν καταραμένο χουντικό χειμώνα, βράδυ αργά, στο σπίτι ενός φίλου μεγαλύτερου σε ηλικία. Πάνω στο τραπέζι, κονιάκ, ηλιόσποροι, 100 χιλιάδες τσιγάρα στα τασάκια και κάτω από το μπουκάλι, ένα παράξενο περιοδικάκι. Τα «Panderma» του Λεωνίδα Χρηστάκη.

»Είπαμε. Καλοί και άγιοι ο Βάρναλης κι ο Παλαμάς, ο Καβάφης και ο Σεφέρης, αλλά η εικοσάχρονη αγωνία μας ζητούσε έναν άλλο καθρέφτη, για να αναγνωρίσει μέσα του, το δικό της είδωλο. Επί ένα μήνα τα «Panderma», έγιναν η κύρια ασχολία μας. Επιτέλους, μας είχε αποκαλυφθεί το «γλωσσικό αντίστοιχο» του ροκ ήχου, που από μόνος του δεν έφτανε για να ξεδιαλύνει την εικόνα στον καθρέφτη. Δυο – τρία (μεταφρασμένα στα ελληνικά) ποιήματα του Άλλεν Γκίνσμπεργκ, δυο – τρία του Γκρέγκορυ Κόρσο, ένα απόσπασμα από Τζακ Κέρουακ. Να ’ναι καλά εκεί που είναι ο Λεωνίδας Χρηστάκης με τα «Panderma» του. Μετά από εκείνο το βράδυ, το ροκ πήρε μέσα μας άλλη διάσταση και άλλο βάρος. Αρχίσαμε σιγά σιγά να βλέπουμε τις συγγένειες των beat ποιητών με τους στίχους των Doors, του Lou Reed, των Rolling Stones,η εικόνα έγινε πιο σαφής, και επιτέλους, όλα δέσανε μεταξύ τους.»[3]

 


Ο Άλεν Γκίνσμπεργκ το 1994 στη Βενετία, μπροστά από ένα πόστερ του 1961 με διάφορους beat ποιητές.
Από αριστερά: Πίτερ Ορλόβσκι (καθιστός), Γουίλιαμ Μπάροουζ, Άλεν Γκίνσμπεργκ, Άλαν Άνσεν,
Γκρέγκορι Κόρσο (καθιστός), Πολ Μπόουλς, Ίαν Σόμερ. (Φώτο:Marcello Mencarini/Leemage/AFP)

 

Ο Άλλεν Γκίνσμπεργκ πέθανε στις 5 Απριλίου του 1997, από καρκίνο του ήπατος στη Νέα Υόρκη.

Το έργο του αποτελεί σημείο αναφοράς στην μεταμοντέρνα ποίηση, επηρεάζοντας σημαντικά, μαζί με τους συντρόφους του, τη λογοτεχνία του 20ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια της σχολικής ζωής του, θα έρθει σε επαφή με έργα σπουδαίων ποιητών, ωστόσο ως μαθητής θα γοητευτεί ιδιαίτερα από την ποίηση του Walt Whitman, από τον οποίο θα επηρεαστεί σημαντικά. Ασπάζεται την αντίληψη πως οι προσωπικές εμπειρίες και οι σκέψεις ενός ανθρώπου μπορούν να έχουν απήχηση στο κόσμο. Αυτή η αντίληψη αποτέλεσε το θεμέλιο λίθο του έργου του. Με το «Ουρλιαχτό» του η «γενιά των Μπιτ» είχε αποκτήσει το εμβληματικό της ποίημα.

Η παραμονή του στην Ινδία συνδυάστηκε με μία ευρύτερη πνευματική και θρησκευτική αναζήτηση του, που κατέληξε στο να ασπαστεί το βουδισμό. Επέστρεψε στην Αμερική το 1963 συμμετέχοντας στο Συνέδριο Ποίησης του Βανκούβερ μαζί με αρκετούς ακόμα σύγχρονους πειραματικούς ποιητές. Στην περίοδο του πολέμου του Βιετνάμ συμμετείχε ενεργά στις αντιπολεμικές διαδηλώσεις ενώ σε όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και 1980 είχε γενικά έντονη πολιτική δράση, με συμμετοχή σε κινήματα υπέρ των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, κατά της κατοχής πυρηνικών όπλων ή για την προστασία του περιβάλλοντος.

Αποτέλεσε μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων, ιδιότητα με την οποία προσπάθησε να προωθήσει το σύνολο της μπητ λογοτεχνίας, ενώ το 1986 έγινε επίτιμος καθηγητής φιλολογίας στο Brooklyn College.

 

————————————————————————————————————————-

ΠηγέςΦώντας Τρούσας, Όταν ο ποιητής Άλεν Γκίνσμπεργκ επισκέφτηκε το Πέραμα, ανακτήθηκε από https://www.lifo.gr | https://el.wikipedia.org/Άλλεν Γκίνσμπεργκ |
Παραπομπές: 1. Η σύντροφος του Μίνου Αργυράκη | 2. Περσόνα της ίδιας της Άμυ Μιμς | 3. Αδελφοί Κατσιμίχα, από το CD με ένθετο βιβλίο: Beat Poetry
——–————————————————
Επιμέλεια Λ.Τ.


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *