Μνήμη χρονολογίου της 25ης Οκτωβρίου


.

Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν»

25 Οκτωβρίου

Είναι η 299η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο
Υπολείπονται 67 ημέρες για τη λήξη του
🌅  Ανατολή ήλιου: 07:43 – Δύση ήλιου: 18:35 – Διάρκεια ημέρας: 10 ώρες 53 λεπτά
🌗  Σελήνη 22.2 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Χρυσάνθη, Χρυσάφιο, Χρυσάφη, Χρυσαφένια

Γεγονότα

 

1822 – Αρχίζει η πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου από τους Ομέρ Βρυώνη και Κιουταχή. Στο πλευρό των Οθωμανών βρίσκονται και οι έλληνες οπλαρχηγοί Βαρνακιώτης, Μπακόλας, Ίσκος, Ράγκος και Βαλτινός.

Μετά την συντριβή των ελληνικών σωμάτων, όπου σκοτώθηκαν και πολλοί φιλέλληνες στην Μάχη του Πέτα (4 Ιουλ. 1822) οι τουρκικές δυνάμεις υπό την αρχιστρατηγία του Ομέρ Βρυώνη κατευθύνονται προς τη Δυτική Ελλάδα και ανασυντάσσονται στο Βραχώρι (σημ. Αγρίνιο) δύο ώρες πεζοπορία από το Μεσολόγγι.

Η αντίσταση των ελληνικών σωμάτων στο Κεφαλόβρυσο Αιτωλοκαρνανίας,(κοντά στο Αιτωλικό) δεν κράτησε παρά ελάχιστες ώρες και κατά τον ιστορικό Τρικούπη «οι μεν εντόπιοι οπλαρχηγοί ανέβησαν στα βουνά, ο δε Κίτσος (Γεώργιος) και ο Μπότσαρης εισήλθαν καταδιωκόμενοι υπό των εχθρών και κακώς έχοντες εις Μεσολόγγι» (με τριάντα πέντε άνδρες), όπου είχε καταφύγει τέσσερις ημέρες προτού και ο Μαυροκορδάτος».

Οι πολιορκούμενοι ήταν 458 κατά Τόμας Γκόρντον, ενώ ο Τρικούπης κάνει αναφορά για 360 άνδρες. Ο Σπηλιάδης μετράει 550 Ρουμελιώτες και 50 Σουλιώτες. Ο Μαυροκορδάτος, που είχε σπουδάσει οχυρωματική στη Γενεύηα[›] επιδιορθώνει το τείχος και τους προμαχώνες και καθαρίζει τις τάφρους και προσδένει πολλές ξιφολόγχες που είχε βρει στις αποθήκες σε ξύλα ώστε να φαίνονται οι αμυνόμενοι πολλοί.

Όσοι δεν πρόλαβαν να οχυρωθούν στο Μεσολόγγι επιβιβάστηκαν στο μικρό νησί της Καλάμου που τότε τελούσε υπό αγγλική κυριαρχία, αλλά ο αρμοστής Τόμας Μαίτλαντ τους θεώρησε ανεπιθύμητους επαναστάτες και τους κατεδίωξε με αποτέλεσμα να περιφέρονται πλέον στους καλαμώνεις του Αμβρακικού κόλπου και του Αχελώου επιδιδόμενοι σε κλεφτοπόλεμο. Μετά τη λύση της πολιορκίας αυτοί οι συμφοριασμένοι και όχι απελπισμένοι, προξενούν σημαντικές ζημίες στις εφοδιοπομπές των Τούρκων. Το πόσοι επέζησαν απ΄αυτούς μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου (Απρ. 1826) δεν μπορούμε να γνωρίζουμε.

 

1922 – Η ανακριτική επιτροπή υπό τον Θεόδωρο Πάγκαλο παραπέμπει με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας τον πρώην αρχιστράτηγο της Στρατιάς της Μικράς Ασίας Γεώργιο Χατζηανέστη, τους πολιτικούς Δημήτριο Γούναρη, Νικόλαο Στράτο, Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη, Νικόλαο Θεοτόκη, Γεώργιο Μπαλτατζή, τον υποστράτηγο ε.α. Ξενοφώντα Στρατηγό και τον υποναύαρχο ε.α. Μιχαήλ Γούδα.

Ο Γεώργιος Χατζανέστης ή Χατζηανέστης (3 Δεκεμβρίου 1863 – 15 Νοεμβρίου 1922) ήταν Έλληνας αξιωματικός του πυροβολικού που διετέλεσε διοικητής της Στρατιάς της Μικράς Ασίας από τον Μάϊο του 1922 μέχρι και τις 24 Αυγούστου 1922. Κατά τη διάρκεια της ηγεσίας του εκδηλώθηκε η τουρκική αντεπίθεση που οδήγησε στην Μικρασιατική Καταστροφή.

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα συνελήφθη από την επαναστατική κυβέρνηση και στις 25 Οκτωβρίου 1922 παραπέμφθηκε σε έκτακτο στρατοδικείο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Κατά την απολογία του στο δικαστήριο που ακολούθησε, και που έμεινε στην ιστορία ως Δίκη των έξι, απέδωσε την ήττα του στρατεύματος σε ψυχολογικά αίτια λόγω παράτασης της εκστρατείας.

Σήμερα γίνεται αποδεκτό ότι η κατηγορία περί εσχάτης προδοσίας δεν είχε βασιμότητα ούτε ως προς το ουσιαστικό ούτε ως προς το νομικό της μέρος. Στις 15 Νοεμβρίου 1922 το δικαστήριο ανακοίνωσε την ενοχή των έξι από τους οκτώ κατηγορουμένους για το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας και τους καταδίκασε στην ποινή του θανάτου, η οποία και εκτελέστηκε το επόμενο πρωί στο Γουδή, όπου και ενταφιάστηκαν. Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης αρνήθηκε να του δέσουν τα μάτια ενώ αναφώνησε “Η μόνη μου εντροπή είναι ότι υπήρξα αρχιστράτηγος φυγάδων”.

Το 2010, κρίθηκε ότι πρέπει να γίνει επανάληψη της δίκης λόγω νέων στοιχείων και αθωώθηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι λόγω παραγραφής.

 

1925 – Δημοτικές εκλογές διεξάγονται στην Ελλάδα. Δήμαρχος Αθηναίων εκλέγεται ο Σπυρίδων Πάτσης, Πειραιώς ο Τάκης Παναγιωτόπουλος και Θεσσαλονίκης ο Μηνάς Πατρίκιος, ο οποίος είναι και ο πρώτος εκλεγμένος Δήμαρχος της συμπρωτεύουσας. Γεννήθηκε το 1888 στην Καλλικράτεια της Ανατολικής Θράκης.

Ο Μηνάς Πατρίκιος ήταν επικεφαλής της Ανωτάτης Επιτροπής Προσφύγων, που συσπείρωνε πρόσφυγες ανεξαρτήτου τοπικής καταγωγής, οι οποίοι διαφωνούσαν με τον εναγκαλισμό της Προσφυγικής Συνομοσπονδίας με τα βενιζελικά κόμματα. Ο Πατρίκιος από το βήμα του Γ΄ Παμπροσφυγικού Συνεδρίου (Απρίλιος 1925) είχε δηλώσει: «Με κυβερνήσεις συντηρητικάς και απολυταρχικάς δεν λύεται το αγροτικόν ζήτημα… Μη ελπίσωμεν από τας σημερινάς κυβερνήσεις λύσιν. Προτείνω λοιπόν όπως ο προσφυγικός κόσμος συσσωματωθή εις κόμμα Εργατοαγροτικόν […] Από απόψεως οικονομικής είμεθα προλετάριοι. Οι πόλεμοι μάς διεμόρφωσαν ούτως, ώστε είνε αδύνατον να ταχθώμεν με την τάξιν των κεφαλαιοκρατών».

Τον Οκτώβριο του 1925 πήρε μέρος στις δημοτικές εκλογές της Θεσσαλονίκης, με τη στήριξη από το Εργατικό Κέντρο, το ΚΚΕ, το προσφυγικό στοιχείο της πόλης και μερίδα του Λαϊκού Κόμματος. Κάνοντας την έκπληξη, ο Πατρίκιος πρώτευσε στις εκλογές συγκεντρώνοντας 5.279 ψήφους (ποσοστό 30%) και επικρατώντας του βενιζελικού υποψηφίου Κωνσταντίνου Αγγελάκη, ο οποίος έλαβε 4,536 ψήφους (ποσοστό 26%).[3] Όμως ο δικτάτορας Θεόδωρος Πάγκαλος ακύρωσε τις εκλογές συνεπικουρούμενος από τους πολιτευτές (τόσο του Λαϊκού όσο και του Κόμματος Φιλελευθέρων) και προκήρυξε νέες για το Δεκέμβριο. Σε εκείνες τις επαναληπτικές εκλογές ο Πατρίκιος εξελέγη κε νέου Δήμαρχος, αποσπώντας το 50,6% των ψήφων έναντι 31,1% για τον υποστηριζόμενο από τον Πάγκαλο Κ. Αγγελάκη.

Το 1926 λίγο πριν αναλάβει καθήκοντα η νέα Δημοτική Αρχή, με διαταγή του δικτάτορα Πάγκαλου, αποπέμφθηκαν 7 δημοτικοί σύμβουλοι από την πλειοψηφία “ως κομμουνιστές” και αντικαταστάθηκαν από άλλους της μειοψηφίας. Τον Αύγουστο το καθεστώς απέλυσε το νέο Δήμαρχο, ο οποίος επανήλθε το 1927 και αποπέμφθηκε ξανά στις 9 Ιουνίου 1929. Στις επόμενες δημοτικές εκλογές, το 1929, ο Πατρίκιος ηττήθηκε από τον φιλοβασιλικό Νικόλαο Μάνο.

Εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης με την Εθνική Προοδευτική Ένωση Κέντρου στις βουλευτικές εκλογές του 1950 και επανεξελέγη το 1951. Από τις 11 Σεπτεμβρίου ως τις 11 Οκτωβρίου 1952 στην κυβέρνηση Πλαστήρα χρημάτισε υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Υπηρέτησε επίσης ως δεύτερος αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής. Επίσης, διετέλεσε τρίτος αντιπρόεδρος της Βουλής.

Μετά το 1952 έγινε μέλος του ΔΚΕΛ και υποστηρίχθηκε από την ΕΔΑ στις δημοτικές εκλογές του 1954 για το Δήμο Θεσσαλονίκης. Ο Πατρίκιος συγκέντρωσε ποσοστό 36,84% των ψήφων και επικράτησε 3 ακόμα υποψηφίων. Έτσι ανέλαβε για δεύτερη φορά στο αξίωμα του Δημάρχου Θεσσαλονίκης την περίοδο 1955-1959.

Το 1957 εξέφρασε την αντίθεσή του στο ξήλωμα των γραμμών του Τραμ Θεσσαλονίκης και στο λεωφορειακό μονοπώλιο του νεοϊδρυθέντος ΟΑΣΘ που επιβλήθηκε από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ως Δήμαρχος ενεργοποίησε τα αδρανή κληροδοτήματα για την ενίσχυση του Δημοτικού Νοσοκομείου και του Δημοτικού Βρεφοκομείου. Κηδεύτηκε με δημοτική δαπάνη από τον ναό της Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη. Απεβίωσε στις 5 Δεκεμβρίου 1960.Κηδεύτηκε με δημοτική δαπάνη από τον ναό της Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη.

 

1962 – Ο αμερικανός συγγραφέας Τζον Στάινμπεκ βραβεύεται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο κορυφαίος αμερικανός συγγραφέας Τζον Ερνστ Στάινμπεκ (John Ernst Steinbeck) γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 1902, στο Σαλίνας της Καλιφόρνια. Τα πρώιμα έργα του είναι τοποθετημένα εκεί, στην Κοιλάδα του Σαλίνας, την εύφορη αγροτική περιοχή κοντά στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ κατά διαδοχικά διαστήματα από το 1920 ως το 1926, αλλά δεν πήρε πτυχίο.

Λόγω οικονομικών δυσχερειών της οικογένειάς του υποχρεώθηκε να εξασκήσει διάφορα επαγγέλματα. Έτσι, δούλεψε ως εργάτης, ξυλουργός, ελαιοχρωματιστής, δημοσιογράφος. Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε ανταποκριτής στην Ευρώπη της εφημερίδας Herald Tribune, ενώ κατά τη διάρκεια της καριέρας του συνεργάστηκε με διάφορα περιοδικά και εφημερίδες.

Οι πρώτες του λογοτεχνικές απόπειρες υπήρξαν τα μυθιστορήματα: «Το χρυσό Κύπελλο», «Οι ουράνιες βοσκές», «Σε έναν άγνωστο Θεό», «Η κοιλάδα της Τορτίλα». Ακολούθησαν τα πραγματικά αριστουργήματά του: «Άνθρωποι και ποντίκια» (1937) και «Τα σταφύλια της οργής» (1938), που γνώρισαν τεράστια επιτυχία και καθιέρωσαν τον συγγραφέα ως ένα από τους σημαντικότερους αμερικανούς λογοτέχνες. Από τα τελευταία μυθιστορήματά του, το πιο γνωστό είναι το «Ανατολικά της Εδέμ» (1952), το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Ελία Καζάν με πρωταγωνιστή τον Τζέιμς Ντιν.

Ο Στάινμπεκ υπήρξε πολυγραφότατος. Έγραψε 17 μυθιστορήματα και πάρα πολλά διηγήματα. Βραβευθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1962, με το βραβείο Πούλιτζερ το 1940 για «Τα σταφύλια της οργής» και ήταν μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας από το 1948. Πέθανε στις 20 Δεκεμβρίου του 1968, στη Νέα Υόρκη.

 

1983 – 1.800 αμερικανοί πεζοναύτες, υποστηριζόμενοι από 300 στρατιώτες αγγλόφωνων νήσων της Καραϊβικής, εισβάλουν στο νησί της Γρενάδας.

Οι Αμερικανοί κατηγορούν την κυβέρνηση του μικροσκοπικού αυτού κράτους ότι επηρεάζεται από τους Κουβανούς και τους Σοβιετικούς. Η Γρενάδα είναι ένα μικρό νησιωτικό κράτος της Ανατολικής Καραϊβικής, με έκταση 348 τετραγωνικά χιλιόμετρα (λίγο μικρότερη από τη Ζάκυνθο) και πληθυσμό 103.000 κατοίκων. Γνωστό παλαιότερα ως νησί των μπαχαρικών, κέρδισε την ανεξαρτησία του από τη Μεγάλη Βρετανία στις 7 Φεβρουαρίου 1974.

Πέντε χρόνια αργότερα, το αριστερό κίνημα Νιου Τζούελ (New Jewel Movement), που έχαιρε λαϊκής υποστήριξης, οργάνωσε αναίμακτο πραξικόπημα και εγκαθίδρυσε επαναστατική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον χαρισματικό μαρξιστή ηγέτη Μόρις Μπίσοπ. Οι σχέσεις της Γρενάδας με τις γειτονικές λατινοαμερικάνικες χώρες γνώρισαν ένταση, καθώς το νέο καθεστώς προσανατολίστηκε προς την Κούβα και το σοβιετικό μπλοκ.

Γρήγορα, όμως, εκδηλώθηκαν αντιθέσεις στους κόλπους της επαναστατικής κυβέρνησης, ιδιαίτερα όταν ο Μπίσοπ επιδίωξε στενότερες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 12 Οκτωβρίου 1983 εκδηλώθηκε πραξικόπημα, κουβανικής εμπνεύσεως, με αρχηγό τον στρατηγό Χάντσον Όστιν. Ο Μπίσοπ συνελήφθη και επτά ημέρες αργότερα εκτελέστηκε.

Οι Αμερικανοί, τότε, αποφάσισαν να αναλάβουν δράση συνεπικουρούμενοι από τον «Οργανισμό των Κρατών της Ανατολικής Καραϊβικής» (OECS). Ήταν μία ευκαιρία για τον πρόεδρο Ρόναλντ Ρίγκαν να αποδείξει την αποφασιστικότητα της χώρας του και την ισχύ των αμερικανικών όπλων μετά το στραπάτσο του Βιετνάμ (1975) και της διάσωσης των αμερικανών ομήρων στο Ιράν (1979).

Στις 25 Οκτωβρίου 1983 – δύο ημέρες μετά τη βομβιστική επίθεση στην Βηρυτό που στοίχισε τη ζωή σε 243 αμερικανούς πεζοναύτες – στρατεύματα των ΗΠΑ, μαζί με μία μικρή δύναμη στρατού και αστυνομίας από τον OECS, συνολικής δύναμης 8.000 ανδρών, εισέβαλαν στη Γρενάδα. Οι δυνάμεις εισβολής βρήκαν ισχυρή αντίσταση από τον στρατό της Γρενάδας (1.200 άνδρες) και τους κουβανούς στρατιώτες και εργαζόμενους στο νησί, περί τους 700 άνδρες.
Μέχρι τα μέσα Νοεμβρίου, η αντίσταση εξασθένησε και οι αμερικανοί εισβολείς επικράτησαν ολοσχερώς. Ο γενικός κυβερνήτης της Γρενάδας σερ Πολ Σκουν ανακοίνωσε ότι τη διακυβέρνηση της χώρας αναλαμβάνει ένα συμβουλευτικό όργανο μέχρι τ διεξαγωγή γενικών εκλογών, οι οποίες έγιναν τον επόμενο χρόνο κι έφεραν στην εξουσία την κυβέρνηση του κεντροαριστερού Χέρμπερτ Μπλέιζ.

Έως τις 15 Δεκεμβρίου 1983, όλες οι μάχιμες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών αποσύρθηκαν από τη Γρενάδα, ενώ οι Κουβανοί επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Οι απώλειες για τους Αμερικανούς ήταν 19 νεκροί και 116 τραυματίες και για τους Γρεναδίνους 45 νεκροί και 345 τραυματίες. Οι Κουβανοί έχασαν 25 άνδρες, ενώ οι τραυματίες ανήλθαν σε 60.

Η εισβολή στη Γρενάδα επιδοκιμάστηκε από την αμερικανική κοινή γνώμη, ενώ ξεσήκωσε πλήθος διαμαρτυριών σε όλο τον κόσμο και από συμμάχους των ΗΠΑ, όπως η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς. Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν κατηγορηματικά αντίθετη με την εισβολή στην πρώην αποικία του Στέμματος, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση του Ρίγκαν, ο οποίος της υπενθύμισε την αμερικανική συμπαράσταση στον πόλεμο των Φόκλαντς, ένα χρόνο νωρίτερα. Απόπειρα να εκδοθεί καταδικαστικό ψήφισμα από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις 28 Οκτωβρίου προσέκρουσε στο βέτο των ΗΠΑ.

 

Γεννήσεις

 

1825 – Γιόχαν Στράους (υιός), αυστριακός συνθέτης. Διάσημος αυστριακός συνθέτης χορευτικής μουσικής. Συνέθεσε πάνω από 500 βαλς, πόλκες και καντρίλιες, ενώ διέπρεψε και στην οπερέτα. Έμεινε στην ιστορία της μουσικής ως o «βασιλιάς του βαλς».

Ο Γιόχαν Στράους (Johann Strauss) γεννήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1825 στη Βιέννη και ήταν ο μεγαλύτερος γιος του συνθέτη Γιόχαν Στράους του πρεσβύτερου (1804-1849), του επονομαζόμενου και «πατέρα του βαλς». Επειδή ο πατέρας του επιθυμούσε γι’ αυτόν ένα επάγγελμα που δεν θα είχε σχέση με τη μουσική, ο νεαρός Γιόχαν άρχισε τη σταδιοδρομία του ως τραπεζικός υπάλληλος.

Ωστόσο, σπούδασε κρυφά βιολί με την ενθάρρυνση της μητέρας του και όταν ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια, ένοιωσε απελευθερωμένος και αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική. Το 1844 δημιούργησε τη δική του μικρή ορχήστρα και πρωτόπαιξε σ’ ένα βιενέζικο εστιατόριο.

Το 1849, όταν ο πατέρας του πέθανε, ο Γιόχαν συγχώνευσε την ορχήστρα του με εκείνη του πατέρα του και ξεκίνησε μία περιοδεία, στην οποία περιέλαβε τη Ρωσία (1865-1866) και την Αγγλία (1869), γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία. Το 1870 παραχώρησε τη διεύθυνση τhς ορχήστρας στους δύο αδελφούς του, Γιόζεφ Στράους (1827-1870) και Έντουαρτ (1835-1916). Το 1872 διηύθυνε κοντσέρτα στη Νέα Υόρκη και τη Βοστώνη.

Από τα πολυάριθμα βαλς που έγραψε διασημότερα είναι τα: «Ο ωραίος γαλάζιος Δούναβης» («An der schönen blauen Donau», 1867), το κύριο θέμα του οποίου αναδείχθηκε σε μία από τις δημοφιλέστερες μελωδίες της μουσικής του 19ου αιώνα, «Παραμύθια από το δάσος της Βιέννης» («Geschichten aus dem Wienerwald», 1868), «Κρασί, γυναίκα και τραγούδι» («Wein, Weib und Gesang», 1869), «Βιεννέζικο αίμα» («Wiener Blut», 1871) και «Αυτοκρατορικά βαλς» (Kaiser-waltzer, 1888).

Από τις πόλκες του, πιο γνωστή είναι η «Tritsch-Tratsch-Polka» («Η Πόλκα του κουτσομπολιού» σε ελεύθερη μετάφραση) και για μας τους Έλληνες «Η Πόλκα των Ελλήνων» (Hellenen-Polka,1858), που συνέθεσε για τον πολιτικό και οικονομικό μεγαλοπαράγοντα της Βιέννης, τον ελληνικής καταγωγής βαρώνο Σίμωνα Σίνα. Από τα σκηνικά του έργα, η «Νυχτερίδα» («Die Fledermaus», 1874) αποτελεί κλασικό δείγμα βιενέζικης οπερέτας, ενώ την ίδια επιτυχία είχε «Ο Βαρώνος Ατσίγγανος» (Der Zigeunerbaron, 1885). Ξεχωριστή θέση στο έργο του έχουν και οι οπερέτες «Καρναβάλι στην Ρώμη» (Karneval in Rom, 1873) και «Μία Νύχτα στην Βενετία» («Eine Nacht in Venedig», 1883).

Τη μουσική του, αν και κατατάσσεται στην ελαφρά, θαύμαζαν συνθέτες του διαμετρήματος του Γιοχάνες Μπραμς, του Ρίχαρντ Βάγκνερ και του Ρίχαρντ Στράους (απλή συνωνυμία). Ο Γιόχαν Στράους παντρεύτηκε τρεις φορές, αλλά δεν απέκτησε παιδιά. Πέθανε από πνευμονία στη Βιέννη στις 3 Ιουνίου 1899.

 

1881 – Πάμπλο Πικάσο. Ο Πάμπλο Ρουίθ ι Πικάσο, περισσότερο γνωστός ως Πάμπλο Πικάσο, (ισπανικά: Pablo Ruiz y Picasso, ισπανική προφορά: ˈpaβlo piˈkaso, 25 Οκτωβρίου 1881 – 8 Απριλίου 1973) ήταν Ισπανός ζωγράφος, χαράκτης, γλύπτης, ποιητής, σκηνογράφος και δραματουργός.

Είναι ένας από τους κυριότερους Ισπανούς εκπροσώπους της τέχνης του 20ού αιώνα, συνιδρυτής μαζί με τον Ζωρζ Μπρακ του κυβισμού και με σημαντική συνεισφορά στη διαμόρφωση και εξέλιξη της μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης. Υπήρξε υποστηρικτής του Κομμουνισμού, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, από το 1944 ήταν ενταγμένος στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και ήταν αντιφρανκικός.

Ο πατέρας του ονομαζόταν Χοσέ Ρουίθ ι Μπλάσκο και ήταν επίσης ζωγράφος, ενώ μητέρα του ήταν η Μαρία Πικάσο για Λόπεθ. Τα πρώτα έργα του τα υπέγραφε ως Ρουίθ Μπλάσκο, αλλά από το 1901 άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα της μητέρας του.

Γεννήθηκε στη Μάλαγα της Ισπανίας, όπου πέρασε και τα δέκα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής τα έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος δίδασκε σε διάφορες ακαδημαϊκές σχολές. Ο ίδιος ο Πικάσο ξεκίνησε να ζωγραφίζει σε πολύ μικρή ηλικία και έδειξε από νωρίς δείγματα του ταλέντου του. Το 1891 η οικογένειά του μετακόμισε στη Λα Κορούνια, όπου έζησε για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, σπουδάζοντας στην τοπική σχολή Καλών Τεχνών. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Βαρκελώνη το φθινόπωρο του 1895, και ο Πάμπλο έγινε δεκτός στην τοπική Ακαδημία Καλών Τεχνών (La Llotja), όπου είχε προσληφθεί ο πατέρας του ως καθηγητής του σχεδίου. Η οικογένεια ήλπιζε ότι ο γιος της θα σημείωνε επιτυχία ως ακαδημαϊκός ζωγράφος και το 1897 η μελλοντική φήμη του στην Ισπανία φαινόταν εξασφαλισμένη.

Τον ίδιο χρόνο το έργο του Επιστήμη και συμπόνια, όπου για το πρόσωπο του γιατρού είχε ποζάρει ο πατέρας του, έτυχε διακρίσεως στην Έκθεση Καλών Τεχνών της Μαδρίτης. Ο Πάμπλο έφυγε για τη Μαδρίτη το φθινόπωρο του 1897 και έγινε δεκτός στη βασιλική ακαδημία του Σαν Φερνάντο. Βρίσκοντας όμως τη διδασκαλία εκεί χωρίς νόημα, περνούσε όλο και περισσότερο τον καιρό του αποτυπώνοντας τη ζωή γύρω του, στα καφενεία, στους δρόμους, στα πορνεία και στο Πράδο, όπου ανακάλυψε την ισπανική ζωγραφική.

Έγραψε: «ο Βελάσκεθ πρώτης κατηγορίας, ο Ελ Γκρέκο έχει ζωγραφίσει μερικά υπέροχα κεφάλια, ο Μουρίγιο δεν με πείθει σε όλα του τα έργα». Τα έργα αυτών και άλλων καλλιτεχνών, όπως λ.χ., του Γκόγια, θα αιχμαλωτίσουν τη φαντασία του Πικάσο σε διάφορες περιόδους της μακρόχρονης σταδιοδρομίας του.

Ο Πικάσο αρρώστησε την άνοιξη του 1898 από οστρακιά και πέρασε την υπόλοιπη χρονιά αναρρώνοντας στο καταλανικό χωριό Όρτα ντε Εμπρο με συντροφιά τον φίλο του από τη Βαρκελώνη Μανουέλ Παλάρες. Όταν ο Πικάσο επέστρεψε στη Βαρκελώνη στις αρχές του 1899, ήταν άλλος άνθρωπος, είχε παχύνει, είχε μάθει να ζει μόνος του στην ύπαιθρο, μιλούσε καταλανικά, και το σπουδαιότερο, είχε πάρει την απόφαση να διακόψει την καλλιτεχνική του εκπαίδευση σε σχολές ζωγραφικής και να αγνοήσει τα σχέδια της οικογένειάς του για το μέλλον του.

Άρχισε ακόμη να δείχνει σαφή προτίμηση στο επίθετο της μητέρας του και υπέγραφε πιο συχνά τα έργα του ως Π. Ρ. Πικάσο (από τα τέλη του 1901 εγκατέλειψε εντελώς το επίθετο Ρουίθ). Το 1900 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και συγκεκριμένα στη Μονμάρτρη, που αποτελούσε σημαντικό κέντρο της καλλιτεχνικής ζωής.

 

1939 – Νίκος Νικολαΐδης. Γεννήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1939 στην Αθήνα, όπου έζησε και δούλεψε μέχρι το θάνατό του. Σεναριογράφος και παραγωγός των κινηματογραφικών ταινιών που σκηνοθέτησε. Έγραψε και σενάρια για άλλους σκηνοθέτες, όπως στην ταινία του Ορέστη Λάσκου Πράκτορες 005 εναντίον Χρυσοπόδαρου.

Για μεγάλο μέρος της ζωής του εργάστηκε στη διαφήμιση και σκηνοθέτησε 200 τηλεοπτικές διαφημίσεις. Σπούδασε σκηνοθεσία στη Σχολή Ελληνικού Κινηματογράφου και Τηλεόρασης Σταυράκου και απέκτησε γραφικές δεξιότητες σχεδίασης στο Vakalo College of Art and Design, μια ιδιωτική σχολή τέχνης.

Το 1960 άρχισε να εργάζεται ως πρώτος βοηθός σκηνοθέτη για τον Βασίλη Γεωργιάδη και το 1962 σκηνοθέτησε την πρώτη μικρού μήκους ταινία Lacrimae Rerum. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του ήταν η ταινία Ευρυδίκη Β.Α. 2037 η οποία προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στις 29 Σεπτεμβρίου 1975, όπου κέρδισε το Βραβείο Καλύτερου Σκηνοθέτη, το βραβείο του Υπουργείου Πολιτισμού και το Βραβείο Καλύτερης Φωτογραφίας της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου της Αθήνας. Παρά την χλιαρή αντίδραση των θεατών, οι κριτικοί εκτίμησαν την καινοτόμο προοπτική της κλασσικής ελληνικής τραγωδίας του Ορφέα και της Ευρυδίκης και σημείωσαν την πρωτοτυπία των καλλιτεχνικών τεχνικών του Νικολαϊδη. Ο Νικολαΐδης πίστευε ότι η Ευρυδίκη Β.Α. 2037 είναι η καλύτερη του ταινία.

Για την επόμενη ταινία του, Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα (1979), ο σκηνοθέτης μελέτησε τη μετατροπή των κοινωνικών αξιών, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα μιας ομάδας πέντε φίλων που συναντιούνται μετά από ένα μακροχρόνιο διαχωρισμό και μοιράζονται τις λεπτομέρειες της δύσκολης ζωής τους. Η ταινία γυρίστηκε με ένα σουρεαλιστικό τρόπο με προτίμηση για την αισθητική του Μαρκήσιου Ντε Σαντ. Για πρώτη φορά στη φιλμογραφία του Νικολαΐδη, μπορεί κανείς να δει τα χαρακτηριστικά στοιχεία του κινηματογραφικού νουάρ που συναντώνται στις περισσότερες ταινίες που ακολούθησαν. Το 1990 γύρισε το Singapore Sling, μια αλλόκοτη μείξη φιλμ νουάρ και τρόμου με το σεξ να χρησιμοποιείται ως παιχνίδι εξουσίας. Αυτή η ταινία έκανε το Νικολαϊδη γνωστό στο εξωτερικό. Σκηνοθέτησε επίσης τη Γλυκιά Συμμορία (1983), την Πρωινή Περίπολο (1987), το Θα σε Δω στην Κόλαση, Αγάπη μου (1999) και το Ο Χαμένος τα Παίρνει Όλα (2002). Δημοσίευσε διηγήματα και έγραψε τρία μυθιστορήματα με πιο γνωστό το Οργισμένος Βαλκάνιος (1977), το οποίο έχει ανατυπωθεί πολλές φορές. Ο Νικολαΐδης εργάστηκε και σε στούντιο ηχογράφησης.

Οι ταινίες του έχουν διχάσει κοινό και κριτικούς. Λόγω των μεθόδων κινηματογράφησης και της θεματολογίας οι ταινίες του έχουν λάβει ελάχιστη δημοσιότητα, αν και μερικές έγιναν καλτ. Τα θέματα που συναντά κανείς συχνά στις ταινίες του Νικολαΐδη είναι η δεκαετία του ’50 και το φιλμ νουάρ, το παιχνίδι μεταξύ σεξ και θανάτου, η συντροφικότητα κι ο έρωτας, η πάλη με κάθε λογής εξουσίες αλλά και με φαντάσματα του παρελθόντος. Ο Νικολαΐδης κινηματογράφησε πολλές ταινίες σε άσπρο και μαύρο. Η τριλογία «Χρόνια της Χολέρας» ασχολείται με τις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Αρχίζει με Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα (1979), συνεχίζει με τη Γλυκιά Συμμορία (1983), και τελειώνει με το Ο Χαμένος τα Παίρνει Όλα (2002).

Τον Νοέμβριο του 2005, μετά την ολοκλήρωση της τελευταίας του ταινίας The Zero Years, μια ιστορία διαστροφής και σεξουαλικής κυριαρχίας, που δεν κατάφερε να επαναλάβει την επιτυχία του Singapore Sling (1990), ο Νικολαΐδης δήλωσε ότι θα σταματήσει να κάνει ταινίες προκειμένου να ασχοληθεί με τη μουσική.

Από το 1970 ζούσε με τη Μαρί Λουιζ Βαρθολομαίου με την οποία είχε δύο παιδιά. Πέθανε στις 5 Σεπτεμβρίου 2007, σε ηλικία 67 ετών, λόγω πνευμονικού οιδήματος στην Αθήνα. Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης πραγματοποίησε μια αναδρομική εκδήλωση προς τιμήν του το 2007 και η Ταινιοθήκη της Ελλάδος απέτισε φόρο τιμής από τις 26 Μαΐου ως την 1η Ιουνίου 2011 προβάλλοντας τις οκτώ μεγάλου μήκους ταινίες του. Είναι ο μοναδικός Έλληνας σκηνοθέτης που κέρδισε πέντε φορές το Βραβείο Καλύτερου Σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ή στα Κρατικά Βραβεία Κινηματογράφου στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

 

Θάνατοι

 

1647 – Εβαντζελίστα Τοριτσέλι. Ο Τοριτσέλι γεννήθηκε στο παπικό κράτος Φαέντσα (Faenza). Όταν ήταν σε νεαρή ηλικία ο πατέρας του πέθανε και ο ορφανός Εβαντζελίστα εκπαιδεύτηκε υπό την φροντίδα ενός μοναχού Camaldolese, ο οποίος έβαλε αρχικά τον νέο Τοριτσέλι σε ένα κολλέγιο Ιησουϊτών το 1624, όπου σπούδασε μαθηματικά και φιλοσοφία μέχρι το 1626.

Το 1627 τον έστειλαν στη Ρώμη για να συνεχίσει τις σπουδές του, στις επιστήμες και τα μαθηματικά. Το 1632, αμέσως μετά από την δημοσίευση του έργου του Γαλιλαίου Διάλογος για τα δύο παγκόσμια συστήματα ο Τοριτσέλι έγραψε μια επιστολή στον Γαλιλαίο, εκφράζοντάς του τον ενθουσιασμό του, για το έργο του. Το Βατικανό καταδίκασε τον Γαλιλαίο, τον Ιούνιο του 1633, και αυτό ήταν ο μόνος γνωστός λόγος για τον οποίο ο Τοριτσέλι, στη μοναδική αυτή περίπτωση, δήλωσε ανοιχτά ότι είχε τις ίδιες απόψεις με τον Κοπέρνικο, τη θεωρία του οποίου υποστήριζε ο Γαλιλαίος στο βιβλίο του.

Εκτός από διάφορες επιστολές, λίγα είναι γνωστά για τις δραστηριότητες του Τοριτσέλι στα έτη μεταξύ 1632 και 1641. Μετά από το θάνατο του Γαλιλαίου στις 8 Ιανουαρίου 1642, ο μεγάλος δούκας Φερδινάνδος ο Β’ των Μεδίκων ζήτησε από τον Τοριτσέλι να πάρει τη θέση του Γαλιλαίου ως μαθηματικός της αυλής και καθηγητής των μαθηματικών στο πανεπιστήμιο της Πίζας. Υπό αυτόν τον ρόλο έλυσε μερικά από τα μεγάλα μαθηματικά προβλήματα της εποχής, όπως η εύρεση του εμβαδού μιας κυκλοειδούς περιοχής και του κέντρου βάρους. Σχεδίασε επίσης και κατασκεύασε διάφορα τηλεσκόπια και απλά μικροσκόπια. Ο Τοριτσέλι πέθανε στη Φλωρεντία από τυφοειδή πυρετό. Ο αστεροειδής 7437 Τοριτσέλι ονομάστηκε προς τιμήν του.

 

1893 – Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι. Ο Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι (ρωσικά: Пёτр Ильи́ч Чайко́вский, προφορά: [ˈpʲɵtr ɪlʲˈjit͡ɕ t͡ɕɪjˈkofskʲɪj], 7 Μαΐου 1840 – 6 Νοεμβρίου 1893 (Γρηγοριανό Ημερολόγιο), 25 Απριλίου 1840 – 25 Οκτωβρίου 1893 (Ιουλιανό Ημερολόγιο)) ήταν Ρώσος συνθέτης της ρομαντικής περιόδου. Όσο το ύφος του διευρυνόταν, ο Τσαϊκόφσκι έγραψε μουσική σε ένα μεγάλο φάσμα ειδών, συμπεριλαμβανομένων συμφωνίας, όπερας, μπαλέτου, οργανικής μουσικής, μουσικής δωματίου και τραγουδιού.

Συνέθεσε μερικά από τα πιο δημοφιλή ορχηστρικά και θεατρικά μουσικά έργα στο σύγχρονο κλασικό ρεπερτόριο, όπως τα μπαλέτα Η Λίμνη Των Κύκνων, Η Ωραία Κοιμωμένη, Ο Καρυοθραύστης, Η Ουβερτούρα 1812, το Πρώτο Κοντσέρτο για Πιάνο, επτά συμφωνίες και η όπερα Ευγένιος Ονέγκιν.

Ο Τσαϊκόφσκι γεννήθηκε σε μια μεσοαστική οικογένεια. Η εκπαίδευση που έλαβε τον προετοίμασε για δημόσιο υπάλληλο, παρά την πρώιμη μουσική ανάπτυξη που είχε επιδείξει. Ενάντια στις επιθυμίες της οικογένειάς του αποφάσισε να ακολουθήσει σταδιοδρομία στη μουσική και το 1862 μπήκε στο Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης, από όπου αποφοίτησε το 1865. Αυτή η τυπική εκπαίδευση, με πολλές επιρροές από τη Δύση, τον ξεχώρισε από τη σύγχρονή του εθνικιστική κίνηση, υλοποιημένη από μια ομάδα νεαρών Ρώσων συνθετών γνωστοί ως Η Ομάδα των Πέντε, με τους οποίους ο Τσαϊκόφσκι είχε μια ανάμικτη επαγγελματική σχέση καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του.

 

2021 – Φώφη Γεννηματά, ελληνίδα πολιτικός. Γεννήθηκε στους Αμπελόκηπους της Αθήνας το 1964 και ήταν κόρη του Γιώργου Γεννηματά, ιδρυτικού μέλους και υπουργού του ΠΑΣΟΚ. Φοίτησε στα Εκπαιδευτήρια Κωστέα Γείτονα και στη συνέχεια σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών απ’ όπου αποφοίτησε το 1987, ενώ το 1986, προτού αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο, διορίστηκε υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα.

Σε ηλικία 51 ετών ήταν ήδη πρόωρα συνταξιούχος τραπεζικός υπάλληλος, κάτι για το οποίο έχει δεχτεί κριτική. Η σύνταξη αυτή ήταν σε αναστολή γιατί είχε την ιδιότητα της βουλευτή.

Είχε παντρευτεί δύο φορές και είχε τρία παιδιά. Πρώτος σύζυγος της Φώφης Γεννηματά ήταν ο Αλέξανδρος Ντέκας η εταιρεία του οποίου το 1994 ανέλαβε από την Κτηματολόγιο Α.Ε. να υλοποιήσει το για πρώτη φορά συντασσόμενο ελληνικό κτηματολόγιο. Παντρεύτηκαν όταν η Γεννηματά ήταν 22 ετών και απέκτησαν μαζί μία κόρη.

Ο δεύτερος σύζυγός της ήταν ο Ανδρέας Τσούνης τον οποίο παντρεύτηκε το 2003. Ο Α. Τσούνης είναι οδοντίατρος και εργαζόταν στο νοσοκομείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού Ερρίκος Ντυνάν από το οποίο παραιτήθηκε το 2014 τη χρονιά που αυτό πέρασε στα χέρια της Τράπεζας Πειραιώς. Μαζί απέκτησαν μια κόρη και έναν γιό. Στις 11 Οκτωβρίου 2021 εισήχθη στο νοσοκομείο “Ευαγγελισμός”, όπου μετά από μεγάλη επιδείνωση τη υγείας της άφησε την τελευταία της πνοή το μεσημέρι της Δευτέρας 25 Οκτωβρίου.

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia