«…το Αγρίνιο ήταν η γενέτειρα του πατέρα μου»
Βασίλης Τσιρώνης:
Ένας αεροπειρατής από το Αγρίνιο
Ο πηγεμός στην Αλβανία δεν θα έβαζε σε ερωτηματικά
την χουντική ασφάλεια,
που έλεγχε τις καταστάσεις επιβατών των αεροπλάνων
του Λευτέρη Τηλιγάδα
Δεν ήταν μόνο Αγρινιώτης στην καταγωγή, αφού ο πατέρας του, όπως γράφει ο ίδιος στο «Γαλάζιο Βιβλίο», είχε γεννηθεί στο Αγρίνιο· είναι που αυτός ο ρομαντικός και μοναχικός άνθρωπος, με μια παράτολμη ενέργειά του, τον τρίτο χρόνο της δικτατορίας των συνταγματαρχών, συνέδεσε το Αγρίνιο, με τη μοναδική αεροπειρατεία της επταετίας. Ο λόγος για το γιατρό Βασίλη Τσιρώνη, ο οποίος έζησε μια αυτόνομη και πολυτάραχη ζωή. Πριν όμως περάσουμε να δούμε πώς αφηγήθηκε ο ίδιος μέσα από τις σελίδες του «Γαλάζιου Βιβλίου», την ιστορία αυτής της αεροπειρατείας, ας δούμε ένα μικρό βιογραφικό του.
Γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου 1929 στην Αθήνα. Το 1947 μπήκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με πολύ καλή σειρά ανάμεσα στους 1300 υποψήφιους της χρονιάς εκείνης, κόντρα στην επιθυμία της οικογένειάς του να μπει στην Σχολή Ευελπίδων, με προοπτική να γίνει στρατιωτικός καριέρας. Το 1958 διορίστηκε από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό γιατρός των εξορίστων του Άη-Στράτη, τους οποίους παρά τις απαγορευτικές διαταγές βοήθησε ανοικτά και με αυταπάρνηση, αντιδρώντας στην πολιτική φυσικής τους εξόντωσης και καταγγέλλοντας την κυβέρνηση της Δεξιάς για «ανθρωποκτονίες εκ προμελέτης» και τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό για «συνθηκολόγηση και υποταγή» με διοχέτευση στον ξένο Τύπο αρκετών εμπιστευτικών εγγράφων και απόρρητων οδηγιών του τότε υφυπουργείου Ασφαλείας, που αποδείκνυαν τις καταγγελίες του. Έγινε ευρύτερα γνωστός από μια απεργία πείνας 50 ημερών που πραγματοποίησε επί Γεωργίου Παπανδρέου με αίτημα τον άμεσο επαναπατρισμό των αριστερών πολιτικών προσφύγων από τις χώρες του λεγόμενου τότε «ανατολικού μπλοκ».
Το 1969 σε ηλικία 40 ετών και ενώ η απριλιανή δικτατορία (1967 – 1974) απολάμβανε την τρίτη της χρονιά, έκανε αεροπειρατεία έχοντας μαζί του όλη την οικογένειά του, και μέσω Αλβανίας διέφυγε στη Σουηδία, στην οποία ζούσαν τότε οι περισσότεροι αντιδικτατορικοί πολιτικοί πρόσφυγες.
Η αεροπειρατεία αυτή πραγματοποιήθηκε στις 16 Αυγούστου του 1969 σε μια ντακότα (DC3) της «Ολυμπιακής», χωρητικότητας 35 περίπου ατόμων, που έκανε το δρομολόγιο Αθήνα – Αγρίνιο – Ιωάννινα. Ο ίδιος έγραψε: «Σκόπιμα είχα επιλέξει αυτό το εσωτερικό δρομολόγιο της «Ολυμπιακής», (για την απόδρασή μου από τη Χούντα) κι όχι ένα οποιοδήποτε άλλο. Γιατί; Για τρεις λόγους: α) Πρώτα – πρώτα γιατί το Αγρίνιο ήταν η γενέτειρα του πατέρα μου και ο πηγεμός μου εκεί, δεν θα έβαζε σε ερωτηματικά τη χουντική ασφάλεια, που έλεγχε τις καταστάσεις των επιβατών των αεροπλάνων – ψάχνοντας “ύποπτους” επίδοξους αεροπειρατές και που αστυνόμευε συστηματικά τις κινήσεις μου, στο λίγο καιρό που δεν ήμουν “μέσα”, δηλαδή στις φυλακές “Αβέρωφ”, της Αίγινας και της Κέρκυρας. β) Ήξερα πως οι αεροσυγκοινωνίες των εσωτερικών γραμμών, πλην του δρομολογίου της Κέρκυρας, γίνονταν με μικρότερα αεροπλάνα (π.χ. «Ντακότα» χωρητικότητας 35 περίπου επιβατών) και λογάριασα να ταλαιπωρήσω, όσο το δυνατόν μικρότερο αριθμό επιβατών στη διάρκεια της αεροπειρατικής απόδρασής μου! γ) Το δρομολόγιο άλλωστε, «Αθήνα – Γιάννενα» – μέσω Αγρινίου, ήταν ΤΟ ΠΙΟ ΒΟΛΙΚΟ “ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ” (αν αφαιρέσω την πτήση Αθηνών – Κέρκυρας, που απέρριψα για τους λόγους «α» και «β»). Αυτό, όχι μόνο γιατί καθιστούσε περιττή την επαγρύπνηση με χρήση πυξίδας κ.λπ., προς αποφυγή μιας εξαπάτησής μου απ’ τους πιλότους (επανειλημμένα πιλότοι ξεγέλασαν αεροπειρατές), άλλα και γιατί το δρομολόγιο «Αθήνα – Γιάννενα», όντας τόσο πολύ κοντά στην Αλβανία, με γλύτωνε από προβλήματα (σαν τα «καύσιμα» ή τα άλλα) που μου αράδιαζε ο «πονηρός» κυβερνήτης Τζωρτζής».
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1974, λίγο μετά την μεταπολίτευση και ίδρυσε το «Ουδετερόφιλο Ελλαδικό Μέτωπο» ή Ο.Ε.Μ. και στις εκλογές του 1977 έριξε το σύνθημα της λευκής ψήφου, με αποτέλεσμα να διεκδικήσει μία εβδομάδα αργότερα τα 251.000 λευκά ψηφοδέλτια της Β΄ Εκλογικής Περιφέρειας Αθηνών, πράγμα που προκάλεσε σε μεγάλο βαθμό την απόπειρα της αστυνομίας να τον συλλάβει στην είσοδο του σπιτιού του στην οδό Άρεως 35 στο Παλαιό Φάληρο, μετά από ανακίνηση μίας παλαιάς καταδίκης του.
Από εκεί και πέρα τα πράγματα πήραν μία τραγική τροπή: στις 30 Νοεμβρίου 1977 οι ειδικές αστυνομικές μονάδες και ελεύθεροι σκοπευ-τές απέκλεισαν την περιοχή γύρω από το σπίτι του Τσιρώνη, όταν εκείνος πυροβόλησε κατά των αστυνομικών που είχαν έλθει να τον συλλάβουν και άρχισε έτσι μία πολύμηνη και επεισοδιακή πολιορκία.
Στις 5 Φεβρουαρίου 1978 ο Τσιρώνης κήρυξε το διαμέρισμά του «ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος» και κάθε ημέρα έβγαινε στο μπαλκόνι του, με μεγάφωνα ή με ένα φορητό τηλεβόα και διάβαζε στο συγκεντρωμένο πλήθος τα «πολεμικά ανακοινωθέντα» του ενάντια στο «κράτος των μαύρων».
Στις 7 Ιουλίου 1978 η καθημερινή εφημερίδα «Το Βήμα» από το πρωτοσέλιδο σχόλιό της με τον προκλητικό τίτλο «ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΡΑΤΟΣ;», εξέφραζε ανυπόγραφα την «ανησυχία» ότι δήθεν με το «αυτόνομο κράτος» του Τσιρώνη «υπονομευόταν η έννοια του κράτους». Το σχόλιο τελείωνε ως εξής :«Ποιος κάποτε θα αποφασίσει να προστατεύσει το κύρος και την αξιοπιστία του Κράτους; Διότι και η υπόθεση Τσιρώνη υπογραμμίζει την ανυπαρξία Κράτους».
Στις 4 το πρωί της 11ης Ιουλίου, υπό την άμεση εποπτεία του τότε υπουργού Δημοσίας Τάξης Μπάλκου, 28 πάνοπλοι κομάντος της «Διμοιρίας Ειδικών Αποστολών» εισέβαλαν με βοήθεια δακρυγόνων στο διαμέρισμα μετά από δικαστική απόφαση και με παρουσία εισαγγελέα. Κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες ο Τσιρώνης έπεσε νεκρός, ενώ η σύζυγός του, που μετά την παράδοση των 3 παιδιών τους είχε μείνει μέχρι τέλους δίπλα του στο τελευταίο οχυρωμένο δωμάτιο, φώναζε δυνατά πως «οι φασίστες σκότωσαν τον Τσιρώνη μέσα στο σπίτι του». Κατά την εκδοχή της αστυνομίας ο Τσιρώνης είχε «αυτοκτονήσει».
Η αεροπειρατεία της 16ης Αυγούστου του 1969
στο δρομολόγιο Αθήνα – Αγρίνιο – Ιωάννινα
Ο «λευκός» πετάει για τον «κόκκινο»
Μια αφήγηση του Βασίλη Τσιρώνη, από το «Γαλάζιο βιβλίο»
«Στο όνομα της Δημοκρατίας, της ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ και του ανθρωπισμού, κυριεύω αυτό το αεροπλάνο! Πετάμε για Αλβανία. Είμαι ο γιατρός Τσιρώνης!
– Θα πάμε όπου θέλετε γιατρέ, απαντάει με θαυμαστή ψυχραιμία ό κυβερνήτης του αεροπλάνου της «Ολυμπιακής Αεροπορίας», ενώ σηκώνει τα χέρια, ευνόητα τρομαγμένος, στο άκουσμα της παραπάνω φράσης του αεροπειρατή, φράσης, που τη συνόδεψε ο ξερός κρότος της όπλισης ενός «παραμπέλουμ»! Ο δεύτερος πιλότος του αεροσκάφους, σαφέστερα τρομαγμένος και αυτός, έχει επίσης υψώσει τα χέρια, ενώ το πρόσωπό του, έγινε προσωπείο έντρομης αναμονής!
Την ίδια στιγμή, ανοίγει η πόρτα της καμπίνας και μπαίνει με το π-ρίστροφο στο χέρι η Βαρβάρα Τσιρώνη!
Γνωστοποιώ στη σύζυγό μου ότι «το αεροπλάνο έχει κυριευτεί και ότι οι πιλότοι υπακούουν καλώς»! Ο ψύχραιμος κυβερνήτης ενώ διατηρεί υψωμένα πάντα τα χέρια του, ρωτάει:
– Είπατε Γιατρέ, ότι είστε ο κ. Τσιρώνης! Πρέπει να είστε νομίζω ο αγωνιστής γιατρός, με τις απεργίες, τις πολιτικές, διώξεις κ.λπ., κ.λπ. ή κάνω λάθος;
Θα πρέπει να χαμογέλασα (αν καλοθυμάμαι), και του είπα:
– Δεν κάνετε λάθος. Αυτός είμαι!
– Αλλά τότε κ. Τσιρώνη, εμείς (υπονοώντας προφανώς και το δεύτερο χειριστή βοηθό του), είμαστε θαυμάστες σας και φίλοι σας! Θα μας επιτρέπατε να καπνίσουμε ένα τσιγάρο; Ονομάζομαι Τζωρτζής και συνάδελφός μου είναι ο κ. Χατζηγιαννάκης!
– Χαίρομαι για τη γνωριμία σας κύριοι, παρά την ανωμαλία των περιστάσεων! Τσιγάρο βεβαίως θα καπνίσουμε, και μπορείτε τώρα, να κατεβάστε τα χέρια! Βάλτε τον «αυτόματο πιλότο», απαγορεύω κάθε επικοινωνία με το έδαφος, και θα με ενημερώνετε πριν κάνετε οποιοδήποτε ελιγμό, στη διάρκεια της πτήσης»!..
Πρόσφερα με το αριστερό χέρι την ανοιχτή ταμπακιέρα μου στους «συνερχόμενους» πιλότους, ενώ στο δεξί χέρι, χαμήλωνα κάπως το «παραμπέλουμ» (ώστε να σημαδεύει περισσότερο το δάπεδο της καμπίνας, παρά τους πιλότους)! Με το πρόσωπο στραμμένο πάντα στους πιλότους είπα στη σύζυγό μου να ειδοποιήσει τους γιους μας, να περάσουν στην καμπίνα.
Μπήκαν και στάθηκαν δίπλα μου, με την «ένταση» ζωγραφισμένη στην έκφραση και τα «προσκοπικά» μαχαίρια στο χέρι! Ήταν 14 και 15 μόλις ετών. Όσο για μένα, κατά σύμπτωση πραγματοποιούσα αυτή την πειρατεία, ανήμερα στα γενέθλιά μου. Ακριβώς σαραντάρης!
Η δεύτερη φάση της αεροπειρατείας
Όπως είναι γνωστό, όλοι οι πιλότοι των αεροπορικών εταιρειών, έχουν «ειδικές» οδηγίες να εφαρμόσουν σε περίπτωση πειρατείας. Σκο-πός των οδηγιών, ο αποπροσανατολισμός των πειρατών, ή η αποτυχία των τολμημάτων τους! Ιδού λοιπόν οι «χειρισμοί» του κυβερνήτη Τζωρτζή, όχι στο αεροπλάνο βέβαια, (που πετούσε με τον «αυτόματο πιλότο» του), αλλά στους τολμητίες Τσιρώνηδες.
– Ξέρετε γιατρέ (μίλησε ο κυβερνήτης) θα πρέπει να σας πω ότι φοβάμαι τα ανεπαρκή καύσιμα του αεροπλάνου, αν πάμε στα Τίρανα!
Του΄ριξα κάπως κοφτή την απάντηση:
– Δεν πειράζει. ΘΑ ΠΡΟΣΓΕΙΩΘΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΑΥΛΩΝΑ! Είναι πολύ νοτιότερα!
– Κι αν δεν μας φτάσουν ούτε για ‘κει;
– Τότε θα κάνετε ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΘΑΛΑΣΣΩΣΗ! Στις ακτές της Αλβανίας, φυσικά!
– Εντάξει κύριε, ήρθε η απάντηση απ’ το δεύτερο πιλότο, αντί του κυβερνήτη! Και αλλάζοντας θέμα ο «διπλωματικότερος» κ. Χατζη-γιαννάκης, πρόσφερε ένα μικρό μπουκέτο γαρύφαλλα στην κυρία Τσιρώνη! Έτυχε να τα΄χει μπροστά του και τα αξιοποίησε με πολλή ευρηματικότητα κι άλλη τόση ευγένεια.
– ΑΕΡΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΜΕ ΑΝΘΟΛΟΥΛΟΥΔΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ, αστειεύτηκε η Βαρβάρα Τσιρώνη! Τα κρατώ πάντως και σας ευχαριστώ».
– Αμέσως μετά τα γαρύφαλλα, ήρθε η σειρά των ακουστικών του κυβερνήτη, ν’ αλλάξουν τη θέση τους.
– Γιώτη, είπα στο μεγαλύτερο γιο μου, βάλε τα ακουστικά του καπετάνιου στ’ αυτιά σου»!
Ο Τζωρτζής τα παρέδωσε, ενώ ταυτόχρονα δεν παρέδιδε καθόλου, την επιμονή του να εφαρμόζει «τα διατεταγμένα»! Γι’ αυτό μετά τα «καύ-σιμα», ο Τζωρτζής μου έθετε νέο «πρόβλημα»:
– Δεν έχουμε όμως, ούτε χάρτη πορείας για πτήση στην Αλβανία! Τι θα γίνει, κύριε Τσιρώνη;
– Μη σκοτίζεστε κ. Τζωρτζή. Υπάρχει «χάρτης»!..
– Έχετε χάρτη της Αλβανίας;
– Ναι!
– Μου τον δίνετε;
– Δώσε το χάρτη μας, Κώστα, λέω στον νεώτερο γιο μου.
Ο κυβερνήτης Τζωρτζής ρίχνει μια γρήγορη ματιά στον… απλό «πολιτικό χάρτη», που του δόθηκε, και λέει σε ανάμεικτο τόνο εκνευρισμού και αγανάχτησης:
– Δεν είναι χάρτης αυτός»!
Η απάντησή μου, δόθηκε τότε σε τόνο προσταγής:
– Χάρτης είναι καπετάνιε! Οπότε… συνεννοηθήκαμε.
– Μάλιστα, χάρτης είναι, «παραδέχτηκε» ο κ. Τζωρτζής.
– Το χάρτη τον έχεις μπρος σου καπετάνιε, πρόσθεσα. ΧΑΡΤΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΑΛΙΑ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙΣ κάτω απ’ τα φτερά του αεροπλάνου σου. Ακολούθα την πιστά, ίσια, και βορεινά πάντοτε! Συνέχιζε χωρίς άλλες αντιρρήσεις την πτήση σου (χωρίς «χάρτες» και ανησυχίες για… «καύσιμα». Αν θες να φτάσεις ομαλά και σίγουρα στον προορισμό μου! Είμαστε βέβαια, ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ και όχι ληστές, αλλά ωστόσο καθόλου δεν χωρατεύουμε! Το κατάλαβες αυτό κύριε Τζώρτζη;;
– Μάλιστα, ήταν η μονολεκτική του απάντηση.
– Έι, τι γίνεται κει πάνω; Γιατί δεν επικοινωνείτε; Σας συμβαίνει τίποτα; Αυτά με ρωτάν – κάποιοι – απ’ το έδαφος, είπε ο μεγαλύτερος γυιος μου, με τα ακουστικά του Τζωρτζή στο κεφάλι. Τι να τους πω;
- Μη τους πεις τίποτα, συνέστησα. Η σιωπή σου προς απάντησή τους!
– Μα ρωτάνε, συνέχεια!..
– Ασ΄ τους να ρωτάνε. Καμιά απάντηση!..
– Να΄τοι! Ξαναρωτάνε πάλι … «Έι, τι γίνεται κει πάνω;»
– Αφού λοιπόν τόσο επιμένουν, το λέμε: «ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ»! Αυτό μόνο λέμε, και τίποτα άλλο! Θα καταλάβουν και σε λίγο άλλωστε, θα μάθουν! Όχι μόνο αυτοί, μα ολάκερη η Ελλάδα. Ολάκερος ο κόσμος!
Ενώ αυτά λέγονται και γίνονται στην καμπίνα του αεροπλάνου Ντι-σι-θρι (DC-3) της Ολυμπιακής, οι επιβάτες στην άτρακτο του αεροσκάφους, είναι πολύ ανήσυχοι! Διαισθάνονται ή καταλαβαίνουν, πως «κάτι» έγινε! Δεν τους το κρύβει, άλλωστε, ούτε η συνετή και θαρραλέα αεροσυνοδός, που χτύπησε την πόρτα της καμπίνας μ’ ένα πρόσχημα, πως τάχα κάτι χρειαζόταν «να πάρει» από ‘κει, και πήρε τη διαταγή του Τσιρώνη, να διαβιβάσει στους επιβάτες, ότι: «Το αεροπλάνο αυτό κυριεύτηκε από αντιστασιακούς πατριώτες, και πραγματοποιεί αλλαγή πορείας! Παρά ταύτα, κανένας λόγος ανησυχίας του κοινού, δεν συντρέχει! Περισσότερες πληροφορίες θα λάβουν οι επιβάτες του αεροπλάνου, αργότερα»!
Το κυριευμένο αεροπλάνο της γραμμής «Αθήνα -Αγρίνιο – Γιάννενα», είχε απαχτεί 40 περίπου λεπτά της ώρας, μετά την απογείωσή του απ’ την Αθήνα. Τώρα, χωρίς να προσγειωθεί φυσικά στο Αγρίνιο, είχε μπει στον «αεροπορικό διάδρομο της Κέρκυρας» και παραλία – παραλία, ανέβαινε για τις αλβανικές ακτές.
Σαν αστραπή μια σκέψη πέρασε μέσα στο μυαλό μου: Να διατάξω τώρα τον Τζωρτζή να «κατέβη» στο Κάτεργο; Να τον υποχρεώσω να διαγράψει 3-4 γύρους χαμηλότατου ύψους, ξυστά πάνω στο κάτεργο, και την πόλη, που ντροπιάζεται μ’ αυτό; Κάτι περισσότερο. Να ρίξω και μια χούφτα προκηρύξεις χειρόγραφες (σε 5-10 κόλλες αναφοράς), πάνω στο σημείο (στην «ακτίνα Κ), που μαρτυράει τώρα ο στρατηγός Ιορδανίδης και άλλοι αντιφασίστες πατριώτες!
Γρήγορα οι δεύτερες σκέψεις μου, αναχαίτισαν την πρώτη. Όχι αποφάσισα, δεν θα το κάνω αυτό! Δεν είναι απαραίτητο! Θα ’ρθει η ώρα όμως που θα γίνει! Που θα γίνει σωστά, «μαζικά», καίρια, οργανωμένα! Όταν οι «πειρατές της Ελλάδας», θ’ αλωνίζουν τους αιθέρες, χτυπώντας ανελέητα τη χούντα και τους προστάτες της, όπως οι «Παλαιστίνιοι πειρατές του γιατρού Αμπάς»!
Τέτοια σκεπτόμουν (δηλαδή ονειρευόμουνα), όρθιος μέσα στην καμπίνα του DC-3, ένοπλος, αμίλητος, αποφασισμένος, ονειροπόλος και πραγματιστής, μελαγχολικός και μαζί χαρούμενος, αισιόδοξος μα και πολύ δυστυχισμένος όλα αυτά μαζί, ενώ άφηνα την Ελλάδα, τη ΔΙΚΗ ΜΟΥ πατρίδα, την ολόδική μου χώρα, στη φασιστική σκλαβιά και στο «μαύρο» δράμα της!
Αλβανία εν όψει. Η μικρή «Κίνα», η «χώρα των αετών», η πολυσυζητημένη Κόκκινη χώρα του Εμβέρ Χότζα, βρίσκεται πια εμπρός μας. Σε 5-10 λεπτά, θα παραβιάζω τον εναέριο χώρο της!
– Γιατρέ Τσιρώνη…» άκουσα μέσα στο «ονειροπόλημά» μου, την φωνή του κυβερνήτη Τζωρτζή.
– Σας ακούω Κύριε Τζωρτζή», απάντησα. Και ταυτόχρονα διερωτήθηκα, Τι θα πει; Κανένα νέο «πρόβλημα;
– Πλησιάζουμε ν’ αφήσουμε τον ελληνικό εναέριο χώρο.
– Το βλέπω!
– Διαπιστώνω τώρα, αφού υπολόγισα καλά, ότι τα καύσιμα, επαρκούν να προσγειωθώ και στην Ιταλία, αν το θελήσετε! Θέλετε να πάμε εκεί, στο Μπάρι συγκεκριμένα, αντί Αλβανία;
– Για Ιταλία, έχετε χάρτη κύριε Τζωρτζή;
– Ναι, θυμήθηκα εκ των υστέρων, ότι το πρωί ετοιμαζόμενος για την πτήση έβαλα μέσα στην τσάντα μου περισσότερους χάρτες! Πρέπει να έχω. Έχω δηλαδή στην τσάντα μου όλους τους χάρτες για Αλβανία, και για Ιταλία ακόμη! Θα θέλατε να προσγειωθώ στην Ιταλία;
Γύρισα προς τη σύζυγό μου· βρίσκοντας κείνη τη στιγμή, μια ζωηρή διάθεση για χιούμορ, είπα:
– Πρέπει να έχει πολύ ανεπτυγμένη διαίσθηση ο κ. Τζωρτζής. Εφοδιάστηκε σήμερα κατ’ «εξαίρεση» με όλους τους χάρτες της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων! Προβληματίζουμε, πού να του πω να «κατέβει. Ιταλία ή «Κίνα»;…
Μα η Βαρβάρα Τσιρώνη (… «σκληροπυρηνική» Μαρξίστρια) δεν αστειεύτηκε! Δείχνοντας με αταλάντευτο ένοπλο χέρι ολόισια τον… «Κινεζικό» Βορρά, δήλωσε σταθερά και ανέκκλητα:
– Στην «Αλβανία θα πάμε Κύριε Τζωρτζή! Μοναχά στην Αλβανία και πουθενά αλλού»! Δεν το κρύβω, την καμάρωσα μέσα μου!
Η «άποψη» του κ. Τζωρτζή για Ιταλία είχε και μια βάση, που του την είχα δώσει προηγούμενα ο ίδιος. Μπλοφάροντας σε κάποια στιγμή της πειρατείας (μ’ αρέσουν κάποτε οι μπλόφες, κι’ ας μην είμαι διόλου χαρτοπαίχτης…). θέλησα κι έδωσα την εντύπωση στον πιλότο Τζωρτζή, ότι η Ιταλία μ’ ενδιέφερε για ενδεχόμενη κατάληξη της πειρατείας. Άλλωστε, ολόκληρη η πειρατεία στηριζόταν στην μπλόφα ταξίδι στο «Αγρίνιο» και βασίστηκε σε μια άλλη μεγαλύτερη μπλόφα, που την «έφαγε» ο ίδιος ο Αμερικάνος πρεσβευτής, στο 2ο χρόνο της χουντοκρατίας. Να πώς:
Συνέλαβα το πλάνο της πειρατείας, μια μαύρη μέρα, μέσα στο «ειδικό μπουντρούμι» της «ακτίνας Κ» του κάτεργου της Κέρκυρας. Διψασμένος, πεινασμένος, καταμωλωπισμένος και αιμόφυρτος από τον άγριο ξυλοδαρμό, που μου επιφύλαξαν τα φασιστικά σκυλιά του κάτεργου (Σκορδίλης, Καλογερόπουλος και Σία), έκατσα κι’ έγραψα μια επιστολή στον Αμερικανό πρεσβευτή. Του΄λεγα: «Σαν αυτός που είμαι, δηλαδή ο εκφραστής του εθνικού κινήματος της πατρίδας μου, απευθύνομαι σε σένα, παρακάμπτοντας τον Παπαδόπουλο ή τον οποιονδήποτε λακέ σας. Για να πω, ότι: Αφού ο αγώνας δεν είναι αυτοσκοπός, δηλαδή «αγώνας για τον αγώνα», και αφού ΟΛΟΙ οι «ηγετικοί» Έλληνες είναι ξενοπράκτο-ρες, και ο λαός μου, είναι λαός κουρασμένος, προδομένος και «χαφιεδο-ποιημένος» που δεν αντιδρά στη σκλαβιά του, δεν έχει νόημα ο περαι-τέρω αγώνας! Άρα και η φυλάκισή μου! Είμαι πραγματιστής, και γι’ αυτό ζητώ να με αποφυλακίσετε, για να ‘ρθω σαν μετανάστης στις Η.Π.Α. και ν’ ασκήσω την ιατρική μου, αποπολιτικοποιούμενος και παραιτούμενος της ελληνικής υπηκοότητας!
Ύστερα απ’ αυτή την επιστολή – σε 2 μήνες – ήμουνα έξω, και ο Ιερώνυμος, προθυμοποιούνταν να μου χορηγήσει τα οικογενειακά ναύλα για τη Νέα Υόρκη. Με περίμεναν λοιπόν στην Αμερική, κι’ εγώ βρέθηκα αεροπειρατής στην «Κίνα». Δηλαδή στην Αλβανία.
Περνούσα τώρα τα εναέρια «ΕΛΛΗΝΟΑΛΒΑΝΙΚΑ ΣΥΝΟΡΑ», κι ένοιωθα μέσα μου βαθιά ικανοποιημένος. Ένοιωθα την άγρια χαρά της εκδίκησης, μπήγοντας το «αεροπειρατικό μαχαίρι» μου στην κοιλιά της χούντας. Ένοιωθα νικητής του ανειρήνευτου ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΗ ΕΧΘΡΟΥ μου, που όχι μόνο δεν μπόρεσε να με σπάσει ψυχικά, με τους πρωτοφανείς δεκαετείς διωγμούς που μου επιφύλαξε, μα και ότι τον είχα κανονίσει όπως του έπρεπε, τον είχα νικήσει καίρια (με την «Τσιρωνική πειρατεία της 16.8.69) παλεύοντάς τον «μαχαίρι με μαχαίρι», και εφαρμόζοντας τα δικά του ακριβώς μέσα, δηλαδή την «αντιΒΙΑ» και την «αντιΑΠΑΤΗ», κόντρα στη δική του ΑΠΑΤΗ και ΒΙΑ, που αποτελούν τα μόνα στηρίγματα του ιμπεριαλισμού, παντού και πάντα (στην Ελλάδα και σ’ ολόκληρο τον κόσμο).
Αλβανία
Τα «παρμπρίζ» στις καμπίνες των αεροπλάνων, είναι ένα πραγματικό «πανοραμικό παρατηρητήριο». Τα άγρια αλβανικά βουνά (η Βόρεια Ήπειρος) απλώνονται μπροστά μας ως το βάθος του ορίζοντα. Δέλβινο, Άγιοι Σαράντα, Χειμμάρα, Ακροκεραύνια, παρελαύνουν και χάνονται αλληλοδιάδοχα στο πέταγμά μας. Από αετοχώρια και αετόβουνα (με επιγραφές τεράστιες που γράφουνε αλβανιστί «ΔΟΞΑ ΣΤΟ ΧΟΤΖΑ», είναι κατάμεστη η Νότια Αλβανία!…
Δίπλα μας η Αδριατική, λάμπει αστραφτερή και καταγάλανη. Στο βάθος φαίνεται και η «Σάσσωνα». Το γνωστό «ανοχύρωτο» νησάκι!.. Πραγματική «χώρα των αετών» η Αλβανία, όπως την βλέπω, δικαιώνει το όνομά της. Από τα μεγαλόπρεπα τραχιά βουνά και τα αετοχώρια, μέχρι τον ανυπόταχτο Χότζα και τη σημαία της Αλβανίας, με τον αητό στη μέση.
Ένας ακόμη μεταλλικός αητός, ένας αληθινός «σταυραητός της Λευτεριάς» το «πειρατικό Ντι-σι-θρι (DC-3)» μας, βρίσκεται στο στοιχείο του, καθώς πετάει άνετα, νικηφόρα και χωρίς καμιά παρενόχληση, πάνω στην κατεύθυνση, Αυλώνα – Τίρανα. Σε μισή ώρα υπολογίζω ότι μπορούμε να έχουμε προσγειωθεί στην Αυλώνα. Ουσιαστικά, το αεροπειρατικό εγχείρημα, είναι γεγονός τετελεσμένο. Πέτυχε απόλυτα!
Κοιτάζω τους γιους μου, και τους χαμογελάω αυθόρμητα.
Γελάνε τα μάτια τους!
Κοιτάζω τη γυναίκα μου. Είναι σκεπτική, αυστηρή θα΄λεγα, μα στην έκφρασή της έχει την περηφάνια και την αυτοπεποίθηση. Την αυτοπεποίθηση του ανθρώπου που νίκησε! Που μπορεί να νικάει πάντα! Την βλέπω σαν προσωποποίηση της αδάμαστης ανθρώπινης ψυχής! Κάτι σαν προσωποποίηση της Λευτεριάς, ή της “Αδούλωτης Ελλάδας”. Είμαι άραγε «ρομαντικός» ή «παρανοϊκός», αφού μπορώ να αισθάνομαι έτσι, αυτή τη στιγμή; Τίποτα από αυτά. Είμαι σωστός! (Απαντάω ο ίδιος στον εαυτό μου).
Αλλοίμονο στον άνθρωπο που δεν έχει μέσα του «ρομαντισμό»! Αλλοίμονο στον άνθρωπο, χωρίς αισθήματα! Αισθήματα και σκέψη, που να ισορροπούν σε μια λεπτή, μα στέρεα «αρμονία των ψυχικών μας αντιφάσεων». Ναι, το τονίζω: αλλοίμονο στους «μη ρομαντικούς». Είναι ανάπηροι. Ηθικά ΑΝΑΠΗΡΟΙ. Σα να τους λείπει ένα πόδι ή το χέρι. Σακάτηδες.