.
«Πόσα αξίζει τάχα μια μύγα;»
Ξενόγλωσσο | Λοιμός, του Αντρέα Φραγκιά
«Όλοι οι άνθρωποι, όπου κι αν βρίσκονται,
αγωνίζονται την ημέρα με τις μύγες και το βράδυ με τον φόβο»
Ένα μικρό απόσπασμα από τον Λοιμό
«Ένα μεσημέρι όμως τα μεγάφωνα σάλπισαν προσοχή. Όλα έδειχναν πως κάτι σοβαρό θα ανακοινωθεί. Καθετί, όμως, λέγεται πολύ σοβαρά κι έτσι, πάλι, κανείς δεν έδωσε σημασία. Καινούργια σφυρίγματα, προσταγές, θούρια και παιάνες για ν΄ αναγγελθεί η απόφαση: “Μπροστά στο φοβερό κίνδυνο που διατρέχουμε – για την υγεία την καλή διαβίωση και τον πολιτισμό- πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη φοβερή επίθεση, να εξοντώσουμε το μίασμα και ν’ απαλλάξουμε τον τόπο από την απειλή! Στον αγώνα αυτόν θα μετρηθεί η συμβολή εκάστου και θα αποκαλυφθούν οι αδιάφοροι. Πρέπει να εξοντώσουμε τις μύγες! Προς τούτο έκαστος υποχρεούται, ως ελάχιστον αντίτιμο για να απολαμβάνει τα αγαθά του τόπου, να παραδίδει τουλάχιστον είκοσι μύγες την ημέρα. Οι απρόθυμοι θα υποστούν βαρύτατες κυρώσεις”.
Η διαταγή αναλύθηκε εξαντλητικά, για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία. Όποιος δεν φέρει το βράδυ τις είκοσι μύγες, μαύρη του μοίρα. “Θα τις συλλάβετε βεβαίως χωρίς να χαλαρωθεί, βεβαίως, στο ελάχιστο ο ρυθμός των άλλων εργασιών”. Και όταν εδώ λέμε πρέπει, σημαίνει “πρέπει”.
Ένας ειδικός ομιλητής εξήγησε σε επίσημη συγκέντρωση, για τη μεγάλη σταυροφορία που θα φέρει στον τόπο την κάθαρση και την εξυγίανση. Τόνισε το βαθύτερο νόημα της ευγενικής αυτής προσπάθειας, την αέναη πάλη με τις δυνάμεις του κακού, μίλησε για τους φορείς των ζωικών και ηθικών μολύνσεων, για τη λυτρωτική διαδικασία και την κάθαρση, για τις συμβολικές προεκτάσεις ένός τέτοιου χρέους.
Μίλησε πραγματικά με μεγάλη έξαρση και ανάταση, λίγο ακόμα και θ΄ αποκτούσε και αυτός φτερά να πετάξει.
Το άλλο πρωί, πριν ξεκινήσει ο πληθυσμός για τις εργασίες τους, το μεγάφωνο είπε με γλυκιά φωνή ένα παραμύθι σαν και αυτό που λένε στα παιδιά πριν κοιμηθούν. Εδώ συνηθίζονται τα πρωινά παραμύθια, για να κρατάνε όλες τις ώρες. Αφηγήθηκε με λίγα λόγια την ιστορία εκείνου του καλού βασιλιά που όταν έφτασε ναυαγός σ΄ ένα έρημο νησί, βρήκε να το κατοικούν μόνο μερικά δαιμονισμένα τέρατα . Ύστερα από πολλούς και σκληρούς αγώνες ο καλός βασιλιάς νίκησε και υπόταξε τα κακά πνεύματα. Τα εξόντωσε, τα ημέρεψε.
Και το παραμύθι τελείωσε με αυτά τα λόγια:
«Καταλαβαίνετε βέβαια τι σημαίνει τούτος ο παλιός μύθος. Αυτοί που ενσαρκώνουν το πνεύμα του κακού είσαστε σεις! Το πνεύμα του καλού θα ασκήσει την αγαθότητα και την αμείλικτη δύναμή του για να υποτάξει τον δαίμονα… Θα μπορούσε βέβαια να τον σκοτώσει, θα ήταν το πιο εύκολο. Υπάρχουν πολλά και αποτελεσματικά φάρμακα μέσα θανάτου, τα ξέρουμε όλα. Για τις μύγες τα δραστικά φάρμακα, και για τις άλλες περιπτώσεις τα όπλα. Εμείς δεν χρειαζόμαστε άλλους νεκρούς. Τι να τους κάνουμε; Δεν θα είχε καμία αξία η αποστολή μας… εμείς θέλουμε να εξ…ξοντώσουμε και να συντρ…ρίψουμε ουσιαστικά όχι τους ευτελείς φορείς, αλλά τον ίδιο τον δαίμονα […]» ()
Αντρέας Φραγκιάς
Ο Αντρέας Φραγκιάς (1921-2002) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε οικονομικές επιστήμες στην ΑΣΟΕΕ, αλλά δεν πήρε το πτυχίο του. Συμμετείχε ενεργά στην Αντίσταση και το 1947 εξορίστηκε στην Ικαρία για οχτώ μήνες. Τη στρατιωτική του θητεία την υπηρέτησε επίσης εξόριστος στη Μακρόνησο.
Ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία από το 1945 και η πρώτη εφημερίδα με την οποία συνεργάστηκε ήταν η Ελεύθερη Ελλάδα, ενώ η τελευταία η Καθημερινή. Επίσης έγραφε στο περιοδικό Αντί, με ψευδώνυμο. Ήταν μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ). Υπήρξε φίλος και συνεργάτης του Άρη Αλεξάνδρου και του Δημήτρη Χατζή.
Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1955 με το μυθιστόρημα Άνθρωποι και σπίτια. Ολιγογράφος, ο Αντρέας Φραγκιάς αντλεί τα θέματά του, όπως όλοι οι μεταπολεμικοί πεζογράφοι, από την πραγματικότητα που σημάδεψε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, την Κατοχή, τον Εμφύλιο, τα μεταπολεμικά τραύματα που δεν πρόλαβαν να επουλωθούν, λόγω της επιβολής της δικτατορίας. Το έργο του κινείται στην κατεύθυνση του ρεαλισμού, μπολιασμένο με πολλά νεωτερικά στοιχεία. Ειδικά στα δύο τελευταία έργα του, το Λοιμό και Το πλήθος, ο Φραγκιάς καταθέτει μια γραφή πολύ προσωπική, με έντονο το φανταστικό στοιχείο, που περιγράφει μοναδικά τον εφιάλτη της απανθρωποποίησης στο σύγχρονο πολιτισμό.
Τιμήθηκε με το Α’ Κρατικό βραβείο Μυθιστορήματος (1988, για το έργο του Το πλήθος) και το 2000 με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο για το σύνολο του έργου του.
Έργα του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά, ρωσικά, ρουμανικά, ουγγρικά και γαλλικά.
Τα έργα του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος.
Παντελής Μπουκάλας: Τον Ανδρέα Φραγκιά θα τον διαβάζουμε και θα τον ξαναδιαβάζουμε – επειδή κ α ι είχε να πει κ α ι είχε τρόπο να τα πει, ένα «μάγο ύφος», σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Στάθη Δρομάζου, που, εσωτερικεύοντας με την πολλή επεξεργασία τις κατακτήσεις του, αυτοτιθασευμένο, αρνείται πεισματικά οποιασδήποτε μορφής πολυτέλεια, ως προς τις λέξεις, τα συντάγματα, τις εικόνες και την πλοκή. Θα τον διαβάζουμε και θα τον ξαναδιαβάζουμε επειδή, εκτός όλων των άλλων, όσα έθιξε στα κείμενά του και η λογοτεχνική μέθοδος με την οποία τα ανέδειξε εξακολουθούν να προηγούνται σε πολλά της πεζογραφίας η οποία τον ακολούθησε, κυρίως δε εκείνης που καταπιάστηκε με θέματα ίδια με τα δικά του. (Η Καθημερινή, «Η στοχαστική λογοτεχνία του Ανδρέα Φραγκιά», 08/01/2002)
Απόστολος Θηβαίος: Το μυθιστόρημα του «Λοιμού» αναπαριστά τη λογική της απελπισίας, την ελευθερία και την ανθρωπιά αναπαριστά, πράγματα πολύτιμα που ίσως σήμερα να καίγονται. Η επικαιρότητά του κρίνεται αδιαμφισβήτητη. (Vakxikon.gr, Ιούλιος 2013)
Δημήτρης Αλεξίου: …βρίσκεσαι στο τέλος του βιβλίου να καταλαβαίνεις ότι στη φύση του ανθρώπου είναι εκτός από το να προκαλεί όλα αυτά που διάβασες, να τα υπομένει επίσης, να τα ξεπερνά, να τα υπερνικά και να μπορεί να κάνει επιλογές: Την επιλογή να αντέξει, να μην αλλάξει, να μη γίνει δήμιος, να εμπιστεύεται, να αγαπάει. Την επιλογή να ζήσει. Να γίνει ήρωας παρόλο που ποτέ κανείς δεν έμαθε το όνομά του. (bookstand, «ΛΟΙΜΟΣ: Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΝΑ ΜΗΝ ΑΛΛΑΞΕΙΣ», 8/10/13)
Κατερίνα Μαλακατέ: Η ιστορία δεν είναι γραμμική, δεν θα μπορούσε να είναι. Η αφήγηση δεν είναι μαρτυρία για τα χρόνια του Φραγκιά στην Μακρόνησο- θα μπορούσε, μα δεν είναι. Παραμένει ανώνυμη και άχρονη και για αυτό διαχρονική. Ανατριχιαστικά επίκαιρη για το τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος αν του δώσεις την εξουσία, εξοργιστικά επεξηγηματική για τόσες χαμένες ζωές∙ και τελικά οριστικά μυθιστορηματική, φτιαγμένη από όλα εκείνα τα υλικά που αναδεικνύουν την λογοτεχνία. (diavazontas.gr, 25/3/14)
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
«Οι μύγες και οι πέτρες είναι λοιπόν δύο βασικά στοιχεία της φύσης. Μ’ αυτά τα δυό μετριέται η ζωή σου την ημέρα. Τη νύχτα, το μέτρο αλλάζει. Έτσι γινόταν – λες – από την αρχή του κόσμου. Πέτρες και μύγες. Όλα σου τα χρόνια κουβαλούσες πέτρες και μάζευες μύγες. Θα πεθάνεις απλώνοντας το χέρι να χουφτιάσεις μιά που σου ξεφεύγει. Για να λιγοστέψεις έτσι το χρέος σου πάνω στη γη. Στη μερίδα σου καταγράφονται πόσες μύγες έχεις πιάσει σ’ όλη σου τη ζωή, πόσες φορές σου έχει πέσει η πέτρα από τα χέρια κι η ολοφάνερη απροθυμία σου να φωνάξεις από το βουνό πώς είσαι ένα χαμένο και γελοίο υποκείμενο.
Όλοι οι άνθρωποι, όπου κι αν βρίσκονται, αγωνίζονται την ημέρα με τις μύγες και το βράδυ με τον φόβο. Τα χρέη διπλασιάζονται, οι λογαριασμοί έχουν ανέβει πάρα πολύ και κανένας δεν ξέρει ακριβώς πόσα χρωστάει κι αν είναι απόψε η δικιά του νύχτα. Έτσι βρίσκεσαι πάντα βουλιαγμένος, δεν ξενοιάζεις ποτέ. Αλλά και να μάθεις σήμερα πόσες μύγες χρωστάς, αύριο θα είναι αλλιώς, αφού από ώρα σε ώρα μπορεί να αυξηθεί κάποιο υπόλοιπο. Πόσα αξίζει τάχα μια μύγα;»
————————————————————-
Τίτλος: Λοιμός
Συγγραφέας: Φραγκιάς Αντρέας
ISBN: 978-960-04-0404-3
Εκδότης: Κέδρος
Πρώτης έκδοση: 1972
Τελευταία έκδοση: 2019 (12η έκδοση)
Αριθμός σελίδων: 256
Σχήμα: 14 x 20,6
————————————————————-