Η βιομηχανία των ειδήσεων και η χαμένη αξιοπιστία

Η βιομηχανία των ειδήσεων
και η αγορά της πληροφορίας,
είναι, πάνω από όλα, ένα μέσο κέρδους

  • του Ιγνάσιο Ραμονέ*

Η ενημέρωση έγινε, ούτε λίγο ούτε πολύ, εμπόρευμα. Δεν διέπεται πια από συγκεκριμένες αξίες, όπως για παράδειγμα η αλήθεια ή η αποτελεσματική υπεράσπιση των συμφερόντων του πολίτη. Ως εμπόρευμα υπόκειται περισσότερο στους νόμους της αγοράς, της προσφοράς και της ζήτησης, παρά στους πολιτικούς ή δεοντολογικούς κανόνες, στους οποίους θα έπρεπε κανονικά να υπακούει.

Τα ΜΜΕ θυσιάζουν στον βωμό της απευθείας μετάδοσης, του live τον χρόνο σκέψης και ανάλυσης. Οι αισθήσεις υπερισχύουν. Ο δημοσιογράφος αντιδρά εν θερμώ, ενστικτωδώς. Αφήνει πίσω του τις απαιτήσεις και τις ασπίδες προστασίας του επαγγέλματος.

Σήμερα επικαιρότητα είναι ό,τι ορίζει το κυρίαρχο μέσο. Το κυρίαρχο μέσο είναι η τηλεόραση, νούμερο ένα όχι μόνο στην ψυχαγωγία αλλά και στην ενημέρωση. Είναι λοιπόν προφανές ότι η τηλεόραση θέλει να επιβάλλει ως επικαιρότητα τα γεγονότα που ανταποκρίνονται στις δικές της ιδιαιτερότητες.

Το σύστημα της τηλεοπτικής ενημέρωσης ωθεί τους δημοσιογράφους στο ψέμα και την υπερβολή, εξαιτίας του ανταγωνισμού, του επείγοντος, του κυνηγιού της ακροαματικότητας. «Ο πολλαπλασιασμός των τηλεοπτικών μαγκαζίνο έθεσε τα θεμέλια για τη δημιουργία μιας βιομηχανίας του θεάματος στον τομέα της ενημέρωσης», διαπιστώνει ο Paaul Nahon, παραγωγός του τηλεοπτικού μαγκαζίνο Envoye special στο κανάλι France 2. «Οποιοδήποτε θέμα μπορεί να συμβάλλει στη “συγκομιδή” τηλεθεατών είναι πια καλοδεχούμενο, χωρίς να αναρωτιούνται εάν αξίζει πραγματικά τα 52 λεπτά προβολής. Το σεξ, η πορνεία, οι σκίνχεντ, οι ευνούχοι. Τα μαγκαζίνο μοιάζουν με βιντεοκλίπ, οι δημοσιογράφοι μετατρέπουν την ενημέρωση σε θέαμα ή σε κινηματογραφικό σενάριο».

Η εμπορική αξία της πληροφορίας ορίζεται πλέον από τον αριθμό των ανθρώπων που μπορεί να ενδιαφερθούν γι’ αυτήν. Και βέβαια αυτός ο αριθμός δεν έχει καμία σχέση με την αλήθεια. Ο δημοσιογράφος μπορεί να πει ένα μεγάλο ψέμα που ενδιαφέρει πολύ κόσμο και να το πουλήσει πολύ ακριβά. Ο δημοσιογράφος με την άμεση μετάδοση του γεγονότος δεν μπορεί να πάρει αποστάσεις από αυτό, αποστάσεις όμως που είναι απαραίτητες για την ανάλυσή του. Για την ώρα, ο δημοσιογράφος τείνει ολοένα και περισσότερο να γίνει ένας απλός σύνδεσμος ανάμεσα στο γεγονός και τη μετάδοσή του. Δεν έχει τον καιρό να φιλτράρει, να επαληθεύσει και να συγκρίνει γιατί, εάν χάσει πολύ χρόνο, οι συνάδελφοί του θα το παρουσιάσουν πριν από αυτόν. Και φυσικά, οι προϊστάμενοί του θα τον επιπλήξουν.

Άραγε πεθαίνουν τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων; Αναμφίβολα. Η βαθύτερη αιτία της κρίσης πρέπει να αναζητηθεί στο ίδιο το τηλεοπτικό σύστημα, όπου κυριαρχεί η ενημέρωση – θέαμα και όπου η σκηνοθεσία υπερισχύει της πραγματικότητας. Η υπερενημέρωση συνεπάγεται σχεδόν αυτομάτως παραπληροφόρηση. Η χιονοστιβάδα των –συχνά άνευ ουσίας– ειδήσεων που αναμεταδίδονται «σε πραγματικό χρόνο» υπερδιεγείρει τον τηλεθεατή (ή τον ακροατή) και του δίνει την ψευδαίσθηση ότι ενημερώνεται. Αλλά αν πάρουμε μια απόσταση, διαπιστώνουμε σχεδόν πάντα ότι πρόκειται για αυταπάτη. Γιατί η «απευθείας», σε «πραγματικό χρόνο» περιγραφή ενός συμβάντος δεν επιτρέπει στον δημοσιογράφο να απομακρυνθεί από το γεγονός, να βρει τον χρόνο για να προβληματιστεί, να επαληθεύσει ή έστω να κατανοήσει όσα εκτυλίσσονται μπροστά στα μάτια του. Διστάζει, ερμηνεύει, διανθίζει και τελικά, θέλοντας και μη, παραπλανά τον τηλεθεατή.

Τα ΜΜΕ βιώνουν έναν ολοένα και πιο άγριο ανταγωνισμό. Οι εμπορικές πιέσεις εντείνονται. Πολλά διευθυντικά στελέχη των ΜΜΕ δεν προέρχονται πλέον από τον χώρο της δημοσιογραφίας αλλά από τον χώρο των επιχειρήσεων και είναι λιγότερο ευαίσθητα στην ακρίβεια των πληροφοριών. Στα μάτια τους, η βιομηχανία των ειδήσεων, η αγορά της πληροφορίας, είναι πάνω από όλα ένα μέσο κέρδους.

Είναι η εποχή όπου δύο παράμετροι επιδρούν αποφασιστικά στην ενημέρωση: ο μιμητισμός των ΜΜΕ και το υπερ-συναίσθημα. Μιμητισμός είναι αυτός ο πυρετός που απλώνεται ξαφνικά στα ΜΜΕ και τα ωθεί, στα πλαίσια του κατεπείγοντος, να σπεύσουν να καλύψουν ένα συμβάν (ό,τι κι αν είναι αυτό), με την πρόφαση ότι τα άλλα μέσα –και ειδικά τα σοβαρά μέσα–  του δίνουν μεγάλη σημασία. Τα ΜΜΕ, μέσα στη δίνη του ανταγωνισμού, οδηγούνται σχεδόν παρά τη θέλησή τους στον υπερθεματισμό. Αλλά όλοι είναι υπεύθυνοι, συμπεριλαμβανομένων και ημών, αναγνωστών και τηλεθεατών, που επιδοκιμάζουμε με την παρουσία μας και με την αμφιλεγόμενη περιέργειά μας αυτή την προγραμματισμένη εκτέλεση.

Το σύστημα της ενημέρωσης δεν είναι αξιόπιστο, έχει αστοχίες, δείχνει ανικανότητα και –πολλές φορές εν αγνοία του– παρουσιάζει τερατώδη ψέματα για αλήθειες. Στις μέρες μας, ο αρχισυντάκτης μιας εφημερίδας δεν εξετάζει πλέον αν μια πληροφορία είναι αληθινή αλλά αν είναι ενδιαφέρουσα… αν λοιπόν θεωρήσει ότι δεν έχει ενδιαφέρον, απλώς δεν τη δημοσιεύει. Σήμερα όλα τα μέσα είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους σαν τους κρίκους μιας αλυσίδας, καθώς το ένα επαναλαμβάνει το άλλο, το ένα μιμείται το άλλο.

Τι περιμένουν σήμερα οι πολίτες από τα ΜΜΕ; Να είναι ανοιχτά στην κριτική και να κάνουν συνεχώς αυτοκριτική.

 

*Ο Ιγνάσιο Ραμονέ διετέλεσε διευθυντής της «Le Monde Diplomatique» και διδάσκει θεωρία της επικοινωνίας στο πανεπιστήμιο του Παρισιού (το κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο του «Η Τυραννία  των ΜΜΕ», Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, 1999).

AgrinioStories