...
Όσα ξέρει ο τορναδόρος
δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος!
| Γράφει ο βοηθός του |

Τρακτέρ στον ήλιο, αριθμοί στη σκιά |
Από τα χωράφια της Αιτωλοακαρνανίας μέχρι τους διαδρόμους της Βουλής,
οι αγρότες μένουν όρθιοι σαν ρίζες που αρνούνται να ξεριζωθούν,
σε μια χώρα που μιλά για εκσυγχρονισμό ενώ ξεχνά ποιος την ταΐζει |
Η μέρα ξεκίνησε με τον ήλιο να ανατέλλει διστακτικός πάνω από τα χωράφια της Αιτωλοακαρνανίας σαν δημόσιος υπάλληλος σε καθεστώς ομηρίας, φωτίζοντας τα παρκαρισμένα τρακτέρ στις εθνικές οδούς που οδηγούν στα διόδια της ζωής μας. Στέκουν εκεί ως υπενθύμιση ότι κάποιοι μιλούν με τη γη και η γη απαντά με καρπό, ιδρώτα και πείσμα, την ώρα που το κράτος απαντά με τιμολόγια ιδιωτικοποιημένων Δημόσιων Επιχειρήσεων Κοινής Ανάγκης και καθόλου Ωφέλειας, με επιδοτήσεις που εξατμίζονται πριν καν προλάβουν να γίνουν ανάσα, με υποσχέσεις που σπέρνονται μεν κάθε χρόνο, αλλά δεν θερίζονται ποτέ. Δεν ζητούν θαύματα, ζητούν να μην τιμωρείται η δουλειά τους, να μην αντιμετωπίζονται σαν στατιστικό σφάλμα σε κάποιο υπουργικό excel, να μη χρειάζεται να κατεβαίνουν στους δρόμους για να αποδείξουν ότι υπάρχουν.
Εκσυγχρονισμός θα μου πείτε. Μόνο που οι αγρότες ξέρουν από εκσυγχρονισμό. Τον πληρώνουν κάθε φορά που αλλάζει το κόστος, κάθε φορά που το πετρέλαιο ανεβαίνει, κάθε φορά που το νερό γίνεται πολυτέλεια, κάθε φορά που η παραγωγή τους βαφτίζεται πρόβλημα, αντί για πλούτος. Κι ο ΟΠΕΚΕΠΕ, όπως λένε οι εφημερίδες, αλλάζει σπίτι. Μόνο που την ώρα οι φάκελοι μεταναστεύουν σαν πουλιά χωρίς προορισμό, οι αγρότες μένουν «επί τόπου» από επιλογή και ανάγκη μαζί, όχι σαν σκιάχτρα αλλά σαν ρίζες που αρνούνται να ξεριζωθούν, ξέροντας ότι αν φύγουν κι αυτοί, θα μείνει μόνο ο αέρας να φυσάει ανάμεσα στα πάνελ οργώνοντας τα χωράφια.
Από την άλλη, στην Αθήνα ο προϋπολογισμός περπατάει στους διαδρόμους της Βουλής φορώντας κοστούμι και κρατώντας αριθμούς σαν φυλαχτό. Μοιράζει χαμόγελα, υπόσχεται σταθερότητα, ζητά υπομονή με εκείνη την ήρεμη φωνή του ανθρώπου που έχει διαβάσει μόνο το εξώφυλλο. Οι μισθοί κοιτάζονται στον καθρέφτη και δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους, οι τιμές τρέχουν μπροστά σαν παιδί που ξέφυγε από το χέρι του γονιού του και η καθημερινότητα γίνεται άσκηση ισορροπίας πάνω σε λογαριασμούς, ενοίκια, καύσιμα. Οι διαδηλώσεις περνούν από τις οθόνες σαν καιρός, άλλοτε με συννεφιά άλλοτε με απαγορευτικό, και η λέξη «ανάπτυξη» αιωρείται στον αέρα σαν μπαλόνι που κανείς δεν ξέρει ποιος το κρατά και ποιος θα το πληρώσει όταν σκάσει.
Στο καφενείο οι ειδήσεις παίζουν χαμηλά, για να μη θυμώσουν τα ποτήρια και σπάσουν πριν την ώρα τους, και οι λέξεις «μεταρρύθμιση» και «εκσυγχρονισμός» φαντάζουν ανέκδοτα κακής ποιότητας, απ’ αυτά που έχουν ειπωθεί τόσες φορές, έχουν πάψει να έχουν αρχή και τέλος και κανείς δεν γελάει ούτε πρώτος ούτε τελευταίος. Τα νοσοκομεία, όπως πάντα, λειτουργούν με πίστη και θαύματα, τα σχολεία με αναπληρωτές και υποσχέσεις, τα χωριά με αναμνήσεις και πείσμα και η χώρα μοιάζει με ένα τεράστιο παζλ που συναρμολογήθηκε βιαστικά, με κομμάτια που δεν κουμπώνουν καλά, αλλά κανείς δεν τολμά να το χαλάσει για να το ξαναφτιάξει από την αρχή.
Γενικά σήμερα όλα δείχνουν κανονικά. Οι σημαίες δεν κυματίζουν ανήσυχες και οι τίτλοι των δελτίων είναι ευπρεπείς… Καλημέρα
————————————————————————
Στη σπουδή της πατίνας των ημερών

