Το νόθο δημοψήφισμα


.

Το γεγονός της ημέρας


Ένα Δημοψήφισμα που δε βρέθηκε κανείς (ούτε τότε ούτε αργότερα)
να υποστηρίξει πως ήταν γνήσιο

Το νόθο δημοψήφισμα

Η βασιλεία εμφανιζόταν να υπερψηφίζεται
από το 105% περίπου, των πραγματικά εγγεγραμμένων!!!


Στις 10 Οκτώβρη του 1935, γύρω στις 11 π.μ. ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Παναγής Τσαλδάρης, κατέβαινε, από το σπίτι του στην Κηφισιά, τη λεωφόρο Κηφισίας με σκοπό να πάει στο πολιτικό του γραφείο, όταν διασταυρώθηκε μ’ ένα δεύτερο αυτοκίνητο το οποίο του έκοψε το δρόμο κορνάροντας. Στο δεύτερο αυτό αυτοκίνητο επέβαιναν τρεις ανώτατοι αξιωματικοί: ο διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού, υποστράτηγος Παπάγος, ο αρχηγός του Ναυτικού, υποναύαρχος Οικονόμου και ο διοικητής της Αεροπορίας, υποστράτηγος Ρέππας. Οι τρεις αξιωματικοί ζήτησαν από τον πρωθυπουργό να γυρίσει στην κατοικία του γιατί είχαν κάτι σπουδαίο και απόρρητο να του ανακοινώσουν. Ο Τσαλδάρης υπάκουσε και σε λίγα λεπτά, μέσα στο ίδιο του το σπίτι, άκουγε τους τρεις στρατιωτικούς να του ανακοινώνουν ότι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας απαιτούν την άμεση πολιτειακή μεταβολή, ζητώντας από τον ίδιο να ανακοινώσει το βράδυ στη Βουλή την κατάργηση της Δημοκρατίας και την επαναφορά της Βασιλείας.

Ο πρωθυπουργός απάντησε πως η κυβέρνησή του δεν μπορούσε να προχωρήσει σε ένα τέτοιο βήμα διότι ήταν υποχρεωμένη να τηρήσει την υπόσχεσή της για διενέργεια δημοψηφίσματος. «Εν τοιαύτη περιπτώσει – ανταπάντησαν οι αξιωματικοί – η κυβέρνησίς σας, κύριε πρωθυπουργέ, καταργείται από τας ενόπλους δυνάμεις»[1].

Μπροστά σ’ αυτή την εξέλιξη ο Τσαλδάρης επιχείρησε να ελιχθεί και να κερδίσει χρόνο. Υποσχέθηκε στους κινηματίες στρατιωτικούς ότι την τελική του απάντηση θα την έδινε ύστερα από συνεννόηση με το Υπουργικό Συμβούλιο. Κατόπιν, όταν έμεινε μόνος, επικοινώνησε με τον υπουργό του επί των στρατιωτικών και αντιπρόεδρο της κυβερνήσεως Γ. Κονδύλη και τον ενημέρωσε για τα καθέκαστα. «Συμφωνώ με τας απόψεις των αρχηγών. Νομίζω ότι επιβάλλεται η άμεσος σύγκλησις του Υπουργικού Συμβουλίου», απάντησε ο Κονδύλης που ήταν και ο εγκέφαλος του πραξικοπήματος.

 

1936. Ο Βρετανός πρέσβης Γουώτερλο χαιρετά το Γεώργιο

Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν άργησε να συγκληθεί αλλά η σύγκλησή του αυτή δεν έμελλε να φέρει κανένα άλλο αποτέλεσμα πέραν της υπογραφής της ληξιαρχικής πράξης θανάτου της κυβέρνησης. Για το λόγο αυτό βγήκε και σχετική ανακοίνωση η οποία ανέφερε πως η κυβέρνηση καταλύθηκε με τη βία. Ομως οι πραξικοπηματίες διόρθωσαν το κείμενο κατά τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνεται πως η κυβέρνηση παραιτήθηκε[2].

 

Ο στρατηγός Γ. Κονδύλης υποδέχεται τον Γεώργιο στο Φάληρο και του παραδίδει το διάγγελμα

Το βράδυ της ίδιας μέρας εμφανίστηκε στη, στρατοκρατούμενη πλέον, Βουλή νέα κυβέρνηση με επικεφαλής τον Κονδύλη και ορκίστηκε μέσα σε φωνές και διαμαρτυρίες οι οποίες βεβαίως πέραν της εκτονώσεως των πιστών στον Τσαλδάρη βουλευτών δεν αποσκοπούσαν σε κάτι περισσότερο. Ο Τσαλδάρης διέθετε όλη την κοινοβουλευτική δύναμη που χρειαζόταν ώστε η κυβέρνηση του Κονδύλη να καταψηφιστεί. Ομως αντί να ενεργήσει προς αυτή την κατεύθυνση, προτίμησε να πάρει τους 165 πιστούς βουλευτές του και να φύγει αφήνοντας μέσα στην αίθουσα 82 που στήριξαν το πραξικόπημα και τους πραξικοπηματίες[3].

Το νόθο δημοψήφισμα

Το δημοψήφισμα λοιπόν προκηρύχθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1935 (ΦΕΚ Α΄ 456) και διενεργήθηκε στις 3 Νοεμβρίου του ίδιου έτους. Έμεινε στην ιστορία ως Νόθο δημοψήφισμα. Διενεργήθηκε από την δικτατορική κυβέρνηση του Γεωργίου Κονδύλη (που είχε καταλάβει με πραξικόπημα την εξουσία στις 10 Οκτωβρίου 1935) που συγκάλεσε την Ε΄ Εθνική Συνέλευση για να καταργήσει το πολίτευμα της Αβασίλευτης δημοκρατίας. Τα βενιζελογενή κόμματα με την αποχή τους συνέβαλαν στην προώθηση της καθεστωτικής αλλαγής.

Τα ψηφοδέλτια

 

Στο Δημοψήφισμα καλείτο ο λαός να εγκρίνει ή να απορρίψει την αλλαγή του πολιτεύματος. Εξελίχθηκε όμως σε τραγική φάρσα. Αν και από την πολιτική κατάσταση της εποχής έβγαινε το συμπέρασμα ότι το εκλογικό σώμα θα επικύρωνε με ισχυρή πλειοψηφία την απόφαση της Εθνοσυνέλευσης, η κυβέρνηση Κονδύλη φοβόταν ότι η πλειοψηφία δεν θα ήταν αρκετά ισχυρή και επεδόθη σε μεγάλης έκτασης νοθεία. Σκοπός των κινηματιών ήταν η παγίωση του καθεστώτος τους, και τους συνέφερε μια αμφισβητήσιμη εκλογική διαδικασία, ούτως ώστε αργότερα να τους έχει απόλυτη ανάγκη ο – υπό αμφισβήτηση – Βασιλιάς. Την παγίωση αυτού του καθεστώτος προσπάθησε να αποτρέψει ο αυτοεξόριστος Ελευθέριος Βενιζέλος, επιχειρώντας να εξαγοράσει την αναγνώριση της Παλινόρθωσης με ορισμένες εγγυήσεις και παραχωρήσεις του επανερχόμενου Βασιλιά (αμνηστία των κινηματιών του βενιζελικού κινήματος της 1 Μαρτίου 1935, ελεύθερες εκλογές).

Ο στρατιωτικός νόμος είχε αρθεί μια εβδομάδα μόνο πριν από το δημοψήφισμα, η λογοκρισία εμπόδιζε τη δημοσίευση των απόψεων υπέρ της αβασίλευτης. Μάλιστα, λίγες μέρες πριν από το δημοψήφισμα, εκτοπίστηκαν στη Μύκονο ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου και ο Γεώργιος Παπανδρέου.

Ενα δημοψήφισμα που δε βρέθηκε κανείς (ούτε τότε ούτε αργότερα) να υποστηρίξει πως ήταν γνήσιο. Αντίθετα οι αναζητήσεις όλων στρέφονταν στο μέγεθος της νοθείας που, μάλλον, δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί. Επρόκειτο για τόσο εξωφρενικά αποτελέσματα, που πριν να ανακοινωθούν ο υπουργός Εσωτερικών Γ. Σχινάς ζητούσε από τους υφιστάμενούς του να μετριάσουν τη νοθεία γιατί το είχαν παρακάνει[4]. «Ο υπουργός Εσωτερικών – σημειώνεται σε μια έκθεση της βρετανικής πρεσβείας στην Αθήνα, γραμμένη δύο μέρες μετά το δημοψήφισμα[5]- όταν του τηλεφωνούσαν τα αποτελέσματα από τις επαρχίες, αναφώνησε: Οχι! Οχι! Δεν εννοούσα να φτάσουμε ως εκεί!». Πού είχαν φτάσει;

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στο δημοψήφισμα εμφανίστηκαν ότι είχαν ψηφίσει 1.527.714 ψηφοφόροι, δηλαδή κάπου 438.000 περισσότεροι απ’ αυτούς που ψήφισαν στις εκλογές του Ιούνη του 1935!!! Η αποχή είχε μηδενιστεί- παρά το γεγονός ότι τα κόμματα του Κέντρου απείχαν- κι όπως ανακοινώθηκε υπέρ της μοναρχίας ψήφισαν 1.491.992 ή το 97,80%, ενώ υπέρ της δημοκρατίας μόνο 32.545 ή το 2,12%[6]. Τι σήμαινε αυτό στην πραγματικότητα; Οπως σημειώνει ο Σπ. Λιναρδάτος[7] η βασιλεία εμφανιζόταν να ψηφίζεται από το 105% περίπου, των πραγματικά εγγεγραμμένων!!! Δεν είχε άδικο επομένως ο Βρετανός πρόξενος στη Ζάκυνθο, που στην έκθεσή του για το θέμα έκανε λόγο για «χονδροειδή ηλιθιότητα της φάρσας που παίχτηκε»[8].

Στις 25 Νοέμβρη ο Γεώργιος Γλύξμπουργκ ο Β’ επέστρεψε στην Αθήνα. Το πρώτο ουσιαστικό βήμα για τον εκφασισμό της χώρας είχε συντελεστεί. Μέσα στο 1936 θα συντελούνταν και τα υπόλοιπα και μια νέα τραγωδία θα ξεκινούσε για τον ελληνικό λαό.-

 

——————————————————————————–
1. Σπ. Λιναρδάτου: «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο», 1965, σελ. 110 | 2. Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος» 1955, τόμος β’, σελ. 383 | 3. Φ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909 – 1940», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος Δ’, σελ. 57 | 4. Γ. Ανδρικόπουλου: «Η Δημοκρατία του Μεσοπολέμου», εκδόσεις «Φυτράκη», σελ. 174 | 5. Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδόσεις «Διογένης», σελ. 70 | 6. Φ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909 – 1940», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος Δ’, σελ. 62- 6 | 7. Σπ. Λιναρδάτου, στο ίδιο, σελ. 11. | 8. Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», σελ. 72.
Πηγές: el.wikipedia – rizospastis.gr
————————————————————————————
Πηγές: el.wikipedia – rizospastis.gr