Το Κύτταρο σαν ρεμπετάδικο και το Θέατρο σκιών

Το Κύτταρο, ένα μήνα και κάτι
πριν από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου,
μετατρέπεται σε κανονικό ρεμπετάδικο!

Ο Ηλίας Πετρόπουλος είναι έξω από τη φυλακή από τον Αύγουστο του 1973 (είχε καταδικαστεί λόγω του ποιητικού κειμένου του «Σώμα»), αφού το τριμελές πλημμελειοδικείο Πειραιώς θα διέκοπτε, για ένα τρίμηνο, το υπόλοιπο της ποινής του, για λόγους υγείας, και καθώς το βιβλίο του «Ρεμπέτικα Τραγούδια» έχει κάνει ήδη δεύτερη έκδοση από το 1972, ο ίδιος αποφασίζει να «καταλάβει», με ρεμπέτικα, το Κύτταρο.

Κι έτσι, από τις 5 έως τις 31 Οκτωβρίου του ’73, ο Η. Πετρόπουλος θα παρουσίαζε εκεί τους Μιχάλη Γενίτσαρη, Σπύρο Καλφόπουλο, Στέλιο Κερομύτη, Γιώργο Μουφλουζέλη, Πάνο Πετσά και Κούλη Σκαρπέλη, μαζί με την νεορεμπέτισσα Αλεξάνδρα και τον Ρίκο, με τη λατέρνα του, που «γέμιζε» τα διαλείμματα.

 

 

Το ενδιαφέρον του κοινού, και της υποψιασμένης νεολαίας, είναι μεγάλο. Έχει «βοηθήσει» και ο πρόσφατος χαμός, και μάλιστα μέσα σε εννέα μήνες, τριών πολύ μεγάλων μορφών του ρεμπέτικου (με την σειρά Σταύρος Παγιουμτζής, Μάρκος Βαμβακάρης, Γιάννης Παπαϊωάννου), με το Χάραμα στην Καισαριανή (λόγω Βασίλη Τσιτσάνη και Σωτηρίας Μπέλλου, που συνυπάρχουν το φθινόπωρο του ’73) να μετατρέπεται σε κάτι σαν «ναό» της εναλλακτικής νυχτερινής διασκέδασης. Ήταν κι άλλα…

Εν τω μεταξύ το ίδιο εκείνο διάστημα, κι ενώ το «Κύτταρο» εξακολουθεί να λειτουργεί σαν ρεμπετάδικο, τουλάχιστον μέχρι και την περίοδο του Πολυτεχνείου (προφανώς οι παραστάσεις, λόγω επιτυχίας, είχαν πάρει παράταση), ο Σαββόπουλος θα βρισκόταν σε περιοδεία στην επαρχία, μαζί με την Λαιστρυγόνα και τον καραγκιοζοπαίχτη Ευγένιο Σπαθάρη. Η περιοδεία θα ξεκινούσε στις 20 Οκτωβρίου από τον Βόλο, ενώ μετά τις 10 Νοεμβρίου του ’73, το σχήμα θα περνούσε από Πάτρα, Κόρινθο κ.λπ.

Η φάση αυτή είναι σημαντική, γιατί ο Σαββόπουλος συνειδητοποιεί, πλέον, βαθιά, τι σημαίνει Καραγκιόζης. Όπως θα έλεγε και ο ίδιος λίγο καιρό αργότερα στον Γιώργο Κοντογιάννη («Ο Ταχυδρόμος», τεύχος #1036, 15 Φεβ. 1974), ενθυμούμενος εκείνη την περιοδεία στην επαρχία:

«Η ιδέα (σ.σ. της ένταξης του Καραγκιόζη στις παραστάσεις στην Αθήνα, για τις οποίες θα πούμε στη συνέχεια) μου ήρθε όταν παίζαμε στην επαρχία το περασμένο φθινόπωρο (σ.σ. του ’73). Αισθανόμουνα κομμάτι εκτεθειμένος. Ξέρεις δα πώς είναι, όταν απομακρύνεσαι από την Αθήνα που σε κακομαθαίνει και πας στους λίγους παραπέρα, που είναι κάπως πιο σεμνοί, πιο συμμαζεμένοι, άρα και κάπως πιο κοντά στην πραγματικότητα. Τουλάχιστον εγώ έτσι το ’ζησα. Ίσως επειδή τα τραγούδια μου χαρακτηρίζονται, δυστυχώς, από κάποιο προσωπικό στοιχείο, άρα και από δυσάρεστες πρωτοτυπίες. “Μόνον εγώ είμαι υπεύθυνος” σκεφτόμουν και η νευρικότητά μου δεν περιγραφόταν. Το είχα μάλιστα προβλέψει κατά κάποιον τρόπο κι είχα πάρει μαζί τον Ευγένιο Σπαθάρη, με τους καραγκιόζηδες. Όχι για να αισθάνεται πιο άνετα το ακροατήριο, αλλά εγώ! Κοίταζα λοιπόν λιγάκι τον Καραγκιόζη κι ανάσαινα. “Ηρέμησε φίλε μου” σκεφτόμουν, “δες, ο κόσμος χαίρεται, πλήττει μέσα σ’ αυτή την φθινοπωρινή πολιτειούλα και πήρε ένα εισιτήριο για να διασκεδάσει – δεν υπάρχει λόγος, λοιπόν, για αγωνία και για έπαρση”. Κι όπως ήμασταν συνεχώς υπ’ ατμόν, σωστό μπουλούκι, στήσιμο-ξεστήσιμο, ξενοδοχεία, κι οι καραγκιόζηδες από δίπλα, αισθάνθηκα λιγάκι σαν αρχηγός θιάσου σκιών και πολύ μ’ άρεσε! Σκιές! Ούτε σώμα, ούτε φως, αλλά κάτι που υπαινίσσεται, ίσως, και τα δύο. Όχι μόνο ο Καραγκιόζης, αλλά και οι μουσικοί σκιές είναι».

 

Ηλίας Πετρόπουλος και Διονύσης Σαββόπουλος .

 

[Παρένθεση. Τον Καραγκιόζη φέρνει στο ελληνικό ροκ ο Γιώργος Ρωμανός, τον Μάιο του 1970, όταν συμπεριλαμβάνει στο LP «Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα» το τραγούδι του «Καραγκιόζη μου, χαρτονάκι μου, με τα λόγια του Άκου Δασκαλόπουλου. Σε γενικές γραμμές, ο Ρωμανός, που για ένα μικρό διάστημα, στο δεύτερο μισό του 1969, συμπορεύεται με τον Διονύση Σαββόπουλο στα Μπουρμπούλια, είχε από παλιά πρωτότυπες ιδέες, καθώς είχε σμίξει ροκ και παράδοση στο περίφημο «Ρολόι» του ήδη από το 1967, αλλά το γεγονός πως δεν εμφανιζόταν μ’ ένα σταθερό ροκ γκρουπ, έχοντας περιστασιακές ζωντανές παρουσίες, φεύγοντας, μάλιστα, κάποια στιγμή, εντελώς από την Ελλάδα, στερεί από τις σκηνές των ροκ κλαμπ, στις αρχές των σέβεντις, μια παρουσία, που θα έδινε κι άλλο νόημα στα δρώμενα. Κλείνει η παρένθεση].

Τον Δεκέμβριο του ’73, περί τα μέσα περίπου, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, ξεκινά ο Σαββόπουλος στο Κύτταρο, για δεύτερη σεζόν, μ’ ένα πρόγραμμα, που έχει τίτλο «Θίασος Σκιών», με την συμμετοχή του σκηνοθέτη Λάκη Παπαστάθη, του Ευγένιου Σπαθάρη και βεβαίως του συγκροτήματος Λαιστρυγόνα, που πάντα, για πρώτη ύλη, θα έχει τα τραγούδια από «Το Βρώμικο Ψωμί» και από τον «Μπάλλο».

Κάτι συμβαίνει όμως και η παράσταση δεν κυλάει καλά, και βασικά σταματάει. Υπήρχαν θέματα με την λογοκρισία, που επανέρχεται δριμύτερη επί καθεστώτος Ιωαννίδη, αλλά ίσως ήταν και άλλοι λόγοι.

 

Φιγούρες του Σωτήρη και του Ευγένιου Σπαθάρη. Μαζί και ο Διονύσης Σαββόπουλος, ως φιγούρα, του θεάτρου σκιών.

 

Στα βιωματικά διηγήματα του Λάκη Παπαστάθη υπό τον τίτλο «Το Καλοκαίρι θα Παίξει την Κλυταιμνήστρα» [ΠΟΛΙΣ, 2011] υπάρχει κάτι σχετικό με την λογοκρισία του προγράμματος στο Κύτταρο του 1973-74, αλλά επειδή δεν πρόκειται για ντοκουμέντο της εποχής και επειδή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, μέσα στο πλαίσιο μιας κάποιας μυθοπλασίας, πόσο ακριβής μπορεί να είναι η αποτύπωση των διαλόγων ανάμεσα στους Σαββόπουλο-Παπαστάθη και τον χουντικό λογοκριτή, δεν θα μεταφέρουμε κάτι εδώ. Απλώς το επισημαίνουμε.

 

«Θίασος Σκιών» στο Κύτταρο, τη σεζόν 1973-74.

 

Σε κάθε περίπτωση ο «Θίασος Σκιών» ξεκινά, βασικά, στα μέσα Φεβρουαρίου του 1974, με την Δόμνα Σαμίου να ανοίγει το πρόγραμμα, για να ακολουθήσουν οι Λήδα-Σπύρος και μετά ο Σαββόπουλος με την Λαιστρυγόνα (δηλαδή οι Στέλλα Γαδέδη φλάουτο, φωνή, Νίκος Τσιλογιάννης ντραμς, που έχει επανακάμψει, Γιώργος Γαβαλάς μπάσο, τρομπέτα και Θεολόγος Στρατηγός ηλεκτρική κιθάρα, με τον Άγγελο Μαστοράκη να κανονίζει τα του ήχου), που τώρα παρουσιάζουν, πέρα από «Το Βρώμικο Ψωμί» και τον «Μπάλλο», κι ένα καινούριο τραγούδι, στο κλείσιμο, το γνωστό πλέον σήμερα «Σαν τον Καραγκιόζη».

 

 

Δυστυχώς αυτό το πρόγραμμα, που πρέπει να ήταν ένα από τα αρτιότερα του Σαββόπουλου, δεν κινηματογραφήθηκε (θα μπορούσε ίσως να συμβεί, γι’ αυτό το λέμε), οπότε μένουν μόνο μερικές φωτογραφίες, που έχουν διασωθεί, για να μας κατατοπίσουν κάπως.

 

Από αριστερά: Γιώργος Γαβαλάς, Διονύσης Σαββόπουλος, Ευγένιος Σπαθάρης, Νίκος Τσιλογιάννης, Στέλλα Γαδέδη, Θεολόγος Στρατηγός.

 

Όπως, λοιπόν, ο κόσμος κοιτούσε την σκηνή στα αριστερά του ήταν ο μπερντές του Ευγένιου Σπαθάρη και δεξιά η κινηματογραφική οθόνη. Η Σούλα Αλεξανδροπούλου («είδα τη Σούλα και τον Δεσποτίδη» θα τραγουδούσε αργότερα ο Σαββόπουλος), στα «Επίκαιρα» (Μάρτης του ’74) γράφει για την παράσταση και επεξηγεί τι ακριβώς συνέβαινε. Αξίζει να το μεταφέρουμε:

«Δέκα μικρές ταινίες γύρισε για τον Σαββόπουλο ο Παπαστάθης. Χρησιμοποιώντας τους “μύθους” που έθρεψαν τον ελληνισμό, σαν βασικό κύτταρο και δένοντάς τες με την παράσταση του Σπαθάρη και τα τραγούδια του Σαββόπουλου. Και οι δέκα ταινίες, και ο μπερντές, κινούνται ανάμεσα στα τραγούδια, χωρίς να επιχειρούν να τα ερμηνεύσουν. Ο θεατής-ακροατής ξαφνιάζεται στην αρχή, αλλά εξοικειώνεται γρήγορα και παγιδεύεται σ’ αυτή την παράλληλη έλξη των αισθήσεών του. Πρώτη ταινία η Μαρία η Πενταγιώτισσα. Η Φρίντα Ποπελίνα, σύζυγος του Αχιλλέα Μαδρά και μόνιμη πρωταγωνίστρια στις ταινίες του, στην οθόνη. Η Μαύρη Θάλασσα και η Μεγάλη Ιδέα ζωντανεύουν τώρα πια μόνο με λιθογραφίες και λαϊκές εικόνες των Βαλκανικών Πολέμων. Στο μέτρημα του χρόνου το κινούμενο σχέδιο του Αλέξη Κυριτσόπουλου είναι ο βασικός συντελεστής. Η αναφορά στο ζεϊμπέκικο και στα υπόγεια ρεύματα, στην υπόγεια λειτουργία του, με μια τελετουργική εμφάνιση των μεγάλων του λαϊκού τραγουδιού που πέθαναν, κι όλα αυτά από φωτογραφίες που έχει στο αρχείο του ο Ηλίας Πετρόπουλος. Σημαντική, εκφραστική η δουλειά του Παπαστάθη στο “Είδα την Άννα κάποτε”. Μέσα από πίνακες του Ν.Γ. Πεντζίκη ζωντανεύει η μνήμη της Θεσσαλονίκης, σε συνδυασμό με την μνήμη ενός κοριτσιού. Φωτογραφημένο έτσι, που να δείχνει αδρό, πληγωμένο ίσως, οπωσδήποτε ανθρώπινο, το πρόσωπο της Υβόννης Μαλτέζου “δένει” στην αντίθεση με την τρυφερότητα του χώρου.(…) Επιστέγασμα του θεάματος ο Καραγκιόζης. Φιγούρες του Σπαθάρη παρελαύνουν σ’ ένα κάρο. Στην οθόνη κι ο Σαββόπουλος, σε φιγούρα κι αυτός. Οι άλλοι εξαφανίζονται, η φιγούρα πέφτει, γίνεται κομμάτια, για να καταλήξει στο στομάχι του γνωστού καραγκιοζέικου φιδιού».

 

Πηγή – LIFO: Τέτοιες μέρες πριν από 50 χρόνια, κυκλοφορεί «Το Βρώμικο Ψωμί» του Διονύση Σαββόπουλου
Φωτογραφία ανάρτησης – Οι ρεμπέτες στο Κύτταρο: διακρίνονται ανάμεσα σε άλλους οι Στέλιος Κερομύτης, Μιχάλης Γενίτσαρης, Μπιρ Αλλάχ, Κούλης Σκαρπέλης, Γιώργος Μουφλουζέλης και στην άκρη δεξιά (με το μούσι) ο Ηλίας Πετρόπουλος.

AgrinioStories