Το αρχαίο θέατρο της Μακύνειας
βρίσκεται στα υψώματα του Αντιρρίου
σε απόσταση 10 λεπτών από τη Γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου,
προς την οποία διαθέτει απαράμιλλη θέα
Τα ερείπια της αρχαίας πόλης της Μακύνειας βρίσκονται στη θέση «Παλιόκαστρο» του Δήμου Ναυπακτίας. Η τειχισμένη ακρόπολη της βρίσκεται σε στρατηγική θέση, καθώς ελέγχει με ασφάλεια ολόκληρη τη θαλάσσια περιοχή του Πατραϊκού κόλπου και το στενό πέρασμα Ρίου-Αντιρρίου που οδηγεί από τον Πατραϊκό στον Κορινθιακό κόλπο. Ενδιαφέρουσα είναι και η απεριόριστη θέα προς τα βόρεια όπου βλέπει κανείς το βουνό Κλόκοβα, τον αρχαίο Ταφιασσό (σημερινή Παλιοβούνα), στα βορειοανατολικά και ανατολικά τους χαμηλούς λόφους και τα βουνά της Ναυπακτίας, στα νότια και δυτικά το Ιόνιο Πέλαγος και τον Πατραϊκό Κόλπο, με το στενό Ρίου – Αντιρρίου, τη σύγχρονη Γέφυρα και τμήμα του Κορινθιακού Κόλπου, ενώ στο βάθος του ορίζοντα προβάλλουν τα βουνά της Αχαΐας και αχνή η βουνοκορφή του Αίνου της Κεφαλονιάς.
Η πόλη (της οποίας λείπει η επιγραφική επιβεβαίωση για την ασφαλή ταύτισή της) λόγω της μεγάλης στρατηγικής της σημασίας είχε ήδη αναπτυχθεί κατά την κλασική περίοδο. Η μεγάλη άνθησή της αρχίζει από τα τέλη του 4ου αι. και διαρκεί έως την καταστροφή της από τον Φίλιππο Ε’ ο οποίος, σύμφωνα με τον Πολύβιο, κατά την εκστρατεία του από τη Λευκάδα στο Λέχαιο λεηλάτησε τα παράλια της Αιτωλίας.
Το ισχυρό τείχος της ακρόπολης, μήκους 377 μ., περιβάλλει την ανδηρωτή και σχεδόν επίπεδη κορυφή λόφου εμβαδού 8.800 μ2 και διαθέτει οκτώ πύργους και τέσσερις πύλες. Είναι κατασκευασμένο κατά το ψευδοϊσόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης με δύο παρειές από μεγάλους γκριζοπράσινους ογκόλιθους ψαμμίτη, ενώ το εσωτερικό του πακτώθηκε με λατύπη, χώμα και πέτρες. Το περίγραμμά του θυμίζει ακανόνιστο πολύγωνο. Ο αμυντικός χαρακτήρας του ενισχύεται τόσο από την ύπαρξη των πύργων όσο και από την παρουσία δύο οδοντώσεων που δημιουργούνται στο δυτικό τμήμα του, όπου παρατηρείται απουσία πύργων. Στο εσωτερικό της ακρόπολης κατά τη διάρκεια εκτεταμένων καθαρισμών έχουν έλθει στο φως θεμέλια διαφόρων κτισμάτων ποικίλων διαστάσεων, τα οποία δεν μπορούν ακόμη να ταυτιστούν, επειδή δεν έχουν ερευνηθεί ανασκαφικά. Τόσο στα βόρεια όσο και στα νότια πρανή του λόφου της ακρόπολης είναι ορατά θεμέλια ιδιωτικών ή δημόσιων οικοδομημάτων, ενώ στα δυτικά πρανή αναπτύσσεται το νεκροταφείο της αρχαίας πόλης.
Το Θέατρο
Σε μικρό πλάτωμα στα νοτιοανατολικά της ακρόπολης βρίσκεται το θέατρο. Η ερευνά του πραγματοποιήθηκε κατά τα έτη 1988 και 1989. Αποτελείται από ενιαίο τοξοειδές κοίλο, του οποίου σώζονται δεκατέσσερις σειρές εδωλίων, χωρίς κερκίδες, κλίμακες και διάζωμα. Τα εδώλια, όπως και τα υπόλοιπα δομικά στοιχεία της πόλης, είναι κατασκευασμένα από γκριζοπράσινο ψαμμιτόλιθο της περιοχής. Η ορχήστρα είναι επίσης τοξοειδής χωρίς αγωγό απορροής των ομβρίων υδάτων. Χαρακτηριστική ιδιομορφία του θεάτρου αποτελεί η ύπαρξη στη βόρεια πλευρά της ορχήστρας βαθμιδωτής κατασκευής από δύο ευθύγραμμες σειρές εδωλίων των οποίων το μήκος κυμαίνεται από 9 μ. έως 11,50 μ.
Η βαθμιδωτή αυτή κατασκευή, που είναι κάθετη και όχι τοξοειδής προέκταση των τριών πρώτων σειρών των εδωλίων του θεάτρου, ενδεχομένως να προοριζόταν ως θέση των επισήμων ή των τιμωμένων προσώπων της πόλης. Βέβαιο πάντως είναι ότι για το τιμώμενο πρόσωπο προοριζόταν ο φθαρμένος λίθινος θρόνος (προεδρία) που κατά την έρευνα αποκαλύφθηκε με τη λίθινη βάση του στο ανατολικό άκρο της πρώτης σειράς της βαθμιδωτής κατασκευής. Επειδή η θέση της κατασκευής αυτής παρείχε στα επίσημα ή τιμώμενα πρόσωπα τη δυνατότητα να βλέπουν κατ’ ενώπιον τους θεατές, οδηγούμεθα στη σκέψη ότι το μνημείο αρχικά λειτούργησε ως βουλευτήριο.
Το σκηνικό οικοδόμημα του θεάτρου, λόγω κατάρρευσης του στην απότομη κλιτύ του λόφου και της αφαίρεσης οικοδομικού υλικού από κατοίκους της περιοχής για νεότερες κατασκευές, διατηρεί μόνο αποσπασματικά στοιχεία των θεμελίων του. Υπολογίζεται ότι οι διαστάσεις του ήταν 21,60 μ. x 9,70 μ. Εκτός της σκηνής είναι ορατά και τα θεμέλια των στενών παρόδων του θεάτρου. Παρασκήνια δεν διακρίνονται, ούτε άλλα στοιχεία του, παρά μόνο τμήμα αναλημματικού τοίχου κατά τη νότια πλευρά του. Σε μικρή απόσταση βόρεια του θεάτρου υπάρχει στενόμακρο φυσικό πλάτωμα, στο οποίο ανασκάφτηκαν τα θεμέλια μεγάλου αταύτιστου ναού, διαστάσεων 17,20 μ. x 5,80 μ. και προσανατολισμού από τα ανατολικά προς τα δυτικά.
Τόσο το πλάτος των εδωλίων όσο και το ύψος τους κυμαίνεται από 0,30 μ. έως 0,40 μ. Για την πρόσβαση σε αυτή τη δίβαθμη κατασκευή υπάρχει έμπροσθεν της πρώτης σειράς διάδρομος από συμπιεσμένο χώμα πλάτους 1 μ. και μήκους 11 μ. Ο διάδρομος αυτός προς την πλευρά της ορχήστρας φέρει χαμηλό κρηπίδωμα από ψαμμιτόλιθους διαστάσεων 0,20 μ. x 0,20 μ. Στην πίσω πλευρά της δεύτερης σειράς και σε επαφή με αυτήν διατηρούνται στη θέση τους πλάκες διαφόρων μεγεθών (το ύψος τους φτάνει τα 0,30 μ. και το πλάτος τους κυμαίνεται από 0,70 μ. έως 0,80 μ.) που είχαν τοποθετηθεί κατακόρυφα ως πλάτη της σειράς δίκην ερεισινώτων.
Ο κίνδυνος για την υπόστασή του εξαιτίας της φυσικής φθοράς και του κρημνού, στο χείλος του οποίου βρίσκεται η σκηνή του, οδήγησε το 2010 τη ΓΕΦΥΡΑ Α.Ε. στη σύμπηξη μιας συμμαχίας με το Σωματείο «ΔΙΑΖΩΜΑ» (www.diazoma.gr) και τον Δήμο Ναυπακτίας, προκειμένου να επιδιωχθεί η ανάσχεση του φαινομένου, υπό την εποπτεία της αρμόδιας Εφορείας Αρχαιοτήτων (νυν Αιτωλοακαρνανίας & Λευκάδας). Στο διάστημα αυτό, η παραχωρησιούχος της Ζεύξης συνεισέφερε στην υπόθεση της διάσωσης, χρηματοδοτώντας μελέτες και πρωτοβουλίες ανάδειξης του μνημείου μέσα από το ανέβασμα παραστάσεων και δράσεις επικοινωνίας.