Ο αριθμός των μικροπλαστικών σωματιδίων
είναι πλέον μεγαλύτερος
από τον αριθμό των αστεριών του γαλαξία μας.
Από τα βάθη της θάλασσας μέχρι τις βουνοκορφές και από τα τρόφιμα και το πόσιμο νερό μέχρι το αίμα μας, σχεδόν παντού έχουν βρεθεί μικροπλαστικά – κάτι που δεν θα έπρεπε να μας κάνει εντύπωση. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, ο αριθμός των μικροπλαστικών σωματιδίων είναι πλέον μεγαλύτερος από τον αριθμό των αστεριών του γαλαξία μας.
Τα μικροπλαστικά μπορούν να εξαπλωθούν μέσω του αέρα, του νερού ή του εδάφους και δεν μπορούν να απομακρυνθούν από τη στιγμή που εισέρχονται στο περιβάλλον. Επειδή δεν αποσυντίθενται με φυσικό τρόπο, μπορούν να αποτελέσουν απειλή για τα ζώα και τα φυτά σε βάθος αιώνων, όπως και να εισέλθουν στη διατροφική αλυσίδα. Μέχρι σήμερα παραμένουν άγνωστες οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτό στην υγεία μας επακριβώς.
Επί του παρόντος, εκτιμάται ότι κάθε χρόνο απελευθερώνονται στην Ε.Ε. περίπου 42.000 τόνοι μικροπλαστικών που προστίθενται σκόπιμα σε προϊόντα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πλέον θεσπίσει μέτρα στο πλαίσιο των κανονισμών για τις επιβλαβείς χημικές ουσίες, απαγορεύοντας την πώληση μικροπλαστικών στην Ε.Ε., καθώς και προϊόντων στα οποία έχουν προστεθεί σκοπίμως.
Ποια προϊόντα επηρεάζονται;
Η νέα απαγόρευση ορίζει τα μικροπλαστικά ως «συνθετικά πολυμερή σωματίδια μεγέθους μικρότερου των πέντε χιλιοστών που είναι οργανικά, αδιάλυτα και μη διασπώμενα». Βρίσκονται σε πολυάριθμα προϊόντα, όπως σε μακιγιάζ, καλλυντικά, προϊόντα καθαρισμού, γκλίτερ, φυτοφάρμακα, λιπάσματα, παιχνίδια, φάρμακα και τεχνητές αθλητικές επιφάνειες, όπως γήπεδα ποδοσφαίρου από καουτσούκ.
Από τους νέους κανονισμούς εξαιρούνται τα δομικά υλικά που αν και εμπεριέχουν μικροπλαστικά, δεν τα απελευθερώνουν, όπως και τα προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Ωστόσο, οι κατασκευαστές θα πρέπει να αναφέρουν σε ετήσια βάση τις εκτιμώμενες εκπομπές μικροπλαστικών, καθώς και να παρέχουν οδηγίες για τη χρήση και απόρριψη των επηρεαζόμενων προϊόντων.
Η απαγόρευση ισχύει για προϊόντα που κατασκευάζονται στην Ε.Ε., όπως και για προϊόντα που εισάγονται από το εξωτερικό και εμπεριέχουν μικροπλαστικά. Έτσι, «προωθείται και η καινοτομία στην ευρωπαϊκή βιομηχανία», λέει η Γιοχάνα Μπέρνζελ, εκπρόσωπος Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πότε τίθενται σε ισχύ οι κανονισμοί;
Για ορισμένα προϊόντα, όπως μεταξύ άλλων τα μικροσφαιρίδια και ορισμένα καλλυντικά, η απαγόρευση πώλησης θα ισχύσει από τα μέσα Οκτωβρίου. Για άλλα προϊόντα προβλέπεται μια μεταβατική περίοδος τεσσάρων έως δώδεκα ετών, ανάλογα με την πολυπλοκότητα της παραγωγής και τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών λύσεων για την αντικατάσταση των μικροπλαστικών. Το ίδιο ισχύει και για τους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε αθλητικά γήπεδα για τους οποίους προβλέπεται μία οκταετία.
Υπάρχουν υποκατάστατα;
Ο Μαρκ Κρόιτσμπρουκ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Τεχνολογίας Πλαστικών στο Πανεπιστήμιο της Στουτγκάρδης, λέει πως δεν υπάρχουν υποκατάστατα με τα οποία θα μπορούμε να επιτύχουμε σε μεγαλύτερο βαθμό τους κλιματικούς μας στόχους.
«Δυστυχώς το πλαστικό είναι ένα υλικό που μπορείς να διαμορφώσεις με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες», εξηγεί. «Είτε πρόκειται για μέταλλο, γυαλί ή άλλα υλικά, όλα χρειάζονται πολύ περισσότερη ενέργεια για την παραγωγή προϊόντων, εξισορροπώντας τα κλιματικά οφέλη από την κατάργηση των μικροπλαστικών». Ο ίδιος τονίζει πως «πρέπει να καταφέρουμε να ανακυκλώνουμε πραγματικά το 100%. Το πλαστικό δεν είναι αντικείμενο μιας χρήσης, αλλά ένα ανακυκλώσιμο υλικό και αυτό πρέπει να περαστεί στο μυαλό των ανθρώπων», προσθέτει.
Υπάρχουν και άλλες προτάσεις, όπως τα βιοδιασπώμενα πλαστικά που αποσυντίθενται γρήγορα όταν απελευθερώνονται στο περιβάλλον. Μέχρι στιγμής, όμως, καταλαμβάνουν ένα πολύ μικρό μερίδιο της αγοράς, λιγότερο από 1%. Επιπλέον, δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για όλα τα προϊόντα, ιδίως για τα πιο πολύπλοκα, όπως οι συσκευασίες τροφίμων.
Η Μπέρνζελ εκτιμά πως η απαγόρευση των μικροπλαστικών θα αποτελέσει το κατάλληλο κίνητρο για τη συνεργατική κινητοποίηση των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, της βιομηχανίας και της ερευνητικής κοινότητας, με σκοπό την εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων. «Το μέλλον της χημικής βιομηχανίας σχετίζεται με τη βιωσιμότητα και τις βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις. Είναι μια ευκαιρία για την ευρωπαϊκή βιομηχανία να βρεθεί στην πρώτη γραμμή της καινοτομίας και της μετάβασης σε ένα πιο βιώσιμο πλαίσιο. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να διατηρήσουμε το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα», υποστηρίζει.
Τι αντίκτυπο θα έχει η απαγόρευση;
Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης «Μηδενική ρύπανση» η Ε.Ε. έχει δεσμευτεί για μείωση των μικροπλαστικών αποβλήτων κατά 30% έως το 2030. Η απαγόρευση των μικροπλαστικών αναμένεται να αποτρέψει την απελευθέρωση περίπου μισού εκατομμυρίου τόνων μικροπλαστικών στο περιβάλλον. Ωστόσο, ο Κρόιτσμπρουκ τονίζει ότι πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα.
«Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πόσο μεγάλο είναι το ποσοστό των μικροπλαστικών στα καλλυντικά: μετρούμενο σε σχέση με τη συνολική εισροή πλαστικών, είναι περίπου 1%. Αυτό σημαίνει ότι ενώ είναι θετικό να λαμβάνονται τέτοια μέτρα, αυτά εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα επιφανειακά», λέει. Με μία πιο θαρραλέα προσέγγιση η Ε.Ε. θα μπορούσε στο μέλλον να απαγορεύσει και τα μικροπλαστικά που απελευθερώνονται ακούσια για παράδειγμα από τη φθορά των ελαστικών κατά την οδήγηση.
Η Μπέρνζελ ελπίζει ότι ο νέος κανονισμός θα μπορέσει επιπλέον να εμπνεύσει και άλλες περιοχές του κόσμου να υιοθετήσουν παρόμοια μέτρα. «Φυσικά δεν μπορούμε να επιβάλλουμε τίποτα σε άλλες χώρες ή περιοχές του κόσμου. Αλλά το να δίνουμε ένα σωστό περιβαλλοντικό παράδειγμα, έχει φέρει θετικές αλλαγές σε άλλους τομείς στο παρελθόν», δηλώνει η Μπέρνζελ.