Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι
να πούνε….»
Η ανθρώπινη ζωή και ο πολιτισμός αιωρούνται ανάμεσα στη θαλπωρή του ΝΑΙ και στην αβεβαιότητα του ΟΧΙ. Άλλοι χρεώνουν στο «ναι» τη συμμόρφωση, την υποταγή, το συμβιβασμό, την πειθαρχία, την ιδιοτέλεια, τη σκοπιμότητα και τη φοβία. Κάποιοι άλλοι χρεώνουν στο «όχι» την απειθαρχία, την ανιδιοτέλεια, την πρόοδο και την εξέλιξη. Πολλοί στο «ναι» του ανθρώπου ανιχνεύουν μια «γονιδιακή φοβία» και πολλοί άλλοι στο επαναλαμβανόμενο «όχι» μια εξωγενή πίεσηπου ασκείται στο υποκείμενο. Όποια όμως κι αν είναι η αιτία των «ναι» και των «όχι», αυτά είναι που συνθέτουν την ταυτότητα του ανθρώπου και αποκαλύπτουν την «ποιότητά» του.
Οι άνθρωποι του «ναι» χάνονται στην άμορφη μάζα του ανθρώπινου πλήθους και η ιστορία αδιαφορεί γι’ αυτούς. Αντίθετα, οι άνθρωποι του «όχι» με όλες τις αποχρώσεις του γνωρίζουν τη δόξα και την προσοχή των ιστορικών. Οι χρυσές σελίδες της ιστορίας είναι αφιερωμένες στους ανθρώπους του «όχι», που ξεχώρισαν και προκάλεσαν με τη στάση τους την επικρατούσα σοφία, ηθική και λογική. Τα όχι αυτών των ανθρώπων φόβισαν, αλλά και ενθουσίασαν τα πλήθη. Τα περισσότερα αγάλματα εμπεριέχουν το όχι των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Αυτή δικαιώνει τους «αρνητές» που τρόμαξαν την εξουσία και γέννησαν την ελπίδα και την αισιοδοξία στους καταπιεσμένους. «Αυτή η ίδια η ανθρωπότητα που εκθειάζει την υπακοή στους αυθαίρετους νόμους της και την απαιτεί σαν την υπέρτατη αρετή, διαφυλάσσει το αιώνιό της πάνθεο για εκείνους που περιφρόνησαν αυτή την απαίτηση και προτίμησαν να πεθάνουν μάλλον παρά να προδώσουν την ισχυρογνωμοσύνη τους» (Έσσε).
Τα κίνητρα – οι αντιφάσεις
Μια λεπτομερής καταγραφή της ψυχοδομής των αρνητών και των ανθρώπων του «όχι» θα μας αποκαλύψει τα κίνητρά τους, αλλά και τις αντιφάσεις τους. Το «όχι», δηλαδή, μπορεί να αποτυπώνει την αυτοπεποίθηση, τη βεβαιότητα, τη σιγουριά και το σταθερό προσανατολισμό του προσώπου. Το όχι επίσης αισθητοποιεί τον υψηλό δείκτη αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης. Η αυτογνωσία και η αυτοσυνειδησία βαδίζουν παράλληλα με πράξεις και συμπεριφορές που χρωματίζονται από το ηχηρό «όχι».
Για τους μελετητές της ανθρώπινης ψυχολογίας του “όχι” εκφράζει την αβεβαιότητα του υποκειμένου, που πασχίζει να κρύψει την ανασφάλειά του απέναντι σε κάτι που φαντάζει ως τελεσίδικο. Συνιστά, δηλαδή, μια άρνηση στο επερχόμενο «τέλος». Είναι μια αντίφαση και υποκρύπτει περισσότερο την αναβλητικότητα και λιγότερο την αποφασιστικότητα του ατόμου. Είναι, επίσης, ένα «ουρλιαχτό» απόγνωσης στα αδιέξοδα της ζωής. Το “όχι” για την ομάδα αυτή των μελετητών πηγάζει από το μηδενισμό και τον παραλογισμό. Είναι μια συναισθηματική έκρηξη, ένας κυνισμός που υποκρύπτει σκοπιμότητες.
Το ΟΧΙ ως εξέγερση
Αυτή η αντιφατική εικόνα των αρνητών και των φορέων του «όχι» μας αναγκάζει να ανιχνεύσουμε βαθύτερα τις πηγές του. Οι οπαδοί του “όχι” διαβλέπουν μια στάση αντίστασης απέναντι στα «ναι» της ζωής που την υποβιβάζουν σε μια απλή διαδικασία επιβίωσης. Μια άρνηση στα ανορθολογικά κελεύσματα της εξουσίας, μια άρνηση απέναντι στο μέλλον που κάποιοι άλλοι το σχεδιάζουν για μας. Τη θετική εικόνα των ανθρώπων του “όχι” τη συμπληρώνουν όσοι υποστηρίζουν πως το “όχι” εκφράζει τη συνεχή αμφισβήτηση, την ακούραστη αμφιβολία και την εξέγερση της συνείδησης.
Οι κοινωνιολόγοι στους αρνητές διαβλέπουν την κοινωνική καταπίεση και ερμηνεύουν το «όχι» ως προστάδιο επανάστασης. Το «όχι» εμπεριέχει σύμφωνα με τους ηθικολόγους μια «ηθική στάση» κι έναν επαναστατικό ρεαλισμό. Οι αντίπαλοι βέβαια του «όχι» μεταφράζουν αυτό ως προσπάθεια πρόκλησης ενδιαφέροντος και ως μια κίνηση για επιβεβαίωση. Ο άνθρωπος του «όχι» είναι ο θηρευτής της αλήθειας και ο αρνητής των ψευδαισθήσεων που παράγει ο κάλπικος πολιτισμός. «Μέσα στον πολιτισμό της συλλογικής επιβίωσης, όπου ο καθένας κάνει το αντίθετο από αυτό που επιθυμεί θυσιάζοντας την αληθινή ζωή, ο αρνητής εισβάλλει σαν ένας σαρκαστικός καταστροφέας.
Απορρίπτοντας κάθε παραδοσιακή αξία, δέχεται να αντικρίζει την ίδια την αδυναμία της ύπαρξής του, στερημένης από κάθε αυταπάτη.
Μοναχικός, αφού αμφισβητεί το κοινωνικό, παρασύρεται σε ένα οριακό σημείο, όπου προσπαθώντας να προλάβει την καταστροφή που θέτει σε κίνηση η εξουσία, προπορεύεται και παρασύρεται στην αυτοκαταστροφή. Όλα τα ρεύματα της άρνησης ανήκουν στο ίδιο ποτάμι. Από εκεί αναβλύζει το μυστικιστικό παραλήρημα των ρομαντικών…. Ο ειρωνικός λόγος του Νίτσε, η αλαζονεία του Dada, το χιούμορ των σουρεαλιστών, τα εξεγερτικά μανιφέστα των καταστασιακών. Εκεί ανήκουν οι προπαγανδιστές της άρνησης που θέλουν να βάλουν στη συνείδηση των ανθρώπων λίγη από τη μούχλα των σάπιων αξιών» (Ελευθεροτυπία).
Ο άνθρωπος του “όχι” λοιπόν αισθητοποιεί τη «μοναξιά» του αρνητή απέναντι στο πλήθος των συμβιβασμένων που επέλεξαν την «ευτυχία» της επιβίωσης. Το “όχι” είναι για τον αρνητή μια προσπάθεια αιφνιδιασμού του αντιπάλου που εφησυχάζει στη βεβαιότητα των στερεότυπων και του «αυτονόητου». Το “όχι” είναι μια επίθεση, αλλά και μια άμυνα. Μια διεκδίκηση και μια έκφραση της άναρχης δημιουργικότητας. Το “όχι” συνθέτει τη θρυμματισμένη ζωή και δεν αποσυνθέτει την κίβδηλη ζωή μας, όπως πολλοί πιστεύουν. Ο αρνητής ταλαντεύεται ανάμεσα σε δυο οριακές στάσεις ζωής: «την άνευ όρων και ορίων υποταγή στους κανόνες του κοινωνικού πρέπει και στη συνεχή εξέγερση και αντίσταση».
Ιστορικά και καθημερινά ΟΧΙ
Το “όχι” των Σπαρτιατών και των Θεσπιέων(μάχη Θερμοπυλών), το ΟΧΙ των Ελλήνων στον πόλεμο του 1940, το “όχι” του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, το όχι του Σωκράτη στις προτάσεις των μαθητών του για φυγή από τη φυλακή και το όχι των απλών ανθρώπων της καθημερινής ζωής απέναντι σε αυτούς που σχεδιάζουν τον ευτελισμό της ανθρώπινης ύπαρξης συνθέτουν το μωσαϊκό της ταυτότητας του αρνητή τόσο σε εθνικό – ιστορικό επίπεδο όσο και στο γήπεδο της καθημερινότητας.
Τέλος στην αξιολόγηση των υποκειμένων του “όχι” πρέπει να συνυπολογιστούν ο χρόνος, η περίσταση, τα κίνητρα, οι στόχοι και το διακύβευμα της άρνησης. Γιατί το “όχι” δεν δικαιώνεται αφ’ εαυτού, αλλά από την ετοιμότητα του ανθρώπου να αντιπαλέψει και να θρυμματίσει τις εσωτερικές του ανασφάλειες και τις σειρήνες της εξωτερικής πραγματικότητας: «Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,/ όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει/ εκείνο τ’ όχι – το σωστό – εις όλην τη ζωή του» (Κ. Καβάφης).
Ίσως ο αρνητής να συνειδητοποιεί πολλές φορές πως το “όχι” δεν οδηγεί πουθενά και ίσως τον γεμίσει με πίκρα και απογοήτευση. Προτιμά, όμως, να ξοδευτεί στον αγώνα για απαλλαγή από τα δεσμά των κοινωνικών καταναγκασμών παρά να ευτυχεί στο μικρόκοσμο των ευκαιριών που παρέχει το σύστημα στους συμβιβασμένους. Για τον αρνητή αξίωμα είναι τα λόγια του ποιητή:
«Το ζήτημα πια έχει τεθεί:
Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε
ή θα σηκωθούμε άλλον πύργο ατίθασο απέναντί τους…»
(Μ. Κατσαρός)