.
Στρογγυλοβούνι Ξηρομέρου
Το Στρογγυλοβούνι απέχει 41,1 χλμ. από το Αγρίνιο
μέσω Σταμνάς
– Επιμέλεια: Λ. Τηλιγάδας –
Μια βλαχόφωνη – Ριμένικη κοινότητα
Το Στρογγυλοβούνι (βλάχικα:Στουρνάρι) είναι ένα αρμανίτικο χωριό
και μία κοινότητα του Δήμου Ξηρομέρου
Μέχρι τη μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης το 2011,
ήταν μέρος του Καποδιστριακού Δήμου Αστακού, του οποίου ήταν δημοτική περιφέρεια.
Η κοινότητα καλύπτει έκταση 18.001 χμ2 και η απογραφή του 2021
κατέγραψε 145 κατοίκους στο χωριό και 309 στο σύνολο.
Στα 1840, ύστερα από ληστρικές επιθέσεις Τουρκαλβανών, αναφέρεται πως καταστράφηκε και εγκαταλείφθηκε ο μεγάλος οικισμός των Αρβανιτόβλαχων στο Μπιτσικόπουλο. Τότε το μεγαλύτερο μέρος των οικογενειών που είχαν εγκατασταθεί εκεί από την εποχή του Αλή Πασά, κατέφυγαν για περισσότερη ασφάλεια στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, όπου συνέχισαν τη νομαδική-κτηνοτροφική ζωή, μετακινούμενοι ανάμεσα στα Άγραφα και άλλες ορεινές περιοχές της Ευρυτανίας, αλλά και της Ηπείρου, στο τουρκικό τότε ακόμη έδαφος, και τις χαμηλές περιοχές της Ακαρνανίας (Ξηρόμερο) μέχρι τις εκβολές του Αχελώου.
Ο L. Heuzey αναφέρει πως στα 1856 αριθμούσαν συνολικά 800 οικογένειες (περίπου 4.000 με 5.000 ψυχές) και σχημάτιζαν 12 μεγάλα χειμαδιά, που αριθμούσαν το καθένα από 50 έως 100 οικογένειες. Σταδιακά, ανάμεσα στο 1865 με 1870, άρχισαν να δημιουργούν μονιμότερες εγκαταστάσεις στα χειμαδιά τους.
Τα χωριά που δημιουργήθηκαν τότε από αυτούς είναι σήμερα οι νοτιότεροι βλάχικοι οικισμοί. Είναι τα χωριά: Στράτος (Σουροβίγλι ή Γιαννίκα), Όχθεια (Όχτου ή Παγαίικα), Αγράμπελη (Νταγιάντα), Γουριώτισσα (Κατσαρού), Παλαιομάνινα (Κουτσομπίνα), Στρογγυλοβούνι (Στουρνάρι ή Γακαίικα) και Μάνινα Βλιζιανών (Καλέτζι). Θα πρέπει να επισημανθεί πως οι Αρβανιτόβλαχοι της Στερεάς Ελλάδας έχει επικρατήσει να ονομάζονται Καραγκούνηδες. Σύμφωνα με άρθρο στο περιοδικό Πανδώρα, γύρω στο 1856, οι Αρβανιτόβλαχοι της Αιτωλοακαρνανίας αριθμούσαν περίπου 2.000 ψυχές και είχαν 100.000 πρόβατα που απέφεραν στο ελληνικό δημόσιο το σημαντικό τότε φορολογικό έσοδο των 20.000 δραχμών. Ο G. Weigand αναφέρει πως στα 1888-89 υπήρχαν 2.625 ψυχές στα επτά πρώην χειμαδιά των Αρβανιτόβλαχων της Ακαρνανίας, που σταδιακά εξελίχθηκαν σε σταθερά αγροτοκτηνοτροφικά χωριά και δίνει πολλά περισσότερα στοιχεία για την παραδοσιακή οργάνωσή τους.
Έως το 1930 υπήρξε συνοικισμός της κοινότητος Αστακού, στην εφημερίδα τις κυβερνήσεως με αρ. φύλλου 404 της 30 Δεκεμβρίου του 1930, αναγνωρίσθηκε ως κοινότης Στρογγυλοβούνιου επι προεδρίας Αλεξάνδρου ΖΑΙΜΗ και υπουργού εσωτερικών Β.ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ Η απογραφή του 2001 βρίσκει το Στρογγυλοβούνι με 302 κατοίκους ενώ η απογραφή του 2011 με 326 κατοίκους.
Στο Στρογγυλοβούνι, όπως και στα περισσότερα χωριά του Ξηρομέρου οι δραστηριότητες των κατοίκων περιστρέφονταν στις γεωργο-κτηνοτροφικές ασχολίες. Μέχρι και την δεκαετία του 70 οι κάτοικοι εκμεταλλεύονταν το βελανίδι (πρώτη ύλη για χρωστικές ουσίες) και μάνα εξ ουρανού για του ντόπιους. Στα επόμενα χρόνια η καλλιέργεια του καπνού μονοπωλούσε την γεωργική απασχόληση. Μετά τον αναδασμό του κτήματος Λεσινίου το βαμβάκι, το καλαμπόκι και άλλες γεωργικές καλλιέργειες μπήκαν στις γεωργικές ασχολίες των κατοίκων. Φυσικά η καλλιέργεια του καπνού παρέμεινε η κορωνίδα της γεωργίας.
Τα τελευταία χρόνια και με την παύση της καπνοκαλλιέργειας υπάρχει μια ολοένα και αυξανόμενη ελαιοκομική καλλιέργεια με άριστα αποτελέσματα στην ποικιλία της βρώσιμης ελιάς καλαμών. Σημαντική επίσης για την ντόπια οικονομία είναι και η κτηνοτροφία. Σήμερα βρίσκουμε στο Στρογγυλοβούνι μεγάλες κάθετες μονάδες προβάτων που απασχολούν, ιδιαίτερα νέους ανθρώπους με πλήρη κατάρτιση και σύγχρονο εξοπλισμό.
Στο Στρογγυλοβούνι λειτουργούν δύο από τα μεγαλύτερα τυροκομεία της περιοχής με εξαιρετικά προϊόντα, από ντόπια γάλατα. Τα τελευταία χρόνια ο πολιτιστικός σύλλογος «ΤΟ ΨΗΛΟΒΡΑΧΙ» παίζει ενεργό ρόλο στα λαογραφικά δρώμενα, με την αναπαράσταση του βλάχικου γάμου (Αύγουστος), χορευτικά, την ίδρυση λαογραφικού μουσείου, την συμμετοχή στις εκδηλώσεις (Έξοδος Μεσολογγίου) με ντόπιες φορεσιές, σε συνεργασία με τον πολιτιστικό σύλλογο τις Μάνινας.
Στο Στρογγυλοβούνι στον Ι.Ν. της Ζ.ΠΗΓΗΣ τελείται λιτανεία της αγίας εικόνος κατά τον εσπερινό την πέμπτη της διακαινησίμου. Ενώ στον συνοικισμό το εξωκλήσι του Αγ. Νικολάου χρονολογείται στα τέλη του 17ου αιώνα
Ο βλάχικος γάμος
Ο βλάχικος γάμος στα έξι σημερινά βλαχοχώρια του Νομού Αιτωλοακαρνανίας, δηλαδή στην Παλαιομάνινα, στη Στράτο, στη Γουριότισσα, στα Αγράμπελα, στα Όχθια και στο Στρογγυλοβούνι, γινόταν (και γίνεται και σήμερα κατά ένα μεγάλο μέρος) με όλες τις παραδόσεις, που επιβίωσαν επί αιώνες, έχοντας… μυκηναϊκές και ομηρικές ρίζες!….
Το προξενιό
Για παράδειγμα, το προξενιό γίνεται όπως στην… ομηρική εποχή! Κατ’ αρχήν, οι προτάσεις προς την οικογένεια της κοπέλας γίνονταν στον πατέρα ή σε έναν στενό συγγενή. Επιπλέον, βασική προϋπόθεση για την αίσια έκβαση του προξενιού ήταν η καταγωγή και η ανάλογη οικονομική κατάσταση. Χαρακτηριστικό είναι το εξής: Σήμερα οι Βλάχοι λένε: «Πάρε σκύλα από κοπάδι και γυναίκα από τζάκι». Να, όμως, τι λέει και η Πηνελόπη στους στίχους 276-279 της σ’ ραψωδίας της “Οδύσσειας: «Όταν γυρεύουν μιαν αρχόντισσα και πλουσιοθυγατέρα […] δικά τους βόδια πάντα φέρνουνε κι αρνιά καλοθρεμμένα…».
Ο αρραβώνας
Κάποιο βράδυ ο πατέρας ή ο θείος του κοριτσιού πήγαιναν στο σπίτι του αγοριού με ένα παγούρι γεμάτο ούζο για να «πιάσουν το χέρι‘. Στη συνέχεια, η οικογένεια του αγοριού ετοίμαζε ένα μαντήλι άσπρο, όπου έβαζε μαύρες σταφίδες, λουκούμια και ένα νόμισμα για να τα πάνε στο κορίτσι (υποψήφια νύφη). Δηλαδή παρατηρείται το έθιμο της ανταλλαγής δώρων.
Οι προετοιμασίες
Ένα μήνα πριν από το γάμο άρχιζαν οι προετοιμασίες: Ξύλα από το δάσος. Ή «κάγκανα» όπως λέγονται τα ξύλα στα βλάχικα -ακριβώς όπως τα αποκαλεί ο Όμηρος (Ιλιάδα, Φ, 364). Συνέχεια είχαν τα «φλάμπουρα» (σημαίες) με αρχαιοελληνικές ρίζες, η ετοιμασία για τα προζύμια κατά την οποία τραγουδούσαν με λέξεις που συναντάμε και στον Όμηρο. Μετά είχε σειρά το ξύρισμα του γαμπρού, κατά τη διάρκεια του οποίου πάλι τραγουδούσαν χρησιμοποιώντας ομηρικές λέξεις.
Φαγητό
Το παραδοσιακό γαμήλιο φαγητό είναι βραστό πρόβατο, κοκκινιστό με μακαρόνι χονδρό. Σερβίρεται πάντα ζεστό και είναι αρκετά πικάντικο. Συνοδεύεται με κόκκινο κρασί. Την ακριβή συνταγή τη γνωρίζουν λίγοι σήμερα, οι οποίοι μάλιστα καλούνται να μαγειρέψουν στους γάμους. Ένα απλό κοκκινιστό πρόβατο με μακαρόνι χονδρό δεν έχει καμία σχέση με το γαμήλιο φαγητό των Βλάχων. Το δοκιμάσαμε και ξέρουμε… Ένα από τα μυστικά είναι ότι όλα τα υλικά (και τα μακαρόνια) βράζουν από την αρχή μαζί, ενώ σε κάθε καζάνι αντιστοιχεί ένα πρόβατο (όλα τα κομμάτια του).
Αφού έτρωγαν, ο γαμπρός και ο πατέρας του περνούσαν μπροστά από τον κάθε καλεσμένο κρατώντας μια κούπα ή “απορίε” στα βλάχικα. Στην κούπα έριχνε ο καθένας τη σχετική ευχή και έναν φάκελο με χρήματα. Η λέξη «απορίε» προέρχεται από το “α-po-re-we”, όπως λέγονταν αμφορείς στην μυκηναϊκή εποχή γεμάτοι με κρασί.
Και για το κλείσιμο μια ιστορία «από μνήμης», έτσι όπως την βρήκαμε καταγεγραμμένη στο blog χωριού
Ο Μπαρμπα-Πάνος, ο πρώτος μανάβης του χωριού
Όταν το χωριό ήταν γεμάτο κόσμο, έσφυζε από ζωή. Είχε τον Παπα-Τάκη που λειτουργούσε στη Ζωοδόχο Πηγή, δύο δασκάλους που δίδασκαν ανά 3 τάξεις σε 100 παιδιά, τον τσαγκάρη, Γιώργο Σαλαγιάννη και μανάβη τον Μπαρμπα-Πάνο. Ο Μπαρμπα-Πάνος ένας γέρος με γυαλιά και γούνινο σκούφο στο κεφάλι, έπαιρνε το γάιδαρό του με τα κοφίνια, πήγαινε στην Πεντάλοφο, τα φόρτωνε με πορτοκάλια, μανταρίνια, σταφύλια, ανάλογα με την εποχή. Από εκεί ερχόταν με τα πόδια, μπροστά ο γάιδαρος φορτωμένος κι εκείνος ακολουθούσε πεζός. Να πάει και να’ρθει ήταν 12 χιλιόμετρα. Καθώς ερχόταν έβαζε στο καλαθάκι τα φρούτα και διαλαλούσε : «Μανταρίνια – Πορτοκάλια φρέσκα». Και γύριζε όλο το χωριό. Το βράδυ πήγαινε στο κεντρικό καφενείο με το καλάθι του και οι άντρες αγόραζαν ένα πορτοκάλι, το καθάριζαν με το σουγιά τους και το έτρωγαν.
Πήγαινε και στα Πηγάδια και στο Αγράμπελο να πουλήσει την πραμάτεια του. Όταν όμως ο Μπαρμπα-Πάνος γέρασε, δεν έβλεπε παρά ελάχιστα. Τότε πήγαινε καβάλα στο γάιδαρο και αφού φόρτωνε τα κοφίνια με τα φρούτα, ερχόταν ο γάιδαρος μπροστά κι εκείνος δενόταν από το καπίστρι του από πίσω και τον γύριζε ο γάιδαρος στο χωριό χωρίς να χαθεί στο δρόμο. Ο γάιδαρος άλλωστε, ήξερε πολύ καλά το μονοπάτι και δεν παρέκλινε ποτέ. Αυτά συνέβαιναν μετά τον πόλεμο στις δεκαετίες ’50, ’60, ’70.
———————————————————————————————
Πηγές
https://www.vlachs.gr/el/the-vlachs-metropolis-and-diaspora/oi-arvanitovlahoi-sti-sterea-ellada#_ftnref5
https://www.dimosxiromerou.gr/dimotikes-enotites/de-astakou/stroggylovouni
https://vlahoi.net/ithi-ethima/to-ethimo-tou-vlahikou-gamou
https://stroggyloboyni.blogspot.com/2018/07/blog-post_6.html
https://konstantinosdavanelos.blogspot.com/
https://el.wikipedia.org/wiki/