Σπαρτιάς Ευρυτανίας: Το χωριό φάντασμα και οι θρύλοι του!

Γνώρισε χρόνια λαμπρά ο Σπαρτιάς.
Με τα ωραία του σπίτια,
με τους πολλούς του ξενητεμένους,
με τα πλούσια και γόνιμα χωράφια του

 

Στα βόρεια του Καλεσμένου και λιγάκι ανατολικά
εκεί όπου συνορεύει με το χωριό Στένωμα,
μέσα σε μια προκλητική ομορφιά της φύσης,
απλώνεται ήσυχα, η τοποθεσία του Σπαρτιά

 

Ευρυτάνας ιχνηλάτης

 

Όταν το Καλεσμένο βρισκόταν στα πρώτα του βήματα, ο Σπαρτιάς αποτελούσε ένα πλουσιώτατο και πυνοκατοικημένο χωριό. Μια παλιά δόξα που σήμερα αναπαύεται.

Γνώρισε χρόνια λαμπρά ο Σπαρτιάς. Με τα ωραία του σπίτια, με τους πολλούς του ξενητεμένους, με τα πλούσια και γόνιμα χωράφια του. Οι κάτοικοι του Καλεσμένου μάς διηγούνται πως πράγματι υπήρξε μεγάλο και ωραιότατο χωριό. Τα χρόνια της ακμής του είναι μεταξύ του 1700-1810.

Στο μέρος αυτό φαίνονται σήμερα πολλά χαλάσματα. Ακόμη διακρίνεται η Εκκλησία του Αγίου Τρύφωνος. Το χωριό είχε πολλά αμπέλια και φυσικό τώρα ήταν, μιά του Εκκλησία ν’ ανήκε στον προστάτη της αμπελουργίας. Σήμερα η όλη περιοχή καλλιεργείται από τους Καλεσμενιώτες και τους κατοίκους του Στενώματος.

Μια δικαιολογημένη απορία είναι τώρα, πως καταστράφηκε ο Σπαρτιάς. Και παρότι η καταστροφή του πλησιάζει τόσο χρονικά κοντά μας, δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές, που να μας βεβαιώνουν, για την αιτία της καταστροφής του.

Η δυνατή φαντασία, φαντασία του λαού μας και πάλι θα μας δώση με τη γονιμότητα, που τη διακρίνει, την αιτία της καταστροφής του Σπαρτιά. Μα μήπως αυτή δεν είναι και η αληθινή ιστορία; Κάθε γεγονός της ζωής του ο λαός, κάθε συμβάν αφύσικο, δυνατό, καταστρεπτικό, ύστερα από την πρώτη του εξιστόρηση, το παίρνει στα χέρια του, το πλάθει με νέα υλικά, σε νέες συνθέσεις και το παραδίδει στη συνέχεια.

Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό του λαού μας. Να διατηρή στην αιωνιότητα τα μεγάλα γεγονότα της ζωής του. Δεν χάνεται εύκολα ότι ντυθή ωραία, ότι γίνει θρύλος και τραγούδι.

Έτσι ακριβώς συνέβη και με το Σπαρτιά. Η παράδοση μάς δίνει δύο εκδοχές για την καταστροφή του. Γιατί η καταστροφή υπήρξε ριζική, γρήγορη και ολοκληρωτική.

Η μια είναι πως το χωριό καταστράφηκε από πανούκλα, που τη μετέδωσε εδώ κάποιος ξενητεμένος, που επισκέφθηκε το χωριό του, ύστερα από πολλά χρόνια. Το χωριό αυτό, όπως και πιο πάνω είπαμε είχε πολλούς στην Κων)πολη. Ένα λοιπόν από τα ξενητεμένα παιδιά του Σπαρτιά, γύρισε στο σπίτι του και έφερνε μαζί του τη φοβερή αρρώστεια. Αυτή μεταδόθηκε και ξερίζωσε όλο το χωριό. Όσοι δεν προσεβλήθησαν, έφυγαν μακρυά από τον τόπο τους, που κατήντησε το δρεπάνι της ζωής των. Οι γύρω κάτοικοι των άλλων χωριών, ούτε λόγος, να γίνεται, πως θα πήγαιναν αμέσως να κατοικήσουν εκεί.

Αυτό το γεγονός παίρνει τώρα, νέα μορφή απ’ τη φαντασία του λαού μας. Ήλθε ένας ξενητεμένος Κων)πολίτης στο Σπαρτιά. Τον καλοδέχτηκαν οι χωριανοί του και ιδιαίτερα η αγκαλιά της μάννας του, που χρόνια περίμενε, να καμαρώση πλάι στο γυιό της και να χαρή. Το βράδυ λοιπόν οπού η μάννα ετοίμασε το τραπέζι, για το γυιό της, κατέβηκε στο κατώι, όπου ήσαν τα βαρέλια, να πάρη κρασί.

Εκεί λοιπόν βλέπει μια ωραία γυναίκα. Στη στιγμή ανεβαίνει επάνω και παραπονείται στο γυιό της. Γιατί παιδί μου, του λέει, δεν ανεβάζεις επάνω τη γυναίκα σου, που μας έφερες από την ξενητιά; Ντρέπεσαι τους χωριανούς σου; Εμένα; Γιατί;

Ο γυιός κατάλαβε πως η μάννα του, είδε όραμα, αφού ο ίδιος δεν είχε φέρει τίποτε μαζί του. Μα μέσα του κυκλοφορούσε η αρρώστεια. Και ο άνθρωπος αυτός είχε φέρει την καταστροφή στον τόπο του.

Ας δούμε τώρα και μια άλλη άποψη ντης καταστροφής του Σπαρτιά. Μέχρι τις περιοχές αυτές έφθαναν τ’ ασκέρια του Αλή Πασά και εξουσίαζαν την περιοχή. Θέλουν να πουν πως η εξουσία τους έφθανε μέχρι το πατάμι Μέγδοβας, όπου έφθαναν και τα σύνορα του Σπαρτιά.

Ο Σπαρτιάς σαν κεφαλοχώρι της εποχής εκείνης προκαλούσε την έχθρα και τη βουλημία των Τουρκοαλβανών. Περισσότερο δε γιατί οι Σπαρτιανοί δεν ήθελαν να υποταχθούν σ’ αυτούς και συμπαθούσαν πιο πολύ το επίσημο Τουρκικό κράτος και το Σουλτάνο.

Οι Τουρκοαλβανοί του Αλή Πασά έκαμαν πολλές επιδρομές κατά του χωριού και γνώρισε πολλές καταστροφές ο Σπαρτιάς. Οι Σπαρτιανοί βλέποντας πως δεν είχαν ησυχία από αυτούς, εζήτησαν τη βοήθεια του Σουλτάνου. Εκείνος τότε για μεγαλύτερη ασφάλεια τούς πήρε όλους από το Σπαρτιά και τους μετέφερε στα προάστια της Κωνσταντινούπολης, όπου και έζησαν οι Σπαρτιανοί. Λένε ακόμη πως υπήρχε εκεί για πολλά χρόνια ο συνοικισμός Σπαρτιάς στην Κων)πολη.

Οι κάτοικοι διηγούνται σήμερα και κάτι άλλο για το Σπαρτιά. Από το Σπαρτιά μάς λένε έχει περάσει και ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Μόλις οι Σπαρτιανοί επληροφορήθησαν τον ερχομό του Κοσμά, έτρεξαν σύσσωμοι να τον υποδεχθούν. Δεν πήγε όμως ο άρχοντας του Σπαρτιά Μετεβελής, στο όνομα του οποίου υπάρχει σήμερα και τοποθεσία, για να υποδεχθή και καλωσορίσει τον Άγιο.

Τότε ο Κοσμάς έστειλε να τον φωνάξουν. Σαν ήλθε, του είπε. Κρίμα Μετεβελή και έχω να σου αναγγείλω ένα δυσάρεστο για το χωριό σου. Όλοι άλλαξαν όψι. Είχαν ακούσει τόσα για τον Άγιο άνθρωπο ετούτο, και ήξεραν πως ήτο αλάθευτος στις προφητείες του. Και ο Κοσμάς συνέχισε. Ύστερα από λίγα χρόνια στον τόπο αυτό θα λαλούν κουκουβάγιες. Μ’ αυτά τα λόγια επροφήτευσε ο Κοσμάς τη μελλούμενη καταστροφή του χωριού.

Σήμερα τα κτήματα του Σπαρτιά τα καλλιεργούν οι Καλεσμενιώτες και οι κάτοικοι του Στενώματος. Το χωριό Σπαρτιάς δίδει πάλι ζωή σ’ αυτούς και ζη στις καρδιές τους και στη σκέψη τους.

 

 

(Το παραπάνω κείμενο ιχνηλατήσαμε από ένα παλιό βιβλιαράκι μισού και πλέον αιώνα, το οποίο κοσμεί την προσωπική μας βιβλιοθήκη, με συγγραφέα το δάσκαλο Παναγιώτη Γ. Παππά και τίτλο: “Το Καλεσμένο Ευρυτανίας. Η φύση – οι άνθρωποι – η προσπάθεια”, χαρτογραφικαί βιβλιοδετικαί εργασίαι, Αγρίνιο 1965) – Πηγή: «Ευρυτάνας ιχνηλάτης»

AgrinioStories