Η ψευδαίσθηση ότι η ελληνική κυβέρνηση και η ΕΕ
θα σπεύσουν να ανακουφίσουν τα εκατομμύρια νοικοκυριά
που δοκιμάζονται από την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση,
καταρρέει καθημερινά.
- του Δημήτρη Ραπίδη
Η έκρηξης ακρίβειας και το δυσθεώρητο ενεργειακό κόστος για πολίτες, εταιρίες και επιχειρήσεις έχουν διαμορφώσουν μία ασφυκτική καθημερινότητα. Η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας αγωνιά για τους επόμενους μήνες, πώς θα εξασφαλίσει τα βασικά αγαθά και θα καλύψει τις ανάγκες και τους λογαριασμούς που θα έρθουν.
Βιώνουμε μία κατάσταση ακραίας κρίσης που έχει κλιμακωθεί από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και μετά, με την Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά να παραπατούν και να μην προτείνουν βιώσιμες λύσεις που θα απαντούν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. Πολλά κυβερνητικά στελέχη μιλούν για τον «πιο δύσκολο χειμώνα από το ‘42», για «διακοπές ρεύματος» και «κουπόνια», σπέρνοντας τον πανικό σαν να πρόκειται να είναι θεατές των εξελίξεων. Κάθε ευρωπαϊκή κυβέρνηση, μεταξύ αυτών και η ελληνική, οφείλει να λαμβάνει αποφάσεις που στηρίζουν την κοινωνική πλειοψηφία, να αναζητούν λύσεις που δίνουν διέξοδο στα αδιέξοδα. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης οφείλουν επίσης να καταθέτουν προτάσεις, να επιμένουν σε αυτές και να πιέζουν την κυβέρνηση να κρατά τα αυτιά της ανοιχτά, να συνδιαλέγεται με την αντιπολίτευση και να αναπτύσσονται ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας. Πρόκειται για μία τεράστια, επώδυνη κρίση, και σε αυτή την περίπτωση δεν χωράνε μικροκομματικές παρωπίδες.
Το αφήγημα της «ατομικής ευθύνης» που επιχειρεί να «πουλήσει» και πάλι η κυβέρνηση δείχνει ανευθυνότητα και διαχειριστική ανεπάρκεια, όπως ακριβώς συνέβη με την πανδημία, τον εμβολιασμό και τις ΜΕΘ. Ατομική ευθύνη πάντα υπήρχε και θα υπάρχει, ωστόσο δεν είναι αυτή που προκαλεί και κλιμακώνει τα προβλήματα. Η «κυβερνητική ευθύνη» είναι εκείνη που έχει οδηγήσει την ελληνική κοινωνία σε αυτή την κατάσταση, με την κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα φίλια ΜΜΕ να μην βάζουν καν το ζήτημα σε προτεραιότητα, να μην αναζητούνται λύσεις απέναντι στην ενεργειακή κρίση, και να ακούμε από το πρωί μέχρι το βράδυ τι είπε ο Ερντογάν, τι απάντησε ο Μητσοτάκης, που κάθισε ο Ερντογάν, που κοιτούσε ο Μητσοτάκης κ.ο.κ. Τα ελληνοτουρκικά δεν θα μας δώσουν απάντηση στη φτώχεια και την αδυναμία πληρωμής των λογαριασμών, απλά θα θρέψουν με λίγο παραπάνω εθνικισμό ένα κομμάτι της κοινωνίας. Το έχουμε μάθει το «σχέδιο», γνωρίζουμε πλέον πότε ανεβαίνουν τα ελληνοτουρικά στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας: Κάθε φορά που η κυβέρνηση ζορίζεται στα εντός, αναζητά εμπόδια και προβλήματα στα εκτός, που όντως υπάρχουν, αλλά δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να καλύψουν το έλλειμα πολιτικής στα θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Η ψευδαίσθηση ότι η ελληνική κυβέρνηση και η ΕΕ θα σπεύσουν να ανακουφίσουν τα εκατομμύρια νοικοκυριά που δοκιμάζονται από την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση, καταρρέει καθημερινά. Η ευθύνη για ένα καλύτερο αύριο ανήκει σε εμάς, στις πιέσεις που ασκούμε καθημερινά, στις κινητοποιήσεις και, φυσικά, στην κάλπη. Εδώ «παντρεύεται» ίσως η ατομική με τη συλλογική ευθύνη: Στο πόσο ως άτομα αλλά και ως μέλη ενός συνόλου μπορούμε να διεκδικήσουμε αυτά που εμείς θεωρούμε δίκαια κι απαραίτητα για την επιβίωσή μας και, περαιτέρω, για την αξιοπρεπή κοινωνική και οικονομική μας ανάπτυξη.