Πωλ Γκωγκέν: Ο μάγος των χρωμάτων

Ο Γάλλος ζωγράφος Πωλ Γκωγκέν
πέθανε σαν σήμερα, σε ηλικία 54 ετών στη Γαλλική Πολυνησία

Ο Γκωγκέν, με καταγωγή από Ισπανούς αποίκους στη Λατινική Αμερική, γεννήθηκε στο Παρίσι αλλά πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην πρωτεύουσα του Περού, Λίμα. Σπούδασε στην Ορλεάνη της Γαλλίας και αμέσως μετά ταξίδεψε ανά τον κόσμο με εμπορικά πλοία και αργότερα με το Γαλλικό Ναυτικό για ένα διάστημα περίπου έξι ετών. Επέστρεψε στη Γαλλία το 1870, όπου και εργάστηκε ως βοηθός χρηματιστή.

Παράλληλα με αυτή την ιδιότητά του, ο Γκωγκέν περνούσε μέρος του χρόνου του ζωγραφίζοντας με τον Καμίλ Πισαρό και τον Πωλ Σεζάν. Αν και οι πρώτες προσπάθειές του ήταν αδέξιες, σημείωσε σταδιακά αξιοσημείωτη πρόοδο. Την περίοδο 1876–1886, ο Γκωγκέν βρίσκονταν σε επαφή με τους ιμπρεσιονιστές καλλιτέχνες και συμμετείχε με έργα του στις εκθέσεις τους.

 

Σπουδή γυμνού, ή Η Σουζάννα ράβει, 1880

 

Το 1884 μετακόμισε με την οικογένειά του στην Κοπεγχάγη, όπου προσπάθησε να ακολουθήσει, χωρίς όμως επιτυχία, επαγγελματική σταδιοδρομία στις επιχειρήσεις. Τελικά, επέστρεψε στο Παρίσι το 1885, αφήνοντας την οικογένειά του στη Δανία και αποφασισμένος να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη ζωγραφική. Χωρίς επαρκείς πόρους επιβίωσης, η σύζυγος και τα παιδιά του επέστρεψαν στην οικογένειά της.

 

Καφενείο της νύχτας στην Αρλ, 1888

 

Την περίοδο 1886–1891, ο Γκωγκέν έζησε κυρίως στην περιοχή της Βρετάνης, όπου ζούσαν επίσης αρκετοί πειραματικοί ζωγράφοι που εντάσσονται συχνά στη λεγόμενη «Σχολή της Pont-Aven». Επηρεασμένος από τον ζωγράφο Εμίλ Μπερνάρ, ο Γκωγκέν μετάβαλε σημαντικά το ύφος της ζωγραφικής του. Τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ζωγραφικής του έγιναν η χρήση μεγάλων επιφανειών και έντονων χρωμάτων. Ο Γκωγκέν δήλωνε πλέον απογοητευμένος από τον ιμπρεσιονισμό και στράφηκε περισσότερο στην αφρικανική τέχνη και την τέχνη της Ασίας.

 

Συνάντηση με Βαν Γκογκ

 

Στην Αρλ συναντά τον γνωστό ζωγράφο Πωλ Γκωγκέν και αποφασίζουν να συγκατοικήσουν. Μία στενή φιλία ξεκινάει, καθώς ο Βαν Γκογκ βλέπει στο πρόσωπο του Γκωγκέν τον πολύτιμο φίλο, που πάντα αναζητούσε.

“Ειλικρινά, ζωγραφίζεις σαν τρελός”, είχε πει κάποτε ο Γκωγκέν στον Βαν Γκογκ. Τα δύο ιερά τέρατα της ζωγραφικής δεν τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους. Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ χαρακτήριζε τις πινελιές του Γκωγκέν «δειλές» και «προσεγμένες». Και ο Γκωγκέν θεωρούσε τον Βαν Γκογκ «τρελό». Εκείνος όμως ονειρευόταν να μετατρέψει το «κίτρινο σπίτι» σε ατελιέ, το οποίο επέλεξε να μοιραστεί με τον Γκωγκέν των τροπικών θεμάτων. Από τον Οκτώβριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1888 έζησαν κάτω από την ίδια στέγη.

 

 

Ο Βίνσεντ σε όλη τη ζωή του μαστιζόταν από οικονομική ανασφάλεια. Ο Γκωγκέν έλυσε πρακτικά προβλήματα, όπως μαγείρεμα στο σπίτι. Επίσης, «τα πρώτα έξοδα για τα οποία μερίμνησε ήταν αυτά των νυχτερινών περιπάτων “υγιεινής”», δηλαδή τα πορνεία. Τα σύννεφα δεν άργησαν όμως να εμφανιστούν, μια ανταγωνιστικότητα άρχισε να διαμορφώνεται, που ίσως πήγαζε από τη χαμηλή αυτοπεποίθηση του Βαν Γκογκ, σε αντίθεση με τον Γκογκέν, του οποίου το αστέρι είχε αρχίσει να ανατέλλει. «Ανάμεσα σε δύο υπάρξεις, ο ένας ένα τέλειο ηφαίστειο, ο άλλος με τρικυμιώδη ψυχή, η σύγκρουση καραδοκούσε», αφηγείται ο Γκωγκέν.

Η κρίση στο «κίτρινο σπίτι» έφτασε. Ο Γκωγκέν αποφάσισε να φύγει, κάτι που έκανε μόλις ο φίλος του, στις 23 Δεκεμβρίου 1888, με μια λεπίδα ξυρίσματος ακρωτηρίασε το αυτί του, το οποίο δώρισε μετά σε μια πόρνη που επισκεπτόταν συχνά (εκείνη λιποθύμησε όταν άνοιξε το πακέτο). Ο μύθος του τρελού, εμπνευσμένου ζωγράφου μόλις γεννιόταν, αλλά οι δύο ζωγράφοι δεν συναντήθηκαν ποτέ ξανά.Παρά την ειλικρινή αγάπη του Γκωγκέν για τον Βαν Γκογκ, αλλά και τις κοινές καλλιτεχνικές τους ανησυχίες, o Γκωγκέν από μακρύνθηκε. Ο κύριος λόγος ήταν οι ιδιοτροπίες και οι παραξενιές του Βαν Γκογκ, που κατέστησαν την συγκατοίκηση ανυπόφορη.

.

 

Ο Βαν Γκογκ ζωγραφίζοντας ηλιοτρόπια, 1888

 

Το 1891 η καριέρα του Γκωγκέν είχε πάρει την κατιούσα. Οι περισσότεροι έμποροι τέχνης της Βρετάνης είχαν απορρίψει τους πίνακές του και ο Γκωγκέν ζητούσε χρήματα από τους φίλους του για να ζήσει. Στα 42 του αποφάσισε να φύγει από την Ευρώπη και να ταξιδέψει στην Πολυνησία. Ενθουσιασμένος από τον πολιτισμό των ιθαγενών, πίστευε ότι στην Πολυνησία θα έβρισκε αυτό που η Γαλλία δεν μπορούσε να του προσφέρει. Εγκαταστάθηκε αρχικά στην Ταϊτή και έπειτα στις νήσους Μαρκέζας. Αν και η Ταϊτή ήταν περισσότερο σεξουαλικά απελευθερωμένη συγκριτικά με την Γαλλία, ο Γκωγκέν απογοητεύτηκε, καθώς θεώρησε ότι το νησί είχε «δυτικοποιηθεί ανεπανόρθωτα». Παρόλα αυτά, ο Γκωγκέν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του στη Γαλλική Πολυνησία, δημιουργώντας πολλούς από τους χαρακτηριστικότερους πίνακές του. Επηρεασμένος από την αφρικανική τέχνη και την τέχνη της Ασίας, ο Γκωγκέν ζωγράφιζε κυρίως γυμνές νεαρές κοπέλες.

 

Γυναίκες της Ταϊτής, 1891

 

Παράλληλα, τα έργα του εξέπεμπαν έναν έντονο μυστικιστικό και θρησκευτικό χαρακτήρα. Με πολλές από τις μούσες του είχε ερωτικές σχέσεις, ενώ παντρεύτηκε μια 13χρονη ιθαγενή. Μια φορά μόνο επέστρεψε προσωρινά στην Γαλλία. Περίμενε πως θα τον υποδεχτούν ως ήρωα, αλλά συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Κανένας πίνακας του δεν πωλήθηκε και έτσι αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο για τη ζωή του στην εξωτική Πολυνησία.

 

Από πού ερχόμαστε; Τι είμαστε; Πού πάμε;, 189

 

Το γαλλικό κοινό δεν ενδιαφέρθηκε κι έτσι ο Γκωγκέν γύρισε στις νήσους Μαρκέζας. Προσβεβλημένος από σύφιλη, πέθανε μόνος, αποκομμένος στον φανταστικό κόσμο της Ταϊτής που ο ίδιος έπλασε στη φαντασία του.

 

Τα στήθη με τα κόκκινα λουλούδια, 1899

 

Το έργο

 

Ο Πωλ Γκωγκέν υπήρξε ιδιαίτερη προσωπικότητα. Αναμφίβολα ήταν ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης με έναν πολύ ιδιόρρυθμο και αρνητικό χαρακτήρα. Η συγγραφέας του βιβλίου «Paul Gauguin, An Erotic Life», Nancy Mowll Mathews , ανέφερε ότι ο Γκωγκέν είχε ευέξαπτο και άσχημο χαρακτήρα. Ένα αδημοσίευτο γράμμα του γιου του Γκωγκέν, Εμίλ, αποδείκνυε ότι ο ζωγράφος κακοποιούσε σωματικά, λεκτικά και ψυχολογικά την πρώτη του γυναίκα. Ειδικότερα, ο Εμίλ έγραφε: «Όταν ήμουν 10 χρονών, είδα τον πατέρα μου να ματώνει το πρόσωπο της μητέρας μου με τις γροθιές του».

Ο Πωλ Γκωγκέν ασχολήθηκε επίσης με τη γλυπτική και την κεραμική. Το ζωγραφικό του έργο εκτιμήθηκε πολύ καιρό μετά τον θάνατό του. Ο μεγάλος Πάμπλο Πικάσο επηρεάστηκε από το έργο του Γκωγκέν, καθώς επίσης και πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα το ρεύμα του φοβισμού.

 

Ia Orana Maria (Ave Maria), 1891

 

Αυτοπροσωπογραφία με φωτοστέφανο, 1889

 

Vahine no te Tiare (Η γυναίκα με το λουλούδι), 1891

 

Ο κίτρινος Χριστός, 1889

 

 

Πηγή

AgrinioStories