Αυτές οι θλιβερές πρακτικές
βρίσκουν ανταπόκριση
και πόση από το σώμα των εργαζομένων;
- του Στέλιου Μερμίγκη
Είναι κι αυτοί που δεν πιστεύουν στη συλλογική δράση, όπως μια πορεία, ένα συλλαλητήριο, μια απεργία. Τα θεωρούν «ξεπερασμένα», «πρακτικές μιας άλλης εποχής», «που δεν μπορούν σήμερα να φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα»· έτσι τουλάχιστον ισχυρίζονται. Βέβαια από όλους αυτούς ποτέ δεν ακούσαμε κάτι άλλο, μια άλλη πρακτική που η εφαρμογή της θα φέρει κάτι χρήσιμο.
Αντιλαμβάνομαι απόλυτα ότι εδώ και δεκαετίες έχει γίνει σοβαρή και συστηματική δουλειά από διάφορα μέσα και διαύλους που έργο τους ήταν και είναι να απαξιώνονται δράσεις σαν τις παραπάνω και να προτάσσεται το αντίπαλο δέος της λογική του «αμύνεσθαι περί παρτης», του «εγώ ελπίζω να τη βολέψω», της «ατομικής λύσης».
Πιάνουν πόστα λοιπόν, έξω από τα γραφεία των «αρχόντων» και ζητούν να τους ικανοποιήσουν τα όποια αιτήματα τους, δίκαια, άδικα νόμιμα, παράνομα, λογικά… παράλογα κι όλα γίνονται δεκτά.
Το να συνεδριάζει όμως ένα συνδικαλιστικό όργανο, για παράδειγμα το ΔΣ ενός σωματείου, να παίρνει συγκεκριμένες αποφάσεις για συμμετοχή σε συγκεκριμένη κινητοποίηση, να το γνωστοποιεί δημόσια, να καλεί μάλιστα και τα μέλη του με το τρόπο αυτό να συμμετάσχουν σ’ αυτήν και να είναι στο τέλος «απών», είναι κάτι καινούριο και ακατανόητο, τουλάχιστον για την δικιά μου αντίληψη.
Το θέμα βέβαια, είναι, αν αυτές οι θλιβερές πρακτικές βρίσκουν ανταπόκριση και πόση από το σώμα των εργαζομένων; Γιατί στο τέλος- τέλος το λόγο τον έχουν τα μέλη των σωματείων και όχι, οι όποιοι, εκπρόσωποι τους.