Η Πόπη Τσαπανίδου είναι οικεία σε κοινά
για τα οποία δεν είναι οικείος ο ΣΥΡΙΖΑ
- του Δημοσθένη Παπαδάτου
Είναι επιλογή από την αγορά των ΜΜΕ -από έναν χώρο εχθρικό προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Και η τοποθέτησή της είναι κίνηση που δείχνει δυνατότητες ανανέωσης και υπέρβασης του κόμματος: διατυπωμένο με όρους «πολιτικής πιάτσας», η Τσαπανίδου σηματοδοτεί «άνοιγμα στην κοινωνία πέρα από τον κομματικό σωλήνα» -ένα ισχυρό μέσο για να μην αγνοηθεί το μήνυμα.
Στον θαυμάσιο «Ειρωνικό θεατή» (μτφρ. Γιώργου Καράμπελα, εκδ. Νήσος 2017), η Λίλυ Χουλιαράκη δείχνει τις τακτικές “branding” των μεγάλων οργανώσεων όπως η Διεθνής Αμνηστία: Παλιότερα, οι οργανώσεις αυτές κινητοποιούσαν τον κόσμο δείχνοντάς του το πρόβλημα και οργανώνοντας μεγάλα γεγονότα για να συμμετέχουν με τα σώματά τους όσες και όσοι ήθελαν να συμβάλουν για να λυθεί το πρόβλημα. Τα τελευταία χρόνια, αντίθετα, μας δείχνουν διασημότητες όπως η Αντζελίνα Τζολί, περιμένοντας να ταυτιστούμε μαζί τους, χωρίς να χρειάζεται κάτι περισσότερο από ένα «κλικ»
Η ταύτιση με διασημότητες, η συναισθηματική επένδυση του “brand-ΣΥΡΙΖΑ” με μια πετυχημένη γυναίκα και μητέρα (έτσι την παρουσίασε χτες ο Τσίπρας), η οικειότητα με την Πόπη, είναι σημάδι της εποχής που η πολιτική δεν είναι πια «ζήτημα πεποίθησης αλλά επιλογής, όχι ζήτημα αξιών αλλά κατανάλωσης, όχι όραμα αλλά λάιφσταιλ». Όλοι συζητάμε την εκπρόσωπο. Η πολιτική που θα εκπροσωπεί (ποιοι και πόσο θα φορολογούνται, τι θα γίνει με τους μισθούς και τα νοίκια, τι με την αστυνομία, τι στην εξωτερική πολιτική και το προσφυγικό), είναι απολύτως δευτερεύουσας σημασίας.
Όσοι πιστεύουν στα σοβαρά ότι η Τσαπανίδου θα είναι «game changer», δεν έχουν καταλάβει τίποτα για την δεξιά-ακροδεξιά ηγεμονία, που χτίστηκε μέσα σε χρόνια, άρα δεν γκρεμίζεται με κόλπα μέσα σε δυο μήνες. Αλήθεια, θυμάται κανείς τον εκπρόσωπο τύπου του ΣΥΡΙΖΑ το 2012 ή το Γενάρη του ’15;