Ο στρατάρχης Παπάγος φτάνει στο Αγρίνιο
μετά από την επίσκεψή του
σε Ναύπακτο, Μεσολόγγι, Αιτωλικό
Την 5η απογευματινή του Σαββάτου 3 Μαΐου 1952,
ο στρατάρχης Παπάγος μπαίνει στο Αγρίνιο
Γράφει ο Νίκος Αντωνίου (Πηγή: αρχείον Αγρινίου - Τεύχος 24)
Συνοδεύεται από επιτελικά στελέχη του Εθνικού Συναγερμού,
όπως οι Κανελλόπουλος, Μαρκεζίνης, Στεφανόπουλος.
Ο Αλέξανδρος Παπάγος γεννήθηκε στην Αθήνα, 9 Δεκεμβρίου 1883 από εύπορη οικογένεια που διατηρούσε στενές σχέσεις με τη βασιλική οικογένεια και πέθανε στην Αθήνα, 4 Οκτωβρίου 1955. Ήταν αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού και πολιτικός που διετέλεσε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού (1936 – 1941), Αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940 – 1941) και κατά την περίοδο 1949 – 1951. Κατά την γερμανική κατοχή παρέμεινε στην Αθήνα συμμετέχοντας σε αντιστασιακές οργανώσεις, χωρίς να διατηρήσει σχέσεις με το κατοχικό καθεστώς. Το 1943 συνελήφθη και οδηγήθηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, ανέλαβε χρέη αυλάρχη του Βασιλιά Παύλου και στις 19 Ιανουαρίου του 1949 επανήλθε για τελευταία φορά στο στράτευμα αναλαμβάνοντας τη Γενική Αρχηγία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, με στόχο την οριστική επικράτηση του εθνικού στρατού έναντι του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Για τη δράση του αυτή, τιμήθηκε με τον τίτλο του Στρατάρχη, τίτλος που απονεμήθηκε για πρώτη φορά σε Έλληνα στρατιωτικό. Η επιτυχής έκβαση του στρατιωτικού εγχειρήματος προσέδωσε στο πρόσωπό του κύρος που σε συνδυασμό με τη ρήξη των σχέσεών του με το παλάτι τον ώθησε, το Μάϊο του 1951, να δηλώσει αιφνιδιαστικά την κάθοδό του στην πολιτική σκηνή και την ίδρυση του νέου πολιτικού κόμματος του Ελληνικού Συναγερμού. Στις εκλογές του 1951 συγκέντρωσε 36,53% καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση, χωρίς όμως να κατορθώσει να σχηματίσει κυβέρνηση, η οποία σχηματίστηκε με συνεργασία του δευτέρου κόμματος Εθνική Προοδευτική Ένωσις Κέντρου (Ε.Π.Ε.Κ.) του Νικολάου Πλαστήρα και του τρίτου κόμματος των Φιλελευθέρων, (1910-1961), του Σοφοκλή Βενιζέλου που ιδρύθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και κυβέρνησε την Ελλάδα για αρκετά χρόνια στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.
Για να γίνει αντιληπτή η πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα, αρκεί να αναφέρουμε ότι μετά το θάνατο του Θεμιστοκλή Σοφούλη το 1949, της κυβέρνησης συνασπισμού που ανέφερα παραπάνω και προέκυψε από τις εκλογές του 1951, είχαν προηγηθεί επτά κυβερνήσεις. Ο λαός κουρασμένος και εξαθλιωμένος από τα δεινά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και εν συνεχεία του Εμφυλίου, ζητούσε σταθερότητα και ομαλότητα κάτι που πίστευε ότι μπορούσε να του τα δώσει ο Αλέξανδρος Παπάγος.
Στο Αγρίνιο λοιπόν, στην είσοδο της πόλης και κατά μήκος της οδού Παπαστράτου, υπήρχαν πανό χαιρετίζοντας την άφιξη του νικητή των δυο πολέμων. Χιλιάδες λαού συνόδευαν το αυτοκίνητο που μετέφερε το Στρατάρχη, κάτι που βλέπουμε στη μία από τις δύο φωτογραφίες ντοκουμέντα της εποχής. Ο χώρος μπροστά από το Δημαρχείο, είχε επίσης κατακλυστεί από πλήθος λαού, κρατώντας διάφορα πλακάτ με συνθήματα όπως «Καλώς Ήρθες», «Σε θέλουμε Κυβερνήτη», «Εμπρός για μια Ελλάδα καινούργια», «Ευλογημένη η πορεία σου Στρατάρχα», «Έλα να μας σώσεις», «Πάταξε τον φαύλο κομματισμό», «Καινούργια Ανατολή της Ελλάδος ο Παπάγος», και διάφορα άλλα.
Στην είσοδο του Δημαρχείου, τον «υψηλό επισκέπτη» υποδέχθηκε ο Δήμαρχος Ηλίας Σαγεώργης, με μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου όπως οι Ανδρικόπουλος, Κάππας, Παπαλέξης και Καπούλας προσφέροντάς του στεφάνι από φυσικά άνθη. Εκ μέρους του Εργατοϋπαλληλικού κέντρου η μαθήτρια Βεατρίκη Πρέμου, του πρόσφερε επίσης στεφάνι από άνθη. Ο Παπάγος ανέβηκε στο Δημαρχείο, από τον εξώστη του οποίου χαιρέτησε τα πλήθη που ανυπόμονα ανέμεναν να τον δουν.
Περίπου την 7ην απογευματινή, από το μπαλκόνι της οικίας Παρθένη, στην πλατεία Ν. Στράτου, ο Παπάγος ξεκίνησε μπροστά σε πρωτοφανή σε όγκο και ενθουσιασμό ακροατήριο δεκατεσσάρων χιλιάδων λαού την ομιλία του. Τον Στρατάρχη προσφώνησε ο Βουλευτής Γεώργιος Ξυνόπουλος και ο πρώην υπουργός, Αθανάσιος Παπαθανάσης.
Η ομιλία του Αρχηγού του Ελληνικού Συναγερμού, όπως αναφέρει η Εφημερίδα ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΡΩΝ στο φύλλο της Κυριακής 4ης Μαΐου 1952, ξεκίνησε λέγοντας ότι στην απόφασή του την προηγούμενη χρονιά για την ανάμειξή με την πολιτική, αφορμή ήταν η αγάπη του για την πατρίδα, την οποία υπηρέτησε πιστά και με όλες του τις δυνάμεις ως στρατιωτικός επί εξήντα πέντε έτη. Εν συνεχεία ανέφερε ότι τα ημερομίσθια κατάντησαν ημερομίσθια πείνας, τα γεωργικά προϊόντα παραμένουν απούλητα ή οι τιμές που πιάνουν, δεν αρκούν για να καλυφθούν τα παλαιότερα χρέη. Η δε ανεργία αυξάνει συνεχώς. Την ομιλία του διέκοπταν συνεχώς οι επευφημίες και τα χειροκροτήματα της συμπαγούς μάζας του λαού. Εν συνεχεία αναφέρθηκε στο τοπικό πρόβλημα του καπνού, που είτε μένει αδιάθετος να σαπίζει στις αποθήκες, είτε η τιμή του δεν επαρκεί για τις ανάγκες του λαού. Όπως καταλαβαίνετε, τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η περιοχή μας είναι διαχρονικά τα ίδια, με ελάχιστα μικρά διαλείμματα.
Στη συνέχεια της ομιλία του είπε: «Λαέ του Αγρινίου, υπόσχομαι αμέριστο το ενδιαφέρον μου για την αγροτική τάξη. Θα ζητήσω την ολόθερμη συνδρομή και συμπαράσταση των αγροτών στην μεγάλη μας προσπάθεια και είμαι σίγουρος ότι ολοψύχως δίδοντας την μάχη, Κυβέρνηση και αγρότες θα την κερδίσουμε. Είναι απαραίτητο να την κερδίσουμε γιατί η ευημερία των αγροτών μας θα σημάνει την ευημερία της Ελλάδος».
Εν συνεχεία αναφέρθηκε στο έργο του Αχελώου το οποίο κωλυσιεργεί προπολεμικώς και δεν είναι σίγουρος αν πλέον μπορεί να πραγματοποιηθεί με την Αμερικανική βοήθεια. Για το λόγο αυτό, ήδη εξετάζει άλλους τρόπους εξεύρεσης οικονομικής βοήθειας, έτσι ώστε να γίνει το σημαντικό τόσο για την Πατρίδα αλλά και για τη γύρω περιοχή. Σημαντικό για αυτόν θα ήταν να τους καλούσε εκείνος στα εγκαίνια του έργου. Τελειώνοντας, αναφέρει ότι αισθάνεται αναγεννημένος «ευρισκόμενος ανάμεσα στον εργατικό με υψηλό φρόνημα λαό. Αγωνιζόμαστε όλοι για την Ελλάδα και δεν υπάρχει ωραιότερο και πολυτιμότερο να αγωνίζεται κάποιος για την πατρίδα του, πόσο μάλλον όταν αυτή είναι η Ελλάς».
Με το πέρας της ομιλίας παρατέθηκε δείπνο στο Πάρκο Παπαστράτου, όπου παρευρέθηκαν πάνω από διακόσια άτομα. Την πρόποση έκανε ο βουλευτής Νικολίτσας. Ο Στρατάρχης αναχώρησε γύρω στις 21:45. Την επόμενη ημέρα, ξεκίνησε για την επίσκεψή του στην Ήπειρο, αφού πρώτα σταμάτησε και στην Αμφιλοχία.
Στις εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952 νικητής ήταν ο Αλέξανδρος Παπάγος, επικεφαλής του δεξιού συντηρητικού κόμματος Ελληνικός Συναγερμός. Ο αριθμός των εδρών του κοινοβουλίου είναι τώρα σταθερός (300). Ο Γεώργιος Παπανδρέου συνεργάζεται με τον Ελληνικό Συναγερμό, εξασφαλίζοντας έτσι την παρουσία του στη νέα Βουλή.
Το σύστημα, ύστερα από συμφωνία Παπάγου και Πλαστήρα, είναι πλειοψηφικό. Ο Παπάγος έχει την υποστήριξη του Αμερικανικού παράγοντα αλλά κυρίως του Τύπου. Λόγω της ακυβερνησίας και της συχνής εναλλαγής κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια, ακόμα και εφημερίδες του φιλελεύθερου κεντρώου χώρου υποστήριξαν τον Παπάγο. Εναντίον της καθόδου του Παπάγου στη πολιτική ήταν οι βασιλείς.
Στις εκλογές αυτές είναι που η ΕΔΑ, που εκπροσωπούσε το παράνομο ΚΚΕ, έριξε το σύνθημα «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας». Λόγω του πλειοψηφικού συστήματος, ο Ελληνικός Συναγερμός πέτυχε μία από τις μεγαλύτερες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Επί 300 εδρών έλαβε 247, το 82,33% των εδρών. Η ΕΔΑ έμεινε εκτός κοινοβουλίου.
Στις 19 Νοεμβρίου 1952 ορκίζεται Πρωθυπουργός ο Αλέξανδρος Παπάγος. Υπουργοποιήθηκαν από την περιοχή μας οι: Θάνος Καψάλης, Υπουργός Εμπορίου, γιος του Σπύρου Καψάλη και της Αλεξάνδρας Παπαστράτου και ο Ανδρέας Στράτος, Υπουργός Γενικός Διοικητής Βορείου Ελλάδος, γιος του Πρωθυπουργού για 6 ημέρες, Νικολάου Στράτου.
Ο Ελληνικός Συναγερμός υπηρέτησε ως κυβέρνηση μέχρι το 1955 με πρωθυπουργό τον Παπάγο. Το κόμμα διαλύθηκε το 1956, μετά το θάνατο του Παπάγου και την ίδρυση της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως (Ε.Ρ.Ε.) από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Φωτογραφία: Το αυτοκίνητο του Παπάγου στο Σιντριβάνι,
ανάμεσα σε πλήθος κόσμου
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Μαρτυρίες με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί ή στο Posted in Μαρτυρίες