Μνήμη χρονολογίου της 17ης Φεβρουαρίου

17 Φεβρουαρίου 2024

Είναι η 48η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο
Yπολείπονται 319 ημέρες για τη λήξη του.
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:14 - Δύση ήλιου: 18:04
Διάρκεια ημέρας: 10 ώρες 50 λεπτά
🌓 Σελήνη 7.2 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Θεόδωρο, Θοδωρή, Θόδωρο, Θεοδώρα,
Δώρα, Θοδώρα, Δωρούλα, Ντόρα, Μαρκιανός, Μαρκιανή,
Πουλχερία, Πουλχερίνα Πουλχερίτσα, Πουλχέρω και Πουλχέρη

Γεγονότα

 

1869 – Εκτελείται το πρώτο δοκιμαστικό δρομολόγιο του ατμοκίνητου αστικού σιδηροδρόμου Αθήνας – Πειραιά. Ο Αστικός Σιδηρόδρομος Πειραιά – Κηφισιάς, γνωστός ως «Ηλεκτρικός», μετράει σχεδόν ενάμισι αιώνα ζωής. Ατμοκίνητος αρχικά και ηλεκτροκίνητος αργότερα, ο σιδηρόδρομος συνέδεσε το 1869 την Αθήνα με τον Πειραιά, που μέχρι τότε οι άμαξες και τα παμφορεία ήταν το μόνο μέσο συγκοινωνίας μεταξύ τους.
Η πρώτη ιδέα για τη δημιουργία του τέθηκε από τον Φρειδερίκο Φεράλδη το 1835, ένα χρόνο αφότου η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, αλλά απορρίφθηκε από την τότε κυβέρνηση. Οκτώ χρόνια αργότερα, το 1843, ο Αλέξανδρος Ραγκαβής επαναλαμβάνει δημόσια την πρόταση, αλλά και πάλι δεν υπήρξε ανταπόκριση.
Το 1855 ο πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, καταθέτει το πρώτο νομοσχέδιο για την ίδρυση σιδηροδρόμου Αθήνας – Πειραιά. Είναι ο Νόμος ΤΖ «περί συστάσεως σιδηροδρόμου Απ’ Αθηνών εις Πειραιά», ο οποίος δίνει το δικαίωμα εκμετάλλευσης στην εταιρία που θ’ αναλάμβανε το έργο για 55 χρόνια. Το 1857 το δικαίωμα αυτό αυξάνεται σε 75 χρόνια.
Έπειτα από ανεπιτυχείς προσπάθειες ανάθεσης του έργου, το 1867 κατακυρώνεται στον άγγλο επιχειρηματία Εδουάρδο Πίκερινγκ, ο οποίος το Νοέμβριο του ίδιου έτους αρχίζει να κατασκευάζει το έργο. Ένα χρόνο μετά, το 1868, ο Πίκερινγκ μεταβιβάζει τις υποχρεώσεις του στην ιδρυθείσα από όμιλο Ανώνυμη Εταιρία του «Απ’ Αθηνών εις Πειραιά Σιδηροδρόμου» – Σ.Α.Π. Α.Ε.
Στις 17 Φεβρουαρίου του 1869 η εταιρία έχει τελειώσει το έργο και γίνεται η πρώτη δοκιμή της διαδρομής. Τα επίσημα εγκαίνια γίνονται μέσα σε ατμόσφαιρα γενικής χαράς, στις 27 Φεβρουαρίου 1869, με επιβάτες στο πρώτο δρομολόγιο τη Βασίλισσα Όλγα, τον Πρωθυπουργό Ζαΐμη, υπουργούς, στρατιωτικούς, διπλωμάτες και άλλους επισήμους. Επιτέλους, το όνειρο γίνεται πραγματικότητα. Η ατμομηχανή με 6 βαγόνια καλύπτει τη διαδρομή των 8 χιλιομέτρων από το Θησείο στον Πειραιά περίπου σε 19 λεπτά. Οι δύο πόλεις, Αθήνα και Πειραιάς, έχουν πλέον συνδεθεί με σιδερένιες γραμμές.

 

1914 – Οι βρετανίδες σουφραζέτες επιτίθενται και καταστρέφουν τα τζάμια της οικίας του βρετανού υπουργού Εσωτερικών και πυρπολούν τις εγκαταστάσεις ενός ομίλου αντισφαίρισης, διεκδικώντας δυναμικά και βίαια δικαίωμα ψήφου. Ο όρος Σουφραζέτες επινοήθηκε από την εφημερίδα Daily Mail σαν ένας υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τα μέλη του κινήματος υπέρ του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες, το οποίο δραστηριοποιήθηκε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ιδίως δε για συγκεκριμένα μέλη της Κοινωνικής και Πολιτικής Ένωσης Γυναικών). Ωστόσο, μετά την επανοικειοποίηση της λέξης από πρώην και νυν μέλη του κινήματος, ο όρος έχασε την αρχική αρνητική σημασία του.
Ο όρος «σουφραζέτα» προέρχεται από τη λέξη «suffragist», που δηλώνει τον υποστηρικτή του «suffrage», δηλαδή του δικαιώματος ψήφου. Οι σουφραζέτες διεκδικούσαν τη συμμετοχή στα κοινά και ίση μεταχείριση με τους άντρες. Ο όρος «suffragist», όμως, είναι γενικότερος και αναφέρεται σε μέλη κινημάτων που υποστηρίζουν το δικαίωμα ψήφου, ασχέτως αν πρόκειται για ριζοσπαστικά ή συντηρητικά κινήματα ή αν το δικαίωμα ψήφου αφορά άντρες ή γυναίκες. Στη Βρετανία, ο όρος «suffragist» χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τα μέλη της Εθνικής Ένωσης των Εταιρειών για το Δικαίωμα Ψήφου των Γυναικών, η οποία ιδρύθηκε το 1897.
Η λέξη «σουφραζέτα» είναι η λέξη «suffragist» στο θηλυκό γένος και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1906 από έναν δημοσιογράφο τη Daily Mail με υποτιμητικό τρόπο για να κοροϊδέψει τις γυναίκες της Κοινωνικής και Πολιτικής Ένωσης Γυναικών που έκαναν πορεία ζητώντας δικαίωμα ψήφου γιατί η κατάληξη «-έτα» υποδηλώνει κάτι μικρό ή χαριτωμένο και έτσι μειώνεται η σημασία της λέξης με αποτέλεσμα να μειώνεται και η σημασία της πολιτικής δράσης που υποδηλώνει. Αν και αρχικά η λέξη λέγονταν με προσβλητική πρόθεση σταδιακά η σημασία της αμβλύνθηκε και κατέληξε να σημαίνει απλά μία γυναίκα που αγωνίζεται για να αποδωθεί δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Το 1912 μάλιστα η Κοινωνική και Πολιτική Ένωσης Γυναικών άρχισε να εκδίδει περιοδικό με τίτλο «Η Σουφραζέτα». Οι γυναίκες στην Αμερική όμως ποτέ δεν ενστερνίστηκαν τον όρο.

 

1914 – Ο ελληνικός στρατός εγκαταλείπει τη Βόρεια Ήπειρο, έπειτα από απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Σχηματίζεται η Προσωρινή Κυβέρνηση της Βόρειας Ηπείρου υπό τον Γεώργιο Χρηστάκη-Ζωγράφο, η οποία διακηρύσσει την αυτονομία της περιοχής.
Ο Χρηστάκης-Ζωγράφος Καταγόταν από το Κεστοράτιο, χωριό βόρεια του Αργυροκάστρου και ήταν ο γιος του ευεργέτη Χρηστάκη Ζωγράφου. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι και το Μόναχο. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολήθηκε εντατικά με την βελτίωση των καλλιεργειών στα μεγάλα πατρικά κτήματα που διέθετε στην περιοχή της Θεσσαλίας. Ταυτόχρονα, υποστήριζε την εκούσια απαλλοτρίωση των μεγάλων περιουσιών και ο ίδιος μάλιστα πούλησε σε ακτήμονες, σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, μέρος των κτημάτων του. Το 1905 εισήλθε στον πολιτικό στίβο, εξελέγη βουλευτής Καρδίτσας, ως δηλιγιαννικός, ενώ το 1906 επανεξελέγη, ως ραλλικός. Το 1909 υπήρξε Υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Δημητρίου Ράλλη (7 Ιουλίου – 15 Αυγούστου).
Με τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων (1913) ορίστηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο γενικός κυβερνήτης της απελευθερωμένης από τον ελληνικό στρατό Ηπείρου. Υπηρέτησε ως Κυβερνήτης το διάστημα 29 Μαρτίου-31 Δεκεμβρίου 1913.
Όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις επιδίκασαν τη Βόρεια Ήπειρο στο νεοσυσταθέν κράτος της Αλβανίας, οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου σχημάτισαν υπό την Προεδρία του προσωρινή Κυβέρνηση στις 16 Φεβρουαρίου 1914, ανακηρύσσοντας την αυτονομία της περιοχής. Την επόμενη ημέρα ανακηρύχτηκε επισήμως η αυτονομία και σε συγκινητική τελετή στο Αργυρόκαστρο πραγματοποιήθηκε η υποστολή της ελληνικής σημαίας και η έπαρση της σημαίας της Αυτόνομης Βορείου Ηπείρου.
Μετά τις στρατιωτικές επιτυχίες του βορειοηπειρώτικου στρατού των αυτονομιστών κατά των Αλβανών, την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας και την επανείσοδο του ελληνικού στρατού στην περιοχή (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος), ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος αποσύρθηκε από τη Βόρεια Ήπειρο, παραδίδοντας τη διοίκηση της περιοχής στις ελληνικές αρχές. Ακολούθως, επανεκλέχθηκε βουλευτής και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Παραιτήθηκε από το αξίωμα αυτό και λίγο αργότερα (Δεκέμβριος 1914) εκλέχθηκε συνδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, θέση που διατήρησε ως το Σεπτέμβριο του 1917, με ολιγόμηνη διακοπή. Κατά το διάστημα της διακοπής αυτής (25 Φεβρουαρίου-10 Αυγούστου 1915) διατέλεσε και πάλι Υπουργός Εξωτερικών σε κυβέρνηση του Δημητρίου Γούναρη. Αγωνίστηκε σε αυτό το διάστημα για την είσοδο της χώρας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, καθώς θεώρησε ότι αυτή η κίνηση θα ωφελούσε σημαντικά τα εθνικά συμφέροντα. Όμως δεν εισακούστηκε και αποχώρησε από την κυβέρνηση.

 

1922 – Σύναξη ντανταϊστών στο καφενείο Closerie des Lilas στο Παρίσι, με αντικείμενο τη διαμάχη μεταξύ του Αντρέ Μπρετόν και του Τρισταν Τζαρά για την αρχηγία του κινήματος. Παρίστανται περίπου 100 θιασώτες του ντανταϊσμού, ανάμεσά τους οι Πάμπλο Πικάσο, Ανρί Ματίς, Κονσταντίν Μπρανκούζι και Ζαν Κοκτώ. Οι δύο αντίπαλοι ανταλλάσσουν επιχειρήματα, αλλά και ύβρεις, ώσπου ο επιδιατητής Ερίκ Σατί ανακηρύξει νικητή τον Τζαρά. Ο Μπρετόν θα αποχωρήσει και θα δημιουργήσει τον σουρεαλισμό.
Το Καφέ Κλοζερί ντε Λιλά υπήρξε προσφιλής τόπος συγκέντρωσης των Γάλλων Συμβολιστών, Ντανταϊστών και Σουρεαλιστών, αλλά και Ρώσων εμιγκρέδων, όπως ο Λένιν και ο Τρότσκι, ή εκπατρισμένων Αμερικανών συγγραφέων και καλλιτεχνών. Ανάμεσα στους διάσημους θαμώνες του κατά το 19ο αιώνα περιλαμβάνονταν οι ζωγράφοι Ένγκρ, Μονέ, Ρενουάρ, Σισλέ και Γουίστλερ, καθώς και συγγραφείς, όπως ο Σατωμπριάν, ο Μπαλζάκ, ο Μπωντλαίρ και αργότερα ο Σουηδός θεατρικός συγγραφέας Αύγουστος Στρίντμπεργκ, ο Όσκαρ Ουάιλντ, ο Πωλ Βαλερύ, ο Αμεντέο Μοντιλιάνι, ο Αντρέ Ζιντ, ο Ζαν Κοκτώ. Επίσης, ο Γάλλος ποιητής Πωλ Φορ, ο Γκυγιώμ Απολιναίρ, ο Αλφρέντ Ζαρύ, ο Αντρέ Σαλμόν και πολλοί άλλοι. Ανάμεσα στους μουσικούς επισκέπτες ήταν ο Ερίκ Τατί, ο Αρτούρο Τοσκανίνι και ο Αμερικανός συνθέτης Τζωρτζ Γκέρσουιν.

 

1982 – Ο πολιτικός γάμος καθιερώνεται στην Ελλάδα ως ισόκυρος με τον θρησκευτικό. Η αναγνώριση του πολιτικού γάμου στην Ελλάδα ήταν μία από τις πρώτες αποφάσεις που έλαβε η υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου «Κυβέρνηση της Αλλαγής». Μία βαθιά εκσυγχρονιστική μεταρρύθμιση, αλλά και μία πράξη συμβιβασμού με ένα προαιώνιο θεσμό, όπως η Εκκλησία.
Θεσμοθετήθηκε με τον νόμο 1250/82 (ΦΕΚ Α 46/07.04.1982), που κατέστησε ίσου κύρους τον πολιτικό και τον θρησκευτικό γάμο (διαζευκτικό σύστημα), χωρίς ο νομοθέτης να προχωρήσει στο υποχρεωτικό του πολιτικού γάμου, όπως ζητούσε η προοδευτική διανόηση και ήταν το καθεστώς στις Δυτικές Χώρες. Μεγάλη ήταν η αντίδραση στο χώρο της Εκκλησίας, η οποία κάμφθηκε από τη διάθεση συνδιαλλαγής του τότε αρχιεπισκόπου Σεραφείμ.
Το σχετικό νομοσχέδιο εισήχθη προς συζήτηση στη Βουλή στις 17 Φεβρουαρίου 1982 και ψηφίστηκε στις 22 Μαρτίου, με τις αρνητικές ψήφους της Νέας Δημοκρατίας. Με το Προεδρικό Διάταγμα 391 (ΦΕΚ Α 73/18.06.1982) καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την τέλεση του πολιτικού γάμου. Ο πρώτος πολιτικός γάμος στην Ελλάδα έγινε στις 18 Ιουλίου του ίδιου χρόνου στο χωριό Φραντάτο της Ικαρίας, μεταξύ της ντόπιας Σταματούλας Πλακίδα και του Δημήτρη Μαύρου από τη Νάξο.
Σε επίπεδο δημοφιλίας, η κυριαρχία του θρησκευτικού γάμου έναντι του πολιτικού υπήρξε σχεδόν απόλυτη μέχρι την αλλαγή του αιώνα, με το ποσοστό των θρησκευτικών γάμων να ξεπερνά το 90% του συνολικού αριθμού τους. Η θρησκευτικότητα του λαού μας, αλλά και η τάση επίδειξης του νεοέλληνα, λόγω και της λαμπρότητας της τελετής, συνέβαλαν στη συντριπτική αποδοχή του θρησκευτικού γάμου από την ελληνική κοινωνία. Από την άλλη πλευρά, οι δημοτικές αρχές, που έχουν αναλάβει την τέλεση των πολιτικών γάμων, τον αντιμετώπιζαν μάλλον ως μία απλή διεκπεραιωτική πράξη, όπως η έκδοση ενός πιστοποιητικού.
Τα πράγματα άρχιζαν να αλλάζουν από τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα. Ο πολιτικός γάμος άρχισε να κερδίσει σταδιακά έδαφος και το 2012 έγινε η μεγάλη ανατροπή, βοηθούσης και της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), που ανακοινώθηκαν την 1η Αυγούστου του 2013, οι πολιτικοί γάμοι ξεπέρασαν για πρώτη φορά τους θρησκευτικούς (51,8% έναντι 48,2%).

 

 

Γεννήσεις

 

1800 – Λουντοβίκο Λιπαρίνι. Ο Λουντοβίκο Λιπαρίνι (Ludovico Lipparini) γεννήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1800 στην Πολωνία (Μπολόνια) και σπούδασε ζωγραφική στη γενέτειρά του. Το 1825 εγκαταστάθηκε στη Βενετία και από το 1831 άρχισε να διδάσκει ζωγραφική στην τοπική Ακαδημία Καλών Τεχνών.
Ο Λιπαρίνι διακρίθηκε ως ζωγράφος προσωπογραφιών και ιστορικών θεμάτων και ανήκει στη νεοκλασσική σχολή. Μαθητής του υπήρξε ο ζακυνθινός ζωγράφος Διονύσιος Τσόκος (1820-1862), που επηρεάστηκε καθοριστικά από την τεχνική και τη θεματολογία του δασκάλου του.
Ο πιο γνωστός πίνακάς του είναι η προσωπογραφία του αρχαιολόγου κόμη Λεοπόλντο Τσικονιάρα (1825, Πινακοθήκη Βενετίας), ενώ πίνακές του με θέματα από την ελληνική μυθολογία και ιστορία βρίσκονταν στις μεγαλύτερες ιδιωτικές συλλογές της Ιταλίας. Επηρεασμένος από ρομαντικό πνεύμα της εποχής του και τον ξεσηκωμό των Ελλήνων το 1821, ζωγράφισε μία σειρά από πίνακες με ελληνικά θέματα, όπως «Ο όρκος του Λόρδου Βύρωνα στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη» (1850, Δημοτικό Μουσείο Τρεβίζο), «Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη» (1841, Δημοτικό Μουσείο Τεργέστης) και «Ο Αρχιεπίσκοπός Γερμανός μπήγει το λάβαρο με τον σταυρό στον γκρεμό των Καλαβρύτων» (1838, Πινακοθήκη Μιλάνου, λιθογραφία του πίνακα στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών). Πηγή έμπνευσης για τον ζωγράφο στάθηκε η τετράτομη «Ιστορία της αναγεννήσεως της Ελλάδος» του γάλλου φιλέλληνα Φρανσουά Πουκεβίλ.
Ο Λουντοβίκο Λιπαρίνι πέθανε στη Βενετία στις 19 Μαρτίου 1856, σε ηλικία 56 ετών.

 

1880 – Τέλος (Αριστοτέλης) Αγαπηνός, μακεδονομάχος. Έλληνας στρατιωτικός, γνωστός και ως Τέλλος Άγρας, από τις ηρωικότερες φυσιογνωμίες του Μακεδονικού Αγώνα.
Ο Σαράντος Αγαπηνός, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1880 στο Ναύπλιο, όπου ο πατέρας του Ανδρέας Αγαπηνός, από τους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας, υπηρετούσε ως εφέτης.
Το 1901 αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων και τοποθετήθηκε ως υπολοχαγός στη φρουρά της Αθήνας. Λίγους μήνες αργότερα κατατάχθηκε εθελοντής στα στρατιωτικά σώματα που πολεμούσαν τους Βούλγαρους κομιτατζήδες στην οθωμανοκρατούμενη Μακεδονία, επειδή πίστευε ότι η ελληνική ψυχή της Μακεδονίας θα αφυπνιζόταν μόνο με τη στρατιωτική δράση.
Πολέμησε, κυρίως, στην περιοχή του Βερμίου και τον Σεπτέμβριο του 1906 έγινε αρχηγός στρατιωτικού τμήματος. Σημαντική υπήρξε η συμβολή του στις σκληρές μάχες για την εκκαθάριση της βαλτώδους λίμνης των Γιαννιτσών (Βάλτος για τους ντόπιους), η οποία είχε καταστεί από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες οχυρό απροσπέλαστο.

 

1963 – Μάικλ Τζόρνταν (Michael Jeffrey Jordan, γεννήθηκε Μπρούκλιν, 17 Φεβρουαρίου 1963) είναι Αμερικανός πρώην διεθνής καλαθοσφαιριστής και νυν ιδιοκτήτης των Σάρλοτ Χόρνετς. Με ύψος 1,98 μέτρα, αγωνιζόταν στη θέση του σούτινγκ γκαρντ. «Είναι ευρέως αποδεκτό ότι είναι ο καλύτερος καλαθοσφαιριστής όλων των εποχών». Αναγνωρίζεται επίσης ως ο κορυφαίος του αθλήματος όλων των εποχών από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ), ενώ το Δεκέμβριο του 1999 ψηφίστηκε 4ος «αθλητής του αιώνα» από τη ΔΟΕ.
Συχνά αναφερόμενος με τα αρχικά του ονόματός του (MJ), ξεκίνησε την κολεγιακή του πορεία από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, όπου οι εμφανίσεις και επιτυχίες του τον έκαναν γνωστό σε εθνικό επίπεδο. Συνέχισε την καριέρα του στο επαγγελματικό πρωτάθλημα (NBA) αγωνιζόμενος με τους Σικάγο Μπουλς, σε δύο θητείες και τους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, όπου και ολοκλήρωσε την καριέρα του το 2003 στα 40 του χρόνια. Στο Σικάγο ηγήθηκε στη δημιουργία της δυναστείας της ομάδας που κατέκτησε 6 πρωταθλήματα σε 8 χρόνια μέσα στη δεκαετία του 1990. Από τον Οκτώβριο του 1993 μέχρι το Μάρτιο του 1995, αποσύρθηκε από το μπάσκετ αλλά στις 20 Μαρτίου 1995 επέστρεψε στην ενεργό δράση με την περίφημη φράση: I’m back.

 

 

Θάνατοι

 

1673 – Μολιέρος (Molière, Μολιέρ, πραγματικό όνομα: Jean-Baptiste Poquelin, Ζαν-Μπατίστ Ποκλέν, Παρίσι, 15 Ιανουαρίου 1622 – Παρίσι, 17 Φεβρουαρίου 1673) ήταν Γάλλος θεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός, ο οποίος θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους δασκάλους της κωμωδίας στη δυτική λογοτεχνία. Οι Γάλλοι τον θεωρούν ως τον καλύτερο κλασσικό ποιητή τους, ενώ για πολλούς είναι και ο καλύτερος Γάλλος λογοτέχνης. Μπόρεσε και έφερε την κωμωδία σε ίση θέση με την τραγωδία, και αυτό είναι το μεγαλύτερο κατόρθωμά του. Ανήκε στο καλλιτεχνικό κίνημα του κλασικισμού. Μια από τις πιο γνωστές στιγμές της ζωής του Μολιέρου είναι και η τελευταία του η οποία έγινε θρύλος. Ο Μολιέρος δεν πέθανε, όπως πιστεύεται, πάνω στη σκηνή. Κατά τη διάρκεια στης παράστασης «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» κατέρρευσε στην σκηνή βήχοντας και αιμορραγώντας και παρά τις πιέσεις του βασιλιά Λουδοβίκου XIV για ξεκούραση, εκείνος συνέχισε να παίζει μέχρι το τέλος του έργου. Ύστερα από αυτό κατέρρευσε ξανά έχοντας μεγαλύτερη αιμορραγία αυτή τη φορά και πέθανε λίγες ώρες αργότερα στο σπίτι του. Ενταφιάστηκε χωρίς χριστιανική κηδεία και όντας ηθοποιός απαγορευόταν εκ νόμου να ταφεί στο ιερό χώμα ενός νεκροταφείου. Η σύζυγός του ζήτησε από το βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ΄ να επιτρέψει μια απλή τελετή αργά τη νύχτα. Εκείνος δέχτηκε και ο Μολιέρος τοποθετήθηκε στο μέρος του νεκροταφείου που προοριζόταν για τα αβάπτιστα βρέφη. Σε εκείνη την μυστική κηδεία παραβρέθηκαν πάνω από 800 άτομα. Το 1792 τα οστά του μεταφέρθηκαν στο μουσείο μνημείων της Γαλλίας και το 1817 μεταφέρθηκαν στο κοιμητήριο του Περ-Λασαίζ. Λέγεται πως τη νύχτα που πέθανε, ο Μολιέρος φορούσε πράσινα ρούχα και έκτοτε υπάρχει η προκατάληψη πως το πράσινο χρώμα φέρνει κακοτυχία στους ηθοποιούς.

 

1982 – Θελόνιους Μονκ. Αμερικανός πιανίστας και συνθέτης, από τις κορυφαίες προσωπικότητες στην ιστορία της τζαζ.
Ο Θελόνιους Σφίαρ Μονκ (Thelonious Sphere Monk) γεννήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 1917 στο Ρόκι Μάουντ της Βόρειας Καρολίνας, αλλά μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη, όπου σε ηλικία έξι ετών άρχισε μαθήματα πιάνου. Αυτοδίδακτος ως επί το πλείστον μουσικός, παρακολούθησε μαθήματα αρμονίας και ενορχήστρωσης στο ονομαστό ωδείο «Τζούλιαρντ» της Νέας Υόρκης και βρήκε το στίγμα του παίζοντας τζαζ.
Ως πιανίστας στην ορχήστρα τού νεοϋορκέζικου κλαμπ «Minton’s Playhouse» στις αρχές της δεκαετίας του ‘40, επηρέασε σημαντικά τους μουσικούς που αργότερα ανέπτυξαν το μουσικό στυλ του μπίμποπ (bebob). Στο μεγαλύτερο μέρος τής σταδιοδρομίας του, ο Μονκ έπαιξε και ηχογράφησε με μικρά συγκροτήματα και συνεργάστηκε με σπουδαίους τζαζίστες, όπως οι Μιλτ Τζάκσον, Μάιλς Ντέιβις, Σόνι Ρόλινς, Όσκαρ Πέτιφορντ και Τζον Κολτρέιν.
Ο ήχος του ήταν «κρουστός» και «γωνιώδης», ενώ χρησιμοποιούσε πολύπλοκες και διάφωνες αρμονίες και ασυνήθιστα διαστήματα και ρυθμούς. Η μουσική του ήταν γνωστή για τη χιουμοριστική, σχεδόν παιχνιδιάρικη, διάθεσή της. Επηρέασε σημαντικά το ύφος της σύγχρονης τζαζ και ειδικότερα τα έργα των Τζορτζ Ράσελ, Ράντι Γουέστον και Σέσιλ Τέιλορ.

 

1989 – Γκι Λαρός. Ο Γκι Λαρός (Guy Laroche) ήταν γάλλος σχεδιαστής μόδας και ιδρυτής της ομώνυμης φίρμας ενδυμάτων και καλλυντικών. Κέρδισε μία θέση στην ιστορία της μόδας για τη δημιουργία κομψών ενδυμάτων σε τιμές μη απαγορευτικές για το μέσο βαλάντιο.
Ο Γκι Λαρός γεννήθηκε στις 16 Ιουλίου 1921 στην πόλη Λα Ροσέλ της δυτικής Γαλλίας. Από τα νεανικά του χρόνια εργάστηκε σε πιλοποιείο και το 1949 αποφάσισε να κάνει στροφή στην καριέρα του. Μαθήτευσε κοντά στον ελληνογάλλο μόδιστρο Γιάννη Ντεσσέ (Jean Dessès) και σπούδασε τις τεχνικές της παραγωγής και του μάρκετινγκ το 1955 στη Νέα Υόρκη
Το 1957 πραγματοποίησε την πρώτη του επίδειξη στο Παρίσι και τέσσερα χρόνια αργότερα άνοιξε την πρώτη του μπουτίκ με έτοιμα ενδύματα. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 η φίρμα «Guy Laroche» διέθετε 250 μπουτίκ παγκοσμίως.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 άρχισε να σχεδιάζει ανδρικά ενδύματα και το 1966 λάνσαρε την πρώτη του επιτυχημένη κολόνια με την ονομασία «Fidj». Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλα επιτυχημένα αρώματα, όπως τα «Drakkar» (1972), «Clandestine» (1986) και «Horizon» (1993).

 

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο