Μνήμη χρονολογίου της 11ης Μαρτίου

11 Μαρτίου 2024

Είναι η 71η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο
Υπολείπονται 295 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:41 – Δύση ήλιου: 18:28
Διάρκεια ημέρας: 11 ώρες 47 λεπτά
🌑 Σελήνη 1.2 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Θαλή, Θαλλό, Θαλλή, Θάλλεια, Θάλεια,
Θάλλω, Θεοδώρα, Θοδώρα, Δώρα, Δωρούλα, Ντόρα, Σαβίνα,
Ζαμπίνα, Ζαμπία Σωφρόνιο, Σωφρόνη και Σωφρονία

Γεγονότα

 

1669 – Η Αίτνα εκρήγνυται, προκαλώντας το θάνατο 15.000 ανθρώπων. Η Αίτνα είναι ενεργό ηφαίστειο στις ανατολικές ακτές της Σικελίας, το μεγαλύτερο και ψηλότερο ενεργό ηφαίστειο στην Ευρώπη (ύψος 3.350 μέτρα). Η Αίτνα καλύπτει έκταση 1190 τετραγωνικών χιλιομέτρων με περιφέρεια βάσης 140 χιλιόμετρα.
Είναι από τα πιο ενεργά ηφαίστεια στον κόσμο. Αν και οι εκρήξεις του μπορεί να είναι μερικές φορές πολύ καταστροφικές, γενικά δεν θεωρείται ιδιαίτερα επικίνδυνο και χιλιάδες κάτοικοι ζουν στις πλαγιές του ηφαιστείου και τις γύρω περιοχές. Το γόνιμο έδαφος είναι κατάλληλο για εκτεταμένες γεωργικές δραστηριότητες.
Τον Ιούνιο του 2013, η UNESCO ανακοίνωσε την ένταξη της Αίτνας στον κατάλογο με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς.[1]
Η ηφαιστειακή δραστηριότητα στην Αίτνα ξεκίνησε περίπου πριν 500.000 χρόνια, με υποθαλάσσιες εκρήξεις κατά μήκος των ακτών της Σικελίας.
Πριν 35.000 χρόνια και για μια χρονική περίοδο περίπου 20.000 χρόνων, έλαβαν χώρα μερικές ιδιαίτερα ισχυρές εκρήξεις, στάχτη από τις οποίες είχε φτάσει ακόμα και μέχρι τη Ρώμη, περίπου 800 χιλιόμετρα βόρεια της Αίτνας. Πριν 3.500 χρόνια, μια ηφαιστειακή έκρηξη προκάλεσε μια γιγάντια κατολίσθηση στην ανατολική πλαγιά του βουνού. Το γεγονός μνημονεύει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης και αποτελεί την πρώτη γνωστή μαρτυρία για έκρηξη της Αίτνας. Η επόμενη κατολίσθηση θα γινόταν μετά από 1500 περίπου χρόνια, δημιουργώντας καλντέρα.
Το 396 π.Χ. λέγεται ότι μια έκρηξη της Αίτνας ματαίωσε τα σχέδια των Καρχηδονίων για εισβολή στις Συρακούσες κατά τον Πρώτο Σικελικό Πόλεμο.

1822 – Ο Λυκούργος Λογοθέτης με 2.500 Σαμιώτες και ο Μπουρνιάς με 150 Χιώτες που ήταν στη Σάμο, αποβιβάζονται στη Χίο και πολιορκούν την εντός του φρουρίου τουρκική φρουρά. Ο Λυκούργος Λογοθέτης υπήρξε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του ελληνικού χώρου, κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Διακρίθηκε, κυρίως, ως πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της Σάμου κατά την Επανάσταση του 1821. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Παπλωματάς.
Στις αρχές του 1822, πατριώτες από τη Χίο και κυρίως ο πρόκριτος Αντώνιος Μπουρνιάς τον έπεισαν να επιχειρήσει εκστρατεία στη Χίο και τον διαβεβαίωσαν ότι ο λαός τού νησιού ήταν έτοιμος να επαναστατήσει. Ύστερα από κάποιο δισταγμό, ο Λογοθέτης δέχθηκε και στις 10 Μαρτίου 1822 αποβιβάστηκε στη Χίο με 2.500 ένοπλους Σαμιώτες. Αμέσως αντικατέστησε με δικούς του ανθρώπους τις τοπικές αρχές και προσπάθησε να οργανώσει τον αγώνα του νησιού. Η αντίδραση, όμως, των προεστών της Χίου και η δική του αυταρχική συμπεριφορά, εμπόδισαν την πλήρη προετοιμασία της άμυνας και, όταν έφτασε στο νησί ισχυρός τουρκικός στόλος και στρατός, το νησί καταστράφηκε και οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν ή πουλήθηκαν δούλοι.
Για την καταστροφή της Χίου θεωρήθηκε υπεύθυνος ο Λυκούργος Λογοθέτης και η προσωρινή κυβέρνηση τον κάλεσε στο Ναύπλιο για απολογία και τον φυλάκισε. Ύστερα από λίγους μήνες όμως αποφυλακίστηκε, χάρη στην επέμβαση των στρατιωτικών και συγκεκριμένα του Κολοκοτρώνη και του Νικηταρά.

1978 – Βόμβα εκρήγνυται στον κινηματογράφο «Έλλη» της οδού Ακαδημίας, κατά τη διάρκεια της προβολής της σοβιετικής ταινίας «Ουράνιο Τόξο» του σκηνοθέτη Μαρκ Ντονσκόι. 18 θεατές τραυματίζονται, απ’ τους οποίους οι τρεις πολύ σοβαρά. Η τρομοκρατική πράξη αποδίδεται στην ακροδεξιά. Η βόμβα είχε τοποθετηθεί κάτω από τα καθίσματα του κοινού με αποτέλεσμα ένας θεατής να χάσει και τα δύο του πόδια. Πανομοιότυπη επίθεση σημειώνεται τρεις μήνες μετά, τον Ιούνιο του ίδιου έτους, μερικές δεκάδες μέτρα μακριά, στον κινηματογράφο Ρεξ, στην οδό Πανεπιστημίου. Και πάλι η έκρηξη έγινε κατά τη διάρκεια προβολής σοβιετικής ταινίας με αποτέλεσμα να τραυματιστούν άλλοι 15 άνθρωποι. Το διάστημα που ακολουθεί, συλλαμβάνονται δέκα εθνικιστές-ακροδεξιοί, ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και ο αρχηγός σήμερα της χρυσής αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος. Τελικά από τους δέκα συλληφθέντες οι οποίοι κατηγορήθηκαν αρχικά για κακούργημα, την «πλήρωσαν» οι 7, καθώς ο Μιχαλολιάκος και άλλοι δύο από την ομάδα, παραπέμπονται για παραβάσεις του νόμου «περί όπλων και εκρηκτικών υλών», και καταδικάστηκαν σε πλημμεληματικές ποινές.

1991 – Αρχίζει στο Ειδικό Δικαστήριο η δίκη για το σκάνδαλο της Τράπεζας Κρήτης. Το Σκάνδαλο Κοσκωτά αφορούσε ένα μεγάλο πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο το οποίο κυριάρχησε στην ελληνική πολιτική σκηνή κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στο ξεκίνημα της δεκαετίας του 1990. Παράλληλα σηματοδότησε, κυρίως, τον αγώνα για τον έλεγχο των Μ.Μ.Ε. και των τραπεζών. Κεντρικό πρόσωπο του σκανδάλου υπήρξε ο τραπεζίτης Γιώργος Κοσκωτάς, πλην όμως ενεπλάκησαν σ΄ αυτό και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Παραπέμφθηκαν σε δίκη ο Ανδρέας Παπανδρέου, πρώην Πρωθυπουργός, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, τέως Υπουργός Εθνικής Οικονομίας, ο Μένιος Κουτσόγιωργας, πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης, ο Δημήτρης Τσοβόλας, πρώην Υπουργός Οικονομικών και ο Γιώργος Πέτσος, πρώην Υφυπουργός Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας. Από αυτούς, ο Ανδρέας Παπανδρέου κρίθηκε αθώος σε όλες τις κατηγορίες, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης δεν δικάστηκε γιατί είχε ήδη εκλεγεί Ευρωβουλευτής και το Ευρωκοινοβούλιο αρνήθηκε να άρει την ασυλία του, ενώ ο Μένιος Κουτσόγιωργας πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο κατά τη διάρκεια της δίκης. Ο Δημήτρης Τσοβόλας και ο Γιώργος Πέτσος κρίθηκαν ένοχοι για παράβαση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Οι ποινές τους ήταν 2,5 χρόνια (εξαγοράσιμη) για τον πρώτο και 10 μήνες με αναστολή για τον δεύτερο, με αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων και των δύο, για τρία και δύο χρόνια αντίστοιχα.
Η δίκη ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1991 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 1992. Νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 1990, ο Μένιος Κουτσόγιωργας είχε κριθεί προφυλακιστέος και για τρεις μήνες είχε οδηγηθεί στις φυλακές Κορυδαλλού (αφέθηκε ελεύθερος τον Ιανουάριο του 1991 με εγγύηση 70 εκατομμυρίων δραχμών),[1] σε αντίθεση με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους που παρέμειναν ελεύθεροι καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αρνήθηκε να εμφανιστεί στη δίκη και δεν πήγε ούτε μία φορά στο δικαστήριο. Επίσης αρνήθηκε να ορίσει συνηγόρους υπεράσπισής του. Παρότι οι δικαστές είχαν δικαίωμα να διατάξουν την βίαιη προσαγωγή του στο δικαστήριο, τελικά δεν το έπραξαν. Αντίθετα, οι Μένιος Κουτσόγιωργας, Δημήτρης Τσοβόλας και Γιώργος Πέτσος έδωσαν κανονικά το παρόν στη δίκη, με τον Τσοβόλα να έρχεται συχνά σε έντονη αντιπαράθεση με τους δικαστές.
Άμεσο επακόλουθο του σκανδάλου Κοσκωτά ήταν η παραπομπή σε δίκη στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, από τη νέα (μετά το 1993) κυβερνητική πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των υπουργών της κυβέρνησής του Ιωάννη Παλαιοκρασσά και Ανδρέα Ανδριανόπουλου για την ιδιωτικοποίηση της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραπέμφθηκε με τις κατηγορίες της ηθικής αυτουργίας σε απιστία, της παθητικής δωροδοκίας κατ’εξακολούθηση και της παράβασης καθήκοντος και οι υπουργοί με τις κατηγορίες της απιστίας και της παράβασης καθήκοντος, ενώ ο Κων. Μητσοτάκης επίσης παραπέμφθηκε για τηλεφωνικές υποκλοπές πολιτικών προσώπων. Την Πρωτοχρονιά του 1995, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την αναστολή των διώξεων, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιανουαρίου.

 

Γεννήσεις

 

1921 – Άστορ Πιατσόλα. Γεννημένος στο Μαρ ντελ Πλάτα της Αργεντινής το 1921 και ήταν το μοναδικό παιδί Ιταλών μεταναστών, του Βιτσέντε Πιαρσόλα και της Ασούντα Μανέτι. Ο παππούς του Pantaleón Piazzolla, ναύτης και ψαράςστο επάγγελμα, μετανάστευσε στο Μαρ ντελ Πλάτα από το Τράνι, μια παραθαλάσσια πόλη στην νοτιοαναλική Απουλία, στα τέλη του 19ου αιώνα. Η μητέρα του ήταν η κόρη δυο Ιταλών μεταναστών από την Τοσκάνη.
Το 1925 ο Άστορ Πιατσόλα μετακόμισε με την οικογένειά του στο χωριό Γκρήνουιτς της Νέας Υόρκης, το οποίο εκείνη την περίοδο ήταν μια βίαιη γειτονιά, κατοικούμενη από γκάνγκστερ και σκληρά εργαζόμενους μετανάστες. Οι γονείς του εργάζονταν αρκετές ώρες κάθε μέρα και ο Πιατσόλα σύντομα έμαθε να φροντίζει ο ίδιος τον εαυτό του στον δρόμο παρόλο που κούτσαινε ελαφρά. Εκεί έμαθε να μιλά τέσσερις ξένες γλώσσες : ισπανικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά. Στο σπίτι άκουγε τις επιτυχίες του πατέρα του στις ορχήστρες του Κάρλος Γκαρδέλ και του Jylio de Caro. Από μικρή ηλικία άκουγε τζαζ και κλασική μουσική, συμπεριλαμβανομένου του Μπαχ. Ξεκίνησε να παίζει μπαντονεόν το 1929 όταν ο πατέρας του είδε ένα τέτοιο σε ένα παλαιοπωλείο της Νέας Υόρκης.
Με την επιστροφή στην Νέα Υόρκη μετά από μια σύντομη επίσκεψή της στο Μαρ ντελ Πλάτα το 1930, η οικογένεια μετακόμισε στο νότιο Μανχάταν. Το 1932 ο Πιατσόλα συνέθεσε το πρώτο του τάνγκο, με τίτλο “La Catinga”. Την επόμενη χρονιά έκανε μαθήματα μουσικής με τους Ούγγρο πιανίστα της κλασικής μουσικής Bela Wilda, μαθητή του Rachmaninoff ο οποίος τον δίδαξε να παίζει Μπαχ στο μπαντονεόν. Το 1934 συνάντησε τον Κάρλος Γκαρδέλ, μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες στην ιστορία του τάνγκο, και έπαιξε έναν μικρό ρόλο στην ταινία του El día que me quieras. Ο Γκαρδέλ προσκάλεσε τον νεαρό μπαντονεονίστα να τον ακολουθήσει στην περιοδεία του. Προς απογοήτευση του Πιατσόλα, ο πατέρας του αποφάσισε ότι δεν ήταν αρκετά μεγάλος για να πάει μόνος του. Το γεγονός ότι του απαγορεύτηκε η συμμετοχή στην περιοδεία του Γκαρδέλ αποδείχθηκε προφητική καθώς σε εκείνη την περιοδεία το 1935 ο Γκαρδέλ και ολόκληρη η ορχήστρα του σκοτώθηκαν σε αεροπορικό δυστύχημα. Μετά από χρόνια, ο Πιατσόλα ανέφερε αστειευόμενος ότι εάν ο πατέρας του δεν ήταν τόσο προσεκτικός, ο ίδιος θα έπαιζε άρπα αντί για μπαντονεόν.

1922 – Κορνήλιος Καστοριάδης. Το ημερολόγιο έδειχνε 11 Μαρτίου του 1922 όταν γεννιέται στην Κωνσταντινούπολη ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Ο – κατά πολλούς – εκ των κορυφαίων διανοητών του 20ού αιώνα θα ξεκινήσει από νωρίς την πολιτική του ενασχόληση. Από το ΚΚΕ θα μεταπηδήσει στους τροτσκιστές, ωστόσο σταδιακά θα διαμορφώσει – απομακρυνόμενος από το μαρξισμό – την έννοια της καστοριαδικής αυτονομίας. Εκδίδει το περιοδικό “Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα” και επηρεάζει με τη σκέψη του τους εξεγερμένους του Γαλλικού Μάη. Σταδιακά στρέφεται προς την ψυχανάλυση που τον οδηγεί σε μια καινούρια φιλοσοφική κατανόηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Η στροφή αυτή του Καστοριάδη αποτυπώνεται στο κλασικό του έργο με τίτλο «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας», το 1975. Το 1979 ο Καστοριάδης γίνεται διευθυντής σπουδών στην «Ανωτάτη Σχολή για τις Κοινωνικές Επιστήμες» (Ecoles des Hautes Etudes en Sciences Sociales). Άφησε την τελευταία του πνοή στις 26 Δεκεμβρίου του 1997 στο Παρίσι. Ήταν 75 ετών.

 

Θάνατοι

 

1955 – Αλεξάντερ Φλέμινγκ. Ο Φλέμινγκ γεννήθηκε στο αγρόκτημα Lochfield, κοντά στο Ντάρβελ του Ανατολικού Άυρσαιρ, στη Σκωτία. Υπήρξε το τρίτο από τα 4 παιδιά του Χιού Φλέμινγκ (Hugh Fleming, 1816 – 1888) εκ του δεύτερου γάμου του. Μητέρα του ήταν η Γκρέις Μόρτον (Grace Stirling Morton, 1848 – 1928), κόρη ενός γείτονα κτηματία. Ο Χιού Φλέμινγκ είχε άλλα τέσσερα παιδιά από τον πρώτο του γάμο, ενώ ο ίδιος ήταν 59 ετών όταν πήρε τη δεύτερη σύζυγό του και πέθανε όταν ο Αλεξάντερ (γνωστός ως Alex) ήταν μόλις επτά ετών.
Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ παρακολούθησε για δύο χρόνια την Ακαδημία του Κίλμαρνοκ. Αφού δούλεψε σε ένα ναυτιλιακό γραφείο επί τέσσερα χρόνια, ο εικοσάχρονος Φλέμινγκ κληρονόμησε ένα θείο του, τον Τζων Φλέμινγκ. (Για την ιστορία ότι ο πατέρας του έσωσε ένα παιδί, βλ. την ενότητα Προσωπικές ιστορίες). Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Τομ, είχε ήδη σπουδάσει Ιατρική και συνέστησε στον Αλεξάντερ να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Το 1901 λοιπόν ο Αλεξάντερ εγγράφηκε στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ του Λονδίνου. Κέρδισε την εισαγωγή του στην Ιατρική Σχολή με διάκριση το 1906, οπότε είχε την επιλογή να γίνει χειρουργός.
Ο Φλέμινγκ ωστόσο ήταν και μέλος λέσχης σκοποβολής. Ο επικεφαλής της λέσχης, θέλοντας να κρατήσει τον Φλέμινγκ στην ομάδα, του συνέστησε να ακολουθήσει το τμήμα ερευνών στο Σαιν Μαίρυ, όπου έγινε βοηθός βακτηριολόγου του Σερ Άλμροθ Ράιτ, ενός πρωτοπόρου στη θεραπεία με εμβόλια και στην Ανοσολογία. Ο Αλεξάντερ πήρε πτυχίο με «Χρυσό Μετάλλιο» το 1908 και έμεινε ως επιμελητής στο Σαιν Μαίρυ ως το 1914. Στις 23 Δεκεμβρίου 1915 ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ πήρε ως σύζυγό του μια νοσοκόμα, τη Σάρα Μάριον Μάκελροϋ (Sarah Marion McElroy), από το Κιλάλα της Ιρλανδίας, η οποία πέθανε το 1949. Το μόνο παιδί τους, ο Ρόμπερτ, έγινε παθολόγος. Μετά τον θάνατο της Σάρας, ο Φλέμινγκ έκανε δεύτερο γάμο με την Ελληνίδα ιατρό και βακτηριολόγο δρ. Αμαλία Φλέμινγκ (Αμαλία Κουτσουρή-Βουρέκα), συνάδελφό του στο νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ, στις 9 Απριλίου 1953. Η Αμαλία έζησε 31 χρόνια μετά τον θάνατο του Φλέμινγκ.
Σε όλη τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ο Φλέμινγκ υπηρέτησε ως λοχαγός του Υγειονομικού Σώματος του Βασιλικού Στρατού (Royal Army Medical Corps), απασχολούμενος και σε ιατρεία στο πεδίο της μάχης στο Δυτικό Μέτωπο, στη Γαλλία. Το 1918 επέστρεψε στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ, στην Ιατρική Σχολή. Εκλέχθηκε Καθηγητής της Βακτηριολογίας εκεί το 1928.

1978 – Σοφία Βέμπο. Το όνομα Βέμπο επέλεξε η ίδια να υιοθετήσει κάνοντας και τις απαραίτητες νόμιμες διαδικασίες, επειδή έτσι (εσφαλμένα) είχε συνηθίσει να προφέρει το όνομά της το κοινό. Το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφία Μπέμπου. Γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στις 10 Φεβρουαρίου του 1910, όπου ο πατέρας της Αθανάσιος Γ. Μπέμπος (1864-1944), καταγόμενος από την Τσαριτσάνη είχε εγκατασταθεί, δουλεύοντας ως καπνεργάτης. Το 1912 η οικογένειά της μετεγκαταστάθηκε στη Κωνσταντινούπολη, όπου γεννήθηκε ο αδελφός της Γιώργος (1914-1969), που τον αποκαλούσαν Τζώρτζη, η αδελφή της Αλίκη (1913-1993) και ο μικρότερος αδελφός της Ανδρέας (1919-1989).
Το 1914, με την υπογραφή της ελληνοτουρκικής συμφωνίας ανταλλαγής πληθυσμών που συνομολόγησε η κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου, η οικογένειά της αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και να επιστρέψει στην Τσαριτσάνη, και από εκεί να εγκατασταθεί μόνιμα στο Βόλο.
Στο Βόλο η Έφη Μπέμπο, όπως αρεσκόταν να λέγεται, μετά τις εγκύκλιες σπουδές της αναγκάστηκε λόγω φτώχειας να δουλεύει για να βοηθήσει την οικογένειά της. Έτσι ξεκίνησε να δουλεύει ταμίας στο κατάστημα «Φλωρία» του Βόλου. Παράλληλα, της άρεσε η μουσική και αγοράζοντας μία κιθάρα άρχισε να εξασκείται σ’ αυτή με τη βοήθεια της φίλης της Μαρίτσας Χασάπη.
Τον Σεπτέμβριο του 1933 αποφάσισε να πάει στη Θεσσαλονίκη να βρει τον αδελφό της Τζώρτζη που σπούδαζε εκεί, και που είχε καιρό να στείλει γράμμα. Έτσι, παίρνοντας την κιθάρα της επιβιβάστηκε στο Α/Π Κεφαλληνιά, και στη διάρκεια του ταξιδιού της άρχισε με την κιθάρα της το τραγούδι. Σε ελάχιστο χρόνο όλοι οι επιβάτες του πλοίου και το πλήρωμα βρίσκονταν γύρω της και την χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι από τη φωνή της. Αυτή θεωρητικά ήταν και η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Σοφίας.
Μεταξύ των επιβατών ήταν και ένας καλλιτεχνικός διευθυντής που, ακούγοντάς την, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ, που στο τέλος την πλησίασε και της συστήθηκε.Ήταν ο Κωνσταντίνος Τσίμπας, ο μεγαλύτερος ιμπρεσάριος της Θεσσαλονίκης (που αργότερα αποδείχθηκε και πράκτορας των Γερμανών), ο οποίος και πρότεινε στη Μπέμπο με την άφιξή της στη Θεσσαλονίκη να δουλέψει στο μεγάλο κοσμικό κέντρο ΑΣΤΟΡΙΑ. Φθάνοντας η Μπέμπο στη Θεσσαλονίκη, όπου την περίμενε ο αδελφός της, συζήτησε την πρόταση του Τσίμπα, και με τη δική του συγκατάθεση ξεκίνησε την επομένη τις πρώτες καλλιτεχνικές της εμφανίσεις, όπου οι θαμώνες κάθε βράδυ παρέτειναν το πρόγραμμά της με τα συνεχή χειροκροτήματά τους.

 

 

Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia
Διαβάστε περισσότερα στην ενότητα Χρονολόγιο
με click πάνω στην κάρτα που ακολουθεί
ή στο Posted in Χρονολόγιο