6 Αυγούστου 2024
Είναι η 219η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 147 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:32 – Δύση ήλιου: 20:29
Διάρκεια ημέρας: 13 ώρες 56 λεπτά
🌑 Σελήνη 1.8 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Σωτήριο, Σωτήρη, Σώτο, Σώτη,
Σωτηρία, Ευμορφία και Μορφούλα
Γεγονότα
1826 – Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης νικάει τους Τούρκους του Κιουταχή στο Χαϊδάρι. Ο Καραϊσκάκης μόλις διορίστηκε αρχιστράτηγος του στρατού της Στερεάς Ελλάδας αποβιβάστηκε με 130 άτακτους στην Σαλαμίνα, από όπου μετά από λίγο πήγε στην Ελευσίνα. Εκεί τον ακολούθησαν και άλλοι άτακτοι και σύντομα η δύναμή του ανήρθε στους 2.500. Προστέθηκαν και άλλοι 1.700 από τα Μέθανα, 70 Φιλέλληνες, και τέσσερα πυροβόλα. Στις 28 Ιουλίου αποβιβάστηκε στην Ελευσίνα και έκανε στρατόπεδο. Εκεί ήρθε ο Κιουταχής από την Θήβα με 10.000 πεζούς και ιππείς, και 26 πυροβόλα. Ο Κιουταχής κυρίευσε την Αθήνα στις 3 Αυγούστου 1826 και ετοιμάστηκε να επιτεθεί κατά της Ακρόπολης που την υπεράσπιζε η φρουρά του Γκούρα.
Ο στρατός του Καραϊσκάκη και του Φαβιέρου κινήθηκε τη νύχτα της 5ης – 6ης Αυγούστου χωρίς αποσκευές και έφτασε τα μεσάνυχτα στο Χαϊδάρι, όπου και εγκαταστάθηκαν παντού στα καίρια σημεία. Τα χαράματα της 6ης Αυγούστου οι περίπολοι των Τούρκων αναγνώρισαν τις θέσεις των Ελλήνων και τους επιτέθηκαν με ιππικό. Οι Τούρκοι αναχαιτίστηκαν και υποχώρησαν καταδιωκόμενοι άτακτα. Μετά από λίγο όμως έφτασε και το τούρκικο πεζικό και το κύριο ιππικό σώμα, τα οποία σχημάτισαν δύο φάλαγγες και επιτέθηκαν στους Έλληνες. Το ιππικό αποκρούστηκε και πάλι. Ακολούθησε το πεζικό, το οποίο αναχαιτίστηκε δύο φορές, αλλά στην τρίτη έφοδο τα ελληνικά χαρακώματα άρχισαν να κλονίζονται. Επενέβη ο λόχος των Φιλελλήνων και οι Τούρκοι ανατράπηκαν και υποχώρησαν άτακτα, καταδιωκόμενοι από Φιλέλληνες και άτακτους Έλληνες. Φτάνοντας στην πεδιάδα, οι άτακτοι σταμάτησαν αφήνοντας μόνους τους τακτικούς, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη νίκη και να επιστρέψουν στις θέσεις τους στο Χαϊδάρι.
Μετά την μάχη αυτή, ο Καραϊσκάκης αποφάσισε να εγκαταλείψει το Χαϊδάρι και να μεταφέρει το στρατόπεδο στην Ελευσίνα.
1945 – Το αμερικανικό βομβαρδιστικό «Enola Gay» ρίχνει την πρώτη ατομική βόμβα στη Χιροσίμα, καταστρέφοντας το μεγαλύτερο μέρος της πόλης και σκοτώνοντας περίπου 70.000 ανθρώπους, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Αμερικανών. Το τελευταίο επεισόδιο στην ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά ως όπλο την ατομική βόμβα, που πρώτοι αυτοί είχαν κατασκευάσει τον Ιούνιο του 1945, και σκόρπισαν τον όλεθρο σε δύο ιαπωνικές πόλεις, τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι (6 και 9 Αυγούστου 1945). Με την ενέργειά τους αυτή, που βρήκε πολλούς επικριτές, κατόρθωσαν να επισπεύσουν το τέλος του πολέμου στα μέτωπα του Ειρηνικού και να ελαχιστοποιήσουν τις δικές τους απώλειες. Παράλληλα, δήλωσαν με εμφατικό τρόπο ποιος θα είναι το αφεντικό στις παγκόσμιες υποθέσεις μετά τη λήξη του πολέμου.
1961 – Αποθεώνεται στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου η Μαρία Κάλλας, στο ρόλο της «Μήδειας», από την ομώνυμη όπερα του Λουίτζι Κερουμπίνι. Στο Αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου το 1961, έκανε η Κάλλας τον τελευταίο της ελληνικό θρίαμβο ερμηνεύοντας την τραγική ηρωίδα σε μια συγκλονιστική παραγωγή (Μινωτής – Τσαρούχης), που μεταφέρθηκε την επόμενη χρονιά και στη «Σκάλα» του Μιλάνου. Το ρόλο είχε ερμηνεύσει η Κάλλας πρώτη φορά, τον Ιούνιο του 1953, στη Φλωρεντία και την επόμενη χρονιά θριάμβευσε στη «Σκάλα» με μαέστρο τον Λέοναρντ Μπέρνσταϊν. Τον Κρέοντα υποδύθηκε ο Τζουζέππε Μοντέστι ενώ σκηνοθέτης ήταν ο Αλέξης Μινωτής και σκηνογράφος ο Γιάννης Τσαρούχης, ο οποίος αποκαλούσε την Κάλλας: «Μεγάλη σαν τον Γκρέκο». Μάλιστα τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί αρκετές μέρες πριν από την παράσταση με αρκετούς θαυμαστές της να στέκονται έξω από το θέατρο επειδή δεν κατάφεραν να βρουν εισιτήρια. Για εννέα χρόνια η Μήδεια ήταν μέρος του ρεπερτορίου της που την τραγούδησε 31 φορές. Με αυτό το ρόλο έκανε και τη μοναδική εμφάνισή της στον κινηματογράφο, όταν στα δύσκολα χρόνια της απόσυρσής της, ο Πιερ Πάολο Παζολίνι την έπεισε να ενσαρκώσει την σπαρακτική ηρωίδα. Με παραγωγό τον άλλο μεγάλο θαυμαστή της, τον Ρομπέρτο Ροσσελλίνι, τα γυρίσματα έγιναν τους καλοκαιρινούς μήνες του 1969 και η πρεμιέρα δόθηκε στη Ρώμη λίγους μήνες αργότερα (9.1.1970). Δυστυχώς, χωρίς την επιτυχία που εκείνη περίμενε.
1976 -Το βράδυ της 6ης Αυγούστου 1976 το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Χόρα» παραβιάζει για πρώτη φορά την ελληνική υφαλοκρηπίδα. Το καλοκαίρι του 1976, για ακόμη μία φορά, Ελλάδα και Τουρκία φθάνουν στο χείλος της πολεμικής σύγκρουσης. Αφορμή, αυτή τη φορά, ήταν η πραγματοποίηση ερευνών από τουρκικό σκάφος «Χόρα» στο Αιγαίο, σε περιοχές της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Είχε προηγηθεί, στις αρχές του χρόνου, ο εντοπισμός των κοιτασμάτων πετρελαίου στον Πρίνο. Ετσι, με σκοπό την έρευνα για την ύπαρξη πιθανών κοιτασμάτων, το τουρκικό επιστημονικό σκάφος «Σισμίκ» (το προηγούμενο όνομα του ήταν «Χόρα») αποπλέει στις 23 Ιούλη του 1976 από τα στενά του Βοσπόρου για το Αιγαίο. Ωστόσο, η έξοδος του «Χόρα» ήταν μάλλον η αφορμή, παρά η αιτία, για την όξυνση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Πίσω από το ενδιαφέρον της τουρκικής κυβέρνησης για το πετρέλαιο, υπήρχε η ανομολόγητη, αλλά σαφής πρόθεση της Αγκυρας να ανατρέψει το υπάρχον καθεστώς στο Αιγαίο και να εγγράψει υποθήκες εδαφικών διεκδικήσεων. Δύο ήταν τα επίμαχα θέματα, το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης και η υφαλοκρηπίδα.
Η τουρκική ηγεσία αμφισβητούσε στην Ελλάδα, τόσο το δικαίωμα των 12 μιλίων της αιγιαλίτιδας ζώνης, όσο και την ύπαρξη υφαλοκρηπίδας των ελληνικών νησιών. Οι ΗΠΑ με την πολιτική των «ίσων αποστάσεων» συντηρούν ελεγχόμενη κρίση στην περιοχή ώστε να παίζουν, με το αζημίωτο, το ρόλο του επιδιαιτητή. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, η έξοδος του «Χόρα» προκαλεί το συναγερμό των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, αφού από τους χάρτες πορείας προκύπτει ότι το τουρκικό σκάφος θα περνούσε, τουλάχιστον σε μια περίπτωση, πάνω από την ελληνική υφαλοκρηπίδα, βορειοδυτικά της Λέσβου.
Το βράδυ της 6ης Αυγούστου 1976 το «Χόρα» παραβιάζει για πρώτη φορά την ελληνική υφαλοκρηπίδα. Το πρωί της 7ης Αυγούστου γίνεται η δεύτερη παραβίαση. Η κυβέρνηση Καραμανλή μπροστά στην ωμή πρόκληση επιλέγει το δρόμο των διπλωματικών παρεμβάσεων. Καταθέτει προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ζητώντας την πολιτική καταδίκη της Τουρκίας και τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων…
Το «Χόρα» ελλιμενίστηκε στη Σμύρνη στις 17 Αυγούστου. Οι προσφυγές της ελληνικής κυβέρνησης στους διεθνείς οργανισμούς έμειναν χωρίς αποτέλεσμα
1991 – Εγκαινιάζεται ο πρώτος δικτυακός τόπος στην ιστορία του Διαδικτύου. Δημιουργός του είναι ο άγγλος Τίμοθι Μπέρνερς Λι, που εφηύρε τον Παγκόσμιο Ιστό (www). Η διεύθυνσή του: http://info.cern.ch (Ινστιτούτο Μοριακής Φυσικής της Ελβετίας). Ο Τιμ Μπέρνερς Λι γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 8 Ιουνίου 1955. Φοίτησε στο Emanuel School του Γουάντσγουερθ (Wandsworth) και στη συνέχεια στο Κουίνς Κόλετζ (Queens College) του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Εκεί κατασκεύασε τον πρώτο του υπολογιστή, με μόνα υλικά παλιά ηλεκτρονικά εξαρτήματα και ένα κολλητήρι. Στο Πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε Φυσική, συνελήφθη ως χάκερ, με συνέπεια να αποκλειστεί από τη χρήση του πανεπιστημιακού υπολογιστή.
Από την Οξφόρδη αποφοίτησε το 1976 και εργάστηκε σε επιχειρήσεις ως προγραμματιστής / σύμβουλος μέχρι το 1980, οπότε και μετακλήθηκε από το CERN, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Φυσικής Στοιχειωδών Σωματιδίων, ως Σύμβουλος Μηχανικός Προγραμματισμού. Εκεί επινόησε και το πρόγραμμα Enquire, τον πρόδρομο του Παγκόσμιου Ιστού, που τον βοηθούσε να παρακολουθεί τον τεράστιο αριθμό ερευνητών και προγραμμάτων (projects) του Ιδρύματος. Αυτό το πρόγραμμα ποτέ δεν δόθηκε για χρήση στο κοινό.
Έφυγε από το CERN σε άλλες εργασίες, για να επιστρέψει εκεί το 1984 και να αναλάβει τα κατανεμημένα συστήματα μεταφοράς επιστημονικών δεδομένων και ελέγχου. Σύντομα βρέθηκε ξανά αντιμέτωπος με το παλιό πρόβλημα χειρισμού του τεράστιου όγκου ερευνητών και προγραμμάτων του Ιδρύματος συν το μάλλον ιδιότροπο σύστημα του CERN για τη διακίνηση επιστημονικών πληροφοριών ανάμεσα στα μέλη του. Άρχισε να οραματίζεται ένα παγκόσμιο σύστημα διακίνησης πληροφοριών, ταχύτερο και ολοσχερώς αποκεντρωμένο, ανεξάρτητο της πλατφόρμας του κάθε υπολογιστή, πολύγλωσσο και χωρίς γραφειοκρατικούς περιορισμούς και καθυστερήσεις. Υπέβαλε ένα υπόμνημα [35] σχετικά με το σχέδιό του στη διοίκηση, αλλά, τότε, δεν πήρε καμία απάντηση. Περιμένοντας να ξεπεραστούν τα γραφειοκρατικά προβλήματα της διοίκησης, άρχισε να εργάζεται πάνω στις λεπτομέρειες του συστήματος που είχε σκεφθεί.
Έτσι, με βάσεις τις εργασίες των Βάνεβαρ Μπους (Vannevar Bush), Τεντ Νέλσον (Ted Nelson]) και Ντάγκλας Έγκλεμπαρτ (Douglas Englebart), δημιούργησε το Πρωτόκολλο Μεταφοράς Υπερκειμένου (hypertext transfer protocol, http), δηλαδή τη “γλώσσα” επικοινωνίας των υπολογιστών στο Διαδίκτυο και, παράλληλα, επινόησε ένα τρόπο αναγνώρισης κάθε “εγγράφου”, αποδίδοντάς του ένα μοναδικό παγκόσμιο αναγνωριστικό (Universal Resource Identifier), μαζί με ένα αναγνωριστικό διεύθυνσης. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συνδυάστηκαν και σήμερα αποτελούν το URL Ενιαίο Χαρακτηριστικό Εντοπισμού (Uniform Resource Locator). Το 1990 ολοκλήρωσε τη δημιουργία του πρώτου προγράμματος περιήγησης (browser), έπρεπε όμως να δημιουργήσει και ένα πρόγραμμα εξυπηρέτησης (server) και μια γλώσσα για την περιγραφή του εγγράφου. Έτσι, επινόησε τη γλώσσα HTML (HyperText Markup Language). Το 1991 τα είχε ετοιμάσει όλα και, μη έχοντας ακόμη επίσημη απάντηση από το CERN, δημιούργησε τον πρώτο server, τον info.cern.ch., διαθέτοντας παράλληλα ελεύθερα το πρόγραμμα περιήγησης και το λογισμικό του server μέσω του Διαδικτύου. Παράλληλα, άρχισε να «διαφημίζει» το δημιούργημά του μέσω των Ομάδων Νέων (Newsgroups). Σύντομα άρχισε να επικοινωνεί με χρήστες και να βελτιώνει τη δημιουργία του, χρησιμοποιώντας τις υποδείξεις τους.
Στο μεταξύ, οι χρήστες της νέας υπηρεσίας, που ο ίδιος είχε ονομάσει «Παγκόσμιο Ιστό» (World Wide Web), άρχισαν να αυξάνονται αλματωδώς, ενώ οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ήταν πολύ πιο εύκολο και εξυπηρετικό να “δημοσιεύουν” τις πληροφορίες τους σε μια ιστοσελίδα, αντί να απαντούν σε πολυάριθμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή να τις δημοσιεύουν στις ομάδες νέων, των οποίων η κίνηση πολλές φορές τις “έθαβε” (με την έννοια ότι περνούσαν απαρατήρητες). Ενδιαφέρον επίσης έδειξαν για το επίτευγμα του Λι και κυβερνητικές υπηρεσίες. Σύντομα, η κίνηση της νέας υπηρεσίας έγινε τόση, ώστε προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας νέου λογισμικού περιήγησης. Ο Marc Andreessen, ένας φοιτητής του Πανεπιστημίου του Ιλλινόις δημιούργησε το λογισμικό Mosaic, τον πρόγονο του σημερινού λογισμικού περιήγησης Netscape Navigator. Σημαντική συμβολή στο όλο εγχείρημα είχε, επίσης, και η συνεχώς αυξανόμενη δημοτικότητα των Windows της Microsoft με το γραφικό τους περιβάλλον. Η υπηρεσία του Παγκόσμιου Ιστού είναι σήμερα η δημοφιλέστερη στο Διαδίκτυο, με περισσότερες από 25 δισεκατομμύρια δημοσιευμένες σελίδες και περίπου 1,3 δισ. χρήστες παγκοσμίως, αριθμός που αυξάνεται μέρα με την ημέρα.
Σήμερα ο Τιμ Μπέρνερς Λι είναι ο Πρόεδρος του W3C Κονσόρτσιουμ του Παγκόσμιου Ιστού, ερευνητής στο ΜΙΤ και έχει πολλές τιμητικές διακρίσεις, μεταξύ πολλών άλλων και Ιππότης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (2004) από την Βασίλισσα της Αγγλίας και παράσημο εξαιρέτων υπηρεσιών (Order of Merit) από την ίδια το 2007. Το περιοδικό Time τον κατέταξε ανάμεσα σε ένα από τα 100 λαμπρότερα πνεύματα του αιώνα. Τον Δεκέμβριο του 2004 ονομάσθηκε επίτιμος Καθηγητής στο τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Είναι, επίσης, συν-διευθυντής του φορέα “Web Science Research Initiative (WSRI)” (Πρωτοβουλία Επιστημονικής Έρευνας στον Ιστό”, που δημιουργήθηκε το 2006.
Η επινόηση του Τιμ Μπέρνερς Λι μεταμόρφωσε τον κόσμο, αφού άλλαξε τα στάνταρ όχι μόνο στην ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά και σε θέματα της καθημερινότητας, όπως διακίνηση και εμπόριο αγαθών, εκπαίδευση, ταξίδια, ενημέρωση, χρηματοοικονομικές συναλλαγές. Είναι αυτή που πραγματικά άνοιξε το Διαδίκτυο σε πολύ ευρεία μάζα χρηστών σε ολόκληρο τον πλανήτη.
1992 – Η Βούλα Πατουλίδου κατακτά το χρυσό μετάλλιο στο δρόμο των 100 μέτρων με εμπόδια στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης και αναφωνεί «Για την Ελλάδα ρε γαμώτο». Είναι το πρώτο χρυσό μετάλλιο στίβου που κατακτά η Ελλάδα σε Ολυμπιακούς Αγώνες μετά το 1912 και την επιτυχία του Κώστα Τσικλητήρα στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς. Στις 6 Αυγούστου 1992, η ποντιακής καταγωγής αθλήτρια κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο δρόμο των 100 μέτρων με εμπόδια στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης. Αυτό ήταν το πρώτο χρυσό μετάλλιο στίβου που κατακτούσε η Ελλάδα σε Ολυμπιακούς Αγώνες μετά το 1912 και την επιτυχία του Κώστα Τσικλητήρα στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς. Και όμως κανείς δεν υπολόγιζε τότε την 27χρονη τότε αθλήτρια από τον Τριπόταμο Φλώρινας, η οποία είχε πάει στη Βαρκελώνη με ατομικό ρεκόρ 13.14.
Οι οιωνοί για την Πατουλίδου ήταν ευνοϊκοί από τις πρώτες σειρές, όταν ένα εκ των φαβορί η Λουντμίλα Ναροζιλένκο, που εκπροσωπούσε την Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών (σ.σ. έτσι πήρε μέρος η πρώην ΕΣΣΔ στους Αγώνες), τραυματίστηκε. Η Πατουλίδου με ισοφάριση του ρεκόρ της εκείνη τη χρονιά (13.14) προκρίθηκε στα προημιτελικά, όπου με επίδοση 13.05 πέρασε πια στα ημιτελικά. Η εμποδίστρια μας ήταν σε τρομερή κατάσταση και με 12.88 έκλεισε θέση για τον μεγάλο τελικό, σκορπίζοντας χαρά σε όλο τον κόσμο, ούσα η πρώτη Ελληνίδα που προκρίθηκε σε τελικό Ολυμπιακών Αγώνων.
Στον τελικό πάλι δεν την υπολογίζει κανείς, αφού οι κάμερες ήταν στραμμένες πάνω στην Αμερικανίδα Γκέιλ Ντίβερς και στην κάτοχο του παγκοσμίου ρεκόρ και χρυσή Ολυμπιονίκη στη Σεούλ, τη Βουλγάρα Γιορντάνα Ντόνκοβα. Όταν ξεκίνησε η κούρσα, η Ντίβερς που προπορευόταν, σκόνταψε σε ένα εμπόδιο και η Πατουλίδου με επίδοση 12.64 (πανελλήνιο ρεκόρ) έκανε το ασύλληπτο και πήρε το χρυσό μετάλλιο!
Γεννήσεις
1881 – Αλεξάντερ Φλέμινγκ. Ο Φλέμινγκ γεννήθηκε στο αγρόκτημα Lochfield, κοντά στο Ντάρβελ του Ανατολικού Άυρσαιρ, στη Σκωτία. Υπήρξε το τρίτο από τα 4 παιδιά του Χιού Φλέμινγκ (Hugh Fleming, 1816 – 1888) εκ του δεύτερου γάμου του. Μητέρα του ήταν η Γκρέις Μόρτον (Grace Stirling Morton, 1848 – 1928), κόρη ενός γείτονα κτηματία. Ο Χιού Φλέμινγκ είχε άλλα τέσσερα παιδιά από τον πρώτο του γάμο, ενώ ο ίδιος ήταν 59 ετών όταν πήρε τη δεύτερη σύζυγό του και πέθανε όταν ο Αλεξάντερ (γνωστός ως Alex) ήταν μόλις επτά ετών.
Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ παρακολούθησε για δύο χρόνια την Ακαδημία του Κίλμαρνοκ. Αφού δούλεψε σε ένα ναυτιλιακό γραφείο επί τέσσερα χρόνια, ο εικοσάχρονος Φλέμινγκ κληρονόμησε ένα θείο του, τον Τζων Φλέμινγκ. (Για την ιστορία ότι ο πατέρας του έσωσε ένα παιδί, βλ. την ενότητα Προσωπικές ιστορίες). Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Τομ, είχε ήδη σπουδάσει Ιατρική και συνέστησε στον Αλεξάντερ να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Το 1901 λοιπόν ο Αλεξάντερ εγγράφηκε στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ του Λονδίνου. Κέρδισε την εισαγωγή του στην Ιατρική Σχολή με διάκριση το 1906, οπότε είχε την επιλογή να γίνει χειρουργός.
Ο Φλέμινγκ ωστόσο ήταν και μέλος λέσχης σκοποβολής. Ο επικεφαλής της λέσχης, θέλοντας να κρατήσει τον Φλέμινγκ στην ομάδα, του συνέστησε να ακολουθήσει το τμήμα ερευνών στο Σαιν Μαίρυ, όπου έγινε βοηθός βακτηριολόγου του Σερ Άλμροθ Ράιτ, ενός πρωτοπόρου στη θεραπεία με εμβόλια και στην Ανοσολογία. Ο Αλεξάντερ πήρε πτυχίο με «Χρυσό Μετάλλιο» το 1908 και έμεινε ως επιμελητής στο Σαιν Μαίρυ ως το 1914. Στις 23 Δεκεμβρίου 1915 ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ πήρε ως σύζυγό του μια νοσοκόμα, τη Σάρα Μάριον Μάκελροϋ (Sarah Marion McElroy), από το Κιλάλα της Ιρλανδίας, η οποία πέθανε το 1949. Το μόνο παιδί τους, ο Ρόμπερτ, έγινε παθολόγος. Μετά τον θάνατο της Σάρας, ο Φλέμινγκ έκανε δεύτερο γάμο με την Ελληνίδα ιατρό και βακτηριολόγο δρ. Αμαλία Φλέμινγκ (Αμαλία Κουτσουρή-Βουρέκα), συνάδελφό του στο νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ, στις 9 Απριλίου 1953. Η Αμαλία έζησε 31 χρόνια μετά τον θάνατο του Φλέμινγκ.
Σε όλη τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ο Φλέμινγκ υπηρέτησε ως λοχαγός του Υγειονομικού Σώματος του Βασιλικού Στρατού (Royal Army Medical Corps), απασχολούμενος και σε ιατρεία στο πεδίο της μάχης στο Δυτικό Μέτωπο, στη Γαλλία. Το 1918 επέστρεψε στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ, στην Ιατρική Σχολή. Εκλέχθηκε Καθηγητής της Βακτηριολογίας εκεί το 1928.
1928 – Άντι Γουόρχολ. Γόνος ρουθήνων μεταναστών από τη Αυστρουγγαρία που εγκαταστάθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια. Την περίοδο 1945-9 σπούδασε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Κάρνεγκι και κατόπιν εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε αρχικά σαν σχεδιαστής παπουτσιών όπου και τον πρόσεξε ο πασίγνωστος τότε γκαλλερίστας Αλέξανδρος Ιόλας και τον προώθησε στο περιοδικό Glamour σαν εικονογράφο.
Η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και αρχικά ήταν επηρεασμένη από θέματα διαφημίσεων, καθημερινά αντικείμενα και την εικονογραφία των κόμικς, δίνοντας τα πρώτα δείγματα γραφής της Ποπ Αρτ. Με πίνακες που απεικόνιζαν κουτιά σούπας της εταιρείας Κάμπελ ή μπουκάλια Κόκα Κόλα, απέκτησε μεγαλύτερη φήμη και μέχρι το 1963 παρήγαγε μαζικά τέτοιου τύπου επιτηδευμένα κοινότοπες αναπαραστάσεις καταναλωτικών προϊόντων, καθώς και προσωπογραφίες διασημοτήτων – μεταξύ αυτών και αρκετά πρόσωπα που αποτελούσαν σύμβολα της αμερικανικής ποπ κουλτούρας – σε φανταχτερά χρώματα και συχνά ως μεταξοτυπίες.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο Γουόρχολ αφοσιώθηκε στον κινηματογράφο, σκηνοθετώντας ταινίες που χαρακτηρίζονταν από τη διάθεση πειραματισμού και πρόκλησης, το ερωτικό στοιχείο και ενίοτε την ασυνήθιστη διάρκειά τους. Στα πιο γνωστά έργα του ανήκουν τα The Chelsea Girls (1966), Eat (1963), My Hustler (1965) και Blue Movie (1969). Στην ταινία Empire (1964), διάρκειας οκτώ ωρών με πλάνα αποκλειστικά του Empire State Building σε πραγματικό χρόνο, ο Γουόρχολ παρουσίασε στην πιο ακραία μορφή της, τη δική του αισθητική τού βαρετού. Από το 1962 μέχρι το 1968, εργαστήριο του αποτέλεσε ένας χώρος που στο παρελθόν στέγαζε εργοστάσιο, και για αυτό ονομάστηκε Factory. Σύντομα εξελίχθηκε σε τόπο συγκέντρωσης διασημοτήτων, καλλιτεχνών, μελών της αβάν γκαρντ και αντεργκράουντ κουλτούρας, τοξικομανών, ομοφυλόφιλων, μουσικών και φιλότεχνων.
Μετά από απόπειρα δολοφονίας του στο Factory από τη Βαλερί Σολάνας, στις 3 Ιουνίου του 1968, ο Γουόρχολ κράτησε αποστάσεις από τον αντισυμβατικό περίγυρό του, συναναστρεφόμενος περισσότερο με πλούσια μέλη της υψηλής κοινωνίας. Από το έργο του στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, ξεχωρίζουν οι κατά παραγγελία προσωπογραφίες που τύπωνε ως μεγεθύνσεις φωτογραφιών Polaroid, πολλές από τις οποίες αφορούσαν πολιτικές φυσιογνωμίες και διασημότητες του Χόλυγουντ. Στη δεκαετία του 1980, συνεργάστηκε με τον Φραντσέσκο Κλεμέντε και τον νεοεξπρεσιονιστή ζωγράφο Ζαν Μισέλ Μπασκιά. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε εκ νέου με τη ζωγραφική, δίνοντας μια σειρά πινάκων βασισμένων σε θρησκευτικά θέματα της αναγέννησης, όπως ο Μυστικός Δείπνος (1986).
Πέθανε το Φεβρουάριου του 1987, στην πόλη της Νέα Υόρκης, μετά από επιπλοκές κατά τη διάρκεια επέμβασης αφαίρεσης της χολής του. Ο Γουόρχολ υπήρξε συστηματικός συλλέκτης έργων, κυρίως κοσμημάτων, διακοσμητικής και λαϊκής τέχνης, τα οποία δημοπρατήθηκαν μετά το θάνατό του. Το Μουσείο Άντι Γουόρχολ, με πλούσια συλλογή έργων του, εγκαινιάστηκε το 1994 στο Πίτσμπουργκ.
1928 – Στέφανος Ληναίος. Αποφοίτησε από τη Σχολή Θεάτρου Αθηνών το 1951 και το 1969 από τη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης (Royal Academy of Dramatic Art – RADA) του Λονδίνου. Την περίοδο 1954 – 1967 συνεργάσθηκε με περισσότερους από 20 θιάσους σε 100 θεατρικά έργα ενώ εμφανίστηκε σε 100 κινηματογραφικές ταινίες, ραδιοφωνικές εκπομπές και στην τηλεόραση.
Από το 1970 σκηνοθέτησε και πήρε μέρος σε 50 θεατρικά έργα και σε πολλές ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές.
Είναι ο ιδρυτής του θιάσου Σύγχρονο Ελληνικό Θέατρο στο θέατρο Άλφα της Αθήνας. Έγραψε διηγήματα όπως “Μερικοί θάνατοι” και πολλές μελέτες μεταξύ των οποίων “Σύγχρονο θέατρο” και “TV μέσο Παιδείας”, το οποίο λήφθηκε υπ΄ όψη στην καθιέρωση της εκπαιδευτικής τηλεόρασης της ΕΡΤ.
Έχει διατελέσει γενικός γραμματέας του Συνδέσμου Ελλήνων Ηθοποιών το 1966-1967, οπότε παύθηκε από τη Χούντα λόγω πολιτικών φρονημάτων, και είναι σύμβουλος της ΠΕΕΘ από το 1975 και του Ελληνικού Κέντρου Θεάτρου από το 1977. Είναι επίσης μέλος του Σωματείου Βρετανών Ηθοποιών.
Κόρη του είναι η Μαργαρίτα-Κυριακή Μυτιληναίου (1968), διευθύντρια του Δεύτερου Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και γιος του ο Γεώργιος-Αλέξανδρος Μυτιληναίος (1970) και σύζυγός του η ηθοποιός Έλλη Φωτίου. Είναι μόνιμος κάτοικος Αθηνών (Ιλίσια).
1952 – Λάκης Γαβαλάς. Γεννήθηκε στον Προφήτη Ηλία και μεγάλωσε στον Κορυδαλλό. Ο πατέρας του, Διονύσης, ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας με εργοστάσιο κοπής μαρμάρων που απασχολούσε μεγάλο αριθμό εργαζομένων. Έχει δύο αδερφές, τη Νότα και τη Νούλη.
Σπούδασε στην Ελληνογαλλική Σχολή Αρρένων – Saint Paul και σε ηλικια 17 ετών ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός σε κατάστημα που κατασκεύαζε σχολικές τσάντες στο Μοναστηράκι. Παράλληλα, ξεκίνησε μαθήματα μπαλέτου στην ιστορική σχολή της Ραλλούς Μάνου. Η δουλειά του στο κατάστημα με τις τσάντες σε συνδυασμό με την αγάπη που είχε για τη μόδα, τον οδήγησαν στην Ιταλία. Εκεί συνεργάστηκε με το ιταλικό τηλεοπτικό κανάλι RAI ως χορευτής στα σόου της Ραφαέλα Καρά, Zero Tres Cuatro Cinco Seis.
Όπως έχει δηλώσει σε συντεντεύξεις του, «Ο χορός ήταν για μένα μια άσκηση ομαδικής πειθαρχίας. Τότε η μόδα δεν ήταν όπως τώρα, που απλώς τα μοντέλα περπατούν στην πασαρέλα. Τότε έπρεπε όλα να παρουσιάζονται με χορευτικές κινήσεις και ιδιαίτερες δεξιότητες. Ήθελαν κάποιον χορογράφο, κάποιον να σκηνοθετήσει την επίδειξη». Έτσι, αναλαμβάνει ως χορογράφος για τις πασαρέλες διάσημων οίκων μόδας, ενώ παράλληλα γνωρίζεται με πασίγνωστους σχεδιαστές, όπως, Αρμάνι, Βερσάτσε και ανέπτυξε φιλία με τον Νικόλα Τρουσάρντι, εγγονό του ιδρυτή και ιδιοκτήτη του οίκου Trussardi.
Μετά από εννέα χρόνια παραμονής στην Ιταλία, επιστρέφει στην Ελλάδα στις αρχές του 1980 και ανοίγει το πρώτο του κατάστημα στη Ρόδο με ρούχα από ημι-επώνυμες ιταλικές φίρμες που τα πουλούσε σε πολύ καλές τιμές. Το 1982, παίρνει την απόφαση και επιχειρεί το πρώτο του κατάστημα, στην Αθήνα, από τον οίκο Trussardi.
Η επιτυχία είναι τεράστια, ιδίως για μια χώρα που βρισκόταν πολύ πίσω για την εποχή στα σχετικά με τη μόδα θέματα. Σταδιακά το κατάστημα μεγαλώνει κι άλλο προσθέτοντας όλο και περισσότερες διάσημες εταιρείες (Moschino, Krizia, Dolce & Gabbana, DSquared2). Η επιτυχία του τον οδηγεί να μεταφέρει τα γραφεία της εταιρείας σε μεγαλύτερο χώρο. Έτσι, εγκαταλείπει τον χώρο της λεωφόρου Θησέως στην Καλλιθέα και εγκαθίσταται σε ένα πολυτελές κτήριο στην λεωφόρο Κηφισίας στο Μαρούσι. Παράλληλα, συστήνει Ανώνυμη Εταιρεία στην οποία βασικοί μέτοχοι αναλαμβάνουν εκτός από τον Λάκη, η αδερφή του Νότα και ο πρώην σύζυγος της αδερφής του Νούλης, Κώστας Πανουσόπουλος.
Η εταιρεία κερδίζει όλο και περισσότερο την εμπιστοσύνη τόσο του ελληνικού κοινού όσο και τον διεθνών οίκων του εξωτερικού. Στις αρχές του 2000, ο Γαβαλάς είχε πλέον την αντιπροσωπεία των Burberry, της σειράς Rive Gauche του Υves Saint Laurent, ενώ είχε φέρει στην Ελλάδα και τα ιταλικά αρώματα Acqua di Parma. Αντιπροσωπεύει 85 ξένες εταιρείες, το 90% των οποίων ήταν πολυεθνικές, διαθέτει 850 πελάτες στη χονδρική, 13 καταστήματα και 300 εργαζομένους.
Το 2003 ξεκίνησε και τη δική του, πιο οικονομική, νεανική μάρκα, τα LAK. Μετακομίζει στις ιδιόκτητες εγκαταστάσεις του, στο οικόπεδο των 30.000 τετραγωνικών μέτρων στην Κάντζα, με τα τρία κτίρια, τις αποθήκες, τα γραφεία, το σχεδιαστήριο και το showroom. Η αξία αυτού του κτηρίου υπολογίζεται στα 32.000.000€.
Θάνατοι
1865 – Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1791 στο Μέγα Ρεύμα (νυν Αρναούτκιοϊ, Arnavutköy στα τούρκικα ), προάστιο της Κωνσταντινούπολης, και ήταν γιος του λογίου και αξιωματούχου (ποστέλνικου) στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες Νικολάου Μαυροκορδάτου (1744 – 1818) και της Σμαράγδας Καρατζά[. Από την πλευρά του πατέρα του καταγόταν από την ισχυρή φαναριώτικη οικογένεια Μαυροκορδάτου, ήταν δε τρισέγγονος του περίφημου Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου του «Εξ Απορρήτων» ενώ από την πλευρά της μητέρας του από την φαναριώτικη Οικογένεια Καρατζά. Η απώτερη καταγωγή της οικογένειας του πατέρα του είναι από τη Χίο. Διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα από οικοδιδάσκαλο και έμαθε από νωρίς να μιλά με εξαιρετική ευχέρεια την τουρκική και τη γαλλική. Την περίοδο 1807-1811 σπούδαζε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή.
Το 1812 ο θείος του Ιωάννης Καρατζάς ανήλθε στο αξίωμα του ηγεμόνα της Βλαχίας και τον προσλαμβάνει γραμματέα του. Σύντομα όμως ο Μαυροκορδάτος διακρίνεται και προάγεται στο αξίωμα του ποστέλνικου. Το 1818 και συγκεκριμένα στις 29 Σεπτεμβρίου ο Ιωάννης Καρατζάς, φοβούμενος για τη ζωή του, αναχωρεί από το Βουκουρέστι συνοδευόμενος από την οικογένειά του και διαφόρους αυλικούς, μεταξύ των οποίων και ο Μαυροκορδάτος.
Πρώτος σταθμός των φυγάδων ήταν η Γενεύη της Ελβετίας, όπου παρέμειναν για ένα εξάμηνο. Εκεί ο Μαυροκορδάτος παρακολούθησε μαθήματα οχυρωματικής, τα οποία θα εφάρμοζε αργότερα στο Μεσολόγγι. Έπειτα αναχώρησαν για την Πίζα της Ιταλίας, όπου συνάντησαν τον Μητροπολίτη Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας, στου οποίου το σπίτι εγκαταστάθηκαν.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του παρακολούθησε μαθήματα ιατρικής στο Πανεπιστήμιο και έλαβε μέρος σε επαναστατικές διεργασίες δημιουργώντας τον λεγόμενο «Κύκλο της Πίζας», ο οποίος διαδραμάτισε παρασκηνιακό ρόλο στην εξέλιξη της επανάστασης του ’21. Το 1819 ο Μαυροκορδάτος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Τσακάλωφ, ο οποίος τον είχε επισκεφθεί στην Πίζα μαζί με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο.β[›] Ο «κύκλος της Πίζας» θεωρούσε ότι η επανάσταση απαιτούσε περισσότερο χρόνο και μεγαλύτερη προετοιμασία, ενώ ήταν αντίθετος στην τοποθέτηση του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας.
Στην Πίζα ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ανέπτυξε στενούς φιλικούς δεσμούς με τον Άγγλο ποιητή Πέρσι Σέλλεϋ και τη σύζυγό του, συγγραφέα, Μαίρη Σέλλεϋ, στην οποία δίδασκε αρχαία ελληνικά. Μέσω της γνωριμίας του με τον Σέλλευ διοχέτευσε στον βρετανικό τύπο δύο επιστολές με σχόλια για την ελληνική επανάσταση, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Morning Chronicle, την εφημερίδα με την μεγαλύτερη κυκλοφορία της εποχής, και στο περιοδικό Examiner. Η φιλική αυτή σχέση φαίνεται να διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην σταδιακή απόσυρση της αφοσίωσής του προς τον ρόλο της Ρωσίας και στην επιφυλακτική στροφή του προς τα βρετανικά συμφέροντα. Λίγο μετά την φυγή του Μαυροκορδάτου για την επαναστατημένη Ελλάδα, ο Σέλλευ του αφιέρωσε το ποίημα «Ελλάς: στην Εξοχότητά του πρίγκιπα Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο» (Hellas: «To His Excellency Prince Alexander Mavrocordato»), που δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 1821, εις ένδειξι “θαυμασμού, συμπάθειας και φιλίας”.
Την περίοδο της παραμονής του στην ιταλική χερσόνησο έγραψε στα γαλλικά το έργο «Συνοπτικά περί Τουρκίας» (Coup d’ oeil sur la Turquie), το οποίο δεν εξέδωσε λόγω των φιλελεύθερων ιδεών που εξέφραζε, έστειλε όμως αντίγραφα σε διάφορες προσωπικότητες.
1970 – Νίκος Τσιφόρος. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1909. Δύο χρόνια αργότερα η οικογένεια εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Από τα έντεκά του χρόνια ο Νίκος Τσιφόρος άρχισε να ασχολείται μανιωδώς με το γράψιμο, ενώ την πρώτη του επιθεώρηση την έγραψε το 1928 για ένα θερινό θέατρο στη Φρεαττύδα. Η πρώτη του αυτή προσπάθεια απέτυχε αλλά δεν απογοητεύτηκε. Αφού πήρε το πτυχίο της Νομικής, εργάστηκε για δυο χρόνια στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στη συνέχεια παραιτήθηκε για να μπαρκάρει στα καράβια. Ως το 1939 άλλαζε συνέχεια επάγγελμα, αλλά συνέχιζε να γράφει δημοσιεύοντας κείμενά του σε διάφορα έντυπα. Η πρώτη μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 1944 όταν ο θίασος του Δημήτρη Χορν και της Μαίρης Αρώνη αποφάσισε να ανεβάσει στο θέατρο Ακροπόλ το θεατρικό έργο του Τσιφόρου «Η Πινακοθήκη των Ηλιθίων». Τέσσερα χρόνια αργότερα, την περίοδο 1948-49 έκανε και την πρώτη του ταινία, η οποία προβλήθηκε με τον τίτλο «Τελευταία αποστολή», σε σενάριο και σκηνοθεσία δική του.
Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες (Προοδευτικός Φιλελεύθερος, Βήμα, Ελεύθερος Κόσμος) και περιοδικά (Τραστ, Ρομάντσο, Ταχυδρόμος, Πάνθεον), ενώ έγραψε πάνω από 40 θεατρικά έργα και περισσότερα από 60 σενάρια. Κάποια αυτά τα έγραψε μόνος του και άλλα σε συνεργασία, κυρίως με τον Πολύβιο Βασιλειάδη, με τον οποίο δημιούργησαν ένα από τα πιο σημαντικά δίδυμα θεατρικών συγγραφέων.
Πολυτάλαντος και πολυσχιδής, ευθυμογράφος, επιθεωρησιογράφος, σεναριογράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου και του θεάτρου, αφοσιώθηκε, παράλληλα, στη δημοσιογραφία γράφοντας χρονογραφήματα και εύθυμα στιγμιότυπα τα οποία συνήθως υπέγραφε με διάφορα ψευδώνυμα. Οι ήρωες του Νίκου Τσιφόρου κινούνται συνήθως στο περιθώριο της αθηναϊκής προπολεμικής και μεταπολεμικής περιόδου, έχουν δοσοληψίες με το νόμο και το δραματικό διογκώνεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταλήγει γκροτέσκ. Πένα ευθύβολη, καυστική, συνέθετε ξεκαρδιστικές ιστορίες προσφέροντας απλόχερα το γέλιο σε μία Ελλάδα που το είχε απόλυτα ανάγκη.
Το 1965 αρρώστησε με καρκίνο. Μετά από πέντε χρόνια ταλαιπωρίας, με εγχειρήσεις και μεταστάσεις -χωρίς να σταματήσει ωστόσο να γράφει- πέθανε στις 6 Αυγούστου του 1970. Από τα έργα του ξεχωρίζουν οι Σταυροφορίες, Τα Παιδιά της Πιάτσας, τα Παραμύθια Πίσω Από Τα Κάγκελα, Άνθρωποι Και Ανθρωπάκια, η παρωδία της Ελληνικής Μυθολογίας κ.ά.
2015 – Κώστας Βίρβος. Είναι ένας από τους σημαντικότερους στιχουργούς εκατοντάδων τραγουδιών τα οποία έμειναν διαχρονικά, μελοποιήθηκαν από τους σπουδαιότ τραγουδιστών στο Ελληνικό τραγούδι. Το έργο του καλύπτει μια μεγάλη γκάμα τραγουδιών από το Ρεμπέτικο, Λαϊκό και Έντεχνο, ενώ ασχολήθηκε και με το Παραδοσιακό. Γεννήθηκε στα Τρίκαλα στις 29 Μαρτίου 1926. Ο πατέρας του, πλούσιος έμπορος, τον στέλνει στην Αναργύρειο και Κοργιαλένειο Σχολή Σπετσών. Τελειώνοντας το γυμνάσιο το 1943 κατεβαίνει στην Αθήνα και φοιτά στην Πάντειο.
Ο ίδιος σύμφωνα με διηγήσεις του έγραφε στιχάκια από νωρίς, αλλά ήθελε να γίνει σκηνοθέτης μιας και του άρεσε ιδιαίτερα το θέατρο. Στην Ναζιστική Κατοχή βρίσκεται πρωτοετής φοιτητής της Παντείου στην Αθήνα. Το 1943 περνάει στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης ως μέλος του ΕΑΜ. Το Μάρτη του ’44 συλλαμβάνεται και βασανίζεται, γιατί έγραφε συνθήματα στους τοίχους για την τότε κυβέρνηση του βουνού. Ο πατέρας του με 800 χρυσές λίρες τον απελευθερώνει και έπειτα φεύγει για το βουνό, όπου εκεί συναντά και τον Άρη Βελουχιώτη.
Εργάστηκε ως δημόσιος υπάλληλος στο Υπουργείο Οικονομικών απ’ το 1954 έως το 1985 απ’ όπου συνταξιοδοτήθηκε με τον βαθμό του Διευθυντή. Ήταν παντρεμένος με την Καίτη Καραντζή και έχει δυο κόρες, την Αναστασία και την Μαρία. Η κόρη του Μαρία Βίρβου είναι καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Πειραιώς και έχει συγγράψει την βιογραφία του με τίτλο “Κώστας Βίρβος- Εγώ δεν ζω γονατιστός” που έχει εκδοθεί από τις εκδόσεις Παπαζήση. Το βιβλίο της βιογραφίας 730 σελίδων, αναφέρεται λεπτομερώς στη ζωή και το έργο του λαϊκού ποιητή Κώστα Βίρβου, του οποίου τα ποιήματα έχουν μελοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος τους από το σύνολο σχεδόν των μεγαλύτερων συνθετών του 20ου αιώνα.
Τα πρώτα του στιχάκια τα δίνει στον Απόστολο Καλδάρα, με τον οποίο γνωρίζονταν από μικροί. Το πρώτο στιχούργημα του λέγεται “Ο φαντάρος” {ανέκδοτο τραγούδι του 1947}, που αν και μελοποιήθηκε αρχικά από τον Β. Τσιτσάνη και αργότερα από τον Α. Καλδάρα δε γραμμοφωνήθηκε, λόγω εμφυλίου και παρά το εμφανές μήνυμα της συμφιλίωσης, (“μα ο φαντάρος δεν παραπονιέται/ κι έχει ελπίδα μέσα στην καρδιά/ πως θα γυρίσει πάλι στους δικούς του/ τα χέρια όταν δώσουμε ξανά”).
Το πρώτο τραγούδι που κυκλοφόρησε ήταν το «Να το βρεις από άλλη» σε μουσική Καλδάρα και ερμηνευτές τους Σούλα Καλφοπούλου και Μάρκο Βαμβακάρη (1948). Έχει γράψει πάνω από 2000 τραγούδια, λαϊκά, έντεχνα, μέχρι και παραδοσιακού ύφους με κοινωνικό και πολιτικό, άμεσο ή έμμεσο, περιεχόμενο. Ο ίδιος συνδιαμορφώνει το Ελληνικό τραγούδι, καθώς συμπορεύεται διαδοχικά με πολλές γενιές κορυφαίων καλλιτεχνών. Ξεκινά από το Ρεμπέτικο τραγούδι, προχωρά στο Λαϊκό, αλλά και στο Έντεχνο και το Παραδοσιακό. Συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους συνθέτες, από το ρεμπέτικο, λαϊκό, όπως Βασίλη Τσιτσάνη,Απόστολο Καλδάρα, Θεόδωρο Δερβενιώτη, Μπάμπη Μπακάλη, Χρήστο Νικολόπουλο αλλά και έντεχνο τραγούδι, όπως Μίκη Θεοδωράκη, Μίμη Πλέσσα, Γιάννη Μαρκόπουλο, Χρήστο Λεοντή κ.ά. και με τους κορυφαίους ερμηνευτές, όπως Στέλιο Καζαντζίδη, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Πάνο Γαβαλά, Γιώργο Νταλάρα , Μανώλη Μητσιά, Γιώτα Λύδια, Καίτη Γκρέυ, Μπάμπη Τσετίνη, Βαγγέλη Περπινιάδη, Τόλη Βοσκόπουλο, Γιάννη Πάριο, Γιάννη Καλαντζή, Μαρινέλλα, Βίκυ Μοσχολιού, Χάρις Αλεξίου κ.ά. Άλλα σημαντικά του τραγούδια είναι: «Της γερακίνας γιος» του Βασίλη Τσιτσάνη, «Το καράβι» του Βασίλη Τσιτσάνη, «Μια παλιά ιστορία» του Στέλιου Καζαντζίδη, «ο κυρ Θάνος πέθανε», “Ένα όμοφο αμάξι με δυο άλογα”, “Στου Μπελαμή το ουζερί” σε μουσική Γρηγόρη Μπιθικώτση, “Ζαϊρα”, “Γεννήθηκα για να πονώ” σε μουσική Βασίλη Τσιτσάνη, “Κοιμήσου αγγελούδι μου” σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη, «Πάρε τα χνάρια μου» , “‘Ισως” σε μουσική Θεόδωρου Δερβενιώτη, «Άγια Κυριακή» σε μουσική Μίμη Πλέσσα, «Μακριά μου να φύγεις» σε μουσική Πάνου Γαβαλά, και άλλα.
Το πέρασμά του και στους ολοκληρωμένους κύκλους τραγουδιών έγινε με το μνημειώδες δισκογραφικό έργο “Καταχνιά” του Χρήστου Λεοντή, με το «Α-Ω», σε μουσική Μπιθικώτση, το «Θάλασσα, πικροθάλασσα», σε μουσική Μίμη Πλέσσα και πλήθος άλλων. Επίσης είναι ο συνθέτης του ύμνου της ποδοσφαιρικής ομάδας του Α.Ο. Τρίκαλα. Ένα σημαντικό έργο του είναι ο Θεσσαλικός Κύκλος σε μουσική τού Γιάννη Μαρκόπουλου.
Ο Κώστας Βίρβος εξέδωσε ανθολογία 300 ποιημάτων του, που περιλαμβάνουν τις μεγάλες ενότητες ποιημάτων που έγραψε ο ίδιος όπως την «ΚΑΤΑΧΝΙΑ» (τα κείμενα της οποίας συνέγραψε με την επιμέλεια του Νικηφόρου Βρεττάκου), «ΘΕΣΣΑΛΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ», «ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ», «ΝΕΚΡΙΚΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ», σε ελεύθερη μετάφραση/απόδοση του ιδίου από τον Λουκιανό, «ΤΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ», «ΖΕΙ;», «ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑ» «ΟΥΤΟΠΙΑ» και πολλά άλλα, καθώς και ένα βιβλίο ποιημάτων για τη Θεσσαλία «ΠΡΑΣΙΝΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΧΡΥΣΑΦΕΝΙΟΙ ΚΑΜΠΟΙ», αλλά και ποιήματα τα οποία μελοποιήθηκαν μεμονωμένα, όπως το «ΚΟΙΜΗΣΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥΔΙ ΜΟΥ», «ΤΗΣ ΓΕΡΑΚΙΝΑΣ ΓΙΟΣ» κ.ά. Το έργο του ασχολήθηκε με τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα αλλά και τις ηρωικές σελίδες της ιστορίας της Ελλάδας, όπως ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Αντίσταση στο έργο Καταχνιά, το Κιλελέρ στον Θεσσαλικό Κύκλο, τα κύματα μετανάστευσης της δεκαετίας του 50, οι αγώνες ανεξαρτησίας της Κύπρου κ.ά. Το έργο του έχει τύχει ευρύτατης κοινής αλλά και φιλολογικής αποδοχής.
Ο ίδιος τιμήθηκε από δύο Προέδρους Δημοκρατίας της Κύπρου και τον Ραδιοτηλεοπτικό Οργανισμό ΡΙΚ της Κύπρου, από τα Πανεπιστήμια Αθηνών, Ιωαννίνων και Πειραιώς, από τον Φιλολογικό Ιστορικό Λογοτεχνικό Σύνδεσμο (Φ.Ι.ΛΟ.Σ.) Τρικάλων ο οποίος έχει καταξιωθεί ως ένα από τα δραστηριότερα πολιτιστικά σωματεία της χώρας μας και έχει τιμηθεί για την προσφορά του στα Ελληνικά Γράμματα από την Ακαδημία Αθηνών, από τους πολιτιστικούς φορείς δεκάδων δήμων της χώρας και του εξωτερικού. Στην γενέτειρα πόλη του, των Τρικάλων, ένας δρόμος της πόλης και ένα δημόσιο δημοτικό σχολείο έχουν λάβει το όνομά του, ως απόδοση τιμής στην προσφορά του, ενώ εκθέματα από τη ζωή και το έργο του εκτίθενται σε τρία μουσεία. Μετά το θάνατό του, η εκπαιδευτική περιφέρεια Θεσσαλίας συνδιοργάνωσε με τον Δήμο Τρικκαίων, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Παιδείας, το 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τη ζωή και το έργο του με τη συμμετοχή πλήθους Πανεπιστημιακών και εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Ο Μίκης Θεοδωράκης Μίκη Θεοδωράκη είχε πει: «Ο Βίρβος είναι ένα από τα μεγάλα κλαριά επάνω στο δέντρο της Ελληνικής μουσικής. Είναι ο λαϊκός ποιητής που έγραψε χιλιάδες τραγούδια. Πολλοί από μας και από σας δεν θα ξέρετε ότι τα τραγούδια που έχετε αγαπήσει και τραγουδήσει και με τα οποία έχετε συγκινηθεί, έχετε κλάψει, έχετε πονέσει, έχετε ελπίσει, τα έχει γράψει εκείνος. Έχει συνεργαστεί με όλους σχεδόν τους πιο μεγάλους και κλασικούς συνθέτες της λαϊκής μας μουσικής».
Έφυγε το βράδυ της Πέμπτης 6 Αυγούστου 2015, ταλαιπωρημένος από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο ενώ βρισκόταν διασωληνωμένος στο σπίτι του, στο Παλαιό Φάληρο.