1 Ιουλίου 2024
Είναι η 183η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Υπολείπονται 183 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 06:06 – Δύση ήλιου: 20:51
Διάρκεια ημέρας: 14 ώρες 45 λεπτά
🌘 Σελήνη 24.8 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Ανάργυρο, Ανάργυρη, Αναργυρούλα, Δαμιανό, Δαμιανή,
Κοσμά, Μαυρίκιο, Μαυρίκη, Μαυρικία, Μαυρίκα
Γεγονότα
1828 – Αρχίζει η λειτουργία της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, με την επωνυμία «Λόχος Ευελπίδων», Διοικητή τον Ιταλό Λοχαγό Σαλτάλι και ανώτερο επόπτη τον Βαυαρό Συνταγματάρχη Έιδεκ. Το διάταγμα της ίδρυσής της θα υπογραφεί αργότερα, στις 21 Δεκεμβρίου 1828. «Άρχεσθαι μαθών άρχειν επιστήσει» το μότο της σχολής. Ιδρύθηκε στο Ναύπλιο την 1η Ιουλίου 1828 με διάταγμα του Ιωάννη Καποδίστρια ως σχολή αξιωματικών. Για αρκετό καιρό (1894-1982), έδρευε σε εγκαταστάσεις βόρεια του Πεδίου του Άρεως στην Αθήνα, όπου σήμερα στεγάζεται το Πρωτοδικείο Αθηνών, εκτός του παλαιού Διοικητηρίου, στο οποίο σήμερα στεγάζεται η Σχολή Εθνικής Άμυνας. Το 1982 μετακινήθηκε στο σημερινό της στρατόπεδο στη Βάρη. Εκεί βρίσκονται στρατώνες, σύγχρονες κτιριακές εγκαταστάσεις, υπαίθριοι χώροι εκπαίδευσης και αθλητισμού, καθώς και το Μουσείο της Σχολής. Η φοίτηση στη Σχολή Ευελπίδων (μια από τις αποκαλούμενες «παραγωγικές σχολές» στην ορολογία των Ενόπλων Δυνάμεων) διαρκεί τέσσερα χρόνια και οι Ευέλπιδες αποφοιτούν με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Τα τελευταία χρόνια η εγγραφή στη Σχολή ημεδαπών μαθητών ακολουθεί το σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων παράλληλα με τεστ και αθλητικές επιδόσεις. Στην Σ.Σ.Ε. φοιτούν επίσης και αλλοδαποί μαθητές – στελέχη ξένων Ενόπλων Δυνάμεων.
1944 – Αρχίζει η Σύνοδος του Μπρέτον Γουντς, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, για τη χάραξη της μεταπολεμικής παγκόσμιας οικονομικής τάξης. Θα αποφασιστεί η σύσταση δύο νέων οργανισμών: του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το δολάριο θα αντικαταστήσει τον χρυσό ως μέσο των διεθνών συναλλαγών. Συγκλήθηκε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με πρωτοβουλία του αμερικανού προέδρου Φραγκλίνου Ρούζβελτ, με σκοπό τη λήψη αποφάσεων για τη ρύθμιση της οικονομικής αρχιτεκτονικής του μεταπολεμικού κόσμου, μετά τη διαφαινόμενη ήττα τής Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Η επίσημη ονομασία της ήταν Νομισματική και Οικονομική Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Monetary and Financial Conference).
Με τον πόλεμο είχε διακοπεί η ομαλή ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας, προς όφελος των Ηνωμένων Πολιτειών. Τα εισοδήματα εκεί αυξήθηκαν κατά 75% στη διάρκεια του πολέμου και τα κέρδη εκτινάχθηκαν, καθώς οι ΗΠΑ κέρδισαν μεγάλο κομμάτι του διεθνούς εμπορίου. Οι ευρωπαϊκές οικονομίες, αντίθετα, γύρισαν χρόνια πίσω. Η βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας, που βρισκόταν στο αντίπαλο στρατόπεδο, είχε μειωθεί στο 14% των επιπέδων προ του 1936. Η Μεγάλη Βρετανία είχε μεγάλα χρέη, ενώ η εμπορική της θέση παγκοσμίως υποβαθμιζόταν, έχοντας φθάσει στα πρόθυρα χρεοκοπίας.
Το οικονομικό προβάδισμα των ΗΠΑ ήταν αναμφισβήτητο, όταν αποφάσισαν να πείσουν τους συμμάχους τους να δημιουργηθεί μία νέα οικονομική τάξη μετά τον πόλεμο, βασισμένη στο ελεύθερο εμπόριο και τη νομισματική συνεργασία. Οι άνθρωποι του προέδρου Ρούζβελτ με τις ζοφερές εμπειρίες του Κραχ του 1929 ήταν πεπεισμένοι ότι η διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομίας δεν μπορούσε να γίνει στο πλαίσιο της άσκησης εθνικής πολιτικής και χρειαζόταν μία διεθνής συμφωνία.
Η διάσκεψη συνήλθε επί αμερικανικού εδάφους, στο ξενοδοχείο «Μάουντ Γουάσινγκτον» κοντά στην πόλη Μπρέτον Γουντς της πολιτείας Νιου Χαμσάιρ από την 1 έως τις 22 Ιουλίου 1944, με τη συμμετοχή 730 αντιπροσώπων από 44 χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης. Την Ελλάδα εκπροσώπησε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Κυριάκος Βαρβαρέσος, ενώ τις υπηρεσίες του στην ελληνική αποστολή προσέφερε ο νεαρός και φέρελπις οικονομολόγος Ανδρέας Γ. Παπανδρέου, που εκείνη την περίοδο παρεπιδημούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο αμερικανός πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούζβελτ τόνισε ότι η οικονομική υγεία κάθε χώρας πρέπει να απασχολεί κάθε γείτονα, είτε βρίσκεται κοντά, είτε μακριά της. Τα δύο βασικά θέματα που απασχόλησαν τη διάσκεψη ήταν ο σχεδιασμός ενός μεταπολεμικού νομισματικού συστήματος και η ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων οικονομιών της Γερμανίας και την Ιαπωνίας.
Από την πρώτη στιγμή αντιπαρατέθηκαν δύο απόψεις, του άγγλου οικονομολόγου Τζον Μέιναρντ Κέινς, που εκπροσωπούσε τη Μεγάλη Βρετανία και του αμερικανού εκπροσώπου Χάρι Ντέξτερ Γουάιτ. Ο Κέινς πρότεινε την ίδρυση μιας Διεθνούς Νομισματικής Ένωσης (International Currency Union), που θα λειτουργούσε ως Διεθνής Κεντρική Τράπεζα και θα είχε το δικό της νόμισμα, το μπανκόρ (Bancor), το οποίο θα λειτουργούσε ως διεθνές μέσο πληρωμών. Ο Γουάιτ από την πλευρά του επέμεινε στη δημιουργία ενός συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών με επίκεντρο το δολάριο. Τελικά, επικράτηση η αμερικανική άποψη κι έτσι προκρίθηκε ένα σύστημα με σταθερές ισοτιμίες μεταξύ των νομισμάτων των 44 χωρών, θέτοντας ως κεντρική ισοτιμία του παγκόσμιου νομισματικού συστήματος το αμερικάνικο δολάριο και συνδέοντάς το με τον χρυσό σε σταθερή αναλογία 35 δολαρίων ανά ουγγιά χρυσού.
Πέραν των σταθερών ισοτιμιών, στο Μπρέτον Γουντς συντάχθηκε σχέδιο για την ίδρυση της Διεθνούς Τραπέζης Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως (International Bank for Reconstruction and Development – IBRD), με σκοπό να γίνουν προσιτά μακροπρόθεσμα δάνεια για τα κράτη εκείνα που θα είχαν επείγουσα ανάγκη τέτοιας βοήθειας, και του γνωστού μας Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (International Monetary Fund -IMF) για τη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση παθητικών ισοζυγίων εξωτερικών πληρωμών, με σκοπό τη σταθεροποίηση. Η Διεθνής Τράπεζα Ανασυγκροτήσεως και Αναπτύξεως, γνωστή σήμερα ως Παγκόσμια Τράπεζα (World Bank) άρχισε τη λειτουργία της στις 25 Ιουνίου 1946 με αμερικανικά κεφάλαια, ενώ το ΔΝΤ την 1η Μαρτίου 1947.
Το σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών του Μπρέτον Γουντς ή Σύστημα του Μπρέτον Γουντς (Bretton Woods System), όπως έμεινε στην ιστορία, συνδέθηκε με τη λεγόμενη «χρυσή περίοδο» της μεταπολεμικής περιόδου, κατά τη διάρκεια της οποίας η παγκόσμια οικονομία γνώρισε πολύ υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης σε συνθήκες νομισματικής σταθερότητας. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε, επίσης, από την ανάπτυξη του «κράτους ευημερίας», σε αντίθεση με την ανάπτυξη του «κράτους του πολέμου» του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Διατηρήθηκε έως τις 15 Αυγούστου 1971, οπότε καταργήθηκε με απόφαση του αμερικανού προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον, ανοίγοντας τον δρόμο για την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού τα επόμενα χρόνια.
1979 – Η SONY λανσάρει στην Ιαπωνία το walkman. Ήταν 1η Ιουλίου του 1979 όταν η Sony κυκλοφόρησε το WALKMAN, ένα από τα δημοφιλέστερα gadgets όλων των εποχών, δίνοντας τη δυνατότητα στον κόσμο να απολαμβάνει εύκολα μουσική, υψηλής ποιότητας οπουδήποτε και οποτεδήποτε.
Γιορτάζοντας τα 40 χρόνια από το λανσάρισμα του, η Sony προχωρά σε διάφορες δημοσιεύσεις στα social media και στην επίσημη ιστοσελίδα, όπου μπορούμε να δούμε πως η Ιαπωνική εταιρεία έχει εξελίξει το brand του Walkman ακόμα και μέχρι τις μέρες μας αλλά και την ιστορία πίσω από τη δημιουργία του. Από τη δυνατότητα αναπαραγωγής κασετών με το πρώτο μοντέλο (TPS -L2) μέχρι την αναπαραγωγή Hi-res ήχου με το NW-ZX2 κόστους $1200, η Sony έχει εξελίξει το Walkman όλα αυτά τα χρόνια έχοντας «πειραματιστεί» με διαφορετικές τεχνολογίες για να κάνει πιο εύκολη και φορητή την αναπαραγωγή μουσικής. Σε αυτές περιλαμβάνονται φυσικά τα MiniDisk αλλά και τα CD (Discman), δύο διαφορετικά οπτικά μέσα που μπορεί να προσέφεραν καλύτερη ποιότητα ήχου και άλλες χρήσιμες δυνατότητες, εντούτοις δεν συνάντησαν σημαντική επιτυχία κυρίως εξαιτίας της επικράτησης του iPod της Apple και στη συνέχεια των smartphones.
Το πρώτο μοντέλο (TPS-L2) κυκλοφόρησε πρώτα στην Ιαπωνία με τιμή περίπου $200 και συνάντησε μεγάλη επιτυχία -για την εποχή- με πωλήσεις άνω των 50.000 τεμαχίων σε δύο μήνες, αν και η Sony προέβλεπε πωλήσεις 5.000 το μήνα. Στην Αμερική το Walkman έφτασε περίπου ένα χρόνο μετά (Ιούνιος 1980) ενώ η Sony εξακολουθεί να κατασκευάζει Walkman με κασέτα στην Κίνα για όλες τις αγορές εκτός από αυτή της Ιαπωνίας όπου το τελευταίο κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2010. Μέχρι τότε, η Sony είχε διαθέσει συνολικά 400 εκατομμύρια Walkman, τα μισά από αυτά βασισμένα στην κασέτα.
Γεννήσεις
1849 – Αργύρης Εφταλιώτης (1 Ιουλίου 1849 – 25 Ιουλίου 1923) είναι το φιλολογικό ψευδώνυμο του Έλληνα λογοτέχνη (ποιητή και πεζογράφου) Κλεάνθη Μιχαηλίδη. Ο Μιχαηλίδης γεννήθηκε στην κωμόπολη Μήθυμνα Λέσβου, όπου και διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα του Κωνσταντίνο, ο οποίος είχε ιδρύσει και διατηρούσε εκεί ιδιωτικό σχολείο. Το 1866 όμως ο πατέρας του πέθανε, οπότε τον διαδέχθηκε ο ίδιος σε ηλικία 17 ετών ως δάσκαλος στο σχολείο.
Αργότερα, ο Μιχαηλίδης πήγε να εργασθεί ως έμπορος, πρώτα στην Κωνσταντινούπολη, κοντά στον εκεί εγκατεστημένο θείο του Κέπετζη. Ο θείος του στη συνέχεια τον έστειλε στο Μάντσεστερ, όπου είχε υποκατάστημα του εμπορικού οίκου του. Στην πόλη αυτή, το εμπορικό δαιμόνιο του μελλοντικού λογοτέχνη τον ώθησε να ανοίξει δική του εμπορική επιχείρηση. Μη μπορώντας να ανταγωνισθεί τελικώς το μεγάλο κεφάλαιο, κατέληξε ως υπάλληλος στον οίκο των Ράλληδων.
Στο μεταξύ ο Εφταλιώτης είχε γνωρισθεί στο Μάντσεστερ με τον Αλέξανδρο Πάλλη, του οποίου οι θέσεις πάνω στο γλωσσικό ζήτημα κλόνισαν και επηρέασαν αποφασιστικά τις αρχικές δικές του ιδέες, την πνευματική του εξέλιξη και τις πνευματικές του πεποιθήσεις από τον ακμαίο τότε λογιοτατισμό τον οποίο και πρέσβευε ο Πάλλης. Νυμφεύτηκε με την Elisa Graham. Από το Μάντσεστερ, ο Εφταλιώτης μετατέθηκε στο κατάστημα του Λίβερπουλ, και έπειτα στη Βομβάη της Ινδίας, όπου ήδη είχε μετατεθεί ο Πάλλης. Εκεί έμεναν στο ίδιο σπίτι και μπορούσαν έτσι να ανταλλάσσουν συχνά απόψεις για τα πνευματικά και λογοτεχνικά θέματα που τους απασχολούσαν, ιδίως για το γλωσσικό. Στη Βομβάη έμαθαν για το γλωσσικό κίνημα του δημοτικισμού του Γιάννη Ψυχάρη, στο οποίο προσχώρησαν με ενθουσιασμό για να αποτελέσουν τη μαχητική ηγεσία του μαζί με τον Ψυχάρη. Η πίστη του Εφταλιώτη στον δημοτικισμό ενέπνευσε όλα σχεδόν τα κείμενά του.
Η πρώτη εμφάνιση του Εφταλιώτη στα γράμματα σημειώνεται με τη συμμετοχή του στον «Φιλαδέλφειο Διαγωνισμό» του 1889, όπου η ποιητική συλλογή του «Τραγούδια του ξενητεμένου» βραβεύθηκε και απέσπασε τον έπαινο της κριτικής επιτροπής, αφού το πρώτο βραβείο το κέρδισε ο Κωστής Παλαμάς με το ποίημα «Ύμνος εις την Αθηνάν». Τα λυρικά ποιήματα αυτής της συλλογής είναι διαποτισμένα με έντονη νοσταλγία της πατρικής γης και με τη λαϊκή παράδοση. Το ψευδώνυμο του ποιητή είναι απόρροια της νοσταλγίας του: Προέρχεται από την Εφταλού, παραθαλάσσια τοποθεσία και σήμερα οικισμό στις βορειότερες ακτές της Λέσβου (το όνομα προέρχεται από το «Ευθαλού» = ευ + θάλλω, δηλαδή «πρασινίζω καλά»). Μάλιστα, στην Εφταλού αγόρασε αργότερα, επηρεασμένος, ένα κτήμα για να ηρεμεί ο Ηλίας Βενέζης.
Ο Αργύρης Εφταλιώτης πέθανε στις 25 Ιουλίου του 1923,[2], στην πόλη Αντίμπ (Antibes) της νότιας Γαλλίας, όπου είχε εγκατασταθεί αναζητώντας κατάλληλο κλίμα για την κλονισμένη υγεία του. Καθώς φαίνεται από τις επιστολές του, διατήρησε ως το τέλος της ζωής του την έντονη ανάμνηση του νησιού του, που το επισκέφθηκε συνολικά 5 φορές μετά την εγκατάστασή του στο εξωτερικό.
Στο σπίτι όπου έζησε ο Αργύρης Εφταλιώτης, σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία του Μολύβου, λειτουργεί η Δημοτική Πινακοθήκη Μήθυμνας, στο προαύλιο της οποίας βρίσκεται η προτομή του λογοτέχνη.
1899 – Κωνσταντίνος Τσάτσος (1 Ιουλίου 1899 – 8 Οκτωβρίου 1987) ήταν Έλληνας νομικός, φιλόσοφος και πολιτικός, που διετέλεσε πρόεδρος της Δημοκρατίας (1975-1980). Ακολούθησε ακαδημαϊκή σταδιοδρομία εκλεγόμενος τακτικός καθηγητής της φιλοσοφίας του δικαίου στη νομική σχολή Αθηνών και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (1961), της οποίας χρημάτισε και πρόεδρος. Ασχολήθηκε με την πολιτική για πρώτη φορά το 1945 αναλαμβάνοντας υπουργός εσωτερικών στην κυβέρνηση Πέτρου Βούλγαρη και από τότε εξελίχθηκε σε έναν από τους βασικούς πρωταγωνιστές της πολιτικής ζωής της Ελλάδας. Διετέλεσε υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις και αναδείχθηκε σε έναν από τους βασικούς συνεργάτες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Με την υποστήριξη του τελευταίου κατάφερε το 1975 να εκλεγεί πρώτος πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1980, οπότε και παραιτήθηκε.
Το φιλοσοφικό, λογοτεχνικό και νομικό του έργο θεωρείται σημαντικό. Επηρέασε σημαντικά το Σύνταγμα του 1975 όντας ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής επιτροπής συντάξεως του συντάγματος, ενώ θεωρείται και ένας από τους βασικούς υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ιδέας[4], ενώ υπήρξε και θαυμαστής της αμερικανικής δημοκρατίας[5]. Για τη σημαντική προσφορά του στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού οράματος του απονεμήθηκε το 1980 το μέγα ευρωπαϊκό Βραβείο Κουντενχόβε – Καλλέργη. Επίσης, ήταν μέλος πολλών ξένων ακαδημιών μεταξύ των οποίων της Ρωσίας, της Λετονίας κ.α. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, καταβεβλημένος από τον καρκίνο, πέθανε στις 8 Οκτωβρίου 1987, σε ηλικία 88 ετών.
1916 – Ολίβια Ντε Χάβιλαντ (αγγλ. Olivia de Havilland, 1 Ιουλίου 1916 – 26 Ιουλίου 2020) ήταν Βρετανίδα ηθοποιός και Αμερικανίδα υπήκοος από το 1941. Η Ντε Χάβιλλαντ είναι γνωστή για τη συμμετοχή της ως Μέλανι στην ταινία Όσα παίρνει ο άνεμος, καθώς και για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στις ταινίες Κάπτεν Μπλαντ του 1935, Ρομπέν των δασών του 1938 και Ο λάκκος με τα φίδια του 1947. Η αντιπαλότητα με την αδελφή της, την ηθοποιό Τζόαν Φοντέιν, αποτέλεσε αντικείμενο συζητήσεων στον χώρο του Χόλλυγουντ για χρόνια. Η Ντε Χάβιλαντ βραβεύθηκε με δύο Όσκαρ ερμηνείας για τις ταινίες Δωσ’ μου πίσω το παιδί μου το 1946 και Η κληρονόμος του 1949.
Η Ολίβια Μαίρυ ντε Χάβιλλαντ γεννήθηκε στο Τόκιο από Βρετανούς γονείς, τον δικηγόρο Ουόλτερ ντε Χάβιλλαντ και την ηθοποιό Λίλιαν Ωγκάστα Φονταίν. Οι γονείς της χώρισαν όταν αυτή ήταν τριών ετών και μεταφέρθηκε με τη μητέρα της και την αδελφή της Τζόαν στην Σαρατόγκα της Καλιφόρνια. Οι δυο αδελφές είχαν κακές σχέσεις από μικρές και αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αποξένωσή τους από το 1975.
Στα 18 της η Ντε Χάβιλλαντ, ακόμη φοιτήτρια στη δραματική σχολή επιλέχθηκε να ερμηνεύσει το ρόλο της Ερμίας στο Όνειρο Θερινής Νυκτός του Σαίξπηρ που ανέβαινε εκείνη την περίοδο σ’ ένα θέατρο της Καλιφόρνια. Την ίδια χρονιά η εταιρεία παραγωγής Warner Bros. χρηματοδότησε τη μεταφορά του θεατρικού στη μεγάλη οθόνη κι η Ντε Χάβιλλαντ βρέθηκε να ερμηνεύει ξανά τον ρόλο της Ερμίας, αυτή τη φορά στη μεγάλη οθόνη. Ακολούθησε το συμβόλαιο με τη Warner Bros. και μια σειρά ταινιών στις οποίες υποδύονταν το έτερον ήμισυ του Έρρολ Φλυν. Η αναγνώριση για τη Ντε Χάβιλαντ ήρθε όμως μετά τη συμμετοχή της στην επική ταινία του Βίκτορ Φλέμινγκ Όσα παίρνει ο άνεμος το 1939, ταινία για την οποία προτάθηκε για Όσκαρ Β΄ γυναικείου ρόλου, το οποίο έχασε από τη συμπρωταγωνίστριά της Χάττι Μακ Ντάνιελ. Η Ντε Χάβιλαντ όμως δεν ήταν ευχαριστημένη με τον τρόπο που χρησιμοποιούνταν από τη Warner Bros., όπως η φίλη της η Μπέττυ Ντέηβις, που είχε προσπαθήσει να «σπάσει» χωρίς επιτυχία το συμβόλαιό της το 1937. Το 1943 η Ντε Χάβιλλαντ πήγε τη Warner Bros. στα δικαστήρια και κατάφερε να αποδεσμευθεί του συμβολαίου της και αυτό ακολούθησε μια σειρά επιτυχημένων ταινιών και τα δύο Όσκαρ ερμηνείας. Το 1986 η Ντε Χάβιλλαντ τιμήθηκε με Χρυσή Σφαίρα για τη συμμετοχή της στην τηλεοπτική σειρά “Αναστασία: Το μυστήριο της Άννας” ως Μαρία Φιοντόροβνα. Τελευταία εμφάνισή της στην τελετή απονομής των βραβείων Όσκαρ ήταν το 2003, όταν σε ηλικία 87 ετών παρέδωσε μία τιμητική διάκριση.
Η Ολίβια ντε Χάβιλλαντ είχε αποσυρθεί από την υποκριτική και τα τελευταία χρόνια της κατοικούσε στο Παρίσι, όπου και απεβίωσε σε ηλικία 104 ετών.
Θάνατοι
1923 – Κωνσταντίνος Θεοτόκης, γεννήθηκε στην Κέρκυρα, ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, – πατέρας του ήταν ο Μάρκος Θεοτόκης και μητέρα του η Αγγελική Πολυλά (ξαδέρφη του λόγιου Ιάκωβου Πολυλά) -τα μέλη της οποίας ασχολήθηκαν με την πολιτική και τη διπλωματία ήδη από τον 14ο αι..Φοίτησε στο «Εκπαιδευτήριο Καποδίστριας», στη συνέχεια στο «Κερκυραικό Γυμνάσιο» και τέλος έκανε τις ανώτατες σπουδές του στο Παρίσι, παρακολουθώντας μαθήματα φιλολογίας, μαθηματικών, ιατρικής και χημείας, χωρίς ωστόσο να λάβει κανένα δίπλωμα. Εκτός όμως της γαλλικής γλώσσας σπούδασε αγγλική, γερμανική, ιταλική και λατινική, καθώς και σανσκριτική. Έτσι πολύγλωσσος από νεαρά ηλικία (γνώριζε ακόμη αρχαία περσικά, αρχαία ελληνικά και εβραϊκά) ασχολήθηκε πέραν της πεζογραφίας με τη μετάφραση και την ποίηση. Σε ηλικία 19 ετών έγραψε στη γαλλική το πρώτο του έργο, το “La vie des Montagnes”, που δημοσιεύθηκε και από τον εκδοτικό οίκο “Mercure de France”. Την ίδια εποχή (συγκεκριμένα το 1887) εξέδωσε μία μελέτη για τον ηλεκτροχημικό τηλέγραφο και το επανδρωμένο (κυβερνούμενο) αερόστατο.
Το 1889 ξεκινά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, ενώ δύο χρόνια αργότερα καταφεύγει στη Βενετία για οικονομικούς λόγους, όπου και γνωρίζει την βαρώνη Ερνεστίνη φον Μάλοβιτς. Ύστερα από αντιρρήσεις του πατέρα του την παντρεύεται δύο χρόνια αργότερα και αποκτά μαζί της μία κόρη.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1895 εγκαταστάθηκε στη Κέρκυρα, στον εξοχικό πύργο των Καρουσάδων. Συνδέθηκε με τον ποιητή Μαβίλη και προσχώρησε από τους πρώτους στο κίνημα του δημοτικισμού. Από τότε φαίνεται ότι ασπάστηκε τις πρώτες σοσιαλιστικές ιδέες, από τις οποίες και διακρίνονται τα έργα του. Συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης το 1896 ως εθελοντής και στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 στη Θεσσαλία, επικεφαλής δικού του σώματος. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έλαβε ενεργό μέρος στο κίνημα της Θεσσαλονίκης. Τότε και απώλεσε ολόκληρη την προικώα περιουσία του στην Αυστρία (1917) οπότε και αναγκάσθηκε να δουλέψει αναλαμβάνοντας το γραφείο λογοκρισίας παντός εντύπου και αλληλογραφίας, θέση που διατήρησε για λίγο χρόνο.
Στην ελληνική λογοτεχνία η πεζογραφία του Κ. Θεοτόκη είχε σημαντική προσφορά. Στα εκτενή διηγήματά του: Η τιμή και το χρήμα, Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα, Ο κατάδικος και Οι σκλάβοι στα δεσμά τους διακρίνεται η δραματικότητα της αφήγησης και η ρεαλιστική απόδοση της ζωής σε μια ηθογραφική ατμόσφαιρα, που διαπνέεται και από φιλοσοφική διάθεση. Τα σύντομα διηγήματά του, τα οποία δημοσιεύτηκαν στην αρχή στο περιοδικό Τέχνη του Κ. Χατζόπουλου και στον Νουμά, και που αργότερα κυκλοφόρησαν με τον τίτλο Κορφιάτικες ιστορίες, αποδίδουν με απλότητα και λιτότητα την κερκυραϊκή ζωή της εποχής, με εικόνες αδρές και σκληρές. Γεγονός είναι ότι υπήρξε επηρεασμένος από τον Νίτσε από την πρώιμη περίοδο της συγγραφικής του δραστηριότητας, όταν έγραψε πεζογραφήματα όπως Το Πάθος (1899) και διηγήματα όπως το Πίστομα. Στη ποιητική του συγγραφή κυριαρχούν οι μεταφράσεις του Σαίξπηρ που απέδωσε έμμετρα την Τρικυμία, τον Μάκβεθ, τον Βασιλιά Ληρ και τον Οθέλλο. Επίσης μετέφρασε τα Γεωργικά του Βιργιλίου, τον Έρμαν και Δωροθέα του Γκαίτε, τον Φαίδωνα του Πλάτωνα, και από τη σανσκριτική τα: Σακούνταλα, Μαλαβίκα και Αγνημίτρα. Έγραψε επίσης και μερικά σονέτα που διακρίνονταν για τη λεπτότητα αισθήματος.
Ο Κ. Θεοτόκης γνωρίζοντας τον σοσιαλισμό, συμμετείχε επίσης στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου και του Αλληλοβοηθητικού Εργατικού Συνδέσμου Κερκύρας (1910-1914), ενώ παράλληλα υποστήριξε το κίνημα για τη χειραφέτηση των γυναικών.
Πέθανε στην Κέρκυρα σε ηλικία 51 ετών, τον Ιούλιο του 1923, από καρκίνο.
2004 – Μάρλον Μπράντο, γεννήθηκε στην Ομάχα της πολιτείας Νεμπράσκα των ΗΠΑ στις 3 Απριλίου του 1924. Το 1935, οι γονείς του χώρισαν και ο μικρός Μπράντο μαζί με τα δύο του αδέλφια ακολούθησε τη μητέρα του στη Σάντα Άνα της Καλιφόρνια. Το 1937, οι γονείς του συμφιλιώθηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Λίμπερτυβιλ κοντά στο Σικάγο.
Προικισμένος με έμφυτο υποκριτικό ταλέντο, αλλά και ατίθασος ως μαθητής, ο Μπράντο πήγε στην Νέα Υόρκη για να σπουδάσει ηθοποιία στο New School και κατόπιν στο Actors’ Studio, που διηύθυναν ο Λι Στράσμπεργκ και η Στέλλα Άντλερ.
Το 1944 ανέλαβε τον πρώτο του μεγάλο ρόλο στη δραματική θεατρική κωμωδία Θυμάμαι τη Μαμά, που παίχτηκε στο Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης. Η παράσταση απέτυχε οικονομικά, αλλά οι κριτικές για τον Μπράντο ήταν ιδιαιτέρως καλές. Το 1947, ανέλαβε τον ρόλο του Στάνλεϋ Κοβάλσκι στο θεατρικό δράμα του Τένεσι Ουίλιαμς Λεωφορείον ο Πόθος, σε σκηνοθεσία του Ελία Καζάν.
Το 1950 ο Μπράντο έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη οθόνη αναλαμβάνοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν, Το Κορμί μου σου Ανήκει.
Το 1951, ο Μπράντο υποδύθηκε τον Στάνλεϋ Κοβάλσκι στην κινηματογραφική μεταφορά του Λεωφορείον ο Πόθος, πάλι σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν. Για τον ρόλο αυτό, καθώς και για τους πρωταγωνιστικούς του ρόλους στις ταινίες Βίβα Ζαπάτα! (1952) και Ιούλιος Καίσαρ (1953), ο Μπράντο προτάθηκε για το βραβείο Όσκαρ. Τελικά, ο Μπράντο τιμήθηκε με Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου το 1954 για τον ρόλο του Τέρρυ Μαλλόυ στην ταινία του Ελία Καζάν Το λιμάνι της αγωνίας.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και καθ’ όλη την δεκαετία του 1960, ο Μπράντο πρωταγωνίστησε σε μέτριες έως κακές ταινίες που δεν ανταποκρίνονταν στο υποκριτικό του ταλέντο. Η επιστροφή του Μπράντο σε σημαντικούς ρόλους έγινε με τις ταινίες του Φράνσις Φορντ Κόπολα Ο Νονός (1972) και Αποκάλυψη, Τώρα! (1979). Για τον ρόλο του Βίτο Κορλεόνε στον Νονό, ο Μπράντο τιμήθηκε με το βραβείο Όσκαρ αλλά αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο, παραχωρώντας το βήμα σε μια εκπρόσωπο των Ινδιάνων για διαμαρτυρία όσον αφορά την κακομεταχείριση των αυτοχθόνων Ινδιάνων των ΗΠΑ. Μία άλλη ταινία στην οποία πρωταγωνίστησε ο Μπράντο και η οποία προκάλεσε έντονες αντιπαραθέσεις κριτικών για τον ερωτισμό της, ήταν το Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι (1972) σε σκηνοθεσία του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Μπράντο ανέλαβε ρόλους και πάλι σε μέτριες έως κακές ταινίες, με εξαίρεση τις ταινίες Μια σκληρή λευκή εποχή[21] (1989, υποψ. για Όσκαρ β’ ανδρικού ρόλου) και Ντον Χουάν ΝτεΜάρκο (1995).
Η προσωπική ζωή του Μπράντο υπήρξε το ίδιο ταραγμένη με την επαγγελματική του ζωή. Πάλεψε για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την αποκατάσταση των αυτοχθόνων Ινδιάνων των ΗΠΑ. Παντρεύτηκε τρεις φορές και απέκτησε έντεκα παιδιά, από τις συζύγους του, τις ερωμένες του καθώς και από υιοθεσία. Αγάπησε με πάθος την Ταϊτή και έζησε εκεί για ένα μεγάλο μέρος της ζωής του. Τον Μάιο του 1990, ο πρωτότοκος γιος του Μπράντο, ο Κριστιάν, δολοφόνησε τον εραστή της ετεροθαλούς αδελφής του, Τσεγιέν. Αργότερα ο Κριστιάν καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ετών, ενώ η Τσεγιέν αυτοκτόνησε σε ηλικία 25 ετών, τον Απρίλιο του 1995.
Φορτωμένος με υπέρογκα χρέη και υπέρβαρος, ο Μάρλον Μπράντο έπασχε από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και καρκίνο του ήπατος. Απεβίωσε την 1η Ιουλίου του 2004 στο Ιατρικό κέντρο Ρόναλντ Ρήγκαν του UCLA, λόγω αναπνευστικής ανεπάρκειας από πνευμονική ινωμάτωση με επισωρευτική καρδιακή ανεπάρκεια, στην ηλικία των 80 ετών.
2015 – Νίκολας Γουίντον (Sir Nicholas George Winton ; 19 Μαΐου 1909 – 1 Ιουλίου 2015) ήταν Βρετανός ανθρωπιστής που ίδρυσε έναν οργανισμό διάσωσης παιδιών σε κίνδυνο από την ναζιστική Γερμανία. Γεννημένος από Γερμανο-Εβραίους γονείς που είχαν μεταναστεύσει στην Μεγάλη Βρετανία, ο Γουίντον επέβλεψε την διάδωση 669 παιδιών, τα περισσότερα από τα οποία ήταν εβραιόπουλα, από την Τσεχοσλοβακία την παραμονή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Γουίντον βρήκε σπίτια για τα παιδιά και εξασφάλισε την ασφαλή μετάβασή τους στην Βρετανία. Αυτή η δραστηριότητα έγινε αργότερα γνωστή ως η τσέχικη ‘Kindertransport’ (γερμανικός όρος για την “μεταφορά παιδιών”).
Το έργο του πέρασε απαρατήρητο από την παγκόσμια κοινότητα για πάνω από 50 χρόνια, μέχρι το 1988 όταν προσκλήθηκε από την τηλεοπτική εκπομπή του BBC That’s Life!, στην οποία επανενώθηκε με αρκετά από τα παιδιά που είχε σώσει. Ο βρετανικός τύπος του απέδωσε το όνομα του “Βρετανού Σίντλερ”. Το 2003, ο Γουίντον έλαβε το αξίωμα του ιππότη από την βασίλισσα Ελισάβετ ΙΙ για “τις υπηρεσίες του στην ανθρωπότητα, σώζοντας εβραιόπουλα από την κατεχόμενη από τους ναζιστές Τσεχοσλοβακία”. Στις 28 Οκτωβρίου 2014, βραβεύτηκε με την ύψιστη τιμή από την Τσεχική Δημοκρατία, το Βραβείο του Λευκού Λιονταριού, από τον Τσέχο πρωθυπουργό Μίλος Ζέμαν. Πέθανε το 2015 σε ηλικία 106 ετών.