.
| Η ταυτότητα της ημέρας
και τα γεγονότα που την «σημάδεψαν» |
[ 14 Οκτωβρίου 2024 ]
Είναι η 288η ημέρα του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο
Υπολείπονται 78 ημέρες για τη λήξη του
🌅 Ανατολή ήλιου: 07:33 – Δύση ήλιου: 18:4
Διάρκεια ημέρας: 11 ώρες 16 λεπτά
🌔 Σελήνη 11.2 ημερών
Χρόνια πολλά στους: Γερβάσιο, Γερβασία,
Ναζάριο, Ιγνάτιο, Ιγνάτης και Ιγνατία
Γεγονότα
1322 – Ο σκωτσέζος πολέμαρχος Ρόμπερτ δε Μπρους νικά το βασιλιά των Άγγλων, Εδουάρδο Β’, στη μάχη του Μπάιλαντ και ανακηρύσσει την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Τον Φεβρουάριο του 1306 ο Ροβέρτος Μπρους σκότωσε τον Κόμυν και αφορίστηκε από τον πάπα, στις 25 Μαρτίου 1306 στέφθηκε βασιλιάς της Σκωτίας.
Οι δυνάμεις του Εδουάρδου Α΄ νίκησαν τον Ροβέρτο Μπρους, ο ίδιος αναγκάστηκε να δραπετεύσει στις Εβρίδες και στην Ιρλανδία, επέστρεψε (1307) και νίκησε τους Άγγλους στη μάχη του Λούντουν Χιλ ανοίγοντας τον δρόμο για μεγάλη σειρά θριάμβων. Ο Ροβέρτος νίκησε τους Σκωτσέζους εχθρούς του, κατέστρεψε τα οχυρά τους, κυρίευσε τα εδάφη τους και συνέστησε το πρώτο Κοινοβούλιο (1309).
Με μια σειρά από νίκες (1310 – 1314) κατέκτησε το μεγαλύτερο τμήμα της Σκωτίας, στη μάχη του Μπάνοκμπερν (1314) συνέτριψε τον σημαντικά υπεράριθμο Αγγλικό στρατό του Εδουάρδου Β΄ της Αγγλίας ολοκληρώνοντας την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Η μάχη ήταν καθοριστικό σημείο για να ξεκινήσει ο Ροβέρτος Μπρους λεηλασίες σε ολόκληρη τη βόρεια Αγγλία και να διεκδικήσει την Ιρλανδία, μετέφερε στρατό στο νησί καλώντας τους κατοίκους να εξεγερθούν εναντίον του Εδουάρδου Β΄.
Παρά τον θρίαμβο στο Μπάνοκμπερν και την κατάληψη και του τελευταίου Αγγλικού οχυρού στο Μπέργουικ (1318) ο Εδουάρδος Β΄ αρνήθηκε να αποκηρύξει την ψηλή ηγεμονία του στη Σκωτία. Οι Σκωτσέζοι συνέταξαν τη Διακήρυξη του Αρμπρόαθ στον πάπα Ιωάννη ΚΒ΄ με την οποία καλούσαν τον πάπα να αναγνωρίσει το ανεξάρτητο βασίλειο της Σκωτίας και τον Ροβέρτο Μπρους νόμιμο βασιλιά (1320).
Ο πάπας αναγνώρισε τον Ροβέρτο Μπρους σαν Ροβέρτο Α΄ της Σκωτίας (1324) και η συνθήκη του Κορμπέιγ δημιούργησε τη Γάλλο – Σκωτσέζικη συμμαχία (1326). Ο Εδουάρδος Β΄ ανατράπηκε από τη σύζυγο του Ισαβέλλα της Γαλλίας (1327), ο νεαρός διάδοχος του Εδουάρδος Γ΄ της Αγγλίας με τη Συνθήκη του Εδιμβούργου – Νορθάμπτον έκλεισε ειρήνη και αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Ο Ροβέρτος Μπρους πέθανε τον Ιούνιο του 1329 και τάφηκε στο αβαείο του Ντανφέρμλιν, η καρδιά του μεταφέρθηκε στο αβαείο του Μελρόουζ.
1862 – Το απομεσήμερο ο αθηναϊκός λαός συγκεντρώνεται στην Πλατεία Όθωνος για να πανηγυρίσει την έξωση του Όθωνα.
Μετά τη δοξολογία, ο πρόεδρος της Προσωρινής Κυβερνήσεως, Δημήτριος Βούλγαρης, απευθύνεται προς το συγκεντρωμένο πλήθος. Ανάμεσα στα άλλα ακούγονται και τα εξής: «Ας ορκισθώμεν επί της Πλατείας ταύτης, της λαβούσης ήδη το ωραίον της Ομονοίας όνομα, και ας είπη έκαστος εξ ημών: Ορκίζομαι πίστιν εις την πατρίδα και υπακοήν εις τας εθνικάς αποφάσεις».
Στην Αθήνα, που είχε απογυμνωθεί από μεγάλο μέρος της στρατιωτικής της δύναμης λόγω της επανάστασης του Γρίβα, το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου ξέσπασαν ταραχές και το παλάτι καταλήφθηκε από στρατιωτικούς. Στις 11 Οκτωβρίου η πρωτεύουσα βρισκόταν υπό τον έλεγχο της στρατιωτικής κυβέρνησης του Βούλγαρη, ο οποίος είχε αναλάβει τα ηνία του αντιδυναστικού αγώνα, που κήρυξε την κατάργηση της βασιλείας του Όθωνα και τη σύσταση προσωρινής κυβέρνησης υπό τους Βούλγαρη, Κανάρη και Ρούφο, μέχρι να συγκληθεί η Εθνοσυνέλευση.
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας η βασιλική θαλαμηγός «Αμαλία» κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά. Ο Γάλλος αντιναύαρχος Τουσάρ ανέβηκε στη φρεγάτα και μετέφερε τις ειδήσεις, ενώ πλήθη από Αθηναίους και Πειραιώτες εκδήλωναν τα αντιβασιλικά τους αισθήματα στην ακτή. Τελικά, τη νύχτα, η «Αμαλία» συνοδευόμενη από το αγγλικό πλοίο «Σκύλλα» και το γαλλικό «Έλαφος» προσορμίστηκε στη Σαλαμίνα. Την επόμενη μέρα ο Όθων είχε, ήδη, πάρει την απόφαση να φύγει, παρά τη συμβουλή της Αμαλίας να επιστρέψουν αμέσως στη Μάνη και να συσπειρωθούν γύρω από τις φιλοβασιλικές δυνάμεις. Ζήτησε να ταξιδέψει με τη «Σκύλλα» στη Βενετία, δηλώνοντας πως πηγαίνει στο εξωτερικό για να αποφευχθεί ένας εμφύλιος πόλεμος, χωρίς να κάνει λόγο για παραίτηση
Η έξωση του Όθωνα πανηγυρίστηκε έξαλλα από τους Έλληνες, ενώ η χώρα αυτόματα ειρήνευσε. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις και οι Έλληνες αποφάσιζαν από δω και πέρα. Η προσωρινή κυβέρνηση προκήρυξε δημοψήφισμα το Δεκέμβριο με το οποίο εκλέχτηκε με συντριπτική πλειοψηφία νέος βασιλιάς ο Άγγλος πρίγκιπας Άλφρεντ, δευτερότοκος γιος της βασίλισσας Βικτωρίας. Η υποψηφιότητα αυτή, όμως, δεν υποστηρίχθηκε από τη Γαλλία και τη Ρωσία. Οι επίπονες διαπραγματεύσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών Δυνάμεων που επακολούθησαν κατέληξαν στην εκλογή του πρίγκιπα Γουλιέλμου Γεώργιου της Δανίας του Οίκου των Γκλύξμπουργκ , που επικυρώθηκε από την ελληνική Εθνοσυνέλευση το καλοκαίρι του 1863. Ο Όθων πέθανε το 1867 στο Μόναχο, ενώ επτά χρόνια αργότερα πέθανε και η Αμαλία.
1863 – Ο σουηδός χημικός Άλφρεντ Νόμπελ πατεντάρει την παρασκευή της νιτρογλυκερίνης. Από την εφεύρεσή του αυτή θα κερδίσει πολλά χρήματα, ικανά για να συντηρούν μέχρι σήμερα το Ίδρυμα Νόμπελ, που απονέμει τα ομώνυμα βραβεία. Ο Άλφρεντ Νόμπελ ήταν γιός του Ιμάνουελ Νόμπελ, του εφευρέτη της υποβρύχια νάρκης!
Κι ο γιος στα χνάρια του πατέρα του, επιδόθηκε σε μια σειρά εφευρέσεων που τον έκαναν διάσημο και πάμπλουτο, που όλες τους όμως, εν δυνάμει, είχαν σκοπό την εξόντωση του ανθρώπου: Εφηύρε την νεοδυναμίτιδα ή ζελατοδυναμίτιδα και την πολεμική άκαπνη πυρίτιδα. Η «τιθάσευση» της επικίνδυνα ασταθούς νιτρογλυκερίνης σε ένα νέο ασφαλέστερο μίγμα, που ονομάστηκε από τον ίδιο «δυναμίτης» από την ελληνική λέξη «δύναμη», ήταν η μητέρα όλων των εφευρέσεών του.
Ο δυναμίτης έφερε επανάσταση στην εξορυκτική βιομηχανία, τις κατασκευές και τα πάσης φύσης έργα, με αποτέλεσμα ο Νόμπελ να πλουτίσει.
Όταν το 1888 πέθανε ο αδελφός του Άλφρεντ, Λούντβιχ, δημοσιεύθηκε σε γαλλική εφημερίδα νεκρολογία που αφορούσε τον Άλφρεντ. Ο δαίμων του τυπογραφείου; Ό,τι και να έγινε ο Άλφρεντ Νόμπελ, με θλίψη, διάβασε τη γνώμη που είχε ο πολύς κόσμος γι’ αυτόν: «Ο έμπορος του θανάτου είναι νεκρός» και «Αυτός που πλούτισε εφευρίσκοντας τρόπους να σκοτώνονται περισσότεροι άνθρωποι πιο γρήγορα από ποτέ».
Συγκλονισμένος από αυτά που διάβασε, ο Νόμπελ αποφάσισε να δημιουργήσει κάτι που θα έκανε τους ανθρώπους να τον θυμούνται θετικά και όχι για τις θανατηφόρες εφευρέσεις του. Έτσι ένα χρόνο πριν πεθάνει συνέταξε τη διαθήκη του και κληροδότησε το μεγαλύτερο μέρος (94%) της τεράστιας περιουσίας του για τη θεσμοθέτηση των βραβείων. Το κεφάλαιο ανέρχεται σήμερα σχεδόν στα 350 εκατ. ευρώ. Τα βραβεία απονεμήθηκαν για πρώτη φορά το 1901. Όσοι γνώριζαν τον Νόμπελ τον περιέγραφαν ως μοναχικό άνθρωπος, απαισιόδοξο, συναισθηματικό που λάτρευε την ποίηση και τη λογοτεχνία.
Ο Άλφρεντ Νομπέλ πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία στη βίλα του στο Σαν Ρέμο της Ιταλίας, το 1896. Η παγκόσμια επιχειρηματική του αυτοκρατορία απαρτιζόταν πλέον από περισσότερα από 90 εργοστάσια κατασκευής εκρηκτικών και πυρομαχικών.
1944 – Ο γερμανός αρχιστράτηγος Έρβιν Ρόμελ, γνωστός και ως «αλεπού της ερήμου» για τις επιχειρήσεις που είχε διεξάγει στη Βόρεια Αφρική κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτοκτονεί πίνοντας δηλητήριο.
Λίγες μέρες μετά, στις 20 Ιουλίου, έγινε απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ. Εκτελεστής ήταν ο συνταγματάρχης Κλάους φον Στάουφενμπεργκ, στη συνωμοσία, όμως, που είχε εξυφανθεί, συμμετείχαν και αρκετοί αξιωματικοί κοντά στον Ρόμελ, όπως ο επιτελάρχης του Χανς Σπάιντελ (Hans Speidel). Η εμπλοκή του Ρόμελ στην συνωμοσία είναι ακόμα αντικείμενο διχογνωμιών: παρότι ο ίδιος είχε γίνει επικριτικός για το ναζιστικό καθεστώς, και είχε έντονες διαμάχες με τον Χίτλερ σχετικά με την διεύθυνση του πολέμου, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι είχε μυηθεί στη συνωμοσία, αν και πιθανότατα, όπως και πολλοί άλλοι ανώτατοι αξιωματικοί, γνώριζε την ύπαρξή της. Ως ο πιο γνωστός και σεβαστός ακόμα και στους Συμμάχους Γερμανός στρατηγός όμως, προοριζόταν από τους συνωμότες για την θέση του προέδρου του Ράιχ, σύμφωνα με έναν κατάλογο που είχε συντάξει ο συνωμότης Γκέρντελερ, αλλά και ένα υπόμνημα του Μπόρμαν προς τον Χίτλερ, την 27η Σεπτεμβρίου.
Η απόπειρα απέτυχε και η Γκεστάπο ανέλαβε την εξιχνίασή της. Παρά την έλλειψη στοιχείων κατά του Ρόμελ, αρκετά ανώτατα στελέχη του ναζιστικού καθεστώτος, όπως ο Μάρτιν Μπόρμαν, τον υποπτεύθηκαν, και το στρατοδικείο που θα εξέταζε την υπόθεσή του ήταν στελεχωμένο με αντιπάλους του, και τον παρέπεμψε στο διαβόητο «Λαϊκό δικαστήριο» (Volksgerichtshof). Ο Ρόμελ όμως, ήρωας στα μάτια του γερμανικού λαού, δεν ήταν δυνατό να περάσει από δημόσια δίκη για προδοσία. Ο Χίτλερ του προσέφερε εναλλακτική λύση, στέλνοντας δύο στρατηγούς με μια επιστολή του και μια κάψουλα υδροκυανίου στο Χέρλιγκεν, όπου ο στρατάρχης ανάρρωνε από τον σοβαρό τραυματισμό του στη Γαλλία: Να θέσει ο ίδιος τέρμα στη ζωή του, με αντάλλαγμα να μη κινδυνεύσουν με αντίποινα η σύζυγός του και ο γιος τους. Ο Ρόμελ δέχτηκε και στις 14 Οκτωβρίου 1944, σε ηλικία 52 ετών, κατάπιε το υδροκυάνιο. Η κηδεία του έγινε με τιμές και έξοδα του κράτους, ενώ ανακοινώθηκε επισήμως ότι ο Ρόμελ είχε υποκύψει στα τραύματά του, που προέκυψαν από την επίθεση που δέχτηκε το επιτελικό αυτοκίνητό του στη Νορμανδία. Ενταφιάστηκε με τιμές ήρωα πολέμου στο Χέρλινγκεν (Herrlingen).
1990 – Δημοτικές εκλογές διενεργούνται στην Ελλάδα.
Στην Αθήνα εκλέγεται δήμαρχος ο Αντώνης Τρίτσης, στη Θεσσαλονίκη ο Κωνσταντίνος Κοσμόπουλος και στον Πειραιά ο Στέλιος Λογοθέτης. Οι Δημοτικές και Κοινοτικές εκλογές του 1990 ήταν οι πέμπτες αυτοδιοικητικές εκλογές από την μεταπολίτευση και πραγματοποιήθηκαν στις 14 Οκτωβρίου 1990, ενώ ο δεύτερος γύρος όπου δεν συγκεντρώθηκε το απαιτούμενο ποσοστό εκλογής από κανέναν εκ των υποψηφίων, στις 21 Οκτωβρίου 1990.
Σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές του 1986, ο αριθμός των δήμων αυξήθηκε κατά 56 (359 από 303) και οι νέοι δήμοι προέκυψαν είτε από συγχώνευση μικρών κοινοτήτων, είτε από ανακήρυξη μεγάλων κοινοτήτων σε δήμους. Παράλληλα επρόκειτο να γίνουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα και εκλογές για τον Β’ βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης (Νομαρχιακά Συμβούλια) σύμφωνα με νόμο που είχε ψηφίσει η Οικουμενική Κυβέρνηση Ζολώτα, όμως τελικά ματαιώθηκαν και έγιναν για πρώτη φορά το 1994.
Το εκλογικό σύστημα παρέμεινε το ίδιο με των προηγούμενων εκλογικών αναμετρήσεων, με τους υποψήφιους δημάρχους να πρέπει να συγκεντρώσουν το 50% + μία ψήφο σε σχέση με τα έγκυρα ψηφοδέλτια προκειμένου να εκλεγούν. Αν δεν το καταφέρει κανένας υποψήφιος στον Α’ γύρο, τότε διεξάγεται επαναληπτική ψηφοφορία μεταξύ των δύο πρώτων σε ψήφους υποψηφίων. Το σύστημα αυτό ίσχυσε για όλους τους δήμους, καθώς και για τις κοινότητες με πληθυσμό 5.000 κατοίκων και άνω. Αντίθετα, στις μικρότερες κοινότητες δεν διεξάγεται Β’ γύρος και νικητής ανακηρύσσεται αυτός που έχει λάβει την απόλυτη ή σχετική πλειοψηφία στον Α’ γύρο. Σε περίπτωση ισοψηφίας μεταξύ δύο υποψηφίων σε μικρότερες των 5.000 κατοίκων κοινότητες, τότε ο νικητής ανακηρύσσεται με δημόσια κλήρωση.
Στο πολιτικό τοπίο των εκλογών αυτών, χαρακτηριστική υπήρξε η ευρεία συνεργασία σε πολλούς δήμους των δύο κύριων αντιπολιτευόμενων κομμάτων, του ΠΑΣΟΚ και του Ενιαίου Συνασπισμού (στον οποίο μετείχε τότε και το ΚΚΕ), με στήριξη κοινών υποψηφίων σε μια σειρά από μεγάλους δήμους.
1998 – Το Νομπέλ Οικονομίας απονέμεται στον ινδό καθηγητή του Πανεπιστημίου Τρίνιτι του Κέμπριτζ, Αμάρτυα Σεν, για τη συμβολή και το έργο του στις οικονομικές αναλύσεις για το Κράτος Πρόνοιας.
Το 1960 και το 1961 ο Σεν ήταν επισκέπτης καθηγητής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, στο Μπέρκλεϋ, στο Στάνφορντ και στο Κορνέλ. Επίσης, έχει διδάξει οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Καλκούτας και στη Σχολή Οικονομικών του Δελχίου (όπου και ολοκλήρωσε το μείζον έργο του Collective Choice and Social Welfare το 1970). Στην τελευταία υπήρξε καθηγητής από το 1961 ως το 1972, οπότε και δέχθηκε μία θέση καθηγητή οικονομικών στο London School of Economics, όπου δίδαξε μέχρι το 1977. Από το 1977 ως το 1986 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Από το 1986 άρχισε να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, καθώς του προσφέρθηκε εκεί η έδρα «Thomas W. Lamont» των Οικονομικών. Το 1998 εκλέχθηκε Master του Trinity College στο Κέμπριτζ, αλλά τον Ιανουάριο του 2004 επέστρεψε στο Χάρβαρντ.
Οι συνεισφορές του στα οικονομικά των κοινωνικών παροχών, στη θεωρία της κοινωνικής επιλογής και της οικονομικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, και στους δείκτες αποτιμήσεως του επιπέδου διαβιώσεως των πολιτών των αναπτυσσόμενων χωρών, έχουν εκτιμηθεί ιδιαίτερα. Το 1998 του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών για τις έρευνές του επί των οικονομικών των κοινωνικών παροχών.
Γεννήσεις
1906 – Χάνα Άρεντ (γερμανικά: Johanna “Hannah” Arendt, 14 Οκτωβρίου 1906 – 4 Δεκεμβρίου 1975) ήταν Γερμανοαμερικανίδα, εβραϊκής καταγωγής, πολιτική επιστήμονας και φιλόσοφος. Τα δεκαοχτώ βιβλία της και πληθώρα άρθρων, σε θέματα που κυμαίνονται από τον ολοκληρωτισμό μέχρι την επιστημολογία, είχαν μια μεγάλη επιρροή στην πολιτική θεωρία. Η Άρεντ είναι ευρέως γνωστή ως μια από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς φιλοσόφους του 20ού αιώνα.
Ως Εβραία, η Άρεντ αποφάσισε να εγκαταλείψει τη ναζιστική Γερμανία το 1933 και έζησε στην Τσεχοσλοβακία, την Ελβετία και τη Γαλλία προτού φτάσει στις ΗΠΑ το 1941 μέσω της Πορτογαλίας. Έγινε Αμερικανίδα πολίτης το 1950, έχοντας αρνηθεί τη γερμανική υπηκοότητα το 1937. Τα έργα της ασχολούνται με τη φύση της δύναμης αλλά και με την πολιτική, τη δημοκρατία, την εξουσία και τον ολοκληρωτισμό. Το βραβείο Χάνα Άρεντ ονομάστηκε έτσι προς τιμή της.
Γεννήθηκε από μια κοσμική οικογένεια γερμανοεβραίων στην πόλη Λίντεν (κοντά στο Αννόβερο) κι ήταν η κόρη της Martha Kohn και του Πωλ Άρεντ. Μεγάλωσε στο Καίνιξμπεργκ (αργότερα Κάλινγκραντ όταν προσαρτήθηκε στη Σοβιετική Ένωση το 1946) και στο Βερολίνο. Η οικογένεια της Άρεντ αφομοιώθηκε εξολοκλήρου στον τρόπο ζωής της Γερμανίας και η ίδια θυμόταν αργότερα : “Στη Γερμανία, η λέξη αφομοίωση έλαβε μια βαθιά φιλοσοφική έννοια. Μπορείτε δύσκολα να συνειδητοποιήσετε πόσο σοβαρή ήταν η κατάστασή μας”.
Η Άρεντ αρνήθηκε την εβραϊκή της ταυτότητα μόλις αποδέχτηκε τον αντισημιτισμό ως ενήλικας. Ταυτίστηκε αρκετά με τη Rahel Varnhagen, μια γυναίκα από την Πρωσία που έζησε τον 19ο αιώνα και αναζητούσε απεγνωσμένα να μπει στον πολιτισμό της Γερμανίας, μόνο για να απορριφθεί επειδή γεννήθηκε Εβραία. Η Άρεντ αργότερα ανέφερε για τη Varnhagen ότι ήταν “η κοντινότερη γυναίκα φίλη μου, δυστυχώς νεκρή εκατό χρόνια νωρίτερα”.
Μετά την ολοκλήρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσής της το 1924, εισήχθη στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ, όπου σπούδασε επί έναν χρόνο φιλοσοφία μαζί με τον Μάρτιν Χάιντεγκερ. Σύμφωνα με τον Χανς Τζόνας, η Άρεντ ήταν η μοναδική Γερμανο-Εβραία φοιτήτρια στο έτος που φοιτούσε.
Η Άρεντ ξεκίνησε μια μακροχρόνια και θυελλώδη ερωτική σχέση με τον Χάιντεγκερ, για την οποία τής ασκήθηκε κριτική εξαιτίας της υποστήριξης του Χάιντεγκερ υπέρ του ναζιστικού κόμματος την περίοδο που ήταν πρύτανης στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. Μετά από έναν χρόνο στο Marburg, η Άρεντ φοίτησε επί ένα εξάμηνο στο Πανεπιστήμιο Φράιμπουργκ, όπου παρακολούθησε τις διαλέξεις του Έντμουντ Χούσερλ. Το 1926 μετέβη στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης όπου το 1929, υπό την επίβλεψη του υπαρξιστή φιλοσόφου Καρλ Γιάσπερς, ολοκλήρωσε τη διατριβή της που είχε τίτλο Der Liebesbegriff bei Augustin: Versuch einer philosophischen Interpretation (de) (“Η έννοια της αγάπης στη σκέψη του Αγίου Αυγουστίνου : Προσπάθεια δημιουργίας μιας φιλοσοφικής ερμηνείας”).
1939 – Ραλφ Λόρεν.Ο Ραλφ Λόρεν (Ralph Lauren) είναι αμερικανός σχεδιαστής μόδας και επιχειρηματίας. Δημιουργός μιας από τις πιο επιτυχημένες αυτοκρατορίες στον κόσμο της μόδας, θεωρείται ο «βασιλιάς» του έτοιμου ενδύματος. Εμπνεύστηκε τις δημιουργίες του έχοντας κατά νου την υψηλή κοινωνία της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ. Σύμφωνα με το Forbes, η περιουσία του ανερχόταν το 2019 σε 6,3 δισεκατομμύρια δολάρια και κατείχε την 102η θέση στη λίστα του περιοδικού με τους πλουσιότερους Αμερικανούς.
Ο Ραλφ Ρούμπεν Λίφτσιτς, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1939 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, από γονείς ρωσοεβραϊκής καταγωγής. Στα εφηβικά του χρόνια άλλαξε το επώνυμό του σε Λόρεν (προς τιμήν της ηθοποιού Λορίν Μπακόλ), για να μην τον κοροϊδεύουν οι συμμαθητές του.
Μετά το Λύκειο άρχισε να εργάζεται ως πωλητής ρούχων και παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα μάνατζμεντ σε νυχτερινό σχολείο. Το 1967 ξεκίνησε την δική του επιχειρηματική δραστηριότητα, σχεδιάζοντας γραβάτες και προωθώντας τες με την επωνυμία Polo.
Οι δημιουργίες του χαρακτηρίζονταν από ένα στιλ που παρέπεμπε στην εικόνα της αγγλικής αριστοκρατίας, όπως αυτή υιοθετήθηκε από την αμερικάνικη ελίτ της Ανατολικής Ακτής. Από την πρώτη του σειρά ανδρικών ενδυμάτων το 1968 ξεχώριζαν τα κλασικά τουΐντ κοστούμια, ενώ με την πρώτη σειρά γυναικείων ενδυμάτων το 1971 συνέχισε τις εξερευνήσεις του στην κλασική ραπτική και το καλό γούστο.
Το 1972 ο Ραλφ Λόρεν σχεδίασε αυτό που τα επόμενα χρόνια θα γίνει το σήμα κατατεθέν του και θα του χαρίσει τη διασημότητα: το μπλουζάκι, διαθέσιμο σε διάφορα χρώματα, με σήμα τον παίκτη του πόλο, του πιο αριστοκράτη αθλητή. Το στιλ του Ραλφ Λόρεν έτυχε ευρείας δημοσιότητας, όταν έντυσε τους άνδρες ηθοποιούς στην ταινία εποχής «Ο υπέροχος Γκάτσμπι» («The Great Gatsby», 1974), με ρούχα από την τρέχουσα κολεξιόν του. Η επίκληση της ταινίας για τη χαμένη, κομψή εποχή του Σκοτ Φιτζέραλντ (στο ομώνυμο μυθιστόρημα του οποίου βασίστηκε η ταινία), παρείχε την κατάλληλη ευκαιρία για να αναδειχθεί το κλασικό, μερικές φορές νοσταλγικό όραμα του Λόρεν.
Δημιούργησε ακόμη μεγαλύτερη αίσθηση, όταν σχεδίασε ορισμένα από τα ρούχα που φορούσαν ο Γούντι Άλεν και η Νταϊάν Κίτον στην ταινία «Νευρικός Εραστής» («Annie Hall», 1977). Ο Λόρεν είχε πει κάποτε για το στιλ του: «Με ενδιαφέρει η μακροβιότητα, η διαχρονικότητα, το στιλ – όχι η μόδα». Οι δημιουργίες του τις επόμενες δεκαετίες αντανακλούσαν αυτή του τη ρήση, καθώς η εξερεύνηση νέων ιδεών από μέρους του βασιζόταν πάντα στην κεντρική του εστίαση, που ήταν το κλασικό αμερικάνικο ρούχο.
Οι δημιουργίες του άρεσαν σε ανθρώπους από διαφορετικά κοινωνικά περιβάλλοντα, η πελατεία αυξήθηκε με γεωμετρικούς ρυθμούς και η επιχείρησή του μετατράπηκε γρήγορα σε μια πολυεθνική αυτοκρατορία. Βλέποντας πώς τα ρούχα του συνδέονταν με έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, επεκτάθηκε από το 1983 σε μία σειρά αξεσουάρ για το σπίτι, που περιλάμβανε μαξιλάρια, κουβέρτες, σεντόνια, έπιπλα, είδη μπάνιου, ακόμη και μπογιές για τους τοίχους. Παρουσίασε επίσης σειρές ρούχων και αξεσουάρ, τα οποία ήταν προσιτά στο βαλάντιο της μεσαίας τάξης.
Το 2001 δημιούργησε το φιλανθρωπικό ίδρυμα Polo Ralph Lauren, το οποίο υποστηρίζει μεταξύ άλλων ερευνητικά προγράμματα για τον καρκίνο και εκπαιδευτικά προγράμματα. Το 2015 ανακοίνωσε την παραίτησή από το τιμόνι της Ralph Lauren Corporation, αν και παρέμεινε εκτελεστικός πρόεδρος και διευθυντής δημιουργικού. Από τα πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις που έχει λάβει, ξεχωρίζουν αυτές της Λεγεώνας της Τιμής, που του απένειμε το 2010 ο τότε γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί και του Ιππότη του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας το 2019. Ο Ραλφ Λόρεν είναι νυμφευμένος από το 1964 με την ψυχοθεραπεύτρια και συγγραφέας Ρίκι Λόου-Μπίαρ και έχουν αποκτήσει τρία παιδιά.
1940 – Κλιφ Ρίτσαρντ. Με μία λαμπρή καριέρα που διαρκεί περισσότερο από έξι δεκαετίες, ο Κλιφ Ρίτσαρντ αποτελεί τον μοναδικό βρετανό καλλιτέχνη του ροκ εν ρολ που κατάφερε να παρακολουθήσει τις συνεχείς μουσικές αλλαγές από τα τέλη της δεκαετίας του ‘50 μέχρι σήμερα. Πέτυχε να συνδυάσει την καθαρή και ζεστή φωνή του με συνθέσεις που αντλούσαν στοιχεία από τις τάσεις που επικρατούσαν κάθε φορά στη μουσική κάθε εποχής.
Αρχικά πλασαρίστηκε ως ένας επαναστάτης του ροκ εν ρολ στο στιλ του Έλβις Πρίσλεϊ και του Λιτλ Ρίτσαρντ. Με το συγκρότημά του «The Shadows» κυριάρχησε στη μουσική σκηνή της Μεγάλης Βρετανίας στην προ-Μπιτλς εποχή, από το 1958 έως το 1963. Η μεγάλη του επιτυχία «Move it» θεωρείται το πρώτο βρετανικό ροκ εν ρολ τραγούδι. Η γνώμη του Τζον Λένον βαρύνουσα για την αξία του. «Πριν από τον Κλιφ και τους Shadows, δεν υπήρχε κάτι αξιόλογο να ακούσεις στη βρετανική μουσική».
Τα νούμερα των πωλήσεών του ζαλίζουν. Με 21 εκατομμύρια σινγκλ στη Μ. Βρετανία βρίσκεται τρίτος στη σχετική λίστα, πίσω από τους Μπιτλς και τον Έλβις Πρίσλεϊ. Σε παγκόσμιο επίπεδο έχει διαθέσει πάνω τα 250 εκατ. δίσκους, γεγονός που τον κατατάσσει στις πρώτες θέσεις με τους εμπορικότερους καλλιτέχνες όλων των εποχών.
Ο Χάρι Ρότζερ Γουέμπ, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 1940 στο Λάκναου της τότε Βρετανικής Ινδίας, όπου ο πατέρας του εργαζόταν στους Ινδικούς Σιδηροδρόμους. Το 1948, μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας, μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αγγλία. Ορμώμενος από ακούσματα του Έλβις και ύστερα από μία περίοδο συμμετοχής σε διάφορα γκρουπ, δημιούργησε το 1957 με τον ντράμερ Τέρι Σμαρτ τους Drifters. Τότε άρχισε να χρησιμοποιεί το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Κλιφ Ρίτσαρντ, προς τιμήν του ινδάλματός του Λιτλ Ρίτσαρντ.
Στις 29 Αυγούστου 1958 κυκλοφόρησε το σινγκλ «Move It», που ύστερα από έντονη προβολή στο ραδιόφωνο, έγινε μεγάλη επιτυχία κι έφτασε στο No 2 του βρετανικού πίνακα επιτυχιών. Αφού αναδιοργάνωσε το γκρουπ του, άρχισε τις ζωντανές εμφανίσεις, γνωρίζοντας επιτυχία με τα τραγούδια «High Class Baby» (1958) και «Mean Streak» (1959).
To 1959 έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο με την ταινία του Λάιονελ Μπαρτ «Living Doll». Με τους Drifters περιόδευσε στην Αμερική, αλλά μία νομική διαμάχη με το ομότιτλο αμερικανικό συγκρότημα είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή του ονόματός τους σε The Shadows. Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια ο Ρίτσαρντ ήταν το απόλυτο είδωλο της βρετανικής νεολαίας και κατάφερε να έχει δεκαεπτά επιτυχίες στο Top 10 στη Βρετανία, μεταξύ τον οποίων τα τραγούδια «Please Don’t Tease» (1960), «I Love You» (1960), «The Young Ones» (1962) και «Summer Holliday» (1963). Πολλά από αυτά ήταν συνθέσεις των Shadows, αλλά δεν έλειψαν και συνεργασίες με πολλούς διαφορετικούς συνθέτες.
Ο έντονος ρυθμός των επιτυχιών του καταλάγιασε γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ’60, χωρίς όμως να λείπουν και οι πρώτες θέσεις, όπως με το «Congratulations» (1968). Η καριέρα του πήρε την κατιούσα στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’70, κυρίως λόγω των κακών του επιλογών σε συνεργάτες. Με τον Μπρους Γουέλτς παραγωγό και με τις επιτυχίες «Devil Woman» (1976) και «Miss You Nights» (1976) σηματοδοτήθηκε μία αλλαγή στην κατεύθυνση της καριέρας του. Η συνεργασία του με τον συνθέτη και παραγωγό Άλαν Τάρνεϊ το 1979 στο «We Don’t Talk Anymore» αποτέλεσε την αρχή μιας παραγωγικής συνεργασίας.
Από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα ο ακούραστος Ρίτσαρντ συνεχίζει να κυκλοφορεί άλμπουμ και σινγκλ, ενώ δεν έλειψαν και οι συμμετοχές του σε ταινίες, καθώς και οι συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως η Ολίβια Νιούτον Τζον και ο Βαν Μόρισον. Ο Κλιφ Ρίτσαρντ παραμένει αθεράπευτα εργένης, επειδή «ως ποπ τραγουδιστής έπρεπε να εγκαταλείψω ένα ανεκτίμητο πράγμα – το δικαίωμα σε οποιαδήποτε διαρκή σχέση με οποιοδήποτε ιδιαίτερο κορίτσι».
Θάνατοι
1990 – Λέοναρντ Μπέρνσταϊν (Leonard Bernstein, 25 Αυγούστου 1918 – 14 Οκτωβρίου 1990) ήταν Αμερικανός συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας, πιανίστας και μουσικός παιδαγωγός. Τo 1951 παντρεύτηκε την ηθοποιό Felicia Montealegre Cohn και απέκτησε μαζί της τρία παιδιά. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και συνέχισε τις ανώτερες σπουδές του στη διεύθυνση ορχήστρας. Από το 1943 έως το 1944 ήταν βοηθός διευθυντής ορχήστρας στη Φιλαρμονική Συμφωνική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης και από το 1945 έως το 1948 διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης. Διεύθυνε όλες τις μεγάλες ορχήστρες του κόσμου. Συμμετείχε ως διευθυντής ορχήστρας σε φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής (Άμστερνταμ και Πράγα).
Από το 1958 έως το 1969 ήταν ο αρχιμουσικός της περίφημης Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης, συμβάλλοντας στη σημαντική ανανέωση του ρεπερτορίου της. Ο Μπερνστάιν συνέθεσε συμφωνική μουσική, μουσική για μπαλέτο, αλλά και μουσική για θεατρικά μιούζικαλ και κινηματογραφικές ταινίες.
Πιο συγκεκριμένα, είναι ο συνθέτης τριών συμφωνιών, δύο χορωδιακών έργων, τριών έργων για μπαλέτο, τριών μιούζικαλ (εξ αυτών, ένα από τα πιο σημαδιακά και δημοφιλή του χώρου, το «Ουέστ Σάιντ Στόρι»), καθώς επίσης και βραβευμένων με Όσκαρ σάουντρακ, όπως για την ταινία «Το λιμάνι της αγωνίας» (1954) του Ελία Καζάν, με τους Μάρλον Μπράντο, Ροντ Στάιγκερ.
Ο «Λένι» όπως τον φώναζαν οι φίλοι ήταν παιδαγωγός και υπήρξε δεινός ρήτορας με μεγάλο επικοινωνιακό ταλέντο, ιδρυτής των ζωντανών και τηλεοπτικών προγραμμάτων, μέσα από τα οποία μυήθηκε στη μουσική μια ολόκληρη γενιά Αμερικανών.
Για ορισμένους, ο Λέοναρντ Μπερνστάιν ήταν ο μουσικός που άνοιξε για πρώτη φορά στο ευρύ κοινό τον κόσμο της κλασικής μουσικής. Συνθέτης, μαέστρος και δάσκαλος, άγγιξε τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο κατά τη διάρκεια της 50χρονης καριέρας του και τώρα έχουν την ευκαιρία να πουν αυτές τις ιστορίες για τις επόμενες γενιές.
1995 – Ελένη Βλάχου. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Δεκεμβρίου του 1911. Ήταν κόρη του δημοσιογράφου και λογοτέχνη Γεωργίου Βλάχου, γιου του λογοτέχνη και πολιτικού Άγγελου Βλάχου, και της Δημαρέτης Κόντου, κόρης του καθηγητή φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνου Κόντου.
Στις 27 Ιανουαρίου 1935 θα δημοσιεύσει το πρώτο της κείμενο στην Καθημερινή, ταξιδιωτικές εντυπώσεις από την Άπω Ανατολή.
Την ίδια χρονιά αρχίζει να γράφει χρονογραφήματα, υπογράφοντας ως «Ε», στην ίδια εφημερίδα, διευθυντής της οποίας ήταν ο πατέρας της. Το 1936 αποστέλλεται από την εφημερίδα ως αθλητική συντάκτης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Συναντάται με τους Χίτλερ, Γκαίμπελς, Γκέρινγκ. Τον Ιούλιο του 1950 εκδίδει το μηνιαίο περιοδικό Εκλογή.
Μετά τον θάνατο του Γεωργίου Βλάχου το 1951, ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας και στη συνέχεια άρχισε να εκδίδει το περιοδικό Εικόνες (1955) και την εφημερίδα Μεσημβρινή (1961) και το 1960 ίδρυσε τις εκδόσεις Γαλαξίας. Το 1967 διέκοψε την έκδοση των εφημερίδων της, αντιδρώντας στη στρατιωτική δικτατορία. Η χούντα τής επέβαλε κατ’ οίκον περιορισμό αλλά στις 15 Δεκεμβρίου του 1967 εκείνη δραπέτευσε πηδώντας από την ταράτσα του σπιτιού της στη ταράτσα του διπλανού σπιτιού, στο οποίο διέμενε η Ναταλία Μελά[3] Στη συνέχεια διέφυγε στο εξωτερικό και εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο όπου παρέμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια της δικτατορίας. Το διάστημα αυτό ταξίδεψε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στην Αμερική και στην Αφρική και ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση. Στην Ελλάδα επέστρεψε τον Αύγουστο του 1974 και τον επόμενο μήνα επανακυκλοφόρησε την Καθημερινή. Την ίδια χρονιά εξελέγη βουλευτής Επικρατείας με τη Νέα Δημοκρατία.
Υπηρέτησε το χρονογράφημα για περισσότερα από πενήντα χρόνια (με μια διακοπή επτά χρόνων στη διάρκεια της χούντας), κατορθώνοντας να καθιερώσει το δικό της προσωπικό ύφος. Τα χρονογραφήματά της έχουν λεπτότητα και αφηγηματική άνεση και συγχρόνως τα διακρίνει η διεισδυτικότητα και ο κοινωνικός προβληματισμός.
Η Ελένη Βλάχου είχε παντρευτεί δύο φορές, την πρώτη με τον Ιωάννη Αρβανιτίδη και τη δεύτερη με τον απόστρατο αξιωματικό του Ναυτικού και ήρωα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Κωνσταντίνο Λούνδρα.
2004 – Βλάσης Μπονάτσος. Ήταν γιος δικαστικού και καθηγήτριας πιάνου, με καταγωγή από το Ξυλόκαστρο Κορινθίας. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Τάκη Μπονάτσο, ο οποίος γεννήθηκε το 1944. Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1960, όντας έφηβος, δημιούργησε το συγκρότημα loubok. Στη συνέχεια υπήρξε μέλος του μουσικού συγκροτήματος Πελόμα Μποκιού από το 1969 έως το 1972.
Το όνομα του συγκροτήματος προέρχεται από τα αρχικά των ονομάτων των μελών του: Νίκος ΔαΠΕρης, Νίκος ΛΟγοθέτης, Τάκης ΜΑρινάκης, Βλάσσης ΜΠΟνάτσος, Γιάννης ΚΙΟΥρκτσόγλου. Το συγκρότημα γνώρισε μεγάλη επιτυχία με το τραγούδι «Γαρύφαλλε, Γαρύφαλλε», το οποίο έγραψε ο Γιάννης Κιουρκτσόγλου και το οποίο ηχογραφήθηκε στην πρώτη του εκτέλεση από τους Πελόμα Μποκιού με τη φωνή του Νίκου Δαπέρη. Το ίδιο τραγούδι ηχογράφησε, 25 χρόνια αργότερα, ο Βλάσσης Μπονάτσος όταν συνεργάστηκε με τους Goin’ Through.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (1981-1982) πρωταγωνίστησε στη θεατρική παράσταση «Εβίτα», με πρωταγωνίστρια την Αλίκη Βουγιουκλάκη, παίζοντας τον ρόλο του Τσε Γκεβάρα. Επίσης, έπαιξε μαζί της και την περίοδο 1983-1984 στην παράσταση «Βίκτωρ Βικτώρια». Είχαν σχέση σχεδόν έξι χρόνια, από τον Απρίλιο του 1982 μέχρι τον Δεκέμβριο του 1987, σύμφωνα με τα περιοδικά της εποχής.
Παρουσίασε πολλά τηλεπαιχνίδια και τηλεοπτικές εκπομπές, όπως «Με το κλειδί στο χέρι», «Κόντρες», «Βλας Μπακ», «Άλλα Κόλπα», «Με φόρα» και «Πάμε για άλλα», όπου ήταν γνωστός για τις φάρσες που έκανε και τις ατάκες του όπως το «φύγε ‘σύ έλα ‘σύ», «φοβερό», «τρομερό», «πάρα πολύ ωραίο», «καλά με συγχωρείς» και τη βραχνή χροιά της φωνής του. Ήταν πρωταγωνιστής της επιτυχημένης σειράς Οι Απαράδεκτοι (1991 – 1993) μαζί με τους Γιάννη Μπέζο, Δήμητρα Παπαδοπούλου (η οποία έγραψε το σενάριο) και Σπύρο Παπαδόπουλο. Συμπρωταγωνιστούσαν ο Βασίλης Χαλακατεβάκης και η Ρένια Λουιζίδου.
Ως σόλο τραγουδιστής έχει κυκλοφορήσει τραγούδια όπως «Μεταμορφώσεις», «Εμένα», «Μια Γυναίκα», «Γυναίκες» (soundtrack της σειράς «Στον Αστερισμό Της Γραβάτας»), «Η Ζωή Είναι Μια Τρύπα», «Βιάσου», «Λολίτα το Νυμφίδιο», «Ένας Άντρας Κλαίει Για σένα», «Πες I Love You», «Αγαπάω» και άλλα.
Έχει κάνει ντουέτα με την Αλέξια στο «Είσαι Παιδί Μου Πειρασμός», τον Κώστα Τουρνά στο «Έλα Ήλιε Μου» και τον Γιώργο Μαρίνο στο «Ροκ». Επίσης έχει κάνει διασκευές τραγουδιών όπως «Το Χειροκρότημα» (πρώτη εκτέλεση Άλκηστις Πρωτοψάλτη), «Ο Γουίλι, ο μαύρος θερμαστής» (πρώτη εκτέλεση Βασίλης Παπακωνσταντίνου), «Αν Σ’αρνηθώ Αγάπη Μου» (πρώτη εκτέλεση Κώστας Χατζής), «Λαός και Κολωνάκι» (πρώτη εκτέλεση Μανώλης Χιώτης, Μαίρη Λίντα) και «There Is No One Like Me» (soundtrack της σειράς Οι Στάβλοι της Εριέτας Ζαΐμη, τίτλος πρωτότυπου «Non Esiste L’Amore» του Αντριάνο Τσελεντάνο).
Πηγές: Σαν σήμερα, el.wikipedia